Η «Βρετανή σύζυγος» κάθεται χαλαρή, στο πρωινό φως της Σχοινούσας, στο προαύλιο κυκλαδίτικου σπιτιού. Εχει μόλις τελειώσει το πρόγευμα, ο ήλιος ριγώνει το πρόσωπο και το σώμα της νέας γυναίκας με τα ξέμπλεκα μαλλιά και το μακό φανελάκι. Είναι καλοκαίρι και είναι Κυκλάδες, συμπύκνωση μακαριότητας και ανάλαφρου υλισμού. Η γυναίκα κοιτάει κατευθείαν τον φακό, με ένα υπομειδίαμα, που γράφεται περισσότερο στο βλέμμα, σαν αρχαιοελληνική κόρη. Κάτω από το φανελάκι, δεν φοράει τίποτε, είναι γυμνή.
Η φωτογραφία του Παναγιώτη Λάμπρου, υπό τον τίτλο «My British Wife», φιναλίστ στον διαγωνισμό φωτογραφικού πορτρέτου Taylor Wessing στη Μ. Βρετανία, έχει κερδίσει ήδη τη δημοσιότητα και πυροδοτεί, μάλλον γόνιμα, τη συζήτηση για το γυμνό, το άσεμνο, το ερωτικό και το ιδιωτικό στην τέχνη.
Η φωτογραφία του Λάμπρου δεν γέρνει με κανένα τρόπο προς την πορνογραφία ή την ηδονοβλεψία. Είναι μάλλον μια κομψή, ανεπιτήδευτη ελεγεία για τη θηλύτητα, μια υπόμνηση για την αυτοπεποίθηση του γυμνού σώματος προ πτώσεως και προ αμαρτήματος, αλλά και υπόμνηση για τον θαυμασμό του άρρενος προς το θήλυ· τέλος, υπόμνηση για τον κλασικό πίνακα του Γκυστάβ Κουρμπέ, «Η καταγωγή του κόσμου» (1866), ο οποίος ευρίσκετο στην κατοχή του μεγάλου ψυχαναλυτή και στοχαστή Ζακ Λακάν (σήμερα, στη συλλογή του Musee d’Orsay).
Είναι λοιπόν ηδονοβλεπτική ή άσεμνη η «Βρετανή σύζυγος» του Λάμπρου; Η απάντηση μπορεί να δοθεί μόνο εντός ιστορίας: Οσο είναι ηδονοβλεπτική ή άσεμνη «Η καταγωγή του κόσμου», που εκτίθεται στο Μουσείο του Ορσέ· όσο μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ηδονοβλεψία τον Λακάν, τον άνθρωπο που άλλαξε τον ρουν της ψυχανάλυσης και της σύγχρονης σκέψης.
Αλλη είναι η συζήτηση που εγείρεται: Πόσο έχει διαβρωθεί η αντίληψη που έχουμε για το γυμνό, για το φυσικό, το αδιαμεσολάβητο; Πόσο έχει ελαττωθεί η ανοχή μας για τα επιτρεπτά όρια απεικόνισης της τέχνης, εξαιτίας του κύματος πολιτικής ορθοφροσύνης και νεοσυντηρητισμού που σαρώνει τα τελευταία χρόνια τα μίντια, τον ακαδημαϊκό χώρο, την κομφορμιστική «προοδευτική» διανόηση, την φορμαλιστική Αριστερά; Την ελευθεριότητα και τον πανερωτισμό του ’60 – ’70 ακολούθησαν ο φονταμενταλισμός μερίδας του φεμινιστικού κινήματος, τα έμφοβα ’80s του AIDS, που ενοχοποίησε το σεξ και το σώμα, το pοlitical correct της εποχής Κλίντον, θύμα του οποίου έπεσε και ο ίδιος ο Κλίντον. Με λίγα λόγια: φαρισαϊσμός και υποκρισία, τυπολατρία, που διόλου δεν μείωσαν τις διακρίσεις φύλου και φυλής. Αντιθέτως, η μεν τέχνη του ’80 και του ’90 έγινε σκληρή και κυνική, ψυχρή, είδε το σώμα σαν φόρμα, σχεδόν με σαδομαζοχιστική διάθεση. Στα δε χρόνια του ’90 και του 2000 είδαμε παγκοσμίως, παραληρωματικά με την επιβαλλόμενη σεμνοτυφία, να φουντώνει η πορνογραφία και η πορνεία.
Η συζήτηση άρα για την «Βρετανή σύζυγο» θα έπρεπε να αφορά το βλέμμα του καλλιτέχνη, δηλαδή του ανθρώπου, για το γυμνό θήλυ· ένα βλέμμα που διατρέχει την ιστορία του πολιτισμού, από την προϊστορική Αφροδίτη του Βίλεντορφ και την κλασική Αφροδίτη της Μήλου, έως τον Τισιανό, τον Ρέμπραντ, τον Κουρμπέ, τον Πικάσο, τον Λούσιαν Φρόιντ, τον Ντ. Χόκνεϊ, τη Μαρλέν Ντιμάς. Kαι τον Παν. Λάμπρου.
26 Σχόλια
Comments feed for this article
28 Σεπτεμβρίου 2010 στις 7:21 μμ
Ανώνυμος
Το ζήτημα που τίθεται εδώ όσον αφορά το «είδος των εικόνων» προϋποθέτει την ιδεαλιστική παραδοχή πως η προσωποποίηση της έννοιας της «προστυχιάς» (του άσεμνου, του ηδονοβλεπτικού κ.λπ), νοούμενη ως αληθινή οντότητα του «κακού», εμπλέκεται/εμφανίζεται σε κάποιες εικόνες ως γενεσιουργός αιτία τους και πως αυτή η αιτία/οντότητα/κακό αποτελεί και τον μοναδικό όσο και σαφή «σκοπό/χρήση» αυτών των εικόνων/αντικειμένων. Έτσι, οι εικόνες/φορείς της προστυχιάς, νοούνται ως η ίδια η προστυχιά/κακό, από την οποία οφείλουμε να αποστρέφουμε το βλέμμα μας αν δεν θέλουμε να είμαστε κι εμείς πρόστυχοι και να καταλήξουμε στην κόλαση ή στο περιθώριο της υγιούς διανόησης. Ενώ αντιθέτως, προς τις εικόνες/φορείς του «καλού», του «νοητού» του… «κονσέψουαλ», μπορούμε άφοβα και δίχως ντροπή να στρέφουμε το βλέμμα μας και να τις λατρεύουμε, όπως τα φυτά στρέφονται προς τον ζωοδότη ήλιο και αποστρέφονται το θανατερό σκοτάδι (ωστόσο η ανάπτυξη των φυτών είναι μια διαδικασία που όσο έχει ανάγκη το φως, άλλο τόσο χρειάζεται και το σκοτάδι). Το γιατί επίσης ο ιδεαλισμός θεωρεί τη θέαση της γενετήσιας πράξης ή των γεννητικών οργάνων (ιδίως των γυναικείων) προστυχιά, είναι ένα ζήτημα που επίσης απαιτεί ιστορική και φιλολογική διερεύνηση αφού σε καμία περίπτωση δεν είναι φυσικό να αποστρεφόμαστε τη φυσική εικόνα μας, αλλά μάλλον μας επιβάλλεται ως νόμος/ταμπού.
Ο ιδεαλισμός (είτε ο ελληνικός-πλατωνικός είτε ο ιουδαϊκός-χριστιανικός είτε ο ελληνοχριστιανικός) που νοεί την ελευθερία ως δυνατότητα «σωστής» επιλογής ανάμεσα στο καλό και στο κακό, στο αληθές και στο ψευδές, στο πρόστυχο και στο αγνό κ.λπ. (μεταφυσικές έννοιες που ο ίδιος ο ιδεαλισμός ορίζει και αναγνωρίζει/επιβάλλει ως φυσικές και αληθινές οντότητες, ενώ πάντα καθορίζει και εξαιρέσεις ή περιοχές ασύλου μια και δεν υπάρχει νόμος χωρίς εξαίρεση …για ευνόητους λόγους), προϋποθέτει την ύπαρξη ενός δαίμονα/γεννήτορα του κακού, του ψευδούς και του πρόστυχου, ο οποίος, παριστάμενος ως πρόστυχη εικόνα (στην περίπτωση που εξετάζουμε) προσπαθεί να μας κυριεύσει. Η αντίστασή μας προς αυτή την «κακοποίηση/πρόστυχο-ποίηση», θεωρείται ως πράξη ελευθερίας και ως άρθρωση του ελεύθερου ήθους μας (στην περίπτωση, που όπως είπαμε, είμαστε ιδεαλιστές και σκεφτόμαστε το ήθος κατ’ αυτόν τον πρωτόλειο κατά την προσωπική μας άποψη, τρόπο).
Το πρόβλημα της ελευθερίας ή της ελεύθερης ποίησης και θέασης εικόνων, ωστόσο, δεν αφορά την αλήθεια και το ψεύδος, την προστυχιά ή την αγνότητα των εικόνων, μια και η αλήθεια, το ψεύδος, η προστυχιά και η αγνότητα, τίθενται ως ζητήματα «διερεύνησης», μόνο μέσα στα μυαλά όσων αντιλαμβάνονται και κρίνουν τα πάντα βάσει αυτών των προκαθορισμένων εννοιών/οντοτήτων/μυθευμάτων/θρησκευτικών δοξασιών, έτσι όπως τις εννοεί ο ιδεαλιστικός τρόπος της ζωής/θρησκευτικής λατρείας τους.
Το ζήτημα επομένως αφορά, όπως λέτε κι εσείς, το πώς βλέπει, αισθάνεται και σκέπτεται ο θεατής/δημιουργός/ποιητής, ο οποίος σε κάθε περίπτωση, θα πρέπει να συνειδητοποιήσει, πως το γεγονός πως βλέπει, αισθάνεται και σκέπτεται τα πράγματα με έναν συγκεκριμένο τρόπο, δεν σημαίνει πως όλοι λειτουργούν κατ’ αναγκαιότητα παρόμοια ή θα όφειλαν να λειτουργούν παρόμοια με αυτόν και δεν σημαίνει φυσικά πως και τα αντικείμενα/εικόνες είναι φορείς των οντοτήτων και αληθειών που υπάρχουν μέσα στο κεφάλι του (ακόμα και αν οι δημιουργοί/ποιητές των εικόνων τις έφτιαξαν εμφορούμενοι από ανάλογες ιδεαλιστικές δοξασίες).
Το αν ο θεατής ερεθίζεται σεξουαλικά ενώπιον μιας εικόνας ή προσεύχεται ενώπιον μιας άλλης (ή ενδεχομένως και της ίδιας), δεν εξαρτάται από το νοούμενο «είδος» της εικόνας (από το αν δηλαδή η εικόνα νοείται ως πορνογραφική η ως θρησκευτική από τον όποιο ιδεαλισμό) αλλά εξαρτάται από τη σχέση που δύναται να έχει ο θεατής με την όποια εικόνα (ανεξαρτήτως του «είδους» της) σε συνδυασμό με τη σχέση που επίσης δύναται να έχει ανά πάσα στιγμή με το μυαλό του, τους όποιους ιδεαλισμούς και με τις «ορμές» του (ενώ κοιτά την όποια εικόνα). Σεξουαλικό φετίχ μπορεί να «γίνει» το οτιδήποτε, ανεξαρτήτως σχήματος, χρώματος, σκληρότητας ή μαλακότητας. Αλλά και θρησκευτικό φετίχ, μπορεί επίσης να «γίνει» το ίδιο οτιδήποτε, όπως μπορεί κάλλιστα να αποτελέσει και αντικείμενο της όποιας πίστης, μελέτης, συζήτησης, θεώρησης, ενδιαφέροντος ή αδιαφορίας.
Οι ελεύθερες βουλήσεις κοιτούν το κάθε τι «ελεύθερα» και δεν υποδουλώνονται σε προκαθορισμένες θεωρήσεις, ή αν επιθυμούν να αυτοδεσμευτούν στην όποια ποιητική θεώρηση, αναγνωρίζουν στον οποιονδήποτε το ελεύθερο να αυτοδεσμεύεται ελεύθερα σε άλλες. Οι υπόδουλες βουλήσεις πιστεύουν πως τα αντικείμενα είναι ορθό να θεωρούνται μόνο βάσει του δόγματός τους και όχι αλλιώς, και προσπαθούν να επιβάλλουν δια των γραπτών και άγραφων νόμων τους αυτές τις θεωρήσεις σε όλους, με την έννοια του να επιβάλλουν ολοσχερώς στους άλλους τον τρόπο με τον οποίο ζουν και σκέπτονται οι ίδιοι.
Αν εσείς, ωστόσο, αγαπητέ κ. Ξυδάκη, βλέποντας την εικόνα της Βρετανής συζύγου του φωτογράφου που αναφέρεστε, δεν αισθανθήκατε σκιρτήματα σεξουαλικής ορμής και δεν θελήσατε να ανακουφιστείτε αναλόγως, αλλά είδατε αρχαϊκά μειδιάματα και εμπνευστήκατε το κείμενο που γράψατε (ή αν τα κάνατε και τα δύο ή κάνατε εντελώς άλλα), δε σημαίνει πως είδατε την εικόνα «σωστά» ή «ημί-σωστα» και πως δεν είστε «πρόστυχος» ή «ημί-πρόστυχος» εσείς ή η εικόνα. Ούτε ένας άλλος, ο όποιος δεν αντέδρασε όπως εσείς, αλλά εξέλαβε την ίδια εικόνα με άλλο τρόπο, «ερεθίστηκε» και «ανακουφίστηκε», σημαίνει πως είδε την εικόνα «λάθος» (αν η εικόνα δεν είναι πρόστυχη ή «σωστά» αν είναι) και πως είναι «πρόστυχος». Ούτε η θέση μας απέναντι στην ίδια εικόνα περιορίζεται μόνο στη μια ή στην άλλη θεώρηση λες και όλα τα αντικείμενα είναι ή πρόστυχα και μας αποβλακώνουν αν τα κοιτάμε και ηδονιζόμαστε ή μη πρόστυχα και μας εξευγενίζουν. Εξ άλλου, ούτε «ανακουφιζόμαστε» (ή δεν «ανακουφιζόμαστε») όλοι για τον ίδιο ποιητικό λόγο ή σκοπό (εμπνεόμενοι από το ίδιο αντικείμενο/κατάσταση) ούτε γράφουμε όλοι για τον ίδιο ποιητικό λόγο ή σκοπό (εμπνεόμενοι από το ίδιο αντικείμενο/κατάσταση), όπως ακριβώς και δεν ερωτευόμαστε, δεν ερωτοτροπούμε και δεν θρησκευόμαστε όλοι για τον ίδιο ποιητικό λόγο ή σκοπό (εμπνεόμενοι από το ίδιο ερωτικό ή θρησκευτικό αντικείμενο). Δεν είναι δυνατόν να γνωρίζουμε πώς βιώνει ο καθένας την όποια διαδικασία/τελετουργία στην οποία μετέχει και δεν είναι ούτε καν λογικό, να νομίζουμε πως «εκεί» που αναγνωρίζουμε εμείς το χυδαίο ή το μη χυδαίο, το ιερό ή το μη ιερό, οφείλουν να το αναγνωρίζουν όλοι κατά τον ίδιο πανομοιότυπο τρόπο με μας, αλλιώς είναι πρόστυχοι.
Το αν δε, μπορούμε να χαρακτηρίσουμε ως ηδονοβλεψία κάποιον, δεν εξαρτάται από το αν «άλλαξε τον ρουν της ψυχανάλυσης και της σύγχρονης σκέψης» όπως ο Λακάν (εκτός αν η ψυχανάλυση και η σύγχρονη σκέψη θεωρούνται ως αγνές παρθένες που τις γονιμοποίησε ο άγιος Λακάν με διανοητικό κρίνο και όχι, ας πούμε, πόρνες που την έπαιζε απάνω τους, ενώ έγραφε και παρατηρούσε τις αλλοιώσεις της μελάνης από το σπέρμα του, προσπαθώντας να εντοπίσει την ετερότητα των κειμένων του). Το αν μπορούμε να χαρακτηρίσουμε κάποιον ως ηδονοβλεψία, εξαρτάται από τον αν γνωρίζουμε πώς ακριβώς αισθάνεται ο ίδιος (ανεξαρτήτως από το τι λέει, κάνει ή γράφει) όταν κοιτά, κοινωνεί ή επικοινωνεί με το οτιδήποτε. Και σε αυτό θα καταλήγαμε, μόνο αν είχαμε καταλήξει προηγουμένως και στο ότι «όποιος κοιτάζει, αγγίζει ή σκέφτεται κατά κάποιο συγκεκριμένο τρόπο αυτό ή εκείνο, είναι ηδονοβλεψίας» ούτως ώστε βάσει αυτού, να ελέγξουμε και το μυαλό του Λακάν ή του οποιουδήποτε άλλου. Εκτός αν ο Λακάν, όπως οι πρωθυπουργοί, οι μητροπολίτες και οι διάφοροι παρατρεχάμενοί τους, χαίρουν ιδιαίτερου ασύλου, όσον αφορά το μετρητή της μαλακίας των όσων κάνουν, λένε ή γράφουν.
Για κάτι τέτοιο όμως, θα πρέπει να βάλουμε μηχανικό και αδέκαστο τροχονόμο μέσα στον εγκέφαλό μας (στο δικό μου, στον δικό σας, στου Λακάν, στου Αρχιεπισκόπου, στου Πρωθυπουργού και στου οποιουδήποτε) που να ορίζει ποια διανοητική παράσταση ή σκέψη είναι επιτρεπτή (σωστή, ορθή, αληθής, αγνή κ.λπ.) και ποια όχι (λανθασμένη, ψευδής, πρόστυχη κ.λπ) και να κόβει τις ανάλογες κλήσεις (για να αυξήσουμε και τα δημόσια έσοδα, που τόσο το έχουμε ανάγκη…).
29 Σεπτεμβρίου 2010 στις 2:12 πμ
no frost
30 Σεπτεμβρίου 2010 στις 7:47 πμ
ΑΠΟΛΛΩΝ
Η φωτογραφία του Παναγιώτη Λάμπρου, υπό τον τίτλο «My British Wife», …..
ΑΝ Η ΚΟΠΕΛΑ ΦΟΡΟΥΣΕ ΚΑΠΕΛΟ….
ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ Η ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΑ ΝΑ ΕΧΕΙ ΤΙΤΛΟ…
ΜΟΥΝΙ – ΚΑΠΕΛΟ…….
30 Σεπτεμβρίου 2010 στις 3:36 μμ
Ανώνυμος
Κι ο Απόλλων φορά καπέλο. Δάφνινο… που του προσδίδει δόξα.
Με τη Δάφνη βέβαια (ένα κορίτσι σαν της φωτογραφίας) η αλήθεια είναι πως δεν του έκατσε καλά του Θεού της επιστήμης. Ενώ προσπάθησε να τη βιάσει όσο ήταν κορίτσι (ευγενής καθώς ήταν όπως όλοι οι θεοί), εκείνη πρόλαβε και μεταμορφώθηκε σε δέντρο κι εκείνος έμεινε με την άρπα στο χέρι. Όταν κατέλαβε το μαντείο των Δελφών, είδε την Πυθία που μασούσε φύλλα δάφνης για να λέει τις προφητείες της και αυτός, τα πήρε και τα φόρεσε στο κεφάλι σαν στέμμα ανακηρύσσοντας τον εαυτό του Θεό (και) της ποίησης.
Προφανώς, πάνσοφος καθώς ήταν κι αυτός από τα νιάτα του, σκέφτηκε πως αυτό που δεν μπόρεσε να βιάσει, μπορούσε κάλλιστα να το φορά καπέλο.
Από εκεί, λέγεται, πως προέρχεται και η φράση σου… Απόλλων.
1 Οκτωβρίου 2010 στις 2:22 πμ
no frost
Είναι να απορεί κανείς, πάντως, που μια φτωχομπινέδικη φωτογραφία σαν κι αυτή -που δεν βλέπω να είναι και τόσο προκλητική η να χρησιμοποιεί τα γνωστά κλισέ της γυναικείας σαγήνης- γέννησε τόσο επιθετικά ή ενοχικά σχόλια!
Οι άρρενες εντέλει, νοιώθουν αμηχανία απο την ανεξέλεγκτη έλξη που τους προκαλεί το γυναικείο σώμα και προβάλλουν την δική τους ενοχική επιθυμία χρεώνοντας την γυναίκα με φταίξιμο,που πρέπει να τιμωρηθεί!.
Η πλάκα είναι οτι οι άντρες φωτογραφίζουν ή ζωγραφίζουν γυναικεία γυμνά, αυτοί διακινούν κι ανακυκλώνουν σεξιστικές ή μη εικόνες γυμνού, για να αναμετρηθούν μετά με τα συναισθήματα που τους γεννούν ..οι εικόνες!
Άραγε γιατί συμβαίνουν όλα αυτά;
1 Οκτωβρίου 2010 στις 7:27 μμ
Ανώνυμος
Ως προς το «γιατί συμβαίνουν όλα αυτά» που ρώτησες, ίσως η απάντηση να σχετίζεται με την ιστορική καταγωγή των «ηθικών» όρων – αλλά και των ίδιων των εννοιών – του «διανοητικού» πολιτισμού μας και κατ’ επέκταση, της γλώσσας που μιλάμε. Ενός πολιτισμού που χαρακτηρίζεται από την κατά τις τελευταίες δύο με τρεις χιλιάδες χρόνια σταδιακή θεοποίηση της αρσενικού γένους διάνοιας, ως το υπέρτατο και απόλυτο ον της αρχής και του τέλους του κόσμου. Του Άλφα και του Ωμέγα. Θεοποίηση, που έχει παίξει καθοριστικό ρόλο στη σύνθεση και χρήση των ίδιων των εννοιών, που θεωρούμε ως «φυσικές έννοιες της διάνοιάς μας, οι οποίες μας εξηγούν τον κόσμο», ενώ δεν είναι παρά μεταφυσικά μορφώματα/εργαλεία επέκτασης ιδεαλιστικών/εξουσιαστικών δομών αντίληψης. Ζούμε σε δημοκρατίες χιλιάδων ετών, που η ψήφος της γυναίκας θεωρείται «κατάκτηση» των τελευταίων δεκαετιών… Ακόμα, όμως και μέσα σε έναν τέτοιο πολιτισμό, η μητρότητα δεν μπορεί να αμφισβητηθεί. Η γυναίκα, αναγκαστικά γεννά το παιδί της όποιος και αν είναι ο πατέρας. Η πατρότητα, αντιθέτως, διασφαλίστηκε ιστορικά μόνο δια του θρησκευτικού θεσμού/νόμου του γάμου. Η κοινή γέννηση και ανάπτυξη των νόμων και των πατριαρχικών θρησκειών είναι ιστορικώς καταγεγραμμένη. Κατά τη διάρκεια της μακραίωνης ιστορίας του έννομου «πολιτισμού» μας, η πατρότητα εδραιώθηκε στη συλλογική συνείδηση ως νόμιμη και θεάρεστη ενώ η μητρότητα, αγνώστου πατρότητας, παράνομη και θεομίσητη. «Αγνώστου πατρός» λέμε ακόμα και αποστρεφόμαστε το καημένο το παιδάκι για να μην κολλήσουμε καμιά ηθική ασθένεια.
Το αιδοίο, προορίζεται ή για ιδιωτική θέαση και χρήση του νομίμου αρσενικού κατόχου του ή για δημόσια χρήση από ιερόδουλες (πόρνες των ναών) ή άλλου είδους πόρνες, που προσφέρονται για ανακούφιση και κέρδος. Ακόμα όμως και στις μέρες μας, που η πορνεία είναι μακρόχρονη και νόμιμη όσο η πολιτική και η νομική, οι πόρνες θεωρούνται πιο πρόστυχες από τους πολιτικούς και τους νομικούς… Θεωρούν κάποιοι πρόστυχο τον Μπερλουσκόνι, επειδή γυρνάει με πόρνες (άλλο λόγο δεν βρίσκουν…) και «καταφερτζούδες» τις πόρνες που είναι με τον Μπερλουσκόνι… Το να μας καλούν ακόμα και σήμερα να ξαναπάρουμε δάνεια, από τηλεοράσεως, οι οργανισμοί μέσα στους οποίους γεννήθηκε η οικονομική κρίση (μια κρίση που οι οργανισμοί που τη γέννησαν, είναι πιο κερδοφόροι, απ’ ό,τι πριν από την κρίση) δεν θεωρείται προστυχιά ή έστω ντροπή… Το να εξακολουθούν να μας μιλούν για ισονομία και ισοπολιτεία, οι βιαστές τους, είναι αποδεκτό από τη δικαιοσύνη (που είναι μια έννοια/προσωποποίηση όπως και η φιλοσοφική χίμαιρα)… Ούτε το να «τιμούν» όλοι τα πάντα, πουλώντας τα, δημιουργεί νομικό ζήτημα… (Αν ζούσε ο Χατζιδάκις θα έκανε σίγουρα πολλές μηνύσεις, αλλά δεν ζει… ζουν όσοι έχουν τα «νόμιμα δικαιώματα» διαχείρισης της περιουσίας και του έργου του). Ακούς τους πάντες να επικαλούνται απτόητοι και ανενόχλητοι το οτιδήποτε προκειμένου να πουλήσουν, βλέπεις καθημερινά και αναγκαστικά σφαγμένους, κακοποιημένους και δυστυχείς να χρησιμοποιούνται είτε οι ίδιοι είτε ως εικόνα από θρασείς και απάνθρωπους δουλεμπόρους των Μίντια… αλλά «γυμνό κοκό», μόνο σε ειδικές περιπτώσεις σου επιτρέπει να δεις ο «νόμος». Αλλά και στις έγκριτες εφημερίδες μας, αγγελίες για «μασάζ» βρίσκεις αμέτρητες (ή εύρισκες παλιότερα, μια και έχω καιρό να πιάσω φυλλάδα με αγγελίες στα χέρια μου) γιατί έτσι προστάζει η δημοκρατία μας: να βαφτίζουμε κάτι, ως κάτι άλλο, προκειμένου να «παρανομούμε» «νομίμως»…
Πάει πακέτο το σετάκι και αφορά τα πάντα… Ωστόσο το αιδοίο, είναι η πηγή/σύμβολο του κακού, παρά το γεγονός ό,τι όλοι (ακόμα και ο αρσενικός θεός μας) από ένα αιδοίο βγήκαμε…
Αν συνεννοηθούμε όλοι σε ελεύθερη κοινωνία λατρείας της φύσης, μητέρας, μήτρας μας, θα πάει κατά διαόλου ο διανοητικός και αρσενικός γεννήτορας του «ορθολογικού» και αρσενικού ήθους μας που εκφράζεται δια των νόμων/φαλλών που μας κάθονται στο λαιμό με το «έτσι θέλω».
(Ωστόσο, κάποιες γραφές/αντιδράσεις, εδώ μέσα ή αλλού, αγαπητέ no frost, δεν αφορούν απορίες που σχετίζονται άμεσα με το αιδοίο, τον φαλλό ή την εικόνα τους, αλλά με τις ενδεχόμενες «χρήσεις» αυτών των εικόνων/εννοιών/στερεοτύπων, από τη διάνοια…).
Τα κατάλοιπα/στερεότυπα των τελευταίων δυόμιση-τριών χιλιάδων ετών της συλλογικής μας συνείδησης μας προστάζουν (ως άγραφος, εσωτερικός νόμος πλέον) πως επιτρέπεται να βλέπουμε μόνο το αιδοίο της νόμιμης συζύγου μας (ή αλλιώς, στα πλαίσια της ιατρικής), ενώ η όποια θέαση (ιδιωτική ή δημόσια) άλλου αιδοίου, είναι παρανομία, αμαρτία, προστυχιά και…»φυσικά» πρόκληση, από την πλευρά του θηλυκού το οποίο μας καλεί να ηδονιστούμε παρά θεία φύσει… Γι’ αυτό και είναι αυτή η πρώτη που καίμε, ενώ τη φωτογραφίζουμε και διακινούμε την ίδια ή την εικόνα της ως γνήσιοι νταβατζήδες. Διότι η γυναίκα οφείλει με κάθε θυσία να προστατέψει τους άλλους (πλην του νόμιμου συζύγου της), από το «κακό» που κρύβει ανάμεσα στα πόδια της. Αν δεν τα καταφέρει, είναι η προσωποποίηση της προστυχιάς. Είναι το ίδιο το κακό. Και οι κοινωνίες, εξοβελίζουν το ίδιο το κακό για να «σωθούν». Στα χωριά μας «καίμε» ως χριστιανοί τον Ιούδα ή τον Καρνάβαλο, ως αχυρένια ομοιώματα… Άλλοι καίνε ή λιθοβολούν ανθρώπους κανονικότατα… Όλοι θέλουν να σωθούν με τον ίδιο τρόπο, από την περίοδο των ανθρωποφαγικών θρησκευτικών τελετών. …Μήπως κι εμείς, στον πολιτικό στίβο μας, δεν ετοιμαζόμαστε να κάψουμε κάποιους αχυράνθρωπους που εμπλέκονται με τα όποια «σκάνδαλα» (λες και δεν είναι όλα ένα σκάνδαλο), προκειμένου να εξοβελίσουμε το συλλογικό «κακό» και να συνεχίσουμε απτόητοι το «θεάρεστο έργο μας»; Οι όποιοι ριχτούν στην πυρά, ή έχουν ήδη ριχτεί (μια και το να κυκλοφορεί κανείς ως δημόσιο ρεντίκολο, ανάμεσα σε νεοέλληνες, δεν είναι και ό,τι ευχάριστο) δεν λειτουργούν ως αποδιοπομπαίοι τράγοι (διωγμένοι και κυνηγημένοι σατανάδες) και δεν ρίχνονται ως βορά στην αδηφάγο συλλογική μας «συνείδηση»;
Γιατί σε κάποιες «δικαιοσύνες» του πλανήτη (που οι δικές μας «δικαιοσύνες» τις αναγνωρίζουν ως νόμιμες, τις συναναστρέφονται και κάνουν μπίζνες μαζί τους), λιθοβολούνται μέχρι θανάτου οι γυναίκες που έχουν υποστεί βιασμό, ως ένοχες; Γιατί δεν μπαίνουμε με τα σύγχρονα όπλα μας, ως πολιτισμένες κοινωνίες και δικαιοσύνες, να τις ελευθερώσουμε; Μήπως επειδή σεβόμαστε το «δικαίωμα» των κοινωνιών να επινοούν τους νόμους με τους οποίους υποδουλώνονται τα περισσότερα μέλη τους, για να αυθαιρετούν οι ελίτ τους… «νομίμως»; Μήπως επειδή κι εμείς, είμαστε μιας ανάλογης μορφής παρανοϊκή κοινωνία, που εξοβελίζει «κακά» και διαφημίζει «καλά»;
Όσον αφορά το γιατί οι άντρες ανταγωνίζονται ενώπιον αιδοίου, η ιστορική καταγωγή των μύθων/στερεοτύπων της συλλογικής συνείδησής μας, μας λέει πως οι γιοί της Μητέρας Θεάς, ανταγωνίζονται για να κερδίσουν για τον εαυτό τους, την αμέριστη προς όλους εύνοιά της, είτε ως Θεοί του Αύξοντος Ήλιου (άγιοι, καλοί, πάνσοφοι, απόλυτοι γνώστες της αλήθειας, ήλιοι της δικαιοσύνης, προστάτες των επιστημών και των τεχνών, ήρωες, αγωνιστές, έντιμοι εργαζόμενοι, ηθικοί οικογενειάρχες κ.λπ.) είτε ως Θεοί του Φθίνοντος Ήλιου (δαίμονες, σατανάδες, γεννήτορες όλων των κακών, χυδαίων και ανόσιων πράξεων, άπιστοι, αναρχικοί, τρομοκράτες, ανυπότακτοι, εγκληματίες, κλέφτες, βιαστές, κίναιδοι κ.λπ.). Με το αρσενικό να ενσαρκώνει την αύξουσα έκφανση και το θηλυκό τη φθίνουσα. Γι’ αυτό και η μεγαλύτερη προσβολή για άντρα, είναι να τον αποκαλέσεις γυναίκα, να του πεις ότι φορά φουστάνια κ.λπ. «Χαρακτηρισμοί» που αποδίδονται και στους πάσης εγκληματίες…
Στην προϊστορική μυθολογία της περιόδου της μητριαρχίας, ωστόσο, όλες οι εκφάνσεις του αρσενικού, είτε ως θεός είτε ως αντί-θεός, είναι εκφάνσεις του αυτού αρσενικού προσώπου, υιού και εραστή του θηλυκού, στην προσπάθειά του να το κατανοήσει/κατακτήσει (…και ως ισόρροπες εκφάνσεις της διάνοιας, στην προσπάθειά της να κατανοήσει/βιάσει/ελέγξει την ελεύθερη βούληση και τη φύση, θα λέγαμε μυθολογώντας…).
2 Οκτωβρίου 2010 στις 12:00 πμ
no frost
Η ανάλυσή σου είναι πραγματικά, πάρα πολύ ενδιαφέρουσα και ειδικά γιατί «εξαπλώνεις» το θέμα σε πολλά πεδία, αν και κάποιος -πρόχειρα- θα σου καταχώριζε παρεκβάσεις.
Επειδή, -μάλλον- μόνον ένας άνθρωπος στην Ελλάδα θα έγραφε με τον δικό σου χαρακτηριστικό τρόπο και τις ιδέες, που γνωρίζω, νομίζω πως θα μπορούσαμε να τα συζητήσουμε απο κοντά!
Επομένως θα σου τηλεφωνήσω..
2 Οκτωβρίου 2010 στις 3:24 μμ
Ανώνυμος
Δε νομίζω πως γνωριζόμαστε no frost… Σίγουρα με περνάς για άλλον. Δεν εκφράζω εξάλλου πουθενά αλλού αυτά που γράφω εδώ ανώνυμα. Το τηλέφωνό μου, αν το βρεις, πες το μου κι εμένα να το ξέρω…:)
2 Οκτωβρίου 2010 στις 5:56 μμ
Ανώνυμος
Στα βιβλία «Η Λευκή Θεά» και «Ελληνικοί μύθοι» του Robert Graves όσο και στο «Γλώσσα, μαγεία, τελετουργία» του L. Wittgenstein, θα βρεις πολλές και ανάλογες σκέψεις… Δε νομίζω ωστόσο να μπορεσεις να τηλεφωνηθείς ούτε μαζί τους, μια και ο πολιτισμός μας, δεν διαθέτει καλό σήμα για τέτοιου είδους επικοινωνίες…
3 Οκτωβρίου 2010 στις 1:43 μμ
Ανώνυμος
Ως προς τις παρεκβάσεις, τις όποιες… (όχι μόνο τις δικές μου) οφείλω να σου πω πως μου είναι ιδιαίτερα προσφιλείς (όσο και αν ενδέχεται να μου είναι άλλες φορές κουραστικές ή βαρετές) δίχως να έχω την απαίτηση να είναι και για τους άλλους το ίδιο… Το ίδιο προσφιλείς (κουραστικές ή βαρετές), ωστόσο, ενδέχεται να μου είναι και οι επισημάνσεις των παρεκβάσεων όσο και οι παρεκβάσεις επί των επισημάνσεων…
Όσον αφορά τις δικές μου γραφές (εκβάσεις ή παρεκβάσεις) δεν γράφω για να αρέσω ή επειδή πληρώνομαι ή επειδή θέλω να είμαι σωστός, συνετός, δίκαιος, σχετικός ή απόλυτος κριτής. Δεν γράφω επί κάποιου θέματος ή επί του «μοναδικού θέματος» ή επειδή θέλω να αφήσω μεγάλο έργο πίσω μου (ή εμπρός μου) ή να επηρεάσω τους συνανθρώπους μου ώστε να γίνουν καλύτεροι, εξυπνότεροι ή να βρουν το δρόμο της «σωτηρίας» τους. Γράφω αντανακλαστικά, όπως αναπνέω, βήχω ή πτύω αίμα ως φθισικός…
Συνιστούμε, ούτως ή άλλως, με ό,τι και αν κάνουμε, πτυχές του ίδιου αιωνίου θέματος/θαύματος της ζωής, που εμπεριέχει όλο τον πόνο και όλη την ευτυχία…
Σε αυτούς, ωστόσο, που έχουν ως μοναδικό σκοπό τους να καταχωρίζουν παρεκβάσεις, φίλε no frost, θα μπορούσαμε να κάναμε δώρο μια «χτένα παρεκβάσεων» να την έχουν μαζί τους ως κτέρισμα, κατά την ατελεύτητη διάρκεια της δικής τους παρέκβασης από το θέμα της ζωής. Ίσως νομίζουν πως θα τη γλιτώσουν και δεν θα πεθάνουν, αν είναι σωστοί και επισημαίνουν λάθη, παρεκβάσεις ή παρεκτροπές. Αλλά και αν αναστηθούν, όπως ίσως επίσης ελπίζουν, δεν θα είναι αυτό μια παρέκβαση από το θέμα του θανάτου; Κτίζουμε μήπως κανέναν πύργο προκειμένου να φτάσουμε στα άστρα και οι παρεκβάσεις μας καθυστερούν; Αλλά κι έτσι να ‘ναι, μήπως δεν έχουμε όλο το χρόνο να ανασυντασσόμαστε επί του χρόνου ή να του διαφεύγουμε στο βάθος του παρόντος, παρεκβαίνοντας του γραμμικού/χρονικού θέματος;
3 Οκτωβρίου 2010 στις 2:11 μμ
Ανώνυμος
Στα άστρα είμαστε ήδη…
4 Οκτωβρίου 2010 στις 1:13 πμ
no frost
Προφανώς έκανα λάθος και δεν είσαι η γνωστή μου που το μικρό της όνομα είναι Χαρίτα.Αυτή δεν νομίζω να παρεξηγεί εύκολα προθέσεις..Επίσης θα προτιμούσα να μην προεξοφλείς πως είμαι ο no frost. Είμαι ουδέτερο.Είμαι ο/η no frost. Αυτή είναι η διαδικτυακή επιλογή μου.Σε σόκαρα επαρκώς;
4 Οκτωβρίου 2010 στις 1:16 πμ
no frost
Επίσης δεν είναι ωραίο να «πτύεις αίμα ως φθισικός» πάνω στους άλλους,παρα κατ’ιδίαν, αν έπιασες το υπονοούμενο..
4 Οκτωβρίου 2010 στις 4:42 μμ
Ανώνυμος
Ο ανώνυμος λόγος μου είναι επίσης άφυλος (φίλε ή φίλη ή άνευ φύλου no frost) και δεν καταπιάνεται με προθέσεις και υπονοούμενα σεξουαλικής, ψυχολογικής, διανοητικής ή της όποιας άλλης ταυτοποίησης. Επίσης δεν προσωποποιεί τα νοήματα, τις έννοιες ή τα σχήματα λόγου, προκειμένου να τα εξαπολύσει κατά προσώπων. Δεν πτύω αίμα ως φθισικός σε κανενός το πρόσωπο και το ότι απαντώ όπως απαντώ σε ό,τι λες δεν προκύπτει από το αν σε έχω εξηγήσει ή παρεξηγήσει. Μου ανάφερες τη δυνατότητα να μου καταχωριστούν παρεκβάσεις και σου απάντησα γράφοντας ένα κείμενο για την παρέκβαση το οποίο ήταν και γεμάτο παρεκβάσεις. Απ’ το ότι σου πρότεινα, δε, να προσφέρουμε από κοινού, ως δώρο/κτέρισμα μια «χτένα παρεκβάσεων» σε όσους κυνηγούν τις παρεκβάσεις, σημαίνει μάλλον πως δεν σε εκλαμβάνω ως πιθανό δωρολήπτη αλλά ως πιθανό δωρητή. Ούτε, ωστόσο, μεροληπτώ εναντίων των δωροληπτών μια και θέλω να τους ευχαριστήσω με δώρα που πιστεύω πως θα τους φανούν χρήσιμα και επίσης, αποδέχομαι τα δικά τους (τις όποιες επισημάνσεις τους, δηλαδή, που αφορούν παρεκβάσεις) και τα χρησιμοποιώ όπως επιθυμώ.
Το «γράφω όπως αναπνέω ή βήχω ή πτύω αίμα ως φθισικός…» λειτουργεί ως ανώνυμο σχήμα λόγου και αφορά τη διαδικασία της γραφής η οποία δεν οφείλει να έχει μια προκαθορισμένη έκβαση αλλά δύναται να εκφράζεται όπως η αναπνοή, ο βήχας, ο αέρας, η βροχή, η φθίση, η έκρηξη, η γαλήνη, η ανθοφορία, η σήψη, ο θάνατος, η αναγέννηση κ.λπ. Θα μπορούσα να γράψω ότι «γράφω όπως φιλώ στο στόμα». Αυτό θα σήμαινε πώς θα έπρεπε ή να σε παντρευτώ ή να απολογηθώ δημοσίως για τη σεξουαλική παρενόχληση που θα είχα διαπράξει μέσα στο μυαλό σου (αν εκλάμβανες τη φράση μου ως μια φράση που πρέπει να λέω κατ’ ιδίαν); Και εν τέλει αν επιλέξουμε από κοινού να εκλάβουμε το παραπάνω σχήμα, ως την προσωποποίηση της ίδιας της φθισικής δράσης, από πού εξάγεται πως πτύω επί προσώπων και όχι προς τον ουρανό και πως το αίμα δεν ξαναγυρίζει στο δικό μου πρόσωπο; Πώς συμπεραίνεις ότι πτύω προς μια ορισμένη κατεύθυνση και όχι προς κάποια άλλη;
Αλλά και αν το «να πτύω αίμα ως φθισικός» ως σχήμα λόγου, δεν ανταποκρίνεται στα αισθητικά πρότυπα (ή στα στερεότυπα που αφορούν το πώς πρέπει να γράφονται οι φράσεις) των πιθανών αναγνωστών του, δεν αντιλαμβάνομαι την αιτία που κάτι τέτοιο καθιστά υπόλογο τον συγγραφέα του. Εκτός του ότι δεν υφίσταται αντικειμενικά αρεστό, τα κείμενα δεν οφείλουν να είναι αρεστά σε κανέναν. Ούτε καν στον συγγραφέα τους… (ο Ιρλανδός Μπέκετ έλεγε πως τα κείμενά του έπαυαν να του αρέσουν προτού στεγνώσει η μελάνη με την οποία ήταν γραμμένα…).
4 Οκτωβρίου 2010 στις 10:01 μμ
no frost
Αααα εγκαταλείπω. Δεν μπορώ να τα βγάλω πέρα μαζί σου.Άλλωστε αν συνέχιζα να απαντώ θα έκανα κατάχρηση της φιλοξενίας καθότι δεν συζητάμε το θέμα πλέον που έθεσε ο μπλόγκερ αλλά περνάμε σε μια θολή, προσωπική σφαίρα που δεν αφορά σε έναν δημόσιο διάλογο..Είναι ωραίο, να καταθέτουμε απόψεις, οπτικές και διαθέσεις, όχι όμως και να υποκαθιστούμε τον ρόλο του host στον οποίο ανήκει ο ημερολογιακός λόγος ενός μπλόγκερ..
5 Οκτωβρίου 2010 στις 2:05 μμ
Ανώνυμος
Μιλάμε (τουλάχιστον έτσι εγώ νομίζω…) για τις ηθικές, αισθητικές/συγγραφικές παρεκβάσεις με αφορμή την ανάρτηση «Το βλέμμα του καλλιτέχνη». Μιλάμε στα πλαίσια της δημόσιας συζήτησης που εγείρεται για το «πόσο έχει διαβρωθεί η αντίληψη που έχουμε για το γυμνό, για το φυσικό, το αδιαμεσολάβητο»… Για το «πόσο έχει ελαττωθεί η ανοχή μας για τα επιτρεπτά όρια απεικόνισης της τέχνης» (και ως «απεικόνιση της τέχνης», δύναται να νοηθεί και η μέθοδος της γραφής ή της γραπτής επικοινωνίας, όπως η δική μας, μια και πλέον, στις εικαστικές μπιενάλε, κατατίθενται ως εικαστικά έργα, ακόμα και διάλογοι μέσα από το Διαδύκτιο που δεν αφορούν καν το θέμα της τέχνης) «εξαιτίας του κύματος πολιτικής ορθοφροσύνης και νεοσυντηρητισμού που σαρώνει τα τελευταία χρόνια τα μίντια, τον ακαδημαϊκό χώρο, την κομφορμιστική «προοδευτική» διανόηση, την φορμαλιστική Αριστερά»… (και που προφανώς επηρεάζει και τον τρόπο που επικοινωνούμε γραπτώς εδώ ή αλλού).
Θα μπορούσε κάποιος, δηλαδή, no frost, να εκθέσει τον διάλογό μας ως εικαστικό έργο στα διεθνή φόρουμ της τέχνης. Μια ώριμη κυρία, πριν από λίγο καιρό, εκπροσώπησε τη χώρα της ως «εικαστικός καλλιτέχνης» στη μπιενάλε της Βενετίας, εκθέτοντας κορνιζαρισμένα κείμενα από διαλόγους της με νεαρό συνομιλητή της που έκανε στο Διαδύκτιο για να περνά ευχάριστα την ώρα της.
Αν, ωστόσο, ο οικοδεσπότης μας έχει κάποιο πρόβλημα με ό,τι λέμε, δεν νομίζω πως θα ντρεπόταν να μας το πει…
5 Οκτωβρίου 2010 στις 3:39 μμ
Ανώνυμος
H χώρα την οποία εκπροσώπησε η ώριμη κυρία, φορώντας τον μανδύα του εικαστικού καλλιτέχνη, είναι (αν δεν με απατά η μνήμη μου) η Γαλλία. Δεν είναι, δηλαδή, κάποια παρακατιανή, τριτοκοσμική χώρα, σε ό,τι αφορά τα εικαστικά, τις τέχνες, τον πολιτισμό και τη διανόηση γενικότερα… Οι διάλογοι δε που εκτέθηκαν δημοσίως και επισήμως ως εικαστική πρόταση, ήταν ιδιωτικής φύσεως. Ίσως ήταν διαδυκτιακά γράμματα που αντάλλασσαν οι συνομιλητές, αυτά που εκτέθηκαν και ίσως οι κορνίζες τους να ήταν ψηφιακές. Ωστόσο κατατέθηκαν ως εικαστικό έργο.
Δεν θυμάμαι ακριβώς το ρεπορτάζ… Θυμάμαι, ωστόσο, πως το παρακολούθησα σε εκπομπή εικαστικού ενδιαφέροντος της κρατικής τηλεόρασης, που παρουσιάζει κάποια κυρία Βέφα Αλεξιάδου. Αλλά μπορεί να κάνω και λάθος. Δεν τα πάω καλά με τα τηλεοπτικά…
5 Οκτωβρίου 2010 στις 4:28 μμ
Ανώνυμος
Κάτω από μια ανάρτηση που δείχνει σε εικόνα ό,τι πιο ιδιωτικό, όπως είναι το αιδοίο μιας γυναίκας και που ο συγγραφέας της καταπιάνεται με τα όρια έκθεσης του ιδιωτικού στα πλαίσια της δημόσιας τέχνης/ζωής και επικοινωνίας, επικεντρώνοντας το ενδιαφέρον στη δημόσια συζήτηση γύρω από το θέμα και παίρνοντας θέση υπέρ της υπέρβασης των στερεοτύπων που μας εμποδίζουν να επικοινωνήσουμε και μας κάνουν να ντρεπόμαστε εκεί που δεν υπάρχει λόγος (ενώ παράλληλα ως προς άλλα που κάνουμε και θα έπρεπε να ντρεπόμαστε, περιφερόμαστε και εκτιθέμεθα ως διάσημα παχύδερμα, κερδίζοντας «επάξια» το χειροκρότημα της κοινής γνώμης) λογικό και πως ταιριάζει απόλυτα με το πνεύμα της ανάρτησης, μου φαίνεται no frost, το να μη θέλεις να συνεχίσεις τη συζήτηση, εκφράζοντας την ντροπή σου, λόγω του ό,τι την εξέλαβες ως συζήτηση ιδιωτικής φύσεως, ενώ δεν είναι. Σαν να δείχνουμε, δηλαδή, τα γεννητικά μας όργανα στον κόσμο, που είναι ντροπή.
Και όλα αυτά, βλέποντας μόνο λέξεις…
5 Οκτωβρίου 2010 στις 6:41 μμ
Ανώνυμος
Ενώ γνωρίζεις πως όταν το σπίτι αρχίσει να καταρρέει πρέπει να τρέξεις στη στοά για να σωθείς
ξεχνάς πως βρίσκεσαι ήδη στη στοά […]
5 Οκτωβρίου 2010 στις 9:55 μμ
no frost
Λές:»Θα μπορούσε κάποιος, δηλαδή, no frost, να εκθέσει τον διάλογό μας ως εικαστικό έργο στα διεθνή φόρουμ της τέχνης. »
Δεν θα το σύστηνα αλλά μπροστά στα τέρατα που έχει εκθέσει η «Βέφα Αλεξιάδου»της ΕΡΤ που κάνει εικαστική εκπομπή ναρκισευόμενη με τον εαυτό της και το φύλο της, η δική μας έκθεση θα είναι Derrida+Adorno+Virilio+Baudrilliard+Badiou+Zigek+Hobsbaum+Bauvoir+Kastoriades+Axelos+120 Ενωμένα Εργοστάσια της Σκέψης=11888!
Το εννοώ!Δεν κάνω πλάκα. Εχουν δεί τόσα τα μάτια μου που ντρέπομαι να τα πω..Ναι ντρέπομαι ανώνυμε, και δεν ντρέπομαι που ντρέπομαι. Η αιδώς, δεν είναι αμαρτία..Μακάρι, να την υιοθετούσαν και μερικοί πολιτικοί ωστε να ισχύει και σήμερα το «Αιδώς Αργείοι».Και δεν νομίζω, επίσης ότι σε κάθε περίπτωση φταίνε οι άντρες για την εκπόρνευση των γυναικών, όπως υπαινίσσεσαι παραπάνω.
Δηλαδή, μια π.χ γυναίκα-πορνική, που τα φτιάχνει με σκιάχτρο-γέρο, παντρεμένο, καναλάρχη και μετά παντρεύεται τον διευθυντή προγράμματος καναλιού,γίνεται καραστάρ ούσα αγράμματη και προβάλλοντας το βρακί της στην κυριολεξία,κάνει 3 παιδιά, μετά τον χωρίζει και φιλιέται στα σοκάκια δεν είναι κίλερ;Τί είναι;Θύμα; Και γιατί δεν είναι εκμεταλλεύτρια και θα πρέπει μονίμως να αντιμετωπίζουμε τις πορνικές γυναίκες ως θύματα και ανήλικες, μια χριστιανικής ηθικής νοοτροπία;;Εγω δεν δέχομαι επίσης οτι η πορνεία (επαγγελματική η «ερασιτεχνική»)είναι ανώδυνη.
Είναι μια βάρβαρη κατάσταση, κτηνώδης και για τα δύο άτομα που συμμετέχουν και δεν ξεχωρίζω πόρνη-άντρα, αφού συμμετέχουν στην ίδια πορνική πράξη.
Όσον αφορά το ερώτημα του Νίκου, αν έχουμε «λογοκρίνει» το βλέμμα μας ως προς το γυμνό, ή αν έχει διαστραφεί η θέασή μας θα πω πως δεν υπάρχει «ουδέτερη θέαση».Έχει φύλο η θέαση, ούτως ή άλλως. Με την σεξιστική δε βία που καλλιεργείται καθημερινά σε βάρος γυναικών, αλλά και ανδρών -τελευταία- ελέγχει πράγματι την θέαση.
Οι kinky εικόνες σε έναν kinky «πολιτισμό» κατανάλωσης και αφόδευσης διαστρέφουν και καθηλώνουν στην μαζική ενόρμηση, σε σαδομαζοχιστικές εκδοχές, πλησίασμα σεξ-θανάτου, τεχνητούς διαχωρισμούς σεξ-έρωτα,σώματος ψυχής και μια εικονιστική προπαγάνδιση της σεξιστικής βίας στην τέχνη, τα βιντεοκλίπς, που θυμίζουν σκηνές απο μπουρδέλα και peep shows, με τραγουδίστριες να τρίβουν αιδοία και κώλους σε μπάρες. Μια απίστευτη προπαγάνδα τάχα «απελευθερωμένης σεξουαλικότητας» στερεί απο τους νέους, το πραγματικό φλέρτ, τον έρωτα, τον αναγκαίο χρόνο, τον ρομαντισμό, αλλά δυστυχώς παραπλανούν και ως προς την αληθινή «καύλα» που δεν είναι ποτέ σκέτος σεξισμός.
Αυτά είναι περίπου οι απόψεις μου..
5 Οκτωβρίου 2010 στις 9:32 πμ
Sraosha
Πολύ σωστά στοχευμένο κείμενο.
6 Οκτωβρίου 2010 στις 7:57 πμ
ο Μονό
το μάτι γυμνό
το μουνί γυμνό
το μάτι μουνί
το μάτι μουνί
το μάτι μουνό
το μουνί μουνό
το στόμα γυμνό
για μάτι μουνό
για κάτι γυμνό
το στόμα μουνό
το μάτι μουνό
για το μουνί το γυμνό
γυμνό με γυμνό
μουνί και μουνό
γυμνώ με γυμνό
6 Οκτωβρίου 2010 στις 4:23 μμ
Ανώνυμος
…Σκύλος μπήκε στην κουζίνα κι άρπαξε ένα βραστό
μα ο μάγειρας τον είδε και τον έκανε παστό.
Τρέξαν τότε οι άλλοι σκύλοι και το βάλαν σ’ ένα μνήμα
έβαλαν κι έναν σταυρό, όπου γράψαν ένα ποίμα:
Σκύλος μπήκε στην κουζίνα κι άρπαξε ένα βραστό
μα ο μάγειρας τον είδε και τον έκανε παστό.
Τρέξαν τότε οι άλλοι σκύλοι και το βάλαν σ’ ένα μνήμα
έβαλαν κι έναν σταυρό, όπου γράψαν ένα ποίμα:
Σκύλος…
6 Οκτωβρίου 2010 στις 4:09 μμ
Ανώνυμος
Είμαι ανενδοίαστα μαζί σου no frost. Κι εγώ έτσι τα βλέπω. Ας πουν πως είμαι ασθενής. Γι’ αυτό δεν ντρέπομαι. Για άλλα ντρέπομαι κι εγώ (ή θα ντρεπόμουν αν τα έκανα) και σε καταλαβαίνω απόλυτα.
Για να σου πως μια αλήθεια όμως (μέσα από τις τόσες αλήθειες που μπορούμε να υιοθετούμε ανά πάσα στιγμή), όταν δεν είμαι το θύμα, έχω την τάση να αθωώνω τους βιαστές. Είμαι κατά της όποιας τιμωρίας. Αλλά την ίδια τάση αθώωσης έχω και προς το θύμα ή τον συγγενή του βιασθέντος, όταν ξεκοιλιάσει τον (αθωωμένο από μένα) βιαστή και του απλώσει τα άντερα στον ακάλυπτο για να στεγνώσουν. Και αυτόν θα τον αθώωνα.
Όσο για τις πόρνες, το αντιληπτικό ζήτημα που προκύπτει σε μένα είναι γιατί να υπάρχουν μόνο πόρνες ή μη πόρνες. Μου θυμίζει κάτι σαν το ή είσαι πιστός στον θεό ή είσαι σατανιστής ό,τι κι αν λες και όσο και αν διαφωνείς.
7 Οκτωβρίου 2010 στις 12:13 πμ
no frost
Αθωώνεις τους βιαστές; Μην και έπεσα στον φίλο μου τον Τσόκλη αυτοπροσώπως και τον πέρασα για την Χαρίτα; Έλα μ…ί στον τόπο σου -που λένε-!
Αθωώνεις και το θύμα και τους συγγενής του βιασθέντος άμα ξεκοιλιάσουν τον βιαστή κι απλώσουν-θού Κύριε- τα εντεράκια του …στο πεζοδρόμιο;
Μήπως πάλι δεν είσαι ο Τσόκλης αλλά το φάντασμα του μακαριστού Χριστόδουλου που μπορεί μεν να είχε αδυναμία στον Επιφάνιο και τις πανάκριβες κουρτίνες αλλά συγχωρούσε, ως λαμπρός Χριστιανός τους πάντες, συμπεριλαμβανομένων και των βασανιστών της χούντας;
Έλα μην θυμώσεις χιούμορ κάνω..
7 Οκτωβρίου 2010 στις 3:38 μμ
Ανώνυμος
Επιμένω! Αν θέλουμε να είμαστε όντως δίκαιοι με τους εαυτούς μας και με τους άλλους, δεν πρέπει να αλλάξουμε τίποτε από αυτόν τον σοφά ποιημένο (και με τόσες χιλιάδες νόμους και υπονόμους) κόσμο παρά μόνο οφείλουμε να τον τελειοποιήσουμε παρέχοντας άσυλο και αθώωση σε όλους τους εγκληματίες και όχι μόνο στους χειρότερους και πιο ανήθικους από δαύτους. Είναι άδικο…! Αλλά, είμαι σίγουρος, πως κάποτε, θα τα καταφέρουμε.