You are currently browsing the tag archive for the ‘ζόφος’ tag.
Η προληπτική επιστράτευση των καθηγητών και η κατάκτηση του πρωταθλήματος Ευρώπης στο μπάσκετ από τον Ολυμπιακό σφράγισαν τα περασμένα εικοσιτετράωρα. Συνέβησαν στην ίδια χώρα, προκάλεσαν αντίθετα συναισθήματα· άλλοι τα συσχετίζουν, άλλοι όχι· άλλοι επιλέγουν να δουν το αισιόδοξο συμβάν, άλλοι το απαισιόδοξο, πολλοί βιώνουν και τα δύο εξίσου. Μερικοί μένουν ανέγγιχτοι απ’ όλα. Συμβαίνουν και τα δύο ταυτοχρόνως.
Μου άρεσε το παιχνίδι του Ολυμπιακού, η ανάκαμψή του απ’ το κακό ξεκίνημα, το πείσμα, η αφοσίωση, το πάθος. Μου άρεσε που η φτωχότερη ομάδα φέτος, από το φτωχότερο πρωτάθλημα της πιο πτωχευμένης χώρας, με άσημο Ελληνα προπονητή στον πάγκο και Ελληνα ηγέτη στο παρκέ, έπαιξε ωραίο μπάσκετ και νίκησε καθαρά. Με τον τρόπο του ο μπασκετικός Ολυμπιακός έστειλε ένα μήνυμα: Μπορούμε να σταθούμε όρθιοι, αν πιστέψουμε στους εαυτούς μας και παλέψουμε. Τα ομαδικά σπορ έχουν αυτή την ψυχικά ανακουφιστική, συχνά και καθαρτήρια λειτουργία.
Βεβαίως ο καθείς το εκλαμβάνει κατά την επιθυμία του και κατά δύναμιν. Ο οπαδοκάγκουρας θα υπάρχει πάντα, και πάντα θα καίει και θα καίγεται μες στη μονοδιαστάτη χαρά του, αλλά ακόμη κι έτσι αναρωτιέμαι: Σάμπως του έχουν απομείνει πολλές άλλες πηγές χαράς, για να σπάσει τον ζόφο που τον τυλίγει; Βρίσκει την άγρια χαρά του νικητή, βρίσκει προσώρας και λίγη περηφάνια, που τόσο πολύ του λείπει, σε ένα τρίποντο όταν παγώνει ο χρόνος. Για όσο διαρκεί το ματς και ο πανηγυρισμός, η ζωή παίρνει άλλη τροπή, φανερώνονται κρυμμένες δυνατότητες· η ζωή μπορεί να είναι και αλλιώς.
Οταν κοπάσουν οι πανηγυρισμοί, όλοι γυρνάμε στην εξωγηπεδική πραγματικότητα· είναι μουντή και αργή, προβλέψιμα βασανιστική. Αλλά τώρα, κάπως την αντέχουμε καλύτερα ― ακόμη κι αν είναι στη φαντασία μας η αυξημένη αντοχή. Ετσι μπορούμε να αντιληφθούμε μακροσκοπικά και την ματαιωμένη απεργία των εκπαιδευτικών, που ματαιώθηκε βιαίως προτού καν εκδηλωθεί: σαν έναν χαμένο αγώνα σε μια μακρά αλυσίδα αγώνων, και όχι σαν οριστική ήττα.
Αλλωστε αυτός ο αγώνας μάλλον είχε στηθεί εξαρχής λάθος: σε λάθος πεδίο, σε λάθος χρόνο, από λάθος κόουτς και ηγέτες. Οι εκπαιδευτικοί στήθηκαν από τους συνδικαλιστές τους για να χάσουν, σε μια μετωπική σύγκρουση όχι με την κυβέρνηση, αλλά σε σύγκρουση με τα τεντωμένα νεύρα χιλιάδων μαθητών και των οικογενειών τους, δηλαδή βάζοντας σε δοκιμασία τους πραγματικούς φίλους και συμμάχους.
Κι όμως οι περισσότεροι εκπαιδευτικοί φέτος και πέρυσι ξεπέρασαν τους εαυτούς τους, πάσχισαν, πρόσφεραν ενισχυτικές διδασκαλίες, έστησαν κοινωνικά φροντιστήρια, έτρεξαν να στηρίξουν οικογένειες άπορων μαθητών, να στήσουν συσσίτια και δίκτυα αρωγής. Βρέθηκαν στο πλάι των μαθητών, πραγματικοί δάσκαλοι και φίλοι. Δεν τους άξιζε λοιπόν η προληπτική επιστράτευση, δεν τους άξιζε η ματαίωση, η γεύση ήττας, η στενόχωρη αντιπαράθεση με τους μαθητές τους. Είπαμε όμως: μια προσωρινή ήττα δεν σημαίνει ότι χάθηκε ο μακρύς διαρκής αγώνας, το πρωτάθλημα συνεχίζεται, στα εξεταστικά κέντρα, στις σχολικές αίθουσες, στα προαύλια, στα γήπεδα της ζωής.
«Eστιν δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων». Ακουσα τον ορισμό της πίστεως κατά τον Απόστολο Παύλο στο ραδιόφωνο, ψάχνοντας μουσικές ανάμεσα σε καθηλωμένα αυτοκίνητα. Θαύμασα τη διατύπωση, σαφή αλλά και ευρεία· πατάει στον ορατό κόσμο, ανοίγεται στη ζωή με τα ελπιζόμενα, αλλά κρατάει ανοιχτή και τη δυνατότητα για έλεγχο των ου βλεπομένων.
Καθώς ο χαμηλός ήλιος του Δεκέμβρη, ανήμερα του Αγίου Νικολάου, έπεφτε στα μάτια μου και δεν έβλεπα, κράτησα το πρώτο μέρος, την ελπιζομένων υπόστασιν· αυτήν είχα ανάγκη για να βγάλω τη μέρα, αυτήν είχα ανάγκη για να βγάλω τον καιρό. Πίστη στη ζωή την ίδια, ελπίδα ζωής: γι’ αυτό διψούσε κάθε πόρος του δέρματός μου.
Να όμως που τα ου βλεπόμενα ήρθαν να με συναντήσουν από άλλη διαδρομή. Μόλις άνοιξα το ηλεκτρονικό ταχυδρομείο, έπεσα πάνω στην ευχή από φίλο καλό για την ονομαστική εορτή: «Αγαπητέ Νίκο, σου εύχομαι χρόνια πολλά, δημιουργικά κι ευλογημένα. Όσο για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ας μη λησμονούμε πως: Eστιν δε πίστις ελπιζομένων υπόστασις, πραγμάτων έλεγχος ου βλεπομένων».
Μόλις είχα μισοχωνέψει τα ελπιζόμενα, και να, η παύλεια ρήση, ξαναφανερώνεται αμφίστομη, οξεία, πολυδύναμη. Μέσα σε λίγα λεπτά, η πίστη άνοιγε δυο φορές την πόρτα της ύπαρξης, συμπλήρωνε την κατανόησή μου της κατάστασης, υπενθύμιζε ότι ο περατός βίος ίσως είναι μισός και ακατανόητος χωρίς το μεταφυσικό συμπλήρωμα. Τα δυο ακούσματα μέσα σε λίγα λεπτά δεν ήταν πια σύμπτωση, ήταν φανέρωση, ήταν υπόδειξη για να δω το όλον: η ελπίδα φυτρώνει εδώ και τώρα, αλλά και συνεχώς ώς το επέκεινα· τα ορατά και τα αόρατα υπάρχουν εν όλω, μαζί, διαρκώς, είναι το παρόν και το μέλλον αδιάσπαστα, το διαρκώς διαφεύγον παρόν και το διαρκώς ερχόμενο μέλλον. Η ζωή μας είναι συνεχής, εδώ και εκεί, διαρκώς εμβαπτιζόμενη στα βάσανα και στην ελπίδα, σε δοκιμασίες και χαρές. Ποτέ δεν έχει ένα χρώμα, έναν τόνο.
Αν το πρώτο άκουσμα ήταν τυχαίο, το δεύτερο ήταν στοχευμένο· μου έγραφε ο φίλος: «Όσο για την περιρρέουσα ατμόσφαιρα ας μη λησμονούμε…» Μου έλεγε να σταθώ, να ακούσω πιο προσεκτικά, μου υποδείκνυε έναν τρόπο να δω τον κόσμο και να τον αντέξω. Με οδηγούσε σε ένα άλλο βλέμμα· όπως ο ήλιος που μου ‘κλεινε τα μάτια με ανάγκασε να φορέσω μαύρα γυαλιά και να κατεβάσω το προστατευτικό, κι έβλεπα πάλι: Ο περιβάλλων ζόφος δεν είναι αδιαπέραστος, πάντα υπάρχει άνοιγμα στο τείχος της απογνώσεως, και όχι μόνο ένα. Η ελπίδα δίνει υπόσταση, ουσία και ύλη, στο διαρκώς εκτυλισσόμενο παρόν, για να το ζούμε· κι όσο για το διαρκώς ερχόμενο μέλλον, το ου βλεπόμενον, μπορούμε κι αυτό ακόμη να το ελέγχουμε, να του δίνουμε σχήμα κατά τις ανάγκες και τις προσδοκίες μας.
Κάθε εικοσιτετράωρο κι ένας νεκρός. Στο δρόμο, στο κέντρο, στην πρωτεύουσα. Κι η κοινωνία, σπαραγμένη, φοβισμένη, κατασυγχυσμένη, αποτραβιέται ακόμη βαθύτερα στο καβούκι της, όσο διάφορες ομάδες διεκδικούν σώματα και σορούς. (Μερικές σορούς δεν τις διεκδικεί κανείς, μένουν αταύτιστες στα ψυγεία. Με μια ανορθόγραφη ετικέτα.)
Ο Μανώλης Καντάρης δολοφονήθηκε λίγο προτού γεννηθεί το παιδί του. Ο Γιάννης Καυκάς κρατούσε ένα πανώ και βρέθηκε να χαροπαλεύει. Ο νεαρός από το Μπαγκλαντές έπεσε νεκρός από μαχαιριές αγνώστων. Βία εγκληματική, βία παρακρατική, βία φασιστική. Οι φονιάδες παραμένουν άγνωστοι, κυκλοφορούν ανάμεσά μας· κι είμαστε όλοι υποψήφιοι θύτες και θύματα, όλοι βυθισμένοι σ’ έναν δαιμονικό κύκλο βίας και μίσους, φόβου και μισαλλοδοξίας, εξαθλίωσης και αυτοδικίας. Και παράλογης διεκδίκησης νεκρών: κάθε φατρία διεκδικεί το αίμα ενός αθώου.
Αυτός ο κύκλος αίματος πρέπει να διακοπεί. Τώρα. Με ευθύνη της πολιτικής κοινωνίας και του δημοκρατικού κράτους, όσου έχει απομείνει, με ευθύνη κάθε έμφρονος πολίτη, είτε κατοικεί πέριξ της Πατησίων είτε κατοικεί στο Παγκράτι, στα Εξάρχεια, στους Αμπελόκηπους, στο Μαρούσι. Γιατί η βία απειλεί να γίνει πάνδημη. Γιατί οι νεκροί βαραίνουν όλη την κοινωνία: η βίαιη διακοπή μιας ζωής μάς βαραίνει όλους, η μνήμη τους μας στοιχειώνει. Ο οικογενειάρχης Μανώλης Καντάρης, ο δάσκαλος Γιάννης, ο νεαρός Μπαγκλαντέζος, είναι όλοι πλάσματα του ίδιου Θεού· δεν ανήκουν σε καμιά ναζιστική σέχτα, σε κανέναν αυτόκλητο υπερασπιστή της φυλής και της τάξης.
Στη ματοβαμμένη άσφαλτο της Γ’ Σεπτεμβρίου, της Στρατηγού Καλλάρη, της Πανεπιστημίου, οι Ελληνες πολίτες να ανάψουν κεριά και να μείνουν σιωπηλοί, απειλητικοί, αποφασισμένοι. Να στείλουν μήνυμα προς την εγκληματικά ολιγωρούσα πολιτική ηγεσία, την κουφή, τυφλή και μοιραία, που περιφρουρεί τα προνόμιά της, ότι η πρωτεύουσα έχει μετατραπεί σε slum και η χώρα βυθίζεται στην κατάθλιψη.
Θα περιμέναμε από τον δήμαρχο και το δημοτικό συμβούλιο να τεθούν επικεφαλής σε τέτοιες εκδηλώσεις αισθήματος και αποφασιστικότητας, υπεράσπισης του δημόσιου χώρου και της ζωής. Θα περιμέναμε από τους υπουργούς να σπεύδουν ακαριαία στα νοσοκομεία και στις κηδείες, να παίρνουν, έστω την υστάτη ώρα, το μήνυμα μιας κοινωνίας που βουλιάζει και σπαράσσεται. Δεν το έκαναν. Κρύβονται από την πραγματικότητα, κρύβονται από την κοινωνία, κρύβονται από την Ελλάδα. Εγκατέλειψαν την Κάτω Αθήνα στην εξουσία της Χρυσής Αυγής. Οι τιμηθέντες με την ψήφο του λαού, οι λειτουργοί της δημοκρατίας, οι υπερασπιστές της νομιμότητας, οι εγγυητές της συνταγματικής τάξης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κρύβονται, δειλιάζουν, ψελλίζουν διαχειριστικές ανοησίες, πλασάρονται σε κούρσες διαδοχής, νίπτουν τας χείρας τους.
Η κλεπτοκρατική τάξη που διοίκησε τη χώρα την οδήγησε στη χρεοκοπία και την αναξιοπρέπεια. Εκχώρησε τη σημαία της Επανάστασης και τον Υμνο προς την Ελευθερία στο αυγό του φιδιού. Τώρα παρακολουθεί εξ αποστάσεως τον ευτελισμό της ζωής στο αθηναϊκό slum: εκεί, στον ζόφο, βρισκόμαστε εμείς, οι πολίτες.
Με τεντωμένα νεύρα, ακροποδητί, φτάσαμε στο Πάσχα, με άνοιξη που διστάζει να ξεμυτίσει, με κλίμα που περιγράφει τον μέσα καιρό, καιρό κρύο και θαμπό. Θα το θυμόμαστε κι αυτό το Πάσχα, αχνό, όπως αχνό θυμόμαστε το περασμένο, παραμονές του Μνημονίου, θα το θυμόμαστε μες στις προφητείες για τη χρονιά του ’11, σκληρή χρονιά, για όσους ξεπέφτουν και δυστυχούν, για όλους όσοι αγωνιούν, για όλους όσοι μαζεύονται να πιουν ένα ούζο με νηστίσιμα και γυρνάνε την κουβέντα στον παρόντα ζόφο και μαυρίζουν.
Αλλά έχουν και οι προφητείες τις διαψεύσεις τους, έχουν και οι ζόφοι τα φώτα που τους διαλύουν. Αίφνης, παρά τη σύγχυση και την απαισιοδοξία, όλο και περισσότεροι Ελληνες κατανοούν ότι από τη συμφορά δεν μπορείς να κρυφτείς ατομικά. Ακόμη κι αν γλιτώσεις μια περιουσία κι ένα εισόδημα, μια δουλειά, είναι δύσκολο να ζήσεις σε μια χώρα όπου οι περισσότεροι θα δυστυχούν, όπου οι κάδοι απορριμμάτων στις αστικές συνοικίες θα ‘ναι καβατζωμένοι από πρωινούς κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες, όπου οι ζητιάνοι θα περνούν ανά τρίλεπτο στο καφενείο, και στις χωματερές θα αλληλοεξοντώνονται συμμορίες ρακομεταλλοσυλλεκτών, ένυλα slum που διαχέονται στο ιστορικό κέντρο και στις παρυφές, άυλα slum, ψυχικά, που διαχέονται σε όλη τη δημόσια σφαίρα: Πώς γλιτώνεις από αυτά;
Δεν γλιτώνεις. Ακόμη κι αν υψώσεις τοίχους με ηλεκτροφόρα συρματοπλέγματα στην παρ’ ημίν suburbiana, ακόμη κι αν το χρήμα έχει παρκάρει από καιρό στα νησιά Cayman, αφορολόγητο και θρασύ, ακόμη κι αν οι μετακινήσεις γίνονται πίσω από φυμέ τζάμια, ακόμη κι έτσι, ο ζόφος και ο κοχλασμός θα εισβάλλει από διάπλατες πόρτες μηντιακές: δεν κρύβεται, δεν θάβεται, δεν αποσιωπάται.
Δεν γλιτώνει λοιπόν κανείς. Ούτε ο πλούσιος ούτε ο μεσαίος. Ολοι θα ζουμε, ζούμε ήδη, σε μια υπόκωφη δυστοπία, με σιωπηρές πτωχεύσεις και αποδράσεις, με αιτήσεις μετανάστευσης, με απεγνωσμένες φυγαδεύσεις μικροαποταμιεύσεων, ανάμεσα σε σκονισμένα ενοικιαστήρια και οργισμένες αφίσες, σε έναν ακήρυκτο εμφύλιο, όπου συμφύρονται θύματα και θύτες αδιακρίτως, ενοχοποιημένοι και έξαλλοι εν ταυτώ. Ομως βλέπεις, ακούς, αφουγκράζεσαι, νιώθεις, ότι δεν πάει άλλο έτσι, όλοι να αλληλοϋποβλέπονται, όλοι να ενοχοποιούνται, όλοι να αδρανούν, όλοι να αναζητούν δοχείο για τη χολή που τους ανεβαίνει στο στόμα.
Κανείς δεν μπορεί να γλιτώσει μόνος του. Αλλά πώς θα αναγνωριστούν αυτοί οι πολλοί μόνοι σε ένα ενοποιημένο σύνολο, προσωρινό έστω, σε ένα όλον που θα ενώνει πολλαπλασιαστικά τις δυνάμεις, ώστε να αντέξουν το βάρος της συγκυρίας και να διαπλεύσουν τον μακρύ καιρό της κρίσης; Αυτός ο κοινός παρονομαστής αναζητείται τώρα, που θα συνενώσει σκόρπιες και ανοιμοιογενείς δυνάμεις προς κάποιο μίνιμουμ στόχο. Καλύτερα: ένας τελεστής, με τη μαθηματική έννοια· μια σχέση που θα μπορεί να δράσει πάνω σε όλη την υπάρχουσα ζοφερή σχέση και να τη μετασχηματίσει, να οδηγήσει σε μια ριζικά άλλη κατάσταση συνολικά.
Η κρίση οδηγεί σε υπερβάσεις και επανευρέσεις. Υπέρβαση των γνωστών εργαλείων, εννοιολογήσεων, συνηθειών· επανεύρεση μέσων, εργαλείων, εννοιών, στόχων. Υπερβαση των γνωστών ομαδώσεων ανά επάγγελμα, συντεχνία, κλάδο, συμφέρον, λόμπι, κλαν, συνλαμογικό γκρουπ· επανεύρεση άλλων πυρήνων για συσπείρωση: από το συγκεκριμένο ένυλο μικροπεδίο της κοινότητας έως το αφηρημένο, υπερβατικό μακροπεδίο της πατρίδας. Νέοι στόχοι: σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης, επείγει η υπεράσπιση της δημοκρατικής τάξης, της ουσίας της, και όχι η περιστολή και η συρρίκνωσή της για δήθεν πρακτικούς λόγους.
Επείγει η ριζική αναθεώρηση του κυρίαρχου οικονομισμού υπέρ των λατρευομένων αγορών, αυτού που μάς οδήγησε εν πολλοίς στον παρόντα ζόφο. Επείγει η επανεπινόηση του πολιτικού. Η πολιτική κοινωνία οφείλει τώρα, περισσότερο από ποτέ πριν, να ανασυνταχθεί και να απαιτήσει δικαιοσύνη: δίκαιη φορολογία, δίκαιη κατανομή βαρών, τιμωρία κλεφτών, επίορκων και φοροφυγάδων. Δικαιοσύνη στο υλικό και στο ηθικό πεδίο, αλληλένδετα. Πώς καλούνται να θυσιαστούν μαζικά οι αδύναμοι, όταν κανείς επιφανής της κλεπτοκρατίας δεν έχει πληρώσει, δεν έχει τιμωρηθεί; Η επανεπινόηση του πολιτικού άρα περνάει, πρώτα απ’ όλα, από την απονομή δικαιοσύνης. Χωρίς υστερία, χωρίς δημαγωγία· ψυχρά, με ιστορική ευθύνη. Τότε, μπορούμε να δούμε και τους άλλους όρους του συνανήκειν, τους υπερβατικούς και προωθητικούς ― ώστε να δράσει ολοκληρωμένα ο τελεστής.
Ο υπόκωφος εμφύλιος που ζούμε τροφοδοτείται από οργή, από φόβο και σύγχυση. Τροφοδοτείται όμως και από δόλια φερέφωνα, όρνια αγορών, νεοδοσίλογους αριβίστες που πλασάρονται σε θέσεις κυριαρχίας πατώντας σε κοινωνικά ερείπια. Αλλά ο εμφύλιος, έτσι όπως διεξάγεται τώρα, τυφλός και πανδαμάτωρ, συδαυλισμένος κιόλας από τους αριβίστες, θα αφανίσει τους αδύναμους, θα πλήξει σφοδρά τους μεσαίους, θα ψαλιδίσει ακόμη και τους αστούς. Αυτό τον σωρό ερειπίων, το σωρό της αδικίας, ας δούμε πρώτα απ’ όλα: ορθώνεται και φράζει το μέλλον.
Κανείς δεν γνωρίζει με τι θα μοιάζει η Ελλάδα σε λίγα χρόνια. Η κρίση που μας πλήττει τώρα φαίνεται να είναι οικονομική και πολιτική· πολύ σύντομα θα φανεί και σαν κρίση κοινωνική και ανθρωπολογική. Η αναμενόμενη ύφεση ―για δύο,τρία, πέντε, περισσότερα χρόνια;― όταν και όπως αποδράμει, θα αφήσει πίσω της μια Ελλάδα διαφορετική, τέτοια που αδυνατούμε να φανταστούμε τώρα. Θα ΄ναι μια δεκαετία δακρύων.
Η μετανάστευση των νεότερων και πιο ευέλικτων ομάδων του πληθυσμού, ίσως είναι το πρώτο φαινόμενο που θα εκδηλωθεί αλυσιδωτά μετά την αναμενόμενη ανεργία και την ύφεση. Η μετανάστευση αυτή πολύ λίγο θα μοιάζει με τη μετανάστευση της δεκαετίας 1910 ή της δεκαετίας 1960· τότε τη χώρα εγκατέλειπαν αγρότες και εργάτες, τώρα θα φύγουν επιστήμονες, στελέχη, μορφωμένοι. Οι συνέπειες μιας τέτοιας μετανάστευσης, που πλήττει ήδη χώρες με παρόμοια προβλήματα, όπως η Ιρλανδία, θα είναι δημογραφική αλλοίωση: όπως μετά έναν πόλεμο, θα παρατηρηθεί “λειψανδρία” στην κρίσιμη ηλικιακή ζώνη 20-35.
Αυτή ακριβώς η γενιά είναι πιθανότερο να θυσιαστεί στο βωμό της ύφεσης. Ποια θα είναι η τύχη μιας χώρας απαρφανισμένης και στραγγισμένης, όταν επιτέλους θα τελειώσει η δεκαετία των δακρύων; Κανείς δεν μπορεί να ξέρει. Δεν χωρούν προβλέψεις. Η Ελλάδα τούτη τη στιγμή είναι το πιο προχωρημένο πεδίο πειραματισμού στην δυτικό κόσμο, ένα εργαστήριο κοινωνικής μηχανικής. Θα αντέξει το σοκ της μαζικής φτώχειας και της βίαιης πειθάρχησης μια δυτική μεσαιοστρωματική κοινωνία; Θα μπορέσει να αυτοαναπαραχθούν τα μεσαία στρώματα μέσα στη μέγγενη της πτώχευσης και της κατάστασης έκτακτης ανάγκης; Ή θα ζήσουμε διαδικασίες πληβειοποίησης και βιαιότατης αναδιανομής του πλούτου; Θα εξακολουθήσει εν ισχύι το κοινωνικό συμβόλαιο του μεταπολέμου, με την τοπική ιδιομορφία του έστω; Θα αντέξουν οι θεσμοί και ο συνταγματικός χάρτης υπό τούτη την ιδιότυπη μόνιμη κατάσταση εξαίρεσης, που ανομιμοποιεί ραγδαία το τρέχον πολιτικό σύστημα;
Τις απαντήσεις σε αυτά τα πρωτοφανή ερωτήματα είμαστε υποχρεωμένοι να τις δώσουμε εμείς, οι Ελληνες, να τις ανακαλύψουμε ή τις επινοήσουμε. Είναι η ιστορική μας μοίρα. Στους νεότερους χρόνους πορευτήκαμε πάντα υπό την σκιάν της Ακροπόλεως, με το δυσβάστακτο βάρος αυτής της κληρονομημένης σκιάς. Οταν χρειαζόμασταν ιδέες και απαντήσεις, σπανίως κοιτάζαμε προς τους εαυτούς μας, κοιτάζαμε πάντα προς την Ευρώπη. Τώρα, η Ευρώπη κοιτάζει προς εμάς. Οι απαντήσεις, οι ιδέες, θα είναι πρωταρχικά δικές μας, γιατί η βόμβα έσκασε πρώτα στα δικά μας χέρια.
Ασφαλώς, θα αναζητήσουμε συμμάχους παντού, ιδίως στους λαούς που θα ακολουθήσουν, πιθανόν συντομότατα, τον δικό μας χορό του ζόφου. Και σύμμαχοι θα βρεθούν, αργά ή γρήγορα, γιατί το ντόμινο, που άρχισε από την Ιρλανδία και την ισλανδία, συνέχισε στη Βαλτική, πήγε στην Ουγγαρία, συνέχισε προς τη Ρουμανία, ήρθε με νέο ντύμα και σφοδρότητα στην Ελλάδα, ήδη απειλεί όλο τον Μεσογειακό Νότο και την ίδια την υπόσταση της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Αλλά το ότι θα υπάρξουν συμμαχίες στο μέλλον και ότι και άλλοι λαοί θα υποφέρουν σαν κι εμάς, δεν μας απαλλάσσει ούτε από την οδυνηρή επίγνωση του τι πρέπει να περιμένουμε ούτε από την κατεπείγουσα υποχρέωση να οργανώσουμε στρατηγικές και τακτικές επιβίωσης. Ωστε όταν θα μετρηθούμε, να βρούμε πολύ περισσότερους αυτούς που σώθηκαν, από αυτούς που βούλιαξαν.
Σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης το πολυτιμότερο κεφάλαιο που πρέπει να διαφυλαχθεί είναι το φρόνημα. Είναι το αναντικατάστατο κεφάλαιο, και υπό όρους το πιο ακαταμάχητο όπλο. Το πνεύμα· η διάνοια· το ψυχικό σθένος. Να παραμείνουμε διαυγείς και αναλυτικοί, να μπορούμε διαρκώς να αναστοχαζόμαστε τη θέση μας, το περιβάλλον, τις δυνατότητες. Να είμαστε διαρκώς έτοιμοι να διαφυλάσσουμε το κοινωνικό συμβόλαιο, τους θεμελιώδεις κοινωνικούς δεσμούς, τον συλλογικό βίο.
Εφόσον διασώσουμε το φρόνημα, πρέπει να οργανώσουμε εκ βάθρων και να τελειοποιήσουμε νέες τακτικές στην καθημερινή ζωή. Η ζωή θα είναι βίαια διαφορετική, άρα κι εμείς θα είμαστε διαφορετικοί. Ο φιλόσοφος Μισέλ ντε Σερτώ, που πρώτος στοχάστηκε τις πρακτικές της καθημερινής ζωής στην ώριμη νεωτερικότητα, λέει:
«Μοναδικός τόπος της τακτικής είναι ο τόπος του άλλου. […] H τακτική, επειδή δεν έχει τόπο, εξαρτάται από το χρόνο, επαγρυπνώντας για να ‘πιάσει στον αέρα’ τις δυνατότητες κέρδους. Ό,τι κερδίζει, δεν το φυλάει. Πρέπει διαρκώς να παίζει με τα συμβαίνοντα για να τα μετατρέψει σε ‘ευκαιρίες’. Πρέπει αδιάκοπα ο αδύνατος να αντλεί οφέλη από δυνάμεις που του είναι ξένες.» (μεταφρ.: Κική Καψαμπέλη)
Τόπος της τακτικής για ατομική επιβίωση είναι ο άλλος. Ατομική και συλλογική επιβίωση έχουν κοινό τόπο τον άλλο. Στο άξενο περιβάλλον που ανοίγεται μπρος μας, πρωταρχική έγνοια ας είναι η διάσωση του κοινού τόπου· όπλο μας ας είναι η μήτις, η πολύτροπη νόηση, η διαρκής μετατόπιση, ο ελιγμός, το τέχνασμα και η προσποίηση, το δώρο και το αντίδωρο, η κατίσχυση του αδύνατου επί του δυνατού, η αδιάκοπη εύρεση του περάσματος παρά τα εμπόδια, η νίκη επί της απορίας.
Δίκτυα αλληλεγγύης, δίκτυα τοπικά και υπερεθνικά, αραχνωτές μοριακότητες, δίκτυα αόρατα και φανερά, κοινότητες μοιράσματος, τελετές δώρων. Δίκτυα μοιραζόμενης και πολλαπλασιαζόμενης ευφυΐας· δίκτυα διασποράς αγαθών και ενίσχυσης φρονήματος. Ολα τούτα τα σκόρπια, τα σχεδόν ακατανόητα θραύσματα τώρα, ας είναι σπέρματα για ένα σωτήριο αντιπαράδειγμα, που θα μας κρατήσει όρθιους τα χρόνια του ζόφου, να μη βουλιάξουμε. Με την μήτιν προς τον πόρο: Αν ορθώσουμε το ανάστημα του αντιπαραδείγματος, αν εφαρμόσουμε τολμηρές τακτικές επιβίωσης, ο χρόνος θα είναι στο πλευρό μας, θα τον διαπλεύσουμε. Και μάλλον δεν έχουμε άλλη επιλογή:
Οι απειλές είναι τόσο καινοφανείς, τόσο υπερμοντέρνες, τόσο τρομακτικές, ώστε είμαστε αναγκασμένοι να είμαστε υπερμοντέρνοι, ριζοσπάστες, καινοτόμοι. Μόνο ως πολυμήχανοι παρτιζάνοι μπορούμε να ελπίζουμε: ότι θα συνεχίσουμε να υπάρχουμε, και ότι μέσα από τον μακρύ ζοφερό πόρο, θα φανεί σώος ο κοινός τόπος, άλλος, και εμείς, άλλοι.
φωτ.: Ελισάβετ Μωράκη
Προσπαθώ να καταλάβω το πνεύμα των νεαρών που ονομάζουν Σύστημα μια οποιαδήποτε βιτρίνα, ένα αυτοκίνητο, και του επιτίθενται με μια βαριοπούλα κι ένα μπουκάλι βενζίνη. Μπορώ να αντιληφθώ τις αναγωγές, τους συμβολισμούς, πώς η βιτρίνα της οδού Σκουφά και το Audi συμπυκνώνουν την πλουτοκρατία και την αδικία· αδροί συμβολισμοί, αλλά αναλόγως αδρούς συμβολισμούς χρησιμοποιεί και η κοινωνία του θεάματος για να σαγηνεύσει και να εκμαυλίσει· μερικές ώρες τηλεθέασης σε μεσημεριανάδικα και εσπερινά παράθυρα αρκούν. Αυτή η αναλογία επί του συμβολικού και της ρητορικής, μας δείχνει ωστόσο το Σύστημα και τους Εχθρούς του επίσης ανάλογους· αντιστρόφως ανάλογους, ίσως, αλλά δομικά ανάλογους. Κατοπτρικούς, θα έλεγα. Το κυρίαρχο θέαμα κατασκευάζει χαύνους υπηκόους με τον φενακισμό, με το μόλις διακρινόμενο ψέμα, με την αντιστροφή του κόσμου, με την καλλιέργεια του φθόνου· δρα κυρίως συμβολικά, αποικίζει το φαντασιακό. Ο εχθρός του κυρίαρχου τού επιτίθεται αντιστρέφοντας και εντείνοντας τη ροή της βίας· παράγοντας βία επίσης συμβολική: η τσακισμένη βιτρίνα δεν αλλάζει τις σχέσεις εξουσίας, δεν μεταβάλλει τη διανομή του πλούτου, σπείρει όμως την ανασφάλεια, διαχέει αόριστο φόβο, θαμπώνει τα περιγράμματα. Ποιος είναι το Σύστημα; Ο καταστηματάρχης; Ο καφετζής; Συμβολίζουν την εξουσία ή το κεφάλαιο, όπως τα συμβολίζουν φερ΄ ειπείν οι τράπεζες ή τα κρατικά κτίρια; Οχι. Συμβολίζουν ενδεχομένως την κατανάλωση. Μα και ο κάθε σφυροκόπος σε κάποιο καφενείο καταθέτει τον οβολό του, καταναλωτής είναι και αυτός, σε εγχρήματη οικονομία κινείται.
Σκέφτομαι λοιπόν ότι οι καταδρομικές επιχειρήσεις μικροομάδων, εναντίον συμβολικών στόχων, όπως τα μαγαζιά εν γένει ή ένας πανεπιστημιακός δάσκαλος, είναι τόσο αυθαίρετες κατά τη σύλληψή τους και θεαματικές κατά την εκτέλεσή τους, όσο και το Σύστημα που πολεμούν. Οπως περίπου έγραψε ο συνταγματολόγος Νίκος Αλιβιζάτος στο τελευταίο τεύχος της Νέας Εστίας, το βίαιο ξέσπασμα των διαδηλώσεων του Δεκεμβρίου μια δημοκρατική κοινωνία οφείλει και μπορεί να το ανεχθεί και να το αναχωνέψει, να το στοχαστεί και να προχωρήσει. Σε τελευταία ανάλυση, εκείνες τις μέρες, και τις μέρες που προηγήθηκαν, ζούσαμε μια παρατεταμένη απονομιμοποίηση του κράτους, με τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα και τον φόνο του 15χρονου. Αλλά η βία μεμονωμένων ολιγάριθμων ομάδων που στήνουν τη δική τους βεντέτα με το Σύστημα, τροφοδοτώντας το θέαμα της βίας, είναι άλλη ιστορία. Διότι εντέλει παράγουν εικόνες προορισμένες να καταναλωθούν, εικόνες προορισμένες να παράγουν αντισυσπείρωση και αντίδραση, εικόνες που δεν προσφέρουν ούτε δέος ούτε κάθαρση ούτε στοχασμό.
Αυτό το θέαμα της βίας κατάγεται από έναν μηδενισμό νετσαγεφικό, αποκαλυπτικό και χιλιαστικό, από ένα φανατικό όραμα καταστροφής του Κακού με οποιοδήποτε τίμημα, με κάθε θυσία. Ο μηδενιστής απαντά στον ζόφο με ζόφο, απλώνει τον ζόφο παντού, τον βαθαίνει, τον εντείνει· δεν κάνει διακρίσεις και διαφορισμούς, όλα είναι Σύστημα, για όλα είναι Εχθρός. Μόνο ο επαναστάτης κατέχει την αλήθεια, μόνο αυτός βλέπει τον Καλό Θεό, όλα τα υπόλοιπα είναι έργα του Μοχθηρού Θεού, έργα κακότητας, άξια μόνο για καταστροφή. Ο πυρήνας αυτού του εγωτιστικού μηδενισμού είναι θρησκευτικός, παλαιοδιαθηκικός· είναι παρόμοιος με ό,τι κινεί τον απεγνωσμένο Σαμψών εναντίον των αμαρτωλών, είναι παρόμοιος με τον καταστροφικό μεσσιανισμό του Ιησού του Ναυή που εξαφανίζει την αμαρτωλή Ιεριχώ. Ο,τι δεν είναι σαν εμάς, ό,τι δεν χωράει στο όραμα, καταστρέφεται. Με κάθε τίμημα.
Ο σαγηνευμένος από τον μηδενισμό νέος, αρνούμενος τον Κακό Θεό, χάνει την πίστη και σε οτιδήποτε Καλό, χάνει το Καλό ως δυνατότητα, δύσκολο μεν αλλά δυνατό. Χάνει την πίστη του στη ζωή· αποστρέφει το πρόσωπό του από την χαοτική δυνατότητα της ζωής, και βουλιάζει στη βεβαιότητα της καταστροφής.
Από τη δίκαιη οργή, από τη οδυνηρή διαπίστωση της αδικίας και της διαφθοράς, μέχρι την ισοπέδωση των Γομμόρων που δεν περιέχουν ούτε έναν ενάρετο, η απόσταση είναι τεράστια. Σε αυτή την απόσταση, από το βιβλικό Κακό έως το υστερονεωτερικό σήμερα, σε αυτό τον χώρο, αναπτύσσεται κουτσά-στραβά η πολιτική κοινωνία, η δημοκρατία, η συγκατοίκηση με τον άλλο, η γόνιμη αμφιβολία, η διαλεκτική.
Αυτός ο χώρος είναι δύσκολος στη συντήρησή του, απαιτεί ενέργεια, σκέψη, καλλιέργεια σχέσεων, αμοιβαία προσφορά αισθημάτων, υπέρβαση της μνησικακίας και του φθόνου, υπόσκαψη της Μίας Απόλυτης και Τρομακτικής Αλήθειας· είναι το δύσβατο πεδίο της ανθρωπινότητας, της συμπόνιας, της ενσυναίσθησης, της αλληλοπεριχώρησης. Είναι το δύσκολο πεδίο της αγάπης.
Απέναντι στο ζόφο του μηδενισμού, κάποτε ερεθιστικού μα συχνότερα τρομακτικού και ολέθριου, απέναντι στον τόσο χαρακτηριστικά ευρωπαίκό μηδενισμό που σφραγίζει τα πνεύματα από τους Ρώσους του 19ου αιώνα και τον Νίτσε έως ποικίλες εκδιπλώσεις του φαντασιακού στον 20ό αιώνα, τι θα αντιπαραβάλλαμε;
Το δύσκολο πεδίο.