Το περασμένο Σάββατο είχα την τύχη να δω μια έξοχη παράσταση του Εθνικού Θεάτρου σε έναν μοναδικής ομορφιάς τόπο. Στο καλαίσθητα διαμορφωμένο Αττικόν Αλσος, στο υπαίθριο θέατρο, αιωρούμενοι πάνω από το αττικό λεκανοπέδιο, μερικοί από τους καλύτερους Ελληνες ηθοποιούς παρουσίασαν τον «Περικλή» του Σαίξπηρ, τις περιπέτειες του πρίγκιπα της Τύρου. Η παράσταση επαινέθηκε θερμά στο Λονδίνο, πρόσφατα. Δικαίως: η σαιξπηρική ποίηση κελάρυζε σαν δροσερό νερό στην ελληνική απόδοση του Διον. Καψάλη, και οι βιρτουόζοι ηθοποιοί κουρδισμένοι από τον Γ. Χουβαρδά, χωρίς σκηνικά, αλλάζοντας διαρκώς ρόλους και μεταποιώντας επί σκηνής τα κοστούμια τους, χορεύοντας, τραγουδώντας, γητεύοντας, μετέδιδαν ευφορία, χάρη, ευθυμία, αισθητική αγωγή. Ενα κομψό, σοφιστικέ μπουλούκι, σε διαρκή διάλογο με το κοινό της κερκίδας.
Ολα κυλούσαν μαγικά. Το κοινό παρασυρόταν ευφρόσυνα απ’ την πλοκή, μα κυρίως από την τέχνη και το κέφι των ηθοποιών. Οι βράχοι πλαισίωναν προστατευτικά το κοίλο, στο βάθος η Αθήνα της κρίσης. Ολα μαγικά. Ωσπου από το καφεστιατόριο Υάδες, μερικές δεκάδες μέτρα παραδίπλα, άρχισε να υψώνεται παρείσακτη μουσική υπόκρουση: μπιτάκια, μπαπ-μπουπ, κλαμπίστικα. Το δεύτερο μισό της κομψής, εύθραυστης παράστασης κύλησε έτσι, σκεπασμένο από ένα θρασύτατο, τραμπούκικο σάουντρακ. Σαίξπηρ και μπιτάκια.
Οι ηθοποιοί έπλασαν μια περιπαικτική ατάκα, «άκου τη μουσική» και το κοινό χειροκρότησε για να τους δώσει κουράγιο. Στο τέλος, ο ηθοποιός Γιώργος Κοτανίδης, αφού ευχαρίστησε, απευθύνθηκε προς τους παρόντες δημοτικούς άρχοντες: Κάνετε κάτι για την ηχορύπανση, και πέρυσι το ίδιο αντιμετωπίσαμε. Θεατές περικύκλωσαν την αντιδήμαρχο κ. Νέλλη Παπαχελά, η οποία εξήγησε ότι νομίμως δεν μπορούν να γίνουν πολλά πράγματα, ο καταστηματάρχης δεν εισακούει τις παραινέσεις του Δήμου, και ότι τώρα σπεύδει η δημοτική αστυνομία για τα περαιτέρω. Σφίξαμε τα χέρια των ηθοποιών και φύγαμε.
Στο παρασκήνιο. Το Αττικόν Αλσος και τα καταστήματα επ’ αυτού (ως αναψυκτήρια περιγράφονται επισήμως) ανήκουν στην Περιφέρεια Αττικής·το καλλιτεχνικό φεστιβάλ το συνδιοργανώνει με τον Δήμο Αθηναίων. Ο Δήμος έχει την ευθύνη της αδειοδότησης των καταστημάτων και του ελέγχου της ηχορύπανσης. Μετά την παράσταση ο Δήμος υπέβαλε μήνυση στο θορυβώδες κατάστημα, το οποίο ως καφέ-εστιατόριο δεν έχει άδεια να παίζει μουσική ― σίγουρα όχι σε εντάσεις ντίσκο.
Επιμύθιο. Υπάρχουν δύο Ελλάδες. Ασύμβατες. Στη μία λειτουργεί Εθνικό Θέατρο που παίζει έξοχα Σαίξπηρ με 10 ευρώ εισιτήριο, σε ένα όμορφο περιβάλλον φτιαγμένο και χρηματοδοτημένο από το κράτος. Στην άλλη Ελλάδα, ένας επιχειρηματίας παράγει κέρδος νοικιάζοντας δημόσιο χώρο, αλλά δεν σέβεται ούτε το δημόσιο ούτε τον χώρο· κοιτάει μόνο το βραχυπρόθεσμο κέρδος του, και περιφρονεί όλους τους άλλους και παρανομεί. Η πρώτη Ελλάδα ολιγωρεί, υποχωρεί, δειλιάζει, αδρανεί, αδυνατεί ή δεν θέλει να επιβάλει το δίκαιο υπέρ του κοινού καλού· εντέλει ηττάται. Η άλλη Ελλάδα χλευάζει την αδυναμία και την ολιγωρία των νομοταγών, παρανομεί, καταπατά, λοιδωρεί τις τέχνες και τους θεσμούς· προπάντων, δεν έχει τσίπα και φιλότιμο, ούτε μια ώρα ανά έτος. Ζούμε και στις δύο Ελλάδες, και βουλιάζουμε.
7 Σχόλια
Comments feed for this article
4 Σεπτεμβρίου 2012 στις 10:27 πμ
Ilias Vouitsis
Δε νομιζετε ότι το διχοτομικό σχήμα είναι απλοϊκό και δεν μπορεί να εξηγήσει καθόλου ικανοποιητικά την πολυπλοκότητα και τους στροβιλισμούς της καθημερινότητας (το χρησιμοποιούν φυσικά πολλοί, γράφοντας για δυο αμερικές, δυο γαλλίες, δυο κουλτούρες κ.λπ.). Αστοχεί, θά ‘λεγα. τελείως. Ακόμα και στην πιο μαρξίζουσα εκδοχή του: έχοντες και μη έχοντες. Πέραν αυτών, στη δική σας εκδοχή (την πρωτογενή: Σαίξπηρ, Εθνικό Θέατρο, όμορφο περιβάλλον φτιαγμένο και χρηματοδοτημένο από το κράτος vs. βραχυπρόθεσμο κέρδος του, περιφρόνηση των άλλων) και όταν ποσοτικοποείται, διχάζει την ελλάδα σε τελείως ασύγκριτους πληθυσμούς: 5% και 95%, ας πούμε. Δευτερογενώς, όταν επεκτείνεται το σχήμα ώστε να συμπεριλάβει νομοταγείς και μη, οι αριθμοί σίγουρα κάπως εξισορροπούνται. Και όταν συμπυκνώνεται (καλλλιτεχνικά) στο δίπολο Σαίξπηρ vs μπιτάκια τείνει προς ελιτίστικο λαϊκισμό.
4 Σεπτεμβρίου 2012 στις 1:07 μμ
Dim.Theo
Το νόμισμα έχει δύο όψεις.. Πώς να το κάνουμε τώρα ;
Στην «κακή Ελλάδα» δε θεωρώ όσους δε βλέπουν ή ακόμη κι ας μη ξέρουν το Σέξπηρ.
Αντιθέτως όπως έχω γράψει και αλλού…τους γραβατωμένους και χαμογελαστούς να φοβάσαι.
4 Σεπτεμβρίου 2012 στις 3:08 μμ
nikoxy
Aγαπητέ Ilias Vouitsis,
Απεχθάνομαι τις μπρούτες διχοτομήσεις, ίσως όσο κι εσείς. Ωστόσο τη βραδιά εκείνη ενιωσα τη διχοτόμηση στο πετσί μου.
Το Εθνικό το παρακολουθούσαν σχεδόν μεσαίας τάξης φτωχοί πλέον άνθρωποι, οι οποίοι υπέστησαν την ηχοβαρβαρότητα σιωπηλοι, σχεδόν παθητικά.
Ο απέξω, ο μαγαζάτορας, ήταν ο αφιλοτιμος, ο κάφρος, που δεν δίνει δυάρα αν δίπλα του, στον μοιραζόμενο κοινόχρηστο χώρο, κάποιοι εκτελούν μια άλλου είδους τελετή. Αυτός πιστεύει ότι επειδή νοικιάζει ένα μέρος του άλσους, του ανήκει όλο το άλσος, κι όλοι οι άλλοι είναι εισβολείς.
Μου είπε τηλεφωνικώς ότι πηγε η δημοτ αστυνομία και δεν διαπίστωσε παράβαση (ενώ του υπέβαλαν μήνυση), ότι χαμήλωσε τη μουσική αλλά ο άνεμος την πήγαινε στο θέατρο… Μου είπε επίσης ότι έχει άδεια μουσικής, ενώ ο δήμαρχος είπε ότι δεν έχει άδεια μουσικής.
Δεν θεωρώ ότι οι θεατριζόμενοι είναι αυτόχρημα και συλλήβδην οι καλοί Ελληνες. Αλλά ότι το Εθνικό Θέατρο, χρηματοδοτουμενο από την Ελληνική Δημοκρατία, προσφέρει θεατρική αγωγή στους πολίτες έναντι 10 ευρώ, το θεωρώ αυτόχρημα πεδίο της δημοκρατίας, υπερασπίσιμο.
Και ναι, τελικά θεωρώ δυνάμει χυδαίο και καταστροφικό το γενικευμένο ήθος του καφέ-ρεστοράν με τις τζιπάρες στα παρτέρια και τα μπιτάκια στο τέρμα ώστε να αποθεώνεται η αλαλία και η απάθεια.
Αν αυτή η θεώρηση είναι ελιτισμός και λαϊκισμός μαζί, τότε πάσο…
5 Σεπτεμβρίου 2012 στις 1:00 πμ
γεράσιμος μπερεκέτης
Εν πάση περιπτώσει ευθύνονται οι φυσικοί νόμοι και όχι οι ανθρώπινοι, ιδίως όταν έχουμε να κάνουμε με ζώα. Μήνυση στον αέρα όστις πρωτίστως ευθύνεται για την διάδοσιν του ήχου… Μου θέτε και θέατρα στο άλσος του.
Εδώ τίθεται ένα ζήτημα βασικό: ποιό είναι το δίκαιο χρήμα; Και η απάντηση εν τη πράξει λέει: χρήμα είναι το δίκιο αυτού που το βγάζει πολύ.
5 Σεπτεμβρίου 2012 στις 8:31 πμ
ο δείμος του πολίτη
Μάλλον θα σημείωνα ότι τα δυαδικά συστήματα -ειδικά στην κοινωνική παρατήρηση και την πολιτική- είναι καταδικασμένα σε μόνιμη αποτυχία.
6 Σεπτεμβρίου 2012 στις 12:54 πμ
Σπίθας
Όλα είναι δυαδικά, κατά αρχήν και κατά αρχάς.
Στή φύση και στους «οργανισμούς της ( αμοιβάς- άνθρωπος) δύο ένέργειες συντελούνται: Πρόσληψη θετικής ενέργειας- αποβολή αρνητικής ενέργειας. Ο βαθμός της ταχύτητας των ενεργειών προσδιορίζει το υψηλό η χαμηλό επίπεδο, δλδ, την ποιότητά του.
Οι πολλαπλές προυποθέσεις που απαιτούνται για τις αναγκαίες διεργασίες :α) φυσικές συνθήκες,( θερμοκρασία, υγρασία..) β) κοινωνικές συνθήκες καθιστούν αδύνατη την αντικειμενική προσέγγισή τους με αποτέλεσμα να κατέχουμε «σχετικές αλήθειες.»
Οι πολλαπλές πράγματι συνιστώσες ( η πολυπλοκότητα, όπως σωστά αναφέρεται) για ότιδήποτε συμβαίνει, απαιτεί και μία πολύ υψηλού βαθμού συνδυαστική ανάλυση. ( και αυτή ελάχιστα προσεγγίζει την συνεχώς μεταβαλλόμενη κατάσταση )
Οι διαχωριστικές γραμμές γίνονται δυσδιάκριτες και επισφαλείς, με αποτέλεσμα να δημιουργούνται ‘συνδυαστικές εκρηξεις» όταν βάλουμε πάνω από δύο – τρείς συνιστώσες.
( Εξ αυτού και οι διαφορές μας, οι διαφωνίες μας , αφού είναι εντελώς άγνωστες οι προσλαμβάνουσες που έχει ο καθένας μας, ξεχωριστά.)
Σημειολογικά και δια της αφαιρετικής μεθόδου απλοποιούμε όταν θέλουμε να τονίσουμε τα βασικά και χρησιμοπούμε το δυαδικό ( οι διάφορες μορφές εξουσίες τόχουν κακοποιήσει και ιδού η σημερινή παγκόσμια κατάσταση)
* Στο παρόν κείμενο η χρησιμοποίηση του δυαδικού είναι άκρως επιτυχής.
Παρουσιάζει με επιτυχία δύο από τις μορφές του «θετικού-αρνητικού» σε κοινωνικό επίπεδο σε συγκεκριμένες συνθήκες
και ταυτόχρονα, «ποιητική αδεία» παρουσιάζει, την «τύχη τους» το μέλλον τους, στο γενικότερο ευρύτερο «χώρο» που συντελούνται. ( ελληνικό, ευρωπαίκό..) με οφθαλμοφανή την αρνητική κατεύθυνση και των δύο (που είναι και η αληθής, αντικειμενική, εκ του αποτελέσματος, πλέον.)
6 Σεπτεμβρίου 2012 στις 1:06 πμ
Σπίθας
Να επισημάνω,( καλοπροαόρετα) ότι δεν συμφώνησα σε δύο «παρόμοια» προηγούμενα κείμενα του κ. Ν.Ξυδάκη, επειδή δεν θεώρησα επιτυχή την εφαρμογή του «δυαδικού τρόπου» , λόγω της μεγάλης διαφοράς στο ειδικό τους βάρος και σε σχέση με τον βαθμό των συγκρίσιμων » θετικών- αρνητικών» επιπτώσεων.. ( κείμενα «ύδρα» – «μέρκελ»)
* Θάταν παράλογο και αφύσικο, άλλωστε να είναι όλες μας οι απόψεις απολύτως «ακριβείς» ( του καθενός μας, εννοώ..)