Οι εκλεκτικιστικές συρραφές του Δημήτρη Ζουρούδη

Ο καλλιτέχνης Δημήτρης Ζουρούδης επιχειρεί να προσεγγίσει τη μετανεωτερική εποχή μας με αφηγηματικούς τρόπους παραδοσιακούς και υλικά ultra νεωτερικά. Τι κάνει; Μεγαλωμένος σε μια Ελλάδα λίγο-πολύ κλειστή, που έστελνε τους ανθρώπους της έξω, αλλά ελάχιστους ελάμβανε μέσα της, ο (σαράντα-κάτι) καλλιτέχνης είχε συνηθίσει να στρέφει το βλέμμα προς τα έξω: για πληροφορίες, γνώσεις, γούστο. Η χώρα του ήταν ομοιογενής, φτωχή, με σχετικό κόμπλεξ κατωτερότητας αλλά και μια υπόδηλη αίσθηση υπεροχής για το ανεπανάληπτο εγχώριο lifestyle της λεβεντιάς και του έξω-καρδιά. Τα τελευταία δέκα χρόνια αυτή η εδραιωμένη αυτάρκεια κλονίστηκε ανεπανόρθωτα. Η Ελλάδα είναι μέρος ενός ρευστού συνόλου με φυγόκεντρες τάσεις. Έχει γίνει επίσης από χώρα-νησί, χώρα-τράνζιτο. Και η Αθήνα από λεκάνη απορροής για την εσωτερική μετανάστευση, έχει γίνει μητρόπολη του Νότου, με εκατοντάδες χιλιάδες οικονομικούς πρόσφυγες. Η χώρα της ανάγκης έγινε χώρα της επαγγελίας για τους πιο αναγκεμένους, που τραβούν προς Δυσμάς και προς Νότον, από τις χώρες της Ανατ. Ευρώπης και των Βαλκανίων, τις χώρες της Εγγύς και της Μέσης Ανατολής.

Ο καλλιτέχνης βλέπει τώρα το Έξω από κοντά. Μόνο που το τωρινό Έξω, οι απέξω άνθρωποι δεν είναι σαν τους άλλους απέξω που βλέπαμε παλιότερα. Δεν είναι Δυτικοί τουρίστες, είναι Ανατολικοί πρόσφυγες. Δεν φέρνουν δολάρια και μάρκα, ζητούν δολάρια. Και προσφέρουν φτηνή εργασία. Προσφέρουν το σώμα τους. Ξαφνικά η Μεσόγειος γέμισε ξανθές γυναίκες, διαφορετικές ξανθές από της τηλεόρασης, με γαλάζια μάτια στέπας και σλαβικά ζυγωματικά. Ξαφνικά η ξεχασμένη πόρνη ανανεώθηκε, έγινε εξωτική και όμορφη, πήρε καινούργιο όνομα: ονομάζεται Ουκρανή, Ρωσίδα, Βουλγάρα.

Από την κοσμοανακατάταξη του τέλους του 20ού αιώνα, ο καλλιτέχνης επικεντρώνει το βλέμμα του σε αυτές τις κοπέλες. Μιλώντας γι’ αυτές, περιγράφοντάς τες, μιλά για τον καιρό του με τον πιο αυθεντικό τρόπο.

Για να τις πλησιάσει χρειάζεται ένα μύθο, μια αφηγηματική συνθήκη, που θα συνδέσει το φανερό, προς πώλησιν σώμα, με την κρυφή, την δυσπρόσιτη ψυχή. Βρίσκει αυτό το μοντέλο σε ένα πυρηνικό μοτίβο του χριστιανισμού: στην πόρνη που μετανοεί, εξομολογείται και τήκεται εντός του Σαρκωμένου Λόγου που την μεταμορφώνει και την καθαρίζει. Η ρυπαρή γίνεται χιών άσπιλος, το σώμα φέρει περήφανα τις ουλές της πτώσης και αίρεται υπεράνω της αδυναμίας και της φθαρτότητάς του.

Το αρχέτυπο αυτής της μεταμόρφωσης, αυτής της προοπτικής σωτηρίας, είναι ο βίος της Μαρίας της Αιγυπτίας, πόρνης και αγίας. Ο καλλιτέχνης δεν έχει παρά να μεταφέρει και να μετονομάσει. Τα κορίτσια της Ουκρανίας γίνονται όλες Μαρίες από την Αίγυπτο της ερήμου και της μυστικής σκέψης. Οι Μαρίες αναδύονται μέσα από τον ερειπιώνα της Ευρώπης και με τα ερείπια του παρελθόντος χτίζουν το ακατάληπτο σύμπλοκο του παρόντός μας.  Όλες κουβαλάνε μια οικογενειακή ιστορία και σε όλες είναι ανοιχτή η οδός της μετανοίας, η τρομερή… Σε όλες ανοίγεται η δυνατότητα επανόδου στη στερεότυπη ομαλότητα, στη γνώριμη τάξη.

Όμως ποια είναι η τάξη σήμερα; Αυτό το ερώτημα καλείται κυρίως να απαντήσει ο καλλιτέχνης, να εκφράσει πλέον τα συντρίμμια της γνώριμης του τάξης, που βλέπει τριγύρω του και γύρω από τις Μαρίες που ιστορεί· καλείται να ξαναχτίσει ελπίδα με πρώτη ύλη τα ερείπια του οικείου, του πρόσφατου παρελθόντος· να κάνει τη μελαγχολία δραστική και παραγωγική.

Ο κερματισμένος κόσμος γεννά μια κερματισμένη τέχνη. Η τέχνη του Ζουρούδη είναι μια εκλεκτικιστική συρραφή τεμαχίων, μοντάρει κομμάτια από πολλές φωνές, διάφορους τρόπους, ετερογενή υλικά. Στην κεντρική μορφή της μεταμορφωνόμενης Μαρίας, προστίθενται οι συμβολικές μορφές των μαρτύρων: του Ιωάννη του Βαπτιστή η αποτετμημένη κάρα, και η αιώνια νεότης του Τσε Γκεβάρα. Στα ερείπια της ιστορίας περνούν καρέ της Επανάστασης του βίαιου αιώνα, ο Λένιν, τα κορίτσια που ξέβρασε η ιστορία στην διπλανή μας πόρτα. Το αχνά αφηγηματικό βίντεο ξετυλίγεται σε ένα δωμάτιο ξενοδοχείου-με-την-ώρα, όπου η κοπέλα γδύνεται κουρασμένη, τελετουργικά, μεταμορφώνεται σταδιακά στο σεπτό, αρχέτυπο θήλυ που προσφέρει το σώμα της καταφύγιο στον αλαφιασμένο ανδρικό κόσμο. Το ίδιο σώμα, σε άλλη εκδοχή, μπορεί να γίνει το σώμα της Ιστάρ, πρωτεϊκό και καταστροφικό, και, σαν την Σαλώμη, να ζητήσει λάφυρο την κεφαλή του αρνητή του.

Πώς εμφανίζεται η κερματισμένη τέχνη του Ζουρούδη; Σε πρώτο επίπεδο ανάγνωσης, με τον συμφυρμό εικονικών στοιχείων και υλικών. Φωτογραφία, ψηφιακές επεξεργασίες, ζωγραφική, ψηφιακά τυπώματα, κεντήματα με χρυσοκλωστές, βίντεο και computer animation. Εντέλει, ζωγραφική αφήγηση. Σε δεύτερο επίπεδο, παραθέτοντας συμπληρωματικά διαφορετικούς εικαστικούς-συμβολικούς κόσμους: την υπερβατική πνευματοκρατία της αγιογραφίας, το συμβολικό αφηγηματικό πύκνωμα της νεότερης ζωγραφικής (με τις πρόδηλες αναφορές στον Έγκον Σίλε, στον Πικάσο, στις Ολυμπίες και τις Αφροδίτες του μπαρόκ, του 19ου κ.λπ.), την απατηλά γυμνή αναπαράσταση της φωτογραφίας, τα «ζωγραφικά» θαμπώματα και τους σκεδασμούς της ψηφιακής τεχνολογίας, τη χειροτεχνία της ιερατικής χρυσοκλωστής που σαρκώνει αλλά και εξαϋλώνει τη φιγούρα.

Είναι φανερό ότι το εκλεκτικιστικό τσιμπολόγημα –το surfing– του καλλιτέχνη φτάνει τα όρια του παροξυσμού. Είναι όμως καθ’ όλα νόμιμο, εφόσον κατορθώνει να πετύχει τον στόχο του· άλλωστε αυτό το σερφάρισμα, τεχνοτροπικό και νοηματικό, είναι το πιο ξεχωριστό γνώρισμα των περισσότερων εργασιών που βλέπουμε σήμερα.

Πετυχαίνει τον στόχο του ο Ζουρούδης; Νομίζω, ναι. Ανεξαρτήτως από τις προθέσεις του –φιλόδοξες οπωσδήποτε–, κατορθώνει να φτάσει σε πλαστικώς αυτάρκη έργα, σε εικόνες συμπαγείς, που χωρίς να συσκοτίζουν την πολυφυή καταγωγή τους πετυχαίνουν να ανασυντεθούν σε κάτι νέο. Πετυχαίνει να ανασημασιοδοτήσει τις αφετηριακές του εικόνες, τις τόσο βαρυφορτωμένες με το αρχικό τους νόημα, και να τις ξεδιπλώσει ανανεωμένες, αυτοτελείς, φορτισμένες με τις δικές τους σημάνσεις, εκπέμπουσες τα δικά τους σήματα, του καιρού και του κόσμου μας.

Ασφαλώς είναι ριψοκίνδυνο να κάνεις μια τέχνη οιονεί ρεπορτάζ, που αναφέρεται ευθέως στα δρώμενα της εποχής της, ωστόσο αυτό είναι το κρισιμότερο διακύβευμα για ένα καλλιτέχνη, σήμερα και πάντα: να δει τον καιρό του και να τον εκφράσει, δίνοντας έργα που θα δοκιμαστούν πλαστικά στο χρόνο. Η εικονογραφία του Ζουρούδη πετυχαίνει εν πρώτοις να εικονίσει τον κόσμο απ’ όπου προέρχεται. Θα αντέξει στον χρόνο; Δεν το ξέρουμε. Αυτό που ξέρουμε είναι ότι τα υλικά του είναι στέρεα, είναι μια συμβολική γλώσσα δοκιμασμένη και χρονοανθεκτική, και κυρίως ότι έχουν υποστεί την αναγκαία μετουσίωση: έχουν συντεθεί σε καινούργιες εικόνες. Αυτό κυρίως: ο Ζουρούδης χτίζει ένα εικονοστάσι του καιρού μας, όχι για προσκύνηση αλλά για αναστοχασμό, για γόνιμη μελαγχολία: για ό,τι σωριάζεται στα ερείπια και για ό,τι ορθώνεται μέσα από το σωρό των ερειπίων και χτίζει το παρόν.

12.3.2001