You are currently browsing the tag archive for the ‘προπαγάνδα’ tag.

«Σήμερα είμαι άνθρωπος, σήμερα μπορώ να κλάψω». Η γυναίκα που προφέρει αυτά τα βαριά λόγια είναι επιζήσασα του γκέτο της Βαρσοβίας. Παρακολουθεί μια ταινία, με σκηνές από τον τόπο μαρτυρίου εκατοντάδων χιλιάδων Εβραίων, όσων πέθαναν από πείνα και επιδημίες, αφού πρώτα απανθρωπίστηκαν.

Η γυναίκα που μπορεί να κλάψει, ύστερα από 68 χρόνια, τον χρόνο της κινηματογράφησης ήταν κορίτσι δέκα ετών. Στα πεζοδρόμια του γκέτο περπατούσε πλάι σε πτώματα, δεν γυρνούσε ποτέ να τα κοιτάξει, γιατί φοβόταν μην έρθει η δική της σειρά. Τότε δεν μπορούσε να κλάψει. Τώρα είναι ευτυχισμένη που μπορεί.

«Το Γκέτο, μια ταινία που δεν έγινε ποτέ» (A Film Unfinished)) είναι ένα συνταρακτικό ντοκυμαντέρ, γυρισμένο το 2010 από τη σκηνοθέτρια Yael Hersonski, με βάση το κινηματογραφικό υλικό που είχαν γυρίσει γερμανικά συνεργεία, τον Μάιο του 1942. Τριάντα μέρες γυρισμάτων, 62 λεπτά αμοντάριστων πλάνων που βρέθηκαν το 1998· στα κουτιά υήρχε μόνο η λέξη «Das Ghetto».

Η κινηματογράφηση είχε γίνει, όπως πολλές άλλες, για να υπηρετήσει τη ναζιστική προπαγάνδα, μια τρομερή μηχανή κατασκευής αλήθειας και στερεοτύπων· η συγκεκριμένη φιλοδοξούσε, αφενός, να καταδείξει τα φυλετικά γνωρίσματα και τον χαρακτήρα των Εβραίων, αφετέρου, να δείξει ότι μέσα στο γκέτο επικρατούσαν ελευθερία και αφθονία, τέτοιες που οι πλούσιοι Εβραίοι καλοπερνούαν εις βάρος των φτωχών συμπατριωτών τους. Η προπαγανδιστική μηχανή έστησε σκηνές πλούσιων γευμάτων σε εστιατόρια, χορούς, έστησε συγκεντρώσεις, λαμπρές κηδείες. Στο αμοντάριστο υλικό όμως υπήρχε και η άλλη όψη του γκέτο: ο λιμός, η εξαθλίωση, ο απανθρωπισμός, ο θάνατος, τα πτώματα στους δρόμους, οι ομαδικοί τάφοι. Λίγο μετά την αναχώρηση του συνεργείου, τον Ιούλιο, άρχισε η Τελική Λύση στο γκέτο, η μεταφορά και εξόντωση 300.000 ανθρώπων στο στρατόπεδο της Τρεμπλίνκα.

Τρία νήματα σκέψης από το ντοκυμαντέρ. Ενα, η διαδικασία απανθρωπισμού, όπως εξελίσσεται σε συνθήκες κράτησης και στέρησης. Η στέρηση δεν είναι μόνο υλική, δεν είναι μόνο καταδίκη σε αργό θάνατο, είναι ταυτοχρόνως στέρηση της ελευθερίας, που συνδυασμένα και σταδιακά γίνεται έλλειψη ενδιαφέροντος για τον κοινωνικό βίο, έλλειψη συμπόνιας, έλλειψη αξιοπρέπειας, έλλειψη ενδιαφέροντος για τη ζωή. Οι άνθρωποι στο γκέτο, άπαξ και περνούσαν ένα κρίσιμο κατώφλι, βυθίζονταν στην απάθεια, περίμεναν απλώς να πεθάνουν. Αυτό μας το έχει μεταδώσει με μοναδικό τρόπο στον 20ό αιώνα, ο σπουδαίος Πρίμο Λέβι, αυτός που γλύτωσε από το Αουσβιτς, για να γίνει μάρτυρας της ανθρώπινης κατάστασης στα άκρα. Ο Λέβι έγραψε: «Αν αυτό είναι ο άνθρωπος». Η επιζήσασα, που βλέπει στο ντοκυμαντέρ τους απαθείς και τους σωρούς πτώματων, λέει το ίδιο: «Σήμερα είμαι άνθρωπος, σήμερα μπορώ να κλάψω. Είμαι ευτυχισμένη που μπορώ να κλάψω, που είμαι άνθρωπος».

Δεύτερο νήμα: Η προπαγάνδα. Η συστηματική εξόντωση εκατομμυρίων ανθρώπων, εξαιτίας φυλετικού μίσους, είναι η πιο φανερή όψη του ναζισμού, η μηχανή ολέθρου που εξορκίζεται. Η προπαγάνδα είναι η άλλη μεγάλη μηχανή, αυτή που κατασκευάζει κόσμο, κατασκευάζει αλήθεια, πραγματικότητα, συνεδήσεις· αυτή η μηχανή δεν εξορκίζεται. Αντιθέτως, τα εργαλεία και οι τρόποι της χρησιμοποιούνται πάντα, και τώρα, από πολλούς, με πολλούς τρόπους, για πολιτικούς ή εμπορικούς σκοπούς. Η ταινία «Das Ghetto» τρομάζει όχι μόνο με την περιέχουσα φρίκη, αλλά με τη μέθοδο και με τον σκοπό της: να ξαναγράψει την ιστορία.

Τρίτο νήμα. Απέναντι στην προπαγάνδα της ναζιστικής παρα-τεκμηρίωσης, στέκεται η ανθρωπινότητα δια της μνήμης. Οσο οι Γερμανοί ναζί κατασκεύαζαν τη δική τους ιστορία φυλετικού μίσους και εξολόθρευσης στο Γκέτο, καταρτίζοντας αρχεία και τεκμήρια, ο Ανταμ Ρίνγκελμπλουμ κατέγραφε την ζώσα ιστορία. Ο Πολοωνοεβραίος ιστορικός συνέλαβε το σχέδιο «Χαρά του Σαββάτου», κατά το οποίο δάσκαλοι, συγγραφείς, δημοσιογράφοι, επιστήμονες, έγραφαν λεπτομερώς και συνέλεγαν ντοκουμέντα γύρω από οτιδήποτε συνέβη στη Βαρσοβία από την αρχή έως την καταστροφή του γκέτο. Το σώμα των μαρτυριών μπήκε σε τρία κάνιστρα γάλακτος και δέκα μεταλικά κουτιά και κατεκρύβη στα θεμέλια του γκέτο. Ολα, πλην ενός, βρέθηκαν, αποδίδοντας 30.000 φύλλα μαρτυριών, μνήμης, ιστορίας. Ο ορισμός του ζώντος αρχείου.

Τι είναι ιστορία; Ο νικητής εξολοθρευτής έγραφε τη δική του, με κινηματογραφικές υπερπαραγωγές, με καταλόγους παπουτσιών και τιμαλφών στα λάγκερ. Το θύμα, ο κυριαρχούμενος, ο ηττημένος, έφτιαξε το δικό του αρχείο, τις μαρτυρίες των μαρτύρων. Αν υπάρχει μια νίκη για την ανθρωπινότητα, είναι αυτή: το αρχείο των θυμάτων μάς επιτρέπει να μπορούμε να κλαίμε.

Οι άνεργοι και ανασφάλιστοι συμπολίτες μας είναι ασφαλώς τα θύματα της κρίσης που πρώτα μάς έρχονται στον νου. Εντούτοις, τέσσερα χρόνια από την υπάγωγή της χώρας υπό επιτήρηση, διαπιστώνουμε ότι και η πολιτική ζημιά είναι μεγάλη. Το κύρος των θεσμών έχει πληγεί, οι διακριτές εξουσίες παλινωδούν, αντιφάσκουν, υποτάσσονται στην εκτελεστική. Η Βουλή και η Δικαιοσύνη βγαίνουν ηττημένες από την κρίση.

Πριν από λίγες μέρες, ο πρόεδρος του Συμβουλίου της Επικρατείας, Σωτ. Ρίζος, στο καλοκαιρινό του μήνυμα, με λόγο ιδιαιτέρως δριμύ διαπίστωνε: «[…] ευρίσκεται σε εξέλιξη εκστρατεία καταπτοήσεως του Σώματος με αλλεπάλληλα δημοσιεύματα, τηλεοπτικές εκπομπές και άλλα μέσα ηλεκτρονικής επικοινωνίας. Με αφορμή τις αποφάσεις του Μισθοδικείου και αιτία τις εσχάτως δημοσιευθείσες ακυρωτικές αποφάσεις του Δικαστηρίου. Η προπαγάνδα ασκείται κατά τρόπο οργανωμένο και δυνάμει μπορεί να βλάψει την ελευθερία κρίσεως των δικαστών και τελικώς να προκαλέσει ανήκεστες βλάβες στο δικαιοδοτικό έργο του Δικαστηρίου και σαφή μείωση και απίσχναση της αξιώσεως των πληττομένων πολιτών για έννομη προστασία.»

Βαριές κουβέντες, ανησυχητικές, ιδίως όταν λέγονται από τον επικεφαλής του ανώτατου διοικητικού δικαστηρίου. Οι συντετριμμένοι πολίτες όμως διερωτώνται με πίκρα: Ποια προστασία πρόσφερε το Σ.τ.Ε. κατά τις αλλεπάλληλες φοροεπιδρομές και οριζόντιες περικοπές; Ορθωσε το ανάστημά του μόνο όταν εθίγησαν υπερμέτρως οι αποδοχές των δικαστών· δυστυχώς δεν ακολούθησαν το παράδειγμα των συναδέλφων τους του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Πορτογαλίας.

Πολλαπλάσια η ταπείνωση του Κοινοβουλίου. Νομοσχέδια ιστορικής σημασίας ψηφίζονται κατεπειγόντως, χωρίς συζήτηση για βελτιώσεις και αλλαγές, συχνά με κρυμμένες φωτογραφικές τροπολογίες, που ντροπιάζουν τους αδαείς υπερψηφίζοντες βουλευτές, έρευνες για ευθύνες υπουργών ματαιώνονται δια σκοπίμων καθυστερήσεων. Ολα αυτά πλήττουν το κύρος του νομοθετικού σώματος. Χειρότερα: τροφοδοτούν τη διάχυτη καχυποψία της κοινωνίας για τους πολιτικούς, την πολιτική, τους θεσμούς της δημοκρατίας. Ας μην πέφτουμε από τα σύννεφα όταν φουσκώνει το φασιστικό μόρφωμα, ακόμη και με την ηγεσία του στη φυλακή.

Munoz-boxer

Εχουμε κουραστεί να μετράμε απώλειες. Τέσσερα χρόνια τώρα. Απώλειες υλικές, κοινωνικές, πολιτικές. Η ύστατη και ίσως σημαντικότερη απώλεια με την οποία απειλούμαστε είναι η απώλεια ταυτότητας. Οχι ότι θα τη χάσουμε και θα είμαστε το τίποτε, αλλά υπό την έννοια ότι τα σοκ των μεταβολών ήταν και είναι τόσο πολλά, οι μετασχηματισμοί τόσο απότομοι και βίαι οι, που δεν ξέρουμε πια πού στεκόμαστε, πού πατάμε, ποιοι είμαστε μέσα στη δίνη.

Από τις πρώτες μέρες της αναγγελίας της χρεοκοπίας και της επιβολής των μνημονίων οι Ελληνες βίωσαν μια καταιγίδα δημοσιότητας, σχετική με τον χαρακτήρα τους, με αυτή την συχνά ισοπεδωτική γενίκευση που αφορά τον εθνικό χαρακτήρα, τα χαρακτηριστικά ενός εθνικού συνόλου. Τα εντυπωσιοθηρικά ιδίως μήντια της Βορείου Ευρωπης ανέσυραν πλήθος στερεοτύπων για τον συνοπτικό ανθρωπότυπο του πονηρού, οκνηρού, απείθαρχου, ηδονιστή Ελληνα. Από κοντά, και εγχώριοι θυμόσοφοι.

Το παράδοξο είναι ότι πολλοί Ελληνες συμμερίζονται αυτή την στερεοτυπική περιγραφή τους, για διάφορους λόγους: ίσως επειδή ενσωματώνουν μια ραγιάδικη στάση ζωής, ισχυρό κατάλοιπο υποτελούς της οθωμανικής αυτοκρατορίας· ίσως επειδή βαυκαλίζονται ότι με την πονηριά ξεγελούν τον κουτόφραγκο· ίσως επειδή νιώθουν διαρκώς σύμπλεγμα κατωτερότητας έναντι ενός εξιδανικευμένου, μυθικού Ευρωπαίου ανθρώπου. Πολλά ίσως. Και μια βεβαιότητα: η πλημμύρα και η ένταση της προπαγάνδας για τον ένοχο Ελληνα ήταν τέτοιες που ακόμη και οι μη στερεοτυπικά κομπλεξικοί λύγισαν, υπέκυψαν, έφτασαν ώς τις εσχατιές της μειονεξίας, της αυτοενοχοποίησης, της αυτοϋποτίμησης· εντέλει της αποπροσωποίησης. Με αυτή την έννοια μιλάμε για απώλεια, για ράγισμα ταυτότητας.

Στο ζενίθ της κρίσης, μετά τέσσερα σχεδόν χρόνια αβεβαιότητας και πόνων, μετά αλλεπάλληλες απώλειες, μέγα πλήθος Ελλήνων στέκεται βουβό, μουδιασμένο, με παγωμένη την ψυχή και το μυαλό. Δεν είναι ακριβώς ήττα, αλλά είναι ασφαλώς μια ορισμένη ηττοπάθεια. Εχουν δοθεί μάχες, αλλά όλες σχεδόν έχουν χαθεί στο συλλογικό πεδίο. Ολες οι μάχες ήταν αμυντικές και όλες ήταν στατικές, σε χαρακώματα και απηρχαιωμένες γραμμές Μαζινό. Εδώ και καιρό πια, ο αγώνας μεταφέρθηκε στο ατομικό πεδίο, στο πεδίο της επιβίωσης, με κυρίαρχες τις πρωταρχικές ενορμήσεις, το ένστικτο αυτοσυντήρησης.

Και στα δύο πεδία, συλλογικό και ατομικό, επικρατούν ο φόβος, η ανασφάλεια, η αβεβαιότητα, η σύγχυση, η έλλειψη αυτοπεποίθησης, η απαισιοδοξία. Αλλά και η οργή, το μίσος, η μνησικακία, η μοχθηρία. Στο συλλογικό πεδίο αυτά τα αισθήματα, αυτές οι στάσεις, εκφράζονται με διασταυρούμενα πυρά ασυνεννοησίας, με ιδεοληπτικές καθηλώσεις ασύμπτωτες, με πηχτή κακία, με διαρκώς εντεινόμενη δυσπιστία προς το κράτος, τους θεσμούς, το πολιτικό σύστημα. Με έναν διχασμό να σιγοβράζει· διχασμό ωστόσο που δεν έχει σαφείς πόλους, με διακριτά ιδεολογικά περιγράμματα. Η πολλαπλώς και ατυπικά εκδηλούμενη σύγκρουση δεν μορφοποιείται ακόμη πολιτικά, πλην όμως μπορούμε να διακρίνουμε ευκρινώς πλέον το υλικό της υπόστρωμα: την αναδιανομή πλούτου και τον ανασχηματισμό τάξεων.

Η πολύμορφη μεσαία τάξη, με τις ποικίλες διαστρωματώσεις στο εσωτερικό της, οικονομικές, ιδεολογικές, ανθρωπολογικές, καθώς διαρρυγνύεται βιαίως από την κρίση, σκορπίζεται στα θραύσματά της και σκορπίζει μαζικά δυσφορία, ανοικειότητα, αποξένωση, φόβο. Στο μέτρο που, τις τελευταίες αρκετές δεκαετίες, η μεσαία τάξη καθόριζε τη συλλογική ψυχή και τη γενική διάνοια, η παρούσα θραύση της καθορίζει το νέο habitus: ένα παγωμένο ρευστό φόβου, καχυποψίας, έχθρας. Αυτά τα υλικά είναι τα πρωτεύοντα περιεχόμενα μες στην υδραργυρική ταυτότητα των ανθρώπων της κρίσης. Και αυτά τα ψυχοτοξικά υλικά οδηγούν στην αδράνεια, το μούδιασμα, το πάγωμα του νου· σε μια δομική απαισιοδοξία, ότι όλα μπορούν να πάνε και χειρότερα, σε μια ενδιάθετη ηττοπάθεια και μοιρολατρία, ότι ο άνθρωπος δεν είναι κύριος της μοίρας του, ανώτερες δυνάμεις την ορίζουν.

Από τη μια, η τρόικα, οι δανειστές, οι ξένοι: το έξω κακό. Από την άλλη, οι ανάξιοι ή αδύναμοι κυβερνήτες, το πολιτικό σύστημα, το ριζικό της φυλής: το έσω κακό. Η οψέποτε σωτηρία δεν θα έρθει από έξω ή από έσω, αλλά εκ των άνω, μ’ ένα θαύμα, έναν Μεσσία. Δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε.

Η ανάγνωσή μας είναι ασφαλώς μερική και στατική· οι άνθρωποι και οι κοινωνίες κινούνται δυναμικά και μη γραμμικά. Ο,τι διαβλέπουμε σήμερα ως ηττοπάθεια, αύριο ίσως αναδυθεί ως αναγεννητική ορμή. Αλλά ας δούμε τουλάχιστον πώς είμαστε, ποιοι είμαστε, εδώ και τώρα.

εικ.: José Antonio Muñoz

VISKADOURAKIS
Το βαρύ πυκνό καλοκαίρι του 2013, πολλοί άνθρωποι που συναντώ, πολύ διαφορετικοί μεταξύ τους, μεταφέρουν την ίδια αίσθηση: ότι εκμετράται ο χρόνος της παρούσας κρίσης, ότι βαδίζουμε προς μια κορύφωση. Η κορύφωση έχει ποικίλες καταλήξεις, αναλόγως του συνομιλητή, πάντως όλες είναι δραματικές, οδυνηρές και λυτρωτικές συνάμα.

Τριάμισι χρόνια μετά την κατάπληκτη ομολογία πτώχευσης, τριάμισι χρόνια αλεπάλληλων θυσιών των Ελλήνων της μείζονος πλειοψηφίας και αλλεπάλληλων σφαλμάτων και σφαγών, τριάμισι χρόνια συνεχούς καταβύθισης. Δεν πάει άλλο. Ας γίνει κάτι ριζικό, ας είναι επώδυνο, αρκεί να μη συνεχιστεί αυτή η βύθιση, άλλωστε δεν έχουμε πια και πολλά να χάσουμε. Το λένει άνθρωποι υψηλής μορφώσεως, νοικοκύρηδες έως πρόσφατα, που τώρα αγκομαχάνε να τα βγάλουν πέρα, γονατισμένοι από φόρους, περικοπές μισθών, εξανεμισμένα εισοδήματα, με άνεργους συζύγους και παιδιά, με δάνεια και με σχολάζοντα κληρονομικά ακίνητα που κουβαλάνε φόρους και χαράτσια.

Τρία και πλέον χρόνια από το ιστορικό διάγγελμα του Καστελόριζου, όταν και επισήμως έμαθαν ότι η εθνική κυριαρχία αναστέλλεται επ’ αόριστον, οι αμέριμνοι νοικοκύρηδες της απέραντης μεσαίας τάξης έχουν μάθει εν τω μεταξύ ότι η κρατική χρεοκοπία συνεπιφέρει συρρίκνωση της λαϊκής κυριαρχίας, ιδιωτική πενία, κοινωνική υποβάθμιση έως πληβειοποίησης, πολιτική αστάθεια. Οι περισσότερες σταθερές του βίου γκρεμίστηκαν, για όλους. Για πολλούς, ο βίος εξέπεσε σε γυμνή ζωή, σε γυμνή επιβίωση. Γι’ αυτούς τους πολλούς δεν υπάρχει πια τίποτε να χάσουν, ούτε να φοβηθούν. Αυτή είναι η κορύφωση, η ρήξη, που την αφουγκράζονται να έρχεται πολλοί Ελληνες τούτο το καλοκαίρι.

Αυτοί οι άνθρωποι, οι ήδη χαμένοι, όσοι ακόμη χάνουν, και κυρίως όσοι ακόμη σκέφτονται και αισθάνονται, παρά τα αλλεπάλληλα κύματα ενοχοποίησης, σύγχυσης και προπαγάνδας, αυτοί οι άνθρωποι είναι σε θέση ακόμη να αρθούν υπεράνω της οργής και του μίσους του ανήμπορου ηττημένου, και να πάρουν τις ζωές τους στα χέρια τους. Φρονώ ότι οι άνθρωποι αυτοί είναι πολλοί. Και είναι το πολυτιμότερο κοίτασμα της ελληνικής γης. Αλλά είναι ασύνδετοι, σκόρπιοι, σαστισμένοι, δεν επικοινωνούν μεταξύ τους, δεν μοιράζονται μια κοινή εικόνα εαυτού και ένα κοινό σχέδιο πορείας. Πορεύονται μόνοι στα τυφλά.

Η χώρα πορεύεται αφεύκτως, βρίσκεται ήδη, σε μια οικονομία πολέμου, χωρίς τον συμβατικό πόλεμο. Είναι ήδη εμπλεγμένη στον πρώτο γεωοικονομικό πόλεμο του 21ου αιώνα, και στο εγγύς μέλλον θα τον δούμε εναργέστερα. Οπως σε κάθε πόλεμο, την πρωταρχική σημασία την έχει το φρόνημα του εμπλεκομένου και το τι καλείται να υπερασπιστεί, δηλαδή το τί είναι, τι θεωρεί ότι είναι. Ακριβώς αυτό έχει κλονιστεί πρώτο, με το ξέσπασμα της κρίσης: η ταυτότητα. Ποιοι είμαστε, ποιοι ήμασταν, ποιοι καλούμαστε να είμαστε. Πώς βλέπουμε τώρα τους εαυτούς μας, μετά τα χαστούκια, τις ήττες και τους εξευτελισμούς. Αντέχουμε; Αυτό συζητείται εντόνως, όλα αυτά τα τριάμισι χρόνια του Γολγοθά, και αυτό αιωρείται ακόμη αναπάντητο στην κορύφωση του δράματος. Είναι η περιλάλητη «αφήγηση», το όραμα, το σχέδιο, η απόφαση και η πράξη της αναγέννησης.

Τολμώ να υποστηρίξω ότι η κοινή αφήγηση, τέλος πάντων η αφήγηση που θα χωράει πολλούς, όχι όλους, αλλά πολλούς, δεν θα προκύψει πρώτη αυτή και μετά η δράση. Δεν θα σχηματισθεί ακεραία και πλήρης, και κατόπιν θα σπεύσουμε προς εφαρμογήν της. Αντιθέτως, η αφήγηση θα ξεκινήσει σαν δράση και λόγος μαζί, και θα εκκινήσει μερική, αποσπασματική, επείγουσα, από πολλές πηγές συμβάλλουσα σε ρυάκια και κοινά ποτάμια· και θα σχηματίζεται βαθμιαία, αλλάζοντας και αυξάνοντας δυναμικά διαρκώς σύμφωνα με τις ανάγκες των ανθρώπων, των δρώντων σκεπτόμενων υποκειμένων. Θα αναδύεται μια νέα γενική διάνοια.

Είμαστε τα πιο προχωρημένα θύματα μιας κρίσης διπλής, εσωτερικής και εξωτερικής. Αυτή η πρωτοπορία είναι πλεονέκτημα και κατάρα μαζί: μας επιτρέπει να πειραματιστούμε και να καινοτομήσουμε στην επίλυση της δικής μας κρίσης, αφενός· να δούμε πώς μπορούμε να σώσουμε τη χώρα και τους εαυτούς μας. Αφετέρου, η έκβαση της δικής καινοτομίας-σωτηρίας εξαρτάται εν πολλοίς από το διεθνές περιβάλλον. Συγκεκριμένα: Δεν μπορούμε πια να περιμένουμε να μας σώσει η Ευρώπη, αλλά και δεν μπορούμε να σωθούμε αγνοοώντας παντελώς τι συμβαίνει στην Ευρώπη. Ολα θα κρίνονται διαρκώς πάνω στην κόψη του καιρού και στο ζύγισμα οφέλους-ζημίας. Η επίκληση μιας ιδεατής Ευρώπης που είναι μοναδικός προορισμός, ακόμη κι αν έχουμε μετατραπεί σε προτεκτοράτο εξαθλιωμένων νεοπληβείων, εκτός από σφαλερή είναι και δόλια και επικίνδυνη. Το ίδιο σφαλερή και επικίνδυνη μπορεί να είναι η άκριτη αποδοχή ενός δρόμου που οδηγεί σε ευθεία σύγκρουση με την Ευρώπη ή τέλος πάντων με τις ηγεμονεύουσες δυνάμεις της, κυρίως τη Γερμανία. Σε κάθε περίπτωση, η μονοσήμαντα ραγιάδικη ή η τρελοαντάρτικη στάση, με ιδιοτέλεια ή ιδεοληψία, είναι ολέθριες αμφότερες.

Επιστρέφουμε στην ταυτότητα· όχι ουσιοκρατικά, αλλά δυναμικά. Δεν θα αποφασίσουμε τώρα ποιοι ακριβώς είμαστε εφεξής και τι θα παραδώσουμε στα παιδιά μας. Αυτό διαμορφώνεται διαρκώς στο άμεσο μέλλον. Αλλά για να επιζήσουμε σε συνθήκες οικονομίας πολέμου, πρέπει να συμφωνούμε σε κάποιο ελάχιστο κοινό παρονομαστή. Ας είναι τα πιο πρακτικά, τα πρώτα: μια νέα σχέση του επανιδρυμένου κράτους με την εργασία και τη νέα επιχειρηματικότητα, τη μικροαμεσαία κυρίως, τη ραχοκοκκαλιά της εγχώριας οικονομίας. Η ενδυνάμωση της κοινωνικής αλληλεγγύης, που τόσο θαυμαστά και απρόσμενα βλάστησε στους δύσκολους καιρούς. Επιστροφή στη γη και στις τέχνες υπό νέους όρους. Και ταυτοχρόνως, υποκάτω: Αποδοχή και ανανέωση της παράδοσης. Σύνδεση με τη διασπορά. Σύνθεση του πατριωτικού αισθήματος με την οικουμενική εξακτίνωση. Τέτοια.

gezi1

Τυνησία, Ταχρίρ, Μαδρίτη, Αθήνα, Occupy Wall Street, Τουρκία, Βουλγαρία, Βραζιλία. Νέοι, κοπέλες, αρτίστες, twitter και smartphones, αυτοοργάνωση, ακαριαία διεθνής αλληλεγγύη, μάσκες Guy Fawkes, σφυρίχτρες, καλλιτεχνικά δρώμενα, σκληρές οδομαχίες. Απέναντί τους, δακρυγόνα, γκλομπ, κανόνια νερού. Κάτι κοινό υπάρχει σε αυτό το ποτάμι που φουσκώνει εδώ, υπογειώνεται εκεί και ξεπροβάλλει πιο πέρα.

Από τον Δεκέμβρη του 2008 στην Αθήνα έως την Ταξίμ και το Σάο Πάολο του 2013, ένα φάντασμα δυσαρεσκειας πλανιέται στον κόσμο. Στην αρχή μιλούσαμε για την αραβική άνοιξη, ενάντια σε διεφθαρμένα αυταρχικά καθεστώτα. Εν συνεχεία, είδαμε τους Αγανακτισμένους νεόπτωχους των χρεοκοπημένων χωρών της Ευρώπης. Κατόπιν, τους εξεγερμένους των υπεραναπτυσσόμενων χωρών της περιφέρειας και τους απεγνωσμένους της πρώην Αναταλικής Ευρώπης. Κάθε ανάφλεξη έχει τα δικά της αίτια, αλλά και κοινά χαρακτηριστικά. Είναι προφανές ότι οι ποικίλες εξεγέρσεις δεν έχουν κοινή γεωγραφία ή κοινωνικό υπόστρωμα, ούτε καν παρόμοια πολιτικά καθεστώτα απέναντί τους, φαίνεται όμως ότι μοιράζονται κάποια κοινή ανθρωπολογία, διανοητικούς ορίζοντες και εργαλεία, ψυχικές προσδοκίες και τρόπους αυτοναγνώρισης.

Είναι οι εξεγέρσεις της γενιάς που κληρονομεί ένα μέλλον χειρότερο από των γονιών τους, της γενιάς των σπουδαγμένων ή υπερσπουδαγμένων, που όμως δεν χωράνε πουθενά: ούτε στο κάδρο της υπερανάπτυξης ούτε στο κάδρο της χρεοκοπίας ούτε στο κάδρο της καθυστέρησης. Εχουν σπουδάσει αρχιτέκτονες ή ιστορικοί τέχνης και θα δουλέψουν ρεψεσιονίστ ή χαμηλοϋπάλληλοι, εφόσον και όταν βρουν δουλειά, πιεζόμενοι διαρκώς να είναι ανταγωνιστικοί, ατομικιστές και πειθήνιοι, ακτήμονες και νομάδες, χωρίς δημόσιο χώρο και συλλογική συνείδηση, χωρίς καμία βεβαιότητα για το μέλλον.

Από τον α-τυπικό αθηναϊκό Δεκέμβρη έως την Πουέρτα ντελ Σολ, το Σύνταγμα, την Ταξίμ και το Ρίο, οι νέοι λένε διαρκώς το ίδιο: θέλουμε τη ζωή μας. Χρησιμοποιούν τα social media και είναι δικτυωμένοι διεθνώς, δεν πιστεύουν ή δεν παρακολουθούν καν τα συμβατικά μήντια, είναι δύσπιστοι ή εχθρικοί προς τα παραδοσιακά κόμματα, απαιτούν ουσιαστική άμεση δημοκρατία, αδιαπράγματευτη ελευθερία, κοινωνικά και πολιτικά δικαιώματα. Ο λόγος τους και οι πρακτικές τους αντλούν μορφότυπους κυρίως από την παγκοσμιοποιημένη ποπ κουλτούρα, από την τέχνη του γκράφιτι, τις κόμικς μάσκες του V for Vendetta, τις λεκτικές ριπές του twitter και των sms, τη δικτυωμένη φωτογραφία ντοκουμέντο, το viral video, την ενδοσυνεννόηση και αυτοοργάνωση ομάδων μέσω social media, την αστραπιαία κοινοποίηση των συμβάντων και την κινητοποίηση παλιρροϊκών κυμάτων συμπαράστασης ανά τον πλανήτη.

Απέναντι σε αυτό το υπερνεωτερικό κύμα δυσαρεστημένων και αποκλεισμένων, δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και αυταρχικά καθεστώτα αδυνατούν να αντισταθούν αποτελεσματικά. Ο έλεγχος των συμβατικών μήντια, για έλεγχο της ροής πληροφοριών και προπαγάνδας, δεν είναι αρκετός: η Ταχρίρ πρώτη και μετά η Ταξίμ παρέκαμψαν όλους τους φραγμούς. Δεν μπορούν να απαντήσουν πειστικά ούτε στα υλικά αιτήματα ούτε στα ιδεολογικά-πολιτικά· διότι αυτό που παράγεται και μοιράζεται αφειδώς στη νεότερη γενιά και στα μεσοστρώματα είναι ένα και μόνο: ανισότητα. Με διαφορετικούς τρόπους ανά περίπτωση, η υπερανάπτυξη ή η αιφνίδια φτωχοποίηση, βαθαίνουν εκθετικά την ανισότητα, ακυρώνουν την ισοπολιτεία και την ισονομία, υπονομεύουν την ισηγορία και τα ατομικά δικαιώματα. Οι κυριαρχούμενες τάξεις και οι πεπτωκότες νεοπληβείοι βρίσκονται ενώπιον ενός ιστορικού ρήγματος: η επερχόμενη κοινωνία δεν τους περιλαμβάνει, οι περισσότεροι θα καταβαραθρωθούν. Δεν πρόκειται καν για την κοινωνία των δύο τρίτων, αλλά για την κοινωνία του ενός τρίτου ή του ενός πέμπτου· δεν πρόκειται καν για τη διαμαρτυρόμενη νέα γενιά των 700 ευρώ προ του 2008, αλλά για την απελπισμένη γενιά των νομοθετημένων 426 ευρώ, της μετανάστευσης και του no future.

Μόνη απάντηση των κυβερνήσεων μέχρι στιγμής, από την Κωνσταντινούπολη ώς το Σάο Πάολο, είναι η καταστολή. Οι διαμαρτυρόμενοι ζητούν δημόσιο χώρο, εργασία, πρόνοια, κοινωνικές υποδομές, ελευθερία, και λαμβάνουν δακρυγόνα. Ωστόσο δεν σταματούν. Αντιθέτως, η καταστολή και η βίαιη αντιμέτωπιση αφυπνίζουν μεγαλύτερα τμήματα πληθυσμού και πυροδοτούν μια νέου είδους πολιτικοποίηση, άμορφη και διάχυτη προς το παρόν, αλλά εξαιρετικά δυναμική. Τι θα προκύψει; Αδηλο. Μπορούμε να διακινδυνεύσουμε έναν παραλληλισμό: οι αναταραχές της τελευταίας τριετίας ορίζουν ένα ιστορικό ορόσημο ανάλογο του ρήγματος του 1989. Τότε έπεσε ο υπαρκτός σοσιαλισμός και οι ψευδαισθήσεις του· τώρα, κλονίζεται ο νεοφιλελεύθερος καπιταλισμός και οι μονόδρομες δοξασίες του. Ή τουλάχιστον γίνεται φανερό ότι ο τέτοιος καπιταλισμός προτιμά διεφθαρμένα, αυταρχικά ή ολοκληρωτικά καθεστώτα, και όχι τη δημοκρατία και τις ανοιχτές κοινωνίες.

Είδα βλέμματα σκοτεινιασμένα και πρόσωπα κατηφή, δεν αναγνώριζα τους συγγενείς και φίλους, που τους ξανάβλεπα από το καλοκαίρι. Στην παλιά γειτονιά μου, τα μαγαζιά κλειστά, τα καφενεία βουβά. Τρόμαξα. Και ντρεπόμουνα να πω ότι δεν αντιμετωπίζω προβλήματα, ότι η δουλειά μου πάει καλά…

Αυτή την Ελλάδα είδε ο Ελληνας από τις ΗΠΑ τον Δεκέμβριο του 2011. Παρόμοιες εντυπώσεις αποκομίζουν όσοι Ελληνες έρχονται απ’ έξω και βλέπουν την κατάσταση από απόσταση, σαν παρατηρητές. Βλέπουν αυτό που δεν μπορούμε πια να δούμε εμείς, επειδή το νιώθουμε, επειδή το πράττουμε· επειδή δεν μπoρούμε να δούμε τους εαυτούς μας. Οι απ’ έξω μεταφέρουν επίσης την πικρή αίσθηση ψυχρότητας, δυσπιστίας, κάποτε οίκτου, από την επαφή με αλλοεθνείς, κυρίως Ευρωπαίους. Ο Ελληνας αντιμετωπίζεται σαν φτωχός συγγενής που ζητάει δανεικά, μίζερος, οκνηρός, ανεπρόκοπος, πονηρός, ίσως και άτυχος, μα σε κάθε περίπτωση ηττημένος.

Απέναντι σε αυτό το νέο στερεότυπο ήττας και αποτυχίας, ο Ελληνας τι έχει να αντιπαραθέσει; Τη λαμπρή ιστορία, την κουλτούρα, την παράδοση. Δεν πιάνει. Την διεθνή συγκυρία κρίσης και χρέους, τη συστημική ασθένεια της ευρωζώνης και της Ε.Ε. Ούτε αυτό πιάνει. Η στερεοτυπική προπαγάνδα σε λιγότερο από δύο χρόνια κατέφαγε το συμβολικό κεφάλαιο της Ελλάδας, όσο είχε συγκροτηθεί τις τελευταίες δεκαετίες της δημοκρατικής και ευρωπαϊκής πορείας, με δυο-τρεις μηντιακές επιτυχίες του αφρού μάλιστα, το 2004.

Το χειρότερο όμως είναι ότι τη συκοφάντηση και την απαξίωσή μας, αφενός, την προκάλεσαν Ελληνες, με πρώτον τον πρώην πρωθυπουργό Γ. Α. Παπανδρέου: στις απαρχές της κρίσης, διέσυρε τον ίδιο του το λαό που τον εξέλεξε, περιγράφοντάς τον συγκαταβατικά ως διεφθαρμένο, ενώπιον των κατάπληκτων ξένων ηγετών. Προσπαθούσε να αποσείσει από πάνω του την ιστορική ευθύνη για ό,τι φούσκωνε σαν κύμα; Αισθανόταν περισσότερο μέλος της διεθνούς ηγετικής ελίτ παρά μέλος του “καθυστερημένου” ελληνικού λαού; Ηταν ασυγχώρητα αφελής; Ηταν ανίκανος να σταθεί και να φερθεί σαν ηγέτης-πατέρας; Πολλές ερμηνείες μπορούν να δοθούν, το γεγονός όμως παραμένει ένα: η συμπεριφορά του πρώην πρωθυπουργού έπληξε ανεπανόρθωτα τη χώρα σε μια κρίσιμη στιγμή. Στο μέτρο μάλιστα που αυτή η αυτοσυκοφάντηση χρησιμοποιήθηκε εν συνεχεία από τους Ευρωπαίους συνομιλητές του Γ. Παπανδρέου κατά κόρον, για να μετατραπεί σταδιακά η Ελλάδα σε μαύρο πρόβατο της Ευρώπης, μπορούμε να μιλάμε πλέον για εκ μέρους του προδοσία της λαϊκής εντολής και της εθνικής αξιοπρέπειας.

Η κρίση αποκαλύπτει ανθρώπους και ιδεολογίες. Δεν ήταν μόνο ο Γ. Παπανδρέου που έξω ντρεπόταν για τους συμπατριώτες του και τους λοιδορούσε. Κι άλλοι υπουργοί της μοιραίας κυβέρνησής του, μερικοί εκ των οποίων παραμένουν, είχαν παρόμοια συμπεριφορά: στους έξω έκλειναν το μάτι ότι συμφωνούν για το χάλι της χώρας, αλλά πώς να πείσουν τους ιθαγενείς; Ακολούθως στους ιθαγενείς είτε έκαναν κήρυγμα υπέρ αναγκαστικής προσαρμογής στις απαιτήσεις των έξω, είτε δεν έλεγαν τίποτε για να μην έχουν πολιτικό κόστος. Αλλοτε πάλι διάφορα αιματηρά πλην αδικαιολόγητα μέτρα φορτώνονταν στην τρόικα, ενώ η έμπνευση και εφαρμογή ήταν εγχώριας προέλευσης: Αφού το απαιτεί ο ξένος, τι να κάνουμε, να ρισκάρουμε τη δόση για τις συντάξεις;

Σταθερό μοτίβο σε αυτή τη διαδικασία ηθικής ερείπωσης της χώρας ήταν και είναι η πλήρης αποφυγή της ευθύνης, η παραμονή στην εξουσία με κάθε τρόπο, ακόμη κι αν έχει κατεδαφιστεί το κράτος, και τέλος η πνευματική και ψυχική υποτέλεια της κυβερνώσας ελίτ, στο όριο της εθελοδουλίας.

Δεύτερη, και σημαντικότερη ίσως, συνέπεια από τη διαδικασία ηθικής απαξίωσης και κατασπατάλησης του συμβολικού κεφαλαίου, είναι η εσωτερίκευση της ενοχής. Ο ελληνικός λαός, σε κατάσταση διαρκούς σοκ, βομβαρδισμένος από συνεχείς περικοπές εισοδήματος, φόρους, περιστολή των κοινωνικών υποδομών, βομβαρδισμένος και επικοινωνιακά, έφτασε να πιστέψει όλα όσα του προσήπταν, αδιακρίτως. Και τα ενδόβαλε. Και τα ενσωμάτωσε ως δική του αμαρτία και ως δική του παρεκκλίνουσα συμπεριφορά, ως κυτταρική ανωμαλία, ως εθνικό ιδεότυπο. Ειδικώς για τη διαφθορά και τη χλιδάτη διαβίωση υπεράνω των δυνάμεων του, ο ελληνικός λαός άκουσε, και εν πολλοίς αποδέχθηκε παρότι επίσης εξοργίστηκε, την παγκάλειο απόφανση “μαζί τα φάγαμε”. Μια καθολική εξήγηση για μια σειρά μερικών γεγονότων ― άρα μια ισοπεδωτική εξήγηση. Τούτη η απόφανση ήταν ο κορυφαίος χειρισμός για διάχυση της ευθύνης σε όλο το κοινωνικό σώμα, έτσι ώστε διασπειρόμενη να αραιώσει, να διαλυθεί και να σφραγίσει όλους με τη συλλογική ενοχή. Ολοι ένοχοι, κανείς ένοχος.

Σπατάληση συμβολικού κεφαλαίου, αυτοσυκοφάντηση από στόματα ηγετών, διάχυση ευθυνών, συλλογική ενοχή, υποτέλεια, διγλωσσία, εσωτερίκευση της ενοχής από την κοινωνία. Κάπως έτσι φτάσαμε στην σημερινή ηθική ερείπωση και την εθνική κατάθλιψη. Και αντί να κοιτάμε πώς θα διορθώσουμε τα πολλά και δομικά σφάλματα, πώς θα μετασχηματίσουμε την πολιτική σκηνή με δημιουργική καταστροφή, πώς θα ανατάξουμε την οικονομία και τη χώρα, σπαταλιόμαστε σε μια άγονη καζουϊστική, κατηγορώντας εαυτούς και αλλήλους· βιώνουμε μια καμπή σαν τελειωτική ήττα.

Η πολλαπλή πίεση προς τα ασθενέστερα στρώματα του πληθυσμού και η ύφεση που διαρκώς βαθαίνει, προκαλούν αγωνία, σύγχυση, εντάσεις. Η ελληνική κοινωνία, είναι πασίδηλο, περνά μεταιχμιακή φάση, με πολλή οδύνη για πολλούς, και άγνωστη κατάληξη για όλους. Είναι επίσης πασίδηλο ότι σε αυτό το μεταίχμιο διάφορες ομάδες ανταγωνίζονται, είτε για να επιπλεύσουν είτε για να αποκτήσουν καλύτερες θέσεις στο νέο τοπίο που θα προκύψει, θέσεις νομής ισχύος και πλούτου. Το φανερό διακύβευμα, σε πρώτη ανάγνωση, είναι υλικό: ποιοι θα ξεπέσουν οικονομικά-κοινωνικά, ποιοι θα διατηρήσουν το status τους, ποιοι θα ενισχυθούν. Στον πυρήνα του κοινωνικού ανταγωνισμού, διαρκώς σιγοκαίνε φωτιές: η πάλη για ηγεμονία, αφενός· και μια αυξανόμενη ροπή προς διχασμό του κοινωνικού σώματος, αφετέρου, μια άτυπη σχάση, πολυμετωπική και πολυσθενής. Ατυπος εμφύλιος.

Το Μνημόνιο ήταν η αφορμή, ο πυροκροτητής. Από καιρό, από χρόνια, από τα χρόνια ήδη του «εκσυγχρονισμού», τέλη του 20ού, αρχές του 21ου αι., διαφαίνονταν οι πρώτες ραγισματιές στο ελλαδικό κοινωνικό σώμα. Ο ίδιος ο εκσυγχρονισμός σαν αίτημα πολύ σύντομα φάνηκε ότι δεν ήταν και δεν μπορούσε να είναι καθολικός: δεν μπορoύσε να αφορά όλο το κοινωνικό σώμα, ούτε καν το κήρυττε με ιδιαίτερη ζέση. Η πρώτη ραγισματιά συνέβη με το στρίμωγμα του επενδυτή λαού στο κάγκελο του Χρηματιστηρίου ― αλλά την είδαν πολύ λίγοι, διότι το Zeitgeist επέβαλε λατρεία των αγορών, λατρεία της κερδοσκοπίας και της σπατάλης, θαυμασμό της μίζας. Η ιστορική του φιλοδοξία εξαντλήθηκε με την ένταξη της Ελλάδας στην ευρωζώνη ― καταφεύγοντας σε μαγειρέματα του χρέους και των δημοσιονομικών στοιχείων από την Goldman Sachs, φευ! Οταν δε το κράτος, ρυμουλκούμενο από προσωπικές φιλοδοξίες και διαπλεκόμενα συμφέροντα, ανέλαβε και τη διοργάνωση των πολυδάπανων Ολυμπιακών, εξατμίστηκε κάθε ίχνος της πρωθητικής ικμάδας του εκσυγχρονισμού: εφεξής, το κράτος τροφοδοτούσε αμήχανο μια τελετή υπεραναπλήρωσης.

Η μέθη του συλλογικού φαντασιακού, κατά το αλησμόνητο καλοκαίρι 2004, έφερε τον ύπνο και την αδράνεια, έδειξε μεγεθυμένες τις αδυναμίες και τα κενά. Aλλά η αδράνεια, η ευθυνοφοβία, η αναβλητικότητα, οι υπεκφυγές ξεχείλιζαν. Σχεδόν τρομακτικά. Τρία καλοκαίρια αργότερα, όταν οι πυρκαγιές κατέκαιγαν ανθρώπους και βεβαιότητες, εξεπέμφθη το πρώτο SOS: το πλοίο έπλεε ακυβέρνητο, διασπασμένο, χωρίς φρόνημα. Ο Δεκέμβρης ’08 επιβεβαίωσε και βάθυνε το ρήγμα. Τρομακτικά. Και πάλι η αδράνεια ενίκησε· οι υπεκφυγές επικράτησαν, κι ήταν τόσο ισχυρή η εθελοτυφλία ώστε ακόμη κι όταν εκέσκηψε η κρίση, οι διαβεβαιώσεις για την ασφάλεια της εθνικής οικονομίας και των καταθέσεων υπερίσχυσαν της ανησυχίας, απέτρεψαν τη λήψη μέτρων…

Η κρίση διέλυσε τη φενάκη του ενός και ομοούσιου λαού των μη προνομιούχων, της δεκαετίας ΄80, διέλυσε τις μονολιθικές βεβαιότητες με τη λήξη του Ψυχρύ Πολέμου, το ’90, διέλυσε τον ατομικιστικό και καταναλωτικό παραδαρμό του 2000. Τη στιγμή της κρίσης, ο λαός αντιλαμβάνεται ότι δεν είναι ενιαίος και ομοούσιος, ότι υπάρχουν ισχυροί και ασθενείς, σύννομοι και άνομοι, ορθόφρονες και λαϊκιστές, ηθικοί και νόμιμοι, συντεχνίες και κλειστά ισνάφια, κοπρίτες και υπεράριθμοι. Οταν δεν το αντιλαμβάνεται, του το υπενθυμίζουν, του το διατυμπανίζουν, με κάθε μέσο, με κάθε τρόπο. Το νιώθει στο πετσί του, στην υλική του ταπείνωση, στην απομείωση της προσδοκίας, στο φόβο που τρώει τα σωθικά τα αμέριμνα, τα αδρανή.

Οι λαοί είναι πολλοί… Και νιώθουν ένοχοι όλοι. Δυσφορούν. Οργίζονται, μετακυλίουν την οργή, αλληλοϋποβλέπονται. Βαθιά μέσα τους, τα κέρματα λαού νιώθουν να φουσκώνει η ήττα αλλά και η επίνοια: για να μην αφανιστούν πρέπει να κινηθούν, να παλέψουν, να σκεφτούν τους εαυτούς τους εξαρχής, ριζοτομικά, να δράσουν. Δεν είναι εύκολο: στο πεδίο ανταγωνίζονται πολλές ομάδες, αλλά οι περισσότερες απ’ αυτές είναι γυμνές: χωρίς ένυλο οπλισμό, αλλά κυρίως χωρίς ιδέες, χωρίς συνείδηση χώρου και εαυτού, χωρίς ηγέτες. Αυτές οι ομάδες, ασθενείς οι περισσότερες, συχνότατα έχουν κοινά συμφέροντα, αλλά δεν το ξέρουν ή αδυνατούν να συναντηθούν. Αν μείνουν διάσπαρτες, θα ηττηθούν. Αυτή την αδυναμία τους γνωρίζουν άλλες ομάδες ολιγάριθμες, οι οποίες κατέχουν υπέρτερα μέσα, και επιπλέον δρουν πιο συντονισμένα έναντι του κερματισμένου πλήθους, του “εχθρού λαού” που τείνει προς την οχλοκρατία. Εξ ου και η αναμέτρηση έχει μεταφερθεί, υπόγεια αλλά σταθερά, στο πεδίο της ψυχολογίας, των εντυπώσεων, της ηγεμονίας επί του φαντασιακού. Η κυριάρχηση του ενός ή του άλλου πιθανότατα δεν θα προκύψει από μια τυπική σύγκρουση, αλλά στο πεδίο της πειθούς και της χειραγώγησης, με την επιβολή ενός επικρατούντος ρευστού δόγματος τάξεως και την εσωτερίκευση του φόβου.

Στους τοίχους της Τραπέζης της Ελλάδος επί της Πανεπιστημίου, δύο γκράφιτι: Δεν συναινούμε έχουμε πόλεμο· και παρακάτω, Γιώργο θα φύγεις νύχτα. Τις προηγούμενες μέρες, κορυφαία πρόσωπα της απελθούσας κυβέρνησης προπηλακίστηκαν από οργισμένους πολίτες ενώπιον ακροατηρίων, εκδιώχθηκαν από αίθουσες, γιουχαρίστηκαν. Την παγωνιά μετά το σοκ διαδέχεται τυφλή οργή που ξεχειλίζει, και θα ξεσπάει επί δικαίων και αδίκων.

Ολόκληρο το άρθρο


Η ζωή ακολουθεί την τέχνη. Αν δεχτούμε ότι η ταινία Avatar είναι έργο τέχνης ― και γιατί να μην το δεχτούμε;― τότε αυτή η ταινία μπορεί να επηρεάσει την πολιτική συνείδηση των μαζών που τη βλέπουν με 3D γυαλιά πολύ πιο βαθιά και αποτελεσματικά από οποιοδήποτε βιβλίο, έντυπο μέσο ή προπαγάνδα άλλης συμβατικής μορφής.

Το οικολογικό, βιοσοφικό και αντιμιλιταριστικό πακετάρισμα της υπερπαραγωγής του Τζ. Κάμερον, όσο αφελές ή προφανές κι αν φαίνεται, είναι σε θέση να διαμορφώσει μια νέα στάση απέναντι στα μείζονα πλανητικά προβλήματα, και μάλιστα σε μια συγκυρία κατά την οποία τα ισχυρότερα κράτη δείχνουν να περιφρονούν τις ανησυχίες της παγκόσμιας κοινής γνώμης για την υπερθέρμανση και τις κλιματικές αλλαγές: Το Avatar συμπίπτει με την αποτυχία της Συνόδου της Κοπεγχάγης.

Δηλαδή, μια ποπ υπερπαραγωγή, διασταύρωση παραμυθιού, επιστημονικής φαντασίας, δράσης, και role playing game, μπορεί να πετύχει εκεί που αποτυγχάνουν οι πολιτικοί και οι ακτιβιστές. Αυτή είναι η ιδιαίτερη δύναμη της ποπ, από την έκρηξή της στη δεκαετία του ’60, έως τις πρόσφατες μεγάλες μυθικές αφηγήσεις, όπως ο Αρχοντας των Δαχτυλιδιών και το Matrix.

Το Avatar είναι συμπίλημα πολλών παραμυθιών και πολλών μοτίβων της ποπ κουλτούρας. Ο σεναριακός πυρήνας, η συνάντηση του εισβολέα λευκού με την ευγενή “άγρια” ιθαγενή, προέρχεται ατόφια από το μυθολογούμενο ρομάντσο της Ινδιάνας πριγκίπισσας Ποκαχόντας με τον λευκό άποικο Τζων Σμιθ ― που έδωσε αφορμή για βιβλία και ταινίες. Το περιβάλλον, το κόνσεπτ και πολλά μοτίβα του Αβαταρ, είνα παρμένα από προηγούμενα έργα επιστημονικής φαντασίας. Λ.χ. το σμίξιμο των αισθητήρων των εξωγήινων ανθρωποειδών Nαβί με τα ζώα τους, με το δέντρο των προσευχών και μεταξύ τους, έχει περιγραφεί πιο σκοτεινά και δυσοίωνα από τον Ντ. Κρόνεμπεργκ στο φιλμ Existenz, όπου οι άνθρωποι καλωδιώνονται τεχνοβιολογικά με συσκευές ονείρων και γκέιμς σε ένα πλατωνικό σύμπαν προβολών και ειδώλων. Οι επάλληλοι, ασύμπτωτοι κόσμοι του Matrix είναι επίσης παρόντες στο Αβαταρ, όπως και απόηχοι από το Solaris των Στάνισλαβ Λεμ και Ταρκόφσκι· η μάχη του κακού με το καλό, του σκότους με το φως, οι παράλληλες ανθρωπολογίες και οι γλώσσες όπως στον Αρχοντα των Δαχτυλιδιών, στον Πλανήτη των Πιθήκων, στο Star Wars, κ.λπ.

Δραματουργικά και αισθητικά το Αβαταρ δεν φτάνει, ούτε καν πλησιάζει, δημιουργίες όπως το Solaris, το Blade Runner, o Αρχοντας των Δαχτυλιδιών. Προφανώς: ο συγγραφέας Κάμερον δεν είναι Λεμ, Φίλιπ Ντικ, Τόλκιεν, και ο σκηνοθέτης Κάμερον δεν είναι Κιούμπρικ ή Ταρκόφσκι. Ωστόσο, είναι ικανότατος παραγωγός ποπ εικονοποϊας, κι επίσης αφοσιωμένος κήρυκας ενός ιδιοσυγκρασιακού New Age οράματος, όπως φάνηκε στην «Αβυσσο».

Κι έτσι το Αβαταρ, ερανιζόμενο και σαμπλάροντας κάθε πτυχή της επικής ποπ, των υπερβατικών ενοράσεων, της οικολογικής ρομαντικής αφήγησης, των διεπιστημονικών συνθέσεων, από την υπόθεση Γαία του Τζ. Λάβλοκ έως τη Νοόσφαιρα του Τεγιάρ ντε Σαρντέν, κατορθώνει μια προπαγάνδα εύληπτη, και γι’ αυτό λυσιτελή. Οι άνθρωποι δεν είναι άξιοι της ανθρωπινότητάς τους· είναι άπληστοι, μοχθηροί, αυτοκαταστροφικοί, πονηροί, υβριστικοί. [Παρομοίως περιγράφεται η ανθρώπινη κατάσταση στα πρόσφατα φιλμ District 9, Children of men, και στο παλαιότερο 12 Monkees.]
Αυτή η περιγραφή βρίσκεται κοντά στον πυρήνα της ρομαντικής οικολογίας και του ελευθεριακού ουτοπικού στοχασμού, από τον Ζαν Ζακ Ρουσσώ έως τον Φουριέ και τον Θορώ. Τα πλάσματα του πλανήτη Πανδώρα (οι Αλλοι) φέρουν την ελπίδα μετά την καταστροφή, επαναφέρουν τον εκπεσόντα άνθρωπο στην πρωταρχική κατάσταση της Χάρης, της ένωσης με το απέραντο δίκτυο της βιόσφαιρας και της νοόσφαιρας.

Φτιαγμένο με τον τρόπο του ποπ έπους και των παραισθητικών βίντεο γκέιμ, το Αβαταρ εκτός από οικολογικό κήρυγμα είναι, με τον τρόπο του, και σκληρά αντιμιλιταριστικό και αντιαμερικανικό. Καθρεφτίζει την ανησυχία των Αμερικανών πολιτών για τους συνεχιζόμενους πολέμους των ΗΠΑ σε μακρινά, “άλλα” εδάφη, με λεία ένα πολύτιμο ορυκτό· καθρεφτίζει την ανησυχία των Αμερικανών για την εικόνα τους στον κόσμο των άλλων, για την αυτοεκτίμησή τους.

Και, υπό αναλογία, μπορεί να έχει την προφητική επίδραση της ταινίας “Το σύνδρομο της Κίνας” το 1979 για τον κίνδυνο χρήσης πυρηνικών αντιδραστήρων: η ταινία προβλήθηκε 12 ημέρες πριν από το ιστορικό ατύχημα στον αντιδραστήρα του Three Mile Island στην Πενσυλβάνια.

Twitting

  • Νταήδες του γλυκού νερού επιτέθηκαν στον Γιάνη #Βαρουφάκης στα Εξάρχεια. Για τους νταήδες, στόχος είναι όποιος κυκλ… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • Eξέλιξη ιστορικής σημασίας. Ο Global South αναδατάσσεται εκτός αγγλοσαξωνικού-ευρωπαϊκού άξονα. Η Κίνα σε ηγεμονικό… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • Η ΝΥΧΤΑ ΔΕΡΝΕΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ Ο τουρισμός υπεράνω κράτους δικαίου. Η Μύκονος εκτός Συντάγματος. Η Ελλάδα μαφιο-μπανανία.… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • Η ΜΠΑΝΑΝΙΑ ΤΩΝ ΜΕΝΟΥΜ' ΕΥΡΩΠΗ Η αντιδραστική Παλινόρθωση της Νεοδεξιάς πέτυχε. Ερείπια το κοινωνικό κράτος, κουρέλι… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • https://t.co/8DQHFkaqGo 3 weeks ago
  • Ο Πρίαμος πήγε ικέτης για τ' απομεινάρι του Έκτορα, και ο Αχιλλέας τον σεβάστηκε. Οι μισάνθρωποι δεν σέβονται ούτε… twitter.com/i/web/status/1… 3 weeks ago

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.025.159 hits
Αρέσει σε %d bloggers: