You are currently browsing the tag archive for the ‘ΟΟΣΑ’ tag.

Οι ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις στη χώρα μας είναι φυσικό να στρέφουν το ενδιαφέρον μας στο εσωτερικό, με κίνδυνο να απομονώσουμε τα εγχώρια προβλήματα και τις πιθανές τους λύσεις από το ευρύτερο ευρωπαϊκό και διεθνές περιβάλλον. Αρκεί εντούτοις μια προσεκτική ανάγνωση του διεθνούς τύπου και των αναλύσεων των μεγάλων οίκων, μαζί με τις πρόσφατες διαπιστώσεις του ΟΟΣΑ και think tanks μέσα στην Ευρωπαϊκή Επιτροπή, για να αντιληφθούμε ότι ολόκληρη η Ευρώπη βρίσκεται μπροστά σε κρίσιμο σταυροδρόμι.

Καταρχάς οι επίσημες φωνές. Πριν από τρεις μήνες, ο ΟΟΣΑ στην έκθεσή του χαρακτήρισε την ανάκαμψη στην ευρωζώνη «απογοητευτική»: επεσήμανε τις ισχυρές τάσεις αποπληθωρισμού και την αδύναμη ζήτηση και εμμέσως, πλην σαφώς, ζήτησε τόνωση της ζήτησης στην ευρωζώνη. Με λίγα λόγια, ο ΟΟΣΑ καλεί την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα να λάβει μέτρα ποσοτικής χαλάρωσης, δηλαδή αυτό που έχει εξαγγείλει ο Μάριο Ντράγκι, βαλλόμενος από την γερμανική ορθοδοξία: αγορά κρατικών ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά, δηλαδή «έκδοση» χρήματος, έως ένα τρισ. ευρώ σε πρώτη φάση.

Η ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ αναμένεται προς το τέλος Ιανουαρίου ή αρχές Μαρτίου. Την κίνηση αυτή οι αγορές την έχουν προεξοφλήσει προς το παρόν, γι΄αυτό δεν βλέπουμε καμία ουσιαστική άνοδο των επιτοκίων στα ομόλογα Ισπανίας και Ιταλίας. Αντιθέτως, η προειδοποίηση Ντράγκι προς Ελλάδα και Κύπρο, ότι θα περιληφθούν στην ποσοτική χαλάρωση μόνο αν υπάγονται σε πρόγραμμα επιτήρησης, δεν προστατεύει τα ελληνικά ομόλογα, εξ ου και τα επιτόκια ξεπέρασαν το 9%.

Αστάθεια άρα παράγεται και από πολλούς εξωγενείς διεθνείς παράγοντες, που παράγουν πολιτική, προωθητική ή ανασταλτική λύσεων. Η πολιτική Ντράγκι κινείται προς μια συμβατική λύση, προς τη νομισματική επέκταση και την τραπεζική ένωση· η πολιτική του Βερολίνου επιμένει αντιθέτως στο μείγμα δημοσιονομικής λιτότητας και διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, παρότι αυτό δεν έχει επιτύχει και η Ευρώπη βυθίζεται σε ύφεση και αποπληθωρισμό.

Η απειλή για τη σταθερότητα της Ευρώπης, κατά την εξαετία της κρίσης μετά το 2008, δεν προέρχεται από την αναδυόμενη πολιτική βούληση για αλλαγή στρατηγικής, αλλά από την ακολουθούμενη πρακτική των αναβολών και, ακόμη χειρότερα, από το εφαρμοζόμενο δόγμα λιτότητας. Αυτές τι μέρες, η Task Force για τις επενδύσεις στην ΕΕ, αποτελούμενη από εκπροσώπους της ΕΕ, της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων και των κρατών-μελών, δημοσίευσαν την έκθεσή τους για το περίφημο επενδυτικό σχέδιο Γιούνκερ. Διαπιστώνεται και εκεί η παρατεινόμενη κρίση ζήτησης και η συνεπαγόμενη αναστολή επενδύσεων: «Οι εταιρείες και τα νοικοκυριά έχουν αναστείλει τις δαπάνες τους και περιμένουν να δουν τι γίνεται… Η έλλειψη εμπιστοσύνης του ιδιωτικού τομέα προς τη μελλοντική ζήτηση αναστέλλει το μετασχηματισμό των αποταμιευμένων κεφαλαίων σε παραγωγικά κεφάλαια».

Η παραγωγική οικονομία έχει ξεμείνει από ρευστότητα, τα νοικοκυριά το ίδιο, το τραπεζικό σύστημα στέκει παγωμένο και ανολοκλήρωτο, οι κοινωνίες στενάζουν και εξεγείρονται: αυτή η περιγραφή δεν αφορά πια μόνο την Ελλάδα, αλλά και την Ιταλία, την Ισπανία, το Βέλγιο… Ειδικά στην Ελλάδα, πέρα από την εξαετή ύφεση και την οδυνηρή ανεργία, ο επί 21 μήνες συνεχιζόμενος αποπληθωρισμός τινάζει στον αέρα κάθε πρόβλεψη προϋπολογισμού και σχέσης του χρέους προς το ΑΕΠ. Ταυτόχρονα δεν μεταγγίζονται ούτε καν μικρά κεφάλαια σποράς (seed capital) στις νεοφυείς επιχειρήσεις καινοτομίας και έρευνας (1 στις 80 σχετικές αιτήσεις ικανοποιήθηκαν το 2013), πόσο μάλλον κεφάλαια κινήσεως ή ανάπτυξης στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις.

Σε αυτό το ευρωπαϊκό πλαίσιο πρέπει να δούμε τις ελληνικές εξελίξεις.

H μελέτη αξιολόγησης ανταγωνιστικότητας που παρουσίασε προχθές ο γενικός γραμματέας του ΟΟΣΑ Ανχελ Γκουρία περιέχει μια γενική εκτίμηση της ελληνικής οικονομίας, και συγκεκριμένες συστάσεις, 329 τον αριθμό, προς την κυβέρνηση για βελτίωση της ανταγωνιστικότητας. Η μελέτη συντάχθηκε επι πληρωμή, κατόπιν παραγγελίας του ελληνικού υπουργείου Ανάπτυξης, μάλιστα ο αρμόδιος υπουργός κ. Κ. Χατζηδάκης υποσχέθηκε ότι θα εφαρμόσει πάραυτα το 80% των συστάσεων. Από την πλευρά του, ο Μεξικανός επικεφαλής του ΟΟΣΑ υποσχέθηκε ότι και μόνο οι 66 σημαντικότερες αλλαγές να εφαρμοστούν, από τις συνολικά 329, θα προκύψει όφελος 5,2 δισ. ευρώ, περίπου 2,5% του ΑΕΠ.

Ενόψει του νομοθετικού-μεταρρυθμιστικού πυρετού που αναμένεται να βάλει την χώρα σε τροχιά ανάπτυξης, δεν πρέπει να μας διαφύγει ότι ο κ. Γκουρία στις μακροοικονομικές προβλέψεις είναι μάλλον συγκρατημένος· δεν συμμερίζεται ούτε τις προβλέψεις της τρόικας ούτε τις προβλέψεις του υπουργού Οικονομικών κ. Στουρνάρα. Οι εκτιμήσεις του, τόσο για τη βραχυπρόθεσμη ύφεση όσο και για το μέγεθος του χρέους, έως το 2020, αφίστανται ουσιωδώς· και μάλιστα στο καλό σενάριό του, κάνει πολλές ευνοϊκές παραδοχές, οι οποίες αν δεν εκπληρωθούν, το σενάριο αυτομάτως μεταπίπτει στη ζώνη του λυκόφωτος. Ακόμη όμως και στο καλό σενάριο, ο κ. Γκουρία τονίζει ότι οποιαδήποτε επιπλέον λιτότητα «θα αυξήσει τον κοινωνικό και πολιτικό κίνδυνο, ενώ θα επιφέρει αρνητικές συνέπειες στη δημοσιονομική προσαρμογή που έχει ήδη επιτευχθεί». Παράλληλα, για τη βιωσιμότητα του χρέους, κάνει μια παραδοχή και μια ευχή: αφενός, δέχεται ότι η ευρωζώνη θα δώσει χρονική επιμήκυνση και χαμηλότερα επιτόκια, αφετέρου, εύχεται «δεν πρέπει να φύγει από το τραπέζι και το ενδεχόμενο ‘κουρέματος’ του επίσημου τομέα» («Κ», 28.11.2013).

Συγκρατημένος λοιπόν ο ΟΟΣΑ ως προς την ανάκαμψη και τους όρους της. Αντίθετα, υπεραισιόδοξος ως προς τα προσδοκώμενα οφέλη από την απελευθέρωση τιμών και υπηρεσιών. Πράγματι σε μια σειρά προϊόντων και υπηρεσιών ο καταναλωτής είναι βέβαιο ότι θα έχει όφελος, στο βαθμό που θα λειτουργήσει υγιής ανταγωνισμός και δεν θα συγκροτηθούν καρτέλ και ολιγοπώλια. Σε άλλα προϊόντα και υπηρεσίες η πλήρης απορρύθμιση εγκυμονεί σοβαρούς κινδύνους για τη βιωσιμότητα των μικρομεσαίων επιχειρήσεων, οι οποίες ήδη έχουν πληγεί σφοδρά από την κρίση. Υπενθυμίζεται όμως ότι το μέγα μέρος των θέσεων εργασίας, περίπου οι μισές, βρίσκεται ακριβώς σε τέτοιες επιχειρήσεις, με έως 20 εργαζόμενους. Οδηγούμεθα άρα προς το εξής παράδοξο: η απελευθέρωση να μειώνει τις τιμές και ταυτόχρονα να αυξάνει την ανεργία. Να αυξάνει την προσφορά και να μειώνει τη ζήτηση. Διότι πώς θα επωφεληθεί από τις μειωμένες τιμές ο άνεργος ή ο κατεστραμμένος μικροεπιχειρηματίας;

Για την αξία αυτών των παραδοχών και των προβλέψεων, ας θυμηθούμε ότι το 2010, σε μελέτη του ΙΟΒΕ είχε υπολογισθεί ότι από το άνοιγμα των «κλειστών» επαγγελμάτων το όφελος πενταετίας θα ήταν 13,2% του ΑΕΠ… Επικεφαλής του ΙΟΒΕ τότε ήταν ο κ. Στουρνάρας.

Κατά την περιγραφή της ελληνικής κρίσης οι δείκτες που προκαλούν αλγεινή εντύπωση και ασφαλώς κατανοούνται ευκολότερα από το ευρύ κοινό είναι οι δείκτες ανεργίας και ύφεσης, αντιληπτοί και στην καθημερινή ζωή, και ακολούθως το κατά κεφαλήν εισόδημα, το χρέος ως ποσοστό του ΑΕΠ, το έλλειμμα ως ποσοστό του ΑΕΠ, το ιδιωτικό χρέος ως ποσσοτό του ΑΕΠ κ.λπ. Ενας δείκτης που δεν πολυαναφέρεται αλλά που έχει μεγάλη σημασία για την αντοχή της οικονομίας είναι ο δείκτης Σχηματισμού Ακαθάριστου Πάγιου Κεφαλαίου (GFCF – Gross Fixed Capital Formation). Ο δείκτης αυτός, πολύ χονδρικά, περιγράφει τις επενδύσεις μιας εθνικής οικονομίας, εν προκειμένω της ελληνικής, σε πάγια κεφάλαια. Πάγια περιουσιακά στοιχεία, εγκαταστάσεις, τεχνολογικός εξοπλισμός, γραμμές παραγωγής, κεφαλαιουχικά αγαθά. Οχι το διαθέσιμο χρήμα σε τραπεζικούς λογαριασμούς, τα κέρδη από μεταβιβάσεις real estate.

O δείκτης ΣΑΠΚ στην Ελλάδα βαίνει μειούμενος με ραγδαίο ρυθμό από το 2008 και εφεξής, σύμφωνα με την τελευταία έκθεση του ΟΟΣΑ (15 Νοεμβρίου 2013), αλλά και σύμφωνα με την Ετήσια Εκθεση του ΙΝΕ/ΓΣΕΕ, με στοιχεία της Κομισιόν. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, λοιπόν, τα ακαθάριστα πάγια κεφάλαια άρχισαν να μειώνονται το 2008, κατά -14,8%, και η πτώση συνεχίστηκε όλα τα χρόνια της κρίσης, με αποκορύφωμα το 2012: μείωση -19,2%. Δηλαδή μέσα στα έξι χρόνια της ύφεσης, τα εθνικά πάγια επενδυμένα κεφάλαια μειώθηκαν κατά το ένα πέμπτο. Την τελευταία τριετία μάλιστα, 2010-13, το ΙΝΕ/ΓΣΕΕ μιλάει για αποεπένδυση, διότι πολλές επιχειρήσεις έπαψαν να λειτουργούν, άρα τα πάγια κεφάλαιά τους έχουν χαθεί οριστικά.

Η απώλεια αυτή είναι ακρωτηριασμός του εθνικού παραγωγικού κορμού με μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες δυσμενείς επιπτώσεις. Μεσοπρόθεσμα επιδεινώνεται περαιτέρω η παραγωγικότητα της εργασίας, στο μέτρο που οι επενδύσεις παγίου κεφαλαίου είναι αυτές που φέρνουν στην παραγωγική διαδικασία τις νέες τεχνολογίες και τις νέες μορφές οργάνωσης της παραγωγής. Οι αλλεπάλληλες μειώσεις μισθών δεν βελτιώνουν την παραγωγικότητα ούτε την ανταγωνιστικότητα ― αυτό είναι πια κατεγεγραμμένο και μετρημένο.

Μακροπρόθεσμα, τα πράγματα είναι ακόμη πιο ζοφερά: καθώς το παραγωγικό δυναμικό της χώρας συρρικνώνεται, όταν και όπως γυρίσει ο καιρός και σταματήσει η ύφεση, και αρχίσει να θερμαίνεται η ζήτηση, τα εργοστάσια και οι εν γένει παραγωγικές μονάδες, αφυδατωμένες από την αποεπένδυση, δεν θα είναι σε θέση να ικανοποιήσουν τη ζήτηση, ούτε της εσωτερικής αγοράς ούτε των εξωτερικών αγορών. Τότε η ζήτηση θα στραφεί αλλού, η μεν εσωτερική στις εισαγωγές, η δε εξωτερική σε άλλες χώρες.

Η χώρα υφίσταται ένα τέτοιο αιμορραγικό σοκ, και στο τέλος του σοκ κινδυνεύει να βρεθεί χωρίς ακέραιο οργανισμό, χωρίς τις απαραίτητες δυνάμεις να αντιδράσει και να ανακάμψει γρήγορα. Πολύ περισσότερο, που η ανάκαμψη στηρίζεται κατά μέγα μέρος στην ικανοποίηση της εσωτερικής ζήτησης, όπως έχει δείξει και η εμπειρία της Αργεντινής και έχει επισημανθεί και στις εκθέσεις του ΔΝΤ. Και όχι στην αύξηση των εξαγωγών, τουλάχιστον όχι κυρίαρχα, όπως μονότονα υποστηρίζεται από την τρόικα.

Ενας από τους λόγους της ελληνικής κατάρρευσης ήταν η σταδιακή κάλυψη όλων των εσωτερικών αναγκών με εισαγωγές, και ο σταδιακός μαρασμός της εγχώριας παραγωγής. Δεν παραγόταν πλούτος, καταναλωνόταν πλούτος και εξάγονταν κέρδη σε υπεράκτιους παράδεισους, προς όφελος ενός αμαρτωλού κλειστού κυκλώματος τραπεζών και υπερχρεωμένων βιομηχάνων, και με τη συνδρομή παλαιότερα της δραχμικής κεντρικής τράπεζας και εν συνεχεία, επί ευρώ, με την αλόγιστη χρηματοπιστωτική επέκταση.

Αν με τον νέο οικονομικό κύκλο που θα αρχίσει κάποτε, επανέλθουμε σε αυτό μοντέλο, η ανάκαμψη απλούστατα δεν θα έλθει· η χώρα θα υποβαθμιστεί ιστορικά ακόμη περισσότερο. Ο κίνδυνος δεν είναι ορατός πια, είναι υπαρκτός. Το μοντέλο που προωθείται από το πρόγραμμα διάσωσης της τρόικας μέσω των διαρθρωτικών αλλαγών είναι προς την κατεύθυνση ενός laissez faire μοντέλου ασταθούς χρηματοπιστωτικού καπιταλισμού με ελαστικότητες, με μικρό κράτος, χωρίς κεντρική τράπεζα φυσικά, και, όπως διαπιστώνεται από τον ΟΟΣΑ και την Κομισιόν, με συρρικνωμένη παραγωγική βάση. Αυτά είναι τα μακροοικονομικά στο ορατό μέλλον, σύντομα.

Στο παρόν βλέπουμε ήδη τα μικροκοινωνικά αποτελέσματα του μοντέλου: ανεργία σε διεθνώς ιστορικά υψηλά, μια χαμένη γενιά, μισθοί στα 400 ευρώ, συντάξεις στα 350, ραγδαία πτώση του βιοτικού επιπέδου, προνοιακές δομές και δημόσια παιδεία υπό κατάρρευση· ας προσθέσουμε τo brain drain και τη δημογραφική φθίση.

Ξανά στην πολιτική. Το ελληνικό πρόβλημα δεν είναι μόνο ελληνικό. Παρόμοια απομείωση του GFCF, αύξηση ανεργίας, μετανάστευσης και φτώχειας, παρατηρείται και στην Ιρλανδία του success story. Παρόμοια στην Πορτογαλία. Στην Ισπανία πορεύονται με άνεργο ανάπτυξη, κι επιπλέον εκεί τα 100 δισ. ευρώ της τραπεζικής ανακεφαλαίωσης δεν φορτώθηκαν στο δημόσιο χρέος όπως στην Ελλάδα, αλλά χορηγήθηκαν μέσω του ΕFSF. Το ελληνικό πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό. Κατά τούτο δεν μπορεί να επιλυθεί εκ ολοκλήρου αυτοτελώς.

Η εγχώρια πτυχή του συνίσταται κυρίως στο νοσογόνο κλειστό κύκλωμα των μεγάλων επιχειρήσεων με το τραπεζικό σύστημα, και στην αμαρτωλή διαπλοκή αυτών των δύο με το πολιτικό σύστημα. Το νοσογόνο αυτό τρίγωνο προσπαθεί να επιβιώσει από τα πλήγματα του ξένου παράγοντος, που το βλέπει περιφρονητικά, μεταθέτοντας όλα το κόστος της αναδιάρθρωσης στην κοινωνία. Και υπονομεύοντας όλη την εθνική παραγωγική βάση.

Το διαφαινόμενο τέλος της κυβέρνησης Μόντι στην Ιταλία και η προκήρυξη εκλογών τον Μάρτιο ξαναδείχνουν τον βαθύτατα πολιτικό χαρακτήρα της ευρωπαϊκής κρίσης. Ο κορυφαίος αναλυτής των Financial Times, μετριοπαθής φιλελεύθερος Βόλφγκανγκ Μούνχαου, επισημαίνει ότι οι έπαινοι προς τον κ. Μόντι «βασίστηκαν στην ιδέα ότι τα προβλήματα της Ιταλίας θα μπορούσαν να λυθούν εάν παραμεριστεί η πολιτική, εάν επιβληθούν λίγες μεταρρυθμίσεις και αρκετή λιτότητα». Ομως μετά ένα χρόνο διακυβέρνησης Μόντι η ιταλική οικονομία βυθίζεται στην ύφεση, ενώ το χρέος δεν έχει γίνει ευκολότερα διαχειρίσιμο· οι πολιτικοί καλούνται να αναλάβουν τις ευθύνες τους. Ο Μούνχαου στηλιτεύει επίσης την υποχωρητική στάση του κ. Μόντι έναντι της Αγκελα Μέρκελ στο θέμα του ευρωομολόγου: η υποχώρηση εξυπηρετεί το πολιτικό συμφέρον της Γερμανίδας καγκελαρίου, αλλά υπονομεύει το συμφέρον της Ιταλίας.

Η πολιτική αστάθεια στην Ευρώπη και η παράλληλη ανάδυση του γερμανικού ηγεμονισμού επισημαίνεται και από έναν άλλο αναλυτή, ακαδημαϊκής προελεύσεως, τον Ιρλανδοαμερικανό Πέρι Αντερσον. Ο διάσημος καθηγητής Ιστορίας στο UCLA διαπιστώνει ότι αντιμέτωπη με την κρίση του 2008 η Ευρώπη δεν μπόρεσε να αντιδράσει όπως οι ΗΠΑ, με κρατικές ενέργειες μεγάλης κλίμακας που απέτρεψαν την ύφεση, για δύο λόγους: ο ένας είναι ο ιδρυτικός περιορισμός της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, σύμφωνα με τον οποίο της απαγορεύεται να προβεί σε αγορά κρατικού χρέους.

Ο δεύτερος λόγος είναι σημαντικότερος ίσως: Είναι η ανυπαρξία του κοινού πεπρωμένου ενός ευρωπαϊκού έθνους, κατά την εννοιολόγηση του Μαξ Βέμπερ· τέτοιο ευρωπαϊκό έθνος δεν υπάρχει, άρα δεν υπάρχει ούτε κοινό πεπρωμένο ούτε αμοιβαιοποιημένο χρέος. Τη στιγμή της κρίσης κάθε έθνος-κράτος βρέθηκε μόνο του, ενώ η Γερμανία διεκδίκησε για τον εαυτό της τον ηγετικό ρόλο του ισχυρού σε μια ασύμμετρη ομοσπονδία αδυνάτων. Ο Αντερσον παραλληλίζει την παρούσα γερμανική αξίωση με τον ρόλο που επεφύλασσε για την ισχυρή Πρωσία ο Βίσμαρκ έναντι της αδύναμης Βαυαρίας και των άλλων κρατιδίων, στο πλαίσιο του 2ου Ράιχ. Στη θέση της Βαυαρίας ο Αντερσον βλέπει σήμερα τη Γαλλία.

Οι στενάζοντες από την ύφεση και την ανεργία Ελληνες, Πορτογάλοι, Ιρλανδοί, Ισπανοί, σύντομα ίσως και οι Ιταλοί, δεν είναι απλώς «λάθος», αποκλίνοντες από την ευρωπαϊκή ορθότητα. Απεναντίας, φαίνεται ότι ολόκληρη η Ευρωπαϊκή Ενωση βρίσκεται σε μια ιστορική καμπή, κατά την οποία οι παλιές διευθετήσεις, από το Μάαστριχτ έως την ΟΝΕ και τη Λισσαβώνα, όχι μόνο καταρρέουν αλλά προβάλλουν πλέον ως εμπόδια για τη λυσιτελέστερη προσαρμογή των Ευρωπαίων στα νέα ιστορικά δεδομένα. Ποια είναι αυτά; Στην έκθεση του ΟΟΣΑ «Looking to 2060», για την κατανομή του Παγκόσμιου Ακαθάριστου Προϊόντος, μεταξύ 2011 – 2030, η παρούσα διάταξη οικονομικών δυνάμεων ανατρέπεται. Οι ΗΠΑ, με μερίδιο 23% το 2011, θα υποχωρήσουν το 2030 στο 18% και η Ε.Ε. από το 17% θα περιοριστεί στο 12%. Ποιοι αυξάνονται; Η Κίνα, από 17% σε 28%, και η Ινδία, από 7% σε 11%. Και η Ελλάδα; Θα παλεύει έως τότε να καταστήσει βιώσιμο το χρέος της…

Twitting

  • Νταήδες του γλυκού νερού επιτέθηκαν στον Γιάνη #Βαρουφάκης στα Εξάρχεια. Για τους νταήδες, στόχος είναι όποιος κυκλ… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • Eξέλιξη ιστορικής σημασίας. Ο Global South αναδατάσσεται εκτός αγγλοσαξωνικού-ευρωπαϊκού άξονα. Η Κίνα σε ηγεμονικό… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • Η ΝΥΧΤΑ ΔΕΡΝΕΙ ΤΟ ΚΡΑΤΟΣ Ο τουρισμός υπεράνω κράτους δικαίου. Η Μύκονος εκτός Συντάγματος. Η Ελλάδα μαφιο-μπανανία.… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • Η ΜΠΑΝΑΝΙΑ ΤΩΝ ΜΕΝΟΥΜ' ΕΥΡΩΠΗ Η αντιδραστική Παλινόρθωση της Νεοδεξιάς πέτυχε. Ερείπια το κοινωνικό κράτος, κουρέλι… twitter.com/i/web/status/1… 2 weeks ago
  • https://t.co/8DQHFkaqGo 3 weeks ago
  • Ο Πρίαμος πήγε ικέτης για τ' απομεινάρι του Έκτορα, και ο Αχιλλέας τον σεβάστηκε. Οι μισάνθρωποι δεν σέβονται ούτε… twitter.com/i/web/status/1… 3 weeks ago

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.025.159 hits
Αρέσει σε %d bloggers: