You are currently browsing the tag archive for the ‘πολιτική αστάθεια’ tag.

Πολλές όψεις, όχι όλες, του ελληνικού προβλήματος είναι αμιγώς ευρωπαϊκές, πηγάζουν από την κεντρική πολιτική στην ευρωζώνη, γι΄ αυτό άλλωστε εμφανίζονται και στις μεγάλες χώρες του πυρήνα. Τυπικό παράδειγμα, οι μεταρρυθμίσεις στην αγορά εργασίας, οι οποίες βρίσκονται στο επίκεντρο των μέτρων που επιχειρούν να εφαρμόσουν η γαλλική και η ιταλική κυβέρνηση, συμμορφούμενες στις επιταγές της Επιτροπής. Είναι ο δυσπρόσιτος στόχος του Ιταλού πρωθυπουργού Ματέο Ρέντσι, ο οποίος προσκρούει όχι μόνο στα συνδικάτα αλλά και σε στελέχη του κυβερνώντος Δημοκρατικού Κόμματος.

Καθ’ όμοιο τρόπο, ο Γάλλος πρωθυπουργός Μανουέλ Βαλς επιχειρεί να απελευθερώσει την αγορά και να ανοίξει επαγγέλματα: να ανοίγουν τα μαγαζιά δεκαπέντε Κυριακές, αντί για πέντε που ισχύει τώρα, και να διευρυνθεί το ωράριο λειτουργίας σε περιοχές με υψηλή τουριστική κίνηση. Επίσης να ανοίξουν τα κλειστά επαγέλματα του δικηγόρου και του συμβολαιογράφου. Τις μεταρρυθμίσεις απειλούν να καταψηφίσουν οι βουλευτές της αριστερής πτέρυγας των κυβερνώντων σοσιαλιστών.

Και στις δύο περιπτώσεις, οι χώρες αφενός απειλούνται με κυρώσεις από την Επιτροπή για παραβίαση του Συμφώνου Σταθερότητας, αφετέρου, κινδυνεύουν από την πολιτική αστάθεια, λόγω μεταρρυθμίσεων.

Η Ελλάδα, αναγκασμένη και από το Μνημόνιο, έχει νομοθετήσει και εφαρμόσει πολλές από τις εν λόγω μεταρρυθμίσεις. Οι εργασιακές σχέσεις και τα ωράρια έγιναν ευέλικτα, η μερική απασχόληση θεσμοθετήθηκε, τα μαγαζιά ανοίγουν περισσότερες ώρες. Σε κάποιους τομείς η Ελλάδα πρωτοπορεί.

Ποιο το αποτέλεσμα; Το περιέγραψε προχθές η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου (ΕΣΕΕ), στην ετήσια έκθεση που εκπόνησε το θυγατρικό του Ινστιτούτο Εμπορίου και Υπηρεσιών. Σύμφωνα με την έκθεση, τα νέα για όσους ακόμη έχουν εργασία, δεν είναι ενθαρρυντικά: η μερική απασχόληση διπλασιάστηκε ως προς το 2008, η προσωρινή απασχόληση αυξήθηκε 28% σε ένα χρόνο, το 18% των εργαζόμενων στο εμπόριο δουλεύουν επτά ημέρες την εβδομάδα, οι απλήρωτες υπερωρίες φτάνουν το 63% των περιπτώσεων. Παράλληλα έχει γενικευτεί το φαινόμενο οι εργαζόμενοι να δηλώνονται ως μερικής απασχόλησης και να δουλεύουν πλήρη ωράρια, για να μην καταβάλλονται πλήρεις ασφαλιστικές εισφορές. Δηλαδή, μεγάλο μέρος της εργασίας μετατρέπεται σε γκρίζα. Το Ινστιτούτο συμπεραίνει: «Η αγορά εργασίας στον κλάδο του εμπορίου απορρυθμίζεται λόγω μεταβολών στο θεσμικό πλαίσιο, αλλά κι εξαιτίας δύο αδυναμιών: Οι εργοδότες αδυνατούν να καταβάλουν τους μισθούς και πολύ περισσότερο τις υπερωρίες, και οι μισθωτοί δεν αντιδρούν φοβούμενοι μη χάσουν τη δουλειά τους ή μήπως διακοπεί η λειτουργία της επιχείρησης».

Είναι προφανές ότι η τέτοια επιδείνωση της εργασίας στην Ελλάδα οφείλεται και στη μεγάλη και πολύχρονη ύφεση, σε συνδυασμό με την επί τετραετία δημοσιονομική λιτότητα. Καμία παρόμοια μεταρρύθμιση δεν μπορεί να ευδοκιμήσει σε περιβάλλον βαθιάς ύφεσης και λιτότητας. Ωστόσο η ίδια μεταρρυθμιστική συνταγή πάει να εφαρμοστεί στην Ιταλία, που εισέρχεται σε ύφεση, και στη Γαλλία, που βρίσκεται σε στασιμότητα και κάμψη. Με ποιες διαφορετικές προσδοκίες άραγε; Καμία βάσιμη προσδοκία δεν φαίνεται στον ορίζοντα. Αντιθέτως, φαίνεται ότι όλο το ευρωπαϊκό ολοκλήρωμα σύρεται σε τροχιά απίσχνασης όχι μόνο του κόσμου της εργασίας αλλά και της οικονομικής ανάπτυξης.

Οι λεγόμενες μεταρρυθμίσεις αγοράς και εργασίας αποσκοπούν στην αύξηση της προσφοράς, ενώ το μέγα πρόβλημα φαίνεται να είναι η αδύναμη ή ανύπαρκτη τόνωση της ζήτησης, εφόσον λείπει η ρευστότητα στα νοικοκυριά. Αναμένεται με αγωνία, η μεγάλη κίνηση του Μ. Ντράγκι, για ποσοτική χαλάρωση στο τέλος Ιανουαρίου, η οποία εκτιμάται ότι θα ελαφρώσει τα κρατικά χρέη και θα απελευθερώσει ρευστό.

Για τέταρτη συνεχή χρονιά η χώρα κλυδωνίζεται χτυπημένη από τις επιπτώσεις της πτώχευσης και την εξ αυτής πολιτική αστάθεια. Οι προχθεσινές προβλέψεις του ΔΝΤ για το χρηματοδοτικό κενό της διετίας 2015-16, ύψους 6,6 δισ. ευρώ, και τα εξ αυτού απαιτούμενα μέτρα λιτότητας είναι η είδηση που προοικονομεί την κοινωνική και οικονομική πολιτική του προσεχούς μέλλοντος. Η πτώση θα συνεχιστεί. Στην καλύτερη περίπτωση, και υπό την προϋπόθεση ότι θα «κουρευτεί» το χρέος, θα βελτιωθούν οι δημοσιονομικοί δείκτες, ενδεχομένως να ανασχεθεί η ύφεση, αλλά ο ουσιωδέστερος όλων δείκτης, η ανεργία, θα προσεγγίζει ή και θα ξεπερνά το ζοφερό 30%. Στην καλύτερη περίπτωση, δηλαδή, θα εισέλθουμε δειλά σε φάση «άνεργης ανάπτυξης»· και τούτο μόνο εάν οι Ευρωπαίοι δανειστές δεχτούν το «κούρεμα» που προτείνει εμφατικά το ΔΝΤ. Σε αυτή τη φάση εισέρχεται η Ισπανία, όπως πρόσφατα δήλωσε ο πρωθυπουργός της χώρας, χωρίς να κρύβει την απογοήτευσή του για τη δομική και αμείωτη ανεργία.

Απ’ όλους τους δείκτες της οικονομίας, ο δείκτης ανεργίας είναι αυτός που κατεξοχήν και πρωτίστως διαμορφώνει το κοινωνικό κλίμα και την πολιτική σταθερότητα. Η πλήρης απασχόληση ήταν η πρωταρχική μέριμνα για όλες τις κυβερνήσεις του μεταπολεμικού κόσμου, συντηρητικές, φιλελεύθερες, σοσιαλδημοκρατικές, και με άλλη προσέγγιση για τις κομμουνιστικές. Με την πλήρη απασχόληση, το κράτος πρόνοιας και τη ζήτηση σταθερά υψηλή, επιτεύχθηκε η ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ευρώπης.

Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα και στον ευρωπαϊκό Νότο, και απειλεί όλο και περισσότερες χώρες. Η πικρή πείρα των ετών μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, μας δείχνει ότι όλες οι θεμελιώδεις αρχές της μεταπολεμικής περιόδου έχουν εγκαταλειφθεί και επιπλέον έχουν συκοφαντηθεί. Η ανεργία του 25% ή του 30% είναι βόμβα με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την κοινωνική ειρήνη και την ίδια την ουσία της δημοκρατίας: ο χρόνιος άνεργος ή ο ψαλιδισμένος νέος δεν μετέχουν ισότιμα στον δημόσιο βίο, δεν έχουν ίσα δικαιώματα, είναι αποκλεισμένοι πίσω από τα αδιαπέραστα τείχη της πενίας και της αυτοταπείνωσης. Κι όταν αυτή η μοίρα πλήττει το ένα τρίτο του ενεργού πληθυσμού, για πέντε ή δέκα χρόνια, τότε μιλάμε πλέον για φαλκίδευση της δημοκρατίας, για διολίσθηση σε νεοφεουδαρχία, επιβαρυνόμενη από βαρύ αίσθημα συλλογικής ταπείνωσης. Πολύ περισσότερο που ο κοινωνικός αποκλεισμός διά της ανεργίας πλήττει τους νέους, τους διαποτίζει με αισθήματα αναξιότητας, παραίτησης και μοχθηρίας, αφαιρώντας τους το μέλλον, και αφαιρώντας ταυτόχρονα κάθε ικμάδα από τον εθνικό κορμό. Τους αφαιρείται το δικαίωμα στο όνειρο, το δικαίωμα στην ευτυχία, ό,τι διακηρύσσεται στα ιδρυτικά κείμενα της δημοκρατίας, γαλλικά, αμερικανικά, πανανθρώπινα.

Αναρωτιέμαι αν οι χρυσοκάνθαροι των Βρυξελλών και της Φρανκφούρτης, οι εγκέφαλοι του Βερολίνου, ακόμη και οι εξουθενωμένοι πολιτικά Ελληνες ηγέτες, έχουν συναίσθηση της μαζικής δυστυχίας που σκορπίζουν οι πολιτικοί τους σχεδιασμοί και αν περνούν από το νου τους οι ιστορικές αναλογίες με τον Μεσοπόλεμο.

VISKADOURAKIS
Το βαρύ πυκνό καλοκαίρι του 2013, πολλοί άνθρωποι που συναντώ, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, μεταφέρουν την ίδια αίσθηση: ότι εκμετράται ο χρόνος της παρούσας κρίσης, ότι βαδίζουμε προς μια κορύφωση. Η κορύφωση έχει ποικίλες καταλήξεις, αναλόγως του συνομιλητή, πάντως όλες είναι δραματικές, οδυνηρές και λυτρωτικές συνάμα.

Τριάμισι χρόνια μετά την κατάπληκτη ομολογία πτώχευσης, τριάμισι χρόνια αλεπάλληλων θυσιών των Ελλήνων της μείζονος πλειοψηφίας και αλλεπάλληλων σφαλμάτων και σφαγών, τριάμισι χρόνια συνεχούς καταβύθισης. Δεν πάει άλλο. Ας γίνει κάτι ριζικό, ας είναι επώδυνο, αρκεί να μη συνεχιστεί αυτή η βύθιση, άλλωστε δεν έχουμε πια και πολλά να χάσουμε. Το λένει άνθρωποι υψηλής μορφώσεως, νοικοκύρηδες έως πρόσφατα, που τώρα αγκομαχάνε να τα βγάλουν πέρα, γονατισμένοι από φόρους, περικοπές μισθών, εξανεμισμένα εισοδήματα, με άνεργους συζύγους και παιδιά, με δάνεια και με σχολάζοντα κληρονομικά ακίνητα που κουβαλάνε φόρους και χαράτσια.

Τρία και πλέον χρόνια από το ιστορικό διάγγελμα του Καστελόριζου, όταν και επισήμως έμαθαν ότι η εθνική κυριαρχία αναστέλλεται επ’ αόριστον, οι αμέριμνοι νοικοκύρηδες της απέραντης μεσαίας τάξης έχουν μάθει εν τω μεταξύ ότι η κρατική χρεοκοπία συνεπιφέρει συρρίκνωση της λαϊκής κυριαρχίας, ιδιωτική πενία, κοινωνική υποβάθμιση έως πληβειοποίησης, πολιτική αστάθεια. Οι περισσότερες σταθερές του βίου γκρεμίστηκαν, για όλους. Για πολλούς, ο βίος εξέπεσε σε γυμνή ζωή, σε γυμνή επιβίωση. Γι’ αυτούς τους πολλούς δεν υπάρχει πια τίποτε να χάσουν, ούτε να φοβηθούν. Αυτή είναι η κορύφωση, η ρήξη, που την αφουγκράζονται να έρχεται πολλοί Ελληνες τούτο το καλοκαίρι.

Αυτοί οι άνθρωποι, οι ήδη χαμένοι, όσοι ακόμη χάνουν, και κυρίως όσοι ακόμη σκέφτονται και αισθάνονται, παρά τα αλλεπάλληλα κύματα ενοχοποίησης, σύγχυσης και προπαγάνδας, αυτοί οι άνθρωποι είναι σε θέση ακόμη να αρθούν υπεράνω της οργής και του μίσους του ανήμπορου ηττημένου, και να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους. Φρονώ ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι πολλοί. Και είναι το πολυτιμότερο κοίτασμα της ελληνικής γης. Αλλά είναι ασύνδετοι, σκόρπιοι, σαστισμένοι, δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, δεν μοιράζονται μια κοινή εικόνα εαυτού και ένα κοινό σχέδιο πορείας. Πορεύονται μόνοι στα τυφλά.

Η χώρα πορεύεται αφεύκτως, βρίσκεται ήδη, σε μια οικονομία πολέμου, χωρίς τον συμβατικό πόλεμο. Είναι ήδη εμπλεγμένη στον πρώτο γεωοικονομικό πόλεμο του 21ου αιώνα, και στο εγγύς μέλλον θα τον δούμε εναργέστερα. Οπως σε κάθε πόλεμο, την πρωταρχική σημασία την έχει το φρόνημα του εμπλεκομένου και το τι καλείται να υπερασπιστεί, δηλαδή το τί είναι, τι θεωρεί ότι είναι. Ακριβώς αυτό έχει κλονιστεί πρώτο, με το ξέσπασμα της κρίσης: η ταυτότητα. Ποιοι είμαστε, ποιοι ήμασταν, ποιοι καλούμαστε να είμαστε. Πώς βλέπουμε τώρα τους εαυτούς μας, μετά τα χαστούκια, τις ήττες και τους εξευτελισμούς. Αντέχουμε; Αυτό συζητείται εντόνως, όλα αυτά τα τριάμισι χρόνια του Γολγοθά, και αυτό αιωρείται ακόμη αναπάντητο στην κορύφωση του δράματος. Είναι η περιλάλητη «αφήγηση», το όραμα, το σχέδιο, η απόφαση και η πράξη της αναγέννησης.

Τολμώ να υποστηρίξω ότι η κοινή αφήγηση, τέλος πάντων η αφήγηση που θα χωράει πολλούς, όχι όλους, αλλά πολλούς, δεν θα προκύψει πρώτη αυτή και μετά η δράση. Δεν θα σχηματισθεί ακεραία και πλήρης, και κατόπιν θα σπεύσουμε προς εφαρμογήν της. Αντιθέτως, η αφήγηση θα ξεκινήσει σαν δράση και λόγος μαζί, και θα εκκινήσει μερική, αποσπασματική, επείγουσα, από πολλές πηγές συμβάλλουσα σε ρυάκια και κοινά ποτάμια· και θα σχηματίζεται βαθμιαία, αλλάζοντας και αυξάνοντας δυναμικά διαρκώς σύμφωνα με τις ανάγκες των ανθρώπων, των δρώντων σκεπτόμενων υποκειμένων. Θα αναδύεται μια νέα γενική διάνοια.

Είμαστε τα πιο προχωρημένα θύματα μιας κρίσης διπλής, εσωτερικής και εξωτερικής. Αυτή η πρωτοπορία είναι πλεονέκτημα και κατάρα μαζί: μας επιτρέπει να πειραματιστούμε και να καινοτομήσουμε στην επίλυση της δικής μας κρίσης, αφενός· να δούμε πώς μπορούμε να σώσουμε τη χώρα και τους εαυτούς μας. Αφετέρου, η έκβαση της δικής καινοτομίας-σωτηρίας εξαρτάται εν πολλοίς από το διεθνές περιβάλλον. Συγκεκριμένα: Δεν μπορούμε πια να περιμένουμε να μας σώσει η Ευρώπη, αλλά και δεν μπορούμε να σωθούμε αγνοοώντας παντελώς τι συμβαίνει στην Ευρώπη. Ολα θα κρίνονται διαρκώς πάνω στην κόψη του καιρού και στο ζύγισμα οφέλους-ζημίας. Η επίκληση μιας ιδεατής Ευρώπης που είναι μοναδικός προορισμός, ακόμη κι αν έχουμε μετατραπεί σε προτεκτοράτο εξαθλιωμένων νεοπληβείων, εκτός από σφαλερή είναι και δόλια και επικίνδυνη. Το ίδιο σφαλερή και επικίνδυνη μπορεί να είναι η άκριτη αποδοχή ενός δρόμου που οδηγεί σε ευθεία σύγκρουση με την Ευρώπη ή τέλος πάντων με τις ηγεμονεύουσες δυνάμεις της, κυρίως τη Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση, η μονοσήμαντα ραγιάδικη ή η τρελοαντάρτικη στάση, με ιδιοτέλεια ή ιδεοληψία, είναι ολέθριες αμφότερες.

Επιστρέφουμε στην ταυτότητα· όχι ουσιοκρατικά, αλλά δυναμικά. Δεν θα αποφασίσουμε τώρα ποιοι ακριβώς είμαστε εφεξής και τι θα παραδώσουμε στα παιδιά μας. Αυτό διαμορφώνεται διαρκώς στο άμεσο μέλλον. Αλλά για να επιζήσουμε σε συνθήκες οικονομίας πολέμου, πρέπει να συμφωνούμε σε κάποιο ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Ας είναι τα πιο πρακτικά, τα πρώτα: μια νέα σχέση του επανιδρυμένου κράτους με την εργασία και τη νέα επιχειρηματικότητα, τη μικροαμεσαία κυρίως, τη ραχοκοκκαλιά της εγχώριας οικονομίας. Η ενδυνάμωση της κοινωνικής αλληλεγγύης, που τόσο θαυμαστά και απρόσμενα βλάστησε στους δύσκολους καιρούς. Επιστροφή στη γη και στις τέχνες υπό νέους όρους. Και ταυτοχρόνως, υποκάτω: Αποδοχή και ανανέωση της παράδοσης. Σύνδεση με τη διασπορά. Σύνθεση του πατριωτικού αισθήματος με την οικουμενική εξακτίνωση. Τέτοια.

Οι κλιμακούμενες επιθετικές αξιώσεις της Τουρκίας έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελλάδας για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων συμπίπτει με την σφοδρή οικονομική κρίση στα δύο ελληνικά κράτη και με τις φυγόκεντρες τάσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η οικονομική κρίση γεννά πολιτική αστάθεια σε όλο τον ευρωπαϊκό Νότο, ενώ στην επισφαλή ΝΑ Μεσόγειο επιπλέον διαταράσσονται γεωπολιτικές ισορροπίες παγιωμένες επί πολλά έτη. Η Κύπρος νιώθει αυτή την τεκτονική μετατόπιση σε όλο της το σώμα.

Το κραχ του 2008 και η αλυσιτελής αντιμετώπισή του από την ευρωζώνη σημαίνουν μιαν ιστορική καμπή: η Ευρώπη δεν εγγυάται την οικονομική διάσωση με σταθερά ισοδύναμα κριτήρια, και δεν εγγυάται ότι θα τηρεί ομαλά τις κοινές αποφάσεις, όπως το Σύμφωνο Ανάπτυξης του Ιουνίου 2102 που εθέσπισε η Σύνοδος Κορυφής για τη λειτουργία του ESM.

Ενώπιον της πρώτης μείζονος κρίσης από θεσπίσεώς του, το κοινό ευρωπαϊκό σχέδιο ραγίζει· οι ισχυροί εταίροι μεριμνούν πρωτίστως και αποκλειστικώς για τα συμφέροντά τους, οι δε αδύναμοι κρίκοι μένουν εκτεθειμένοι όχι μόνο οικονομικά αλλά και ωθούνται να αποκοπούν γεωπολιτικά. Η ευρωζώνη φέρεται σαν να μη δύναται ή να μην επιθυμεί να εγγυηθεί ούτε τα κατάλοιπα εθνικής κυριαρχίας των πτωχευμένων μελών.

Οι αντιδράσεις των πτωχευμένων ή υπό ύφεση κρατών ποικίλουν, αναλόγως των απειλών που δέχονται. Κοινός παρονομαστής ωστόσο είναι η διάχυτη ανησυχία, ο ευρωσκεπτικισμός, το ψυχικό χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου, το οποίο μπορεί να εξελιχθεί και σε πολιτικό χάσμα, εφόσον δεν γίνουν εγκαίρως αμοιβαίες προσεγγίσεις. Για να αποφευχθεί η ρήξη, χρειάζεται επειγόντως ριζική αλλαγή στο μείγμα εφαρμοζόμενης πολιτικής. Η αστάθεια που επιφέρουν σε Κύπρο και Ελλάδα τα υφεσιογόνα προγράμματα διάσωσης αναιρεί βιαίως τα ιστορικά πλεονεκτήματα που πρόσφερε η ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Μεσοπρόθεσμα ίσως αναγκάσει τα πληττόμενα κράτη να αναθεωρήσουν στρατηγικούς σχεδιασμούς πολλών δεκαετιών.

Στην Αθήνα η κυβέρνηση μεταδίδει την αισιοδοξία της για την άρση της διπλωματικής απομόνωσης της χώρας, και ταυτόχρονα βιάζεται να κλείσει τη συμφωνία με την τρόικα, προκειμένου να εκταμιευθεί η δανειακή δόση των 31,5 δισ. ευρώ. Η χρονική πίεση δημιουργεί το δικό της κλίμα, μια αίσθηση επείγοντος, αποσπασμένη από το πραγματικό περιεχόμενο της συμφωνίας: ας επιτέλους κλείσει η διαπράγματευση, κι ας είναι ό,τι να ‘ναι, θα κάνουμε ό,τι πείτε.

Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ χειρότερη. Το εμπροσθοβαρές πακέτο περικοπών και υπερφορολόγησης ―9 δισ. σε μία χρονιά― ουσιαστικά αποσύρει από την αφυδατωμένη αγορά περίπου το 5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, ένα δυσβάστακτο βάρος για άτομα και επιχειρήσεις. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι διαλυμένοι μηχανισμοί του κράτους θα μπορέσουν να εισπράξουν αυτά τα χρήματα, πολύ περισότερο που τα ζητούν από τις ήδη εξουθενώμενες ομάδες πληθυσμού, μισθωτούς, συνταξιούχους και μικροεπαγγελματίες. Τα μεγάλα εισοδήματα και το μαύρο χρήμα δεν θίγονται ― κι αυτό το επαναλαμβάνουν διαρκώς οι ηγέτες των κρατών και οργανισμών που συμμετέχουν στον ελληνικό δανεισμό.

Η συγκρατημένη αισιοδοξία από την όψιμη συμπάθεια ξένων ηγετών προς την Ελλάδα δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη δεινή θέση της τρικομματικής κυβέρνησης: πιθανότατα θα ψηφίσει τα μέτρα στη Βουλή, αλλά δεν θα μπορέσει να τα εφαρμόσει. Η είσοδος στην κυβέρνηση προσώπων από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ δεν θα της προσφέρει επιπλέον νομιμοποίηση· αντιθέτως, θα της προσθέσει τη ραγδαία φθορά του ΠΑΣΟΚ, και την προσωπική κατάρρευση του αρχηγού του, και την αστάθεια της ΔΗΜΑΡ.

Η πολιτική αστάθεια όμως δεν προέρχεται τόσο από τα κομματικά γραφεία και τις προσωπικές αδυναμίες, όσο από την κατάκοπη κοινωνία. Σύγχυση, φόβος, παραίτηση, απόγνωση, αλλά και βία κυριαρχούν σταδιακά στον δημόσιο χώρο· η έλλογη συμπεριφορά και η συλλογικότητα υποχωρούν. Η έλευση του χειμώνα, με τις αυξημένες υλικές απαιτήσεις, θα επιδεινώσει την απαισιοδοξία. Ηδη σε συνελεύσεις πολυκατοικιών αποφασίζουν να μην προμηθευτούν πετρέλαιο θέρμανσης λόγω αδυναμίας πολλών ενοίκων. Οι δυσλειτουργίες ζωτικών υποσυστημάτων του κράτους, π.χ. στα σχολεία και τα νοσοκομεία, σωρεύονται και πολλαπλασιάζονται. Αναμενόμενο: οι κρατικές λειτουργίες θα απορροφούν περίπου το 35% του ΑΕΠ, έναντι του 42% που είναι ο μέσος όρος στην Ευρώπη. Κι αυτό το 35% λογαριάζεται πλέον στο συρρικνωμένο ΑΕΠ, που θα φτάσει τα 171 δισ. ευρώ στο τέλος του χρόνου, από τα 210 δισ. του 2007. Με τόσο μεγάλες και τόσο απότομες περικοπές, κανένα κράτος δεν αντέχει.

Το ύστατο πλήγμα που απειλεί τα μικρομεσαία στρώματα είναι η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, που θα προκαλέσει το ενδεχόμενο κύμα πλειστηριασμών για ακίνητα μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων. Οι τράπεζες επιθυμούν να διαγράψουν τα επισφαλή δάνεια δια της τιτλοποίησης και πώλησής τους. Η συνεπαγόμενη απαξίωση της ακίνητης περιουσίας, σε συνδυασμό με την υπερφορολόγήσή της, θα επιταχύνει τη διαδικασία πληβειοποίησης του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Ανεργία, μείωση εισοδήματος, υπερφορολόγηση, απαξίωση ή κατάσχεση κατοικίας: Οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες είναι απρόβλεπτες.

Η Σύνοδος Κορυφής των ηγετών της ευρωζώνης απέφερε για τη χώρας μας ό,τι ανεμένετο: μια δήλωση συμπαθείας και στήριξης στις προσπάθειες δημοσιονομικής συμμόρφωσης προκειμένου να διασφαλιστεί το μέλλον της Ελλάδας στην ευρωζώνη. Η τελευταία διαπίστωση είναι και η πιο σημαντική: το ανακοινωθέν συνδέει ευθέως την εκτέλεση ενός δυσεφάρμοστου προγράμματος με την παραμονή στην ευρωζώνη. Παρ’ όλες λοιπόν τις ευχές των κ.κ. Μέρκελ, Ολάντ και Μόντι για μη αποκοπή της χώρας από το ευρώ, καμία δέσμευση δεν αναλαμβάνεται κατηγορηματικά· οι ηγέτες εξακολουθούν να ζυγίζουν τα λόγια τους και να παραπέμπουν στην έκθεση της τρόικας για την εκταμίευση της καθυστερημένης δόσης.

Πέρασε ένας ολόκληρος χρόνος, αφότου εκλεγμένος Ελληνας πρωθυπουργός συμμετείχε σε Σύνοδο Κορυφής. Ολο αυτό το διάστημα η Ελλάδα ήταν ουσιαστικά απούσα από κάθε συζήτηση και διαπραγμάτευση κορυφής. Σε αυτό το διάστημα η Ελλάδα αναδιάρθρωσε μέρος του χρέους, υπέγραψε δεύτερο Μνημόνιο, άλλαξε τρεις κυβερνήσεις. Το κόστος είναι βαρύτατο: πολιτική αστάθεια και κοινωνία στο όριο θραύσεως. Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς μετέφερε αυτή την πραγματικότητα στους εταίρους: η χώρα δεν αντέχει άλλο, οι νεοναζί καταγράφονται σαν τρίτο κόμμα, το κρατικό ταμείο αδειάζει εντελώς στις 16 Νοεμβρίου.

Βεβαίως κάτι φαίνεται να αλλάζει. Οι κ.κ. Μέρκελ, Ολάντ και Μόντι αναγνωρίζουν ότι η Ελλάδα έχει ραγίσει, σπάει. Η Γερμανίδα καγκελάριος επισκέφθηκε τη χώρα, σε μια συμβολική πράξη συμπαράστασης· σπεύδουν εν συνεχεία ο Γάλλος και ο Ιταλός πρωθυπουργός. Καθυστερημένη η μεταστροφή, αλλά ίσως να μην είναι υπερβολικά αργά, εφόσον τα λόγια συμπάθειας μετατραπούν εγκαίρως σε πράξεις ουσιαστικής στήριξης της χώρας ώστε να βγει εγκαίρως από τη θανάσιμη παγίδα της ύφεσης και της εσωτερικής υποτίμησης. Εγκαίρως. Και όχι υπό τους παρόντες όρους ασφυξίας. Διαφορετικά το αδύναμο ΝΑ άκρο της ευρωζώνης θα βυθιστεί, παρασύροντας και τους ολιγωρούντες εταίρους.

[…]

Μέσα σε δύο χρόνια, η ελληνική μεσαία τάξη, απέραντη και αδιαφοροποίητη, είδε να καταστρέφεται ανεπανόρθωτα η συνθήκη ευπρεπούς διαβίωσης και να απειλείται η συνθήκη αξιοπρεπούς επιβίωσης. Η κατάσταση ραγδαίας αποπτώχευσης επιδεινώνεται από την απουσία κοινωνικού διχτυού προστασίας και από την ταυτόχρονη αποδυνάμωση του κράτους λόγω δημοσιονομικής αποστράγγισης.

Αυτή η απότομη μετάπτωση των υλικών προϋποθέσεων του βίου δεν είναι δυνατόν να απορροφηθεί ομαλά· το ένστικτο επιβίωσης αφυπνίζεται βίαια και εκβάλλει ορμητικά, ανά πίδακες: σαν αγανάκτηση, σαν τυφλή οργή, σαν φόβος, σαν απόγνωση. Την πολυτέλεια της έλλογης αντίδρασης έχουν πλέον μόνο όσοι διατηρούν την εργασία τους, κάποια υλικά αποθέματα: αυτοί διαπνέονται από φόβο, μήπως χάσουν και αυτά τα λίγα που διαθέτουν. Ως εκ τούτου ο φόβος μετριάζει την οργή και υπαγορεύει μια συμπεριφορά πιο συντηρητική. Οι υπόλοιποι, όσοι δεν έχουν να χάσουν τίποτε, διότι τα έχουν χάσει όλα, δεν έχουν καν την πολυτέλεια της οργής: παραδίδονται στην απόγνωση.

Η διάκριση θυμικού – λογικής άρα, που ακούγεται τώρα σαν ερμηνευτικό σχήμα του θρυμματισμένου και πολωμένου πολιτικού τοπίου, πρέπει να τεθεί ορθότερα με τέτοιους όρους: φόβος – απόγνωση. Οσοι μπορούν ακόμη να νιώσουν φόβο κι όσοι είναι τόσο απελπισμένοι που δεν φοβούνται τίποτε χειρότερο.

Ισως είναι άκαιρο, αλλά ας το επιχειρήσουμε: Κάτω από το υλικό ρήγμα, το ρήγμα στη βιοτή και στην ύπαρξη, χάσκει κι άλλο ρήγμα πιο σκοτεινό και βαθύ· ρήγμα στην κοινωνική συνοχή, στην αίσθηση του συνανήκειν, ρήγμα πολιτισμικό και ψυχικό. Η ραγδαία επιδεινούμενη ανισότητα καταδεικνύει νέους ταξικούς διαχωρισμούς, με πρωτοφανή ένταση, τέτοια που η νεοελληνική κοινωνία δεν θυμόταν επί σχεδόν μισό αιώνα. Ο διαχωρισμός μάλιστα βιώνεται ψυχικά όχι μόνο βάσει της διάκρισης “έχοντες και μη έχοντες”, αλλά πολύ βαθύτερα, στο πεδίο της γυμνής ύπαρξης: σαν διάκριση μεταξύ αυτών που σώζονται και αυτών που βουλιάζουν. Αυτή η ελλοχεύουσα διάκριση δρα σαν βόμβα διασποράς στο κοινωνικό σώμα, στο μέτρο που θραύει τις συμβατικές κοινωνικές αναπαραστάσεις και μετασχηματίζει βίαια τη συλλογική ψυχή.

Μετά το κατώφλι του φόβου, στην περιοχή της απόγνωσης, αίρονται οι αυτοπεριορισμοί, οι αναστολές, οι ενοχές, οι μετουσιώσεις των αρχέγονων ενορμήσεων, όλα τα σχήματα που παράγουν πολιτισμό. Τώρα ο πολιτισμός, ο δύσθυμος πολιτισμός της πτώχευσης και της χρεοκοπίας του βίου, προσλαμβάνεται σαν πηγή δυστυχίας. Σε κατάσταση αθυμίας, σε υπαρξιακό limbo, όταν η ύπαρξη βιώνεται σαν διαρκές ρήγμα και πτώση, χωρίς προσδοκία φωτός, όλα μπορούν να συμβούν.

Κάπως έτσι μπορεί να αναγνωσθεί η λεγόμενη ακραία πολιτική συμπεριφορά, η ακραία ψήφος λόγου χάριν, η ψήφος εναντίον του συστήματος ― ό,τι κι αν εννοεί σύστημα ο εκλογέας μέσα σε τέτοια θυμική-υπαρξιακή καταιγίδα. Κάπου εκεί θα ανιχνεύσουμε το υλικό υπόστρωμα της πολιτικής αστάθειας: σε ένα κοινωνικό σώμα που το διατρέχουν ηλεκτρικά φορτία φόβου και απόγνωσης.

Ενώπιον αυτής της πολυρηγμάτωσης υπάρξεων και συνειδήσεων, τα καθήκοντα όποιας ηγεσίας αναδυθεί, όποιας κυβέρνησης προκύψει από την εκλογή της 17ης Ιουνίου, είναι τεράστια και πολύμορφα. Το πιο επείγον όμως είναι η άμεση υλική ανακούφιση των απελπισμένων και η ψυχική τους επανασύνδεση με το σώμα των επιπλευσάντων. Αυτή είναι η ουσιώδης επαναδιαπραγμάτευση: η ανάκτηση της ανθρωπιάς. Τα θύματα της κρίσης δεν είναι οι ανάξιοι, οι χειρότεροι, οι απόβλητοι, όπως πιθανότατα αισθάνεται ένας νοικοκύρης οικογενειάρχης που έμεινε άνεργος. Ο κοινωνικός βίος δεν είναι άλογος, δεν είναι αρένα μίσους, δεν είναι το χομπσιανό σύμπαν του bellum omnium contra omnes: αυτό πρέπει πρώτα να αποκατασταθεί.

Αυτή η αποκατάσταση, που τίποτε δεν έχει να κάνει με αποκατάσταση της παλαιάς ερειπωμένης τάξης, είναι δυνητικά έναρξη αναγέννησης. Είναι οι σπίθες μες στη στάχτη.

Πιστεύουμε ότι κάθε ψήφιση Μνημονίου, Μεσοπρόθεσμου κ.λπ. είναι ιστορική και κορυφαία στιγμή, τελική. Δεν είναι. Πάντα υπάρχει μια ακόμη πιο ιστορική και κορυφαία ψήφιση, ενός ακόμη πιο ιστορικού νόμου, που θαμπώνει περαιτέρω το παρόν και δεσμεύει ακόμη περισσότερο μέλλον για τις επερχόμενες γενιές. Τέτοια ήταν η χθεσινή νύχτα. Κορυφαία στιγμή, έως ότου έρθει μια άλλη.
Και θα έρθει. Με το κούρεμα και τη νέα δανειακή σύμβαση η Ελλάδα αγοράζει χρόνο, πανάκριβα. Αλλά αυτό το απόθεμα θα εξαντληθεί γρήγορα, όσο γρήγορα εξαντλήθηκε ο χρόνος σωτηρίας του πρώτου Μνημόνιου. Ας είμαστε έτοιμοι λοιπόν και γι΄ άλλες ιστορικές νύχτες, με αγωνία και κρίσιμες αποφάσεις, πολύ σύντομα. Κι ας είμαστε έτοιμοι και για πολλές αργόσυρτες ημέρες και νύχτες, που δεν θα περιέχουν κορύφωση και δράμα, αλλά θα περιέχουν δυσχέρεια και πόνο.

Διότι είναι οδυνηρά πρόδηλο πλέον ότι τα αδιέξοδα του πολιτικού συστήματος, οι φούσκες της φαυλοκρατίας και της κλεπτοκρατίας, μετακυλίονται ταχύτατα και με σφοδρότητα επί της κοινωνίας. Αυτές τις μέρες παρακολουθούμε live και σε real time, από τα ηλεκτρονικά και ψηφιακά μέσα, την τήξη πολιτικών προσώπων, κομμάτων και συστημάτων. Μαζί τους τήκονται νοοτροπίες, βεβαιότητες, τρόποι ζωής και εργασίας, εξαερώνεται όλο το κοινωνικό συμβόλαιο που συνείχε ανθρώπους και θεσμούς. Κάποιοι πολιτικοί μάλιστα χθες, την υστάτη ώρα, βρεγμένοι, καμένοι, αποτόλμησαν κάποια ίχνη αυτοκριτικής για την παρελθούσα τριακονταετία. Εως και αυτό: Αποτύχαμε, δεν φτιάξαμε κράτος, δεν σχεδιάσαμε παραγωγή. Αλλά ποιος το λέει αυτό; Το λένε τα πρόσωπα που όλη τη συγκεκριμένη τριακονταετία κυβέρνησαν τη χώρα, ήσαν υπεύθυνοι για τη λειτουργία του κράτους και το σχεδιασμό της παραγωγής. Ακόμη και οι αυτοκριτικές διαπιστώσεις τους λοιπόν ηχούν τώρα κούφιες, άνευ αντικειμένου. Και επιπλέον, είναι αργά, πολύ αργά.

Η κρίση επιταχύνει εντυπωσιακά την κατάρρευση του πολιτικού συστήματος και οδηγεί αναπόφευκτα σε πολιτική αστάθεια. Το δικομματικό σύστημα, επί του οποίου στηρίχτηκε η Τρίτη Ελληνική Δημοκρατία, πνέει τα λοίσθια, τουλάχιστον όπως το ξέραμε έως σήμερα. Το ΠΑΣΟΚ φαίνεται ότι θα συντριβεί εκλογικά, υπό το βάρος της διαχείρισης του Μνημονίου. Παρόμοια φθορά απειλεί και τη Νέα Δημοκρατία, μετά τη στήριξη που πρόσφερε στη δεύτερο Μνημόνιο χθες. Η πολυκομματική Βουλή που προδιαγράφουν οι δημοσκοπήσεις ασφαλώς θα εκφράζει τη λαϊκή βούληση, αλλά είναι σαφές ότι οποιαδήποτε κυβέρνηση προκύψει, αφενός, θα είναι κυβέρνηση συμμαχίας, αφετέρου, θα κινδυνεύει να «καεί» πολύ σύντομα, με δεδομένα τα σκληρότατα μέτρα που θα είναι υποχρεωμένη να εφαρμόσει.

Η πολιτική αστάθεια φέρνει αποσταθεροποίηση του κράτους ― ζούμε ήδη τη χαλάρωση ή και τη δυσλειτουργία κρατικών δομών απαραίτητων για ομαλή διαβίωση. Ακόμη χειρότερα, ρηγματώνεται το κοινωνικό σώμα, το οποίο ήδη επί δύο χρόνια υποφέρει από την ύφεση και τη φτωχοποίηση, και έχει χάσει την εμπιστοσύνη του όχι μόνο στο πολιτικό σύστημα αλλά και στους θεσμούς. Αυτή η ρηγμάτωση είναι το πιο ανησυχητικό σύμπτωμα της κρίσης: η ραγισμένη κοινωνία αντιδρά εντελώς απρόβλεπτα, και αυτοκαταστροφικά, όταν οι μόνες δυνάμεις που την κινούν είναι η απόγνωση και η τυφλή οργή, όταν το πολιτικό σύστημα δεν της παρέχει σχέδιο και ελπίδα.

Η Ελλάδα ψήφισε χθες το Μνημόνιο ΙΙ, ένα σχέδιο δυσβάστακτο, το οποίο της επεβλήθη, χωρίς η ίδια να το έχει διαπραγματευτεί και χωρίς βέβαια να έχει εκπονήσει ένα εναλλακτικό σχέδιο. Στην κρισιμότερη ίσως στιγμή της μεταπολεμική ιστορίας της, η Ελλάδα φάνηκε απροετοίμαστη και ανίκανη να υπερασπιστεί τον εαυτό της, να δώσει μάχες, να διασώσει κάποια ράκη αξιοπρέπειας. Η αποτυχία βαρύνει κυρίως την ανίκανη ηγεμονεύουσα ελίτ, αλλά και τον λαό που την ανέχθηκε και την έθρεψε. Η ήττα επιπλέον έδειξε ότι την ανικανότητα της ελίτ πολλαπλασιάζει εφιαλτικά η υποτέλεια της, πνευματική και ψυχική, μαζί με την ιδιοτέλειά της. Η πολιτική τάξη στην πλειονότητά της είναι υποτελής ψυχοπνευματικά και υπαρξιακά στον ξένο παράγοντα, και ασκεί εξουσία αναπαράγοντας τούτη την εξάρτησή της. Η ιστορική συγκυρία βοήθησε την υποτελή ελίτ να συγκαλύψει την ανικανότητα και την ανυπαρξία της, έως ότου προσέκρουσε στην διεθνή κρίση, και τότε φάνηκε ανήμπορη ακόμη και να διαπραγματευτεί στοιχειωδώς την τύχη της χώρας και του λαού.

Τώρα βρισκόμαστε σε ένα μεταίχμιο. Το παλαιό ξεψυχάει αφήνοντας πίσω του ερείπια και στάχτες. Το μέγα ζητούμενο, το απολύτως αναγκαίο, είναι ακριβώς να μη θαφτεί η κοινωνία από ερείπια και στάχτες. Να τα αποφύγει, να τα ελαχιστοποιήσει, να επηρεαστεί όσο το δυνατόν λιγότερο από την κατάρρευση του παλαιού καθεστώτος. Και οπωσδήποτε να βρει επειγόντως τις δυνάμεις και τη διαύγεια να αναδείξει νέα πρόσωπα, νέα σχήματα, νέες ιδέες για την Ελλάδα που θα ανατέλλει μέσα από τις στάχτες της. Αυτό δεν θα συμβεί αύριο, αλλά είναι ανάγκη να συμβεί μεθαύριο, δηλαδή όσο θα τρέχει ο πανάκριβος χρόνος του Μνημονίου ΙΙ, ο αγορασμένος με αίμα και δάκρυα.

Ηδη πολλοί Ελληνες σκέφτονται, συνομιλούν, βρίσκονται, κινούνται, πράττουν, σε μικρές παρέες, σε μικρούς κύκλους που διαρκώ ς μεγαλώνουν και αρχίζουν να εφάπτονται, να τέμνονται. Οι μικροκύκλοι αυτοί μεγαλώνουν διαρκώς, και τα ρυάκια συγκλίνουν. Χρειαζόμαστε επειγόντως το ποτάμι.

Το καλοκαίρι θα περάσει με βαριά αναμονή. Κανείς δεν ξέρει με τι θα μοιάζει το τοπίο τον Σεπτέμβριο, κανείς δεν είναι σε θέση να προγραμματίσει τη δουλειά του και το βίο του σε βάθος χρόνου πέραν μερικών εβδομάδων. Ολος ο κόσμος δίνει ραντεβού για αυτό τον άδηλο, απειλητικό Σεπτέμβριο· σαν να ζητά μια ανάπαυλα τώρα, να πάρει μια ανάσα, να μαζέψει τη σκέψη του και το κουράγιο.

Ολόκληρο το άρθρο

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.029.898 hits