You are currently browsing the tag archive for the ‘Γαλλία’ tag.

Πολλές όψεις, όχι όλες, του ελληνικού προβλήματος είναι αμιγώς ευρωπαϊκές, πηγάζουν από την κεντρική πολιτική στην ευρωζώνη, γι΄ αυτό άλλωστε εμφανίζονται και στις μεγάλες χώρες του πυρήνα. Τυπικό παράδειγμα, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο των μέτρων που επιχειρούν να εφαρμόσουν η γαλλική και η ιταλική κυβέρνηση, συμμορφούμενες στις επιταγές της Επιτροπής. Είναι ο δυσπρόσιτος στόχος του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, ο οποίος προσκρούει όχι μόνο στα συνδικάτα αλλά και σε στελέχη του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος.

Καθ’ όμοιο τρόπο, ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς επιχειρεί να απελευθερώσει την αγορά και να ανοίξει επαγγέλματα: να ανοίγουν τα μαγαζιά δεκαπέντε Κυριακές, αντί για πέντε που ισχύει τώρα, και να διευρυνθεί το ωράριο λειτουργίας σε περιοχές με υψηλή τουριστική κίνηση. Επίσης να ανοίξουν τα κλειστά επαγέλματα του δικηγόρου και του συμβολαιογράφου. Τις μεταρρυθμίσεις απειλούν να καταψηφίσουν οι βουλευτές της αριστερής πτέρυγας των κυβερνώντων σοσιαλιστών.

Και στις δύο περιπτώσεις, οι χώρες αφενός απειλούνται με κυρώσεις από την Επιτροπή για παραβίαση του Συμφώνου Σταθερότητας, αφετέρου, κινδυνεύουν από την πολιτική αστάθεια, λόγω μεταρρυθμίσεων.

Η Ελλάδα, αναγκασμένη και από το Μνημόνιο, έχει νομοθετήσει και εφαρμόσει πολλές από τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις. Οι εργασιακές σχέσεις και τα ωράρια έγιναν ευέλικτα, η μερική απασχόληση θεσμοθετήθηκε, τα μαγαζιά ανοίγουν περισσότερες ώρες. Σε κάποιους τομείς η Ελλάδα πρωτοπορεί.

Ποιο το αποτέλεσμα; Το περιέγραψε προχθές η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), στην ετήσια έκθεση που εκπόνησε το θυγατρικό του Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών. Σύμφωνα με την έκθεση, τα νέα για όσους ακόμη έχουν εργασία, δεν είναι ενθαρρυντικά: η μερική απασχόληση διπλασιάστηκε ως προς το 2008, η προσωρινή απασχόληση αυξήθηκε 28% σε ένα χρόνο, το 18% των εργαζόμενων στο εμπόριο δουλεύουν επτά ημέρες την εβδομάδα, οι απλήρωτες υπερωρίες φτάνουν το 63% των περιπτώσεων. Παράλληλα έχει γενικευτεί το φαινόμενο οι εργαζόμενοι να δηλώνονται ως μερικής απασχόλησης και να δουλεύουν πλήρη ωράρια, για να μην καταβάλλονται πλήρεις ασφαλιστικές εισφορές. Δηλαδή, μεγάλο μέρος της εργασίας μετατρέπεται σε γκρίζα. Το Ινστιτούτο συμπεραίνει: «Η αγορά εργασίας στον κλάδο του εμπορίου απορρυθμίζεται λόγω μεταβολών στο θεσμικό πλαίσιο, αλλά κι εξαιτίας δύο αδυναμιών: Οι εργοδότες αδυνατούν να καταβάλουν τους μισθούς και πολύ περισσότερο τις υπερωρίες, και οι μισθωτοί δεν αντιδρούν φοβούμενοι μη χάσουν τη δουλειά τους ή μήπως διακοπεί η λειτουργία της επιχείρησης».

Είναι προφανές ότι η τέτοια επιδείνωση της εργασίας στην Ελλάδα οφείλεται και στη μεγάλη και πολύχρονη ύφεση, σε συνδυασμό με την επί τετραετία δημοσιονομική λιτότητα. Καμία παρόμοια μεταρρύθμιση δεν μπορεί να ευδοκιμήσει σε περιβάλλον βαθιάς ύφεσης και λιτότητας. Ωστόσο η ίδια μεταρρυθμιστική συνταγή πάει να εφαρμοστεί στην Ιταλία, που εισέρχεται σε ύφεση, και στη Γαλλία, που βρίσκεται σε στασιμότητα και κάμψη. Με ποιες διαφορετικές προσδοκίες άραγε; Καμία βάσιμη προσδοκία δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Αντιθέτως, φαίνεται ότι όλο το ευρωπαϊκό ολοκλήρωμα σύρεται σε τροχιά απίσχνασης όχι μόνο του κόσμου της εργασίας αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης.

Οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις αγοράς και εργασίας αποσκοπούν στην αύξηση της προσφοράς, ενώ το μέγα πρόβλημα φαίνεται να είναι η αδύναμη ή ανύπαρκτη τόνωση της ζήτησης, εφόσον λείπει η ρευστότητα στα νοικοκυριά. Αναμένεται με αγωνία, η μεγάλη κίνηση του Μ. Ντράγκι, για ποσοτική χαλάρωση στο τέλος Ιανουαρίου, η οποία εκτιμάται ότι θα ελαφρώσει τα κρατικά χρέη και θα απελευθερώσει ρευστό.

Πρώτες σκέψεις, χθες βράδυ, 9-11 μμ, εκφωνημένες στα ερτζιανά:

1. Οι δανειστές σπρώχνουν άλλη μια κυβέρνηση στον γκρεμό, κατ’ αναλογίαν με το φθινόπωρο 2011, όταν στην Ελλάδα επεβλήθη η υπερψήφιση και ολολκλήρωση του PSI, από κυβέρνηση ειδικού σκοπού.

2. Την ώρα που το Eurogroup έδινε δίμηνη παράταση, η κυβέρνηση επέσπευσε την προεδρική εκλογή. Ωστε στο δίμηνο, αν ψηφιστεί πρόεδρος, να χωρέσουν
(α) η επιβολή των υπολειπόμενων μέτρων
(β) η επιβολή των όρων-μέτρων για το δεύτερο Μνημόνιο-Πιστωτική Γραμμή Στήριξης κλπ.

3. Τούτων δοθέντων:
Υπερψήφιση Προέδρου ισοδυναμεί με Υπερψήφιση μέτρων και Μνημονίου 2.

4. Αν δεν ψηφιστεί πρόεδρος, τότε η διπλή εκκρεμότητα των δανειστών μεταφέρεται στην επόμενη κυβέρνηση. Το πλαίσιο έχει τεθεί.

5. Ο όλος χειρισμός του ελληνικού προβλήματος διεξάγεται εν μέσω πανευρωπαϊκής θύελλας:

5α. Στην Ιταλία, υποβαθμισμένη ήδη πιστοληπτικά σε ΒΒΒ, φουντώνει η ρητορική για Italexit.
5β. Η Μέρκελ επικρίνει Γαλλία και Ιταλία για ατελή μέτρα λιτότητας. Γαλλία και Ιταλία αντιδρούν.
5γ. Ο ΟΟΣΑ προειδοποιεί την ευρωζώνη για ύφεση και αποπληθωρισμό και υποδεικνύει αλλαγή πλεύσης.
5δ. Το σημαντικότερο ίσως: Ο Ντράγκι της ΕΚΤ υπαινίσσεται ότι θα συνεχίσει την ποσοτική χαλάρωση ακόμη και χωρίς την ομόφωνη γνώμη όλων των μελών του Συμβουλίου του (δλδ των Γερμανών).
Αρχές Ιανουαρίου πιθανότατα θα δούμε αγορά ιταλικών ομολόγων.

6. Δυστυχώς, υπό αυτές τις συνθήκες, το πρόσωπο του Προέδρου καταλήγει να μην έχει σημασία.

Οι επικρίσεις και οι πιέσεις κατά της γερμανικής δημοσιονομικής ορθοδοξίας δεν προέρχονται πλέον από τους λαϊκιστές τζίτζικες του Νότου, ούτε καν από αριστερούς πολιτικούς αναλυτές και φιλελεύθερους οικονομολόγους, τους συνήθεις ύποπτους για κεϋνσιανισμό. Οι σφοδρότερες επικρίσεις πλέον προέρχονται από πολιτικούς ηγέτες, νυν και πρώην, όπως ο υπουργός Οικονομικών των ΗΠΑ Τζακ Λιου και ο πρώην υπουργός Λάρι Σάμερς, από την ηγεσία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, από τον Ευρωπαίο κεντρικό τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι. Ετσι περιγράφεται το κλίμα κατά του Βόλφγκανγκ Σόιμπλε στην πρόσφατη σύνοδο του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον, το οποίο σωρεύεται σε όσα διαδραματίζονται εντός της ευρωζώνης με την άτυπη ανταρσία Γαλλίας και Ιταλίας.

Παράλληλα, και ίσως το σημαντικότερο, ογκούται ρεύμα σφοδρής κριτικής στο εσωτερικό της Γερμανίας. Με βιβλία, άρθρα, αναλύσεις, Γερμανοί ειδικοί εξηγούν γιατί είναι φενάκη ή εν εξελίξει εφιάλτης το ονομαζόμενο Δεύτερο Θαύμα, αυτό που επετεύχθη με πάγωμα μισθών για περίπου μια δεκαπενταετία, με εκτόξευση των mini jobs και της δομικής φτώχειας, με συμπίεση των δημοσίων δαπανών και περιορισμό των επενδύσεων.

Η κεντρώα Sueddeutsche Zeitung κατηγορεί τη Γερμανίδα καγκελάριο ότι μετατρέπει το Χριστιανοδημοκρατικό Κόμμα σε Tea Party της Ευρώπης, ενώ η συντηρητική Die Welt κατηγορεί τον Β. Σόιμπλε για τον φετιχισμό των μηδενικών ελλειμμάτων και των ισοσκελισμένων προϋπολογισμών.
Γερμανοί και άλλοι αναλυτές επισημαίνουν ότι με τον πεισμωμένο μερκαντιλισμό και την ορθοδοξία της λιτότητας, η Γερμανία δεν μπορεί να αντιμετωπίσει τον δημογραφικό μαρασμό, τη ραγδαία γήρανση του πληθυσμού, την έκρηξη των ανισοτήτων και τη φτωχοποίηση στην οποία έχουν καταδικάσει οι νόμοι Hartz 7,4 εκατομμύρια Γερμανούς ημιαπασχολούμενους με mini jobs.

Ο επικεφαλής οικονομικών της Die Welt, Olaf Gersemann, τιτλοφόρησε το βιβλίο του «Η φούσκα της Γερμανίας: Η τελευταία ζητωκραυγή ενός μεγάλου οικονομικού έθνους». Σημειώνει: Η Γερμανία θεώρησε λανθασμένα ότι μια συγκυρία εξαιρετικών συμβάντων ήταν η δική της σταθερή υπεροχή· θεωρεί τον εαυτό της πρότυπο για τον υπόλοιπο κόσμο, αλλά η περηφάνια έρχεται πριν από την πτώση.

Στο δικό του βιβλίο, με τίτλο «Η ψευδαίσθηση της Γερμανίας», ο Marcel Fratzscher, επικεφαλής του Γερμανικού Ινστιτούτου ΟΙκονοικών Ερευνών (DIW), χαρακτηρίζει τον Β. Σόιμπλε φετιχιστή του συνταγματοποιημένου προϋπολογισμού και όμηρο της πλάνης που ερμηνεύει τα δημοσιονομικά σαν να ήταν προϋπολογισμός νοικοκυριού (household fallacy) ― μια πλάνη που την ακούσαμε ως κυρίαρχο αφήγημα και στην αμαρτωλή Ελλάδα.

Οι Γερμανοί αναλυτές επισημαίνουν ότι παρά τη συμπίεση των μισθών η παραγωγικότητα αυξανόταν μόλις κατά 0,3% το διάστημα 2007-2012, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, τη στιγμή που σε άλλες χώρες, χωρίς εργασιακό αρμπιτράζ, η παραγωγικότητα αυξανόταν με σαφώς μεγαλυτερους ρυθμούς. Ο Φιλίπ Λεγκραίν, πρώην σύμβουλος του Μπαρόζο, λέει ότι το γερμανικό μοντέλο συμπίεσης μισθών για ενίσχυση των εξαγωγών ωφελεί μόνο τις εταιρικές ελίτ.

Συνοψίζοντας τις κριτικές και προβάλλοντας τα μακροοικονομικά, πολιτικά και δημογραφικά στοιχεία, με δεδομένη τη γήρανση της Γερμανίας και τη δημογραφική άνθηση της Γαλλίας, ο κορυφαίος αναλυτής της βρετανικής «The Telegraph» Ambrose Evans-Pritchard, προβλέπει: «Η Γαλλία μπορεί να εμφανίζεται τώρα ως ο ασθενής της Ευρώπης, αλλά οι συμφορές της Γερμανίας πάνε βαθύτερα… Σε πέντε χρόνια από τώρα, θα είναι εμφανές ότι η Γερμανία θα είναι σε βαθιά αναστάτωση, και ο ισοσκελισμένος προϋπολογισμός δεν θα προσφέρει καμιά προστασία. Σε δέκα χρόνια, η Γαλλία θα είναι η κυρίαρχη δύναμη στην Ευρώπη».

Οι κυβερνητικές ηγεσίες, εντός και εκτός Ελλάδος, διαβεβαιώνουν ότι η Ελλάδα ολοκληρώνει επιτυχώς το πρόγραμμα σταθεροποίησης, βγαίνει από την επιτήρηση του μνημονίου και θα αναζητήσει χρηματοδότηση από τις αγορές. Φανερά τουλάχιστον, αυτό λέγεται. Ευλόγως. Η ελληνική κυβέρνηση έχει τους δικούς της λόγους: οφείλει να διακηρύξει την επιτυχία της κατά την εκτέλεση του προγράμματος, μήπως και αποκομίσει πολιτικό όφελος. Το Βερολίνο και οι Βρυξέλες υποστηρίζουν σταθερά τον πολιτικό πυρήνα του προγράμματος που οι ίδιοι επινόησαν, άρα έχουν κάθε λόγο να διακηρύσσουν την επιτυχία του. Πολύ περισσότερο υπό την παρούσα συγκυρία: όταν η Ευρώπη περιδινίζεται γύρω από την κρίση της Γαλλίας και της Ιταλίας, των μεγάλων χωρών-πυλώνων, και όχι γύρω από το περιβόητο «ελληνικό πρόβλημα». Οταν η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα χαράσσει τη δική της νομισματική πολιτική, προκαλώντας φανερά τη δυσαρέσκεια του Βερολίνου. Και όταν οι γεωπολιτικές αναταράξεις στην ευρωπαϊκή μεθόριο και, κατά κύριο λόγο, στη Μέση Ανατολή, επιβαρύνουν όχι μόνο τη στασιμότητα και την ύφεση στην ευρωπαϊκή ήπειρο, αλλά και την ειρήνη στην μείζονα περιοχή.

Το ελληνικό πρόβλημα άρα μπαίνει διακριτικά κάτω από το χαλί των καλών λόγων, για να κερδηθεί χρόνος. Χρόνος για να διευθετηθούν τα προβλήματα της Γαλλίας και της Ιταλίας, χρόνος για να διεξαχθούν τα κρίσιμα stress tests των συστημικών τραπεζών της ευρωζώνης, χρόνος για να αρχίσουν να αποδίδουν τα μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης του κεντρικού τραπεζίτη Μάριο Ντράγκι. Χρόνος επίσης για να ξεκαθαρίσει το πολιτικό τοπίο στην Ελλάδα: οι Ευρωπαίοι βλέπουν ότι η παρούσα δικομματική κυβέρνηση εξασθενεί σταδιακά και ότι είναι πολύ πιθανή, έως την άνοιξη, μια εκλογική αναμέτρηση που μπορεί να οδηγήσει σε άλλο κυβερνητικό σχήμα. Ευλόγως, δεν επιθυμούν να προχωρήσουν σε μακροχρόνιες συμφωνίες στρατηγικού χαρακτήρα με μια κυβέρνηση εν αποδρομή. Το προηγούμενο της επεισοδιακής πτώσης της κυβέρνησης Παπανδρέου το φθινόπωρο του 2011 και του σχηματισμού έκτακτης κυβέρνησης τεχνοκρατών, για την ολοκλήρωση του μνημονίου, είναι δύσκολο ή αδύνατον να επαναληφθεί. Το γνωρίζουν. Γνωρίζουν επίσης ότι η επόμενη εκλογική αναμέτρηση θα είναι κρίσιμη για τη σταθερότητα της χώρας και για την επιβαλλόμενη προσπάθειά της να αναδυθεί από το υφεσιακό σπιράλ και την κοινωνική αποσάθρωση.

Με αυτή την οπτική, μια ενδεχόμενη πολιτική στροφή θα μπορούσε να γίνει ανεκτή. Υπό δύο όρους: Ενας, να συνεχιστεί η ομαλή αποπληρωμή των δανείων. Δύο, να μην ανατραπεί βιαίως η ακολουθούμενη πολιτική δημοσιονομικής πειθαρχίας, δημιουργώντας προηγούμενο «απείθειας». Στον πρώτο όρο συμφωνούν όλοι οι δανειστές. Στον δεύτερο όρο επιμένει με εντονότερο ζήλο η Γερμανία.

Ο πρώτος όρος προϋποθέτει μια ρύθμιση του χρέους· άλλωστε υπάρχει ρητή δέσμευση των εταίρων δανειστών περί αυτού, αν και χωρίς ποιοτικό προσδιορισμό. Η ρύθμιση του χρέους συζητείται πυρετωδώς στο παρασκήνιο και μια τουλάχιστον μορφή του δημοσιοποιείται διαρκώς: πρόκειται για την επιμήκυνση αποπληρωμής και τη σταθεροποίηση των ήδη χαμηλών επιτοκίων. Σε αυτά προστίθενται ως αιτήματα προς συζήτησιν το μορατόριουμ αποπληρωμής τόκων για ένα χρονικό διάστημα, η σύνδεση της αποπληρωμής με μια ρήτρα ανάπτυξης, και το μερικό κούρεμα. Ρύθμιση θα γίνει· κανείς δεν μπορεί να υποστηρίξει ότι η παρούσα Ελλάδα μπορεί να εξυπηρετεί το γιγάντιο χρέος της υπερφορολογώντας τους πολίτες και παράγοντας πλεονάσματα πάνω σε έδαφος ύφεσης, ανεργίας και αποεπένδυσης. Το ζήτημα είναι λοιπόν τι είδους ρύθμιση χρέους θα γίνει ώστε να επιτραπεί στην Ελλάδα να μπει σε ρυθμούς ανάπτυξης και ανασυγκρότησης της οικονομίας της. Εδώ, υπεισέρχεται ο δεύτερος όρος: πώς θα συνυπάρξουν δημοσιονομική πειθαρχία και ανάπτυξη.

Η καγκελάριος Μέρκελ διακριτικά, αλλά και πολλοί άλλοι παράγοντες πιο ανοιχτά, αναγνωρίζουν ότι χρειάζεται επειγόντως ένα αναπτυξιακό σοκ για να αποκολληθεί η οικονομία από το υφεσιακό τέλμα, αφενός, και για να ξαναβρεί συνοχή και δυνάμεις η κοινωνία. Αυτό είναι το κλειδί. Κι εδώ ξαναμπαίνει η πολιτική βούληση και το πολιτικό σχέδιο. Με ποιους πόρους, ποια στρατηγική, προς ποία κατεύθυνση, με ποια ηγεσία, θα επιχειρηθεί η ανασυγκρότηση της πληγωμένης χώρας;

Η γερμανική πρόταση για ανάπτυξη έως τώρα ήταν η συμμετοχή της κρατικής KfW στη δημιουργία του Ελληνικού Επενδυτικού Ταμείου, με έδρα το Λουξεμβούργο. H KfW συμμετέχει με 100 εκατ. ευρώ στο συνολικό κεφάλιο των 700 εκατ. του ταμείου… Αλλοι συμμέτοχοι είναι το Ελληνικό Δημόσιο, το γαλλικό Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων, η Ευρωπαϊκή Τραπεζα Επενδύσεων, το Ιδρυμα Ωνάση, ενώ προβέλεπται η εισροή κονδυλίων από τα ελληνικά ΕΣΠΑ. Για να αντιληφθούμε το μέγεθος του ΕΕΤ αναφέρουμε ότι το ΕΤΕΑΝ (Εθνικό Ταμείο Επιχειρηματικότητας και Ανάπτυξης) διαθέτει κεφάλαια 1 δισ. ευρώ και έχει διαθέσει ήδη 700 εκατ. χωρίς να έχει ανασχέσει τη ραγδαία καταστροφή των μικρομεσαίων επιχειρήσεων. Αλλοι ουδέτεροι αναλυτές υπολογίζουν ότι για το ελληνικό αναπτυξιακό σοκ απαιτούνται συνολικά κεφάλαια έως 50-60 δισ., σχηματιζόμενα από αρχικές συνεισφορές και μοχλεύσεις κεφαλαίων.

Με λίγα λόγια: Ποιος θα είναι υπεύθυνος για τον στρατηγικό σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός προγράμματος ανάπτυξης και παραγωγικής ανασυγκρότησης; Αυτό είναι ένα κρίσιμο ερώτημα για το άμεσο μέλλον. Και είναι πολιτικό ερώτημα, που απαιτεί πολιτική απάντηση, δημοκρατική λειτουργία, προσήλωση στο εθνικό συμφέρον. Από την απάντηση θα εξαρτηθεί η πορεία της οικονομίας και της κοινωνίας, είτε προς την πρόοδο και την κοινωνική δικαιοσύνη είτε προς πολλαπλές αποκλίσεις και αποκλεισμούς.

H κυβερνητική κρίση στη Γαλλία σημαίνει ίσως το τέλος μιας σιωπηρής αποδοχής της γερμανικής ηγεμονίας κατά τον χειρισμό της κρίσης στην ευρωζώνη. Οι σκληρές επικρίσεις του υπουργού Οικονομίας Αρνό Μοντμπούρ κατά του Βερολίνου και ειδικά κατά της καγκελαρίου Μέρκελ, μπορεί να τον απομακρύνουν από την κυβέρνηση, αλλά δείχνουν ότι η άκριτη υποταγή στις γερμανικές δοξασίες περί θεραπείας της ύφεσης με περιορισμό των ελλειμμάτων οδεύει προς το τέλος της.

Η σφοδρή κριτική του Μοντμπούρ, όπως δημοσιεύθηκε στη «Le Monde», είναι φανερό ότι δεν γίνεται για εσωτερική κατανάλωση· εκφράζει την αγωνία των Γάλλων, που απειλούνται από ύφεση και ανεργία, και την ανάγκη τους να εφαρμόσουν μια πολιτική αφιστάμενη από τη γερμανική ορθοδοξία. «Η πολιτική μείωσης των ελλειμμάτων είναι ένας οικονομικός παραλογισμός καθώς, αφού καταπνίγουν την ανάπτυξη, δεν επιτυγχάνουν τους ίδιους τους στόχους τους, εξαιτίας της μείωσης της δραστηριότητας», επέμενε χθες ο Μοντμπούρ ενώ ουσιαστικά παραιτούνταν. Το Σάββατο ήταν αναλόγως σαφής: «Η Γερμανία έχει πιαστεί στην παγίδα της πολιτικής της λιτότητας που επέβαλε σε όλη την Ευρώπη… Όταν λέω Γερμανία, εννοώ τη γερμανική Δεξιά που υποστηρίζει την Αγγέλα Μέρκελ… Η Γαλλία δεν μπορεί πλέον να άγεται και να φέρεται… Έχουμε δύο προβλήματα: την ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική, με τη συσσώρευση σχεδίων λιτότητας σε όλες τις χώρες της Ένωσης, και τη νομισματική πολιτική, η οποία είναι υπερβολικά κλειστή. Τα διδάγματα της δεκαετίας του 1930 θα πρέπει να μας κάνουν να καταλάβουμε ότι η ανεργία είναι αυτή που προκαλεί σκλήρυνση και άνοδο της βίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες».

Αλλά και ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μισέλ Σαπέν άσκησε παρόμοια κριτική, μιλώντας στην ιταλική εφημερίδα «La Reppublica»: «Η ευρωζώνη κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σ’ έναν φαύλο κύκλο ασθενούς ή αρνητικής ανάπτυξης. Πρέπει οπωσδήποτε να επιβραδύνουμε το ρυθμό μείωσης των ελλειμμάτων».

Ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ρέντσι, αντιμέτωπος με την ύφεση αλλά και το πρωτοφανές κύμα προσφύγων από το Μαγκρέμπ και τη Μέση Ανατολή, φαίνεται να συμφωνεί περισσότερο με τον Μοντμπούρ, παρά με τον διστακτικό πρόεδρο Ολάντ. Καίγεται να επιτύχει μια κάποια ανάκαμψη της χειμαζόμενης οικονομίας του και όχι να κατεβάσει το έλλειμμα κάτω από ο όριο-φετίχ του 3%. Ρέντσι και Μοντενμπούρ φαίνεται να συμμερίζονται ασμένως τις πικρές διαπιστώσεις για την Ευρώπη, που έκαναν οι νομπελίστες οικονομόλογοι στο καθιερωμένο συνέδριό τους στο Λιντάου, ενώπιον της κυρίας Μέρκελ.

«Οι ιστορικοί θα ρίξουν πίσσα και πούπουλα στους Ευρωπαίους κεντρικούς τραπεζίτες» είπε ωμά ο Πίτερ Ντάιαμοντ του ΜΙΤ, ειδικός στην ανεργία. «Οι νέοι Ευρωπαίοι που αναζητούν εργασία εν μέσω ύφεσης θα επηρεαστούν για δεκαετίες. Πρόκειται για ένα τρομακτικό αποτέλεσμα και είναι εντυπωσιακό πόσο λίγες αντιδράσεις έχουν προκληθεί για πολιτικές που είναι τόσο εκπληκτικά καταστροφικές», πρόσθεσε. Και ο Τζόζεφ Στίγκλιτς: «Η Ευρωζώνη απειλείται από μια ύφεση, που μπροστά της θα ωχριούν οι χαμένες δεκαετίες της Ιαπωνίας… Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για το μέλλον της νομισματικής ένωσης, με δεδομένο ότι ακολουθούν οι οικονομικές επιπτώσεις των γεωπολιτικών στρεβλώσεων».

Η καγκελάριος Μέρκελ υπερασπίστηκε την πολιτική της στο Λιντάου, αλλά όπως παρατήρησε ένας Γερμανός σχολιαστής στη Die Welt, «o Στίγκλιτς έχει τους αριθμούς με το μέρος του». Κυρίως: Εφεξής η καγκελάριος δεν θα έχει απέναντί της αδύναμες κυβερνήσεις μικρών χωρών, αλλά τη Γαλλία, την Ιταλία, και βέβαια την σκληρή πραγματικότητα της ύφεσης, της ανεργίας, του αποπληθωρισμού, ου μην αλλά και την γεωπολιτική: το οδυνηρό τίμημα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Στο ευρωπαϊκό Game of Τhrones τώρα κορυφώνεται ο κύκλος «Winter is coming».

Oσο οι Ελληνες είναι στραμμένοι, δικαίως, στην εξοντωτική και άδικη φορολόγηση ακινήτων, κινητών και κεφαλών, το διεθνές περιβάλλον επιδεινούται ταχύτατα, με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την Ελλάδα, δυσμενείς δυστυχώς.

Ας παραβλέψουμε προσώρας το ηφαίστειο της Μέσης Ανατολής, κι ας στρέψουμε το βλέμμα στη Μαύρη Θάλασσα, στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ενωση, μοχλευμένη σκανδαλωδώς από τις ΗΠΑ, προκαλούν εξ αντιδράσεως ρωσικά αντίμετρα.

Το αμοιβαίο εμπάργκο Ευρώπης-Ρωσίας προκαλεί μεγάλες ζημίες στους δύο εταίρους. Το ρούβλι υποχωρεί, η Ρωσία απειλείται με ύφεση και συρρίκνωση· αντιδρά. Η απαγόρευση εισαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων, ο αποκλεισμός του ρωσικού εναέριου χώρου για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες, η κάμψη της τουριστικής κίνησης προς την Ευρώπη, είναι μερικές μόνον από τις κινήσεις εμπορικού πολέμου, οι οποίες αποτιμώνται σε μεγάλες απώλειες για τις ήδη χειμαζόμενες οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών. Η Φινλανδία τρέμει: οι εξαγωγές προς τη Ρωσία είναι το 10% του ΑΕΠ της· ο πρωθυπουργός της απειλεί να ζητήσει αποζημίωση από την Ε.Ε. ΟΙ Ελληνες φρουτοπαραγωγοί μετρούν ήδη χαμένες αγορές, ενώ ο ελληνικός τουρισμός προϋπολογίζει τις απώλειες στα 300 εκατ. ευρώ.

Αλλά ο εφιάλτης θα είναι η διαταραχή της ομαλής προμήθειας της Ευρώπης με ρωσικό αέριο και πετρέλαιο. Μια ιστορική σχέση εμπορικής και στρατηγικής συνύπαρξης κινδυνεύει να διαρραγεί, με απρόβλεπτες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές συνέπειες για την Ευρώπη, η οποία εν τω μεταξύ δοκιμάζεται αγρίως από την ύφεση, την ανεργία, τον αποπληθωρισμό και την υπερχρέωση.

Ευλόγως οι Ευρωπαίοι που δεν έχουν χάσει το μυαλό τους αναρωτιούνται πώς αντιδρά η νεοεκλεγμένη ηγεσία της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες, πώς αντιδρούν οι ηγεσίες της Γερμανίας, της Γαλλίας, των άλλων μεγάλων χωρών, δηλαδή κυρίως πώς αντιδρούν στις απροκάλυπτες πιέσεις των ΗΠΑ να απομακρύνουν την Ευρώπη από τη Ρωσία και την Ανατολή.

Φυσικά δεν περιμένουμε τίποτε από τους απερχόμενους πολιτικούς νάνους της Κομισιόν, Μπαρόζο, Βαν Ρομπάι, Αστον, αλλά ούτε από τον ήδη συμβιβασμένο και εξ αντικειμένου δευτερεύοντα Γιούνκερ. Το ενδιαφέρον στρέφεται προς το Βερολίνο και το Παρίσι. Η καγκελάριος Μέρκελ θα είναι η νεκροθάφτης του ανοίγματος προς Ανατολάς, που πολύ προσεκτικά έχει οικοδομήσει η Γερμανία από τον Βίλυ Μπραντ έως τον Γκ. Σρέντερ, προεκτείνοντας τη στρατηγική του Βίσμαρκ; Ο δε πρόεδρος Ολάντ θα εγκαταλείψει το γκωλικό δόγμα της «ευρωπαϊκής Ευρώπης», ευνουχίζοντας εντελώς, διπλωματικά και στρατηγικά, τη Γαλλία; Βερολίνο και Παρίσι θα εγκαταλείψουν την «Παλαιά Ευρώπη», η οποία διεφάνη στον Πόλεμο του Ιράκ, και θα επικρατήσει η αμερικανόφιλη «Νέα Ευρωπη» των Πολωνών και του Τόνι Μπλαιρ, που επαινούσε διχαστικά η Ουάσιγκτον; Κοντολογίς: η Ευρώπη θα δράσει υπέρ των ιστορικών και στρατηγικών συμφερόντων της; Ή θα συρθεί ταπεινωμένη και εξασθενημένη, ικέτης, σε μια ετεροβαρή διατλαντική συμφωνία κοινού εμπορίου, υπό την αμερικανική και νατοϊκή στρατιωτική ομπρέλα, εγκαταλείποντας τον ζωτικό χώρο προς Ανατολάς;

Η Ελλάδα μόνο απώλειες μπορεί να περιμένει από τον άτυπο πόλεμο Ε.Ε.-Ρωσίας. Πολλαπλώς: στο εξαγωγικό εμπόριο, στον τουρισμό, στην προσέλκυση ρωσικών επενδύσεων, στο στρατηγικό αντίβαρο της Ρωσίας έναντι της Τουρκίας. Πολύ περισσότερο που απειλείται με διπλωματική ήττα ακόμη και από την Αλβανία: η παρούσα αλβανική κυβέρνηση απειλεί να ακυρώσει τη διακρατική συμφωνία που έχει συναφθεί με την Ελλάδα για καθορισμό της ΑΟΖ.

Οι δε ειδήσεις από τα διαρκή μέτωπα του Μακεδονικού και του Κυπριακού σίγουρα δεν είναι οι καλύτερες.

H χθεσινή συνάντηση του Γάλλου προέδρου με την Γερμανίδα καγκελάριο στο Παρίσι ενδέχεται να σημαίνει μια ιστορική στροφή στην πρόσφατη ευρωπαϊκή πολιτική: όλοι εύχονται να τερματιστούν τα μέτρα λιτότητας που δοκιμάζουν τις αντοχές των κοινωνιών και των δημοκρατιών. Η καγκελάριος Μέρκελ χρειάζεται ευρωπαϊκή αποδοχή, ακόμη κι αν νικήσει στις γερμανικές εκλογές· και διαπιστώνει επίσης ότι η κρίση χτυπά και τη δική της πόρτα. Ποιον τεμπέλη του Νότου θα ψέξει γι’ αυτό; Η σώφρων συμπόρευση με τη Γαλλία, πρωτίστως, αλλά και με την ασταθή Ιταλία και την πληγείσα Ισπανία, είναι σαφώς προτιμότερη από την αντιπαράθεση με όλους και όλα. Από κοντά, και η αλλαγή στη ρητορική: όχι άλλη λιτότητα, τόνωση της απασχόλησης, ανοχή για τα ελλείμματα. Ακόμη και ο σκληρός κ. Σόμπλε αλλάζει τον λόγο του, ίσως διότι αισθάνεται ότι θα τον θυμούνται ως τον άκαμπτο, μοιραίο Γερμανό υπουργό Οικονομικών της ευρωπαϊκής Μεγάλης Υφεσης.

Η ανασύνταξη του γαλλογερμανικού άξονα φαίνεται ότι είχε σχεδιαστεί να εμφανιστεί πανηγυρικά στην 55η Μπιενάλε της Βενετίας. Στην φετινή διοργάνωση του σημαντικότερου θεσμού των εικαστικών τεχνών διεθνώς, Γερμανία και Γαλλία γιόρτασαν την 50ή επέτειο της Συνθήκης Φιλίας των Ηλυσίων, που συνήψαν ο Ντε Γκωλ και Αντενάουερ, και αντήλλαξαν τα περίπτερά τους, σε μια χειρονομία πολλαπλού συμβολισμού. Οι Γάλλοι αναπτύσσουν την έκθεσή τους στο γερμανικό κτίριο, και οι Γερμανοί στο παρακείμενο γαλλικό. Η πρωτοφανής αντιμετάθεση δεν σταματά εδώ. Με έκπληξη διαπιστώσαμε, κατά την αυτοψία μας, ότι η μεν Γαλλία εκπροσωπείται από τον Αλβανό καλλιτέχνη Ανρι Σαλά, η δε Γερμανία από τέσσερις καλλιτέχνες, εκ των οποίων κανείς δεν είναι Γερμανός! Στον κεντρικό χώρο δεσπόζει ο Κινέζος αντικαθεστωτικός σταρ Αi WeiWei, και μαζί του ένας Γαλλοϊρανός, μία Ινδή και ένας Αφρικανός.

Η καλλιτεχνική κριτική θα ακολουθήσει, αλλά η πρώτη αντίδραση είναι πολιτική: Τι θέλουν να δείξουν Γερμανοί και Γάλλοι; Προφανώς ότι η γαλλογερμανική φιλία υπάρχει, παρά τις δοκιμασίες των ετών της κρίσης· ότι ο ηγεμονικός άξονας στην Ευρώπη περνά πάντα από Βερολίνο και Παρίσι· ότι οι ηγεμόνες διατίθενται ευρύχωροι για τους Αλλους, κάτι για το οποίο κατηγορήθηκε ότι δεν είναι η Γερμανία πρόσφατα· ότι είναι ανοιχτοί στον κόσμο, σε όλες τις ηπείρους, κ.ο.κ.

Μετα-αποικιακές ενοχές, και αμηχανία επί του πολιτικού παρόντος, σχολίασαν πολλοί κακεντρεχείς στα βενετσιάνικα Τζαρντίνι. Ιδίως που ανάμεσα στα δύο περίπτερα του γαλλογερμανικού swap, εδέσποζε το βρετανικό περίπτερο, με Βρετανό καλλιτέχνη (Τζέρεμι Ντέλερ) και αμιγώς βρετανικό αυτοσαρκασμό για τον πόλεμο του κατεστημένου στο Ιράκ. Οι Βρετανοί, ενώπιον της πολυδιαιρεμένης και εξασθενημένης ηπειρωτικής Ευρώπης, αποστασιοποιούνται, βιτριολικοί και αυτάρκεις.

Για μια ακόμη φορά, η Μπιενάλε της Βενετίας με έργα τέχνης και δυναμικές τοποθετήσεις, εκφράζει τα πολιτικά ρευστά των μεγάλων και μικρών κρατών που συμμετέχουν, τους ανταγωνισμούς, τους διαγκωνισμούς, τις αυτοαφηγήσεις, τους αυτοπροσδιορισμούς, τις προσδοκίες. Οι υπουργοί, οι πρεσβευτές και οι μεγιστάνες του πλούτου με τα λαμπρά γιοτ, που συρρέουν κατά το τετραήμερο των προεγκαινίων, από προχθές έως το Σάββατο, πρωταγωνιστούν κι αυτοί μαζί με τους καλλιτέχνες στην αποτύπωση του παγκόσμιου πολιτικού χάρτη.

εικόνα: Αi WeiWei, at German Pavillion, 55th Venice Biennale.

Το ενδεχόμενο μιας γερμανικής Ευρώπης παραμένει ανοιχτό και οξύνει τις συζητήσεις σε όλες τις χώρες της ηπείρου μας: υπό μορφήν παραινέσεων, διαπιστώσεων ή και υποδείξεων, ο ένας μετά τον άλλο οι Ευρωπαίοι ηγέτες και πολτικοί λένε στη Γερμανία να εγκαταλείψει την πολιτική της διαρκούς λιτότητας στην Ε.Ε. Από τον, συνήθως πειθήνιο και άνευρο, πρόεδρο της Ευρωοπαϊκής Επιτροπής Ζ.Μ. Μπαρόζο έως τον πρόεδρο της Πολωνίας και τον πρώην πρόεδρο του Eurogroup Ζ.Κ. Γιούνκερ, από θεσμικούς, χώρια τις σφοδρές επικρίσεις των μη κυβερνητικών ηγετών σε Γαλλία, Ιταλία και παντού αλλού. Εντός Γερμανίας οι αντιδράσεις στην πολιτική μαστιγίου του Βερολίνου κλιμακώνονται: ο φιλόσοφος Γ. Χάμπερμας μιλά για δαίμονες της Γερμανίας που απειλούν με αντιδημοκρατική εκτροπή την ίδια και την Ευρώπη, και υπενθυμίζει την στοιχειωμένη περίοδο του Μεσοπολέμου.

Δεν μπορούμε να γνωρίζουμε τι έχουν κατά νου Μέρκελ και Σόιμπλε. Αν, φερ’ ειπείν, σκοπεύουν να καταστήσουν τη Γερμανία μείζον χρηματοπιστωτικό κέντρο, πλήττοντας το βρετανικού Σίτι· κάτι τέτοιο όμως θα απαιτούσε τη συνεργασία της Γαλλίας. Ισως η περίφημη συζήτηση Μέρκελ-Σαρκοζί στην Ντωβίλ να περιείχε τέτοια σχέδια· σίγουρα πάντως περιείχε το επιθετικό bail in που εφαρμόστηκε στην Κύπρο.

Γνωρίζουμε όμως ότι οι άλλοι διεθνείς παίκτες αντιδρούν στην εφαρμοζόμενη λιτότητα και γερμανική πειθαρχία στην Ε.Ε., διότι ανησυχούν για τις επιπτώσεις στη διεθνή οικονομία και διότι μεριμνούν για την ισορροπία ηγεμονίας. Οι διαρκείς παρεμβάσεις των ΗΠΑ αυτό δείχνουν. O τέως υπουργός Οικονομικών Τίμοθι Γκάιτνερ είχε διδάξει κεϋνσιανισμό στο Eurogroup το φθινόπωρο 2011, ενώ πρόσφατα ο νυν υπουργός Τζακ Λιου δια των υποδείξεών του προκάλεσε την οργισμένη απάντηση του Β. Σόιμπλε.

Τα μέσα πίεσης των ΗΠΑ όμως δεν εξαντλούνται στις ρηματικές υποδείξεις. Οι Αμερικανοί μπορούν να πιέσουν δια των αγορών, στο μέτρο που ελέγχουν σε μεγάλο βαθμό τις ροές κεφαλαίων και τα γερμανικά πλεονάσματα τοποθετούνται στην Γουόλ Στριτ.

Οι κεφαλαιαγορές θα πιέσουν τη Γερμανία πολλαπλώς: σε αυτό το πεδίο σημαντικό ρόλο αναμένεται να παίξει και η κολοσσιαία νομισματική χαλάρωση που εφαρμόζει η Ιαπωνία. Τον περασμένο μήνα η κεντρική τράπεζα της Ιαπωνίας ανακοίνωσε τη μεγαλύτερη παραγωγή χρήματος στην ιστορία, για να αντιμετωπιστεί ο αποπληθωρισμός που ενδημεί στη χώρα από εικοσαετίας. Η Ιαπωνία θα κυκλοφορήσει 1,4 τρισ. δολάρια στα επόμενα δύο χρόνια, αγοράζοντας κρατικά ομόλογα. Η ποσότητα χρήματος είναι τρομακτική: περίπου 73 δισ. μηνιαίως, την ώρα που η Fed στην τετραπλασίου όγκου αμερικανική οικονομία ρίχνει κάθε μήνα 85 δισ. δολάρια.

Το ιαπωνικό χρήμα ήδη κινείται προς Ευρώπη και μπορεί να αλλάξει την ισορροπία: τον περασμένο μήνα έριξε το επιτόκιο του γαλλικού πενταετούς ομολόγου στο ιστορικό χαμηλό επιτόκιο 0,73%. Η ροή ιαπωνικού χρήματος προς Γερμανία φαίνεται να αναστέλλεται το τελευταίο τρίμηνο, ανώ αντιθέτως τα ομόλογα της ευρωπαϊκής περιφέρειας πήραν ανάσα. Παράλληλα, το γιεν υποτιμάται έναντι του ευρώ και σύντομα είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα δούμε φθηνότερα ιαπωνικά βιομηχανικά προϊόντα υψηλής ποιότητας να εκτοπίζουν τα αντίστοιχα γερμανικά από τις διεθνείς αγορές: όχι μόνο Honda και Τoyota αλλά και ενδιάμεσα κεφαλαιουχικά αγαθά σε κάθε τομέα. Η Γερμανία έχει λόγους να ανησυχεί.

Η τρέχουσα περιπέτεια της Κύπρου επαναβεβαιώνει την αρχή: οι συμμαχίες είναι δυναμικές, αναπροσδιορίζονται ανά πάσα στιγμή βάσει ιδίων συμφερόντων. Ο Δ. Χριστόφιας και ο Ν. Αναστασιάδης έσφαλαν αντιδιαμετρικά. Ο μεν υπερεκτίμησε τον ρωσικό παράγοντα, ο δε υποεκτίμησε το κόστος της άνευ όρων συμμόρφωσης. Αμφότεροι υποτίμησαν την ιστορική ευθύνη έναντι του λαού που τους εψήφισε. Ολοι έσφαλαν στην εκτίμηση του ραγδαία αυξανόμενου εκγερμανισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ιδίως της ευρωζώνης όπου η Γερμανία επιβάλλει ωμά στους αδύναμους εταίρους το δικό της μίγμα πολιτικών πρακτικών, ακόμη και μονόδρομους επιβίωσης. Αυτό περιέγραψε παγωμένος από τρόμο ο υπουργός Οικονομικών της Μάλτας, που καθόταν ανάμεσα στον Γερμανό και τον Κύπριο ομόλογό του την κρίσιμη Παρασκευή. Αυτό περίπου ψέλισαν οι υπουργοί της Ισπανίας και του Λουξεμβούργου.

Εν όσω η άλλοτε ισχυρή Γαλλία θα σιωπά και η Ιταλία θα παραμένει ακέφαλη, η Γερμανία θα επιβάλλει τη βούλησή της και το εθνικό της συμφέρον ως ad hoc ευρωπαϊκό κανόνα. Οι θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αρχές της ειρήνης, της αλληλεγγύης, της ισονομίας και της σύγκλισης ερμηνεύονται τώρα αποκλειστικά υπό το πρίσμα της οικονομικής ισχύος.

Η τριετής διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη μάς δείχνει επίσης μια κρίσιμη μετατόπιση εξουσίας στην Ευρώπη: η Κομισιόν και το Ευρωκοινοβούλιο έχουν υποκατασταθεί από το Eurogroup, την ΕΚΤ και το Βερολίνο. Ακόμη και από το ΔΝΤ. Οι μεγάλες αποφάσεις δεν λαμβάνονται πλέον από εκλεγμένα ή λογοδοτούντα διακρατικά όργανα. Οι κ. Ολι Ρεν, Μπαρόζο, Βαν Ρομπάι είναι σχεδόν γραφικές φιγούρες, εκπροσωπούν την αυτοαναπαραγωγή των χρυσοπληρωμένων fonctionaires των Βρυξελών, αλλά ελάχιστα τις ιστορικές αρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και δημοκρατίας· και τρέμουν μπροστά στη γερμανική ηγεσία.

Η κατατρόπωση της μικροσκοπικής Κύπρου ωστόσο μακροπρόθεσμα δεν είναι νίκη της Γερμανίας. Είναι ρωγμή στην ευρωζώνη και μια ακόμη αφορμή για ευρωσκεπτικισμό και αντιγερμανικά αισθήματα.

Oι σημερινές εκλογές δεν γέμισαν χαρτί τους δρόμους και τα γραμματοκιβώτια, οι αφίσες ήταν λίγες, οι ανοιχτές συγκεντρώσεις λιγοστές και ήσυχες, η ζωή πολύ λίγο μετακινήθηκε από τον μελαγχολικό, συγκρατημένο ρυθμό της. Η ζωή έχει άλλάξει έτσι κι αλλιώς, από καιρό, δεν είναι ίδια· κυλάει με απρόοπτους κυματισμούς, γκρεμίζεται, αναπηδά και ξαναπέφτει, γεμάτη ρυτίδες και αναστατώσεις. Δεν ήταν ένα βότσαλο η χρεοκοπία, είναι βροχή από πέτρες ασταμάτητη.

Οι εκλογές είναι μια μικρή ανάπαυλα στη συναισθηματική και διανοητική καταιγίδα. Και επανέλεγχος της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας: λειτουργεί. Ο λαός ανασυντάσσεται σαν λαός, αφήνει προσώρας τους χαρακτήρες του πλήθους ή του όχλου, και καλείται να εκφράσει τη βούλησή του. Οσο αντιλαμβανόμαστε τους ανθρώπους γύρω μας, αντιλαμβανόμαστε ότι κυριαρχούνται από αντιφατικά συναισθήματα, κοντοστέκουν αμφίθυμοι και αμφίβουλοι μπρος την τελετουργία της κάλπης, για πρώτη φορά ίσως ζυγίζουν τόσο βαριά την ψήφο τους, τη νιώθουν ασήκωτη. Ρωτούν συγγενείς, φίλους, νεότερους: Τι να ψηφίσουμε; Στέκουν μπροστά στο παραβάν ανταριασμένοι.

Πίσω όμως από τα έντονα, συχνά βίαια, συναισθήματα, πίσω από την οργή, τον φόβο, την απόγνωση, διακρίνουμε εξίσου έντονα τα λογικά ερωτήματα: Τι κάνουμε από Δευτέρα; Τι πραγματικά περιθώρια θα έχει όποια κυβέρνηση προκύψει, εκ συγκλίσεως ή εξ ανοχής, να εφαρμόσει το Μνημόνιο αυτούσιο και εντός χρονοδιαγράμματος; Τι περιθώρια υπάρχουν για ήπια αναδιαπραγμάτευση, για χρονική παράταση λ.χ.; Και τι περιθώρια υπάρχουν για ριζική αναδιαπραγμάτευση, αυτή που τάζει η αντιμνημονιακή ρητορική;

Κατά την εκτίμησή μας, τα περιθώρια αναδιαπραγμάτευσης είναι λιγοστά· υπαρκτά μεν, λαμβανομένης υπ’ όψιν της πανευρωπαϊκής ρευστότητας, λιγοστά δε. Η διαφαινόμενη εκλογή Ολάντ στη Γαλλία μπορεί να κάμψει τη δημοσιονομική πειθαρχία του γαλλογερμανικού άξονα, αλλά δεν θα τη θραύσει και ασφαλώς ό,τι γίνει θα γίνει μεσοπρόθεσμα και σταδιακά. Οι ενδείξεις για κάμψη της γερμανικής ορθοδοξίας υπάρχουν ήδη: εκτός από τον Ολάντ που έθεσε ευθέως θέμα αναθεώρησης της δημοσιονομικής πειθαρχίας, το θέτει και η Ιταλία του Μόντι, διακριτικά μα επίμονα, το θέτει η Ισπανία που στενάζει, και βέβαια και οι μικροί εταίροι που τελούν υπό κηδεμονία Μνημονίου. Αλλά η μεταστροφή δεν θα είναι ταχεία.

Αρα η νέα ελληνική κυβέρνηση χρειάζεται απεγνωσμένα χρόνο, διπλωματικό χρόνο, διαπραγματευτικό χρόνο. Ομως ο χρόνος κατασπαταλήθηκε: και όταν τον είχαμε αρκετό, το 2009-10, και όταν είχε απομείνει λιγοστός, το φθινόπωρο του 2011. Ωστε τώρα η νέα κυβέρνηση, που θα προκύψει υπό το φως νέων ιστορικών δεδομένων, δεν θα διαθέτει διπλωματικό κεφάλαιο και διαπραγματευτικό απόθεμα.

Πολύ περισσότερο που η νέα κυβέρνηση, ακόμη κι αν εξασφαλίσει ψήφους εμπιστοσύνης ή ψήφους ανοχής, θα διαθέτει τυπική μόνον νομιμοποιητική βάση και ισχνό ή ανύπαρκτο πολιτικό κεφάλαιο, ενώ θα έχει μπροστά της τιτάνιο έργο: να εξασφαλίσει πλήρη και κατά προτεραιότητα την αποπληρωμή των δανειακών υποχρεώσεων, με την οικονομία βυθιζόμενη σε ύφεση και την κοινωνία έξαλλη και φοβισμένη. Η αναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου στην παρούσα φάση άρα δεν φαίνεται εφικτή άμεσα και ριζικά. Η πολιτική ωστόσο είναι κατεξοχήν δυναμική κατάσταση· το εργαστήριο Ελλάς ενδεχομένως να τεθεί σε επόμενο στάδιο πειραματισμών, να δοθεί παράταση. Αυτό είναι και το πιθανότερο σενάριο, σύμφωνα με όσα έχουν μισοειπωθεί, παρά τις απειλητικές δηλώσεις του Γερμανού υπουργού Σόιμπλε, ελάχιστες ώρες πριν ανοίξουν οι κάλπες.

Εχουμε πει ότι το υπαρκτό και αγωνιώδες ερώτημα, πριν και μετά την κάλπη, δεν είναι πια το αδρό “Μνημόνιο – Αντιμνημόνιο”. Το ερώτημα είναι: Ποια Ελλάδα και πώς; Κατά τον ίδιο τρόπο δεν υφίσταται πρακτικά το αδρό δίλημμα «φιλοευρωπαϊστές – αντιευρωπαϊστές». Κανείς πολιτικός οργανισμός δεν είναι ρητά και απόλυτα εναντίον της Ευρώπης. Ακόμη και το αντιδυτικό ΚΚΕ, που θεωρεί την ΕΟΚ-ΕΕ φωλεά του καπιταλιστικού Θηρίου, προσφάτως δεν ετάχθη υπέρ της εγκατάλειψης του ευρώ. Κυρίως: οι Ελληνες θεωρούν εαυτούς, ψυχικά και πολιτιστικά, εντός της Ευρώπης, μέρος αναπόσπαστο, και μάλιστα κεντρικό, όχι περιφερειακό. Δικαίως. Η είσοδος στην ΕΟΚ και η είσοδος στην ευρωζώνη υπαγορεύθηκαν από την ιστορική αναγκαιότητα και από τα ευρύτερα γεωπολιτικά συμφέροντα των μεγάλων εταίρων, όχι από ελεημοσύνη. Η ανάγκη συνύπαρξης είναι αμοιβαία. Οθεν ο χονδροειδής χωρισμός του πολιτικού, άρα και κοινωνικού, σώματος σε φιλο- και αντι-ευρωπαϊστές στερείται ουσιαστικού περιεχομένου.

Ο νέος πολιτικός χάρτης, που θα προκύψει στη μετεκλογική και μετά τη χρεοκοπία εποχή, δεν θα ορισθεί με βάση τέτοια ιδεολογήματα παλαιάς κοπής. Αυτά πέθαναν τη δεκαετία του ’80. Με τις εκλογές αρχίζει και τυπικά η πολυδιάρρηξη του πολιτικού σώματος της Μεταπολίτευσης. Δυνάμεις, ιδέες, πρόσωπα, ανάγκες, κοινωνικά υποκείμενα θα αναδιαταχθούν. Ελάχιστοι θα αισθανθούν νικητές από το εκλογικό αποτέλεσμα, αλλά ακόμη κι αυτοί θα νιώσουν καυτές τις απαιτήσεις της πραγματικότητας. Οι ηττημένοι θα είναι πολλοί. Οι διασπάσεις, οι μετακινήσεις, οι εξαφανίσεις και οι γεννήσεις θα διαδέχονται η μια την άλλη. Πάνω απ΄όλα, ο εκλογικός συσχετισμός της 6ης Μαίου θα είναι η απαρχή μιας νέας πολιτικής αποτύπωσης των κοινωνικών συσχετισμών, όπως αυτοί διαμορφώνονται βιαίως και διαρκώς την τελευταία διετία των καταστροφών, κι όπως θα συνεχιστούν τα επόμενα δύσκολα χρόνια.

Ας μείνουμε νηφάλιοι και ενσυναίσθητοι εν ιστορία.

Η κρίση χρέους και τα συνακόλουθα Μνημόνια προκάλεσαν σοκ στην κοινωνία και ακολούθως αποδόμησαν το πολιτικό σύστημα. Τα μεγάλα αστικά κόμματα που εδέσποσαν στην Γ΄Δημοκρατία, που ουσιαστικά όρισαν και μορφοποίησαν όλη την πολιτεία κατά τις βουλήσεις τους, βγαίνουν βαριά πληγωμένα από την αναμέτρησή τους με την κρίση. Ευλόγως: και οι δύο σχηματισμοί φάνηκαν ανέτοιμοι να απαντήσουν πειστικά ή, έστω, λειτουργικά στα αμείλικτα ερωτήματα που έθεταν ταυτοχρόνως η διεθνής κρίση, η ασύμμετρη αρχιτεκτονική του ευρώ και οι δομικές ασθένειες του ελληνικού κράτους και της εγχώριας πραγωγικής δομής.

Ποιος καταλαμβάνει το πολιτικό-λειτουργικό κενό που καταλείπει ο παραδοσιακός δικομματισμός; Καθώς η μέση λυγίζει έως ρήξεως, θα υπέθετε κανείς ότι τα άκρα θα συμπλήρωναν το κενό. Αυτό συμβαίνει εν μέρει, αλλά μόνο ποσοτικά και μόνο προσωρινά. Στην πραγματικότητα, κανένα από τα μικρότερα, «αντιμνημονιακά» κόμματα δεν μπορεί να διεκδικήσει ηγεμονικό ρόλο για το μέλλον. Μόνο ο ΣΥΡΙΖΑ πρόβαλε με αξιώσεις ηγεμονίας και κυβερνητική ρητορική· κι αυτός το έπραξε τις τελευταίες εβδομάδες, ωθούμενος και από τις δημοσκοπικές καταγραφές. Η ηγεμονική παρουσία του ΣΥΡΙΖΑ έχει βαρύνουσα σημασία, αφενός, διότι για πρώτη φορά, από την εποχή της Βάρκιζας και την έναρξη του Ψυχρού Πολέμου, η Αριστερά αποκολλάται από την εσωτερικευμένη ήττα και την κλαψιάρικη διαμαρτυρία, αποκολλάται δηλαδή από το πεδίο του κομπάρσου ή του τρίτου ρόλου και αυτοπροτείνεται ως πόλος εξουσίας.

Κατά τη γνώμη μας, δεν είναι σε θέση να κυβερνήσει, στην παρούσα φάση τουλάχιστον. Δεν διαθέτει το αναγκαίο ανθρώπινο δυναμικό και το διανοητικό-πολιτικό απόθεμα· ο λόγος του είναι μερικός και ρηχός, καίτοι αιχμηρός, δεν διαπερνά το εθνικό ακροατήριο σε ικανή έκταση και βάθος. Ωστόσο ο ΣΥΡΙΖΑ φαίνεται να συλλαμβάνει πρώτος τη ραγδαία μεταβαλλόμενη συγκυρία και να προσαρμόζει τη ρητορική του αναλόγως, μεταμορφωνόμενος από πολύχρωμο μικρό κόμμα διαμαρτυρίας σε κόμμα που προσπαθεί να προσελκύσει το πιο δυναμικό και φιλοευρωπαϊκό-ανοιχτό τμήμα της πολυάριθμης πλην πολυδιασπασμένης ευρείας αριστεράς-κεντροαριστεράς. Κατά κάποιο τρόπο, δεν απευθύνεται πια μόνο στην αριστερή πελατεία του, αλλά σε όλο το αντιμνημονιακό πλήθος. Επιπλέον επέδειξε σε αυτό το φοβισμένο πλήθος τις ενεργούς συμμαχίες του με τα αριστερά κόμματα της Ευρώπης, μια επίδειξη δύναμης και διεθνών ερεισμάτων, και επικουρούμενος από την επιτυχία του Μελανσόν στη Γαλλία, υιοθέτησε το σύνθημα “μήνυμα στην Ευρώπη”.

Μόνο οι Οικολόγοι-Πράσινοι έχουν να επιδείξουν ανάλογο ευρωπαϊκό προσανατολισμό και λειτουργική σύνδεση με Ευρωπαίους ομολόγους, εκ των οποίων μάλιστα οι Γερμανοί έχουν πλούσια κυβερνητική πείρα. Οι Ο.Π. αφυπνίστηκαν αργά, αλλά φάνηκαν αρκετά πραγματιστές, με δουλεμένο πρόγραμμα, έτοιμοι για συνεργασίες βάσει θέσεων.

Αυτό το ρεφλέξ και αυτή την πραγματιστική προσαρμογή δεν την επέδειξαν οι όμοροι σχηματισμοί, ΔΗΜΑΡ και ΚΚΕ. Η μεν ΔΗΜΑΡ συμπεριφέρθηκε αμήχανα και χωρίς συνοχή λόγου, σαν χώρος ευκαιριακής συγκόλλησης ετερόκλιτων προσώπων, σαν χώρος τράνζιτο εν όψει εξελίξεων. Μόνο συνεκτικό στοιχείο απέμεινε η μετριοπαθής μορφή του Φώτη Κουβέλη. Η σφοδρότης των μετεκλογικών ερωτημάτων θα δοκιμάσει την αντοχή της ΔΗΜΑΡ, αλλά και το αριστερό-σοσιαλδημοκρατικό της πρόσημο.

Το πιο εντυπωσιακό φαινόμενο όμως της προεκλογικής περιόδου είναι η βίαιη άρνηση της πραγματικότητας από το ΚΚΕ. Περιχαρακωμένο, αγοραφοβικό, σταλινικό απολίθωμα στον 21ο αιώνα ― όλα αυτά τα ξέραμε. Το νέο στοιχείο είναι η φυγή ολοταχώς προς τα έσω, η βίαιη απόρριψη του πραγματικού, η απόδραση από τα ερωτήματα του επίγειου κόσμου εν ονόματι μιας απροσδιόριστης επανάστασης, μιας Αποκάλυψης. Στο λόγο του ΚΚΕ η τοποθέτηση επί του πραγματικού βαφτίζεται «στρούγκα»· αντηχώντας έτσι τη βαθιά εσωτερίκευση της παλαιάς ήττας, των διασπάσεων, της διάψευσης από την ιστορία· έτσι, εγκυστώνεται στο παρελθόν, δεν αντέχει το παρόν και δεν σκέφτεται καν το μέλλον, παρά μόνο ως εσχατιά του χρόνου.

Τις τελευταίες μέρες ο λόγος του ΚΚΕ θύμιζε λόγο ζηλωτών της Μονής Εσφιγμένου ή Μαρτύρων του Ιεχωβά, λόγο σαλού προφήτη που προφητεύει χαιρέκακα στα πληβειακά πλήθη την καταστροφή τους και την επιδιώκει για να επαληθευτεί. Η στάση του ΚΚΕ θα χαρακτηριζόταν φιλοσοφικά ως σολιψισμός, αν δεν εμπεριείχε την ιδιοτέλεια της ηγεσίας του και τη υποκρυπτόμενη μοχθηρία προς τις δοκιμαζόμενες μάζες, προς τα άτακτα, ανυπάκουα, αλλόπιστα κοινωνικά υποκείμενα.

Η συντομότατη προεκλογική περίοδος έδειξε ήδη τεταμένες τις ραφές του πολιτικού συστήματος, στην αρχή της ρήξης.

Οι ελληνικές εκλογές παίρνουν άλλη διάσταση, κυρίως ως προς το πολιτικό μήνυμα που θα στείλουν εκτός συνόρων, αν τις δουμε με φόντο τις ραγδαίες πλέον εξελίξεις στην Ευρώπη. Η ατζέντα φαίνεται να αλλάζει: από τη δημοσιονομική πειθαρχία και τη λιτότητα, προς μια κατεύθυνση τόνωσης της ανάπτυξης και ανάσχεσης της ύψεσης.

Οι εκλογές στη Γαλλία ήταν το πρώτο σήμα ότι κάτι άλλαζει: όποιος Πρόεδρος κι αν εκλεγεί, είναι προφανές ότι το Παρίσι εφεξής δεν θα ακολουθήσει πειθήνια τη δημοσιονομική ορθοδοξία του Βερολίνου. Πολύ περισσότερο που πιθανότερος Πρόεδρος είναι ο διακριτικά, πλην σαφώς, «ανυπάκουος» Φ. Ολάντ, στηριγμένος και σε αριστερές ψήφους.

Δεύτερο σήμα, το ράγισμα της Ισπανίας. Ο ιβηρικός γίγαντας, βαριά τραυματισμένος από την ανεργία και το κόστος δανεισμού, υποβαθμίστηκε και απειλεί να παρασύρει όλη την ευρωζώνη. Ο Ισπανός υπουργός Εξωτερικών, περιγράφοντας την τεράστια κρίση της χώρας του, εξέπεμψε SOS προς την Ε.Ε.: «Η Ευρωζώνη είναι σαν τον Τιτανικό. Ένας να πνιγεί, θα πνιγούμε όλοι, ακόμα και οι επιβάτες της πρώτης θέσης». Τρίτο σήμα, ο κλονισμός της Ολλανδίας, στον σκληρό πυρήνα του ευρωβορρά. Αλλα σήματα: ο σοσιαλδημοκράτης πρόεδρος του Ευρωκοινοβουλίου Μ. Σουλτς κατηγορεί τον γαλλογερμανικό άξονα για περιφρόνηση των ευρωπαϊκών οργάνων κατά τη σύναψη του δημοσιονομικού συμφώνου και δεν αποκλείει διάλυση της Ε.Ε. Ο βετεράνος Ρομάνο Πρόντι προτείνει άξονα Γαλλίας-Ιταλίας-Ισπανίας. Ο Μάριο Μόντι πιέζει τη Γερμανία να βάλει στην ατζέντα της τον όρο ανάπτυξη.

Ολα κινούνται, όλα πάνε να αλλάξουν. Ωστε το πολιτικό διακύβευμα στο ελληνικό εργαστήριο παύει να είναι η μονοδιάστατη στοίχιση υπέρ ή εναντίον του Μνημονίου. Το Μνημόνιο ως μοντέλο πιθανόν να πεθάνει σύντομα. Ιστορικό ζητούμενο είναι οι προτάσεις για παραγωγική ανασυγκρότηση και εφικτή, βιώσιμη ανάπτυξη, οι προτάσεις για πολιτική αναγέννηση. Το ερώτημα είναι: Η Ελλάδα θα προλάβει να συμπεριληφθεί σώα στο νέο ευρωπαϊκό τοπίο;

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.029.819 hits