You are currently browsing the tag archive for the ‘μερική απασχόληση’ tag.

Πολλές όψεις, όχι όλες, του ελληνικού προβλήματος είναι αμιγώς ευρωπαϊκές, πηγάζουν από την κεντρική πολιτική στην ευρωζώνη, γι΄ αυτό άλλωστε εμφανίζονται και στις μεγάλες χώρες του πυρήνα. Τυπικό παράδειγμα, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο των μέτρων που επιχειρούν να εφαρμόσουν η γαλλική και η ιταλική κυβέρνηση, συμμορφούμενες στις επιταγές της Επιτροπής. Είναι ο δυσπρόσιτος στόχος του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, ο οποίος προσκρούει όχι μόνο στα συνδικάτα αλλά και σε στελέχη του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος.

Καθ’ όμοιο τρόπο, ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς επιχειρεί να απελευθερώσει την αγορά και να ανοίξει επαγγέλματα: να ανοίγουν τα μαγαζιά δεκαπέντε Κυριακές, αντί για πέντε που ισχύει τώρα, και να διευρυνθεί το ωράριο λειτουργίας σε περιοχές με υψηλή τουριστική κίνηση. Επίσης να ανοίξουν τα κλειστά επαγέλματα του δικηγόρου και του συμβολαιογράφου. Τις μεταρρυθμίσεις απειλούν να καταψηφίσουν οι βουλευτές της αριστερής πτέρυγας των κυβερνώντων σοσιαλιστών.

Και στις δύο περιπτώσεις, οι χώρες αφενός απειλούνται με κυρώσεις από την Επιτροπή για παραβίαση του Συμφώνου Σταθερότητας, αφετέρου, κινδυνεύουν από την πολιτική αστάθεια, λόγω μεταρρυθμίσεων.

Η Ελλάδα, αναγκασμένη και από το Μνημόνιο, έχει νομοθετήσει και εφαρμόσει πολλές από τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις. Οι εργασιακές σχέσεις και τα ωράρια έγιναν ευέλικτα, η μερική απασχόληση θεσμοθετήθηκε, τα μαγαζιά ανοίγουν περισσότερες ώρες. Σε κάποιους τομείς η Ελλάδα πρωτοπορεί.

Ποιο το αποτέλεσμα; Το περιέγραψε προχθές η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), στην ετήσια έκθεση που εκπόνησε το θυγατρικό του Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών. Σύμφωνα με την έκθεση, τα νέα για όσους ακόμη έχουν εργασία, δεν είναι ενθαρρυντικά: η μερική απασχόληση διπλασιάστηκε ως προς το 2008, η προσωρινή απασχόληση αυξήθηκε 28% σε ένα χρόνο, το 18% των εργαζόμενων στο εμπόριο δουλεύουν επτά ημέρες την εβδομάδα, οι απλήρωτες υπερωρίες φτάνουν το 63% των περιπτώσεων. Παράλληλα έχει γενικευτεί το φαινόμενο οι εργαζόμενοι να δηλώνονται ως μερικής απασχόλησης και να δουλεύουν πλήρη ωράρια, για να μην καταβάλλονται πλήρεις ασφαλιστικές εισφορές. Δηλαδή, μεγάλο μέρος της εργασίας μετατρέπεται σε γκρίζα. Το Ινστιτούτο συμπεραίνει: «Η αγορά εργασίας στον κλάδο του εμπορίου απορρυθμίζεται λόγω μεταβολών στο θεσμικό πλαίσιο, αλλά κι εξαιτίας δύο αδυναμιών: Οι εργοδότες αδυνατούν να καταβάλουν τους μισθούς και πολύ περισσότερο τις υπερωρίες, και οι μισθωτοί δεν αντιδρούν φοβούμενοι μη χάσουν τη δουλειά τους ή μήπως διακοπεί η λειτουργία της επιχείρησης».

Είναι προφανές ότι η τέτοια επιδείνωση της εργασίας στην Ελλάδα οφείλεται και στη μεγάλη και πολύχρονη ύφεση, σε συνδυασμό με την επί τετραετία δημοσιονομική λιτότητα. Καμία παρόμοια μεταρρύθμιση δεν μπορεί να ευδοκιμήσει σε περιβάλλον βαθιάς ύφεσης και λιτότητας. Ωστόσο η ίδια μεταρρυθμιστική συνταγή πάει να εφαρμοστεί στην Ιταλία, που εισέρχεται σε ύφεση, και στη Γαλλία, που βρίσκεται σε στασιμότητα και κάμψη. Με ποιες διαφορετικές προσδοκίες άραγε; Καμία βάσιμη προσδοκία δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Αντιθέτως, φαίνεται ότι όλο το ευρωπαϊκό ολοκλήρωμα σύρεται σε τροχιά απίσχνασης όχι μόνο του κόσμου της εργασίας αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης.

Οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις αγοράς και εργασίας αποσκοπούν στην αύξηση της προσφοράς, ενώ το μέγα πρόβλημα φαίνεται να είναι η αδύναμη ή ανύπαρκτη τόνωση της ζήτησης, εφόσον λείπει η ρευστότητα στα νοικοκυριά. Αναμένεται με αγωνία, η μεγάλη κίνηση του Μ. Ντράγκι, για ποσοτική χαλάρωση στο τέλος Ιανουαρίου, η οποία εκτιμάται ότι θα ελαφρώσει τα κρατικά χρέη και θα απελευθερώσει ρευστό.

7a

Η Αννα κοντεύει τα σαράντα. Ευγενής, καλλιεργημένη, συγκροτημένη, με λόγο εστιασμένο και ακριβή. Απόφοιτος φιλολογίας, παιδί δημοσίων υπαλλήλων, τυπικό παιδί της ελληνικής μεσαίας τάξης. Για δεκαπέντε χρόνια ήταν κατώτερο και μεσαίο στέλεχος καλλιτεχνικών οργανισμών, οργάνωνε παραγωγές, φρόντιζε δημόσιες σχέσεις, έγραφε, συντόνιζε, δούλευε ακαταπαύστως με όρεξη αυξανόμενη, με αγάπη για τη δουλειά της. Αρνήθηκε θέσεις πιο προσοδοφόρες, για να υπηρετεί με τον τρόπο της την τέχνη, το θέατρο, τη μουσική.

Τα τελευταία δύο χρόνια είναι άνεργη. Και σχεδόν ανεπάγγελτη. Εγκατέλειψε το σπίτι της, δεν μπορούσε να το συντήρήσει, γύρισε στο σπίτι των συνταξιούχων γονιών, με μειωμένη σύνταξη κι αυτοί, ταλαιπωρούμενοι από τις ασθένειες του γήρατος. Πριν από ένα τρίμηνο η Αννα βρήκε μια δουλειά, μια mini job, θέση μερική απασχόλησης: πεντάωρο κυλιόμενο, πότε πρωί πότε απόγευμα, σχεδόν τυχαία, σε ένα call center. Στον Κηφισό. Δεν έχει συγκοινωνία.

(Αφαιρώντας τη βενζίνη του αυτοκινήτου, ο μισθός που μένει είναι τριακόσια ευρώ. Ενα χαρτζιλίκι, ντρέπομαι να το πω, κι όμως φοβάμαι να το αφήσω, γιατί δυο χρόνια τώρα, μόνο αυτό βρήκα. Ακούω στην τηλεόραση τους πολιτικούς και δεν τους ακούω, δεν με φτάνουν τα λόγια τους, δεν ακούω, γιατί μέσα μου επαναλαμβάνω ένα πράγμα, το ίδιο: Θέλω μια δουλειά, μια κανονική δουλειά, να δουλέψω, να πληρώσω τη ΔΕΗ, να πιω έναν καφέ, να ψωνίσω ένα ρούχο, να κυκλοφορήσω, να δουλέψω σε αυτό που ξέρω, αυτό που μπορώ. Είμαι στην ακμή μου. Και με τραβήξανε απ’ την πρίζα.)

Η Αννα είναι μια νέα Ελληνίδα από την Αθήνα. Είναι η Αννα από τη Βαρκελώνη, από το Δουβλίνο, το Πόρτο, το Παλέρμο, τη Λυών, τη Δρέσδη, τη Βουδαπέστη. Είναι η Αννα της Ευρώπης. Η γενιά των 30-45, η ραχοκοκκαλιά οικονομιών και κοινωνιών, η γενιά που πλήττεται σκληρότερα από την κρίση. Στις χώρες της βαθιάς ύφεσης και των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως η Ελλάδα, είναι η γενιά που απολύεται με τη μεγαλύτερη συχνότητα, που βγαίνει εκτός εργασίας, εκτός επαγγελματικής ενημέρωσης, εκτός ανανέωσης δεξιοτήτων, εκτός ασφάλισης, εκτός κοινωνίας. Επ’ αόριστον. Η ζωή τους αναστέλλεσται επ’ αόριστον. Εως ότου η χώρα επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης.

Ακόμη και ο φρικτός δείκτης του 60% νεανικής ανεργίας δεν είναι τόσο φρικτός αν συγκριθεί ο απόλυτος αριθμός των νέων 15-25 ετών με τους σαραντάρηδες και πενηντάρηδες. Οι άνεργοι νέοι λοιπόν στην Ελλάδα μετριούνται σε περίπου 79 χιλιάδες. Μέγα μέρος των υπολοίπων 1,3 εκατομμυρίων είναι ώριμοι και μεσήλικες, για τους οποίους η ανεργία ισοδυναμεί σχεδόν με απόσυρση από τη ζωή.

Στη θέση των σαραντάρηδων συχνά προσλαμβάνονται εικοσιπεντάρηδες, νεοεισερχόμενοι στην εργασία, με αποδοχές υποπολλαπλάσιες, με τετρακόσια-πεντακόσια ευρώ το μήνα, χωρίς ωράριο, με στοιχειώδη ή καμία ασφάλιση, συχνά με μπλοκάκι εξωτερικού συνεργάτη. Ο νέος που παίρνει τη θέση του μεγαλύτερου είναι ήδη τόσο φοβισμένος, τόσο ντρεσαρισμένος, έχει μοιράσει άκαρπα τόσα βιογραφικά, που δέχεται τα πάντα με δέος και ευγνωμοσύνη. Καθώς οι πρακτικές της ευέλικτης επισφαλούς εργασίας γενικεύονται, καθώς οι συμπεριφορές των ανθρώπων απέναντι στην εργασία και τις κοινωνικές απολαυές σφραγίζονται από την ανασφάλεια και την υποχώρηση, βρισκόμαστε ενώπιον ενός νέου ανθρωπότυπου και μια νέας κοινωνικής δημογραφίας.

Το πρόβλημα της απορρυθμισμένης εργασίας δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι ευρωπαϊκό, και αν αναζητούσαμε τις ρίζες του, θα τις βρίσκαμε πριν από την εκδήλωση της μεγάλης κρίσης του 2008, στο γερμανικό μοντέλο της επισφαλούς πλήρους απασχόλησης και των περικοπών στο κράτος πρόνοιας, που εγκαινιάστηκαν από την κοκκινοπράσινη (SPD-Πράσινοι) κυβέρνηση Σρέντερ το 1999-2005. Σε αυτό το διάστημα, και σαν κορύφωση της μακράς διαδικασίας αποικισμού της φτωχής Ανατολικής Γερμανίας, ψηφίστηκαν οι τέσσερις νόμοι Hartz, που μετασχημάτισαν βαθιά την αγορά εργασίας και την πολιτική του ταμείου ανεργίας. Μεταξύ άλλων, θεσπίστηκαν οι mini jobs (με κατάργηση των εργοδοτικών εισφορών) και οι midi jobs, τη δραστική μείωση της καταβολής επιδόματος ανεργίας σε ένα έτος και την εν συνεχεία υποκατάστασή του από κοινωνικό βοήθημα 374 ευρώ, και πολλά άλλα.

Τα αποτέλεσματα αυτού του μείζονος μετασχηματισμού της εργασίας δεν οδήγησαν μόνο στο ιδιότυπο γερμανικό θαύμα, αλλά και σε εντυπωσιακή άνοδο των φτωχών: τον Μάιο του 2011 κατεγράφησαν επισήμως 5 εκατομμύρια mini jobs, αύξηση 47%, ενώ το 2012 η γερμανική στατιστική υπηρεσία διαπίστωνε ότι το διάστημα 1999-2010 οι θέσεις άτυπης εργασίας αυξήθηκαν κατά 3,5 εκατ, και ταυτοχρόνως οι θέσεις σταθερής απασχόλησης μειώθηκαν κατά 3,8 εκατομμύρια. Αυτή η διαδικασία οδήγησε τον Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ να ρωτήσει στην Ευρωβουλή την καγκελάριο Μέρκελ: «Πώς είναι δυνατόν μια πλούσια χώρα σαν την Γερμανία να έχει 20% φτωχούς;»

Το γερμανικό μοντέλο επισφαλούς και προσωρινής απασχόλησης, χωρίς καν τα γερμανικά μαξιλάρια του κοινωνικού βοηθήματος και των εκτενών ακόμη προνοιακών δομών, και χωρίς βεβαίως τη γερμανική υποδομή βιομηχανικής παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία και εξαγωγικό δυναμικό, είναι αυτό που εφαρμόζεται στην Ελλάδα με πρωτοφανή βιαιότητα, μέσω της απορρύθμισης της εργασίας. Στην περίπτωση της Ελλάδας επιπλέον ο μετασχηματισμός τελείται σε περιβάλλον βαριάς ύφεσης, δημοσιονομικής συρρίκνωσης και αποεπένδυσης. Ακόμη χειρότερα: η φτώχεια, πρωτοφανής από την εποχή του Εμφυλίου, μας βρήκε με ανύπαρκτο δίχτυ ασφαλείας, χωρίς καν εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα και με εντυπωσιακή ανισοκατανομή των κοινωνικών παροχών, όπως έχει καταδείξει ερευνητικά ο καθηγητής Μάνος Ματσαγγάνης.

Η χώρα δεν αντιμετωπίζει μόνο πρωτοφανή για καιρό ειρήνης οικονομική ύφεση, αλλά και την απειλή μιας κοινωνικής και δημογραφικής αποσάθρωσης.

ζωγραφική: Χρήστος Μαρκίδης

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.029.898 hits