You are currently browsing the tag archive for the ‘συντεχνίες’ tag.

Aπό το 2010 ώς την αρχή του 2015 αλλάξαμε πολύ. Οχι μόνο ατομικά, αλλά και συλλογικά, σαν κοινωνία. Για πολλούς, η κρίση βιώθηκε σαν καταστροφή· έχασαν τη δουλειά τους, είδαν την επιχείρησή τους ή το επιτήδευμά τους να φθίνει, δεν καταφέρνουν να τα φέρουν βόλτα, αισθάνονται ότι χάνουν την αξιοπρέπειά τους. Για πολλούς περισσότερους η κρίση σήμανε την συρρίκνωση των προσδοκιών και την αδυναμία σχεδιασμού του μέλλοντος, σήμανε την είσοδό τους σε μια περιοχή φόβου και επισφάλειας, ακόμη κι αν διατηρούν τη δουλειά τους, ακόμη κι αν μπορούν να συντηρήσουν κάποιο ευπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Για μια μερίδα, μάλλον την πιο ολιγάριθμη, η κρίση δεν άλλαξε τις ορίζουσες του βίου, αλλά ακόμη κι αυτοί κατά βάθος δεν έχουν μείνει ανέπαφοι συναισθηματικά και διανοητικά.

Ολες αυτές οι ατομικότητες, διαφοροποιημένες ποιοτικά και με διαφορετική ένταση, επηρεαζόμενες από εξωχώριες επιδράσεις, από καχεκτικούς θεσμούς προστασίας και δικαιοσύνης, συνθέτουν στην αυγή του 2015 μια κοινωνία πολύ διαφορετική από την κοινωνία προ του 2010. Πρόκειται καταρχάς για μια κοινωνία που έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό τις αυταπάτες και τα αυτονόητα της προ κρίσης εποχής· ταυτοχρόνως, έχει κλονιστεί το αξιακό σύστημα, έστω αυτό της άκοπης ευμάρειας και της πίστης στην γραμμική πρόοδο, μαζί ωστόσο με θεμιτές προσδοκίες και κανονικότητες, ιστορικά θεμελιωμένες. Το έδαφος τρέμει.

Και πρόκειται επίσης για μια κοινωνία που χαράζεται από καινοφανείς ταξικές τομές: το απέραντο μικρομεσαίο πλήθος διασπάστηκε βίαια και αιφνιδιαστικά, σε πολλών ειδών ομάδες: ολοσχερώς αδύναμους, νεόπτωχους, χρόνια άνεργους, επισφαλείς, μερικώς απασχολούμενους, συντηρούμενους με συντάξεις γονέων, προσωρινά σωζόμενους, διασωθέντες.

Ολες τούτες οι φανερές υλικές αλλαγές, και οι άδηλες ψυχοδιανοητικές μαζί, οδηγούν αναπόδραστα σε έναν καινοφανή ρευστό κοινωνικό σχηματισμό, με νέες ορίζουσες και νέους διαχωρισμούς, ο οποίος αναζητεί σύστοιχες πολιτικές εκφράσεις. Η μετατόπιση είναι φανερή ήδη από τις διπλές εκλογές του 2012, ιδίως τον Μάιο, όταν κονιορτοποιήθηκε το παλαιό πολιτικό σύστημα και άλλαξε όλη η γεωγραφία της Μεταπολίτευσης. Θα ήταν σφάλμα να αποδώσουμε την τέτοιας έκτασης αναδιάταξη μόνο σε οργή, αγανάκτηση ή τιμωρητική διάθεση.

Μια σκέψη για το άμεσο μέλλον. Μάθαμε να λέμε μετά το κραχ του 2008, ότι η πολιτική υπακούει στα κελεύσματα και τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις των αγορών. Κάποιοι συγγραφείς το περιγράφουν ως μεταδημοκρατία και, πρόσφατα, ως τυραννία των μεγάλων εταιρειών. Υπάρχει μια επιπλέον διάσταση: η πολιτική έχει μετατραπεί σε διαμάχη ομάδων συμφερόντων, έχει χάσει τον καθολικό και ενοποιητικό της χαρακτήρα. Κάθε ομάδα συμφερόντων, λόμπι ισχυρών ή συντεχνία, διεκδικεί για λογαριασμό της μια προνομιακή μερίδα παροχών του κράτους πρόνοιας ή των κρατικών επενδυτικών πόρων, και κατά τη διεκδίκηση αυτή αποκλείει όχι μόνο κάθε άλλη ομάδα, αλλά, ακόμη χειρότερα, αποκλείει τη δυνατότητα να αρθρωθεί ένας καθολικός πολιτικός λόγος, να διατυπωθούν διεκδικήσεις με οικουμενικό χαρακτήρα, που θα αφορούν ολόκληρη την κοινωνία και όχι μεμονωμένες ομάδες. Ο συντεχνιασμός, τα προνόμια προστατευμένων θυλάκων, τα ολιγοπώλια, η νομή της εξουσίας και των δημόσιων πόρων από αυτοαναπαραγόμενες ελίτ, ο κατακερματισμός εντέλει του κοινωνικού σώματος, είναι αιτίες της κρίσης που θα πρέπει να αρθούν.

Η έξοδος από την κρίση δεν εξαρτάται μόνο από τη ρύθμιση του χρέους· εξαρτάται πρωτίστως από την λυσιτελή πολιτική έκφραση των νέων κοινωνικών υποκειμένων και από την αποτελεσματική σύνθεση των επιμέρους θεμιτών διεκδικήσεων σε μια πανεθνική επιδίωξη, με αξίωση καθολικότητας, με φιλοδοξία διάρκειας και μακράς πνοής.

Η πρωτοφανής κρίση που πλήττει την Ελλάδα, ακόμη κι ενταγμένη στο διεθνές περιβάλλον κρίσης, καταδεικνύει εγχώριες αδυναμίες και ασθένειες του πολιτικού συστήματος, του δημόσιου βίου, της παραγωγικής δομής. Σχεδόν όλοι κάνουν λόγο για το τέλος της μεταπολίτευσης· πολλοί μάλιστα σπεύδουν να εντοπίσουν όλες τις πηγές της κρίσης στη συγκεκριμένη ιστορική περίοδο και στις νοοτροπίες που αναπτύχθηκαν. Κάποιοι φτάνουν να υποστηρίζουν ότι όλη η μεταπολίτευση ήταν ένα τεράστιο και διαρκές σφάλμα· ο τρόπος που έζησαν και πολιτεύθηκαν οι Ελληνες οδηγούσε αναπόδραστα στην παρούσα καταστροφή.

Ηταν όλη η μεταπολίτευση ένα λάθος; Πήραμε τη ζωή μας λάθος; Υπάρχει καταφανής ανάγκη για αυτοκριτική και αναχώνευση των όσων ζήσαμε μετά το 1974. Η ανάλυση και κατανόηση είναι το πρώτο βήμα για ανάκαμψη και υπέρβαση της κρίσης. Χρειάζεται όμως προσοχή: η σφοδρότητα των συμβαινόντων θολώνει την κρίση· ο πόνος, η οργή, η κατάπληξη μπορεί να οδηγούν σε βιαστικά συμπεράσματα, σε ισοπεδωτικές κρίσεις, σε μαζικές απορρίψεις. Αναλύοντας τα τερατώδη λάθη της μεταπολίτευσης μπορεί να οδηγηθούμε σε άλλα τερατώδη λάθη, αναλόγως μοιραία.

Ενα πρώτο λάθος σε αυτή την σαρωτική κριτική της μεταπολίτευσης είναι η αυθαίρετη και αδιαφοροποίητη περιοδολόγηση: η πτώση της δικτατορίας είναι αναμφίβολα ένα πολιτικό ορόσημο, αλλά οι κοινωνικές και ιδεολογικές διεργασίες δεν ξεκίνησαν αιφνιδίως το 1974 ούτε διακόπηκε όλη η ζωή το 1967. Πολλές κοινωνικές διεργασίες που είχαν αρχίσει στη δεκαετία του ’60 έχασαν την ορμή τους με το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου, αλλά δεν εξαφανίστηκαν· άλλαξαν κοίτη και δυναμική. Εξάλλου μέσα στην επταετία εμφανίζονται καινοφανείς συμπεριφορές, αναδύονται νέες κοινωνικές ομάδες ευνοημένων, αρχίζει να εμπεδώνονται νέες τάσεις καταναλωτισμού και διασκέδασης. Η χώρα μπορεί να υπέφερε από έλλειψη πολτικών ελευθεριών, αλλά δεν ήταν στεγανή στα μηνύματα της διεθνοποιημένης ποπ κουλτούρας, ούτε καν στο πνεύμα αμφισβήτησης του Μάη ’68 και των χίππις.

Υπό αυτή την έννοια, πολιτισμικά και κοινωνικά η «χαμένη άνοιξη» του ’60 προβάλλει μέσα στην επταετία 1967-74: τα λαϊκά-εργατικά στρώματα συνεχίζουν να μικροαστικοποιούνται, η ανοικοδόμηση και η αστυφιλία εντείνονται, η κοινωνική κινητικότητα συνεχίζεται απρόσκοπτα. Η δωρεάν παιδεία, η επέκταση της μέσης εκπαίδευσης και τα πανεπιστήμια προσφέρουν στα παιδιά των ασθενέστερων στρωμάτων όχι μόνο μόρφωση και επαγγελματική κατάρτιση, αλλά και τα ασφαλή μέσα για κοινωνική-οικονομική άνοδο. Και ακριβώς αυτή η πληθυσμιακή ομάδα με τα ρευστά κοινωνικά χαρακτηριστικά, οι απρόβλεπτοι φοιτητές, θα διαδραματίσουν ρόλο καταλύτη στις πολιτικές εξελίξεις όταν η χούντα θα έχει πια κουραστεί.

Οι φοιτητές, περιβεβλημένοι την αίγλη της αντιδικτατορικής αντίστασης και του Πολυτεχνείου, θα πρωταγωνιστήσουν και τα πρώτα χρόνια μεταπολιτευτικά χρόνια: από τις τάξεις τους θα αντλήσουν νέο αίμα τα αριστερά κόμματα, τα οποία επανέρχονται στο προσκήνιο της νομιότητας αποδεκατισμένα και γερασμένα, έχοντας χάσει επαφή τόσο με την μεταλασσόμενη ελληνική κοινωνία, όσο και με τα νέα πολιτιστιτικά ρεύματα του ’60-’70. Μαζί τους οι ποικίλης προέλευσης και νοοτροπίας αντιστασιακοί.
Από αυτές τις δεξαμενές, και από τη δεξαμενή του προδικτατορικού ανδρεϊκού Κέντρου, θα αντλήσει στελέχη και ιδεολογία το ΠΑΣΟΚ, συγκροτούμενο γύρω από τη χαρισματική και ριψοκίνδυνη προσωπικότητα του αρχηγού του Ανδρέα Παπανδρέου. Το ΠΑΣΟΚ εξέφρασε το προειρηθέν συνεχές, από το ’60 ώς το ’80, συμπεριλαμβάνοντας στους κόλπους του νοοτροπίες, συμπεριφορές, ιδέες και ήθη υπό διαμόρφωσιν, αλλά κυρίως τις πυρακτωμένες προσδοκίες των διευρυνόμενων και ανερχόμενων μικρομεσαίων. Το ΠΑΣΟΚ τους έδωσε όνομα, πρόσωπο και χώρο.

Το μικρομεσαίο πλήθος διεκδίκησε πρωταγωνιστική θέση στην κοινωνία με το σφρίγος του, με την ενισχυμένη οικονομική και επαγγελματική του θέση, και με την πανεπιστημιακή μόρφωσή του. Η συμβατικά ονομαζόμενη γενιά του Πολυτεχνείου και η αμέσως επόμενη γενιά της Μεταπολίτευσης απαρτίζονται εν πολλοίς από άτομα με πτυχίο ανώτατης σχολής. Εχουν από πολύ νωρίς εμπειρίες πολιτικών αναμετρήσεων, εξουσίας και διοίκησης. Αναπόφευκτα, αρκετοί απ’ αυτούς θα εισέλθουν στις πολιτικές και επιχειρηματικές ελίτ και θα τις ανανεώσουν εν μέρει. Μαζί τους θα κουβαλήσουν και τις αποσκευές της καταγωγής τους, μικροαστικής ή αγροτικής-επαρχιακής, τις πολιτιστικές αναζητήσεις τους, το γούστο τους. Ολα αυτά κυμαίνονται: από τη δημώδη και λαϊκή παράδοση, αμετουσίωτη ή περασμένη από τις επεξεργασίες της Γενιάς του ’30 και της ηττημένης μεταπολεμικής Αριστεράς, έως τα ελαφρολαϊκά και τα ντίσκο της χούντας, έως τη ροκ κουλτούρα που βαθμαία προβάλλει ηγεμονική στους νεότερους.

Μετά τη δεύτερη τετραετία του ΠΑΣΟΚ, και ιδίως μετά το άλλο μεταπολιτευτικό ορόσημο, το βρώμικο ’89, που συμπίπτει με την ιστορική πτώση του υπαρκτού σοσιαλισμού, όλα τα προηγούμενα ρευστά, ταξικά, ιδεολογικά, πολιτιστικά, συγκροτούνται σε μια νέα δυναμική. Το μικρομεσαίο πλήθος οργανώνεται σε συντεχνίες, με την παρότρυνση του ΠΑΣΟΚ και προς όφελός του: από εκεί και από το υπερτροφοδοτούμενο Δημόσιο και τις ΔΕΚΟ, το ΠΑΣΟΚ αντλεί στελέχη, νομιμοποίηση και ισχύ. Η Ευρώπη προσφέρει αφειδώς οικονομικούς πόρους για συνοχή και σύγκλιση. Η Νέα Δημοκρατία αντιγράφει το ΠΑΣΟΚ.

Το τελευταίο ορόσημο πριν την παρούσα πτώση, είναι η κορύφωση της φενάκης, από τα τέλη της δεκαετίας ’90, με την έκρηξη του Χρηματιστηρίου έως την ένταξη στην ευρωζώνη το 2002 και το καλοκαίρι της ολυμπιακή και ποδοσφαιρικής μέθης. Το 2004 το κύμα, που φούσκωνε από τη δεκαετία του ’60, έσκαγε αυτάρεσκα στον κόλπο της Ισχυράς Ελλάδος, δαφνοστεφούς και ευρωπαίας.

Εξι χρόνια αργότερα, το μικρομεσαίο πλήθος, πληβειοποιημένο και διαψευσμένο, έκαιγε την Αθήνα. Είχε περάσει μισός αιώνας.

«Απαγορεύεται να σου μιλάω». Στίχοι: Ντέλλα Ρουφογάλη. Μουσική: Χάρης Παμφίλης. Πρώτη εκτέλεση: Τόλης Βοσκόπουλος. Φωτ.: Η Ντέλλα με τον τότε σύζυγό της, υποστρατηγό Μιχάλη Ρουφογάλη, διοικητή της ΚΥΠ επί δικτατορίας.

Βλέπεις υπουργούς και πολιτικούς στις τηλεοράσεις να εξηγούν τα ανεξήγητα και να μοιράζουν υποσχέσεις και λεφτά. Είναι αργά, είσαι κουρασμένος, και κλείνεις τα μάτια· μπαίνεις σε τρανς. Τα ίδια λόγια θα μπορούσαν να τα λένε κωμικοί ηθοποιοί, διανθισμένα με καμιά πικάντικη ατάκα παραπάνω· και θα γελούσαμε μέχρι δακρύων. Δακρύζουμε και τώρα, ακούγοντας την μπαλαφάρα που παράγει φιλότιμα το πολιτικό προσωπικό, αλλά τα δάκρυα είναι θλίψης, απόγνωσης και οργής.

Ανοίγεις τα μάτια. Η Ελλάδα κομμένη σε φέτες. Οι αγρότες κατάλαβαν ότι η κυβέρνηση βρίσκεται στα γόνατα, και έκλεισαν εθνικές οδούς και σύνορα, ζητώντας επιδότηση τιμών. Η κυβέρνηση, γονατισμένη ηθικά και πολιτικά, πελαγωμένη οικονομικά, απαντά αμέσως στην πρόκληση προσφέροντας 500 εκατομμύρια και μερικές υποσχέσεις για τα θεσμικά. Η αναστάτωση κρατάει μερικές μέρες ακόμη, αλλά τελικά οι αγρότες αποσύρονται από τα μπλόκα.

Συνεχίζουμε με υποθέσεις, με πολύ πιθανά σενάρια. Λίγες ημέρες αργότερα, οι ταξιτζήδες τραβάνε χειρόφρενο. Κάτι ζητάνε κι αυτοί: λ.χ. αναπροσαρμογή του κομίστρου διότι δεν πέφτει η τιμή του πετρελαίου, για την οποία τιμή κατηγορούν οι πρατηριούχοι τα διυλιστήρια και απειλούν κι αυτοί να κλείσουν τις αντλίες κ.ο.κ. Η κυβέρνηση θα σπεύσει να ικανοποιήσει τους ταξιτζήδες· δεν θα τους δώσει χρήματα, αλλά θα τους παραχωρήσει άλλο προνόμιο: λ.χ. να φοροδιαφεύγουν.

Μόλις λύσουν την απεργία οι ταξιτζήδες, και πάει να επανέλθει σε κανονική ροή ο αστικός βίος, θα αρχίσουν απεργία οι ελεγκτές εναερίου κυκλοφορίας, οι οποίοι κρατιόντουσαν με τα δόντια. Κλείνουν τα αεροδρόμια, ακυρώνονται οι πτήσεις, απειλείται ο τουρισμός, ματαιώνονται διεθνή ματς, αμαυρούται η εικόνα της χώρας, τέτοια. Σπεύδει ο αρμόδιος υπουργός, βρίσκει κάτι λεφτά δανεικά, τα μοιράζει, τους λέει εμπιστευτικά “μη το μάθει όμως η Ευρωπαϊκή Ενωση”, ανοίγουν τα αεροδρόμια.

Ενώπιον μιας τόσο γονατισμένης και πρόθυμης κυβέρνησης, κι άλλοι κλάδοι μπαίνουν στο χορό, κλείνοντας οδούς, δημόσια καταστήματα, ζωτικές λειτουργίες. Νηπιαγωγοί, αγροφύλακες, τριμηνίτες υπάλληλοι ΚΕΠ, συμβασιούχοι αρχαιοφύλακες, κλιμακώνουν τον διάλογο με την κυβέρνηση, η οποία βγάζει κάθε τόσο ένα λαγό επιδοτήσεων από το καπέλο με τα δανεικά, και ικανοποιεί χειμαζόμενες παραγωγικές τάξεις.

Τέλος σεναρίου, επάνοδος στην πραγματικότητα. Η πραγματικότητα είναι πολλές. Κάθε επαγγελματική τάξη έχει τη δική της σκληρή πραγματικότητα, τη δική της αλήθεια. Απαιτεί το δικό της δίκιο, ακόμη κι αν αυτό στρέφεται εναντίον της υπόλοιπης κοινωνίας. Συχνά, η βία είναι η μόνο οδός δικεδίκησης για μια επαγγελματική ή κοινωνική ομάδα· βιαιοπραγεί λοιπόν κατά των υπολοίπων για ένα πρόσκαιρο κέρδος. Από τη μια τσέπη στην άλλη, κυκλικά, σε έναν κύκλο ιδιότυπου αυτοκανιβαλισμού: σου τα παίρνω, μου τα παίρνεις, δανειζόμαστε, αλληλοσπαρασσόμαστε.

Το κράτος ψελλίζει κάποτε κάτι αδύναμα, ελάχιστα πειστικά, περί κοινωνικού συνόλου, συνοχής κ.λπ., αλλά συνήθως, πιστό στην παράδοση πελατειακότητας, συνενοχής, αλληλοεξαχρείωσης, υποχωρεί, μπαλώνει όπως όπως την κουρελού του παρόντος και υποθηκεύει έτι περαιτέρω το μέλλον. 

Η κοινωνία συντίθεται από αλληλοσυγκρουόμενες ομάδες που αδυνατούν να αναγνωρίσουν τα κοινά τους συμφέροντα, να δράσουν από κοινού, να τηρήσουν ένα συμβόλαιο κοινής αποδοχής. Οι κοινωνίες δεν είναι βέβαια ομοιογενείς, ούτε τα συμφέροντα των ομάδων ταυτίζονται πάντα. Μια ποσότητα συγκρούσεων είναι αναπόφευκτη, συχνά και αναγκαία και ανανεωτική.

 Ωστόσο, μια κοινωνία που βρίσκεται μονίμως σε ακήρυκτο εμφύλιο με τον εαυτό της, με ομάδες που αλληλοπεριφρονούνται και δεν αλληλοαναγνωρίζονται, ακόμη κι όταν έχουν κοινά συμφέροντα, είναι κοινωνία κερματισμένη, αδύναμη, φιλάσθενη, επιρρεπής στην υποδούλωση. Είναι κοινωνία που υπόκειται εύκολα σε φθαρμένες και νοσογόνους ελίτ εξουσίας, ελίτ που χρησιμοποιούν την εξουσία τους όχι για να συνθέσουν και να ηγηθούν, όχι για να ενοποιήσουν και να σχεδιάσουν, αλλά για να διασπάσουν ακόμη βαθύτερα τη συνοχή, να διαιρέσουν τις κοινωνικές δυνάμεις, ώστε να τις εξουσιάσουν ευκολότερα: σαν τρομαγμένο, κερματισμένο κοπάδι, και όχι σαν οργανωμένο σμήνος. Απέναντι σε μια κερματισμένη κοινωνία, που αντιδικεί με τον εαυτό της, που δεν γνωρίζει τον εαυτό της, που φέρεται σαν μάζα υπηκόων και ζητάει τα ψίχουλα της χρονιάς, η ελληνική πολιτική εξουσία κερδίζει την παρασιτική ύπαρξή της σπαταλώντας κεφάλαιο που δεν της ανήκει: μοιράζει το μέλλον της χώρας. Τζάμπα μάγκες όλοι: και οι ραγιάδες και οι αγάδες.

Ενα βλέμμα, Καθημερινή 01.02.2009

buzz it!

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.029.899 hits