Δεν μπορώ να αποφύγω το θέμα: τους νέους. Θυμηθήκαμε ότι υπάρχουν νέοι, επειδή μυρίσαμε τον καπνό των καταλήψεων, και πολλοί μαζί πέσαμε πάνω τους. Οχι για να διακρίνουμε τη φωτιά πίσω από τον καπνό, όχι για ν’ αφουγκραστούμε τι λένε, τι ψιθυρίζουν και τι εννοούν, αλλά για να τους πούμε τι πρέπει να λένε, πώς πρέπει να σκέφτονται, ακόμη και πώς πρέπει να αισθάνονται. Θυμηθήκαμε ότι υπάρχουν νέοι, δηλαδή νέοι που βγάζουν γλώσσα, που αυθαδιάζουν, που τεμπελιάζουν και ρεμπελεύουν, νέοι που δεν είναι ακριβώς όπως στις διαφημίσεις της κινητής τηλεφωνίας και του Playstation: σπασικλάκια με έξαλλο ντύσιμο και ασύμμετρο μαλλί, που χοροπηδάνε πανευτυχή έξω από τα mall με το καινούργιο γκάτζετ.
Α, τούτοι δω λερώνουν τις αγελάδες του Cow Parade, πίνουν μπίρα απ’ το μπουκάλι, περιφρονούν τη μισθωτή εργασία, μιλούν ξύλινα σαν συνδικαλιστές… Α, ναι, είναι κοτζάμ είκοσι χρόνων και δεν μιλούν σαν τον Μαρωνίτη. Ολο όχι λένε αυτά τα παιδιά, τι κρίμα… Δεν καταφάσκουν την κοινωνία των μεγάλων, τη θαυμαστή κοινωνία που τους παραδίδουμε, δεν έχουν θετικά vibes, είναι εναντίον των μεταρρυθμίσεων, μες στην άρνηση βουτηγμένα τα παλιόπαιδα. Δεν είναι ευγνώμονες για το καρτοκινητό που τους χαρίστηκε και για τη λιτανεία του βιογραφικού που τους περιμένει. Δεν είναι ευχαριστημένα με τον πολιτισμό της Eurovision και του Πάμε Στοίχημα, δεν χορταίνουν με τα WiFi σημεία στο Σύνταγμα και στα Starbucks, δεν αρκούνται στο dream της μερικής–απασχόλησης–με–Ph.D. Αχάριστα παλιόπαιδα.
Είναι παλιόπαιδα. Πράγματι. Γιατί είναι παιδιά μας. Παιδιά παλιανθρώπων. Να παραδεχτούμε, λοιπόν, ότι εμείς τα κάναμε έτσι κακομαθημένα, απείθαρχα και αντιδραστικά, επειδή είμαστε εμείς απείθαρχοι, άρπαγες και λουφαδόροι. Ειδάλλως, να παραδεχτούμε ότι αποτύχαμε σαν γονείς, σαν δάσκαλοι και σαν κοινωνία· προσπαθήσαμε ίσως, αλλά αποτύχαμε. Τα κάναμε όλα λάθος, στραβά, από βαριά αμέλεια, με ατζαμοσύνη, με υποκρισία – υποκρισία, ορισμένως. Τους τα δώσαμε όλα, φροντιστήρια, γκάτζετ, κινητά, ADSL, τα περάσαμε από την κρεατομηχανή λυκείου–πανελλαδικών, τα παρκάραμε στη χωματερή των υποβαθμισμένων και πληθωρισμένων ΑΕΙ – ΤΕΙ, και τελειώσαμε, κάναμε το χρέος μας.
Τώρα, μετά τριάντα έτη ψευδο–μεταρρυθμίσεων και απατηλών μετωνυμιών, μετά τη μαζική διασπορά μαζικών πτυχίων σε μια όλο και πιο ρηχή αγορά εργασίας, μετά τη βαθιά απαξίωση της μόρφωσης και του σχολείου, τους λέμε ότι η υπαρξιακή δυσφορία τους δεν δικαιολογείται, ότι οφείλουν να στηθούν πάλι σαν πειραματόζωα για μια ακόμη αλλαγή προς το καλύτερο. Οπως τριαντα–τόσα χρόνια τώρα…
Και τα παλιόπαιδα αρνούνται. Μας εκδικούνται αυτοακρωτηριαζόμενα, κλωτσώντας το υπέροχο μέλλον που τους στρώνουμε.
Ανάποδα: Μια κοινωνία που αποθεώνει και λιγουρεύεται και εμπορεύεται τη νεότητα, πώς τα γυρνάει και τη λοιδορεί όταν αυτή η νεότης ξεφεύγει απ’ τις νόρμες; Με ποια λογική, μάλλον ποιο θράσος, ζητάμε από τους νέους να αποδεχθούν το μέλλον που τους ετοιμάζεται λαμπερό και κούφιο; Να μην είναι αρνησίες και ρέμπελοι στα είκοσί τους χρόνια; Μα κανείς από τους ορθοτομημένους επικριτές τους δεν υπήρξε είκοσι χρόνων; Ολοι γέροι και σοφοί γεννήθηκαν;
Δεν δικαιολογώ τα σπασίματα και τους βανδαλισμούς, αλλά να, υποψιάζομαι ότι η κοινωνία είναι και πεδίο συγκρούσεων, δεν είναι γήπεδο σκουός για αγγέλους, δεν είναι το βασίλειο της αξιοκρατίας και της αλληλοπεριχώρησης. Υποψιάζομαι επίσης ότι ένας 18χρονος ή 20χρονος νιώθει αθάνατος, ικανός να αρνηθεί το «καλό» του, από γινάτι και αποκοτιά, κι όχι από υπολογισμό. Την ύπαρξή του συγκλονίζει ο σπασμός της άρνησης, η μέθη της υπέρβασης· τη συνείδησή του διαμορφώνει η πολιτική οικονομία της αδρεναλίνης και του ρεμπελιού – ενός ρεμπελιού προστατευμένου ενδεχομένως, υπό τη σκέπη του οικογενειακού ψυγείου και του χαρτζιλικιού, αλλά όχι λιγότερο απαιτητού. Το απαιτεί ο οργανισμός του. Είναι ίσως το μόνον του βίου τίναγμα, σωματικό και θυμικό, προς εξεγερσιακή τροπή, ένας σπασμός του φαντασιακού προς το ρεμπελιό, μια παράταση ρέμπελης αγελαίας ζωής, λίγο πριν από τον σταβλισμό.
Ας αφήσουμε τα παλιόπαιδα να σπαταλήσουν τη ζωή τους όπως θέλουν. Το μαντρί τα περιμένει.
Ένα βλέμμα, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 25.06.06
12 Σχόλια
Comments feed for this article
26 Ιουνίου 2006 στις 3:27 μμ
raresteak
κάτι που πρέπει πρώτοι απ’ όλους να ξανασκεφτούν οι συν-τάκτες της Κ
26 Ιουνίου 2006 στις 3:39 μμ
Μαύρο πρόβατο
Très bien dit!!
:-)))
Πολύ ωραίο κείμενο
26 Ιουνίου 2006 στις 4:27 μμ
exiled
Πολύ ωραίο κείμενο, αν και δεν αντιμετωπίζει το ζήτημα, όπως το έχουμε συνηθίσει να παρουσιάζεται. Αυτό είναι πολύ καλό!
Καλή συνέχεια!
26 Ιουνίου 2006 στις 8:03 μμ
yuri6
Μια γενια μεγαλωμενη απο τη γενια του Πολυτεχνειου.
Μια γενια επαναστατων,επαναστατει.
Κι απο την αλλη οι θιασωτες των ριζοσπαστικων ιδεων και της ελευθερης βουλησης,προτου αλεκτορος φωνησαι ευνουχιζουν καθε ιχνος πρωτοβουλιας κι ιδεαλιστικης αφυπνισης.
Θυσιαζουν ολα οσα οι ιδιοι φωναζαν,με οση δυναμη ειχαν,στο βωμο των συμφεροντων πια και των προσωπικων τους φιλοδοξιων.
Ειναι επιεικως υποκριτικο.
Συγχαρητηρια για το αρθρο.
28 Ιουνίου 2006 στις 10:18 μμ
kukuzelis
«Ας αφήσουμε τα παλιόπαιδα να σπαταλήσουν τη ζωή τους όπως θέλουν.»
Έχει λοιπόν όριο ηλικίας η σπατάλη; Διακρίνω μια αδιόρατη συγκατάβαση; Και το μαντρί πότε αρχίζει να το φτιάχνει κανείς αν όχι απ’ τα νιάτα του; Για να τραγουδήσει όψιμα πάντα: «Ah, but I was so much older then, Ι’m younger than that now.»
28 Ιουνίου 2006 στις 10:22 μμ
kukuzelis
Τα λέει ωραία κι ο Σραόσα.
29 Ιουνίου 2006 στις 12:42 πμ
nikoxy
1. H σπατάλη δεν έχει όριο, πράγματι. Ούτε που το είπα. Σκέφτομαι όμως ότι η σπατάλη έχει χρόνο. Αν σπαταλιέσαι με τον ίδιο τρόπο στα 40 όπως στα 20, μάλλον είσαι για κλάματα. Η αλογοουρά με φαλάκρα είναι θλιβερή, εφόσον δεν είσαι αρχιμανδρίτης.
Ο χρόνος: στα 20 είσαι αθάνατος, στα 40-50 ήδη νιώθεις ότι υπάρχει πέρας… Οριο. Οσο λιγότερο χρόνο έχεις, τόσο λιγότερο τον σπαταλάς.
Να το πούμε ακόμη πιο δραματικά-ρεαλιστικά; Θάνατος. Αυτό είναι το όριο.
2. Καμία συγκατάβαση. Ζήλια για τα νιάτα, ναι. Βέβαια, και την αίσθηση του χρόνου, όρα #1.
Κάθε γενιά ανακαλύπτει την πυρίτιδά της. Παρότι η πυρίτιδα υπάρχει.
3. Το μαντρί… Α, το μαντρί μπορεί να υπάρχει και στα 20, μπορεί και όχι ― ας πούμε, είναι υποκειμενικό, είναι αίσθηση, το νιώθεις αναλόγως. Αλλά στα 40+ υπάρχει σίγουρα, παντού ― ως αντικειμενική πραγματικότης, εν αυτή γαρ ζώμεν και κινούμεθα και εσμέν.
Παρεκτός και δεν το βλέπεις, δεν θες να το δεις, οπότε: # 1.
4. Ντύλαν: Ο ποιητής καλά τα ριμάρει, μα μήπως εννοεί κιόλας «στερνή μου γνώση κ.λπ.»; Αλλες ρίμες, εξίσου καλές, λένε διάφορα έκκεντρα: ο χρόνος δεν γυρνάει, ο χρόνος του Ελιοτ και του Εκκλησιαστή, το ποτάμι του Εφέσιου κ.λπ.
hope it helps
29 Ιουνίου 2006 στις 1:07 μμ
Σ.Τ.
Επαυξάνω : όχι άλλη κοτσίδα-φαλάκρα , όχι άλλο μουσάκι Λένιν , όχι άλλο γυαλάκι post-Λεννον , όχι άλλο σέρτικο άφιλτρο , όχι άλλο σεξ που τελειώνει με ταυτόχρονο οργασμό , όχι στην αγχωμένη φαρμακευτική υποστήριξη , όχι στην τέλεια στύση , όχι στα καρότσια στις συναυλίες του Waters …….
Επιτέλους και λίγος σεβασμός στις ατομικές ελευθερίες του σαρανταπεντάρη.
Αφήστε μας να ωριμάσουμε με αξιοπρέπεια.
29 Ιουνίου 2006 στις 1:53 μμ
kukuzelis
Sure it helps, όπως πάντα, ωστόσο:
1. Υπάρχουν πολύ τρόποι σπατάλης. Για νέους και για γέρους. Όχι μόνο τα στερεότυπα.
2. Κάποιος -αν είναι νέος τόσο το καλύτερο, αν είναι γέρος δεν πειράζει- θα πρέπει πει , κι εσείς το λέτε, ότι ο βασιλιάς είναι γυμνός. Ή ότι η πυρίτιδα ανακαλύφθηκε κι είναι βρεγμένη.
3. «Αλλά στα 40+ υπάρχει σίγουρα, παντού». Ωστόσο δεν ξέρω καμιά επανάσταση που την έκαναν μόνοι τους οι νέοι. Αντίθετα. Πήλινα πόδια αυτή η αντικειμενική πραγματικότητα.
4. Οπότε #1.
29 Ιουνίου 2006 στις 1:59 μμ
kukuzelis
Επανάσταση: Διαβάστε το τόσο με τη στενή όσο και με την ευρεία έννοια.
29 Ιουνίου 2006 στις 7:43 μμ
nikoxy
@kuk
1. No objection. Προσπάθησα απλώς να βάλω στον ορίζοντα της συζήτησης τον Γέροντα Χρόνο. Και την αναπόδραστη υλικότητα του Πέρατος. Επιμένω σε αυτή τη θέαση.
3. Επανάσταση ή εξέγερση; Μίλησα σχολαστικά για «ρεμπελιό», άρα εξέγερση. Φυσικά δεν αντιλέγω: και «γέροι» συμπλέουν με νέους στο ρεμπελιό, των ποπολάρων λ.χ. ή των χωρικών του Μύνστερ, ή και του ’68, για να ‘ρθουμε στον γερο-Σαρτρ της φαντασιακής εξέγερσης. Μα στο ρεμπελιό εκ δυσφορίας, σε αυτό τον υπαρξιακό σπασμό, την αντίδραση στο ennui, πρωτοστατεί ο νέος. Ας είναι και 30άρης, νέος είναι.
[παρέκβαση: Και στις επαναστάσεις, στις αναγνωρισμένες ας πούμε, Γαλλική-Ρωσική κ.λπ., ηγέτες σχεδόν πάντα είναι μορφωμένοι και αστοί. Δεν είναι ο χύδην όχλος· αυτός σχεδόν πάντα προσφέρει το σώμα και το αίμα του, αλλά όχι το πρόγραμμα.]
Ωστόσο για την οικονομία της συζήτησης ας μείνουμε εστιασμένοι στο ρεμπελιό ― υπό τη διευρυμένη σημασία του: εξέγερση, ξεσηκωμός, ανυπακοή, περιπλάνηση, αλητεία.
Ισως ακούγομαι «κλειστός» και μιζεροακριβολόγος, τα έχει αυτά ο ταχύς λόγος στα δικτυακά φόρα. Αλλά κάπως συνεννοούμαστε, νομίζω.
5 Ιουλίου 2006 στις 2:17 μμ
Θύμιος
»Θυμηθήκαμε ότι υπάρχουν νέοι, δηλαδή νέοι που βγάζουν γλώσσα, που αυθαδιάζουν, που τεμπελιάζουν και ρεμπελεύουν, νέοι που δεν είναι ακριβώς όπως στις διαφημίσεις της κινητής τηλεφωνίας και του Playstation: σπασικλάκια με έξαλλο ντύσιμο και ασύμμετρο μαλλί, που χοροπηδάνε πανευτυχή έξω από τα mall με το καινούργιο γκάτζετ».
Σοβαρά ρε παιδιά? Επειδή έτυχε να δω τους »επαναστάτες» του 2006, ε, σας πληροφορώ πολλοί είναι κάπως έτσι (άλλωστε είναι γνωστό οτι πολλά ΚΝΕτακια είναι από πλούσιες οικογένειες, και απλά θέλουν να κάνουν μια »επανάσταση» για να την μπουν στους φίλους του μπαμπά, άσε που αύριο-μεθάυριο το Κόμμα θα τους το ξεπληρώσει με μια θέση συνδικαλιστή στο Δημόσιο, όπου θα φωνάζουν για αντεργατικές πολιτικές επ’ αμοιβή βεβαίως-βεβαίως…). Και δώστε μια απάντηση παρακαλώ:
Είναι δυνατόν να υπάρξει επανάσταση (ή έχει υπάρξει ποτέ στην ιστορία) χωρίς αιτήματα (ριζικών μερικές φορές…) αλλαγών? Ποια είναι λοιπόν τα αιτήματα των σημερινών »επαναστατών»??? ΝΑ ΜΕΙΝΟΥΝ ΟΛΑ ΩΣ ΕΧΟΥΝ ΣΤΟΝ ΧΩΡΟ ΤΗΣ ΠΑΙΔΕΙΑΣ!! Τι προοδευτική θέση θέε μου!!! Εμπρός στο χώρο της προόδου και όχι της συντήρησης (α, ρε πουτάνα ξύλινη γλώσσα…)…Δώστε μια απάντηση παρακαλώ, είμαι περίεργός να ακούσω απόψεις…