You are currently browsing the tag archive for the ‘συμβολικό κεφάλαιο’ tag.

Η ανασκαφή στον τάφο της Αμφίπολης έφερε στο φως πολύτιμα ευρήματα αλλά και μια νοσηρή νοοτροπία, σε ό,τι αφορά την πολιτική και επικοινωνιακή διαχείριση της αρχαιολογίας. Η ανασύσταση του παρελθόντος έχει ασφαλώς ισχυρές συμβολικές προεκτάσεις κατά τη συγκρότηση της συλλογικής μνήμης και της εθνικής ταυτότητας. Είναι γνωστές οι χρήσεις και οι καταχρήσεις της ιστορίας, η σκοπούμενη σύμφυρση μυθικών και ιστορικών αφηγήσεων, η υπερερμηνεία ή και η διαστρέβλωση των πραγματολογικών στοιχείων, ακόμη και η απόκρυψή ή η αλλοίωση τεκμηρίων, για πολιτικούς και εθνικιστικούς σκοπούς.

Δεν εστιάζουμε όμως σε αυτό το πεδίο το βλέμμα μας. Η επικοινωνιακή κωμικοτραγωδία της Αμφίπολης ανέδειξε και τέτοια στοιχεία, δηλαδή καλλιέργεια προσδοκιών για λαϊκή κατανάλωση, υπεραναπλήρωση, μετατόπιση της πολιτικής ατζέντας. Αλλά έδειξε επίσης και κυρίως την υπερσυγκεντρωτική, αραχνιασμένη και αδιαφανή λειτουργία της πολιτικής ηγεσίας του υπουργείου Πολιτισμού, αυτής που ουσιαστικά παρέκαμψε την επιστημονική συζήτηση και διόρισε εξωϋπηρεσιακό «εκπρόσωπο τάφου». Μιλάμε για την κυρία Λίνα Μενδώνη, μόνιμη γενική γραμματέα του υπουργείου, από τα τέλη της δεκατίας ’90 έως σήμερα, με ένα διάλειμμα κατά τη θητεία του Χρ. Ζαχόπουλου.

Η κ. Μενδώνη, αρχαιολόγος η ίδια, έχει καταφέρει να φαίνεται απαραίτητη στους εκάστοτε υπουργούς Πολιτισμού, ελάχιστοι εκ των οποίων φθάνουν ενήμεροι για το έργο του του υπουργείου ή δεν προλαβαίνουν να ενημερωθούν. Αλλωστε το ΥΠΠΟ δεν θεωρείται πρωτοκλασάτο παραγωγικό υπουργείο, με δυνατότητες άσκησης ηχηρής πολιτικής και εξυπηρέτησης μεγάλων πελατειακών δικτύων· δεν έχει καν σοβαρό προϋπολογισμό. Μόνη δύναμή του ήταν η εποπτεία του αθλητισμού κα κυρίως τα παχυλά έσοδα από τον ΟΠΑΠ, που μοιράζονταν εκτός κωδικών εθνικού προϋπολογισμού, απευθείας από τα υπουργικό γραφείο. Αλλά με την ιδιωτικοποίηση του ΟΠΑΠ, χάθηκαν και αυτοί οι ειδικοί λογαριασμοί.

Στο υπουργείο έχει απομείνει η διαχείριση του εθνικού συμβολικού κεφαλαίου: της πολιτιστικής κληρονομιάς και της σύγχρονης τέχνης. Βέβαια και η διαχείριση των εσόδων από τη λειτουργία, την αξιοποίηση και τις πωλήσεις των μνημείων και μουσείων, με ό,τι περίπου ασχολείται το Ταμείο Αρχαιολογικών Πόρων και Απαλλοτριώσεων (ΤΑΠΑ). Και η διαχείριση των ΕΣΠΑ, κεντρικά και περιφερειακά, ύψους περίπου 750 εκατ. ευρώ ― πεδίο διόλου ευκαταφρόνητο, παρότι δεν υπάρχει ολοκληρωμένο τομεακό πρόγραμμα. Ειδικά στο ΕΣΠΑ Αττικής, είδαμε εντάξεις πολυδάπανων έργων από αστείους ή πάμπλουτους ιδιωτικούς φορείς.

Το ΤΑΠΑ και τα κοινοτικά προγράμματα (τώρα ΕΣΠΑ, από του χρόνου ΣΕΣ) είναι τα χρηματοδοτικά και αναπτυξιακά εργαλεία του υπουργείου-μπουτίκ. Αλλά και τα εργαλεία για πελατειακές εξυπηρετήσεις. Μέσω του ΤΑΠΑ εξασφαλίζεται σταθερή ρευστότητα χρήματος, με λαμπρές προοπτικές αύξησης, δεδομένης της σταθερά αυξητικής πορείας του τουρισμού και της διαχρονικής ελκυστικότητας του ελληνικού πολιτιστικού προϊόντος. Είναι χαρακτηριστικό ότι στο περίφημο μέιλ που απέστειλε ο υπουργός Οικονομικών Γκ. Χαρδούβελης προς την τρόικα, εκτιμάται ότι τα έσοδα του υπουργείου, από πωλητέα, εισιτήρια χώρων-μουσείων και ηλεκτρονικά εισιτήρια, μπορούν να πολλαπλασιαστούν: από περίπου 50 εκατ. ευρώ σήμερα, να φτάσουν τα 400 εκατ. ευρώ. Η εκτίμηση στηρίζεται στις σχετικές αναπτυξιακές μελέτες της McKinsey και του ΙΟΒΕ.

Τι έχει γίνει κατά τα παρελθόντα προ κρίσης έτη για την ανάπτυξη του ΤΑΠΑ; Πολύ λίγα επί της ουσίας: Γραφειοκρατικές αγκυλώσεις, μικροσυντεχνιασμός και πελατειακά δίκτυα το καθήλωναν. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η λειτουργία των αρχαιολογικών χώρων και μουσείων, που τόσο πολύ συζητείται· ιδίως για τα προβλήματα φύλαξης και ωραρίων επίσκεψης την τουριστική περίοδο. Υπεύθυνοι για τη φύλαξη και το ωράριο είναι οι κατά τόπους αρχιφύλακες, οι οποίοι διευκολύνουν και γκρουπ επισκεπτών πέραν των τυπικών ωραρίων, με ανάλογα φιλοδωρήματα. Οι αρχιφύλακες λοιπόν είναι οι μόνοι υπάλληλοι που δεν ορίζονται από διευθυντές και κατά την υπηρεσιακή ιεραρχία, αλλά απευθείας από τον υπουργό! Το ΤΑΠΑ είναι υπεύθυνο και για την έκδοση του επιστημονικού Αρχαιολογικού Δελτίου, στο οποίο παρουσιάζονται τα ευρήματα των αρχαιολόγων: το Δελτίο έχει να εκδοθεί από το 2004-05…

Τι έγινε τα χρόνια των μεταρρυθμίσεων του μνημονίου; Το καλοκαίρι άρχισε να εφαρμόζεται ο νέος Οργανισμός του υπουργείου, ο οποίος συγχωνεύει και καταργεί διευθύνσεις και εφορείες αρχαιοτήτων, καταργεί 500 κενές οργανικές θέσεις, καταργεί τα τμήματα εκθέσεων και εκπαιδευτικών προγραμμάτων στα μουσεία κ.λπ. ― γενικά συμπτύσσει και συρρικνώνει. Μεγάλο θύμα του νέου Οργανισμού είναι η Αρχαιολογική Υπηρεσία, η παλαιότερη επιστημονική υπηρεσία του ελληνικού κράτους. Ολοι οι επιφανείς αρχαιολόγοι έχουν ξεσηκωθεί εναντίον αυτής της αποδόμησης, όπως κατεδείχθη και σε εκτενή έρευνα της «Κ» (16.11.2014). Γιατί; Ο αυστηρός επιστήμων και σεβαστός απ’ όλους γραμματέας της Αρχαιολογικής Εταιρείας και της Ακαδημίας Αθηνών, Βασ. Πετράκος, έφτασε να πει στην Καθημερινή: «Η αρχαιολογία έχει ορισμένα ‘’φιλέτα’’, τα οποία κάποιοι θέλουν να εκμεταλλευτούν, να τα περάσουν σε ιδιώτες».

Ενα πιθανό μοντέλο ιδιωτικοποίησης είναι το Μουσείο Ακροπόλεως, προικισμένο όχι μόνο με κτίριο και όνομα, αλλά και με ευέλικτο αυτοτελή οργανισμό, που δεν δηλώνει ούτε μοιράζεται τους πόρους του και έχει στελεχωθεί πελατειακά. Ή ημιδιαφανείς αναθέσεις έργων-φιλέτων με τη μέθοδο του outsourcing.

Διεθνώς αναγνωρισμένοι αρχαιολόγοι και έμπειρα στελέχη του υπουργείου επισημαίνουν ότι η πολιτιστική κληρονομιά μπορεί να αποδώσει μεγάλο πλούτο, να βοηθήσει τον τουρισμό και το εθνικό εισόδημα, και ταυτόχρονα να διαφυλαχθεί και αναπτυχθεί όπως του αρμόζει. Αναγκαία προϋπόθεση: το αυστηρό, διαφανές πλαίσιο σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα, για προστασία του δημόσιου συμφέροντος και αποδοτικότητα. Υποδεικνύουν επίσης ότι λόγω των πρόσφατων αλλοπρόσαλλων μεταθέσεων εφόρων και διευθυντών κινδυνεύουν να μην ολοκληρωθούν ομαλά τα ώριμα έργα ΕΣΠΑ, ενώ δεν υπάρχει συντονισμένη στρατηγική για ένταξη νέων έργων στο καινούργιο ΣΕΣ 2014-2020.

Η πολιτιστική κληρονομιά είναι ανεκτίμητο συμβολικό κεφάλαιο, αλλά και πηγή πλούτου. Εχει κακοπάθει, από πελατειακά δίκτυα, ολιγωρία, ιδιοτέλεια, συντεχνιασμό. Το μνημόνιο ήρθε τελευταίο.

1024px-Eugène_Ferdinand_Victor_Delacroix_017

Σε αλλεπάλληλες συνομιλίες άκουσα αλλόκοτα τον εαυτό μου να αυτοσχεδιάζει γύρω από δύο μοτίβα: το φρόνημα στο παρόν, και ορόσημα του παρελθόντος.

Πρώτα, το φρόνημα. Η μακρά κρίση βιώνεται σαν χαμένος πόλεμος· αν εντοπίσουμε την πρώτη ρήξη στο 2010, από τότε ώς σήμερα το ρήγμα διαρκώς διευρύνεται, το σκάφος βουλιάζει όλο και πιο βαθιά, σε νερά ανεξερεύνητα, τέτοια που ουδέποτε είχαμε φανταστεί. Και για πολλούς είναι ήδη σαφές ότι δεν θα γυρίσουμε ποτέ στην προ ρήξης εποχή, δεν θα την πλησιάσουμε καν· απλούστατα, διότι έχει συντελεστεί ήδη μια ποιοτική μεταβολή. Ακόμη και αν ανακτηθούν εν μέρει οι ποσοτικές απώλειες ζωτικών δεικτών του κοινωνικού βίου, λ.χ. η τοξική ανεργία, η κοπιαστικά αποκτημένη νέα ισορροπία θα βρίσκεται σε εντελώς άλλη ιστορική πίστα, ο κοινωνικός σχηματισμός θα είναι διαφορετικός, είναι ήδη διαφορετικός.

Στα χρόνια της βίαιης προσαρμογής έχουν ήδη μετασχηματιστεί βαθιά η διοίκηση, το εργασιακό περιβάλλον, οι δικαιικές δομές, η κατανομή του πλούτου, οι ταξικές διαστρωματώσεις. Κινούμαστε σαν υπνοβάτες μέσα σε μια νέα πραγματικότητα, που δεν την αντιλαμβανόμαστε γιατί νομίζουμε ότι ζούμε μέσα στο όνειρο κάποιου άλλου ― αλλά αυτός ο άλλος είμαστε εμείς.

Μέσα σε αυτή την επώδυνη υπνοβασία, με όλο και συχνότερα τινάγματα-επαναφορές στην πραγματικότητα, διαπιστώνουμε ότι η μεγαλύτερη απώλεια του ακήρυκτου πολέμου είναι το φρόνημα. Υπό πολλές έννοιες: απώλεια αυτοπεποίθησης, απώλεια αυτοεικόνας, καταρρακωμένο ηθικό, σύγχυση ταυτότητας, βύθιση στην ετερονομία, καταφυγή στη φενάκη. Ευλόγως. Για πολλούς Ελληνες η προσαρμογή έχει σημάνει οιονεί έκλειψη μέλλοντος. Μπορεί όμως να αφαιρεθεί το μέλλον, να τελειώσει η ιστορία; Οχι. Σίγουρα όμως η νέα ιστορική περίοδος που ανοίγεται μπροστά μας δεν θα είναι περίοδος ακμής υπό τους παραδοσιακούς όρους· θα είναι η ουρά της παρακμής ταυτόχρονα με τη σταθεροποίηση σε άλλη στάθμη· δεν λέω χαμηλότερη, άλλη. Και πορεία σε νέες συντεταγμένες. Αυτό είναι το ευνοϊκότερο σενάριο.

Οσο συντομότερα αντιληφθούμε αυτό τον ιστορικό μετασχηματισμό, τόσο συντομότερη θα είναι η επίπονη συνύπαρξη της ουράς του παρακμιακού παρελθόντος μέσα στην αναδυόμενη σταθεροποίηση. Εδώ υπεισέρχεται η μεγάλη σημασία της ανάκτησης του φρονήματος· μάλλον, η κατασκευή νέου φρονήματος, αναβαπτισμένης αυτοεικόνας και ταυτότητας. Ετσι ώστε να εμφανιστεί ξανά ισχυρή η βούληση, η απόφαση και η δράση των κοινωνικών υποκειμένων. Μόνο αν θέλει να σωθεί με τις δικές της δυνάμεις προς τη δική της κατεύθυνση, θα σωθεί η κοινωνία· μόνο αν σκεφτεί τη σωτηρία ως πρωτίστως και αποκλειστικώς δική της υπόθεση, θα αποφασίσει και θα δράσει. Πολύ αδρά, η ανάκτηση-κατασκευή φρονήματος είναι ο αναγκαίος όρος για την επιβίωση, αλλά σημαίνει επίσης και το αναγκαίο κοπιώδες πέρασμα της κοινωνίας από την παθητική ετερονομία σε μια ενεργητική αυτονομία.

Δεύτερος αυτοσχεδιασμός, η βύθιση σε ορόσημα του παρελθόντος. Παραμονή της 25ης Μαρτίου, ας προσπαθήσουμε να δούμε όχι διαζευκτικά, αλλά επάλληλα και παραπληρωματικά, δύο πηγές νοήματος για τον νεότερο ελληνισμό: το Ναυαρίνο και το Μεσολόγγι. Στο πρώτο, η υλική ισχύς των Μεγάλων Δυνάμεων της θάλασσας κατατρόπωσε τη θνήσκουσα αυτοκρατορία και επέτρεψε στην ηττώμενη Επανάσταση να συνεχίσει, έως την ίδρυση του κράτους· κράτους τυπικά ανεξάρτητου, αλλά υπό την κηδεμονία των Δυνάμεων του Ναυαρίνου.

Εντούτοις οι Ελληνες του νεοπαγούς κρατιδίου τοποθέτησαν την κοιτίδα τους αλλού: σε έναν τόπο υλικής ήττας, συμβολικής θυσίας και νικηφόρου μαρτυρίου, στο Μεσολόγγι. Στον τόπο που πέθανε ο ρομαντικός λόρδος Βύρων, τον τόπο που απαθανάτισε ο ρομαντικός κόμης Σολωμός. Ενα ρομαντικό ορόσημο εμπνέει τον ποιητή, που επινοεί τη γλώσσα της ποιήσεώς του και τη γλώσσα του έθνους-κράτους με υλικά και μέθοδο αμιγώς ρομαντικά. Πολύ περισσότερο: μπολιάζει το έθνος με ρομαντισμό, βάζει τους συγκαιρινούς και τους μεταγενέστερους να αναμετριούνται με το υψηλό, ορίζει το αληθές ως διαρκές χρέος, το κοινό και το κύριο ως παντοτινή έγνοια.

Το Ναυαρίνο είναι η πολιτική, και μια νίκη που δεν είναι δική μας. Το Μεσολόγγι είναι το συμβολικό κεφάλαιο, και μια θυσιαστική ήττα που είναι δική μας νικηφόρος, σαν βούληση και σαν απόφαση. Και τα δύο είναι ιστορία. Ποιο ιδρυτικό Ναυαρίνο μπορούμε να περιμένουμε δύο αιώνες αργότερα; Μάλλον συνέβη, και ήταν το πρόγραμμα διάσωσης, aka Μνημόνιο. Απομένει το Μεσολόγγι, υψηλό, επώδυνο, δραματικό, εξίσου ιδρυτικό.

Εικόνα: Eugène Delacroix, La Grèce sur les ruines de Missolonghi. 1826. Musée des Beaux-Arts de Bordeaux

Σε κάθε ελληνική οικογένεια υπάρχει ένας τουλάχιστον άνεργος. Συνήθως είναι ένα «παιδί», 20, 25, 30, 30-κάτι χρονών, που μπορεί να μην έχει προλάβει καν να μπει στον κόσμο της εργασίας· να σπούδασε 4, 5, 10 χρόνια, να κρέμασε τα πτυχία, τα μάστερ και τα ντοκτορά και τώρα να αποστέλλει βιογραφικά, όλο και πιο μελαγχολικά. Δεν είναι υπόθεση, δεν είναι μεγεθυμένη προβολή, είναι εμπειρία καθημερινή και διαρκής, σε εκατοντάδες νοικοκυριά συνομηλίκων.

Πού θα φτάσει; Δύο στους τρεις νέους Ελληνες αδυνατούν να βρουν την πρώτη μυητήρια δουλειά τους· και ο τυχερός ένας βρίσκει συνήθως δουλειά κατώτερη των τυπικών προσόντων του και με μισθό που δεν του επιτρέπει να στήσει σπιτικό, να κάνει παιδί. Το ιστορικό σοκ, διαρκές από το 2010 έως σήμερα, έδειξε γυμνούς τους αρμούς του ελληνικού παραγωγικού σχηματισμού: από δεκαετίας ήδη, οι πολυπτυχιούχοι, υπερειδικευμένοι βλαστοί της μεσαίας τάξης δεν απορροφούνταν· η καχεκτική ελληνική οικονομία απλούστατα δεν τους χρειαζόταν, δεν μπορούσε να τους χρησιμοποιήσει. Η εγχώρια αγορά εργασίας είχε προσανατολιστεί στις υπηρεσίες, που ζητούσαν χαμηλή ή μέση ειδίκευση· δεν ζητούσαν ερευνητές και καινοτόμους επιστήμονες, πόσο μάλλον πολυπτυχιούχους ανθρωπιστικών επιστημών. Εχει περιγραφεί άριστα από το 2010, σε έρευνα του Πανεπιστημίου Μακεδονίας υπό τον καθηγητή Λόη Λαμπριανίδη. Το διάστημα 2009-11, σύμφωνα με τον ίδιο ερευνητή, από τους 120.000 μεταναστεύσαντες, οι μισοί είχαν μάστερ ή διδακτορικό, ενώ το 60% δεν αναζήτησε εργασία στην Ελλάδα προτού φύγει.

Οι νέοι με τις λαμπρές σπουδές, που τώρα μεταναστεύουν ή μένουν άεργοι στα σπίτια των γονιών τους, αποτελούν την ουρά μιας μακράς διαδικασίας σχηματισμού μεσαίας τάξης κατά τη μεταπολεμική περίοδο. Οι γονείς τους είναι οι εγχώριοι baby boomers, που απήλαυσαν σε μεγάλο βαθμό τις εκπληρωμένες προσδοκίες της ειρηνικής αναπτυσσόμενης Ευρώπης μετά τον Δεύτερο Πόλεμο. Ειδικότερα, στην Ελλάδα, οι γεννηθέντες μετά τις αρχές της δεκαετίας ’50, ήταν οι γενιές που βρήκαν ανοιχτές τις πόρτες των δημόσιων γυμνασίων και πανεπιστημίων και τις διάβηκαν μαζικά και δημοκρατικά. Για αυτές τις περίπου δύο γενιές, η μόρφωση, τυπική και ουσιαστική, το πανεπιστημιακό «χαρτί» και η διάχυτη αγάπη για τα γράμματα, ήταν διαβατήριο κοινωνικής ανόδου αλλά και ηθική καταξίωση. Για τους φοιτητές του ’60, του ’70, του ’80, η πανεπιστημιακή ζωή αποτελούσε συχνά πέρασμα σε μια άλλη πνευματική πίστα, και όχι μόνο με όρους επαγγελματικής σταδιοδρομίας και κοινωνικής κινητικότητας. Ηταν μια μακρά περίοδος μύησης στην τέχνη και στον αστικό βίο, στον κινηματογράφο, τη λογοτεχνία, τις ιδέες, την ποπ κουλτούρα, τα ταξίδια. Οχι για όλους, και όχι με την ίδια ένταση, αλλά σε αυτές τις δεκαετίες μέσα από το πανεπιστήμιο αναδύθηκε μια νέα τάξη μορφωμένων μεσοαστών, που προσπάθησε εν συνεχεία να διαμορφώσει δικό της αξιακό πλαίσιο, πρώτα-πρώτα προεκτείνοντας τη λατρεία της μόρφωσης στα παιδιά τους ― αυτά τα πολυπτυχιούχα παιδιά της ανεργίας ή της υπερορίας, που λέγαμε στην αρχή.

Χωρίς να ισχυρίζομαι ότι τα πτυχία είναι μόρφωση ―κάθε άλλο―, θέλω εντούτοις να επισημάνω ότι το σοκ της πτώχευσης μαζί με την εν εξελίξει υλική ταπείνωση της μεσαίας τάξης συνεπιφέρει και έναν άλλον μετασχηματισμό: αξιακό. Η πανεπιστημιακή εκπαίδευση δεν έχει αντίκρυσμα στην αγορά εργασίας· οι πολυετείς δαπάνες των οικογενειών δεν οδηγούν σε επαγγελματική εξασφάλιση των τέκνων. Οι πληγωμένες μικρομεσαίες οικογένειες τα τελευταία χρόνια δυσκολεύονται ή αδυνατούν να σπουδάσουν τα παιδιά τους, σε μακρινό ή ξένο πανεπιστήμιο. Το πάνδημο προνόμιο της ανώτατης εκπαίδευσης, φαλκιδευμένο ήδη, θα περιορίζεται, θα στενεύει.

Μαζί με την τρέχουσα εργασιακή απαξίωση του πτυχίου, μαζί με την αναδυόμενη δύσκολη πρόσβαση στο πανεπιστήμιο, για μια μεταβατική περίοδο τουλάχιστον, θα έρθει και μια περαιτέρω υποτίμηση της αξίας των γραμμάτων, της ουσιαστικής μόρφωσης. Η οποία είχε ήδη αρχίσει να συντελείται με την ποσοτικοποίηση και την υπερειδίκευση των πανεπιστημιακών σπουδών και με την απογύμνωση της μέσης εκπαίδευσης. Νέα αξία θα είναι η επιβίωση παντί τρόπω, το γυμνό μεροκάματο του νεοπληβείου.

Πώς θα ανανεωθεί πνευματικά αυτή η δημογραφικά φθίνουσα κοινωνία, όταν τα παιδιά της βιαίως συρρικνούμενης μεσαίας τάξης πάψουν να την τροφοδοτούν με τη ζωτικότητα, το πνεύμα, τα ταλέντα και τις δεξιότητες τους; Αδηλον. Προς το παρόν, κινούμαστε με τα έτοιμα, και με το, πληθωρικό ακόμη, συμβολικό κεφάλαιο των βλαστών μας.

Η πρόσφατη ένταξη δεκαεννέα ακινήτων του υπουργείου Πολιτισμού στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ εντάσσεται ασφαλώς σε μια πολιτική, που υπαγορεύει την εξπρές πώληση αξιών του δημοσίου για αποπληρωμή των δανειστών. Με την ίδια επείγουσα λογική το τεράστιο ακίνητο του πρώην αεροδρομίου Ελληνικού αποσπάσθηκε από τον οργανισμό διαχείρισής του, εντάχθηκε κι αυτό στο χαρτοφυλάκιο του ΤΑΙΠΕΔ και εκποιείται με συνοπτικές διαδικασίες στον μοναδικό αγοραστή.

Εγείρονται συμβατικές εύλογες ενστάσεις για την πραγματική αξία αυτών των ακινήτων του δημοσίου, και την στρατηγική απαξίωση που υφίστανται με την εσπευσμένη πώλησή τους και όχι με μια συνδυασμένη στρατηγική ανάπτυξής τους. Στην περίπτωση των ακινήτων της Πλάκας τίθενται και άλλα ζητήματα: απαξίωσης ανεκτίμητου συμβολικού κεφαλαίου, εθνικού και ιστορικού, και ενδεχομένως εξυπηρέτησης ιδιοτελών σκοπών.

Η ζώνη γύρω από την Ακρόπολη, η Πλάκα και τα Αναφιώτικα, έχουν χαρακτηριστεί από την UNESCO ως ζώνη επιρροής, ζώνη μαξιλάρι (buffer zone) γύρω από το κορυφαίο μνημείο του οικουμενικού πολιτισμού. Η απαλλοτρίωση ακινήτων από το υπουργείο Πολιτισμού έγινε ακριβώς γι’ αυτόν τον λόγο, επειδή όλη η περιοχή έχει υψηλό αρχαιολογικό ενδιαφέρον· και επιπλέον έχει ανεξαγόραστη συμβολική αξία για το νεοελληνικό κράτος. Υπό την σκιά της Ακροπόλεως αναπτύχθηκαν το Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο, και οι οικίες πολλών αγωνιστών και επιφανών προσώπων του νεότευκτου κράτους.

Φυσικά, η περιοχή προσελκύει αγοραστές με μεγάλη οικονομική επιφάνεια, ιδίως μετά τις πολεοδομικές αναβαθμίσεις της ιστορικής παλιάς Αθήνας, από υπουργούς όπως ο Αντώνης Τρίτσης και ο Στέφανος Μάνος, αλλά και η Μελίνα Μερκούρη των αρχαιολογικών απαλλοτριώσεων.

Πωλείται λοιπόν και η ζώνη προστασίας της Ακροπόλεως; Η λοίδορη προτροπή της γερμανικής Bild θα βρει εφαρμογή; Τότε, ιδού κι άλλα: στο Κτηματολόγιο του υπουργείο Πολιτισμού περιλαμβάνονται 220 δημόσια ακίνητα στην Πλάκα, 68 στα Αναφιώτικα, 108 στην Ακαδημία Πλάτωνος, 40 στον Κεραμεικό, 355 στη Μεσαιωνική Πόλη της Ρόδου. Ολα.

trianti

Αν γυρέψουμε να βρούμε μια παραδειγματική ιστορία σπατάλης και αστόχαστης πολιτικής, που να εμπεριέχει τα περισσότερα συμπτώματα της malaise grecque, της ελληνικής νόσου του 1990 και 2000, αρκεί ένα πέρασμα από τη Βασιλίσσης Σοφίας. Αρκεί μια ματιά στο Μέγαρο Μουσικής: καταρχάς σε ό,τι είναι ορατό και υπέργειο, στο απροσδιορίστου αρχιτεκτονικής ταυτότητας κτίριο-μνημείο με τα τεράστια μπανερ στην πρόσοψη. Ενα ογκώδες, επιβλητικό, μάλλον βλοσυρό τοπόσημο, πλάι στις καθαρές μοντερνιστικές γραμμές του Γκρόπιους επί της Αμερικανικής Πρεσβείας.

Ενα κτίριο εξωστρεφές και ενδοστρεφές ταυτόχρονα, δημόσιο και ιδιωτικό, αμφίσημο, όπως ακριβώς ήταν και το Μέγαρο ως οργανισμός. Ιδιωτικά γούστα με δημόσιο χρήμα· ανοιχτό κατ’ ανάγκην και κατά σύμβασιν, αλλά επιλεκτικό, ημίκλειστο, κατ΄ουσίαν. Το όραμα, η ενεργητικότητα και το καπρίτσιο ενός ανθρώπου, ενός ντιλετάντε, που καλλιμάχεια εσίκχαινε πάντα τα δημόσια, εκδήλως τη δημοσιότητα, κυρίως δε τον δημόσιο έλεγχο και τη λογοδοσία, πλην όμως δεν έχθαιρε το δημόσιο χρήμα, απεναντίας το θεωρούσε αυτοδικαίως κτήμα, εργαλείο και μέσο του πεφωτισμένου για την διαπαιδαγώγηση των μαζών, όπως ο ίδιος την αντιλαμβανόταν.

Το Μέγαρο, ως δοχείο όπερας και υψηλού πολιτισμού, ήταν η κλίση και η κλήση του Χρήστου Λαμπράκη, η αποστολή και το έργο του. Και χτίστηκε, στη διάρκεια πολλών δεκαετιών, για να υπηρετήσει αυτό το όραμά του. Ηταν ανιδιοτελής, κατά τεκμήριον, και αφιέρωσε όλες τις δυνάμεις και την επιρροή του για τον σκοπό του: έναν ναό για την όπερα και την κλασική μουσική.

Η Αθήνα πράγματι χρειαζόταν ένα υψηλών προδιαγραφών κτίριο για να στεγάσει τις παραστάσεις της Εθνικής Λυρικής Σκηνής και τις συναυλίες της Κρατικής Ορχήστρας Αθηνών, μεταξύ άλλων. Ωστόσο το Μέγαρο δεν σχεδιάσθηκε με τους δημόσιους καλλιτεχνικούς οργανισμούς κατά νου· στην πράξη, και παρά τη συμβατική του υποχρέωση, το Μέγαρο δεν φάνηκε ποτέ φιλόξενο ή φιλικό προς την ΕΛΣ και την ΚΟΑ. Ο Οργανισμός του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, εντελώς ανεξάρτητος και αδέσμευτος, σχεδίαζε και υλοποιούσε τη δική του πολιτική πολιτισμού, εντελώς αποκομμένη από οποιονδήποτε εθνικό σχεδιασμό και ανάγκη. Ετσι, η ΕΛΣ παρέμεινε στο νοίκι, στο ταπεινό θέατρο Ολύμπια της οδού Ακαδημίας, ενώ η ΚΟΑ έκανε πρόβες στα υπόγεια του Ωδείου Αθηνών, επίσης με νοίκι.

Η διοίκηση του Μεγάρου, παρά την απόλυτη εξάρτηση από το ελληνικό Δημόσιο για το κτιριακό του πρόγραμμα και την παχυλή ετήσια επιχορήγηση, σχεδίαζε και δρούσε ως ανεξάρτητο πριγκιπάτο. Ορθώς, μέχρι ένα σημείο: ποιος υπουργός Πολιτισμού και ποια κρατική γραφειοκρατία θα μπορούσαν να συντηρήσουν με συνέπεια και συνέχεια μια πολιτική για το Μέγαρο; Από την άλλη, η ιδιωτική διοίκηση του κρατικοδίαιτου ΟΜΜΑ επολιτεύετο βάσει των πεποιθήσεων και εντέλει του προσωπικού γούστου της, και όχι βάσει κοινώς αποδεκτών κριτηρίων και κανόνων. Καλό γούστο ομολογουμένως, και ακριβό: προσανατολισμένο κυρίως στις μετακλήσεις αστέρων και διάσημων συνόλων, και σε ολίγες πολυδάπανες παραγωγές.

Το ζενίθ του Μεγάρου συνέπεσε με τη μέθη της ισχυράς Ελλάδος και τη χρηματοπιστωτική φούσκα· σχετικά εύκολα η διοίκησή του προσείλκυσε μεγάλες χορηγίες από τις τράπεζες και τις μεγάλες εταιρείες· στην πραγματικότητα, σάρωνε τις εταιρικές χορηγίες και άφηνε ψίχουλα για όλους τους υπόλοιπους.
Είπαμε: το Μέγαρο ήταν χρήσιμο, υπό άλλους όρους λειτουργίας ενδεχομένως. Οχι όμως και η δεύτερη φάση του, η εξωφρενική κτιριακή επέκτασή του υπογείως, καμουφλαρισμένη ως συνεδριακό κέντρο για απορροφηθούν κοινοτικοί πόροι και δανεισμός από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων. Για να γίνει αυτή η επέκταση, με αισθητική μεταξύ ταφικού μνημείου και ξενοδοχείου του Ντουμπάι, απαιτήθηκε ένας υπέρογκος δανεισμός από το ελληνικό δημόσιο, ύψους 245 εκατ. ευρώ. Δύο διαδοχικές κυβερνήσεις της ισχυράς Ελλάδος έσπευσαν να συνδράμουν, το 2003, με φόντο τους Ολυμπιακούς,και το 2007, λίγο πριν από τη χρεοκοπία.

Σήμερα, η πτωχευμένη Ελλάς αδυνατεί να εξυπηρετήσει τα δάνεια, και το άλλοτε ευκλεές, σνομπ Μέγαρο αδυνατεί να πληρώσει μισθούς. Σήμερα η Αθήνα διαθέτει δύο μεγάλες σύγχρονες σκηνές όπερας στη Β. Σοφίας, που αδυνατεί να συντηρήσει· και σε λίγο χρόνο άλλη μία υπέρλαμπρη στο Φάληρο, με την υπογραφή Ρέντσο Πιάνο, η οποία όμως δεν δαπανά δημόσιο χρήμα.

Και τώρα; Τώρα κινδυνεύει να χαθεί όποιο συμβολικό κεφάλαιο σωρεύθηκε επί δύο δεκαετίες, και να απαξιωθεί όλο το συγκρότημα, εφόσον δεν βρεθεί ένα μοντέλο βιώσιμο και λειτουργικό, πράγμα εξαιρετικά δύσκολο. Τουλάχιστον, ας διδαχθούμε πικρά για την απληστία και την ξιπασιά, ιδιωτική και δημόσια.

φωτ.: Αλεξάνδρα Τριάντη ((1896-1977)

Aς υποθέσουμε πως δεν έχουμε φτάσει στο μαύρο αδιέξοδο, στην άβυσσο του νου. Εγραφε ο Καρυωτάκης το 1928, μετά την καταστροφή. Τι μπορούμε να υποθέσουμε σχεδόν έναν αιώνα αργότερα, για την εν προόδω καταστροφή; Ας πάρουμε την πιο αισιόδοξη υπόθεση: ότι δεν θα καταστραφούμε περισσότερο. Ακόμη όμως και με αυτή την αισιόδοξη υπόθεση, είναι απολύτως αναγκαίο να καταλάβουμε ποια είναι η παρούσα κατάσταση της χώρας και των ανθρώπων της. Μόνο κατανοώντας τα μεγέθη της πενταετούς ύφεσης και ανεργίας, μόνο κατανοώντας τις τσακισμένες δομές του κράτους και της οικονομίας, μόνο κατανοώντας τις νοοτροπίες και το ήθος της κοινωνίας που εξέθρεψε και υπέστη αυτό το κράτος και αυτή την οικονομία, μόνο τότε θα μπορέσουμε να βγούμε από την κρίση για να ανατάξουμε τα ερείπια και τα ράκη, μόνο τότε θα διαρρήξουμε τον κύκλο της παρακμής και θα αρχίσουμε να αναδυόμαστε. Μόνο αν καταλάβουμε.

Δεν είναι εύκολο. Η κρίση, η δυσχέρεια, η διατάραξη, η επελαύνουσα καταστροφή θολώνουν τον νου. Το πλήθος, σαν ρευστό, παίρνει το σχήμα της κοινωνίας που του δίδεται· συνήθως δεν έχει τη δυνατότητα να το επιλέξει ή να το άλλάξει, αλλά κι όταν ακόμη παρουσιάζεται η τέτοια δυνατότητα, το πλήθος διστάζει, λοξοδρομεί, συχνά επιλέγει να παραμείνει στο οικείο σχήμα του ετερόνομου και του κυριαρχούμενου, του πελάτη και του ραγιά, επιλέγει να δει το ποτήρι μισογεμάτο, να αφεθεί στον γλυκό ύπνο του παγετώνα, να κοιμηθεί υπό την χιόνα, κι ας γίνει η χιών σινδών, σάβανον.

Κάτι τέτοιο παρατηρείται τώρα. Μετά τον αιφνιδιασμό, την αγανάκτηση, την οργή, τον φόβο, την απελπισία, τώρα έρχεται η σειρά μιας πεισμωμένης ψευδαίσθησης, ενός φενακισμού, μιας απεγνωσμένης πεποίθησης ότι κάτι θα συμβεί και θα σωθούμε. Ποιος όμως θα μας σώσει, αν εμείς δεν μπορούμε να αναλάβουμε τη βαριά ευθύνη να σωθούμε; Να αλλάξουμε με τους δικούς μας όρους; Το πολυτιμότερο, καίτοι πικρό, δίδαγμα της κρίσης είναι αυτό. Διότι ήδη έχουμε αλλάξει, ακόμη κι αν δεν το αντιλαμβανόμαστε, ακόμη κι αν δεν το αποδεχόμαστε, επειδή είναι επώδυνο ή ανησυχητικό, επειδή διαταράσσει ισορροπίες και βολέματα. Η Ελλάδα έχει αλλάξει τα χρόνια της κρίσης, βαθιά, αμετάκλητα· τίποτε δεν είναι ίδιο, τίποτε δεν θα ξαναγίνει ίδιο. Είμαστε κοινωνία σε μετασχηματισμό.

Είμαστε καταρχάς χώρα που έχει χάσει την αξιοπιστία της, είμαστε λαός που προκαλεί την αντιπάθεια ή τον οίκτο. Αυτές οι απώλειες είναι χειρότερες κι από την φτώχεια, αν το ζυγίσουμε, αν βγούμε προσώρας από τα βάσανά μας και δούμε τους εαυτούς μας σε μακρύτερη διάρκεια. Ασφαλώς και παίξαμε το ρόλο του εξιλαστήριου θύματος σε μια κρίση διεθνή, που δεν τη γεννήσαμε. Αλλά αυτό δεν έχει σημασία πια, καθώς το δυσμενές ψευδές στερεότυπο εδραιώνεται στα βλέμματα των περισσότερων συνευρωπαίων. Το στερεότυπο θα αλλάξει μόνο αν αλλάξουμε εμείς τη μοίρα μας, αν αλλάξουμε τους όρους του παιχνιδιού.

Η επίγνωση λοιπόν καταρχάς. Η επίγνωση ότι η κοινωνίας μας δεν συνέχεται πλέον με τους δεσμούς της παραδοσιακής οικογένειας, διότι έχει κι αυτή αλλάξει, δεν συνέχεται με τους πελατειακούς δεσμούς, τους εγνωσμένα καταστροφικούς. Δεν συνέχονται καν οι τάξεις με τους δικούς τους εσωτερικούς δεσμούς, διότι εν τω μεταξύ οι παλιές ταξικότητες απέμειναν άδειες χωρίς τις γκρεμισμένες βεβαιότητες, σε περιβάλλον φτώχειας, διότι οι παλιές οριοθετήσεις αναπροσδιορίζονται βίαια, και διότι νέες ταξικότητες αναδύονται, οριζόμενες από τους επισφαλείς εργαζόμενους και τους εργάτες της γνώσης, τους πρεκάριους και τους κογκνιτάριους.

Επίγνωση για τις καινοφανείς δημογραφικές και ανθρωπολογικές διαστρωματώσεις, που θα ορίσει η αποστράγγιση του εθνικού κορμού από τους νέους με υψηλή μόρφωση και δεξιότητες, εφόσον συνεχιστεί η παραγωγική ερήμωση.

Επίγνωση για τις νέες κοινωνικές και ιδεολογικές αποτυπώσεις, όσο θα επελαύνουν ανασφάλεια και έγκλημα στον καθημερινό βίο, με ίχνη ήδη ορατά στο πολιτικό πεδίο: εκρηκτική άνοδος της άκρας δεξιάς. Με αποτυπώσεις βαθύτερες στην συλλογική ψυχή ενός λαού πληγωμένου και συκοφαντημένου: θα νιώθει προδομένος, απομονωμένος, δεν θα τον καταλαβαίνουν και θα αποσύρει τις κεραίες του προς την εσωστρέφεια και τον γλυκύ μαρασμό του ανάδελφου.

Σε φόντο υλικής καταστροφής βίων και ψυχών, τέτοιες σκέψεις γύρω από αναδυόμενες ιδεολογίες και συμπεριφορές μπορεί να ακούγονται σαν άκαιρος σχολαστικισμός. Δεν είναι. Οι ενδεχόμενοι εαυτοί της κρίσης, στρεβλοί, πικραμένοι, τυφλοί, αυτοκαταστροφικοί, είναι εμείς. Αυτό να προλάβουμε.

Aθενς, Σύνταγκμα, Τσίπρα… Ο ρεψενιονίστ στο νεοϋορκέζικο ξενοδοχείο είναι ενημερωμένος για τα ελληνικά πράγματα,ακόμη και για τις εκλογές, διαβάζει Νιου Γορκ Τάιμς. Μιλά με βαριά προφορά, είναι Ισραηλινός και μας θυμίζει ότι στην πατρίδα του τρελαίνονται για ελληνική μουσική.

Στο εστιατόριο Four Seasons ο Ιταλός μαιτρ αστειεύεται παρομοίως: Πληρώνετε με ευρώ, με δολάρια, με δραχμές; Ολοι φέρονται φιλικά, παρά τον σκωπτικό τόνο, εντούτοις διαπιστώνουμε μια ρωγμή στη φιλελληνική στάση. Ο συνδαιτημόνας μου, βαθύς γνώστης της αμερικανικής πραγματικότητας, σπεύδει να μου εξηγήσει: Εχει γίνει μεγάλη ζημιά στην φήμη της χώρας, όλοι μένουν σε μια πρώτη ανάγνωση, στο πάθημα της Ελλάδας, δεν κοιτούν τι υποφέρουν οι άλλοι Ευρωπαίοι, Πορτογάλοι, Ιρλανδοί, Ισπανοί· αναπαράγουν το αφήγημα ότι η Ελλάδα έπεσε πρώτη και παρέσυρε τους άλλους· στους πελάτες του που χάνουν χρήματα εξαιτίας της κρίσης, ο κάθε τραπεζίτης ή κερδοσκόπος για να ξεφύγει απαντά: φταίει η Ελλάδα…

Ακόμη και οι φιλοπάτριδες ομογενείς δεν κατανοούν ακριβώς τι συμβαίνει στην Ελλάδα. Τους λείπει η εν τω βάθει ενημέρωση για την καταστροφή των μεσοστρωμάτων και την αναδυόμενη ανθρωπιστική κρίση, νομίζουν ότι το πρόβλημα της χώρας είναι κατά βάσιν διαχειριστικό. Είναι θυμωμένοι για την αδράνεια και τον συβαριτισμό που επέδειξαν οι Ελλαδίτες αδελφοί, αδυνατούν να χωρέσουν αυτό το λάιφστάιλ στη σκληρή αμερικανική εργασιακή ηθική τους, παρ’ όλ΄αυτά επιθυμούν να βοηθήσουν με κάθε τρόπο, η φιλοπατρία τους είναι ανιδιοτελής και φλογερή. Θυμούνται όμως ότι διάφοροι υπουργοί έφταναν στη Νέα Υόρκη και αλλού, κατέλυαν σε υπερπολυτελή ξενοδοχεία, μοίραζαν λόγια και υποσχέσεις και δεν προχωρούσαν καμία συμφωνία σε πρακτικό επίπεδο. Απόντος οποιουδήποτε εθνικού σχεδιασμού και πλαισίου υποδοχής, καμία επένδυση δεν προχώρησε, πολλώ μάλλον το περίφημο ομόλογο της Διασποράς, σαν τα ομόλογα που εξέδιδε τακτικά το Ισραήλ τη δεκαετία του ’50. Αντ’ αυτών η Ελλάδα ετέθη άρον άρον στον Μηχανισμό Στήριξης και απώλεσε τη δυνατότητα κάθε άλλης χρηματοδότησης.

Το σκώμμα των ξένων και ο θυμός ή η δυσπιστία των Ελλήνων της Διασποράς δείχνουν το μέγεθος της σοβαρότερης ίσως απώλειας, της απώλειας του συμβολικού κεφαλαίου. Η Ελλάδα κέρδισε την αμέριστη εκτίμηση της διεθνούς κοινής γνώμης με το Οχι του 1940 και την Αντίσταση εναντίον των κατοχικών δυνάμεων. Η δικτατορία του ’67 δεν χρεώθηκε στον ελληνικό λαό, αντιθέτως τροφοδότησε αισθήματα συμπαράστασης και συμπάθειας, και στην Ευρώπη και στις ΗΠΑ. Η πτώση του 2010, όμως, στα μάτια των ξένων είναι ανεξήγητη, γεννά δυσπιστία· αποσυνδέεται από τη γενικότερη διεθνή κρίση και την ασθένεια της ευρωζώνης· ακόμη και οι καλόπιστοι υποκύπτουν στα στερεότυπα του οκνηρού και διεφθαρμένου Ελληνα. Γιατί;

Διότι φταίξαμε κι εμείς. Οχι μόνο διότι δεν υπερασπιστήκαμε τα όποια δίκια μας, αλλά διότι φανήκαμε ανίκανοι να καταρτίσουμε ένα εθνικό σχέδιο σωτηρίας λυσιτελές και εφικτό, να το διαπραγματευτούμε, να το επιβάλουμε, και να το τηρήσουμε με συνέπεια προς όφελος του ελληνικού λαού πρωτίστως. Η πολύπλευρη κρίση βρήκε την Ελλάδα χωρίς ηγεσία, χωρίς διανοητικό και ψυχικό απόθεμα, χωρίς σπονδυλική στήλη, και την τσακίζει. Η ήττα είναι πολιτική.

Από τον εξώστη βλέπαμε φωτισμένη την Αθήνα, από την Πεντέλη ώς τον Υμηττό και στο βάθος τη θάλασσα. Μου πρόσφερε φωτιά και συστήθηκε: Ρατζίβ, asset manager με έδρα το Ντουμπάι, για λογαριασμό επενδυτικού οίκου από τους μεγαλύτερους διεθνώς. Στη διάρκεια δύο τσιγάρων, ο Ινδός συγκαπνιστής, πάντα χαμογελαστός και ήρεμος, με διαβεβαίωσε ότι σε τρία χρόνια η ευρωπαϊκή κρίση θα έχει παρέλθει. Η Ασία έχει ανάγκη μια σταθερή Ευρώπη, μου είπε, όλοι τη χρειάζονται. Η Ευρώπη κινδυνεύει από την ανένδοτη στάση της ηγεμονεύουσας Γερμανίας, αντείπα· πιέζει υπερβολικά τις χρεωμένες χώρες της Νότιας Ευρώπης και αρνείται προς το παρόν να διαχειριστεί την κρίση με εργαλεία άλλα πλην της ασφυκτικής δημοσιονομικής πειθαρχίας και της τιμωρίας των αμαρτωλών. Η Γερμανία έχει ανάγκη την Ευρώπη, μου απάντησε ο Ρατζίβ, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, στο τέλος θα επιτρέψει και κυκλοφορία χρήματος από την ΕΚΤ και έκδοση ευρωομολόγου. Και η Ελλάδα πού θα βρίσκεται στο νέο τοπίο μετά την κρίση; επέμεινα. Η Ελλάδα πρέπει να ανακτήσει το συμβολικό της κεφάλαιο, αυτό είναι το πολυτιμότερο asset που διαθέτει κι αυτό έχει χάσει τον τελευταίο καιρό. Ακούω τους Ελληνες πελάτες μας, έχει κλονιστεί η αυτοπεποίθησή τους, είναι απαισιόδοξοι, κι όμως είναι πολύ δυναμικοί επιχειρηματίες, δεν θα έπρεπε να λυγίζουν, αυτό τους λέω. Είσαι πολύ αισιόδοξος, Ρατζίβ… Είμαι! Βλέπω την Ευρώπη απέξω, εξ Ανατολών, και πίστεψέ με, σαν Ινδός ξέρω τι σημαίνει αποικιοκρατία, φτώχεια, ιστορία, παράδοση… Η Ελλάδα είναι η ιστορία της, είναι ένας μύθος αναγκαίος για την Ευρώπη, κι αυτό είναι κεφάλαιο, πλούτος, που πρέπει να το αξιοποιήσετε.

Το δεύτερο τσιγάρο είχε τελειώσει από ώρα, και η ήπια ψύχρα του Νοεμβρίου μάς είχε πιάσει. Ο γελαστός Ινδός και ο κατηφής Ελληνας πήγαν ο καθείς στην παρέα του.

Εφερα τα λόγια του Ρατζίβ περί συμβολικού κεφαλαίου σε έναν άλλο συνομιλητή, asset manager κι αυτόν, Ελληνα του εξωτερικού, με πλούσια πείρα σε ΗΠΑ και Ευρώπη. Συμφώνησε ακαριαία ότι η εικόνα της Ελλάδας έχει πληγεί βαριά και άδικα: Τα περισσότερα δημοσιεύματα στον ξένο τύπο, ιδίως τον ευρωπαϊκό, για την Ελλάδα και τους Ελληνες, είναι συκοφαντικά και ανακριβή, χρησιμοποιούν την Ελλάδα σαν σάκο του μποξ για να γαργαλήσουν το κοινό τους και να του σερβίρουν εύκολα κλισέ. Πρέπει να απαντάμε άμεσα, είτε ατομικά είτε συλλογικά.

Μου έκανε εντύπωση η σύγκλιση απόψεων δύο ανθρώπων των χρηματαγορών σε ένα θέμα που δεν αφορά καθόλου το χρήμα, αλλά κάτι πέρα απ’ αυτό. Και ας δεχτούμε ότι ο Ελληνας έχει μια ευαισθησία για την διασυρόμενη πατρίδα του. Ο Ινδός τι συμφέρον έχει; Να κολακέψει έναν άγνωστό του Ελληνα; Νομίζω ότι και οι δύο αυτοί άνθρωποι των αγορών, οι “χωρίς ιδεολογίες”, λένε με τον τρόπο τους αυτό που εμείς οι Ελλαδίτες του αθηναϊκού κράτους αδυνατούμε να δούμε εναργώς, να δούμε δηλαδή πανοραμικά ολόκληρο το τοπίο ― στο μέτρο που είμαστε βυθισμένοι μέσα στην αναταραχή και αποτελούμε μέρος του τοπίου. Είναι δύσκολο να δεις τον εαυτό σου σαν παρατηρητής. Κι είναι δύσκολο να αποσπαστείς από μια ρουτίνα σκέψης, σύμφωνα με την οποία όταν χρωστάς είσαι απολύτως ηττημένος, ακόμη και στο ηθικό πεδίο, χάνεις το δικαίωμα να συνομιλείς και να διαπραγματεύεσαι. Αυτή η ρουτίνα, κατ΄ακρίβειαν ολοκληρωτική σκέψη, προβάλλεται από τον δανειστή σαν μοναδική σκέψη, και σαν μοναδικός τρόπος ύπαρξης για τον δανειζόμενο. Απώτερος στόχος είναι αυτή η θέση να ενδοβληθεί από τον αμαρτωλό δανειζόμενο, να το αισθανθεί κιόλας στα τρίσβαθά του σαν μοναδική δυνατή κατάσταση, και να αισθανθεί κατώτερος, ανήθικος, αναξιοπρεπής, εξουθενωμένος.

Το ερώτημα «είναι η Ελλάδα ευρωπαϊκή χώρα;» που θέτουν Γερμανοί και Γάλλοι, απαντιέται με μια ερώτηση: Τι είναι Ευρώπη; Νοείται Ευρώπη χωρίς Αθήνα, χωρίς Ρώμη, ακόμη και χωρίς Ιερουσαλήμ; Ο Γερμανός ή Γάλλος ερωτών ας σκεφτεί κι ας απαντήσει μόνος του. Εν τω μεταξύ, ας σκεφτόμαστε κι εμείς τι είναι Ελλάδα. Πώς έχει υπάρξει, πότε υπέφερε από ξένους και πότε από Ελληνες, πώς την καταντήσαμε, ποια είναι η δική μας ευθύνη έναντι των επερχόμενων γενεών, πώς σπαταλήσαμε το συμβολικό κεφάλαιο, αν το αντιληφθήκαμε κιόλας ως πολύτιμο. Τέλος: Τι μπορούμε να κάνουμε για να ανακτήσουμε την Ελλάδα, συμβολικά και υλικά.

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.029.899 hits