You are currently browsing the tag archive for the ‘ολιγάρχες’ tag.
Οι βίαιες συγκρούσεις στους δρόμους του Κιέβου θυμίζουν τη χαμένη αραβική άνοιξη, κατά την οποία η δίκαιη εξέγερση του πλήθους μεταλλάχθηκε σταδιακά σε λυσσώδη διαμάχη φατριών για την εξουσία και σε αναζωπύρωση του φονταμενταλισμού. Χωρίς δημοκρατία, με φουντωμένη την ανισότητα και την απελπισία.
Ο εν εξελίξει εμφύλιος στην Ουκρανία θυμίζει επίσης, όλο και εντονότερα, τις απαρχές του τρομερού γιουγκοσλαβικού εμφυλίου, που κορυφώθηκε με μαζικές σφαγές και τον κατακερματισμό της εύθραυστης πολυεθνικής ομοσπονδίας. Και στις δύο περιπτώσεις η σπουδή και η πίεση της Ευρώπης, μάλιστα της Γερμανίας, επέδρασαν καταλυτικά στις εξελίξεις. Στην Ουκρανία η σύνδεση με την Ε.Ε. τής ετέθη τελεσιγραφικά, με ταυτόχρονη πίεση προς την αδύναμη εκλεγμένη κυβέρνηση και προς την ανησυχούσα και απειλούσα Ρωσία. Στη Γιουγκοσλαβία ένα ανάλογο μείγμα σπουδής και ιδιοτέλειας υποδαύλισε υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ των εθνοτικών ομάδων και επέφερε τη βίαιη αναδιάταξη των συνόρων μέσω της σοβαρότερης πολεμικής σύρραξης σε ευρωπαϊκό έδαφος από τη λήξη του Β’ Πολέμου.
Στο γιουγκοσλαβικό μια πολυεθνική ομοσπονδία διαμελίστηκε, μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, και τα ασταθή κρατίδια προσαρτήθηκαν σε νέες ζώνες επιρροής ή έμειναν στο κενό· στο ουκρανικό παρακολουθούμε μια ακόμη πράξη αποσύνθεσης της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, με ανοιχτό ενδεχόμενο ακόμη και τον διαμελισμό της χώρας, προκειμένου να παγιωθούν νέες ζώνες επιρροής.
Η Ουκρανία τεντώνεται ανάμεσα στις δύο ηγεμονίες. Σπάει. Το κόστος το πληρώνει ο λαός της, καθώς στη λαχτάρα για ευημερία και ένταξη στο δυτικό όνειρο (όσο έχει απομείνει) προστίθενται ωμά συμφέροντα φατριών και ολιγαρχών, αφυπνισμένα φαντάσματα εθνοτικών και θρησκευτικών αντιθέσεων, φαντάσματα αντισημιτισμού, φαντάσματα ουκρανών αποσχιστών συμπαραταγμένων με τα ναζιστικά στρατεύματα που επεύλαυναν κατά της Ρωσίας.
Οι νεκροί στους δρόμους του Κιέβου, οι συγκρούσεις ενόπλων νεοναζιστών με τις κυβερνητικές δυνάμεις, ο καιροσκοπισμός των ντόπιων βαρόνων και ολιγαρχών, υπενθυμίζουν πικρά ότι η ιστορική κίνηση που άρχισε το 1989 δεν έχει ολοκληρωθεί. Το δείχνει η Βοσνία: οι έφοδοι απελπισμένων πεινασμένων εργατών σε κυβερνητικά κτίρια και κλειστά εργοστάσια αποκαλύπτει τη μη βιωσιμότητα ή και την υποκρισία των διεθνών ρυθμίσεων, από το Ντέιτον του 1995 και εφεξής. Μετά τόσο πόνο και θάνατο, οι Βόσνιοι δεν έχουν εργασία, δεν έχουν ψωμί, δεν έχουν μέλλον.
Οι ιστορικοί έχουν περιγράψει τους δύο μεγάλους πολέμους του 20ού αιώνα ως ευρωπαϊκούς εμφύλιους για την αποτροπή καθολικής επικράτησης της μιας ή της άλλης υπερδύναμης. Στο ασυνείδητο αλλά και στην τέχνη και στη φιλοσοφία έχουν εγγραφεί ως οι μεγάλες σφαγές της νεωτερικότητας· για μερικούς, ήταν η ίδια η νεωτερικότητα, εκφρασμένη ως γενικευμένος απανθρωπισμός και μακελειό. Οι εκατό χιλιάδες νεκροί και οι ένα εκατομμύριο εκτοπισμένοι της Γιουγκοσλαβίας, οι δεκάδες νεκροί και οι εκατομμύρια απελπισμένοι της Ουκρανίας, οι 3,8 εκατομμύρια πεινασμένοι της Βοσνίας δείχνουν ότι ο βίαιος ευρωπαϊκός 20ός αιώνας προεκτείνεται ακόμη μες στον 21ο αιώνα.
Η έλευση της δόσης χαιρετίζεται ως αρχή του τέλους της βαβυλώνειας αιχμαλωσίας. Ο πονεμένος λαός επιστρέφει πάλι στη γη Χαναάν, του δίδεται η χάρις της ευρωπαϊκής του οικογένειας. Μακάρι να είναι έτσι. Μακάρι να πλησιάζουμε σε ένα ορατό πέρας. Η δύσκολη χρονιά που ανοίγεται μπροστά μας θα είναι κρίσιμη από κάθε άποψη, θα δοκιμάσει τις υλικές και ψυχικές αντοχές μας, και δεδομένης της πλούσιας ήδη εμπειρίας βασάνων και δοκιμασιών, θα έχουμε την ευκαιρία να διαπιστώσουμε αν φτάνουμε σε ένα ανακουφιστικό τέλος.
Εν τω μεταξύ, η συνολική πολιτική κίνηση εντός της Ευρώπης και εντός του κόσμου μάς δείχνει ότι η επιστροφή στην προτέρα κατάσταση, προ κρίσεως, δεν είναι απλή ούτε κοντινή. Η μείζων ιστορική κίνηση που ξεκίνησε το 1989-90, με την κατάρρευση του υπαρκτού σοσιαλισμού, ακολουθήθηκε από σκληρούς περιφερειακούς πολέμους και αναστατώσεις. Η μείζων χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 κορύφωσε την αστάθεια σε όλο τον κόσμο, και αρχής γενομένης με την ελληνική πτώχευση, μεταφέρθηκε σφοδρή και μεταμορφωμένη στο εσωτερικό του ευρωπαϊκού σχηματισμού ως κρίση χρέους και ως κρίση κυριαρχίας. Για πολλούς λόγους, αυτή η ευρωπαϊκή κρίση μπορεί να θεωρηθεί όχι παροδική και επιλυόμενη με τεχνικά-οικονομικά εργαλεία, αλλά δομική, στάδιο ενός μείζονος ιστορικού μετασχηματισμού, κατά τον οποίο η Ευρωπαϊκή Ενωση και τα έθνη που την απαρτίζουν καλούνται να επαναπροσδιορίσουν ριζικά τη θέση τους στον κόσμο, τις σχέσεις μεταξύ τους, τις εθνικές ταυτότητες, την ταυτότητα της ομοσπονδίας, και πάνω απ’ όλα τις σχέσεις ηγεμονίας και εξουσίας εντός του όποιου ομοσπονδιακού μορφώματος.
Στην Ελλάδα έχουμε το τραγικό προνόμιο να ζούμε αυτόν τον μετασχηματισμό πρώτοι και με μοναδική σφοδρότητα. Είμαστε ένα είδος πειραματόζωου, πάνω στο οποίο δοκιμάζονται λύσεις και μη λύσεις, αποφάσεις και αναβολές, αν η κοινωνία αντέχει και για πόσο καιρό, αν η κοινωνία και η κρατική δομή μπορούν να μετασχηματιστούν με άνωθεν εντολές και έξωθεν βούληση, αν η δημοκρατία αντέχει να λειτουργεί με παρακάμψεις και δολιχοδρομίες.
Αντέχουμε; Πόσο θα αντέξουμε; Από τη διαπίστωση της πτώχευσης, την άνοιξη του 2010, έως σήμερα, το ερώτημα της κατάρρευσης επανέρχεται διαρκώς, και μαζί του η πιθανολόγηση μιας κοινωνικής έκρηξης. Το ερώτημα περιέχει την υπαρξιακή αγωνία ημών των αυτοχθόνων, που ζούμε την κρίση, που είμαστε η κρίση· αλλά και την ειλικρινή διερώτηση των ετεροχθόνων, πλησιέστερων ή πιο απομακρυσμένων από τα δικά μας πάθη, στο μέτρο που η ελληνική εμπειρία προδιαγράφει εξελίξεις για όλη την Ευρώπη. Εξ ου και η Ελλάδα βρίσκεται σταθερά στο επίκεντρο του διεθνούς ενδιαφέροντος.
Τι διαισθάνεται λοιπόν ένας αυτόχθων που βιώνει την κρίση αδιαλείπτως επί τριετία; Κατά την προσωπική μας άποψη, η κατάρρευση είναι πάντα πιθανή, αν και λιγότερο πιθανή όσο περνά ο καιρός και εφόσον η Ευρώπη συνεχίσει να δρά και όχι να αναβάλλει. Ωστόσο γνωρίζουμε ότι έτσι ενεργεί η Ευρώπη, με αναβολές και ημίμετρα, συχνά και με εσκεμμένα λάθη. Ο κίνδυνος ενός ατυχήματος λοιπόν, η εμφάνιση ενός μαύρου κύκνου δεν μπορεί να αποκλειστεί κατ’ ουδένα τρόπο· πολύ περισσότερο, που η παρελθούσα τετραετία είναι γεμάτη από μαύρους κύκνους του Ταλέμπ.
Κατά τον ίδιο τρόπο, δεν μπορούμε να αποκλείσουμε το ενδεχόμενο μιας ανεξέλεγκτης κοινωνικής έκρηξης. Κανείς δεν μπορεί να υπολογίσει τις αντοχές μιας κοινωνίας που χάνει το 25% του ΑΕΠ και οδεύει προς το 30% ανεργίας, με εκτενή τμήματά της να πληβειοποιούνται, που μέσα σε μια διετία χάνει όρους διαβίωσης κερδισμένους στη διάρκεια τουλάχιστον μιας γενιάς. Η βία αυτής της υλικής αλλαγής, μια πολεμική απώλεια σχεδόν, διαμορφώνει αναλόγως βίαια το συλλογικό φαντασιακό, και δοκιμάζει την κοινωνική συνοχή.
Ολα τούτα όμως δεν συνεπάγονται γραμμικά μια κοινωνική έκρηξη, τουλάχιστον όχι όπως τη προεικονίζουμε νοερά, με όσα γνωρίζουμε από την ιστορία. Διότι η ιστορία παρέχει και άλλα αντιδιαμετρικά παραδείγματα, το παράδειγμα της κατάρρευσης της ΕΣΣΔ λ.χ.: Η καταστροφική διακυβέρνηση του Γέλτσιν, η ακραία φτώχεια, η μαζική μετανάστευση και η πειρατεία των ολιγαρχών επί του εθνικού πλούτου δεν οδήγησαν τον ρωσικό λαό σε έκρηξη, αλλά σε παράλυση. Χωρίς παράδοση πολιτικών αγώνων επί μακρόν, χωρίς δημοκρατική παιδεία, οι Ρώσοι, ένας μεγάλος ιστορικός λαός, υπέμειναν παθητικά και τον Γέλτσιν, τους ολιγάρχες και τις μαφίες και την ταπείνωση, έως την εμφάνιση του νεοτσάρου Πούτιν.
Οι διαφορές της ελληνικής περίπτωσης από τη ρωσική είναι ίσως περισσότερες από τις ομοιότητες. Στην Ελλάδα η δημοκρατική παράδοση είναι ζωντανή και με ρίζες, η πολιτική αγωνιστικότητα υψηλή, το επίπεδο διαβίωσης υψηλό· οι άνθρωποι δεν δέχονται να τα χάσουν όλα χωρίς αντίδραση. Από την άλλη, η υπερδιογκωμένη μεσαία τάξη, τυπικό χαρακτηριστικό της Ελλάδας, δεν μπορεί να διατηρήσει την ευημερία της χωρίς σύστοιχη ανάπτυξη της πρωτογενούς και δευτερογενούς παραγωγής, ιδίως της βιομηχανικής. Οι υπηρεσίες, η οικοδομή, το χρηματιστήριο, τα δανεικά, μπορούν να παρατείνουν την ευημερία, αλλά όχι για πολύ. Οι φούσκες της ισχυρής Ελλάδος έσκασαν όλες ― και έσκασαν και σε άλλες χώρες. Η διαρκής και άφρων πιστωτική επέκταση του ’90 και η έκρηξη δημόσιου χρέους στα χρόνια του ευρώ, επέτρεψαν μεν στη μεσαία τάξη να ευημερεί, αλλά πάνω σε πήλινα πόδια, διότι δεν συνοδεύτηκε από κανενός είδους παραγωγική αναδιάρθρωση. Ούτε ο τουρισμός ούτε οι αλυσίδες λιανικής με γκάτζετ και σάντουιτς μπορούν να θεωρηθούν βιομηχανία με υψηλή προστιθέμενη αξία και δυνατότητες απασχόλησης.
Πάνω σε αυτή την υλική βάση πρέπει να δούμε τα ψυχοκοινωνικά και πολιτικά χαρακτηριστικά της κρίσης, άρα και την αγωνιώδη διερώτηση περί έκρηξης και κατάρρευσης. Πλάι σε όλα τα ενδεχόμενα λοιπόν, της ανάσχεσης της πτώσης, της ανάκαμψης, του μετασχηματισμού, της έκρηξης, ας έχουμε κατά νου και το ενδεχόμενο της ενδόρρηξης, μιας κατάρρευσης προς τα έσω, με χαρακτήρες παθητικότητας, παράλυσης, μοιρολατρικής υποταγής και αυτοεγκατάλειψης. Ενα ενδεχόμενο ετερόνομης δυστοπίας, ανάμεσα σε άλλα. Το οποίο όμως προϋποθέτει ότι θα έχουν εν τω μεταξύ χαθεί η πολιτική βούληση, η πίστη στη ζωή, η εθνική μνήμη, η δημοκρατική παράδοση ― αυτό κανείς δεν μπορεί να το πιστέψει.
Την περασμένη Τετάρτη η ελληνική τηλεδημοκρατία έζησε μια κορύφωση: ο νυν συγκυβερνών και πρώην αντιπρόεδρος της κυβέρνησης τερμάτισε λάιβ, στο Δελτίο των Οκτώ. Ο λάλος και πάντα αγέρωχος Β. Βενιζέλος γκρεμίστηκε από το θρονί του ιθαγενούς αγά αφρίζοντας στο παράθυρό του σαν δικολάβος των καφενείων της Ευελπίδων.
Το acting out Βενιζέλου σημειώνεται σε μια φάση κατά την οποία το εγχώριο σύστημα νομής εξουσίας απειλείται και ραγίζει, κάτω από το βάρος των ερειπίων που το ίδιο προκάλεσε. Η μετάθεση της Μεγάλης Υφεσης στις πλάτες σύμπαντος του ελληνικού λαού, πλην των αρχόντων της παρακμής, είναι πλέον δυσχερέστατη έως αδύνατη. Οι λόγοι; Πολλοί. Πρώτα-πρώτα, η ίδια η κρίση αποσυναρμολογεί βίαια το σύστημα διαπλοκής, παραπλάνησης, συγκάλυψης και λεηλασίας· ο καραγκιόζ μπερντές δεν μπορεί να κρύψει την αθλιότητα της πελατειακής αναδιανομής, πόσω μάλλον που τώρα δεν υπάρχει ούτε ψίχουλο για μοιρασιά.
Δεύτερον, το πεδίο λεηλασίας συρρικνώνεται εξωγενώς: οι δανειστές απαιτούν τοκοχρεωλύσια από το χρεοκοπημένο κράτος και παρεμβαίνουν ενεργά στη διοίκησή του. Η συνεπαγόμενη απορρύθμιση του συστήματος επιφέρει ρήξη της ομερτά και των πρωτοκόλλων συνεργασίας των εγχώριων νομέων· τα επιμέρους καρτέλ σπάνε και στρέφονται το ένα εναντίον του άλλου, σε έναν λυσσώδη αγώνα επιβίωσης.
Σταδιακά, οι ξένοι εταίροι-δανειστές στρέφονται εναντίον της ηγετικής ελίτ, την οποία θεωρούν αναποτελεσματικό και αναξιόπιστο συνομιλητή σε μια εξαιρετικά κρίσιμη φάση του ευρωπαϊκού προβλήματος. Βεβαίως, οι Ευρωπαίοι εταίροι δεν κόπτονται υπέρ των συμφερόντων του ελληνικού λαού, αλλά προδήλως προτιμούν έναν πολιτικά νομιμοποιημένο και ορθολογικό συνομιλητή, που θα εκπροσωπεί τα εθνικά συμφέροντα, και όχι τα συμφέροντα μιας ολιγαρχίας, πολύ περισσότερο που τώρα τα ευρωπαϊκά συμφέροντα αφίστανται των συμφερόντων των ντόπιων καρτέλ.
Σε αυτά τα συμφραζόμενα πρέπει να αντιληφθούμε επίσης ότι ούτε η τρόικα είναι συμπαγής και ομοιογενής: στο εσωτερικό της δεν εκπροσωπούνται ταυτόσημα συμφέροντα και δεν προσεγγίζει το ελληνικό πρόβλημα με ίδιες συνταγές και νοοτροπίες. Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, λ.χ., από την αρχή φαίνεται να πρότεινε άλλη λύση συνολικά, βασισμένη στα δικά του εργαλεία αντιμέτωπισης κρίσεων χρέους. Αλλη είναι η αντίληψη του επικεφαλής οικονομολόγου του ΔΝΤ, Ολιβιέ Μπλανσάρ, και άλλες οι αντιλήψεις των Γερμανών τραπεζιτών και του Γερμανού υπουργού Β. Σόιμπλε. Η αναδιάρθρωση του χρέους, ας πούμε, δεν έγινε βάσει του χρονισμού και του πρωτοκόλλου του ΔΝΤ, αλλά βάσει των γαλλογερμανικών σκοπιμοτήτων, και πάντως εις βάρος της ουσιαστικής ανακούφισης της Ελλάδας.
Ανευ δυνατότητος υποτίμησης του νομίσματος και διόγκωσης του πληθωρισμού, η μόνη εφαρμοσθείσα αγωγή ήταν η πιο επιζήμια: η εσωτερική υποτίμηση. Η οποία μάλιστα εσωτερική υποτίμηση εφαρμοζόμενη ταυτοχρόνως με ευρείες διαρθρωτικές αλλαγές, κατά μια σαδιστική-τιμωρητική αντίληψη, για παραδειγματισμό άλλων αδύναμων Ευρωπαίων, βύθισε τη χώρα στη μεγάλη ύφεση και αποδιοργάνωσε το εγχώριο σύστημα νομής εξουσίας.
Το σοκ, που εξαπολύθηκε την άνοιξη του 2010 επί της αμέριμνης και απροετοίμαστης ελληνικής κοινωνίας, ήταν τέτοιας σφοδρότητας και έκτασης που αιφνιδίασε όχι μόνο τους πολίτες αλλά και τους πολιτικούς που οδήγησαν τη χώρα στα μνημόνια ― κι ίσως αυτούς πολύ περισσότερο, δεδομένης της εκ των υστέρων αποδειχθείσας ολιγωρίας και ανικανότητάς τους. Σύντομα το ντούο Παπανδρέου-Παπακωνσταντίνου, συνοδευόμενο από το υπόλοιπο παρηκμασμένο ΠΑΣΟΚ, έχασε κάθε έλεγχο. Μετά το πρώτο κύμα αποπροσανατολισμού και προπαγάνδας, το πολιτικό σύστημα άρχισε να κλονίζεται και, από το καλοκαίρι του 2011, να καταρρέει. Η πολιτική (αυτο)εξουδετέρωση του Αντώνη Σαμαρά, δια της εισόδου του στην κυβέρνηση Παπαδήμου και της συνυπογραφής του Μνημονίου ΙΙ, ολοκλήρωσε την αμετάκλητη υπομόνευση των αστικών κομμάτων, όπως εδέσποσαν στις τέσσερις δεκαετίες της Μεταπολίτευσης.
Την παρακμή του πολιτικού συστήματος διαδέχεται, τώρα πλέον φανερά, η αποσάθρωση των θεσμών και η αποκάλυψη των κρυφών αρμών του συστήματος διαπλοκής και πελατειακής εξαχρείωσης. Το ΔΝΤ και η τρόικα, για τους δικούς τους λόγους, απαιτούν το σπάσιμο των εγχώριων ομάδων-rackets· κι αυτά αμύνονται με κάθε μέσο, ακόμη και επιτιθέμενα στη χώρα, επιχειρώντας πλιάτσικο επί των ερειπίων, όσο μπορούν να δρουν με έναν βαθμό αυτονομίας, σαν τον παλιό καλό καιρό. Τα αλληλοκαρφώματα, τα συμβόλαια, οι ομηρίες, οι αγγελιαφόροι, η κόπρος που απλώνεται στον δημόσιο βίο, είναι τα βίαια επεισόδια ενός πολέμου βασάλων και φύλαρχων, οι οποίοι νιώθουν βαρύ το χέρι της αυτοκρατορίας και καυτή την ανάσα του πλήθους. Στα μήντια θα φανούν κι άλλα.