You are currently browsing the tag archive for the ‘τρόικα’ tag.
H πιθανότερη εξέλιξη στη διαπραγμάτευση με την τρόικα είναι η ψήφιση των προτεινόμενων μέτρων, μαζί με τον προϋπολογισμό τροποποιημένο. Στα μέτρα περιλαμβάνονται δυσβάστακτα βάρη 2,5-3 δισ. ευρώ επί ενός πληθυσμού κατάκοπου και μιας οικονομίας αφυδατωμένης. Περιλαμβάνονται αύξηση του ΦΠΑ σε φάρμακα, βιβλία, τύπο, τουριστικές υπηρεσίες, παραμεθόριες περιοχές, νησιά, αναστολή συνταξιοδότησης προ των 62 ετών, κατάργηση της προσφάτως ψηφισμένης ρύθμισης για τις 100/72 δόσεις σε ληξιπρόθεσμες οφειλές.
Η τρόικα υποχρεώνει την ελληνική κυβέρνηση να πει στους πολίτες ότι όλες οι θυσίες της τετραετίας δεν έχουν πιάσει τόπο, δεν αρκούν, απαιτούνται κι άλλες θυσίες, χωρίς ορίζοντα εξόδου. Δυστυχώς, ο πυρήνας και αυτών των μέτρων βρίσκεται στο Μεσοπρόθεσμο Πρόγραμμα και στο Μνημόνιο, αυτά που ψήφισαν αλλά δεν διάβασαν τότε και νυν υπουργοί. Και δυστυχώς, πάλι μια ελληνική κυβέρνηση καλείται να διαχειριστεί μια νέα φοροεπιδρομή, ουσιαστικά να σβήσει το φως διεξόδου, να σβήσει την προσδοκία ενός τέλους στο μαρτύριο. Σαν να μην πέρασαν τεσσεράμισι χρόνια από την αποφράδα ημέρα του Καστελόριζου.
Περισσότερο και από το υλικό κόστος, αυτό που βαραίνει πια περισσότερο είναι η ψυχική καταστολή, η βίαιη αφαίρεση ενός βιώσιμου, ανεκτού μέλλοντος. Το πρόγραμμα διάσωσης εγκαθίσταται στις συνειδήσεις ως ατελεύτητο σισύφειο μαρτύριο – αυτό συνιστά απειλεί για την κοινωνική συνοχή και κινητοποιεί βίαιες ανανοηματοδοτήσεις. Ποιο νόημα έχουν πια οι λέξεις «μεταρρύθμιση», «ευρωπαϊκό κεκτημένο»;
Στην Κύπρο το bail in βιώθηκε με ανάκληση του τραύματος της εισβολής του ’74. Η συλλογική συνείδηση έτσι δρα, με συσχετισμούς α-τυπικούς, πλην όμως ισχυρούς. Υπό αυτή την έννοια, η παράταση του σισύφειου μαρτύριου και η αφαίρεση της προοπτικής πώς μπορούν να βιωθούν, ποια μορφή συνείδησης θα δημιουργηθεί; Είναι σαν οι δανειστές-εταίροι να ωθούν το λεγόμενο ελληνικό, μα ουσιαστικά ευρωπαϊκό, πρόβλημα σε μια γεωπολιτική μαύρη τρύπα.
Στην Αθήνα συζητάμε για το πού θά καταλήξει η τακτική συνάντηση των Ελλήνων υπουργών με την τρόικα, τούτη τη φορά στο Παρίσι. Δηλαδή, οι δανειστές θα δεχθούν ότι η δημοσιονομική περιστολή και οι συνοδές μεταρρυθμίσεις προχωρούν κατά τα συμφωνηθέντα; Θα δεχθούν μια κάποια προσαρμογή του προγράμματος ενώπιον του σημείου μηδέν που έχει περιέλθει η ελληνική οικονομία;
Ωστόσο, περισσότερο από ποτέ ίσως, η κατάληξη της τέτοιας επιτήρησης-διαπραγμάτευσης δεν εξαρτάται μόνον από την προσέγγιση των δύομερών ούτε από τη σχετική πρόοδο των μεταρρυθμίσεων· η ίδια η φύση της σχέσης Ελλάδας-τρόικας διαμορφώνεται πλέον υπό την σκιά ιστορικών διεργασιών που συγκλονίζουν την Ευρώπη, με τρόπο που δεν έχει ξανασυμβεί από την έναρξη της διεθνούς κρίσης του 2008 και την κρίση χρέους στις χώρες της ευρωπαϊκής επεριφέρειας.
Καταρχάς, το ελληνικό πρόβλημα έχει καταδειχθεί ότι είναι μέρος ενός γενικότερου ευρωπαϊκού προβλήματος· αυτού που ταλανίζει τώρα τους γίγαντες της ευρωζώνης, τη Γαλλία και την Ιταλία. Δεύτερον, η άτεγκτη ορθοδοξία που συνείχε το νεοφιλελεύθερο υβρίδιο με δημοσιονομική λιτότητα και διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις, δεν απέδωσε· αντιθέτως, ευθύνεται για τη βύθιση της ευρωζώνης σε στασιμότητα, ύφεση, ανεργία και αποπληθωρισμό. Τρίτον, αποδεικνύεται επικίνδυνη ή και ολέθρια η δογματική προσήλωση στην απαραβίαστη αρχιτεκτονική του ευρώ, καθώς και η απαγόρευση στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να λειτουργεί σαν δανειστής εσχάτης καταφυγής.
Τέταρτον, οι επείγουσες ανάγκες των κρατών της ευρωζώνης προσκρούουν όχι μόνο στην πολιτική ορθοδοξία του Βερολίνου, αλλά στην ίδια την κρατική δομή της Γερμανίας: το Συνταγματικό Δικαστήριο της Καρσλρούης δεν αναγνωρίζει στην Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα το δικαίωμα να στηρίζει απευθείας τα κράτη. Σε ορισμένες περιπτώσεις, κατά τη διάρκεια κρίσιμων ευρωδιασκέψεων, η καγκελάριος Μέρκελ απέφευγε να πάρει θέση, ενόψει γνωματεύσεων του πανίσχυρου Συνταγματικού Δικαστηρίου, το οποίο ουσιαστικά λειτουργεί υπεράνω του ευρωπαϊκού κεκτημένου. Δηλαδή, οι Γερμανοί δικαστές της Καρλσρούης ρυθμίζουν ή απορρυθμίζουν την ευρωζώνη κατά τις προβλέψεις και τις ερμηνείες του γερμανικού Συντάγματος.
Με πληθωρισμό στο εφιαλτικό όριο 0%, ήταν αναμενόμενη η αντίδραση του Μάριο Ντράγκι, ο οποίος εξήγγειλε στο Τζάκσον Χόουλ «αντισυμβατικές δράσεις» για ενίσχυση της ενεργού ζήτησης και για αποτροπή του αποπληθωρισμού και της συνεχιζόμενης ύφεσης στην ευρωζώνη. Τα «ανορθόδοξα» Draginomics ακολουθούν με καθυστέρηση την πολιτική της αμερικανικής Fed μετά το 2008 και τα ιαπωνικά Αbenomics μετά το 2012· ουσιαστικά κάνουν την ΕΚΤ δανειστή εσχάτης καταφυγής για όλες τις χώρες του Ευρωσυστήματος. Και για την Ελλάδα.
Για να εφαρμοστεί όμως το εύλογο σχέδιο Ντράγκι, προϋποτίθεται πολιτική ευελιξία και συναίνεση· απαιτείται πρωτίστως να καμφθεί η αντίσταση της ηγεμονεύσας Γερμανίας που υπαγορεύει τη λιτότητα. Πώς θα καμφθεί η Γερμανία; Ο,τι φάνταζε αδύνατον το 2010 ή το 2011, φαίνεται εφικτό το 2014, διότι η εθελοτυφλία και οι αναβολές απειλούν με δυσθεώρητο κόστος την ευρωζώνη, και όχι μόνο οικονομικό. Οι κοινωνικές θυσίες στον βωμό της ανεργίας, η πολιτική αστάθεια που πλήττει τον ευρωπαϊκό πυρήνα, η αιφνίδια γεωπολιτική ρωγμή της Ουκρανίας με το βαρύ οικονομικό κόστος, δεν επιτρέπουν την καθήλωση σε καμία ορθοδοξία.
Σε αυτό το μεταβαλλόμενο περιβάλλον η διαπραγμάτευση του χρέους και η ρύθμιση των ελλειμμάτων της Ελλάδας παίρνουν άλλο χαρακτήρα: προφανώς το επιδιωκόμενο θα είναι η τόνωση της ζήτησης, της ανάπτυξης, της απασχόλησης. Δυστυχώς, οι μετατοπίσεις στην ευρωπαϊκή πολιτική είναι συνήθως αργές· ήδη αρχίζουν να συμβαίνουν με τετραετή καθυστέρηση. Αλλά προτιμότερη μια έστω καθυστερημένη αλλαγή, από την αδράνεια και τη συνέχιση της βύθισης.
Το μνημόνιο της τρόικας τελειώνει, το ελληνοευρωπαϊκό μνημόνιο αρχίζει. Σύμφωνα με χθεσινό ρεπορτάζ του πρακτορείου Reuters από τις Βρυξέλλες, αυτό που γνωρίζαμε ήδη ότι θα συνέβαινε, δρομολογείται ήδη εσπευσμένως. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προτίθεται να καταργήσει την τρόικα, και να αναλάβει η ίδια, με δικές της τεχνικές ομάδες, τους ελέγχους του νέου προγράμματος. Το δε νέο πρόγραμμα-μνημόνιο θα καταρτιστεί από την ελληνική κυβέρνηση, με εξαετή διάρκεια και στόχο την ανάπτυξη και την απαοσχόληση.
Ολα τούτα υπό την προϋπόθεση ότι η Ελλάδα δεν θα χρειαστεί νέα κεφάλαια, δηλαδή δεν θα υπάρξει το χρηματοδοτικό κενό που περιγράφει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το ΔΝΤ, σύμφωνα με αυτό το σενάριο που διοχετεύει η Κομισιόν, θα φύγει από την Ελλάδα, αλλά θα συνεχίσει να εκταμιεύει τις δόσεις του δικού του μεριδίου, έως τη λήξη της τρέχουσας μνημονιακής δανειοδότησης, αρχές του 2016. Ο έλεγχος του νέου προγράμματος θα διενεργείται από την Κομισιόν ανά εξάμηνο, αντί του τριμηναίου ελέγχου που διενεργεί η τρόικα.
Αλλος όρος: Το ελληνικό εξαετές πρόγραμμα πρέπει να καταρτιστεί από την ελληνική κυβέρνηση έως τον Οκτώβριο του 2014, προκειμένου να συμωνηθεί τον Δεκέμβριο και να αρχίσει να εφαρμόζεται από το 2015. Και οι μεταρρυθμίσεις που θα εμπεριέχει το ελληνικό πρόγραμμα θα είναι η απαραίτητη προϋπόθεση για τη ρύθμιση, δηλαδή την επιμήκυνση και απομείωση, του χρέους της Ελλάδας προς τις χώρες της ευρωζώνης και τους ευρωπαϊκούς μηχανισμούς ΕFSF και ESM.
Σημαντική λεπτομέρεια: Πηγές της Κομισιόν ανέφεραν ότι θα παρασχεθεί στην ελληνική κυβέρνηση μια πιστωτική γραμμή ασφαλείας, δια παν ενδεχόμενον κατά την εξαετή διάρκεια του νέου μνημονίου, γεγονός που πρέπει να συσχετιστεί με τους ισχυρισμούς του ΔΝΤ για ύπαρξη χρηματοδοτικού κενού μετά το 2015. Δεν είναι γνωστό ποιος μηχανισμός θα παράσχει την πιστωτική γραμμή, αλλά το πιθανότερο θα ήταν να αναλάβει ο ΕFSF συ συνεργασία με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Εντούτοις, η ενδεχόμενη χρήση της πιστωτικής γραμμής από την ελληνική κυβέρνηση θα ενεργοποιεί μια ποινή: την στενότερη επιτήρηση από την Κομισιόν.
Υστάτη προϋπόθεση για το «Ελληνικό Μνημόνιο v.2»: Οι ελληνικές τράπεζες δεν θα χρειαστούν επιπλέον κεφάλαια, και θα περάσουν χωρίς απώλειες τα stress tests στα οποία υποβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, έως το φθινόπωρο.
Πρώτες παρατηρήσεις. Οι Βρυξέλλες, υπό τη νέα ηγεσία, επιθυμούν να δώσουν ένα σταθερότερο και πιο νομιμοποιημένο τυπικά σχήμα στην παρέμβασή τους στην Ελλάδα, ύστερα από την κριτική που άσκησαν τόσο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο όσο και το ΔΝΤ, διαφορετική βεβαίως, αλλά και εν όψει των ισχυρών αντιδράσεων που εκφράζουν σε παρόμοιες επιτηρήσεις οι κυβερνήσεις της Ιταλίας και της Ισπανίας. Η μεταστροφή ωστόσο δεν σημαίνει χαλαρή επιτήρηση, απεναντίας.
Δεύτερον. Η αβεβαιότητα για την ύπαρξη χρηματοδοτικού κενού παραμένει, όπως αποκαλύπτει η πρόβλεψη για πιστωτική γραμμή.
Τρίτον, το σημαντικότερο πολιτικά: Η ευθύνη σύνταξης σχεδίου μετακυλίεται στην ελληνική κυβέρνηση, και μάλιστα όχι σε μία, εφόσον η διάρκειά του θα είναι 2015-2021. Αλλη κυβέρνηση θα καταρτίσει και συνομολογήσει το σχέδιο και άλλες θα το εφαρμόσουν εν συνεχεία. Περαιτέρω: Θα προλάβει να υπάρξει ολοκληρωμένο, συνεκτικό εθνικό σχέδιο ανασυγκρότησης έως τον Οκτώβριο, δηλαδή σε δύο μήνες; Οταν δεν υπήρξε επί τέσσερα χρόνια; Και με ποια στρατηγική άραγε, ποιες προτεραιότητες, ποιες διαβουλεύσεις, συναινέσεις και συμμαχίες εντός της κοινωνίας;
Το φθινόπωρο προμηνύεται ιδιαιτέρως θερμό.
Κατά τη μνημονιακή εποχή παρακολουθήσαμε συχνά κυβερνητικούς παράγοντες να επικαλούνται την πίεση της τρόικας ή τα προαπαιτούμενα μέτρα του προγράμματος, προκειμένου να δικαιολογήσουν νομοθετήματα εξαιρετικά σκληρά ή απλώς παράλογα. Η λογική ήταν γνωστή: εφόσον έχουμε συνυπογράψει μνημόνια και συμβάσεις, πρέπει να τα τηρήσουμε. Το οποίο υπονοούσε ότι δεν επιθυμούσαν οι κυβερνώντες να πάρουν σκληρά ή και άδικα μέτρα, αλλά τους το επέβαλλε η τρόικα.
Πίσω από αυτό το κρυφτούλι, συνέβη και συμβαίνει ακόμη μια τερατώδης νομοθέτηση, πρόχειρη, χαοτική, αντινομική, ιδιοτελής, που εξυπηρετεί συγκεκριμένα συμφέροντα, συντεχνιακά και ατομικά, και απορρυθμίζει τον δημόσιο χώρο, χωρίς να προστατεύει το δημόσιο συμφέρον.
Αυτή η απόκρυψη και η μη ανάληψη ευθύνης συνεχίζεται αδιάκοπα, τέσσερα χρόνια μετά το μνημόνιο. Με μια διαφορά: τώρα γνωρίζουμε ότι πολλές νομοθετικές ρυθμίσεις δεν είναι διαταγές της τρόικας ούτε προαπαιτούμενα του μνημονίου, αλλά πολιτικές αποφάσεις της ίδιας της κυβέρνησης. Σε μερικές περιπτώσεις μάλιστα, λέγεται ότι εγχώρια λόμπι υπέβαλλαν αιτήματά τους απευθείας στην τρόικα παρακάμπτοντας την κυβέρνηση, η οποία υποχρεωνόταν να ακολουθήσει, δηλαδή να υποβάλει στη Βουλή τα κλαδικά αιτήματα ως μνημονιακές υποχρεώσεις…
Ουσιαστικά, μέσα στην κρίση, δια της υπερπαραγωγής νόμων, διαμορφώνεται ένα δικαιικό πλαίσιο και μια κρατική δομή, που αντί να εξορθολογίζουν τις δημόσιες λειτουργίες και να προστατεύουν τους πολίτες, μεγιστοποιούν την αυθαιρεσία των εκάστοτε κυβερνώντων και καταργούν τους κανόνες διαβούλευσης και λογοδοσίας.
Σε αυτή την παράδοση απόκρυψης, προχειρότητας και ιδιοτέλειας, εντάσσονται και δύο πρόφατες νομοθετικές πράξεις της Βουλής. Μία είναι η κατεπείγουσα ψήφιση του χωροταξικού από το θερινό τμήμα της Ολομέλειας. Μέσα σε μία ημέρα οι βουλευτές εκλήθησαν να μελετήσουν και να αποφασίσουν για το χωροταξικό και πολεοδομικό μέλλον της χώρας, π.χ. για το πώς ορίζονται οι ζώνες αμιγούς κατοικίας και πώς οι ζώνες μικτής χρήσης, σε ένα νομοσχέδιο που ελάχιστη σχέση είχε με ό,τι είχε κατατεθεί προς διαβούλευση. Το παιχνίδι με τα προαπαιτούμενα εξελίχθηκε ως εξής: η τρόικα πράγματι είχε απαιτήσει σύμπτυξη των σταδίων έγκρισης χωροθέτησης. Και πράγματι από επτά τα στάδια έγιναν τέσσερα. Ομως: η εγχώρια πονηριά έγκειται ότι στο μέλλον τα Ρυθμιστικά σχέδια θα τροποιούνται κατά το δοκούν με μια απλή υπουργική απόφαση! Ολη η εξουσία στον υπουργό. Ας ωρύονται πολεοδόμοι, χωροτάκτες, τεχνικά επιμελήτηρια και περιβαλλοντικές οργανώσεις.
Σε άλλη περίπτωση, στο δαιδαλώδες πολυνομοσχέδιο για τη διανομή του κοινωνικού μερίσματος, ένα υψηλής κωδικοποίησης νομικό κείμενο υπερεκατό σελίδων με τρία άρθρα όλα κι όλα, παρεισέφρησε μια υποπαράγραφος φωτιά. Σύμφωνα με την υποπαράγραφο αυτή, αίρεται η δυνατότητα των δικαστικών λειτουργών να ζητούν άρση τηλεφωνικού απορρήτου κατά την έρευνα οικονομικών εγκλημάτων, συγκεκριμένα κατά την έρευνα για ξέπλυμα μαύρου χρήματος. Στα μουλωχτά, χωρίς διαβούλευση, με διαδικασίες εξπρές στα θερινά της Βουλής. Και τι ειρωνία: το νομοσχέδιο αφορούσε την ανακούφιση των πληγέντων της κρίσης. Αλλά αφορούσε και την ανακούφιση των παραγωγών της κρίσης, των πλυντηριούχων μαύρου χρήματος…
Δυστυχώς έχουν δίκιο οι δανειστές για όσα καταμαρτυρούν στο ελληνικό πολιτικό σύστημα, ότι δηλαδή δεν συλλαμβάνει το μαύρο χρήμα και τη φοροδιαφυγή. Με τέτοιο νομοθετικό-απορρυθμιστικό έργο, με τέτοια επίδειξη θράσους εν μέσω κοινωνικών ερειπίων, η κυβερνώσα τάξη δείχνει ότι όχι μόνο ανέχεται την ανομία αλλά και την υποθάλπει.
Το ψυχόδραμα που υφαίνεται γύρω από το πρωτογενές πλεόνασμα δείχνει πολλά για τις πρωτογενείς ασθένειες της ελληνικής πολιτικής σκηνής, μάλιστα σε συνάφεια και με την ανοχή της ευρωπαϊκής αυθεντίας που τάχατες επιτηρεί.
Καταρχάς, η παραγωγή του πλεονάσματος είναι μαγική και σαδιστική: το πλεόνασμα δεν προκύπτει απλώς με περιστολή των δημοσίων δαπάνων, εύλογη σε αρκετές περιπτώσεις, αλλά κυρίως με καταστολή των δημοσίων επενδύσεων, με υπερφορολόγηση των εντίμων φορολογουμένων και με πάγωμα των ληξιπρόθεσμων απαιτητών πληρωμών του κράτους προς τους πολίτες. Πλην της εύλογης εξοικονόμησης, όλες οι άλλες δράσεις δολοφονούν την οικονομία. Η επιτηρούσα δια της τρόικας Ευρώπη αποδέχεται μεθοδολογικά αυτό τον μαγικό τοκετό· διαφωνεί μόνο ως προς το νούμερο και ανησυχεί μήπως η εμφάνιση πλεονάσματος επιφέρει χαλάρωση της δημοσιονομικής μέγγενης. Εξ ου και οι μικρόψυχες ενστάσεις των Βρυξελλών σχετικά με το ύψος του πλεονάσματος.
Η ασθένεια εκδηλώνεται όμως εντονότερη όταν ακούμε πώς θα διατεθεί το αιματηρό πλεόνασμα. Σύμφωνα με τις φήμες που διαχέονται από την κυβέρνηση, αυτή η «πλεονάζουσα» λίβρα σάρκας θα διατεθεί για δώρο Πάσχα σε δύο κοινωνικές ομάδες, στους ένστολους κρατικούς υπαλλήλους και στους χαμηοσυνταξιούχους. Ε, θα ανακουφιστούν προσωρινά όσοι υπέφεραν από τις άδικες οριζόντιες περικοπές, θα σκεφτεί κανείς. Το εφάπαξ δώρο θα κλείσει τρύπες.
Είναι όμως έτσι; Οχι. Η σπουδή για στοχευμένα δοσίματα, μάλιστα λίγες ημέρες προ των εκλογών, δεν ανακουφίζει την πληγωμένη κοινωνία, δεν δίνει μια ανάσα στην ξέπνοη οικονομία· αναπαράγει την πελατειακότητα και το κρατικό συσσίτιο, τις εφάπαξ παροχές σε ειδικές ομάδες πληθυσμού, την οικονομία των επιδομάτων και των ρουσφετιών.
Τι ειρωνική αντιστροφή! Οι περικοπές έγιναν οριζόντια και ισοπεδωτικά. Το δώρο θα είναι στοχευμένο, προς κοινωνικές ομάδες προστατευμένες ή προς δεξαμενές ψήφων. Σαν να λέει η κυβέρνηση ότι οι μερικές δεκάδες χιλιάδες ένστολοι, τους οποίους πράγματι ισοπέδωσε σε προηγούμενη φάση, υποφέρουν περισσότερο από τους 1,5 εκατομμύριο άνεργους και τους 1,5 εκατομμύριο ανασφάλιστους.
Να μη μοιραστεί λοιπόν το πρωτογενές πλεόνασμα στους δοκιμαζόμενους Ελληνες; Βεβαίως να μοιραστεί, η λίβρα της σάρκας τους είναι. Αλλά όχι σαν στοχευμένο δωράκι, σαν ιδιοτελής ελεημοσύνη. Να διαχυθεί σε όλη την κοινωνία, να ελαφρώσουν άδικοι έμμεσοι φόροι, να επιδοτηθεί η απασχόληση, να ανακουφιστούν οι ανασφάλιστοι, να διοχετευθεί το χρήμα έτσι που συμβολικά να ανατρέπει το κλίμα οριζόντιας αδικίας. Ετσι κι αλλιώς, λίγο είναι· ας χρησιμοποιηθεί με τρόπο που να δείχνει ένα μονοπάτι ανάταξης, το μονοπάτι της ανάπτυξης με εργασία, ισότητα και δικαιοσύνη. Αλλά αυτά απαιτούν σκέψη, κόπο, αίσθημα δικαίου· και δεν φέρνουν ψήφους.
Μπορεί να μείνουν φήμες, μπορεί τίποτε να μη γίνει, μπορεί να το απαγορεύσει η τρόικα. Αλλά και οι φήμες δείχνουν κάτι: τη νοοτροπία που δεν ξεριζώνεται, παρά τα πάθη και την πτώση· δείχνουν την αλληλομόλυνση ηγετών και υπηκόων. Την αμοιβαία εξαχρείωση με δώρα εφάπαξ.
Η εισηγητική έκθεση των δύο ευρωβουλευτών προς το Ευρωκοινοβούλιο για τα πεπραγμένα της τρόικας στις χώρες της ευρωζώνης υπό Μνημόνιο αναγνώσθηκε με δύο παράλληλους τρόπους από τους συντάκτες της. Αλλα είναι τα συμπεράσματα και οι εκτιμήσεις του Γάλλου σοσιαλιστή Λίεμ Χοάνγκ-Νγκοκ, άλλα του Αυστριακού συντηρητικού Οτμαρ Κάρας. Πάντως και οι δύο συμφωνούν: η τρόικα στερείται νομικής βάσης, η λειτουργία της δεν καλυπτόταν από εγγυήσεις για διαφάνεια, κοινοβουλευτικό έλεγχο και δημοκρατική νομιμοποίηση, και εν πάση περιπτώσει ο ρόλος της τέλειωσε εκ τω πραγμάτων· εφεξής πρέπει να βρεθεί άλλο σχήμα επιτήρησης.
Τις διαφορετικές προσεγγίσεις τις είχαμε αντιληφθεί από τις πρώτες στιγμές που δημοσιεύτηκε η έκθεση, πολύ πριν φτάσουν οι δύο εισηγητές στην Αθήνα και προκληθεί τοπική τρικυμία από τις αιχμηρές δηλώσεις του κ. Κάρας σχετικά με τι του είπε και τι δεν του είπε ο κ. Τσίπρας στο Στρασβούργο, στις 11 Δεκεμβρίου.
Η διαφορά προσεγγίσεων όμως έχει την πολιτική της σημασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η προσέγγιση Κάρας, έτσι όπως εκδηλώθηκε ως προς τον Ελληνα αρχηγό της αντιπολίτευσης, δείχνει πώς αντιλαμβάνεται ένα μέρος της ευρωηγεσίας την παραγωγή πολιτικής σε εθνικό επίπεδο: μάλλον συγκαταβατικά, ενοχλημένα, και σίγουρα πατερναλιστικά. Κατά βάθος η ηγεμονεύουσα ελίτ αντιμετωπίζει με καχυποψία τη δυνατότητα των εθνών-κρατών, ιδίως των μικρών, να χαράσσουν πολιτική, ακόμη και αν κινούνται εντός των συνομολογημένων στενότατων ορίων. Η παρατήρηση, οιονεί επίκριση, του κ. Κάρας ότι ο κ. Τσίπρας δεν του υπέβαλε το κυβερνητικό του πρόγραμμα για την Ελλάδα, διπλωματικά είναι τουλάχιστον ατυχής· ένας πολιτικός ηγέτης δεν θα εκφραζόταν ποτέ με αυτό τον τρόπο. Ούτε ο Ολι Ρεν ούτε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μίλησαν έτσι, και δεν μπορούμε να πούμε ότι διάκεινται ευμενώς ή φιλικά υπέρ του κ. Τσίπρα.
Τέλος πάντων, ο κ. Κάρας δεν είναι πολιτικός ηγέτης, ένας ευρωβουλευτής είναι που ζητά τώρα την ψήφο του αυστριακού λαού για να επανεκλεγεί· του δόθηκε σημασία δυσανάλογη προς το πραγματικό του εκτόπισμα, όπως κάνουμε άλλωστε με τον παράφορο ευρωαρνητή Νάιτζελ Φάραντζ.
Στην επιτηρούμενη Ελλάδα δίδεται υπερβολική, μη αρμόζουσα σημασία σε δευτερεύοντα πρόσωπα, εντολοδόχους ή τεχνοκράτες. Γιατί όμως; Διότι υπό πολλές έννοιες η Ευρωπαϊκή Ενωση διοικείται από τεχνοκράτες και εντολοδόχους. Ακόμη και οι μεγάλες πολιτικές αποφάσεις, που λαμβάνουν οι ηγέτες στην Σύνοδο Κορυφής, ή η περίπλοκη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, εξειδικεύονται και εφαρμόζονται από δαιδαλώδεις επιτροπές και απρόσωπους τεχνοκράτες, με ανύπαρκτη νομιμοποίηση και λογοδοσία. Και βέβαια, μετά το ναυάγιο των δημοψηφισμάτων για το Ευρωσύνταγμα, είναι καταφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφεύγει με κάθε τρόπο τη λαϊκή ετυμηγορία και τη δημοκρατική λογοδοσία. Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, λ.χ., εφαρμόστηκε με συνοπτικές διαδικασίες από την κορυφή, ενώ σε όλη την περίοδο της κρίσης χρέους είδαμε ότι η ευρωπαϊκή πολιτική πηγάζει κατά κύριο λόγο από το Βερολίνο υπό την σκιά μιας άτυπης Διεθνούς των αγορών. Η, κατά τον Οτμαρ Κάρας μη έχουσα νομική και δημοκρατική βάση, τρόικα ορίστηκε από τις Βρυξέλες και το Βερολίνο, βάζοντας το ΔΝΤ να εφαρμόσει την εσωτερική υποτίμηση αλά καρτ σε χώρες του ευρώ.
Ποια σχέση έχει αυτή η παραγωγή ανισοβαρούς πολιτικής με τα φεντεραλιστικά, ουμανιστικά οράματα του Ζαν Μονέ και του Αλτιέρο Σπινέλι, ή και του Ζακ Ντελόρ; Η κρίση δοκιμάζει τα πολιτικά και διανοητικά θεμέλια της Ευρώπης.
Kαθ’ οδόν προς τις ευρωεκλογές έχει μεγάλο ενδιαφέρον να παρακολουθούμε προσεκτικά τα μηνύματα από τις Βρυξέλλες, για να κατανοήσουμε όχι μόνο πώς βρεθήκαμε σαν χώρα στη θανάσιμη παγίδα χρέους, αλλά και για να αντλήσουμε τα στοιχεία ενός σχετικά αντικειμενικού παρατηρητή για την παρούσα κατάσταση της χώρας. Επιπλέον, ίσως ανιχνεύσουμε τι μπορούμε να περιμένουμε και τι όχι από την ευρύτερη ευρωπαϊκή οικογένεια και την προσώρας γερμανική ηγεμονία.
Τα μηνύματα άρχισαν με την ανεπίσημη δήλωση της Ανγκελα Μέρκελ και την επίσημη δήλωση του Ολι Ρεν, που επιβεβαίωσαν με ποια κριτήρια και ποιες προτεραιότητες επεβλήθη στην Ελλάδα το Μνημόνιο και η μεταφορά του χρέους της από τις ιδωτικές τράπεζες στα σύμμαχα κράτη. Μετά τρία έτη εσωτερικής υποτίμησης και ταυτόχρονων σκληρών δημοσιονομικών περικοπών και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, με εκτόξευση της ύφεσης και ανεργίας, τα ευρωπαϊκά συλλογικά όργανα έρχονται να μελετήσουν τις επιπτώσεις του πειράματος, το οποίο οργάνωσε και επέβαλε η ευρωηγεμονεύουσα ελίτ.
Πρώτο το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο: εξετάζει τη νομιμοποίηση της σύνθεσης της τρόικας, τη συμβατότητα των επιβληθέντων μέτρων προς το ευρωπαϊκό κεκτημένο, αλλά και την αποτελεσματικότητά τους. Η έκθεση των εισηγητών τα βρίσκει και τα τρία ελλιπή, στρεβλά και αλυσιτελή. Το Ευρωκοινοβούλιο δεν είχε και δεν μπορούσε να έχει αποφασιστικό ρόλο στη συγκρότηση της τρόικας και του πργράμματος διάσωσης των τεσσάρων χωρών της ευρωζώνης. Η έρευνά του διεξάγεται κατά τη λήξη των Μνημονίων, λίγο πριν από τις κρίσιμες ευρωεκλογές του Μαΐου· δεν πρόκειται να αλλάξει τίποτε από τα ήδη τετελεσμένα. Παρ’ όλ’ αυτά η πολιτική και ηθική σημασία της έρευνας και της οποιασδήποτε κρίσης του παραμένει βαρύνουσα, εν όψει μάλιστα των μειζόνων εξελίξεων που κυοφορούν το δημοσιονομικό σύμφωνο και η τραπεζική ενοποίηση. Ας μην ξεχνάμε, το Ευρωκοινοβούλιο είναι το μόνο όργανο της Ε.Ε. που εκλέγεται απευθείας από τους λαούς, το μόνο που έχει τη μεγαλύτερη δυνατή πολιτική νομιμοποίηση.
Δεύτερη σπεύδει να αξιολογήσει τα αποτελέσματα των Μνημονίων η Ευρωπαϊκή Επιτροπή. (Ναι, η ίδια που συμμετείχε στον σχεδιασμό και την εφαρμογή των Μνημονίων, ως το εν τρίτον της τρόικας, μαζί με το ΔΝΤ και την ΕΚΤ.) Στην πρόσφατη ετήσια επισκόπηση της Κομισιόν για την απασχόληση και τις κοινωνικές προκλήσεις επικρίνεται η επιβληθείσα εσωτερική υποτίμηση ως πολιτική πρακτική με βαριές παράπλευρες συνέπειες, αν δεν συνοδεύεται με άλλες πρόνοιες, όπως λ.χ. η ενίσχυση της διαρθωτικής ανταγωνιστικότητας με επενδύσεις. Η Κομισιόν καταγράφει τις παράπλευρες συνέπειες στην Ελλάδα: ρεκόρ ανεργίας, ρεκόρ μετανάστευσης, ρεκόρ αναποτελεσματικής κοινωνικής προστασίας, κ.ο.κ.· εντέλει, ένας στους τρεις Ελληνες αντιμετωπίζει το φάσμα της φτώχειας και του κοινωνικού αποκλεισμού.
Η Επιτροπή επισημαίνει κάτι ανησυχητικό για το άμεσο μέλλον: Η σταδιακή μείωση της ανεργίας μπορεί να μη συμβαδίζει με μείωση της φτώχειας, εξαιτίας της μισθολογικής πόλωσης και της διογκούμενης μερικής απασχολήσης. Αρα η προσοχή πρέπει να στραφεί όχι μόνο στη δημιουργία, αλλά και στην ποιότητα των θέσεων εργασίας. Εξαιρετικά σημαντική επισήμανση για όλη την Ευρώπη, κατεπείγουσα όμως για την Ελλάδα, του 60% νεανικής ανεργίας.
Οι αυτοκριτικές επισημάνσεις του Ευρωκοινοβουλίου και της Επιτροπής υποδεικνύουν, έστω εκ των υστέρων, ένα πεδίο συνδιαλλαγής με τους Ευρωπαίους εταίρους, ίσως και για άντληση πόρων, στο πλαίσιο ενός σχεδίου ανάκαμψης και ανάπτυξης, που φαίνεται ιστορικά αναγκαίο για όλη την Ευρώπη. Τούτο βεβαίως, εφόσον η Ευρώπη δεν επιθυμεί ακρωτηριασμούς και γεωπολιτική αναταραχή· αλλά μετά την αποτροπή του ντόμινο με την ελληνική θυσία, φαίνεται ότι δεύτερες σκέψεις, ψυχραιμότερες, αρχίζουν να αναδύονται. Σε αυτή την προοπτική πρέπει να καμφθούν και οι έξω φοβίες για ενδεχόμενη κυβερνητική αλλαγή, ώστε να βρεθεί στέρεο έδαφος συνομιλίας.
Η ευρωπαϊκή αυτοκριτική υποδεικνύει επίσης, και πρωτίστως, την τροπικότητα της εθνικής ανασυγκρότησης:
Προς μια οργάνωση «οικονομίας πολέμου» σε καιρό ειρήνης, κατά το μεσοπολεμικό αμερικανικό μοντέλο με το κράτος σε ρόλο μεγάλου εργοδότη έκτακτης ανάγκης. Το New Deal δημιούργησε 10 εκατομμύρια θέσεις εργασίας· στην Ελλάδα χάθηκαν 800 χιλιάδες θέσεις σε τρία χρόνια.
Προς την επείγουσα δημιουργική ένταξη των νέων: με προτροπή και διευκόλυνσή τους προς το επιχειρείν, με ουσιαστική ελάφρυνσή τους από φόρους και εισφορές, με κίνητρα για παραγωγή προστιθέμενης αξίας και καινοτομίας, για δημιουργία θέσεων ποιοτικής εργασίας. Πολλές συνδυασμένες δράσεις για ανάσχεση της πληβειοποίησης και του αποκλεισμού. Τίποτε λιγότερο.
Ολα τα σημάδια, εσωτερικά και εξωτερικά, δείχνουν ότι το 2014 θα είναι μια χρονιά-καμπή για την ελληνική περιπέτεια. Η τρόικα θα αποχωρήσει πριν από το καλοκαίρι, το μνημόνιο θα κλείσει τον κύκλο του, αλλά η χώρα θα εξακολουθήσει να βρίσκεται υπό επιτήρησιν, συνομολογημένα, έως ότου φτάσει το χρέος της στο 75% του ΑΕΠ.
Το τέλος του μνημονίου όμως εκτιμάται ότι θα βρει τη χώρα με χρηματοδοτικό κενό, στο μέτρο που δεν θα μπορεί να δανειστεί από τις αγορές. Αυτό είναι το ένα κομβικό σημείο στη σχέση της χώρας με την Ε.Ε.: Θα δοθεί πρόσθετη χρηματοδότηση; Θα γίνει αναδιάρθρωση του επίσημου χρέους; Θα επιμηκυνθεί περαιτέρω η λήξη του χρέους; Θα συναφθεί μορατόριουμ αποπληρωμής τόκων για ένα διάστημα; Κάτι απ’ όλα ή κάτι παρόμοιο θα πρέπει να συμβεί, εφόσον ουσιαστικά όλοι αναγνωρίζουν ότι το πρόγραμμα έχει αποτύχει στον βασικό του στόχο, δηλαδή να μειώσει το χρέος. Πρόβλημα χρηματοδότησης πιθανόν να εμφανισθεί εντός του έτους και στις τράπεζες, οι οποίες θα χρειασθούν επιπλέον κεφαλαιοποίηση με την καταγραφή όλων των κόκκινων δανείων.
Το άλλο κομβικό σημείο είναι η πολιτική κατάσταση κατά τον χρόνο ολοκλήρωσης του μνημονίου, διότι τότε ακριβώς θα έχουμε διπλή εκλογική αναμέτρηση: για περιφερειακές-δημοτικές αρχές και για Ευρωκοινοβούλιο. Οι κάλπες αυτές τυπικά δεν θα βγάλουν νέα κυβέρνηση, αλλά ασφαλώς θα καθορίσουν την πολιτική επιβίωση της υπάρχουσας. Είναι δε πολύ πιθανόν η αξιωματική αντιπολίτευση να προηγηθεί με διαφορά μεγαλύτερη από όση καταγράφουν τώρα οι δημοσκοπήσεις. Σε τέτοια περίπτωση, αργά ή γρήγορα θα δρομολογηθούν εθνικές εκλογές, πιθανότατα στο τέλος του καλοκαιριού.
Τρίτο κομβικό σημείο, με κρυφή σημασία, κατά τον ίδιο χρόνο, τον Μάιο, θα είναι η λήξη της θητείας του διοικητή της Τράπεζας της Ελλάδος. Ο κ. Προβόπουλος θα απέλθει, έχοντας ολοκληρώσει την πιο επώδυνη αποστολή κεντρικού τραπεζίτη στη σύγχρονη ιστορία: το άγριο κούρεμα των Ελλήνων ομολογιούχων ― ιδιωτών, ασφαλιστικών ταμείων και κοινωφελών ιδρυμάτων. Ο διάδοχος του θα κληθεί να διαδραματίσει έναν αναλόγως δύσκολο ρόλο, ισορροπώντας ανάμεσα στον τυπικό προϊστάμενό του, τον πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και τα διευρωπαϊκά συμφέροντα, και στο εθνικό συμφέρον, όπως θα εκφράζεται από την εκλεγμένη κυβέρνηση της χώρας. Ενδεχόμενη δυσαρμονία θα προκαλέσει μείζον πολιτικό πρόβλημα.
Ολα αυτά τα ήδη δύσκολα θα συμβαίνουν σε ένα ευρωπαϊκό περιβάλλον επίσης δύσκολο και ρευστό: οι διαδικασίες για την τραπεζική και οικονομική-πολιτική ενοποίηση εντός της Ε.Ε. θα προχωρούν με αποκλίσεις, με κόπο και δισταγμούς, με αναβολές, όπως είδαμε και στη Σύνοδο Κορυφής της 19ης Δεκεμβρίου, καθώς κυβερνήσεις και πολιτικά κόμματα στην Ευρώπη θα κρατούν την αναπνοή της έως τις ευρωεκλογές της 25ης Μαΐου.
Αναλόγως δύσκολο και ρευστό θα είναι και το εγχώριο περιβάλλον, με μια μείζονα διαφορά: ο χρόνος εδώ είναι πολύ πιο λιγοστός, διότι δεν είναι πια τυπικά πολιτικός, δεν υπάρχει περιθώριο τακτικών καθυστερήσεων· για μέγα μέρος του πληθυσμού είναι χρόνος υπαρξιακός, οι πολίτες κινούνται ήδη στα όρια της επιβίωσης, στο χείλος του αφανισμού. Αυτή η κατεπείγουσα συνθήκη βίου διαμορφώνει απρόβλεπτες συμπεριφορές στο πολιτικό πεδίο. Το 2014 θα το θυμόμαστε διαφορετικά μετά την τρικυμιώδη τριετία του σοκ, σαν κορύφωση και έξοδο ή σαν απαρχή άλλης τρικυμίας.
Η συνάντηση του Ελληνα πρωθυπουργού με τη Γερμανίδα καγκελάριο, σήμερα, είναι αναλόγου σημασίας με τη συνάντησή τους τον Αύγουστο του 2012. Με μια διαφορά: στο πρώτο του ταξίδι μετά τις εκλογές, ο Αντώνης Σαμαράς ζήτησε ένα στήριγμα, έναν τρόπο συνύπαρξης τέλος πάντων, αφού πρώτα δήλωσε μετανοημένος για την προτέρα του στάση. Η Ανγκελα Μέρκελ τότε του είχε επισημάνει ότι θα πρέπει να κατανείμει δικαιότερα τα βάρη για να ανακουφίσει τους αδύναμους.
Στην παρούσα συνάντηση, ο Ελληνας πρωθυπουργός προσέρχεται για να ζητήσει πάλι στήριγμα, αφού έχει ήδη εφαρμόσει όσα του είχαν ζητηθεί τότε, τουλάχιστον πολλά, αν όχι όλα. Είναι εξαντλημένος. Στους δεκαπέντε μήνες που μεσολάβησαν από την πρώτη συνάντηση το οριακό πολιτικό κεφάλαιο του κ. Σαμαρά έχει εξαντληθεί, μαζί με την αντοχή του ελληνικού λαού. Η κυβέρνησή του, με οριακή και εύθραυστη πλειοψηφία, στηριζόμενη στο καταρρέον ΠΑΣΟΚ και στον έμφοβο ηγέτη του, δεν δύναται πλέον να εφαρμόσει άλλα μέτρα λιτότητας, περικοπών και υπερφορολόγησης, όπως απαιτεί η τρόικα. Το πρόγραμμα έχει φτάσει τη χώρα στα όριά της, χωρίς να διαφαίνεται έξοδος προς σταθεροποίηση και ανάκαμψη, και αυτό περιγράφεται πια όχι μόνο από ανεξάρτητους οργανισμούς και think tanks, αλλά και από το ΔΝΤ, τον αρχιτέκτονα του προγράμματος. Ακόμη και ο εκπρόσωπος του γερμανικού υπουργείου Οικονομικών παραδέχεται ότι υπήρξαν λάθη.
Είναι σαφές ότι ο κ. Σαμαράς θα ζητήσει να του δοθεί όχι μόνο συμπάθεια, αλλά και κάτι υλικό, απτό, ώστε να μπορέσει να χαλαρώσει τη θηλιά που πνίγει τον ελληνικό λαό, και νά πάρει και ο ίδιος μιαν ανάσα. Διότι πολιτικός του χρόνος τελειώνει. Δεν μπορεί να εμφανίζεται ενώπιον των πολιτών και να ζητά θυσίες και αίμα, υποσχόμενος free Wi-Fi. Το έπραξε άπαξ και η αξιοπιστία του κατακρημνίσθηκε.
Οι αμέσως προσεχείς μήνες περιλαμβάνουν σωρεία κρίσιμων αποφάσεων και δράσεων, για τις οποίες απαιτείται πολιτική ισχύς και νομιμοποίηση: προϋπολογισμός, ορισμός του δημοσιονομικού κενού και του κενού χρηματοδότησης, ελληνική προεδρία στην Ε.Ε., σύναψη νέου μνημονίου. Και τον Μάιο, διπλή εκλογική δοκιμασία. Η κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ δεν μπορεί να αντλήσει ισχύ από το εσωτερικό, στο μέτρο που η εφαρμοζόμενη πολιτική της καταστρέφει τα κοινωνικά στρώματα που εψήφισαν τα δύο κόμματα. Η φοροεπίθεση στη μικροϊδιοκτησία απειλεί με αφανισμό τα μεσοαστικά και μικροαστικά στρώματα, υπερβαίνει και το έσχατο όριο αντοχής τους. Οθεν, η απαιτούμενη ισχύς, η ένεση πολιτικού χρόνου, υπό τη μορφή κάποιας ποσοτικής χαλάρωσης, ενός δοσίματος, αναζητείται στον ξένο παράγοντα, στο Βερολίνο.
Ομως οι πολιτικοί χρόνοι Βερολίνου και Αθήνας είναι εν πολλοίς ασύμπτωτοι. Η Γερμανία δεν επείγεται όσο η Ελλάδα. Δεν απειλείται με κατάρρευση· συσκέπτεται για να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού. Δεν γνωρίζουμε καν τι σκέπτεται μεσοπρόθεσμα για την Ελλάδα. Πιθανότατα η τακτικίστρια κ. Μέρκελ θα συγχαρεί τον κ. Σαμαρά και θα του πει «κάνε λιγάκι υπομονή».
H ματαιωθείσα πώληση της ΔΕΠΑ, μετά την αιφνίδια απόσυρση της ρωσικής Gazprom, δείχνει ότι η πορεία προς την σταθεροποίηση δεν θα είναι σύντομη ούτε ανεμπόδιστη. Εξωγενείς παράγοντες, καθοριζόμενοι από διεθνή οικονομικά και γεωπολιτικά συμφέροντα, υπεισέρχονται διαρκώς στη διευθέτηση του ελληνικού προβήματος, και επικαθορίζουν τις εξελίξεις, πέρα και ανεξάρτητα από την ιθαγενή βούληση. Ισως επειδή ακριβώς η ελληνική βούληση παραμένει ασαφής και ασθενής κατά τις διατυπώσεις της· ίσως επειδή η πολλαπλώς εξασθενημένη Ελλάδα αδυνατεί να επιβάλει όρους και διαπραγματευτικό πλαίσιο.
Στην περίπτωση της ΔΕΠΑ, λόγου χάριν, παρακολουθήσαμε ένα πολύμηνο σήριαλ πιέσεων από ισχυρούς διεθνείς παίκτες, για το πού θα καταλήξει η δημόσια επιχείρηση φυσικού αερίου. Οι Ρώσοι εκδήλωσαν ισχυρό ζωηρό ενδιαφέρον, υποσχόμενοι το υψηλότερο αντίτιμο και φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα· μάλιστα, στην Αθήνα ήρθε δύο φορές ο πρόεδρος της Gazprom για συνομιλίες με τον Ελληνα πρωθυπουργό. Παράλληλα όμως γνωρίζαμε ότι ΗΠΑ συμβούλευαν πιεστικά να μην εξαρτηθεί η Ελλάδα αποκλειστικά από τον ρωσικό ενεργειακό κολοσσό. Γνωρίζαμε επίσης ότι η οιονεί διακρατική συμφωνία Ελλάδος-Ρωσίας μπορεί να προσέκρουε σε εμπόδια της κοινοτικής νομοθεσίας. Εντέλει, για όλους αυτούς τους έκδηλους και τους άδηλους λόγους, η πολυαναμενόμενη μεγάλη ιδιωτικοποίηση, με αγοραστή ξένο επενδυτή, δεν πραγματοποιήθηκε. Οι Ρώσοι αποσύρθηκαν και από τη ΔΕΣΦΑ, όπου απομένει μόνο η προσφορά της αζέρικης εταιρείας.
Ο αντίκτυπος είναι δυσμενής· αναστέλλει την καλλιεργούμενη αισιοδοξία για εισροή ξένων κεφαλαίων. Οι Ρώσοι δεν αγόρασαν το «καλό σενάριο» της ελληνικής οικονομίας, ίσως για τους ίδιους λόγους που δεν αγόρασαν το χρέος της Κύπρου: γιατί οι πωλητές φάνηκαν απρόθυμοι ή αδύναμοι να συμφωνήσουν με όσα, υπερβολικά πιθανόν, ζητάει η Μόσχα.
Η ιδιωτικοποίηση θα επαναπροκηρυχθεί. Δεν γνωρίζουμε όμως αν θα εμφανιστούν πάλι συμφέρουσες προτάσεις από σοβαρούς ξένους επενδυτές· η πρώτη αυτή αποτυχία, συνοδευόμενη από την εντεινόμενη πίεση της τρόικας για εσπευσμένη αύξηση εσόδων, πιθανόν να επιφέρει ταπείνωση των απαιτήσεων και των κριτηρίων. Πολύ περισσότερο που στο τραπέζι τώρα η τρόικα βάζει το χρηματοδοτικό κενό των 6 δισ., και βγάζει οριστικά τη μείωση του ΦΠΑ εστίασης.
Εν πάση περιπτώσει, αυτό που παρατηρούμε είναι ότι στα μεγάλα ντηλ η ελληνική κυβέρνηση κινείται με σχεδόν δεμένα χέρια: εξωγενείς παράγοντες ή και εσωτερικά λόμπι καθορίζουν την τελική έκβαση, ανεξάρτητα από τις κατεπείγουσες εθνικές ανάγκες. Το υπερφιλόδοξο πρόγραμμα ιδιωτικοποιήσεων προβλήθηκε αρχικά ως πηγή εσόδων 50 δισ., υποβαθμίστηκε σε ολίγα δισ., και τώρα όχι μόνο καρκινοβατεί, αλλά φαίνεται ότι δεν καταφέρνει να εξυπηρετήσει ούτε καν το βραχυπρόθεσμο εθνικό συμφέρον. Διαπιστώνεται και πάλι έλλειμμα στρατηγικής: το Greecovery δεν μπορεί να έλθει με έξωθεν υποδείξεις, εγχώριους συμβιβασμούς και συνταγές Ελληνοσύρων μάγων.
Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν δύο κόσμοι, που κινούνται παράλληλα και ασύμπτωτα. Ο ένας κόσμος είναι αυτός στον οποίο κινείται η κυβέρνηση και αναμεταδίδουν τα μαζικά μέσα· ένας κόσμος όπου η μόνη ένδειξη ζωτικότητας είναι η διαπραγμάτευση με την τρόικα για την επόμενη δόση και τις προαπαιτούμενες δράσεις. Πρόκειται περί παντομίμας διαπραγμάτευσης: βάσει της τριετούς εμπειρίας, όλες οι διαπραγματεύσεις καταλήγουν με επιβολή των όρων της τρόικας. Παρενθέτως, η τρόικα μπορεί να αλλάξει ρότα και να ερμηνεύσει διαφορετικά όσα είχε επιβάλει αρχικά. Η κυβέρνηση ωστόσο θα δείξει εντόνως ότι ανθίσταται, ότι επιχειρεί να αντιπαραθέσει ισοδύναμα μέτρα, ότι παλεύει, θα εμπεδώσουμε όλη την επιχειρηματολογία της τρόικας, θα δοθούν αριθμοί διαστελλόμενοι και συστελλόμενοι κατά το δοκούν, τα συγκυβερνώντα κόμματα θα τουφεκάνε σε γραμμές Μαζινό, υπουργοί θα υποσκάπτονται και θα ταπεινώνονται, και εντέλει όλες οι απαιτήσεις της τρόικας θα ικανοποιηθούν, με ευφημισμούς, μετωνυμίες, και αναλύσεις περί του μικρότερου δυνατού κακού.
Εστω. Τι συμβαίνει όμως στον άλλο κόσμο; Στο κόσμο της πραγματικής οικονομίας, των πραγματικών αναγκών, της πραγματικής ζωής; Εδώ οι αριθμοί είναι τρομακτικοί, και πίσω από κάθε αριθμό υπάρχουν άνθρωποι, ζωές, επιχειρήσεις, πλούτος, που καταστρέφονται καθημερινά. Ας πούμε: κάθε μέρα προστίθενται 3 χιλιάδες άνεργοι, στην υπάρχουσα στρατιά των 1,3 εκατομμυρίου. Ενα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους από το 2008. Αυτοί οι αριθμοί διαρκώς διαστέλλονται.
Στον πραγματικό κόσμο της ύφεσης και της ανεργίας, διακρίνουμε ότι ο πυρήνας της φιλοσοφίας του τριπλού μνημονίου, η εσωτερική υποτίμηση, έχει ήδη εκπληρωθεί. Οι στόχοι του μνημονίου επιτυγχάνονται με ταχύ ρυθμό: το εισόδημα από εργασία έχει απομειωθεί δραματικά, διά της κατάρρευσης των μισθών και της απασχόλησης, και δια της υπερφορολόγησης· οι παραγωγικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις συνθλίβονται και κλείνουν, στη θέση τους ανοίγουν καφενεία ανέργων με τα τελευταία χρήματα αποζημιώσεων και εφάπαξ · η μικροϊδιοκτησία συρρικνώνεται από τα χαράτσια και την απαξίωση. Και τα τρία θεμέλια, που κρατούσαν τον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό, αποσαθρώνονται. (Μαζί τους και το κράτος πρόνοιας.) Στη θέση τους μπαίνουν τα νέα θεμέλια: μειωμένο κόστος εργασίας, συγκέντρωση σε μεγάλες επιχειρήσεις, ιδιοκατοίκηση για ολίγους.
Υπό αυτή την έννοια, οι μείζονες μεταρρυθμίσεις, που απαιτούσαν τα μνημόνια, έχουν επιτευχθεί. Η Ελλάδα του 2013 είναι εντελώς διαφορετική από την Ελλάδα του 2008. Απομένουν μερικές ρυθμίσεις ακόμη: η πώληση της Εθνικής Τράπεζας και η ολοκλήρωση της καταστροφής των εγχώριων θεσμικών μετόχων, η πώληση όσων κρατικών περιουσιακών στοιχείων έχουν κάποια αξία, η ενεχυρίαση όσων άλλων προσδοκώνται ότι θα βρεθούν. Το πρόγραμμα διάσωσης έχει πετύχει τους στόχους του· η τρόικα πιέζει για να προσθέσει απλώς τις τελευταίες γραμμές στο νέο ευρωπαϊκό πατρόν.
Στον πραγματικό κόσμο απομένει μια χώρα γυμνή, με χρέος που θα βαραίνει τις επόμενες δυο-τρεις γενιές, με άνεργους και μετανάστες, με κράτος ερείπιο. Με φρόνημα μηδενικό, που όμως είναι ίδιο με τον ιερό μηδενικό πληθωρισμό.
Αρκετούς μήνες μετά την πρώτη αποκάλυψη των οικονομολόγων του ΔΝΤ, στη σύνοδο του Τόκυο, ότι οι παραδοχές και οι προβλέψεις για το πρόγραμμα διάσωσης της Ελλάδας ήταν λανθασμένες, η εγερθείσα συζήτηση συνεχίζεται ενόσω εν παραλλήλω εφαρμόζεται καταλεπτώς το ατελές πρόγραμμα ― με τα γνωστά σε όλους τους Ελληνες οδυνηρά αποτελέσματα. Οι δανειστές της Ελλάδας, που επιβάλλουν τον θανατηφόρο συνδυασμό λιτότητα και ύφεση, δεν αμφισβητούν το «λάθος» του πολλαπλασιαστή ούτε την ακαδημαϊκή επάρκεια του επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ Ολιβιέ Μπλανσάρ. Ομως τα θεωρούν ακριβώς ακαδημαϊκή συζήτηση. Οι πολιτικές τους επιλογές είναι άλλες, είναι ορθές και απαιτούν να εφαρμοστούν, εφόσον έχουν επικυρωθεί άλλωστε από τρεις διαδοχικές ελληνικές κυβερνήσεις.
Κατά τούτο, οι δανειστές πράττουν ορθά, προς το δικό τους συμφέρον, το ορατό τουλάχιστον. Ο,τι βιώνουμε εμείς ως καταστροφή και ιστορική υποβάθμιση, μπορεί για τους δανειστές να είναι ακριβώς το επιδιωκώμενο: η ορθολογική, αν και βίαιη, προσαρμογή σε αυτό που πράγματι αξίζει να είναι η Ελλάδα, μια χώρα λίγο πάνω από τη Βουλγαρία.
Το ζήτημα είναι, πρώτον, πώς αυτή η πολιτική λιτότητας και ύφεσης βοηθά την Ευρώπη συνολικά να σταθεί στα πόδια της, χωρίς να πυροδοτεί κοινωνικές εκρήξεις και πολιτική αστάθεια. Δεύτερον, πώς αυτή η πολιτική χτίζει μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων, με τεράστιες αποκλίσεις και με αλλεπάλληλες παραβιάσεις του κοινοτικού κεκτημένου και του ευρωπαϊκού νομικού-πολιτικού πολιτισμού· άρα μπορεί να πυροδοτήσει κύμα αντιευρωπαϊσμού. Τρίτον, πώς η Ελλάδα αντιμετωπίζει την τρομερή ύφεση που την πλήττει: με ποιές ιδέες, ποια βούληση και ποιο φρόνημα αντιμάχεται την κρίση και προσπαθεί να σταθεί όρθια.
Στα δύο πρώτα ζητήματα, στο ευρωπαϊκό πεδίο, η Ελλάδα δεν μπορεί να αλλάξει τον ρου ή να ανατρέψει συσχετισμούς δύναμης, αλλά μπορεί να πράξει το θεμελιώδες: να θέσει το πρόβλημά της και να προτείνει κοινές λύσεις που θα περιλαμβάνουν την ίδια. Στο τρίτο όμως η ευθύνη και η δράση είναι δικές μας, των Ελλήνων.
Τα τρία χρόνια ύφεσης, με όλο τον πόνο που έχουν προκαλέσει, έχουν προσφέρει και μια πολύτιμη, παρότι επώδυνη, πείρα. Η πτώση έδειξε τις αδυναμίες του παραγωγικού μοντέλου, τις αδυναμίες της διοίκησης και των θεσμών, την ενδημική διαφθορά, τις ενδοταξικές αδικίες· όλα όσα εκαλύπτοντο κάτω από το δάνειο χρήμα και την αμοιβαία εξαχρείωση ελίτ και πελατών. Δεν υπάρχει γυρισμός σε αυτό το χρεοκοπημένο μοντέλο δημόσιου βίου και παρασιτικής οικονομίας.
Αντιμετωπίζουμε ήδη το υπαρκτό πρόβλημα της «χαμένης γενιάς», με όρους όχι μόνο εργασιακούς και οικονομικούς, αλλά και δημογραφικούς, ιστορικούς και εθνικούς. Οι νέοι που μεταναστεύουν και οι νέοι που ενηλικιώνονται στο πουργατόριο της ανεργίας αφαιρούνται πολλαπλασίως από τον εθνικό κορμό, σε βάθος χρόνου και με πολλούς δυσμενείς τρόπους. Επιπλέον, αντιμετωπίζουμε το επίσης υπαρκτό πρόβλημα της πληβειοποίησης της μεσαίας τάξης, με ανάλογους όρους. Μπορούμε να φανταστούμε την Ελλάδα, σαν ευρωπαϊκή, δυτική χώρα, αναπτυσσόμενη και με στοιχειώδη συνοχή, χωρίς νέους ανθρώπους και χωρίς μεσαία τάξη; Χωρίς νέο αίμα και χωρίς ραχοκκαλιά; Αυτό πρέπει να σκεφτούμε, πρώτα απ’ όλα, σε συλλογικό επίπεδο, δηλαδή πολιτικά· αυτή η σκέψη θα ορίσει και το ατομικό. Κανείς δεν θα σωθεί μόνος του ενάντιος σε όλους τους άλλους.
εικόνα: Unexposed, 40 νέες γυναίκες εικαστικοί που ζουν και δημιουργούν στο Ιράν εκθέτουν 70 έργα τους.
Ποιος έφερε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο στην Ελλάδα για διάσωση; Τη συζήτηση ανατροφοδότησε απρόσμενα ο Ανδρέας Λοβέρδος, που ισχυρίστηκε ότι η εισήγηση ετοιμάστηκε από άτυπο όργανο υπό τον Γιώργο Παπανδρέου. Ο κ. Παπανδρέου του απάντησε ότι όλοι οι υπουργοί ψήφισαν υπέρ του προγράμματος της τρόικας, αποφεύγοντας να διαψεύσει την ύπαρξη άτυπου οργάνου. Κι εμείς θυμόμαστε τι δήλωνε εν θερμώ ο πρώην υπουργός ένα χρόνο νωρίτερα, όταν οι οικονομικοί εισαγγελείς ερευνούσαν τα αμφισβητηθέντα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για το έλλειμμα: «Οποιος επιχειρήσει να πειράξει τον κ. Παπανδρέου θα μετατρέψει την χώρα σε μια χώρα όπου υπάρχει μακελειό».
Η αναμόχλευση των αποφράδων ημερών του Μαΐου 2010 συμβαίνει λίγους μήνες μετά τις άλλες αιτιάσεις κατά του Γ. Παπανδρέου από τον Παν. Ρουμελιώτη. Την ίδια χρονική στιγμή, η γαλλική εφημερίδα Le Monde χαρακτηρίζει τον Ελληνα πρώην πρωθυπουργό παρία της πολιτικής και περιφερόμενο κονφερανσιέ-ομιλητή, ενώ ταυτόχρονα υπενθυμίζει τις δύο ιστορικές κορυφώσεις του: το Καστελόριζο του Μνημονίου και την πρόταση για δημοψήφισμα, λίγο πριν αποπεμφθεί.
Είναι προφανές ότι ο κ. Λοβέρδος επιθυμεί διακαώς να διαφοριστεί από τον καμένο πολιτικά Γ. Παπανδρέου, όπως άλλωστε το εναπομείναν ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου αποκήρυξε ακαριαία τον καμένο Γιώργο Παπακωνσταντίνου. Είναι προφανές ότι τότε κανείς δεν ήξερε, δεν διάβασε, δεν επιθυμούσε. Διότι κανείς δεν θέλει να ακολουθήσει τον πρώην πρωθυπουργό και τον πρώην υπουργό Οικονομικών στον μοναχικό δρόμο του πολιτικού παρία ή του εξιλαστήριου θύματος.
Εντούτοις η πικρή αλήθεια είναι ότι σύσσωμο το όλον ΠΑΣΟΚ, προεστοί, λαϊκιστές, εκσυγχρονιστές, αλεξιπτωτιστές και κηπουροί συμφώνησαν στη συγκεκριμένη διάσωση της χρεοκοπημένης Ελλάδας από την τρόικα, υπό τους συγκεκριμένους όρους: εσωτερική υποτίμηση, περικοπές εισοδημάτων και υπερφορολόγηση, ελαστικοποίηση εργασιακών σχέσεων, μεταρρυθμίσεις. Τα έκαναν όλα, αδιαμαρτύρητα, εκτός από τις μεταρρυθμίσεις.
Τρία χρόνια αργότερα και μετά τρεις κυβερνήσεις, το ΔΝΤ, αφενός, διαπιστώνει ότι το πρόγραμμά του απέτυχε λόγω λανθασμένων παραδοχών και εκτιμήσεων· αφετέρου, ανακοινώνει την έκθεσή του για την Ελλάδα, με την οποία την καλεί να συνεχίσει να εφαρμόζει το αποτυχόν πρόγραμμα. Βεβαίως θέτει νέες παραδοχές: ζητεί νέα μέτρα 3,9 δισ., το 2015-16, ευθύς μόλις εφαρμοστούν τα μέτρα 13,5 δισ. του 2013-14· προβλέπει χρηματοδοτικό κενό 9,6 δισ. για την ίδια περίοδο· διαπιστώνει ότι οι τιμές δεν πέφτουν, παρά την πτώση των μισθών, εκτιμά επίσης ότι οι εξαγωγές και άλλα οικονομικά μεγέθη κινδυνεύουν να καμφθούν λόγω της διεθνούς στασιμότητας. Τι προτείνει; Ιδιωτικοποιήσεις. Και εφόσον οι ιδιωτικοποιήσεις δεν προχωρήσουν εντός του 2013 από το ΤΑΙΠΕΔ, να τις αναλάβουν ξένοι διαχειριστές.
Είναι προφανές γιατί ο κ. Λοβέρδος και άλλοι σαν αυτόν επιθυμούν τόσο διακαώς να διαχωρίσουν τη θέση τους από το δίδυμο Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου των κηπουρών, των Τιτανικών, των πιστολιών και των διεφθαρμένων «μαζί τα φάγαμε». Αλλά είναι αργά πια: ό,τι αναδυθεί εφεξής, με δάκρυα, πόνο και ιδρώτα, δεν θα περιέχει κανέναν από το Ancien Regime.
Στην Αθήνα η κυβέρνηση μεταδίδει την αισιοδοξία της για την άρση της διπλωματικής απομόνωσης της χώρας, και ταυτόχρονα βιάζεται να κλείσει τη συμφωνία με την τρόικα, προκειμένου να εκταμιευθεί η δανειακή δόση των 31,5 δισ. ευρώ. Η χρονική πίεση δημιουργεί το δικό της κλίμα, μια αίσθηση επείγοντος, αποσπασμένη από το πραγματικό περιεχόμενο της συμφωνίας: ας επιτέλους κλείσει η διαπράγματευση, κι ας είναι ό,τι να ‘ναι, θα κάνουμε ό,τι πείτε.
Η πραγματικότητα όμως είναι πολύ χειρότερη. Το εμπροσθοβαρές πακέτο περικοπών και υπερφορολόγησης ―9 δισ. σε μία χρονιά― ουσιαστικά αποσύρει από την αφυδατωμένη αγορά περίπου το 5% του Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος, ένα δυσβάστακτο βάρος για άτομα και επιχειρήσεις. Είναι εξαιρετικά αμφίβολο αν οι διαλυμένοι μηχανισμοί του κράτους θα μπορέσουν να εισπράξουν αυτά τα χρήματα, πολύ περισότερο που τα ζητούν από τις ήδη εξουθενώμενες ομάδες πληθυσμού, μισθωτούς, συνταξιούχους και μικροεπαγγελματίες. Τα μεγάλα εισοδήματα και το μαύρο χρήμα δεν θίγονται ― κι αυτό το επαναλαμβάνουν διαρκώς οι ηγέτες των κρατών και οργανισμών που συμμετέχουν στον ελληνικό δανεισμό.
Η συγκρατημένη αισιοδοξία από την όψιμη συμπάθεια ξένων ηγετών προς την Ελλάδα δεν μπορεί να αντισταθμίσει τη δεινή θέση της τρικομματικής κυβέρνησης: πιθανότατα θα ψηφίσει τα μέτρα στη Βουλή, αλλά δεν θα μπορέσει να τα εφαρμόσει. Η είσοδος στην κυβέρνηση προσώπων από το ΠΑΣΟΚ και τη ΔΗΜΑΡ δεν θα της προσφέρει επιπλέον νομιμοποίηση· αντιθέτως, θα της προσθέσει τη ραγδαία φθορά του ΠΑΣΟΚ, και την προσωπική κατάρρευση του αρχηγού του, και την αστάθεια της ΔΗΜΑΡ.
Η πολιτική αστάθεια όμως δεν προέρχεται τόσο από τα κομματικά γραφεία και τις προσωπικές αδυναμίες, όσο από την κατάκοπη κοινωνία. Σύγχυση, φόβος, παραίτηση, απόγνωση, αλλά και βία κυριαρχούν σταδιακά στον δημόσιο χώρο· η έλλογη συμπεριφορά και η συλλογικότητα υποχωρούν. Η έλευση του χειμώνα, με τις αυξημένες υλικές απαιτήσεις, θα επιδεινώσει την απαισιοδοξία. Ηδη σε συνελεύσεις πολυκατοικιών αποφασίζουν να μην προμηθευτούν πετρέλαιο θέρμανσης λόγω αδυναμίας πολλών ενοίκων. Οι δυσλειτουργίες ζωτικών υποσυστημάτων του κράτους, π.χ. στα σχολεία και τα νοσοκομεία, σωρεύονται και πολλαπλασιάζονται. Αναμενόμενο: οι κρατικές λειτουργίες θα απορροφούν περίπου το 35% του ΑΕΠ, έναντι του 42% που είναι ο μέσος όρος στην Ευρώπη. Κι αυτό το 35% λογαριάζεται πλέον στο συρρικνωμένο ΑΕΠ, που θα φτάσει τα 171 δισ. ευρώ στο τέλος του χρόνου, από τα 210 δισ. του 2007. Με τόσο μεγάλες και τόσο απότομες περικοπές, κανένα κράτος δεν αντέχει.
Το ύστατο πλήγμα που απειλεί τα μικρομεσαία στρώματα είναι η κατάρρευση της αγοράς ακινήτων, που θα προκαλέσει το ενδεχόμενο κύμα πλειστηριασμών για ακίνητα μη εξυπηρετούμενων στεγαστικών δανείων. Οι τράπεζες επιθυμούν να διαγράψουν τα επισφαλή δάνεια δια της τιτλοποίησης και πώλησής τους. Η συνεπαγόμενη απαξίωση της ακίνητης περιουσίας, σε συνδυασμό με την υπερφορολόγήσή της, θα επιταχύνει τη διαδικασία πληβειοποίησης του μεγαλύτερου μέρους του πληθυσμού. Ανεργία, μείωση εισοδήματος, υπερφορολόγηση, απαξίωση ή κατάσχεση κατοικίας: Οι κοινωνικές και πολιτικές συνέπειες είναι απρόβλεπτες.
Τρέχουν παράλληλα: ο φόρος εισοδήματος 2011 και η επίσκεψη της τρόικας για αξιολόγηση. Και τα δύο καθυστέρησαν λόγω των αλλεπάλληλων εκλογών, που έχουν παγώσει κάθε άλλη δραστηριότητα στη χώρα από τις αρχές Απριλίου. Και τα δύο είναι αλληλένδετα: η τρόικα θα βρει ότι τα κρατικά έσοδα υστερούν έναντι των υπεραισιόδοξων και ανελαστικών προβλέψεων, διότι όχι μόνο ο φορολογούμενος πληθυσμός έχει ήδη εξαντληθεί, αλλά και διότι ο υπολογισμός και η βεβαίωση του φόρου καθυστέρησαν σκοπίμως, για να μην ερεθιστούν προεκλογικά οι πολίτες και επηρεαστεί η ψήφος τους.
Πράγματι η ψήφος δεν επηρεάστηκε άμεσα από τον δυσβάστακτο φόρο εισοδήματος, όπως προέκυψε από τις μνημονιακές δεσμεύσεις. Επηρεάζονται όμως τώρα με σφοδρότητα τόσο ο κρατικός προϋπολογισμός όσο και οι οικογενειακοί προϋπολογισμοί εκατομμυρίων Ελλήνων. Τα ελληνικά νοικοκυριά ακολουθούν μοιραία και αγεληδόν το ελληνικό κράτος στο σπιράλ πτώχευσης και παρακμής. Διότι απλούστατα πολλοί νομοταγείς μισθωτοί και εργαζόμενοι δεν θα μπορούν να πληρώσουν τους υπέρογκους φόρους, πολλαπλάσιους από κάθε περασμένη χρονιά, καθώς μάλιστα βρίσκονται ήδη εκτός προϋπολογισμού, εξαντλημένοι από διαδοχικές μειώσεις εισοδήματος, εξαντλημένοι από έκτακτες εισφορές, με μειωμένα ή μηδενισμένα τα αποθέματα ανάγκης, βαρυνόμενοι από άνεργα τέκνα ή άλλους συγγενείς.
Διπλό το κακό άρα: οι πολίτες περνούν το όριο αντοχής, το κράτος δεν μπορεί να συγκεντρώσει αναγκαίους πόρους για συντήρηση θεμελιωδών λειτουργιών. Η κουτοπόνηρη αναβολή των φορολογικών δηλώσεων σε μετεκλογικό χρόνο ανέβαλε απλώς την έκρηξη της βόμβας. Δυστυχώς όμως η βόμβα απασφαλίζεται μες στο καλοκαίρι: πολλοί συνεπείς πολίτες δεν θα παραμείνουν συνεπείς. Το χρέος θα τους λυγίσει, θα τους οδηγήσει σε ακούσια πλην αναγκαστική παύση πληρωμών. Δεν θα πληρώνουν, όχι γιατί αρνούνται να πληρώσουν, όχι από ανυπακοή, αλλά γιατί δεν έχουν, γιατί δεν μπορούν.
Δυστυχώς, η πολιτική τάξη ενώπιον της ιστορικής πρόκλησης αποδεικνύεται διπλά ανίκανη και άβουλη: όπως δεν διαπραγματεύτηκε εγκαίρως και λυσιτελώς μια βιώσιμη λύση του δημόσιου χρέους, έτσι ακριβώς δεν εξυγίανε τα δημοσιονομικά με ορθολογικό και λειτουργικό τρόπο, με εντοπισμένες ενέργειες και δίκαιη φορολόγηση. Δουλικότητα και ανεπάρκεια προς τα έξω, λεηλασία και αδικία προς τα μέσα, λεηλασία στρεφόμενη προς τους νομοταγείς και παραγωγικούς.
Το αποτέλεσμα είναι διπλά ολέθριο. Η χώρα αποδέχεται στόχους τους οποίους αδυνατεί να επιτύχει, και στην ασυλλόγιστη πορεία προς τους στόχους εξοντώνει τους πολίτες της και εξευτελίζεται διεθνώς. Καταρρακωμένo κράτος και απροστάτευτοι άνθρωποι: ιδού ένας ορισμός του failed state.
H κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ-ΔΗΜΑΡ έχει δύο στόχους, για τους οποίους έχουν δεσμευτεί προεκλογικά ΚΑΙ τα τρία κόμματα:
1. Παραμονή στην ευρωζώνη.
2. Επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου ― η ΔΗΜΑΡ επιπροσθέτως, μιλάει για “σταδιακή απαγκίστρωση” από το Μνημόνιο.
Η επίτευξη και των δύο στόχων εξαρτάται πολύ λίγο από την ελληνική κυβέρνηση, και πολύ περισσότερο από την Τρόικα, δηλαδή τους πιστωτές. Αν η Τρόικα, και κυρίως η Γερμανία, επιθυμούν να δώσουν παράταση στο ελληνικό πρόβλημα, θα χαλαρώσουν τους όρους Μνημονίου, χρονικά και ίσως ποσοτικά.
Η ενδεχόμενη χαλάρωση, στο μέτρο που θα μπορεί να γίνει αισθητή από τον ανήσυχο και ευερέθιστο λαό, είναι η μόνη πολιτική ενέργεια που μπορεί να δώσει χρόνο στην ελληνική κυβέρνηση. Αλλά αυτή η ενέργεια μπορεί να εκπορευθεί μόνο από την Τρόικα. Η κυβέρνηση ελάχιστα μπορεί να κάνει προς αυτή την κατεύθυνση.
Εν τω μεταξύ η ελληνική κυβέρνηση μπορεί να κατευθύνει τις δικές της ενέργειες προς το εσωτερικό της χώρας. Εκεί προέχουν επειγόντως:
1. Ανάταξη των εσόδων.
2. Ανακούφιση κατεστραμμένων πολιτών και επιχειρήσεων.
3. Ταχεία αναστήλωση κράτους.
4. Εξασφάλιση ροών σε καύσιμα, φάρμακα.
και, το σημαντικότερο
5. Διάσωση εθνικών πόρων απαραίτητων για ανάκαμψη χώρας, όταν και όπως τελειώσει η κρίση.
Η διάσωση εθνικών assets είναι θεμελιώδους σημασίας ενόψει της πίεσης για επίσπευση ιδιωτικοποιήσεων και εκποίησης κρατικής περιουσίας: Ποια assets εκχωρούνται, με ποιους όρους και σε ποιες τιμές;
Η συντριβή της περιουσίας ασφαλιστικών ταμείων, νοσοκομείων, ΑΕΙ από το PSI αποτελεί δείκτη κινδύνου.
Τις επικείμενες εκλογές ―αν και χωρίς καθορισμένη ημερομηνία ακόμη― τις περιμέναμε για να εκτονώσουν την πολιτική ένταση και να ανανεώσουν την νομιμοποίηση προς τα πολιτικά κόμματα. Θα συμβεί και αυτό. Συγχρόνως όμως βλέπουμε ότι οι εκλογές εντείνουν την αγωνία, στο μέτρο που διαπιστώνεται το μέγεθος του αδιεξόδου: καμία κυβέρνηση μόνη της, ακόμη και με αυτοδυναμία, χωρίς τη συμπαράσταση ή την ανοχή του λαού, δεν θα κατάφερνε να λύσει το ελληνικό πρόβλημα. Πολύ περισσότερο που κανένα κόμμα δεν πρόκειται να κερδίσει αυτοδυναμία. Κατά το πιθανότερο εκλογικό σενάριο, τα δύο πρώτα κόμματα αθροιζόμενα θα συγκεντρώσουν πλειοψηφία εδρών, ώστε να καταστεί δυνατή μια κυβέρνηση συνασπισμού.
Την ήδη μεγάλη αβεβαιότητα και σύγχυση επιτείνουν οι διαδοχικές εκφοβιστικές ή εκβιαστικές, πάντως πιεστικές, δηλώσεις των ξένων ηγετών που αναμιγνύονται αρμοδίως στην ελληνική κρίση: Προφητεύουν αυτοεκπληρωτικά την έξοδο/αποβολή της Ελλάδας από το ευρώ, υποδεικνύουν τον χρόνο διεξαγωγής ή την αναβολή των εκλογών, υποδεικνύουν το εκλογικό αποτέλεσμα, αποδίδουν γενικευμένους εθνοψυχογραφικούς χαρακτήρες στον ελληνικό λαό. Η κ. Λαγκάρντ ή ο κ. Σόιμπλε υποστηρίζουν θεμιτά τα συμφέροντα τους και τις πολιτικές τους επιλογές· το ζήτημα είναι: Μπορούν οι Ελληνες να επιζήσουν εφαρμόζοντας τις πολιτικές επιλογές των Λαγκάρντ και Σόιμπλε στον κλονισμένο οίκο τους; Δυσκολεύονται αφάνταστα. Διότι η κρίση δεν είναι εγχώρια αυτοπάθεια, αφενός, και διότι η συνιστώμενη θεραπεία της τρόικας (χωρίς καμία άλλη εναλλακτική) δεν φαίνεται να αποδίδει τα επαγγελόμενα.
Τι απομένει στους Ελληνες; Οι εκλογές είναι ένα αναγκαίο στάδιο, τουλάχιστον για να καταγραφεί η λαϊκή βούληση ως προς τις υπάρχουσες πολιτικές προτάσεις, όποια κι αν είναι αυτή η βούληση: αντινομική, κερματισμένη, οργισμένη, απεγνωσμένη. Για να ανατροφοδοτηθεί εμπράκτως μια βασική λειτουργία της δημοκρατίας. Μέχρι εδώ. Οι εκλογές δεν μπορούν, μόνες αυτές, να δώσουν τη μεγάλη λύση, να προσφέρουν την πολιτική-κοινωνική ζωτικότητα που απαιτείται κατεπειγόντως, για να αποτραπεί η κατάρρευση και να ιχνογραφηθεί ένα σχέδιο ανασυγκρότησης. Εντούτοις η εκλογική διαδικασία, έτσι όπως τη διαισθανόμαστε τώρα, μπορεί να λειτουργήσει προωθητικά και υπερβατικά, ανεξαρτήτως ή και εξαιτίας του εκλογικού σκορ: να συνειδητοποιήσει δηλαδή το νυν αλαφιασμένο πλήθος ότι ο νέος σκληρός κόσμος απαιτεί νέα εργαλεία, νέα νοήματα, νέες συλλογικότητες και συμμαχίες, νέες μορφές οργάνωσης του πολιτικού και του κοινωνικού.
Ο πιθανός κερματισμός του μετεκλογικού τοπίου δεν οδηγεί αφεύκτως στην ακυβερνησία. Η ιστορική ανάγκη θα καλέσει τους πάντες να αναλάβουν τις ευθύνες τους, υποκείμενους και υπερκείμενους· όλοι θα κληθούν να κυβερνήσουν κατά κάποιον τρόπο, και όλοι θα κριθούν κατά την προσφορά τους και τη δυνατότητά τους να συγκλίνουν προγραμματικά και πρακτικά πάνω στο αμείλικτο πραγματικό. Η ιστορία δεν τελειώνει, θα επανέρχεται με προκλήσεις και προσκλήσεις διαρκώς, επώδυνα.
Η μακρά αγωνία, που άρχισε το φθινόπωρο στις Κάννες και κορυφώθηκε με την ψήφιση του Μνημονίου ΙΙ, φαίνεται να υποχωρεί προσώρας. Οι επικείμενες εκλογές, παρότι δεν προσδιορίζονται ακόμη επακριβώς, ελπίζεται να δράσουν εκτονωτικά στη δυσφορία και την απόγνωση του κοινωνικού σώματος. Αλλά μέχρι εκεί: ο ορίζοντας κοινωνικής ειρήνης δεν υπερβαίνει τους ολίγους μήνες. Διότι, ακόμη κι αν δεν ακούγαμε τις σαφείς προειδοποιήσεις για το τι περιμένει τους Ελληνες, από τα πιο αρμόδια χείλη, των εκπροσώπων της τρόικας λόγου χάριν, η ίδια η σκληρή πραγματικότητα δίνει τα δικά της μηνύματα. Το χρέος δεν θα καταστεί βιώσιμο στους χρόνους που υποσχέθηκαν η κυβέρνηση και οι Ευρωπαίοι εταίροι, κατά τη λήξη της κρίσιμης τριετίας 2012-14 η χώρα θα χρειαστεί επιπλέον χρηματοδότηση έως και 67 δισ., η ύφεση θα συνεχιστεί, η ανεργία καλπάζει, το ασφαλιστικό καταρρέει εξαιτίας της ύφεσης και της ανεργίας αλλά και λόγω του κουρέματος των διαθεσίμων των ταμείων. Εν τω μεταξύ, με φόντο την παγωμένη αγορά, βιώνουμε και τη βίαιη συρρίκνωση κοινωνικών υποδομών: σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία, βρεφονηπιακοί σταθμοί, προνοιακές δομές υποχρηματοδοτούνται, υπολειτουργούν, καταργούνται ή καταρρέουν.
Η αγωνία λοιπόν δεν περνά. Και οι πιο ανυποψίαστοι πολίτες έχουν συνειδητοποιήσει πια ότι η κρίση δεν θα περάσει σε τρία-τέσσερα χρόνια και, κυρίως, θα περάσει αφήνοντας πίσω της θύματα και βαθιές ουλές, θα μετασχηματίσει την κοινωνική ζωή. Αρκετοί πολίτες επίσης συνειδητοποιούν με ανησυχία ότι η γενικευμένη κρίση και οι διαρκείς δεσμεύσεις έναντι δανειστών, εφόσον διαρκέσουν, μπορούν να οδηγήσουν σε οδυνηρή απομείωση του γεωπολιτικού βάρους της χώρας, σε φινλαδοποίησή της. Πράγματι, η Ελλάδα κατέχει δεσπόζουσα θέση σε μια περιοχή μεγάλου στρατηγικού και οικονομικού ενδιαφέροντος, πάνω στους ενεργειακούς δρόμους της αναβαθμιζόμένης ΝΑ Μεσογείου, αλλά και πλάι σ’ έναν ισχυρό και επιθετικό γείτονα, την Τουρκία, και με τη Μέση Ανατολή σε αποσταθεροποίηση. Η ίδια η χώρα είναι βαριά λαβωμένη οικονομικά, με πολύ χαμηλή αυτοπεποίθηση, χωρίς ηγεσία, σχεδόν ξέπνοη. Ωστε τα δυνητικά της πλεονεκτήματα, γεωπολιτικά και γεωοικονομικά, εφόσον δεν αξιοποιηθούν ευφυώς και βάσει εθνικού σχεδίου, μπορούν να απωλεσθούν ή να εκχωρηθούν άνευ ουσιαστικών ωφελημάτων για τον δοκιμαζόμενο τώρα ελληνικό λαό. Αυτό θα ισοδυναμούσε με εθνική καταστροφή και ιστορική καθυστέρηση.
Ολο και περισσότεροι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι βρισκόμαστε σε ένα τέτοιο ιστορικό μεταίχμιο. Και παρ΄όλη την αγωνία για την ατομική και οικογενειακή τύχη, αναγνωρίζουν ότι η ανάσχεση της πτώσης είναι δυνατή μόνο με ένα μίνιμουμ ομοθυμίας, με συνένωση δυνάμεων και κατασκευή του μέλλοντός μας. Η ιστορική πρόκληση πλέον είναι η υπέρβαση του διλήμματος «Μνημόνιο ή Αντιμνημόνιο», διότι κατ΄ουσίαν δεν απειλούμαστε από έναν τυπικό Διχασμό, αλλά από έναν διάχυτο, άτυπο, διαρκή εμφύλιο, από πολυκερματισμό και θρυμματισμό των κοινωνικών δυνάμεων, που γίνονται αισθητά σαν γενικευμένη δυσφορία, ασφυξία, πνιγμός, κατάθλιψη και απόγνωση. Ο τέτοιος θρυμματισμός της κοινωνίας κατοπτρίζεται στην υγροποίηση των κρατικών δομών και στον κοινωνικό αυτοματισμό.
Σε τι μπορούν να ελπίζουν οι Ελληνες για ανάσχεση της πτώσης; Μάλλον όχι στο παρόν πολιτικό σύστημα, όπως εκφράζεται από φθαρμένα πρόσωπα και εξαχρειωτικές δομές. Το πολιτικό σύστημα, τροφοδοτούμενο από φενακισμένους ψηφοφόρους-πελάτες, δεν μπορεί να συγκροτήσει εθνικό σχέδιο διάσωσης· και δεν θέλει εντέλει, στο βαθμό που η διάσωση θα προϋπέθετε την πολιτική αναγέννηση και την καταστροφή των παλαιών παθογενών ριζωμάτων. Οι εκλογές, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα δώσουν μια αδύναμη κυβέρνηση, εκ συνασπισμού ή εξ ανοχής, η οποία μόνο προσωρινά θα ανασχέσει την ασφυξία. Αναγκαστικά λοιπόν, θα περιμένει τη λύση έξωθεν, αν και εφόσον αλλάξει ο πολιτικός συσχετισμός στην Ευρώπη, και αν οι όποιες αλλαγές περιλαμβάνουν την Ελλάδα επωφελώς.
Εν τω μεταξύ όμως; Η χώρα χρειάζεται επειγόντως να ανακόψει τη βύθιση στην ύφεση. Προς τούτο δεν μπορεί να περιμένει πότε θα αποκτήσει την περιβόητη ανταγωνιστικότητα με μισθούς Ρουμανίας και απαξιωμένα τα εθνικά assets κ.λπ. Εως ότου συμβούν τα προβλεπόμενα στα μάνιουαλ των μάγων της εσωτερικής υποτίμησης, απλώς δεν θα υπάρχουν Ελληνες. Η Ελλάδα πρέπει να βρει τρόπους να εργαστούν οι πολίτες της και να παράγουν πλούτο, πρέπει να ξυπνήσει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, να ξυπνήσει τα δημόσια έργα, να αντλήσει πόρους από τις ευρωπαϊκές δεξαμενές του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκή Τράπεζας Επενδύσεων, όπως τουλάχιστον υπόσχονται οι εταίροι μας: αυτό είναι το πεδίο για σκληρή διαπραγμάτευση.
Οτιδήποτε ξυπνά την πραγματική οικονομία και κρατάει ζωηρούς τους ανθρώπους, πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Να δημιουργηθούν ευκαιρίες για κοινωνική εργασία, για απασχόληση ανέργων και νέων με κοινωνικό μισθό, με προσφορά εθελοντικής εργασίας σε αδύναμους τομείς της δημόσιας διοίκησης. Η αυτοδιοίκηση, από τη γειτονιά έως την περιφέρεια, μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός για την συνέγερση του κόσμου. Η αυτοδιοίκηση διαθέτει πολιτική νομιμοποίηση, έχει καθορισμένη θητεία, ελέγχεται από τους πολίτες και εν πολλοίς την εμπιστεύονται· υπό όρους μπορεί να μετατραπεί σε μοχλό ανάπτυξης και φυτώριο ηγετών, αλλά χρειάζεται στήριξη και πόρους.
Οι συνεταιρισμοί να αποκτήσουν νέο, ελπιδοφόρο και παραγωγικό, περιεχόμενο, σε κάθε τομέα: γεωργία, βιοτεχνία, υπηρεσίες, καινοτομίες. Αυτό θα μπορούσε να είναι το όχημα για τους νέους και τα start-ups. Η Task Force της Κομισιόν τέτοια βοήθεια θα έπρεπε να δίνει, αυτά πρέπει να της ζητηθούν: να μεταφέρει πόρους και τεχνογνωσία στην παραγωγή, για ανάνηψη της κοινωνίας.
Αυτά τα ελάχιστα περί παραγωγής, θα ήθελαν να δουν οι πολιτες στα προγράμματα των πολιτικών δυνάμεων που ζητούν ψήφο. Για αρχή.
Η χθεσινή διακοπή των συνομιλιών με την τρόικα και οι ρητορικές ερμηνείες του κ. Βενιζέλου εμπνέουν ανησυχία στον ελληνικό λαό, όχι μόνον διότι κινδυνεύει η εκταμίευση της έκτης δόσης του δανείου, αλλά διότι αποτελεί μια ακόμη ένδειξη για την κλιμακούμενη παράλυση της κυβέρνησης.
Ο κ. Βενιζέλος πιθανόν να προετοιμάζει μια ηρωική έξοδο από τα δεσμά της τρόικας, ως αγανακτισμένος του οποίου ο τράχηλος ζυγόν δεν υποφέρει, εξερχόμενος ταυτοχρόνως και από το πολιτικό αδιέξοδο στο οποίο έχει περιέλθει σύμπασα η κυβέρνηση. Φαίνεται ότι παρόμοιες σκέψεις ηρωικής εξόδου κάνουν και άλλοι υπουργοί, όπως προκύπτει από τις πυκνές και δριμείες αλληλοεπικρίσεις και τις ενδοκυβερνητικές συγκρούσεις, οι οποίες επισκιάζουν πλήρως τα τελευταία ξέφτια κυβερνητικού έργου.
Ο υπουργός Οικονομικών παύει δια διασυρμού την πρόεδρο του Γραφείου Προϋπολογισμού της Βουλής, η υπουργός Παιδείας δείχνει τρεις συναδέλφους υπουργούς ως υπεύθυνους για το φιάσκο των ατύπωτων σχολικών βιβλίων, τα ταξί προκαλούν σύρραξη δύο «φίλων» υπουργών, για τους γιατρούς διαπληκτίζονται άλλοι υπουργοί εντός του υπουργικού συμβουλίου, οι προσλήψεις μέσω ΜΚΟ ή ΑΣΕΠ βραχυκυκλώνουν έτερους συναρμόδιους υπουργούς κ.ο.κ.
Και ο πρωθυπουργός πού είναι; Μετά την πολιτική λιποθυμία του κ. Γ. Α. Παπανδρέου, την 15η Ιουνίου, όταν με ένα ιστορικής σημασίας acting out, μια ψυχαναλυτική εκδραμάτιση, παραίτησε την κυβέρνησή του ενώπιον του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολιτεύσεως, η χώρα ουσιαστικά πορεύεται άνευ πρωθυπουργού. Αντ’ αυτού πρωθυπουργεύει ρητορεύων ο κ. Βενιζέλος, με επίκουρους και ανελέητα διαγκωνιζόμενους τους άλλους υπουργούς, δελφίνους και βαρώνους του ΠΑΣΟΚ, βαθέος άμα και αβαθούς, παλαιού και νέου.
Η σφοδρή ύφεση, υποεκτιμηθείσα σφοδρώς από την τρόικα, ανατρέπει κάθε φορμαλιστικό σχεδιασμό, καταδεικνύει κενό πολιτικής και έλλειμμα νομιμοποίησης.
H υπαγωγή της Ιρλανδίας στον μηχανισμό στήριξης του ΔΝΤ και της Ε.Ε. τραυματίζει την εθνική υπερηφάνεια των Ιρλανδών, αναφέρει η International Herald Tribune σε πρόσφατη εκτενή ανάλυση. Ο συντάκτης ανατρέχει στην ιστορία της χώρας στον 20ό αιώνα, από τους εκτελεσθέντες ηγέτες του εθνικοαπελευθερωτικού κινήματος, το 1916, και την ανακήρυξη του ελεύθερου ιρλανδικού κράτους το 1922, έως την ευφορία των χρηματαγορών για τον Κελτικό Τίγρη την περασμένη δεκαετία, και την έκρηξη της τραπεζικής και στεγαστικής φούσκας.
Οι Ιρλανδοί δεν ξεχνούν ποτέ τον βρετανικό ζυγό και τους σκληρούς αγώνες που έχουν δώσει για την εθνική τους ανεξαρτησία. Θυμούνται επίσης τη φτώχεια. Ο λιμός του 1840, η ενδημική φτώχεια, η διαρκής μετανάστευση και ο αδιάκοπος εθνικοαπελευθερωτικός αγώνας σημαδεύουν τη συλλογική μνήμη αυτού του μοναχικού λαού ποιητών και καλλιτεχνών στην ατλαντική άκρη.
Η υπαγωγή στη βοήθεια και τα κελεύσματα των ΔΝΤ-ΕΕ βιώνεται σαν τραύμα για την 60χρονη ιρλανδική δημοκρατία. Είναι δε σχεδόν βέβαιο ότι το κυβερνών κόμμα Fianna Fail, που συμμετέχει στην εξουσία αδιαλείπτως τις τελευταίες δεκαετίες, θα χάσει τις εκλογές.
Αναλόγως τραυματικά βιώνεται η υπαγωγή της Ελληνικής Δημοκρατίας στην τρόικα. Η Ελλάδα έχει ανάλογη ιστορία εθνικών αγώνων και φτώχειας με την Ιρλανδία ― και ποίησης και μοναχικότητας. Η ίδια η γένεση του νεότερου ελληνισμού βασίζεται στην έννοια της αντίστασης, της ανταρσίας, του αγώνα: τα ιδρυτικά πρόσωπα του νεότευκτου κρατιδίου είναι πρώτα πολεμιστές, επαναστάτες και μάρτυρες, και μαζί ποιητές και λόγιοι: Ρήγας, Αλ. Υψηλάντης, Καραϊσκάκης, Κολοκοτρώνης, Μακρυγιάννης, Κοραής, Σολωμός…
Η ίδρυση του κράτους, πριν από περίπου δύο αιώνες, όμως από επαναστάτες, συνοδεύεται από σχέσεις εξάρτησης και υποτέλειας προς το εξωτερικό, και από σχέσεις διαρκώς εμφιλοχωρούντος διχασμού και πελατειακότητας στο εσωτερικό. Ο ελληνισμός εντός του κρατιδίου συστέλλεται και διαστέλλεται διαρκώς πέριξ πολλαπλών αξόνων: εξάρτηση-ανεξαρτησία, συρρίκνωση-επέκταση, φτώχεια-ευημερία, ελλαδικότητα-διασπορά, νίκες-καταστροφές, υποταγή-αντίσταση, δημοκρατία-δικτατορία. Σε κάθε περίοδο εντούτοις, ακόμη και σε περίοδο καταστροφής ή κατοχής, η έγνοια για την ελευθερία και την ανεξαρτησία είναι πρωταρχική, η περηφάνια του λαού, που ξεσηκώθηκε εναντίον μακραίωνου κατακτητή και επεβίωσε και πρόκοψε, είναι η ιδρυτική και διαρκώς συνέχουσα ύλη των ανθρώπων που γεννιούνται και κατοικούν στον τόπο.
Το πιο επισκέψιμο εθνικό μνημείο του Δουβλίνου είναι η φυλακή όπου εκτελέστηκαν οι δώδεκα ηγέτες του απελευθερωτικού αγώνα του 1912. Ανάλογα μνημεία μαρτυρίου για την ελευθερία είναι διάσπαρτα σε όλη την Ελλάδα, από το 1821 ώς τις μέρες της χούντας ― παρότι δεν προσελκύουν τόσους πολλούς επισκέπτες πια, ίσως διότι η ελευθερία θεωρείται αυτονόητη στις μέρες μας. Δεν είναι. Η ελευθερία και η ανεξαρτησία, η αυτοδιάθεση, η αυτονομία και η αυτοβουλία ενός λαού δοκιμάζονται διαρκώς και διαρκώς κατακτώνται. Υπό αυτή την έννοια, η οικονομική αποτυχία της χώρας ― που δεν οφείλεται αποκλειστικά σε δικά μας σφάλματα― συνιστά μια καταστροφή της ελευθερίας και της ανεξαρτησίας, ή τουλάχιστον έναν σοβαρότατο κλονισμό τους, και πρώτος έσπευσε να το χαρακτηρίσει έτσι ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου, περίπου πριν από ένα χρόνο, όταν κανείς πολίτης δεν είχε ιδέα περί Μνημονίου και κηδεμονίας. Εξ ου και το διάχυτο αίσθημα ανημπόριας, ταπείνωσης, περιορισμού, που βιώνεται παράλληλα με τον φόβο της φτώχειας, με την ίδια τη φτώχεια, με την αδυναμία των πολιτών να διορθώσουν ή να ορίσουν τη μοίρα τους.
Την εντύπωση της υποτέλειας και τον τραυματισμό της εθνικής υπερηφάνειας εντείνουν διάφορες συμπεριφορές Ελλήνων αξιωματούχων ή Ευρωπαίων επιτρόπων. Οι Ελληνες υπουργοί που κρύβονται πίσω από διατάξεις του Μνημονίου για να δικαιολογήσουν την έλλειψη διαπραγμάτευσης, η αλαζονεία τους ακόμη και αυτή την τραγική στιγμή, τα ψεύδη και οι παλινωδίες εντείνουν την εθνική ντροπή. Η εκτενής ατιμωρησία φοροφυγάδων και εισφοροφυγάδων, η αδράνεια και η μη επιβολή του νόμου, επίσης, Η εικόνα της Βουλής που σέρνεται από Εξεταστική σε Εξεσταστική, χωρίς ποτέ να τιμωρείται κανείς, τροφοδοτεί επίσης την πικρία, την οργή και την απογοήτευση. Ο αστεϊσμός του επιτρόπου Ολι Ρεν ενώπιον του εθνικού κοινοβουλίου, ότι χάνει το ποδόσφαιρο της Κυριακής για να ασχοληθεί με την προβληματική Ελλάδα, ήταν επίσης δείγμα ιταμής συμπεριφοράς έναντι ενός ολόκληρου λαού που υποφέρει.
Η κατάρρευση των δημοσιονομικών και η πτώση της ανταγωνιστικότητας είναι γεγονότα αδιαμφισβήτητα. Ωστόσο η εσπευσμένη υπαγωγή στα κελεύσματα του Μημονίου, υπό όρους επαχθείς, που θέτουν την εθνική κυριαρχία ως εμπράγματη ασφάλεια, που παραπέμπουν τον δανεισμό στο βρετανικό δίκαιο και απαγορεύουν άλλη διαχείριση του χρέους, είναι υπαγωγή της Ελληνικής Δημοκρατίας σε κηδεμονία. Πολύ περισσότερο που αυτή η υπαγωγή επιβάλλει αλλεπάλληλα σκληρά μέτρα λιτότητας, χωρίς ορατό τέλος, και ριζική αναδιάρθρωση της νομοθεσίας που διέπει την εργασία και την κοινωνική μέριμνα· ουσιαστικά, απορρύθμιση της εργασίας και απίσχναση του κοινωνικού κράτους.
Η ελληνική κυβέρνηση δι’ αιφνιδιασμού κατάφερε να εξασφαλίσει όχι μόνο την οριακή πλειοψηφία για την υπερψήφιση του Μνημονίου, αλλά και την παγωμένη ανοχή του σοκαρισμένου πληθυσμού, μεγάλου μέρους του τουλάχιστον, εφόσον το Μνημόνιο παρουσιάστηκε ως μοναδική λύση σωτηρίας, μετά τις προεκλογικές ψευδείς υποσχέσεις, τον προϋπολογισμό παροχών, την πολύμηνη ολιγωρία και τους λεονταρισμούς που οδήγησαν σε σφοδρή κρίση δανεισμού.
Οι πολίτες ενοχοποιήθηκαν για την κρίση, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο: κάθε επαγγελματική και κοινωνική ομάδα στρέφεται διαδοχικά εναντίον της άλλης, και όλοι απομένουν κερματισμένοι, μόνοι, χωρίς φρόνημα, χωρίς αλληλεγγύη, χωρίς ελάχιστο κοινό στόχο και ελπίδα. Ενας λαός όμως διαιρεμένος, ψυχικά διχασμένος, εθνικά ταπεινωμένος, και επιπλέον φτωχός και έμφοβος, δεν μπορεί να ανακάμψει. Απαιτείται επειγόντως αναστροφή: ανάκτηση της περηφάνιας. Φτωχοί μπορούμε να ζήσουμε, να μη ζήσουμε όμως σαν δούλοι.