You are currently browsing the tag archive for the ‘κοινωνικά υποκείμενα’ tag.

Aπό το 2010 ώς την αρχή του 2015 αλλάξαμε πολύ. Οχι μόνο ατομικά, αλλά και συλλογικά, σαν κοινωνία. Για πολλούς, η κρίση βιώθηκε σαν καταστροφή· έχασαν τη δουλειά τους, είδαν την επιχείρησή τους ή το επιτήδευμά τους να φθίνει, δεν καταφέρνουν να τα φέρουν βόλτα, αισθάνονται ότι χάνουν την αξιοπρέπειά τους. Για πολλούς περισσότερους η κρίση σήμανε την συρρίκνωση των προσδοκιών και την αδυναμία σχεδιασμού του μέλλοντος, σήμανε την είσοδό τους σε μια περιοχή φόβου και επισφάλειας, ακόμη κι αν διατηρούν τη δουλειά τους, ακόμη κι αν μπορούν να συντηρήσουν κάποιο ευπρεπές επίπεδο διαβίωσης. Για μια μερίδα, μάλλον την πιο ολιγάριθμη, η κρίση δεν άλλαξε τις ορίζουσες του βίου, αλλά ακόμη κι αυτοί κατά βάθος δεν έχουν μείνει ανέπαφοι συναισθηματικά και διανοητικά.

Ολες αυτές οι ατομικότητες, διαφοροποιημένες ποιοτικά και με διαφορετική ένταση, επηρεαζόμενες από εξωχώριες επιδράσεις, από καχεκτικούς θεσμούς προστασίας και δικαιοσύνης, συνθέτουν στην αυγή του 2015 μια κοινωνία πολύ διαφορετική από την κοινωνία προ του 2010. Πρόκειται καταρχάς για μια κοινωνία που έχει χάσει σε μεγάλο βαθμό τις αυταπάτες και τα αυτονόητα της προ κρίσης εποχής· ταυτοχρόνως, έχει κλονιστεί το αξιακό σύστημα, έστω αυτό της άκοπης ευμάρειας και της πίστης στην γραμμική πρόοδο, μαζί ωστόσο με θεμιτές προσδοκίες και κανονικότητες, ιστορικά θεμελιωμένες. Το έδαφος τρέμει.

Και πρόκειται επίσης για μια κοινωνία που χαράζεται από καινοφανείς ταξικές τομές: το απέραντο μικρομεσαίο πλήθος διασπάστηκε βίαια και αιφνιδιαστικά, σε πολλών ειδών ομάδες: ολοσχερώς αδύναμους, νεόπτωχους, χρόνια άνεργους, επισφαλείς, μερικώς απασχολούμενους, συντηρούμενους με συντάξεις γονέων, προσωρινά σωζόμενους, διασωθέντες.

Ολες τούτες οι φανερές υλικές αλλαγές, και οι άδηλες ψυχοδιανοητικές μαζί, οδηγούν αναπόδραστα σε έναν καινοφανή ρευστό κοινωνικό σχηματισμό, με νέες ορίζουσες και νέους διαχωρισμούς, ο οποίος αναζητεί σύστοιχες πολιτικές εκφράσεις. Η μετατόπιση είναι φανερή ήδη από τις διπλές εκλογές του 2012, ιδίως τον Μάιο, όταν κονιορτοποιήθηκε το παλαιό πολιτικό σύστημα και άλλαξε όλη η γεωγραφία της Μεταπολίτευσης. Θα ήταν σφάλμα να αποδώσουμε την τέτοιας έκτασης αναδιάταξη μόνο σε οργή, αγανάκτηση ή τιμωρητική διάθεση.

Μια σκέψη για το άμεσο μέλλον. Μάθαμε να λέμε μετά το κραχ του 2008, ότι η πολιτική υπακούει στα κελεύσματα και τις ανεξέλεγκτες δυνάμεις των αγορών. Κάποιοι συγγραφείς το περιγράφουν ως μεταδημοκρατία και, πρόσφατα, ως τυραννία των μεγάλων εταιρειών. Υπάρχει μια επιπλέον διάσταση: η πολιτική έχει μετατραπεί σε διαμάχη ομάδων συμφερόντων, έχει χάσει τον καθολικό και ενοποιητικό της χαρακτήρα. Κάθε ομάδα συμφερόντων, λόμπι ισχυρών ή συντεχνία, διεκδικεί για λογαριασμό της μια προνομιακή μερίδα παροχών του κράτους πρόνοιας ή των κρατικών επενδυτικών πόρων, και κατά τη διεκδίκηση αυτή αποκλείει όχι μόνο κάθε άλλη ομάδα, αλλά, ακόμη χειρότερα, αποκλείει τη δυνατότητα να αρθρωθεί ένας καθολικός πολιτικός λόγος, να διατυπωθούν διεκδικήσεις με οικουμενικό χαρακτήρα, που θα αφορούν ολόκληρη την κοινωνία και όχι μεμονωμένες ομάδες. Ο συντεχνιασμός, τα προνόμια προστατευμένων θυλάκων, τα ολιγοπώλια, η νομή της εξουσίας και των δημόσιων πόρων από αυτοαναπαραγόμενες ελίτ, ο κατακερματισμός εντέλει του κοινωνικού σώματος, είναι αιτίες της κρίσης που θα πρέπει να αρθούν.

Η έξοδος από την κρίση δεν εξαρτάται μόνο από τη ρύθμιση του χρέους· εξαρτάται πρωτίστως από την λυσιτελή πολιτική έκφραση των νέων κοινωνικών υποκειμένων και από την αποτελεσματική σύνθεση των επιμέρους θεμιτών διεκδικήσεων σε μια πανεθνική επιδίωξη, με αξίωση καθολικότητας, με φιλοδοξία διάρκειας και μακράς πνοής.

Η ελληνική κρίση είναι πολιτική, λέγαμε προ ετών. Κατόπιν, προσθέσαμε: η κοινωνία μετασχηματίζεται βαθιά και βίαια, εξαιτίας της κρίσης και με μοχλό την κρίση. Σήμερα, στην ανήσυχη, δυσοίωνη ακινησία μπορούμε να δούμε δια γυμνού οφθαλμού την κρίση σαν κλειστό βρόγχο, σαν αυτοτροφοδοτούμενη λούπα.

Στο πολιτικό πεδίο, η κρίση έχει ταπεινώσει τους διαχειριστές της, όσον αφορά την εκλογική τους νομιμοποίηση, και έχει αναδείξει νέες πολιτικές δυνάμεις. Ο μεγάλος ασθενής είναι προφανώς το Κέντρο, ό,τι κατ’ ευφημισμόν αποκαλείται Κεντροαριστερά, αλλά και ο συντηρητικός χώρος, η Κεντροδεξιά ή Δεξιά. Στην κρίσιμη στιγμή, το Κέντρο δεν κατόρθωσε να υπερασπιστεί το παραδοσιακό εκλογικό του κοινό· πρόσδωσε τις προσδοκίες του, θεμιτές ή αθέμιτες, έσπασε το υπόρρητο συμβόλαιο. Ο εκλογικός καταποντισμός του και ο ηθικός ξεπεσμός του ήταν αναμενόμενα.

Το ίδιο παθαίνει τώρα και η δεξιά παράταξη, διαχειριζόμενη την κρίση με τρόπο που πλήττει καίρια τους εκλογείς της. Ουσιαστικά, τα δύο μεγάλα κόμματα, που συγκέντρωναν έως και 86% του εκλογικού σώματος, εφάρμοσαν δια του μνημονίου έναν βίαιο μετασχηματισμό της κοινωνίας, πλήττοντας κυρίως τα ποικίλα μεσοστρώματα, τον βασικό αιμοδότη τους. Στις ευρωεκλογές 2014 και τα δύο πρώην μεγάλα κόμματα συγκέντρωσαν 31%. Στις παρελθούσες εθνικές εκλογές είχαν συγκεντρώσει: 42% το 2012, 77% το 2009, 86% το 2004.

Για να υπάρχει λειτουργούσα η αντιπροσωπευτική δημοκρατία, χρειάζονται ορισμένως υγιείς πολιτικές εκφράσεις όλου του πολιτικού φάσματος. Προς το παρόν, ας δούμε τον τελευταίο οργανισμό που δεν έχει πληγεί από την κρίση. Ο ΣΥΡΙΖΑ λαμβάνει εκ σκεδάσεως την λαϊκή εντολή, μετά επιφυλάξεων, να ανασχέσει την πτώση και να εφαρμόσει ένα υλοποιήσιμο σχέδιο εθνικής σωτηρίας, ήτοι σχέδιο κοινωνικής και πολιτικής ανασυγκρότησης.

Η αμφίπλευρη διεύρυνση που εξαγγέλλει ο ΣΥΡΙΖΑ, και δεδομένης της θρηκόληπτης άρνησης του ΚΚΕ για οποιαδήποτε συνεργασία, κατ’ ουσίαν είναι απόπειρα κατάληψης του κεντρώου χώρου, που αφήνει κενό το διαλυμένο ΠΑΣΟΚ. Αυτό με πολιτικούς όρους.

Με κοινωνικούς όρους, η περαιτέρω διεύρυνση απαιτεί από τον ΣΥΡΙΖΑ να εκφράσει λυσιτελώς τις ανάγκες και τις προσδοκίες ευρύτατων στρωμάτων· να γίνει το συνέχον και συμπεριλαμβάνον πολιτικό υποκείμενο για ποικίλα, απογοητευμένα, θραυσμένα και έμφοβα κοινωνικά υποκείμενα. Πρόκειται για εγχείρημα εξαιρετικά απαιτητικό διανοητικά και ψυχικά, αν συνυπολογισθεί η τελεσθείσα φθορά του δημοκρατικού κράτους και των θεσμών, η ιδεολογική αμηχανία της Αριστεράς διεθνώς μετά το ρήγμα του 1989, και το δυσμενές οικονομικό περιβάλλον στην Ευρώπη.

Το ερώτημα είναι με ποιους όρους θα διευρυνθεί: με συμμαχίες πολιτικής κορυφής ή με εξάπλωση ριζών στη βάση; Το πρώτο είναι εύκολο και θεαματικό· το δεύτερο είναι δύσκολο και απαιτητικό. To συμβολικό φορτίο των προβεβλημένων προσώπων είναι χρήσιμο, εντούτοις είναι πεπερασμένης αξίας. Όθεν, πρέπει να αναζητηθούν όχι μόνο οι προβεβλημένοι επώνυμοι, αλλά πρωτίστως οι άνθρωποι με «όνομα» και ηθικό βάρος στην κοινότητα, στο μικροπεδίο, στα σπλάχνα της κοινωνίας. Η ιστορική πρόκληση είναι η κατασκευή ενός ρωμαλέου πολιτικού υποκειμένου, ικανού να αντέξει το βάρος ενός εθνικού σχεδίου ανασυγκρότησης και ικανού επίσης να εμπνεύσει στην κοινωνία των πολιτών πίστη για το εθνικό σχέδιο και ένα νέο ήθος στη δημόσια σφαίρα.

Εφόσον η διεύρυνση επιχειρηθεί μόνο με μετεγγραφές στελεχών του Κέντρου και της Κεντροαριστεράς, το όλο εγχείρημα κινδυνεύει να γίνει συνάθροιση δημογερόντων και ανακύκλωση οιονεί τεχνοκρατών του Ancien Régime· και το πολιτικό υποκείμενο να καταλήξει μια ασπόνδυλη συνομοσπονδία ομάδων και οπλαρχηγών, ο καθείς με τη δική του ατζέντα, την ιδιοτέλεια, το χαβά του. Την τέτοια αποτύπωση του κοινωνικού στο πολιτικό, τις διαμεσολαβήσεις και τις στρεβλώσεις του κρατικοκομματικού απαράτ ―ας πούμε τις κυβερνώσες φυλές των αυλικών, των golden boys, των ΔΕΚΟ και των προστατευμένων θυλάκων― τα είδαμε εν δράσει τις δεκαετίες της αμέριμνης ισχυράς Ελλάδος, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα.

Το πολιτικό στερέωμα μετασχηματίζεται με εντυπωσιακά ταχύ ρυθμό, σε σχέση με το παρελθόν. Τα πολιτικά γεγονότα είναι πολλά και πυκνά, δείχνουν ώσμωση μεταξύ χώρων, κινητικότητα προσώπων, κερματισμό και ανασύνθεση. Ολα έχουν τη σημασία τους: η πανηγυρική ανάδειξη του Αλέξη Τσίπρα από την Ευρωπαϊκή Αριστερά σε υποψήφιο πρόεδρο της Κομισιόν, η κίνηση των 58 για αναδιάταξη της κεντροαριστεράς, η μεγάλη πλειοψηφία που έλαβε ο Φώτης Κουβέλης επανεκλεγόμενος πρόεδρος μια διχασμένης ΔΗΜΑΡ.

Η σταδιακή αποσάθρωση του ΠΑΣΟΚ, εξαιτίας του μνημονίου, άφησε κενό χώρο, δηλαδή αδέσποτους εκλογείς και ορφανά κοινωνικά στρώματα. Αυτό τον πληγωμένο και σαστισμένο μικρομεσαίο κόσμο, την πλειονότητα του εκλογικού σώματος, διεκδικούν ο ΣΥΡΙΖΑ, με όρους μιας νέας ηγεμονίας, αλλά και η ΔΗΜΑΡ, η οποία επανέφερε τον «δημοκρατικό σοσιαλισμό» στη ρητορική της για να διαφοριστεί από την υπό διαμόρφωση Ελιά· και πιο πρόσφατα η Ελιά των 58, με περισσότερα πασοκογενή στοιχεία αυτή, πιο μεταπολιτική και ασαφής ως προς τα κοινωνικά της μηνύματα.

Παρότι όμως οι πολιτικές διεργασίες επιταχύνονται, υστερούν ως προς τις κοινωνικές διεργασίες. Οι πολιτικοί σχηματισμοί κινούνται με εντυπωσιακή βραδύτητα, σε σύγκριση με τις τεκτονικές μετατοπίσεις μέσα στο κοινωνικό σώμα. Δεν καταφέρνουν να στοιχηθούν ευκρινώς με τα νεοπαγή κοινωνικά και πολιτικά υποκείμενα που ανέδειξε η κρίση, κυρίως με την οδυνηρά μετασχηματιζόμενη μεσαία τάξη. Ακόμη και ο παλαιότερος και συμπαγέστερος των προειρηθέντων σχηματισμών, ο ΣΥΡΙΖΑ, αναζητεί ακόμη τον προγραμματικό λόγο που θα καταφέρει να συσπειρώσει την εκλογική κρίσιμη μάζα.

Πέρα από τα εκλογικά ποσοστά: το σημαντικότερο σε αυτή την ιστορική μετάβαση είναι πώς θα εκφραστούν πολιτικά οι ανάγκες και οι προσδοκίες των πληγέντων από την κρίση. Πώς θα συγκροτηθεί μια συνολική επίγνωση: αφενός μια συνείδηση για τα εγχώρια και διεθνή αίτια, αφετέρου, το κρισιμότερο, μια συνείδηση των αναγκαίων δράσεων για να αναταχθεί η χώρα με όρους συνοχής και δικαιοσύνης.

Υπό αυτή την έννοια, οι αλλαγές ρητορικής, ιδεών, συμμαχιών, οι μετατοπίσεις και οι ανασυνθέσεις, προοικονομούν μια βαθύτερη αναδιάταξη της πολιτικής σκηνής, πολύ βαθύτερη από όσο καταγράφηκε στις εκλογές του 2012 και από όσο φαίνεται στις δημοσκοπήσεις. Στο σημείο ζέσεως η πολιτική καλείται να ακολουθήσει την κοινωνία, λαχανιασμένα, σχεδόν πανικόβλητα. Η κοινωνία, με τη σειρά της, είναι πολυδιαιρεμένη, υλικά και βουλητικά· οι γονατισμένοι δεν ελπίζουν τίποτε, είναι έτοιμοι να εγκαταλείψουν το πολιτικό, ακόμη και τις υποσχέσεις στήριξης από την Αριστερά, ακόμη και την αντισυστημική βαναυσότητα της Χρυσής Αυγής. Αλλοι, όχι τόσο απελπισμένοι, θέλουν να εκφραστούν, αλλά ταλαντεύονται άθυμα ανάμεσα σε ριζοσπαστικές, μετριοπαθείς και τυχοδιωκτικές φωνές· κι εδώ όμως ζυγίζει βαριά η δυσπιστία προς την πολιτική, παρότι δεν εγκαταλείπεται το πολιτικό. Για πρώτη φορά ύστερα από πολλά χρόνια, πάνω σε κοινωνικά ερείπια, η πολιτική δεν μπορεί να επιβληθεί εκ των άνω, με παραδοσιακούς τρόπους επιρροής ή χειραγώγησης.

H αποτύπωση των προτιμήσεων στα δύο εκλογικά αποτελέσματα του περασμένου καλοκαιριού, μαζί με τις δημοσκοπικές καταγραφές έκτοτε, δείχνει την κοινωνία ως προς τις πολιτικές εκφράσεις της σε κατάσταση ρευστότητας και κινητικότητας. Για πρώτη ίσως φορά μεταπολεμικά το κοινωνικό σώμα φυγοκεντρίζεται, συσπειρώνεται προς τα άκρα του συμβατικού φάσματος, όπως κι αν τα ορίσουμε. Ταυτόχρονα, αδειάζει το κέντρο. Γιατί;

Μια πρώτη εξήγηση: ο κεντρώος-κεντροαριστερός πολιτικός σχηματισμός θεωρείται υπεύθυνος για την εν εξελίξει κοινωνική καταστροφή, και τα πληττόμενα στρώματα τον τιμώρησαν. Οι παραγωγικές προπάντων ηλικίες, αυτές που πλήττονται περισσότερο από την ανεργία και την ύφεση, βρέθηκαν άστεγες πολιτικά και μεγάλο μέρος αναζήτησε καταφύγιο στην αριστερά. Αλλά αυτοί είναι ένα 20-25%. Τι απέγιναν οι υπόλοιποι; Οχι οι εκλογείς του κεντροαριστερού ΠΑΣΟΚ, αλλά και της κεντροδεξιάς ΝΔ; Είναι προφανές ότι παρά την ένταση και τον φόβο της προεκλογικής περιόδου, πολλοί συντηρητικοί ψηφοφόροι δεν πήγαν στη Νέα Δημοκρατία αλλά στους νεοπαγείς δεξιούς σχηματισμούς που την πλαγιοκόπησαν. Και έκτοτε η ΝΔ νιώθει καυτή την ανάσα των όμορων χώρων, παρότι απορρόφησε τον εξχνωθέντα ΛΑΟΣ.

Το κενό έκφρασης του κεντρώου χώρου είναι ένα μέτρο της πνευματικής και ιδεολογικής κρίσης, ίσως το πιο φανερό. Ο πολιτικός λόγος διχάστηκε βαθιά ανάμεσα στον φιλομνημονιακό και τον αντιμνημονιακό, και ό,τι πήγε να φυτρώσει ανάμεσα, στα διάκενα και τις χαραμάδες, ποδοπατήθηκε. Ποδοπατήθηκαν η μετριοπάθεια, η νηφαλιότητα, ο πραγματισμός, η ιστορική αίσθηση, η μαχητικότητα επί των υπαρκτών πεδίων και όχι κατά ανεμομύλων. Από την πόλωση που προέκυψε βγαίνουν βαριά τραυματισμένες και η συντηρητική παράταξη και η κεντροαριστερή· η μεν πρώτη διότι έχει πια να αντιπαλαίψει τον δαίμονα του νεοναζιστικού άκρου, η δε δεύτερη διότι εξαχνώθηκε υπό το παλαιό της πρόσωπο και τώρα αναζητείται έκφρασή της εξ αριστερών, από τον νεοπαγή ΣΥΡΙΖΑ. Η πολιτική ανασυγκρότηση προϋποθέτει την ανασυγκρότηση αυτών των δύο μεγάλων ρευμάτων. Η ιστορία κρούει και τα δύο πορτόφυλλα της ελληνικής δημοκρατίας, διότι τα χρειάζεται εξίσου.

Ανασυγκρότηση του καθενός πόλου δεν σημαίνει πόλωση έως διχασμού· δεν σημαίνει ούτε σύγκλιση. Σημαίνει σαφή, διακριτά όρια στην ιδεολογία και στην έκφραση διαφορετικών ταξικών ομάδων· άλλωστε η κρίση επανέφερε στο οπτικό πεδίο τις ταξικές και άλλες ομαδώσεις του παραγωγικού πληθυσμού. Η διαφοροποίηση θα παγιωθεί σε πολλούς άλλους χαρακτήρες, διότι εν τω μεταξύ υπό το βάρος της ένδειας ή της απειλής πληβειοποίησης, η κοινωνία μετασχηματίζεται και ιεραρχεί τις υλικές ανάγκες της και το φαντασιακό της με άλλες προτεραιότητες πια, με άλλες απαιτήσεις. Υπό αυτή την έννοια, ούτε οι υπάρχοντες δεξιοί ούτε οι υπάρχοντες αριστεροί είναι σε θέση προς το παρόν να συλλάβουν τις αναδυόμενες ανάγκες της κοινωνίας και να τις εκφράσουν. Είναι ακόμη εγκλωβισμένοι σε παλαιά σχήματα πρόσληψης και ερμηνείας, με εξαιρέσεις φυσικά.

Ας πούμε, η νεοναζιστική απειλή δεν είναι δυνατόν να αντιμετωπιστεί ικανοποιητικά μόνο από την αριστερά· απαιτείται και η δράση των συντηρητικών. Μάλιστα η δαιμονοποίηση της αριστεράς ως το αντίστοιχο ετερώνυμο άκρο εντέλει ενισχύει το νεοναζιστικό μόρφωμα του φυλετισμού και της εχθροπάθειας, εφόσον του δίνει την ευκαιρία να αποκρύψει τα ειδεχθή ιδεολογικά χαρακτηριστικά του και να μεταμφιεστεί σε υπερασπιστή του ελληνοχριστιανισμού. Και ακριβώς με την προβιά του υπερεθνικιστή ελληνοχριστιανού αποσπά ακροατήριο από την παραδοσιακή δεξιά, την οποία μέμφεται ως χλιαρή, συστημική ή σάπια. Η ανασυγκρότηση της δεξιάς δεν μπορεί λοιπόν να μην περιλαμβάνει την υπεράσπιση του συνταγματικού δημοκρατικού χώρου και την ιδεολογική ανανέωση προς την κατεύθυνση της μετριοπάθειας.

Αντιστοίχως, η οικοδόμηση ενός ισχυρού κεντροαριστερού πόλου, ελκυστικού για τον κόσμο της μισθωτής εργασίας, τους ελευθεροεπαγγελματίες, τους μικροεπιχειρηματίες και μικροαστούς, φαίνεται να πέφτει στους ώμους του πρώην μικρού, αριστερού ΣΥΡΙΖΑ. Ο οποίος υπό την ώθηση της ιστορικής δυναμικής και υπό την πίεση περίπου 1,5 εκατομμυρίου εκλογικών μεταναστών, καλείται να μετασχηματιστεί ιδεολογικά και πολιτικά, ταχύτατα, σε συγχρονισμό με τον κοινωνικό μετασχηματισμό, εφόσον εξακολουθεί να επιθυμεί τη δοκιμασία της κυβερνητικής εξουσίας. Στην περίπτωσή του, οι κίνδυνοι διαρροών προς τα αριστερά δεν είναι ανύπαρκτοι, αλλά είναι μάλλον αμελητέοι συγκρινόμενοι με τα προσδοκώμενα κέρδη από το κέντρο. Στην πραγματικότητα, οι δισταγμοί για εγκατάλειψη της αριστερίστικης ή παλαιοαριστερής ρητορικής πηγάζουν από τον παλαιό μικρό εαυτό του, εκεί όπου όμως αισθανόταν βολεμένος: στην καταγγελτική αντιπολίτευση και στην υπεράσπιση μειονοτικών δικαιωμάτων. Ως μικρός, δεν ήταν καν αναγκασμένος να έχει επεξεργασμένο πραγματιστικό πρόγραμμα για τη μεγάλη πολιτική· αρκείτο στην ρητορική πολυχρωμία.

Η ιστορική πρόκληση όμως σήμερα είναι άλλη: είναι μια χώρα πτωχευμένη και μια κοινωνία φοβισμένη και απελπισμένη, που καταστρέφεται οικονομικά και αποσαθρώνεται πνευματικά. Τα ιδεολογήματα δεν αρκούν. Ούτε οι σοφτ ιδέες της ευρωπαϊκής Αριστεράς του ύστερου Ψυχρού Πολέμου και των χρόνων της χρηματοπιστωτικής φούσκας. Η οικουμενικότητα των προβλημάτων επιβαρύνεται δραματικά από το εντόπιο ρήγμα: τη χρεοκοπία, την έλλειψη παραγωγικού μοντέλου, τη ξεχαρβαλωμένη διοίκηση, την απουσία στοιχειώδους πνευματικού υποδείγματος. Ουσιαστικά ο ΣΥΡΙΖΑ καλείται να διασταλεί, να μεγεθυνθεί, να χωρέσει προσδοκίες, να παίξει ηγεμονικό ρόλο ― ή να συρρικνωθεί έως διαλύσεως. Η ιστορία κρούει τη θύρα και, αν αυτή δεν ανοίξει, προσπερνά.

Υπό μία έννοια, λοιπόν, η ανασυγκρότηση μιας μετριοπαθούς συντηρητικής παράταξης και της αριστερής προοδευτικής, συσχετίζονται· όχι μόνο για αποτροπή της ακροδεξιάς νεοναζιστικής απειλής, αλλά κυρίως για να δοθούν πειστικές πολιτικές εκφράσεις στα κοινωνικά υποκείμενα που αναδύονται μέσα από τον πόνο και τα ερείπια της πτώχευσης.

ποστμαστερ

mail-3.gif

not only

keimena.gif

αρχειο

Blog Stats

  • 1.025.893 hits
Αρέσει σε %d bloggers: