[Διαβάζεται, ακούγοντας αυτό*: ]
03_-_Taximi_Athinaiko_Kai_Zeimpekiko.mp3
Η πόλη δεν είναι μία. Υπάρχουν πολλές πόλεις μέσα της, η μια πλάι στην άλλη, πλεγμένες, αξεδιάλυτες. Στον ίδιο δρόμο, σε απόσταση ελάχιστων τετραγώνων, συνυπάρχουν ο πλούτος, η λάμψη, η ομορφιά, ο πόνος και ο ζόφος. Και πουθενά αλλού στην Αθήνα αυτή η ανθρώπινη συνύπαρξη δεν είναι πιο δραματική όσο στο ιστορικό εμπορικό κέντρο. Από την οδό Αθηνάς έως την Πειραιώς και από την Ομόνοια ώς τη Στουρνάρη και τη Βάθης, πλάι ακριβώς στις επιβλητικές τράπεζες, στα λαμπρά πολυκαταστήματα, τις ακριβές μπουτίκ, τα νοικοκυρεμένα μαγαζιά για τη μεσαία τάξη, τα λουσάτα καφέ στους πεζόδρομους, εκεί δίπλα ακριβώς, στις πιο πολυσύχναστες εστίες της μεγαλούπολης, βρίσκονται οι πιο φρικτές χωματαρές για ανθρώπινα συντρίμμια.
Πάρτε την οδό Σοφοκλέους απ’ την αρχή, από τη Σταδίου των τραπεζών, των μεγάλων εμπορικών και των βιβλιοπωλείων. Περάστε από το παλιό χρηματιστήριο, το κεντρικό της Εμπορικής Τράπεζας, το κομψό κτίριο της Εθνικής σχεδιασμένο από τον Μπότα· διασχίστε την πεζοδρομημένη κομψή Αιόλου, ζήστε τον παλμό της Βαρβακείου Αγοράς, πιάσατε πια τη βουερή Αθηνάς, στην άκρη της αγγίζετε ήδη την Ακρόπολη.
Διασχίστε την Αθηνάς. Καθώς κατηφορίζετε προς τη Σωκράτους, μπήκατε πια στη ζώνη του λυκόφωτος. Στα επόμενα λίγα τετράγωνα μέχρι την Πειραιώς, ξεχνάτε από ποιον κόσμο έρχεστε. Εδώ βασιλεύει η μυρωδιά της πρέζας και της νόσου, αγριεμένα πρόσωπα, ανθρωπομελίσσια από φυλές διάφορες, νταγκλαρισμένοι μετεωρίζονται μπρος στα παρμπρίζ των διερχομένων – ζωή ανάκατη με θάνατο. Μέχρι την Κουμουνδούρου. Στα μισοσκότεινα στενά ένα αρρωστάκι ξεψειρίζει ένα άλλο, σχεδόν τρυφερά. Δεν προχωρούν πιο μέσα· πιο μέσα είναι η μικροντίσνεϊλαντ του Ψυρρή, τους κυνηγάνε οι μαγαζάτορες.
Στη ζώνη του λυκόφωτος, στα σπλάχνα της πόλης, δεν περιπολούν αστυνομικοί, δεν κόβουν κλήσεις σε απείθαρχες μοτοσικλέτες, εδώ ισχύουν άλλοι νόμοι, άλλο Σύνταγμα, εδώ είναι η επικράτεια του ζόφου. Εδώ μαζεύονται παράδοξα υπόλοιπα, ανθρώπινα ρετάλια, παράπλευρες απώλειες, σαρώνονται σκουπίδια κάτω από την άκρη του χαλιού. Και το χαλί στολίζει όπως όπως το σαλόνι.
Δεν έχω εύκολη λύση, δεν ξέρω αν υπάρχει καν λύση. Το φως εναλλάσσεται με το σκοτάδι. Ξέρω όμως τι βλέπω, και βλέπω την πόλη να εποικίζεται με θύλακους ζόφου, με όλο και πιο φανερό σκοτάδι. Πλάι σε ό,τι λέμε φως.
Καθημερινή 07.03.2008
[*soundtrack: Φανταστικοί ήχοι. Κόπι-πέιστ από το μπλογκ του M. Hulot, thanx tasso bro.]
7 Σχόλια
Comments feed for this article
7 Μαρτίου 2008 στις 7:05 μμ
skoug
Κι ακόμα… «οι προχωρημένοι της τέχνης» πατούν εκεί όχι για να αναδείξουν την αλήθεια, αλλά λειτουργώντας κι αυτοί σαν την κλειδαρότρυπα που προσφέρεται στους εκπαιδευμένους από τα Μ.Μ.Ε. ηδονοβλεψίες της πόλης μας…
Και πάλι μπράβο!
8 Μαρτίου 2008 στις 8:51 μμ
skoug
Περίεργη σιγή στο πολυσύχναστο blog του Νίκου! Σχόλιο ένα κι αυτό από κάποιον που κατά κανόνα δε συμμετέχει στις κουβέντες αλλά παρακολουθεί το διάλογο που αναπτύσσεται με αφορμή τα έξοχα κείμενα του Νίκου!
Περίεργη σιγή! ένοχη σιγή από όλους εμάς που πολιτικολογούμε ασύστολα, κρίνουμε με τους όρους των στοχαστών και φιλοσόφων από αρχαίτητος ως σήμερα, που νιώθουμε μόνους εμάς ικανούς να μιλήσουμε για «σαβουάρ βιβρ», στό δήθεν, στο χαλί που κρύβει την ασχήμια, που «ντύνει όπως όπως το σαλόνι». Είμαστε εμείς το χαλί που στρώσαν για να στολίσουν το σαλόνι τους, εμείς οι πολιτικολογούντες ημιδιανοούμενοι, οι πολιτικαλ κορεκτ, που στρέφουμε τα μάτια μας στους πολυελαίους του σαλονιού και κομπάζουμε γιατί απολαμβάνουμε ικμάδα του φωτός τους.
8 Μαρτίου 2008 στις 10:54 μμ
ilias
Οι φυλές της πρέζας έχουν αλλάξει δραματικά από τα 80¨ς ακόμα και από τα 90¨ς. Από τις πλατείες στα προάστια στο κέντρο. Κάποτε η μικροαστική οικογένεια μπορούσε ,οικονομικά εννοώ, να αντέξει το σκηνικό. Σήμερα όχι και γι αυτό ο ρυθμός της παρακμής του χρήστη έχει επιταχυνθεί απίστευτα. Φυσικά σ¨αυτό έχει συμβάλλει και η ¨¨βιομηχανοποίηση ¨¨ της διανομής της πρέζας. Και ο επαγγελματισμός των μαφιών. Μπορεί να φανταστεί κανείς τα κέρδη που έχουν συσσωρευθεί εδώ και δύο τουλάχιστον δεκαετίες από την βιοπολιτική της πρέζας και τι καταστάσεις έχουν θρέψει γενικότερα. Μια πρόσφατη παρατήρηση μου, είναι ένα εξαιρετικά γελοίο γεγονός. Ενώ στη facade του δημαρχείου δλδ στη Κοτζιά, δεν υπάρχει ως γνωστό ούτε μισό παγκάκι παρά μόνο κάτι χεσμένα από τα περιστέρια μαρμάρινα γείσα των παρτεριών για να κάτσει κανείς , έτσι ώστε να αποτρέπονται οι άστεγοι τα τζάνκια και οι μετανάστες από την πλατεία για να μη χαλάνε τη μόστρα, στον πίσω τοίχο του δημαρχείου αυτόν που δεν δείχνουν ποτέ οι κάμερες, κατασκηνώνουν σχεδόν μόνιμα όσοι βαράνε, γιατί εκεί ο αέρας κόβει και δεν παρασέρνει τη σκόνη. Όσο για το αν μπαίνουν στου Ψυρρή η σωστή παρατήρηση θα ήταν αν βγαίνουν ποτέ…
10 Μαρτίου 2008 στις 6:46 μμ
Έκτωρ
«Εκεί που είναι το εκάστοτε κέντρο εκεί είναι και η χωματερή του».
11 Μαρτίου 2008 στις 12:56 μμ
Maigret
@skoug
ίσως και να είμαστε πράγματι αυτοί που περιγράφεις
13 Μαρτίου 2008 στις 12:55 πμ
m.hulot
http://mhulotsnothingdays.blogspot.com/2008/03/kan-lee.html
13 Μαρτίου 2008 στις 4:20 μμ
kleopatrakleo
ΚΑΛΗΜΕΡΑ!ΘΕΛΩ ΝΑ ΣΕ ΡΩΤΗΣΩ ΠΩΣ ΕΒΑΛΕΣ ΤΑ WIDGETS! ΕΥΧΑΡΙΣΤΩ!