Ναι, η Αθήνα είναι συσσωμάτωμα επήλυδων και μεταναστών, πάντα ήταν. Αλλά και με ισχυρότατες αναπαραστάσεις μητρόπολης του Νότου, που σφραγίζουν καθοριστικά, βαθιά, ανεξίτηλα, Ελλαδίτες, πρόσφυγες και, τώρα πια, ενάμισι εκατομμύριο ξένους νεοαθηναίους. Ο «επαρχιώτης στην Ομόνοια» είναι στερεότυπο.

Η επικείμενη πρώτη Μπιενάλε των Αθηνών οργάνωσε το περασμένο Σαββατοκύριακο ένα διήμερο συνέδριο υπό τον τίτλο «Προσευχή για (παθητική;) αντίσταση». Αντίσταση έναντι τίνος; Εναντι των στερεοτύπων, υποθέτω· τα λοιπά ριζοσπαστικά υπονοούμενα θα πρέπει να αποκλειστούν. Ο αρχικός τίτλος της Μπιενάλε άλλωστε, «Destroy Athens» (Καταστρέψτε την Αθήνα), αποκτά κάποιο νόημα μόνον αν αναγνωσθεί ως πρόσκληση για καταστροφή των στερεοτύπων.

Η συζήτηση για καταστροφή των στερεοτύπων διεξάχθηκε, κατά ειρωνική αντιστροφή, βουτηγμένη μες στα στερεότυπα: στην Παλαιά Βουλή, κάτω από τα λάβαρα του έθνους και του πρότυπου βασίλειου. Γύρω παράστεκαν ο Υψηλάντης, ο Κολοκοτρώνης και ο Καποδίστριας. Οι σύνεδροι κάθονταν στα έδρανα του Βενιζέλου, του Παπαναστασίου, του Μιχαλακόπουλου – ο χώρος θερμαίνεται ακόμη από την πολιτική, την ιστορία, τις προσπάθειες για εθνική και αστική ολοκλήρωση, την αέναη πάλη για εξουσία.

Η σχέση των «Αθηναίων» με το άστυ, ο τρόπος που αντιλαμβάνονται και βιώνουν την πόλη, ήταν το θέμα της οξυδερκούς και απολαυστικής εισήγησης του πολιτικού επιστήμονα Παναγή Παναγιωτόπουλου. Ο Π.Π. περιέγραψε πώς ο κάτοικος Αθηνών δεν αγαπά την πόλη, δεν την νιώθει πόλη του και πατρίδα του, αλλά αντιθέτως αναζητεί το χωριό του, την απόδραση στον τόπο καταγωγής, συμπεριφέρεται διαρκώς σαν εσωτερικός μετανάστης, ακόμη κι αν είναι δεύτερης – τρίτης γενιάς Αθηναίος. Περιέγραψε τον «επαρχιώτη στην Ομόνοια», «ξένο ώς και στη χαρά του».

ζωγραφική: Κώστας Παπανικολάου

Ηταν ίσως η πιο λυσιτελής απάντηση στην πρόκληση «Destroy Athens». Ωστόσο και ο οξυδερκής Π.Π., παρότι πραγματεύτηκε επιδέξια και επιτυχώς την παρούσα συνθήκη, έμεινε μόνο στις επιπολής στιβάδες και δεν φώτισε αναλόγως το φόντο και το υπόστρωμα. Δηλαδή, επηρεάστηκε απ’ την ασθένεια της πλειονότητας των εγχώριων ιστορικών τέχνης και curators: την άγνοια του ιστορικού φόντου, την έλλειψη αναστοχασμού πάνω στις συνέχειες και τις ρήξεις, πάνω στη σχέση παράδοσης και συγχρονίας, στην ανασκαφή των αναπαραστάσεων και των έκκεντρων λόγων (discours), που συγκροτούν ταυτότητες και συνειδήσεις, πέραν του προφανούς εξουσιαστικού λόγου, πέραν της τηλεοπτικής προφάνειας.

Στον σύντομο θερμό διάλογο που ανέπτυξα επιτόπου με τον Π.Π., προσπάθησα να συμπεριλάβω στη συζήτηση τους λόγους (μάλλον: νύξεις για τους λόγους) περί πόλης και αστικότητας, όπως εκδιπλώθηκαν στη νεοελληνική τέχνη, από τον ρομαντικό 19ο αιώνα έως το 2007. Μεταφέρω πρόχειρα το name dropping:

Ο Σκιαθίτης Παπαδιαμάντης σαρκώνει την Αθήνα όχι μόνο με τον βίο του μεταξύ καπηλειών, Δεξαμενής και Αγ. Ελισαίου, αλλά και απαθανατίζοντας μοναδικά δερβίσηδες, χαμάληδες, μπεκρήδες και γκιουβέτσια, το άστυ από τα χαμηλά… Ο Μεσολογγίτης Παλαμάς περνά την ασάλευτη ζωή του στο κέντρο της Αθήνας, υμνώντας την: «διαμαντόπετρα στης γης το δαχτυλίδι». Ο Τέλλος Αγρας, ο Λαπαθιώτης, ο Καρυωτάκης στιχουργούν κατεξοχήν το άστυ, στο άστυ. Ο Καραγάτσης βάζει τους εμιγκρέδες του να συμμετέχουν στην αστική ολοκλήρωση, ο Σεφέρης αναμυθολογεί την Ακρόπολη, ο Πικιώνης αναδεικνύει τη μυστική Αττική, κι όλοι τούτοι συνθέτουν τον Κανόνα και την ύλη πια των σχολικών αναγνωστικών. Στα κοντινά μας χρόνια: ο Χάκκας σφραγίζει τη μεταπολεμική ανοικοδόμηση με τον Μπιντέ, ο Νόλλας ζωγραφίζει την εξεγερμένη Αθήνα των οδοφραγμάτων στα Ιουλιανά, και η Μήτσορα συνομιλεί παράφορα με την παραισθητική μητρόπολη του ’80 και του ’90.

Στη ζωγραφική: Οικονόμου, Παπαλουκάς, Τσαρούχης, Καραγάτση, Βουρλούμης, Βασιλείου, Μανουσάκης, συγκροτούν αστικό ήθος και βλέμμα. Και πάνω απ’ όλα το σινεμά. Από τον Γεωργιάδη και τον Τζαβέλα, έως τις κωμωδίες και τον ιδιότυπο ρεαλισμό του Βέγγου, η Αθήνα πρωταγωνιστεί – όπως η Ρώμη, ας πούμε, στον ιταλικό νεορεαλισμό. Με κορύφωση στις δύο ταινίες-γυναίκες που στοιχειώνουν τη νεοελληνική αυτοσυνειδησία: στη Στέλλα, η πόλη είναι μεταιχμιακή και ριζοσπαστική όσο η ηρωίδα· στην Ευδοκία η πόλη είναι αυθαίρετα μπετά και «αναμονές», στη σκόνη κάποιων δυτικών συνοικιών. Να το άστυ και η βίωσή του σήμερα: βουητό του κέντρου και άξενοι δρόμοι, που ξεχύνονται νυχτερινοί στον Νικολαΐδη και τον Παναγιωτόπουλο, και σήμερα στον Γιάνναρη και στον Οικονομίδη.

Ναι, η Αθήνα είναι συσσωμάτωμα επήλυδων και μεταναστών, πάντα ήταν. Αλλά και με ισχυρότατες αναπαραστάσεις μητρόπολης του Νότου, που σφραγίζουν καθοριστικά, βαθιά, ανεξίτηλα, Ελλαδίτες, πρόσφυγες και, τώρα πια, ενάμισι εκατομμύριο ξένους νεοαθηναίους. Ο «επαρχιώτης στην Ομόνοια» είναι στερεότυπο.

Ένα βλέμμα, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 25.02.2007
[ζωγραφική, εκ των άνω: Κώστας Παπανικολάου, Νίκη Καραγάτση]