Η νοσταλγία τυλίγει, διαπερνά τα κόκαλα, σαν το αγιάζι, θολώνει τα γυαλιά· αγλαϊζει και διηθεί, ξεγελά. Ο,τι θέλει κρατάει.
Κρατάς γεύσεις, μυρωδιές, ήχους, βουβές εικόνες, με χρώματα Kodachrome, σβησμένα, από μηχανή ινσταμάτικ. Τα χρόνια προβάλλονται ανάκατα μες στο παρόν, μεταποιούνται.
Δεκαετία ’60. Ελλάδα κι Απρίλης μαζί. Η θεία Μανταλένα, μια παιδίσκη, με τον άντρα της Δημήτρη, μας παίρνουν οικογενειακώς στον Μαραθώνα, στην παραλία. H επικράτεια της φελινικής κυρα-Ντίνας, του Τζιμάκου κλητήρα στο υπουργείο, του ατσίδα εραστή Νικολόπουλου που χαϊρισε στον Καναδά, του κουτού Χρηστάκη που άνοιξε βουλκανιζατέρ στη Λιοσίων, της Μαιρούλας που δερνότανε με τον χασάπη ― τα παιδιά δεν παίρνανε τα γράμματα.
Μικροκτήματα με κοτετσόσυρμα, οικίσκοι, λαϊκοαστοί ημιυπαίθριοι, που κουβαλιούνται με μικροσκοπικά γιώτα-χι, ή στις καρότσες. Τα βράδια κοιμούνται στρωματσάδα.
Ηταν νωρίς τότε το Πάσχα; Στα περιβόλια βασίλευαν οι αγκινάρες που έχουν μαβί λουλούδι. Στο δικό μας λιγοστές, δεν φτάναν για όλους; τη νύχτα επιδρομές σε μακρινούς μπαξέδες, περνούσαν τους ευέλικτους πιτσιρικάδες από τρύπες στο σύρμα, τα χοντρά κοτσάνια αντιστέκονταν στο μαχαίρι. Λατρεύω τις αγκινάρες.
Οι άντρες ανήμερα φοράνε γραβάτα, κι από πάνω πυτζάμα, ψήνουν. Πίνουν κρασί από νωρίς, λένε σόκιν, οι γυναίκες γελάνε αναμμένες και καπνίζουν εκτάκτως. Οι πιτσιρικάδες μυούνται στα αεροβόλα τουφέκια, ακούνε όλα τα 45άρια λαϊκά, αποστηθίζουν ετικέτες Odeon, Parlophon, His Master’s Voice, Columbia, Capitol, Music Box.
Κυκλάδες. Εδώ την άνοιξη βασιλεύουν τα βλαστάρια και τα κουκιά. Τα βρουβοβλάσταρα, πράσινα-κίτρινα κύματα σε ξερικές πλαγιές, σκιρτούν με πελαγίσιες αύρες, πλάι σε αιμάτινες παπαρούνες, σε μενεξελιά ανθάκια, σε πασχαλιές, σε παροξυσμό χρωμάτων εφήμερο που νικάει τώρα ξερολιθιές καφέ και γκρίζες, γρανίτες και γνεύσιους. Χέρι αλαφρό τσιμπάει τις κορφές, παίρνει μοναχά τα τρυφερά βλαστάρια, σε αυτό το νησί τα λένε πορίχια.
Στο κηπάριο της Ντελαγράτσιας, μία χεριά ψυχανθή, το λουλούδι τους λευκή πεταλούδα. Κουκάκια! αναφωνεί μαγεμένο το νήπιο.
Μαζί με τα χλωρά κουκιά, ζεματισμένα, δυο διαφορετικοί τόνοι του πράσινου, ένας λαμπρός, ένας θαμπός, φτιάχνουν το συναρπαστικό πιάτο της εβδομάδας των Παθών: μόλις πικρό, υπόξινο, μυστηριακό. Είναι οι χυμοί της γης.
Στον Μαραθώνα, στη Μύκονο, στη Σύρο, η ανθισμένη γη, αλίπληκτη, ολίγη, σε καλεί. Σου δίνει. Θα σε πάρει.
περιοδ. «Γαστρονόμος», ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 01.04.2007
εικονονογράφηση: Μανώλης Ζαχαριουδάκης
9 Σχόλια
Comments feed for this article
1 Απριλίου 2007 στις 7:15 μμ
Aθήναιος
Εξαιρετικό.
Κι εγώ λατρεύω τις αγκινάρες και τα κουκάκια ωμά με αλάτι ή φρέσκα, πρωτογιάχνι με το λάδι να «κορφιάζει πάνω από τη φρέσκια ντομάτα. Λατρεύω και τα λούπινα και τα σπαράγγια που μάζεψα για πρώτη φορά, ένα Πάσχα στην Αμοργό αν και τα σπαράγγια στα βουνά της Αρκαδίας είναι άλλο πράγμα.Και το φρέσκο σκόρδο που φυτρώνει αυτή την εποχή να το κάνεις τουρσί και τα φρέσκα κρεμμυδάκια με αρνάκι φρικασέ, το γνωστο «αρνάκι με τα κρεμμυδούλια» της Νάουσας, με το κόκκινο κρασί να ρέει ποτάμι.
2 Απριλίου 2007 στις 7:50 πμ
dimitris-r
«…η ανθισμένη γη, αλίπληκτη, ολίγη, σε καλεί. Σου δίνει. Θα σε πάρει».
Το διάβασα χτες!
Το μεσημέρι στο τραπέζι δυο χεριές απορίχια «χέρι αλαφρό (του πατέρα) τσίμπησε τις κορφές τους, ένα βραστό αβγό, βραστή πατάτα, λάδι και μια τηγανιά μπακαλιαράκια (της μάνας)!
Στο βάζο το βάγιο της Μαρίας που δεν μπόρεσε ν’ ακολουθήσει τη Βαϊφόρο φέτος λόγω ίωσης.
Κύκλος αγαπητέ, κύκλος!
2 Απριλίου 2007 στις 10:40 μμ
Helix Nebulae
Θα με ενδιέφερε η άποψη σας
Με συγχωρείτε για το spam. Δεν το συνηθίζω.
3 Απριλίου 2007 στις 2:41 μμ
scalidi
Απίθανο κείμενο. Μετρημένο σε ρυθμό ανοίξεως. Από κείνα που προτιμώ να διαβάζω και ίσως θα ήθελα να είχα γράψει.
Όσο για τα ανθάκια από τις βρούβες, εμείς στο χωριό κοντά στο Ναύπλιο, τις λέμε «πικρούνες»… Καλή Ανάσταση!
5 Απριλίου 2007 στις 5:20 μμ
SEGOLENE,ROYAL,jr,
Γνω,ρ,ιζετε,κατι για την βιολογικη σκαρμουτσικη διατροφικη,συνταυτιση?
6 Απριλίου 2007 στις 2:39 πμ
ilias
ναι αμέ δεν είναι τα:
Desiring machines: those that are engaged in productive desire
6 Απριλίου 2007 στις 2:42 πμ
ilias
????
7 Απριλίου 2007 στις 10:26 μμ
Kafeini
H νοσταλγία είναι ευγενικός από-γονος της μνήμης. Με αφορμή το σημερινό κείμενο του ‘Βλέμματος’, για την ευεργετική παύση της λήθης στην άνθηση μιας νέας ιστορικής μνήμης, παραπέμπω στο kafeini.blogspot.com για ένα σύντoμο σχόλιο πάνω στο ‘μυθιστόρημα’ που προτείνει σήμερα η ‘Καθημερινή’: το Austerlitz του W.G. του Sebald.
1 Απριλίου 2009 στις 7:38 μμ
diktyon
Εξαιρετικό κείμενο. Θα έπρεπε να υπάρχει, όπως αρκετά από τα κείμενά σου, στα «Αναγνωστικά» των μαθητών. Χαίρω που, διαβάζοντάς το, πήρα ανάσες ζωής.