Διάβαζα προσεκτικά ένα άρθρο σε κυριακάτικη εφημερίδα («Τέχνη και χρήμα (πολύ)»), για την τέχνη και το χρήμα. Ο συντάκτης του υποστηρίζει λίγο-πολύ ότι δεν υπάρχει εικαστική δημιουργία, τέχνη, εκτός αγοράς. Φέρνει παραδείγματα από το διεθνές παζάρι έργων τέχνης, στο οποίο διακινούνται δισεκατομμύρια και πλάθονται υπεραξίες, ταυτίζει την αγορά με την οικονομία, συμπεραίνει ότι η τέχνη δεν νοείται εκτός οικονομίας/αγοράς, για να καταλήξει ότι όσοι μιλούν για μια τέχνη εκτός αγοράς το κάνουν από μια επίμονη πίστη, μια ηθική στάση, με ιουδαιοχριστιανική μάλλον ρίζα.

Σκέφτομαι το ίδιο γυρισμένο απ’ τη φόδρα. Διακρίνω στο άρθρο καλή γραφή και αιχμηρό στυλ, μια κομψή υπεράσπιση του κυρίαρχου· αλλά πίσω από την κομψή πρόζα, διακρίνω επίσης σύγχυση ορισμών, μερίκευση εννοιών, αναγωγισμό, ταυτολογίες – εντέλει μια απολογητική του κυρίαρχου ως μοναδικού, ως του μόνου πραγματικού, με ταυτόχρονη απόκρυψη ή άγνοια του πολύπλοκου και πλούσιου τοπίου του 21ου αιώνα.

Ο αρθρογράφος Α. Ζενάκος κατ’ αρχάς ορίζει την τέχνη ως εικαστική, και μάλιστα τέχνη αντικειμένων που πωλούνται ακριβά, μια τέχνη προϊόντων commodities. Ετσι όμως στενεύει υπερβολικά το πεδίο· τίθεται εκτός ιστορικής προοπτικής, μάλιστα της προοπτικής του μοντερνισμού, ο οποίος μίλησε και μιλάει για μια τέχνη πέραν του αντικειμένου, για το πνευματικό και το υπερβατικό στην τέχνη (Κλέε*, Καντίνσκι, Μάλεβιτς) ή και το ξεπέρασμα της ίδιας της τέχνης (dada, situationnistes). Και φαίνεται επίσης να αγνοεί την τρέχουσα αναθεμελιωτική συζήτηση για το τι είναι καλλιτεχνικό προϊόν στην εποχή του ΥouTube, των peer to peer ανταλλαγών και των άπειρων μικροπαραγωγών που αναδιευθετούν και μετασχηματίζουν το παραδεδομένο καλλιτεχνικό υλικό με sampling και mashups – ως υποδειγματικοί μεταμοντέρνοι οικοτέχνες.

Εκτός του μοντερνιστικού παραδείγματος και εκτός της ζέουσας πραγματικότητας λοιπόν. Μα η τέχνη χωρίς τη σχέση της με την παράδοση (αμφίθυμη ή και πατροκτόνο σχέση), και χωρίς την καινοτομία, χωρίς τη διαπίδυση με τις επιστήμες και την τεχνολογία, ασφαλώς είναι commodity, είναι κάτι που θάλλει εντός αγοράς και μόνον εκεί, ουσιοκρατικά. Αλλά είναι τέχνη;

Η kitscherella του Κουνς ή του Χιρστ εμπεριέχει ειρωνικές χειρονομίες, εμπεριέχει το Λας Βέγκας και την Μπάρμπι, είναι ποπ φαντασμαγορία, ενδεχομένως παράγει υπεραξίες για τα funds των επενδυτών, αλλά δεν είναι τέχνη σήμερα. Ή, τουλάχιστον, είναι πολύ λιγότερο δραστική –η kitscherella– και επιδραστική και εμπορική, από τα δικτυακά βίντεο γκέιμ και τα mashups και τις ροκ συναυλίες. Σε σχέση με τη μαζικά διακινούμενη τέχνη της ψηφιακής ποπ σφαίρας, αυτή η τέχνη των εικαστικών σταρ είναι μικροσκοπικό niche market, είναι εκτός αγοράς… Είναι εκτός της πλανητικής δικτυακής διανομής.

Γυρνώ στον μοντερνισμό, στο αίτημά του για πνευματικότητα και υπέρβαση. Παρ’ όλο τον εγγενή μεσσιανισμό τους, τα αιτήματα αυτά φέρουν και απελευθερωτικό περιεχόμενο. Εντάσσονται σε ένα πολιτικό φιλοσοφικό σχέδιο που αναζητεί τα θεμελιώδη: μια κοινωνία χωρίς διαχωρισμό πνευματικού-υλικού, μια ζωή που βιώνεται σαν τέχνη, μια τέχνη που χορταίνει την υπαρξιακή και ψυχική δίψα. Το σχέδιο είναι ουτοπικό, μα όχι και αδρανές ή μη παραγωγικό· παρήγαγε και παράγει καινοτομίες, ρήξεις, επαναφορές· μετασχηματίζει συνειδήσεις και νοοτροπίες.

Η αγορά ακολουθεί την καινοτομία, σπεύδει να καλύψει το κενό από τη ρήξη, δεν παράγει. Ο τραπεζίτης Ροκφέλερ κατά τη σύσταση του Μουσείου Μοντέρνας Τέχνης παίρνει για σύμβουλο τον Καντίνσκι: ο αρχιερέας του πνευματικού συλλαμβάνει το κόνσεπτ του καθεδρικού των αστών για τον ύστερο 20ό αιώνα· ο πάπας του εννοιολογισμού Ντυσάν συμβουλεύει την Γκουγκενχάιμ για τη συλλογή της, η οποία παντρεύεται τον ντανταϊστή-σουρεαλιστή Ερνστ και τον εντάσσει στην αυλή με τα σκυλάκια της· η Βάντερμπιλτ Γουίτνεϊ χολιασμένη αγοράζει κοψοχρονίς όλους τους Χόπερ και στήνει το δικό της μουσείο. Οι σχέσεις είναι αμφίδρομες και αντινομικές, συχνά αυτοϋπονομευμένες, αλλά παραγωγικές· και πάντως δεν στήνουν μουσεία και συλλογές με όρους αγοράς των hedge funds. Μάλιστα, οι συλλογές αυτές συγκροτούνται για να καταστούν δημόσιες, για να διαχυθούν στη δημόσια σφαίρα· οι μεγιστάνες δεν κερδοσκοπούν με την τέχνη, αλλά με μετοχές, πετρέλαιο και χάλυβα.

Βάζω άνω τελεία. Υπάρχει και άλλη οικονομία εκτός της κυρίαρχης αγοράς· η οικονομία των δικτυακών ανταλλαγών και του Open Source, λ.χ., μορφώματα καινοφανή και ριζοσπαστικά. Και υπάρχει τέχνη εκτός αγοράς, εντός της παράλληλης καινοφανούς οικονομίας: ενδεχομένως, η πιο καινοτόμος και ενδιαφέρουσα. Πνευματικά.

Ένα βλέμμα, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 11.10.2007

εικον.: Δ. Χανιώτη

* «Δεν περιορίζομαι στο εδώ και τώρα – ανήκω τόσο στους νεκρούς, όσο και στους αγέννητους. Πιο κοντά στην καρδιά της δημιουργίας από τους περισσότερους, όχι όμως και αρκετά κοντά ακόμη.»Paul Klee, Ημερολόγια.

Further reading:

Χωρίς λεφτά ― με χαρά.

Φονικό από άγνοια.

Warning: Out of Memory (pdf, σελ. 24).

FUTURA blog: «Πολύ χρήμα, μικρό καλάθι (αξιών)».

Παραπέρα further:
Μια νύχτα στην εξοχή.

Η Αθήνα – στερεότυπα.

Περί τέχνης, αργά τη νύχτα.

Ο Αγριόγατος των Πεταλιών.

Καρδιά ξεγυμνωμένη.

buzz it!