You are currently browsing the tag archive for the ‘Ευρωπαϊκή Ενωση’ tag.
Το δημοψήφισμα για την απόσχιση της Σκωτίας από το Ηνωμένο Βασίλειο κατέλαβε υψηλή θέση στη διεθνή δημοσιότητα λίγες ημέρες πριν τη διεξαγωγή του. Δικαίως: ενδεχόμενη απόσχιση της Σκωτίας θα ήταν καίριο πλήγμα στο γόητρο και την εναπομείνασα ισχύ του Ηνωμένου Βασιλείου, πρώτο μετά την τεράστια απομείωση που υπέστη μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τις, λίγο-πολύ, βίαιες ανεξαρτητοποιήσεις των πρώην αποικιών από την αυτοκρατορία.
Ανεξαρτήτως εκλογικού αποτελέσματος, η Σκωτία είναι βέβαιο ότι από σήμερα θα αλλάξει status: θα κυμαίνεται από την πλήρη ανεξαρτησία έως την πολύ διευρυμένη αυτονομία. Διότι, ακόμη κι αν δεν υπερισχύσει η ψήφος υπέρ της ανεξαρτητοποίησης, η κυβέρνηση του Ντέιβιντ Κάμερον και η ηγεσία του αντιπολιτευόμενου Εργατικού Κόμματος έχουν ήδη υποσχεθεί ειδικό καθεστώς προνομίων, φορολογικών, προνοιακών, διοικητικών. Και ακριβώς αυτά τα προνόμια πιθανόν να κρατήσουν αναμμένη τη φλόγα της ανεξαρτησίας. Πολύ περισσότερο, που η προνομιακή μεταχείριση της Σκωτίας θα υποδαυλίσει, υποδαυλίζει ήδη, ανάλογες απαιτήσεις από τα άλλα διακριτά μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου, με πρώτη τη Βόρειο Ιρλανδία.
Η αυτονόμηση της Σκωτίας δεν αφορά μόνο τους 5,3 εκατομμύρια Σκωτσέζους. Οπως πολλά άλλα ανάλογα συμβάντα, δεν έχει μόνο τοπική-εθνική σημασία, αλλά προκαλεί γεωπολιτικές ανακατατάξεις ευρύτερης εμβέλειας. Καταρχάς, πολλαπλασιάζει το βάρος του δημοψηφίσματος του 2017, με το οποίο οι Βρετανοί θα αποφασίσουν αν θα αποσχιστούν από την Ευρωπαϊκή Ενωση. Προφανής αντίφαση, οφειλόμενη εν πολλοίς στον τυχοδιωκτισμό και την αλαζονεία των Οσμπορν και Κάμερον: ένα οιονεί διαιρεμένο κράτος θα αποφασίσει το 2017 αν επιθυμεί να παραμείνει ψυχικά διαιρεμένο και μονάχο, ένα νησί αποκομμένο από την ήπειρο, χωρίς θαλασσοκρατορία, χωρίς αποικίες, χωρίς στρατηγικό βάθος.
Αυτή η διάχυτη τάση αποσχίσεων και απομονωτισμού μάς αφορά ως Ευρωπαίους. Πώς θα διαμορφωθεί η ισορροπία στην Ευρώπη χωρίς ισχυρή και ενεργό Βρετανία; Δύσκολο να το φανταστούμε, στο μέτρο που οι νεότεροι χρόνοι σφραγίζονται από την ισορρροπία δυνάμεων μεταξύ Βρετανίας, Γαλλίας, Γερμανίας, Ρωσίας, και κατά τον 20ό αιώνα, μετά την πτώση των αυτοκρατοριών, με την αποφασιστική συμβολή των ΗΠΑ.
Μήπως βαδίζουμε προς μια Ευρώπη πολλών μικρών και αδύναμων κρατών, εύκολα χειρίσιμων από τα ολίγα ισχυρά κράτη; Ποιος θα ωφεληθεί από τον κατακερματισμό των κρατών και την απίσχναση της ευρωπαϊκής ομοσπονδίας; Από την άλλη, ό,τι ξορκίζεται τώρα στην Σκωτία, όπου με απολύτως ειρηνικό και δημοκρατικό τρόπο ετέθη η απόσχιση, έχει συμβεί στη μετά το ’89 Ευρώπη πολλές φορές, βίαια και απροσχημάτιστα: θυμίζουμε την πολυδιάσπαση της Γιουγκοσλαβίας, με τελευταία πράξη την ίδρυση του κράτους-φαντάσματος στο Κόσοβο, το βελούδινο, πλην ανεξήγητο, διαζύγιο Τσεχίας – Σλοβακίας, το πλήθος των πρώην σοβιετικών δημοκρατιών, την πιθανότατη πολυδιάσπαση της Ουκρανίας.
Τα σύνορα στην Ευρώπη, χαραγμένα εν πολλοίς με δύο παγκόσμιους πολέμους, έχουν προ πολλού πάψει να είναι ιερά και απαραβίαστα. Στο πλαίσιο μιας λειτουργούσας και βιώσιμης ευρωπαϊκής ομοσπονδίας, τα σύνορα θα ήταν πωρώδη έως και εικονικά. Ομως η πολιτική και οικονομική ενοποίηση δεν προχωρεί· μόνο η νομισματική ένωση προχώρησε, και μάλιστα γεννώντας παρά επιλύοντας προβλήματα, έτσι ασύμμετρα που εκδιπλώθηκε. Η θεμιτή δυσπιστία των Ευρωπαίων πολιτών γεννιέται λοιπόν εξαιτίας υπαρκτών ασυμμετριών και καθυστερήσεων· ο ευρωσκεπτικισμός αναπτύσσεται ως αντίδραση σε ένα υδροκεφαλικό κέντρο εξουσίας αποκομμένο από τις κοινωνίες και τα έθνη-κράτη. Δυστυχώς, η απάντηση σε αυτό το ιστορικό ρεύμα ευρωσκεπτικισμού, σεπαρατισμού, εθνικισμού, φυγοκέντρησης, δεν μπορεί να είναι το μείγμα απειλών και υποσχέσεων, ηθικισμού και κυνισμού, αδράνειας και υποτίμησης, που χρησιμοποίησε η κυβέρνηση του Λονδίνου και χρησιμοποιούν ακόμη οι ηγέτες της Ε.Ε.
Oσο οι Ελληνες είναι στραμμένοι, δικαίως, στην εξοντωτική και άδικη φορολόγηση ακινήτων, κινητών και κεφαλών, το διεθνές περιβάλλον επιδεινούται ταχύτατα, με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την Ελλάδα, δυσμενείς δυστυχώς.
Ας παραβλέψουμε προσώρας το ηφαίστειο της Μέσης Ανατολής, κι ας στρέψουμε το βλέμμα στη Μαύρη Θάλασσα, στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ενωση, μοχλευμένη σκανδαλωδώς από τις ΗΠΑ, προκαλούν εξ αντιδράσεως ρωσικά αντίμετρα.
Το αμοιβαίο εμπάργκο Ευρώπης-Ρωσίας προκαλεί μεγάλες ζημίες στους δύο εταίρους. Το ρούβλι υποχωρεί, η Ρωσία απειλείται με ύφεση και συρρίκνωση· αντιδρά. Η απαγόρευση εισαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων, ο αποκλεισμός του ρωσικού εναέριου χώρου για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες, η κάμψη της τουριστικής κίνησης προς την Ευρώπη, είναι μερικές μόνον από τις κινήσεις εμπορικού πολέμου, οι οποίες αποτιμώνται σε μεγάλες απώλειες για τις ήδη χειμαζόμενες οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών. Η Φινλανδία τρέμει: οι εξαγωγές προς τη Ρωσία είναι το 10% του ΑΕΠ της· ο πρωθυπουργός της απειλεί να ζητήσει αποζημίωση από την Ε.Ε. ΟΙ Ελληνες φρουτοπαραγωγοί μετρούν ήδη χαμένες αγορές, ενώ ο ελληνικός τουρισμός προϋπολογίζει τις απώλειες στα 300 εκατ. ευρώ.
Αλλά ο εφιάλτης θα είναι η διαταραχή της ομαλής προμήθειας της Ευρώπης με ρωσικό αέριο και πετρέλαιο. Μια ιστορική σχέση εμπορικής και στρατηγικής συνύπαρξης κινδυνεύει να διαρραγεί, με απρόβλεπτες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές συνέπειες για την Ευρώπη, η οποία εν τω μεταξύ δοκιμάζεται αγρίως από την ύφεση, την ανεργία, τον αποπληθωρισμό και την υπερχρέωση.
Ευλόγως οι Ευρωπαίοι που δεν έχουν χάσει το μυαλό τους αναρωτιούνται πώς αντιδρά η νεοεκλεγμένη ηγεσία της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες, πώς αντιδρούν οι ηγεσίες της Γερμανίας, της Γαλλίας, των άλλων μεγάλων χωρών, δηλαδή κυρίως πώς αντιδρούν στις απροκάλυπτες πιέσεις των ΗΠΑ να απομακρύνουν την Ευρώπη από τη Ρωσία και την Ανατολή.
Φυσικά δεν περιμένουμε τίποτε από τους απερχόμενους πολιτικούς νάνους της Κομισιόν, Μπαρόζο, Βαν Ρομπάι, Αστον, αλλά ούτε από τον ήδη συμβιβασμένο και εξ αντικειμένου δευτερεύοντα Γιούνκερ. Το ενδιαφέρον στρέφεται προς το Βερολίνο και το Παρίσι. Η καγκελάριος Μέρκελ θα είναι η νεκροθάφτης του ανοίγματος προς Ανατολάς, που πολύ προσεκτικά έχει οικοδομήσει η Γερμανία από τον Βίλυ Μπραντ έως τον Γκ. Σρέντερ, προεκτείνοντας τη στρατηγική του Βίσμαρκ; Ο δε πρόεδρος Ολάντ θα εγκαταλείψει το γκωλικό δόγμα της «ευρωπαϊκής Ευρώπης», ευνουχίζοντας εντελώς, διπλωματικά και στρατηγικά, τη Γαλλία; Βερολίνο και Παρίσι θα εγκαταλείψουν την «Παλαιά Ευρώπη», η οποία διεφάνη στον Πόλεμο του Ιράκ, και θα επικρατήσει η αμερικανόφιλη «Νέα Ευρωπη» των Πολωνών και του Τόνι Μπλαιρ, που επαινούσε διχαστικά η Ουάσιγκτον; Κοντολογίς: η Ευρώπη θα δράσει υπέρ των ιστορικών και στρατηγικών συμφερόντων της; Ή θα συρθεί ταπεινωμένη και εξασθενημένη, ικέτης, σε μια ετεροβαρή διατλαντική συμφωνία κοινού εμπορίου, υπό την αμερικανική και νατοϊκή στρατιωτική ομπρέλα, εγκαταλείποντας τον ζωτικό χώρο προς Ανατολάς;
Η Ελλάδα μόνο απώλειες μπορεί να περιμένει από τον άτυπο πόλεμο Ε.Ε.-Ρωσίας. Πολλαπλώς: στο εξαγωγικό εμπόριο, στον τουρισμό, στην προσέλκυση ρωσικών επενδύσεων, στο στρατηγικό αντίβαρο της Ρωσίας έναντι της Τουρκίας. Πολύ περισσότερο που απειλείται με διπλωματική ήττα ακόμη και από την Αλβανία: η παρούσα αλβανική κυβέρνηση απειλεί να ακυρώσει τη διακρατική συμφωνία που έχει συναφθεί με την Ελλάδα για καθορισμό της ΑΟΖ.
Οι δε ειδήσεις από τα διαρκή μέτωπα του Μακεδονικού και του Κυπριακού σίγουρα δεν είναι οι καλύτερες.
Η D-Day, η ημέρα της απόβασης στη Νορμανδία, η 6η Ιουνίου 1944, σημαδεύει την αρχή του τέλους του πιο αιματηρού πολέμου, του Β΄ Παγκοσμίου. Για πολλούς ιστορικούς, ο πόλεμος είχε αρχίσει το 1914, με το ξέσπασμα του Μεγάλου Πολέμου, ουσιαστικά ενός μείζονος ευρωπαϊκού εμφυλίου, ο οποίος αργότερα ονομάστηκε Α΄ Παγκόσμιος, και τερματίστηκε το 1945, με την πτώση του Βερολίνου και τις ρίψεις ατομικών βομβών στην Ιαπωνία. Η Ευρώπη ήταν ο γενέθλιος τόπος και των δύο πολεμικών επεισοδίων – η Σκοτεινή Ηπειρος, όπως την ονόμασε ο ιστορικός Μαρκ Μαζάουερ. Και στην Ευρώπη οι αλλαγές ήταν σαρωτικές, από κάθε άποψη: στον Πρώτο πόλεμο συνετρίβησαν τέσσερις αυτοκρατορίες, γεννήθηκε μία παγκόσμια υπερδύναμη, ξέσπασε μία επανάσταση, επαναχαράχθηκαν σύνορα, η φρίκη της μαζικής εξόντωσης σφράγισε ανεξίτηλα τον ψυχισμό του Ευρωπαίου ανθρώπου και άλλαξε τον πολιτισμό.
Στη διάρκεια του ταραγμένου ιντερμέδιου, πάνω σε βαθιά ταπεινωμένους ηττημένους ανθρώπους, εβλάστησαν τα θηριώδη νεωτερικά φαινόμενα της σκοτεινής ηπείρου, οι ολοκληρωτισμοί, πνίγοντας τα αδύναμα άνθη της δημοκρατίας. Και ο πόλεμος συνεχίστηκε ακόμη πιο άγριος, έως την ολοκληρωτική φρίκη, την έκλειψη της ανθρωπινότητας και τη δοκιμή του πυρηνικού αφανισμού.
Η Κοινωνία των Εθνών, πρόδρομος του ΟΗΕ, προοικονομήθηκε μέσα στον Πρώτο πόλεμο από τον Αμερικανό πρόεδρο Ουίλσον, στα Δεκατέσσερα Σημεία του. Η Ευρωπαϊκή Ενωση συνελήφθη σαν ιδέα μέσα στη φρίκη του Δεύτερου πολέμου, από τους εξόριστους του φασισμού Αλτιέρο Σπινέλι και Ερνέστο Ρόσσι. Και ακριβώς αυτό το οραματικό μανιφέστο των εξόριστων είναι η ακριβή κληρονομιά από τον μακρύ ευρωπαϊκό πόλεμο του 20ού αιώνα· ένα πρωτόγνωρο ιστορικό εγχείρημα, που χάρισε την πρωτοφανή Χρυσή Τριακονταετία στους Ευρωπαίους, το 1945-1970, και μια πρωτοφανή άνθηση των πολιτών, της δημοκρατίας, του κράτους δικαίου και του κράτους πρόνοιας, των επιστημών και των τεχνών. Ολα τούτα κατέστησαν εφικτά εν πολλοίς εξαιτίας της αφοσίωσης των ευρωπαϊκών εθνών στο κοινό σχέδιο για αποτροπή του πολέμου, για ρύθμιση των ανταγωνισμών και δημιουργική συνύπαρξη.
Εβδομήντα χρόνια από την D-Day και το τέλος των πολέμων, μετά τόσα ιστορικά επιτεύγματα, η Ευρώπη δεν βρίσκεται στην καλύτερη κατάσταση· μάλλον, βρίσκεται σε ένα μεταίχμιο, στις απαρχές μιας παρακμής με απρόβλεπτη κατάληξη. Υπό μία έννοια, το ιστορικό συνεχές του μεταπολέμου απειλείται με βαθύ ρήγμα. Οι σεβαστές από όλους κοινές παραδοχές, οι δυνάμεις σύγκλισης και συνοχής, υποχωρούν, και τη θέση τους παίρνουν δυνάμεις φυγόκεντρες, απόκλισης και κερματισμού. Η ιστορική ασυνέχεια του 1989 φαίνεται ότι καταλείπει στην ήπειρο ένα ρήγμα που ολοένα διευρύνεται. Ο πόλεμος του 1990-95 δεν διέλυσε μόνο τη Γιουγκοσλαβία, αλλά και την πεποίθηση ότι τα σύνορα δεν μεταβάλλονται: το Γιουγκοσλαβικό έδειξε ότι μεγάλα κράτη διαλύονται και ιδρύονται κράτη-φαντάσματα, και μάλιστα εκεί όπου ξέσπασε ο Πρώτος πόλεμος, με τη φιλόδοξη ευρωπαϊκή ομοσπονδία να παρακολουθεί άπραγη ή και συνένοχη.
Το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008 και η επακολουθήσασα κρίση χρέους στην περιφέρεια της Ευρωζώνης κατέδειξε επίσης άλλες ασυμμετρίες: την κατίσχυση των αγορών επί των κρατών, πρώτον και κύριον· την ανυπαρξία ισχυρής βούλησης για ρύθμιση απέναντι σε μια ιστορική πρόκληση· τη διαταραχή της ισορροπίας δυνάμεων στην κορυφή της της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Χωρίς τη διπλωματική και πολιτική ισχύ της εξασθενημένης Γαλλίας, με τη Βρετανία δύστροπη και ευρωσκεπτικιστική όσο ποτέ, με ισχυρότατες ακροδεξιές αντιευρωπαϊκές δυνάμες και στις δύο, με την Ιταλία ασταθή και υπερχρεωμένη, η οικονομικά ισχυρή Γερμανία βρίσκεται να ηγεμονεύει μόνη της στην πολυδιαιρεμένη Ε.Ε., απρόθυμα και άγαρμπα, με ατελή εργαλεία τον παραδοσιακό μονεταρισμό και τον ordoliberalism που εφάρμοσε στο εσωτερικό της. Τα εργαλεία του Βερολίνου όμως δεν αρκούν για να σταθεροποιήσουν μια πολυσύνθετη, ασύμμετρη και ασταθή Ευρώπη, εκτεθειμένη στους ανέμους της οικονομικής και πολιτισμικής παγκοσμιοποίησης. Ούτε φυσικά βοηθά η φονταμενταλιστική αγκύλωση των Βρυξελλών στη νεοφιλελεύθερη ορθοδοξία, την οποία δεν ακολουθούν τόσο πιστά ούτε οι ΗΠΑ.
Η πολιτική και διανοητική ακαμψία που επεδείχθη κατά την αντιμετώπιση της συνεχιζόμενης και ογκούμενης κρίσης μετά το 2008, κορυφώθηκε με ωμές παρεμβάσεις στο εσωτερικό των χρεωμένων κρατών, μικρών και μεγάλων, που έφθασαν σε οπερετικές καθαιρέσεις πρωθυπουργών. Το κύμα ακροδεξιού και μη ευρωσκεπτικισμού οφείλεται και σε τέτοια φαινόμενα, όπως αυτά που εκδηλώθηκαν στη σύνοδο των Καννών το φθινόπωρο του 2011. Δεν είναι άσχετη μάλιστα με τέτοια φαινόμενα, η πολλαπλώς εκδηλούμενη ανησυχία των ΗΠΑ για την ατελέσφορη αντιμετώπιση της κρίσης από τον Ευρωπαίο Ασθενή.
Η ευρωπαϊκή αστάθεια επιδεινώνεται περαιτέρω από την αιφνίδια γεωπολιτική μόχλευση που υφίσταται στην Ουκρανία, στην ευαίσθητη ανατολική μεθόριο. Δύο δεκαετίες μετά τη συμφωνία του Ντέιτον για το Γιουγκοσλαβικό, η Ουκρανία καταδεικνύει τις αδυναμίες της Ευρωπαϊκής Ενωσης με διαφορετικό, ίσως πιο επικίνδυνο τρόπο. Διότι τώρα η Ε.Ε. έρχεται αντιμέτωπη με τον μεγάλο ευρασιατικό γείτονα, τη Ρωσία, με την οποία τη συνδέουν ισχυροί αμοιβαίοι δεσμοί. Η παρώθηση της Ρωσίας προς την Ασία δεν θα ωφελήσει την Ευρώπη· και πράγματι η κυβέρνηση Πούτιν ενισχύει γοργά τις οικονομικές σχέσεις της με την Κίνα και την Ινδία.
Οι αναλογίες με το παρελθόν είναι παρακινδυνευμένες, αλλά ας δούμε το ευρωπαϊκό μωσαϊκό εκατό χρόνια από το ξέσπασμα του Πρώτου πολέμου. Οι τρεις μεγάλες δυνάμεις, Γερμανία, Γαλλία, Βρετανία, βρίσκονται δυνητικά σε τροχιά ανταγωνισμού, ή τουλάχιστον απόκλισης· η νομισματική ένωση έφερε απόκλιση παρά σύγκλιση· το γεωπολιτικό περιβάλλον είναι εξόχως ασταθές σε όλο το μεσογειακό τόξο μέχρι τη Μαύρη Θάλασσα· η Ρωσία κινείται ταυτοχρόνως αμυντικά και επιθετικά· οι ΗΠΑ μοχλεύουν τη ρωσογερμανική προσέγγιση· η Βρετανία αντιδρά εθνικιστικά και απειλεί με απόσχιση από την Ε.Ε.· η Γαλλία ασθενεί και αντιδρά εθνικιστικά· ο Νότος μαστίζεται από ύφεση και ανεργία· όλη η Ευρώπη κινδυνεύει να βυθιστεί στον αποπληθωρισμό και στην ύφεση· η άκρα δεξιά και ο ρατσισμός επελαύνουν. Ποτέ στη μεταπολεμική 70ετία η Ευρώπη δεν ήταν τόσο αδύναμη και συγχυσμένη.
Κάτι αλλάζει στην Ευρώπη, και τώρα είναι ευκαιρία να ακουστεί η φωνή των Ελλήνων. Οι Ελληνες θα ακουστούν όχι πια ως λοιδωρούμενα θύματα, αλλά ως ισότιμοι πολίτες και, κυρίως, ως οι φορείς μιας επώδυνης, πλην πολύτιμης, εμπειρίας από την άκριτη εφαρμογή των πιο βάρβαρων συνταγών νεοφιλελευθερισμού. Υπό αυτή την έννοια, η ελληνική εμπειρία μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τους λαούς της Ευρώπης σαν δείκτης για το τι πρέπει να ανατραπεί. Από την πλευρά μας, η επώδυνη εμπειρία της χρεοκοπίας, της εσωτερικής υποτίμησης και της ισοπέδωσης του κόσμου της εργασίας, πρέπει να μετασχηματιστεί σε σύνθετο στοχασμό και πράξη, που θα εμπνεύσουν τον ελληνικό λαό στην πορεία εθνικής ανασυγκρότησης και ταυτοχρόνως θα ακτινοβολούν στους λαούς της Ε.Ε. το πολύτιμο μήνυμα: Μια άλλη Ευρώπη είναι εφικτή.
Η πρωτοφανής απήχηση που έχει έδη η ελληνική Αριστερά και ο Αλέξης Τσίπρας στην Ευρώπη ενισχύει αυτή την εκτίμηση. Προ πάντων όμως μας δίνει το μέτρο της ιστορικής ευθύνης που έχουμε ως Ελληνες δημοκράτες και αριστεροί απέναντι στην κοινωνία και τις μέλλουσες γενιές, απέναντι στην ιστορία.
Η κρίση
Η Ευρώπη μπαίνει σε φάση κλυδωνισμών και ιστορικού μετασχηματισμού. Η παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008 αποκάλυψε τρία λανθάνοντα χαρακτηριστικά της ευρωδομής:
Πρώτον, την κατίσχυση του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου επί των κυβερνήσεων και της πολιτικής εξουσίας. Στην κρίση χρέους, οι κυβερνήσεις Γερμανίας και Γαλλίας κινήθηκαν για να σώσουν τις τράπεζές τους, και όχι τα κράτη-μέλη της Ε.Ε. ούτε καν τους λαούς τους. Τα χρέη των τραπεζών μετακυλίστηκαν στους λαούς.
Δεύτερον, την ασύμμετρη αρχιτεκτονική του ευρώ, που όχι μόνον απέτρεπε τη σύγκλιση και σώρευε πλεονάσματα στο Βορρά (ουσιαστικά στη Γερμανία) εις βάρος του Νότου, αλλά επιπλέον έδειχνε τα παθογενή όρια της έκδοσης χρήματος από τις ιδιωτικές τράπεζες.
Τρίτον, την πλήρη εγκατάλειψη του φεντεραλισμού και των ιδρυτικών αρχών της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Τη στιγμή της κρίσης ο ομόσπονδος χαρακτήρας εγκαταλείφθηκε ακόμη και κατά τα προσχήματα, και στην Ε.Ε. ξεπρόβαλε μόνο και κυρίαρχος ο διακυβερνητισμός. Μέρκελ και Σαρκοζί, καταρχάς, και μόνη της η Μέρκελ, εν συνεχεία, αποφασίζουν για λογαριασμό της κερματισμένης Ευρώπης.
Τι περιμένουμε
Η κρίση χρέους στις χώρες της ευρωζώνης είναι ένα μόνο σύμπτωμα από πολλά: ύφεση ή στασιμότητα, αποπληθωρισμός και, κυρίως, ογκούμενη δομική ανεργία, είναι τα σημαντικότερα συμπτώματα. Η εμμονή στο δόγμα της δημοσιονομικής λιτότητας και της αποστράγγισης του κόσμου της εργασίας, απειλούν πλέον όχι μόνο την κοινωνική συνοχή εντός των κρατών, αλλά και τη συνοχή της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
Η οικονομική απόκλιση Βορρά-Νότου τείνει να λάβει χαρακτήρες έμμεσου ελέγχου των αδύναμων κρατών-μελών, που φτάνουν στα όρια της αποικιοποίησης. Το ογκούμενο κύμα του ευρωσκεπτικισμού και της άκρας δεξιάς είναι η μια δυσάρευστη, πλην υπαρκτή, έκφραση της δυσαρέσκειας απέναντι στην κοινωνική αποσυναρμογή, την κατάλυση της εθνικής κυριαρχίας και της λαϊκής κυριαρχίας.
Πάνω σε αυτό το φόντο έρχονται και οι γεωπολιτικές και γεωοικονομικές αναταράξεις. Μερικά σημεία:
• Η κρίση της Ουκρανίας έδειξε πόσο ευάλωτη είναι η εξωτερική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ενωσης: Ατολμη, καιροσκοπική, ασυνεπής, μυωπική. Η νεοφιλελεύθερη καιροσκοπική Ευρώπη συνεθλίβη ανάμεσα σε ΗΠΑ και Ρωσία.
• Το προσεχές δημοψήφισμα φέτος, για την αυτονομία της Σκωτίας, όχι μόνο θα δοκιμάσει τις αντοχές της Μεγάλης Βρετανίας αλλά θα αποτελέσει πρόκριμα για ανάλογες αυτονομιστικές κινήσεις σε άλλες χώρες, όπως η Ισπανία και η Ιταλία. Τα κέντρα εξουσίας της Ευρωπαϊκή Ενωση θα πρέπει να επανεξετάσουν την πολιτική σιδηράς πειθαρχίας και περιορισμού των εξουσιών των εθνικών κυβερνήσεων.
• Τέλος, το δημοψήφισμα της Βρετανίας, το 2017, για έξοδο της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ενωση, θα δρομολογήσει μείζονες γεωπολιτικές ανακατατάξεις στο ευρωατλαντικό μέτωπο. Για να αποτραπεί η απόσπαση της Βρετανίας από την Ε.Ε., πιθανότατα θα επιστραφούν εξουσίες και ελευθερία κινήσεων στο κράτος-έθνος, οι οποίες έως τώρα ελέγχονταν από το κέντρο των Βρυξελλών.
Γενικά, θα δούμε πιθανότατα έναν κλονισμό της διακυβερνητικής ηγεμονίας στην Ευρώπη, κατ’ ουσίαν μια αμφισβήτηση της γερμανικής ηγεμονίας, και μια επαφορά σε νέα ισορροπία, πιθανόν έναν πολυπολικό ομοσπονδιακό τρόπο διακυβέρνησης.
Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να προσδοκούμε και να επιδιώξουμε μια ευνοϊκότερη σχέση της Ελλάδας με το ευρωπαϊκό κέντρο, επαναφέροντας στο επίκεντρο τις ιδρυτικές αρχές της Ε.Ε., δηλαδή τη σύγκλιση, τη συνοχή, την ισότιμη συμμετοχή, την αλληλεγγύη, τη δημοκρατική πολιτική ολοκλήρωση.
Εχουμε το καθήκον να ανακόψουμε την νεοφιλελεύθερη πορεία της Ευρωπαϊκής Ενωσης προς την ανισότητα, την πληβειοποίηση και την αμοιβαία καχυποψία των Ευρωπαίων.
Ας μην έχουμε ψευδαισθήσεις για την έκταση της επιρροής του Ευρωκοινοβουλίου. Γνωρίζουμε την ύπαρξη πανίσχυρων εταιρικών λόμπι στις Βρυξέλες, τα οποία συναγωνίζονται τους λομπίστες του Capitol Hill της Ουάσιγκτον. Γνωρίζουμε ότι η Ε.Ε. κυβερνάται διακυβερνητικά από το Βερολίνο και εν μέρει από το εξασθενημένο Παρίσι, και όχι φεντεραλιστικά, αλλά χρησιμοποιούμε κάθε όπλο που διατίθεται. Το Ευρωκοινοβούλιο είναι ένα τέτοιο προνομιακό πεδίο, το μόνο όργανο της Ε.Ε. με εκλεγμένους αντιπροσώπους των λαών, το μόνο με αδιαμεσολάβητη πολιτική νομιμοποίηση.
Eπανερχόμαστε. Ποιες σκέψεις, αναλύσεις και προβληματισμοί αναπτύσσονται σήμερα στα ευρωπαϊκά κέντρα διαμόρφωσης πολιτικής; Αφορμή, ο 155ος Κύκλος Bergerdorf που διοργάνωσε στην Αθήνα το Ιδρυμα Koerber την περασμένη εβδομάδα, με τη συμμετοχή πολιτικών, ακαδημαϊκών, αξιωματούχων της E.E., αναλυτών think tanks και δημοσιογράφων.
Το κορυφαίο θέμα της διεθνούς επικαιρότητας και απαρχή μιας νέας θερμότερης εποχής, η Ουκρανία, απασχόλησε έντονα τον κύκλο συνομιλητών. Πώς απασχολούν την Ευρώπη ο Ατλαντικός και η Ευρασία; Σύμφωνα με μια προσέγγιση, η Ε.Ε. οφείλει να θέσει τρεις προτεραιότητες: να στραφεί προς την Ανατολή, που «διψά» για Ευρώπη, και να βάλει σε δεύτερη μοίρα τον ευρωσκεπτικιστικό Νότο· να διευρύνει τη σχέση της με τη στρατηγικής σημασίας νεοϊσλαμική Τουρκία· να εμβαθύνει την διατλαντική συμμαχία. Οπως ειπώθηκε, η ισχυρή οικονομικά Γερμανία διαθέτει μόνο soft power, την Ευρώπη προστατεύει η οπλική ομπρέλα των ΗΠΑ. Το προωθούμενο Σύμφωνο Ελευθέρου Εμπορίου ΗΠΑ-Ε.Ε. είναι η άλλη μείζων πτυχή της διατλαντικής συμμαχίας.
Η προειρηθείσα προσέγγιση, ουσιαστικά μια βολονταριστική προτροπή για πιο ενεργητική εξωτερική πολιτική της Ε.Ε., περιέχει κάποιες αντιφάσεις και προκάλεσε αντιρρήσεις. Οι Γερμανοί πολιτικοί είναι πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στο ενδεχόμενο να αναλάβουν ηγεμονικά τα ηνία της Ε.Ε. και να διαμορφώσουν την εξωτερική πολιτική της, παρότι φαίνεται ότι στην πράξη το κάνουν. Εξάλλου μια κοινή εξωτερική πολιτική επί θερμών πεδίων έχει φανεί δυσχερέστατη, όπως έδειξε ο διχασμός σε «παλαιά» και «νέα» Ευρώπη κατά τον πόλεμο στο Ιράκ. Στο τρέχον θέμα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, η Βρετανία και η Αυστρία είχαν αντιρρήσεις εξαρχής, λόγω ισχυρών δεσμών με ουκρανικά και ρωσικά κεφάλαια, και τώρα προστίθενται οι επιφυλάξεις της Γαλλίας.
Οι σημαντικότερες επισημάνσεις αφορούν τη δομή της ρωσικής εξουσίας και τις ρωσοευρωπαϊκές σχέσεις, σε μια εποχή που σηματοδοτείται από την δυναμική επάνοδο της παραδοσιακής γεωπολιτικής. Ο Πούτιν μπορούσε να ελέγξει την Κριμαία οικονομικά και πολιτικά, χωρίς στρατιωτικά μέσα. Η εμφάνιση στρατιωτικών δυνάμεων περιέχει ισχυρό συμβολισμό, στέλνει ένα μήνυμα στον κόσμο: το πεδίο ορίζεται από όποιον διαθέτει ισχύ σε όλες τις μορφές της, όχι μόνο οικονομική. Η ουκρανική κρίση δείχνει ότι τα σύνορα δεν είναι παγιωμένα, όπως επί Ψυχρού Πολέμου· ρευστοποιούνται. Οπως η Ε.Ε. είναι ένα δυναμικό σχέδιο σε διαρκή μεταμόρφωση, έτσι και η Ρωσία: τη δεκαετία του ’90 ήταν αδύναμη, όχι πια, τώρα αναδύεται ως αυτοκρατορία, με επικεφαλής τον Πούτιν, αλλά χωρίς διάδοχο πρόσωπο ή σχήμα. Ως εκπαδευμένο στέλεχος των υπηρεσιών πληροφοριών, ο Ρώσος ηγέτης στηρίζεται στη γνώση του αντιπάλου, στις γρήγορες αποφάσεις και στην ικανότητα να στρατολογεί ανθρώπους ― όχι σε θεσμούς. Σημείο καμπής για τον αυξημένο συγκεντρωτισμό του ήταν το 2012, όταν λαός και πολιτικοί αμφισβήτησαν την απόλυτη εξουσία του· έκτοτε εξασφάλισε τον πλήρη έλεγχο όλων των κέντρων ισχύος.
Ο Πούτιν γνωρίζει πολύ καλά την Ε.Ε.· η Ε.Ε. δεν γνωρίζει πολλά για τη δομή του βαθέος ρωσικού κράτους, ακόμη και για την ψυχολογία του ρωσικού λαού. Π.χ. είναι ευρέως διαδεδομένη η λαϊκή αντίληψη ότι η Ευρώπη είναι αδύναμη και σε ηθική παρακμή· κι αυτή την αντίληψη φαίνεται να τη συμμερίζεται ο Πούτιν ή τουλάχιστον να τη χειρίζεται.
Σε αυτό το νέο γεωπολιτικό και ιστορικό πλαίσιο, η Γερμανία εφόσον επιθυμεί να ηγεμονεύσει, πρέπει να κερδίσει τη νομιμοποίησή της εντός της Ε.Ε. και να δράσει εναντίον των βραχυπρόθεσμων συμφερόντων της, προκειμένου να εξυπηρετήσει μακροπρόθεσμους στόχους και να κρατήσει ενωμένη την Ε.Ε. ― κάτι που δεν έπραξε κατά την κρίση του 2008-2010.
Το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008, η ακολουθήσασα κρίση της ευρωζώνης και η κρίση στην Ουκρανία μάς αναγκάζουν να σκεφτόμαστε την πολιτική όχι μόνο με όρους τρέχουσας διαχείρισης αλλά με όρους ιστορίας, όρους γεωγραφίας, όρους επιβίωσης μεγάλων συνόλων. Στην Ελλάδα του 2010-14 αυτή η εμπειρία βιώνεται βαθιά και επώδυνα· αλλά δεν είναι μόνη: όλη η Ευρώπη σκέφτεται την κρίση, σκέφτεται τον εαυτό της ως κρίση, αν και με διαφορετική ένταση η κάθε χώρα.
Είχαμε την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε αυτή την εικόνα σε μια πολύ ενδιαφέρουσα διήμερη συζήτηση μεταξύ ειδικών, που οργάνωσε στην Αθήνα το γερμανικό Ιδρυμα Koerber, στο πλαίσιο των διαλόγων Bergedorf ― ο αθηναϊκός ήταν ο 155ος. Πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, αναλυτές think tanks, δημοσιογράφοι συνομίλησαν για το πώς η Ευρώπη θα αναδυθεί από την κρίση. Παρά την εντυπωσιακή απουσία Γάλλων, Ιταλών, Ισπανών, Πορτογάλων, δηλαδή όλης της «λατινικής» και μεσογειακής Ευρώπης, και την ετεροβαρή παρουσία των Βορείων, προερχομένων κυρίως από Βερολίνο, Βρυξέλες και Λονδίνο, οι προσεγγίσεις ποικίλαν: η αγγλοσαξωνική σκέψη για τη δομή και τα προβλήματα της ευρωζώνης παραμένει αισθητά διάφορη της γερμανικής· η Γερμανία κατηγορείται ότι εξάγει αποπληθωρισμό στην Ευρώπη. Διαφορετικές είναι επίσης οι προσεγγίσεις στις γεωπολιτικές επιδιώξεις και τη διπλωματική δράση της Ε.Ε.
Η χρηματοπιστωτική κρίση απεκάλυψε την ελλιπή αρχιτεκτονική του ευρώ, την απουσία μηχανισμών διαχείρισης κρίσεων, το πολιτικό κενό σε επίπεδο ομοσπονδίας, την ασυμμετρία μεταξύ Βορρά-Νότου. Η ίδια η κρίση ωστόσο πυροδότησε τη δημιουργία μηχανισμών διάσωσης-ρύθμισης και κυρίως την έναρξη μιας τολμηρότερης συζήτησης, πέρα από τη μακάρια ορθοδοξία του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου υποδείγματος· αίφνης, ο κεϋνσιανισμός, η δημογραφία, η ξεχασμένη αξία της πλήρους απασχόλησης, η κοινωνική δικαιοσύνη διεκδικούν μια θέση στην ατζέντα πλάι στην ανταγωνιστικότητα και την αδιαμφισβήτητη κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς και της απορρύθμισης. Σε αυτή τη συζήτηση οι πολιτικοί των εθνικών κοινοβουλίων συχνά ακούνε τα νέα επιχειρήματα πιο προσεκτικά από τους ευρωκράτες, ίσως διότι ακούνε μέσα τους τις φωνές του εκλογικού σώματος. Είναι ενδεικτική πάντως η ασκούμενη κριτική για την παραμέληση ή τη διάψευση των ιδρυτικών αρχών της Ε.Ε. ―σύγκλιση, ανάπτυξη, αλληλεγγύη― και τη σταθερή επικράτηση των εθνικών συμφερόντων και του διακυβερνητισμού.
Η Ουκρανία, με τη σειρά της, κατέδειξε το κενό διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., αλλά και την απουσία ενιαίων στρατηγικών στόχων σε βάθος χρόνου· την στιγμή της κρίσης επικρατούν τα εθνικά συμφέροντα και οι ασυνέχειες. Στο ερώτημα ποια πρόσωπα και ποιοι θεσμοί της Ε.Ε. μπορούν να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο, οι απαντήσεις είναι πολύ δύσκολες, περισσεύουν οι υπεκφυγές. Οι πολιτικοί είναι σαφώς πιο επιφυλακτικοί και προσεκτικοί από τους αναλυτές, οι Γερμανοί μάλιστα φαίνονται απρόθυμοι να αναλάβουν ηγεμονικό ρόλο, ιδιαιτέρως σε θερμές γεωπολιτικές συνθήκες, που φτάνουν στη σύγκρουση. Η αντιπαράθεση με τη Ρωσία ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες της ευρωπαϊκής soft power.
Σύμφωνα με μια προσέγγιση, πιο επιθετική και τολμηρή, η Ε.Ε. οφείλει να στραφεί προς Ανατολάς, που «ζητάει» Ευρώπη, και να βάλει σε δεύτερη μοίρα τον Νότο, που είναι ευρωσκεπτικιστικός· να διευρύνει τη σχέση της με την Τουρκία, λόγω στρατηγικής σημασίας· να εμβαθύνει την διατλαντική συμμαχία, στο μέτρο που η οπλική ομπρέλα των ΗΠΑ προστατεύει την Ευρώπη. Η συγκεκριμένη προσέγγιση προτρέπει για μια σαφώς πιο ενεργητική διπλωματία και εξωτερική πολιτική. Προφανώς περιέχονται αντιφάσεις και ο αντίλογος είναι ισχυρός. Θα επανέλθουμε.
Η ανατροπή της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς στον δρόμο αφήνει ένα κενό εξουσίας στην Ουκρανία, το οποίο προφανώς δεν μπορεί να καλυφθεί εύκολα, με εισπήδηση των ποικίλων αντιπολιτευτικών φατριών. Ηδη Βερολίνο, Βρυξέλλες και Μόσχα φαίνεται ότι ανησυχούν από κοινού, αν και από διαφορετική σκοπιά, για το σοβαρότατο ενδεχόμενο η χώρα να βυθιστεί στο χάος του εμφυλίου και να οδηγηθεί σε διαμελισμό. Οι μεγάλες δυνάμεις του ευρωπαϊκού και ευρασιατικού χώρου, παρά τα αντιτιθέμενα συμφέροντά τους, αναγνωρίζουν κατά βάθος ότι αν η χώρα-μαξιλάρι μεταξύ της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης ακολουθήσει τη μοίρα της Γιουγκοσλαβίας, κανείς δεν θα βγει ωφελημένος· ούτε γεωπολιτικά ούτε οικονομικά.
Στη διάρκεια της κρίσης Ευρωπαίοι και Ρώσοι αντελήφθησαν επίσης το αδιαλείπτως ζωηρό ενδιαφέρον των ΗΠΑ, το οποίο εκδηλώθηκε όχι μόνο με το «f*ck the Europeans» της Αμερικανίδας νεοσυντηρητικής υφυπουργού Εξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ, αλλά και με τα αναθερμανθέντα δόγματα Μπρεζίνσκι για τον έλεγχο της ευρασιατικής μάζας και τη φινλανδοποίηση της Ουκρανίας. Είναι προφανές ότι η σπαρασσόμενη Ουκρανία των 45 εκατομμυρίων φτωχών κατοίκων και των μερικών δεκάδων πάμπλουτων ολιγαρχών, μια τεράστια χώρα για τα ευρωπαϊκά μεγέθη, με δεκάδες αγωγούς πετρελαίου και αερίου, με βιομηχανία και φυσικούς πόρους, με τον ρωσικό στόλο στην Κριμαία, συνιστά αυτή τη στιγμή ένα στρατηγικό παίγνιο μεταξύ Ε.Ε., Ρωσίας, ΗΠΑ.
Με αυτή την έννοια, ζούμε μια συνέχιση του ιστορικού ρήγματος του 1989 και, υπό όρους, μια μετασχηματισμένη μικροεπανάληψη του Ψυχρού Πολέμου. Με κρίσιμες διαφορές: Η ευρωατλαντική συμμαχία έχει ατονήσει, οι ΗΠΑ βλέπουν προς τον Ειρηνικό, η Γερμανία βλέπει προς τη Ρωσία, η Κίνα προβάλλει ως παγκόσμια υπερδύναμη και μαζί της προβάλλουν ισχυρές άλλες χώρες του πρώην Τρίτου Κόσμου.
Ας δούμε σε αυτό το ταραγμένο πολυπολικό περιβάλλον την κλονισμένη, πτωχευμένη Ελλάδα. Το νότιο τόξο της Μεσογείου είναι πλήρως αποσταθεροποιημένο ή διαλυμένο από πολέμους: Λιβύη, Αίγυπτος, Συρία. Ανατολικά, η ασταθής Τουρκία σε αυταρχική πολιτική στροφή. Στο βάθος, το διαλυμένο Ιράκ, το νεοπαγές Κουρδιστάν, το Ιράν που προσεγγίζεται από τις ΗΠΑ. Στα Βαλκάνια, η κληρονομιά κερμάτων του Γιουγκοσλαβικού Πολέμου: κράτη φαντάσματα, όπως το Κόσοβο, και κράτη αδύναμα ή ασταθή, όπως η Βοσνία και τα Σκόπια. Φτώχεια και απαισιοδοξία, παντού. Και στην Μαύρη Θάλασσα, εκεί που βρίσκεται η ευρασιατική ραφή, η ραφή Ευρώπης και Ρωσίας, έχει εκραγεί η Ουκρανία.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα, ακόμη και υπό την παρούσα βαθύτατη κρίση, είναι μια νησίδα σταθερότητας, σχετικής αλλά ουσιαστικής. Το ελληνικό πρόβλημα μπορεί να ελπίζει σε μια βιώσιμη λύση, χωρίς αλυσιτελείς συγκρούσεις, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Γερμανία και η Γαλλία στρέφουν τώρα την προσοχή τους στη ευρω-ρωσική μεθόριο. Βεβαίως μια ευνοϊκή εξέλιξη είναι μόνο κατά τι πιθανότερη, και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, δεν είναι διόλου βέβαιη· το κλίμα μπορεί ακόμη και να επιδεινωθεί, ακριβώς επειδή υπεισέρχονται πολλές μεταβλητές και η αστάθεια κορυφώνεται σε όλο το περιευρωπαϊκό τόξο. Εξ ου και προβάλλει επιτακτικότερη από ποτέ η ανάγκη μιας εθνικής στρατηγικής συμπαγούς και μακρόπνοης, μιας διπλωματίας ευέλικτης και συνεπούς, που συμπεριλαμβάνουν ορισμένως και την τύχη του κυπριακού ελληνισμού, στη ΝΑ Μεσόγειο.
Οι βίαιες συγκρούσεις στους δρόμους του Κιέβου θυμίζουν τη χαμένη αραβική άνοιξη, κατά την οποία η δίκαιη εξέγερση του πλήθους μεταλλάχθηκε σταδιακά σε λυσσώδη διαμάχη φατριών για την εξουσία και σε αναζωπύρωση του φονταμενταλισμού. Χωρίς δημοκρατία, με φουντωμένη την ανισότητα και την απελπισία.
Ο εν εξελίξει εμφύλιος στην Ουκρανία θυμίζει επίσης, όλο και εντονότερα, τις απαρχές του τρομερού γιουγκοσλαβικού εμφυλίου, που κορυφώθηκε με μαζικές σφαγές και τον κατακερματισμό της εύθραυστης πολυεθνικής ομοσπονδίας. Και στις δύο περιπτώσεις η σπουδή και η πίεση της Ευρώπης, μάλιστα της Γερμανίας, επέδρασαν καταλυτικά στις εξελίξεις. Στην Ουκρανία η σύνδεση με την Ε.Ε. τής ετέθη τελεσιγραφικά, με ταυτόχρονη πίεση προς την αδύναμη εκλεγμένη κυβέρνηση και προς την ανησυχούσα και απειλούσα Ρωσία. Στη Γιουγκοσλαβία ένα ανάλογο μείγμα σπουδής και ιδιοτέλειας υποδαύλισε υπαρκτές αντιθέσεις μεταξύ των εθνοτικών ομάδων και επέφερε τη βίαιη αναδιάταξη των συνόρων μέσω της σοβαρότερης πολεμικής σύρραξης σε ευρωπαϊκό έδαφος από τη λήξη του Β’ Πολέμου.
Στο γιουγκοσλαβικό μια πολυεθνική ομοσπονδία διαμελίστηκε, μετά την κατάρρευση του ανατολικού μπλοκ, και τα ασταθή κρατίδια προσαρτήθηκαν σε νέες ζώνες επιρροής ή έμειναν στο κενό· στο ουκρανικό παρακολουθούμε μια ακόμη πράξη αποσύνθεσης της πρώην Σοβιετικής Ενωσης, με ανοιχτό ενδεχόμενο ακόμη και τον διαμελισμό της χώρας, προκειμένου να παγιωθούν νέες ζώνες επιρροής.
Η Ουκρανία τεντώνεται ανάμεσα στις δύο ηγεμονίες. Σπάει. Το κόστος το πληρώνει ο λαός της, καθώς στη λαχτάρα για ευημερία και ένταξη στο δυτικό όνειρο (όσο έχει απομείνει) προστίθενται ωμά συμφέροντα φατριών και ολιγαρχών, αφυπνισμένα φαντάσματα εθνοτικών και θρησκευτικών αντιθέσεων, φαντάσματα αντισημιτισμού, φαντάσματα ουκρανών αποσχιστών συμπαραταγμένων με τα ναζιστικά στρατεύματα που επεύλαυναν κατά της Ρωσίας.
Οι νεκροί στους δρόμους του Κιέβου, οι συγκρούσεις ενόπλων νεοναζιστών με τις κυβερνητικές δυνάμεις, ο καιροσκοπισμός των ντόπιων βαρόνων και ολιγαρχών, υπενθυμίζουν πικρά ότι η ιστορική κίνηση που άρχισε το 1989 δεν έχει ολοκληρωθεί. Το δείχνει η Βοσνία: οι έφοδοι απελπισμένων πεινασμένων εργατών σε κυβερνητικά κτίρια και κλειστά εργοστάσια αποκαλύπτει τη μη βιωσιμότητα ή και την υποκρισία των διεθνών ρυθμίσεων, από το Ντέιτον του 1995 και εφεξής. Μετά τόσο πόνο και θάνατο, οι Βόσνιοι δεν έχουν εργασία, δεν έχουν ψωμί, δεν έχουν μέλλον.
Οι ιστορικοί έχουν περιγράψει τους δύο μεγάλους πολέμους του 20ού αιώνα ως ευρωπαϊκούς εμφύλιους για την αποτροπή καθολικής επικράτησης της μιας ή της άλλης υπερδύναμης. Στο ασυνείδητο αλλά και στην τέχνη και στη φιλοσοφία έχουν εγγραφεί ως οι μεγάλες σφαγές της νεωτερικότητας· για μερικούς, ήταν η ίδια η νεωτερικότητα, εκφρασμένη ως γενικευμένος απανθρωπισμός και μακελειό. Οι εκατό χιλιάδες νεκροί και οι ένα εκατομμύριο εκτοπισμένοι της Γιουγκοσλαβίας, οι δεκάδες νεκροί και οι εκατομμύρια απελπισμένοι της Ουκρανίας, οι 3,8 εκατομμύρια πεινασμένοι της Βοσνίας δείχνουν ότι ο βίαιος ευρωπαϊκός 20ός αιώνας προεκτείνεται ακόμη μες στον 21ο αιώνα.
Η εισηγητική έκθεση των δύο ευρωβουλευτών προς το Ευρωκοινοβούλιο για τα πεπραγμένα της τρόικας στις χώρες της ευρωζώνης υπό Μνημόνιο αναγνώσθηκε με δύο παράλληλους τρόπους από τους συντάκτες της. Αλλα είναι τα συμπεράσματα και οι εκτιμήσεις του Γάλλου σοσιαλιστή Λίεμ Χοάνγκ-Νγκοκ, άλλα του Αυστριακού συντηρητικού Οτμαρ Κάρας. Πάντως και οι δύο συμφωνούν: η τρόικα στερείται νομικής βάσης, η λειτουργία της δεν καλυπτόταν από εγγυήσεις για διαφάνεια, κοινοβουλευτικό έλεγχο και δημοκρατική νομιμοποίηση, και εν πάση περιπτώσει ο ρόλος της τέλειωσε εκ τω πραγμάτων· εφεξής πρέπει να βρεθεί άλλο σχήμα επιτήρησης.
Τις διαφορετικές προσεγγίσεις τις είχαμε αντιληφθεί από τις πρώτες στιγμές που δημοσιεύτηκε η έκθεση, πολύ πριν φτάσουν οι δύο εισηγητές στην Αθήνα και προκληθεί τοπική τρικυμία από τις αιχμηρές δηλώσεις του κ. Κάρας σχετικά με τι του είπε και τι δεν του είπε ο κ. Τσίπρας στο Στρασβούργο, στις 11 Δεκεμβρίου.
Η διαφορά προσεγγίσεων όμως έχει την πολιτική της σημασία σε ευρωπαϊκό επίπεδο. Η προσέγγιση Κάρας, έτσι όπως εκδηλώθηκε ως προς τον Ελληνα αρχηγό της αντιπολίτευσης, δείχνει πώς αντιλαμβάνεται ένα μέρος της ευρωηγεσίας την παραγωγή πολιτικής σε εθνικό επίπεδο: μάλλον συγκαταβατικά, ενοχλημένα, και σίγουρα πατερναλιστικά. Κατά βάθος η ηγεμονεύουσα ελίτ αντιμετωπίζει με καχυποψία τη δυνατότητα των εθνών-κρατών, ιδίως των μικρών, να χαράσσουν πολιτική, ακόμη και αν κινούνται εντός των συνομολογημένων στενότατων ορίων. Η παρατήρηση, οιονεί επίκριση, του κ. Κάρας ότι ο κ. Τσίπρας δεν του υπέβαλε το κυβερνητικό του πρόγραμμα για την Ελλάδα, διπλωματικά είναι τουλάχιστον ατυχής· ένας πολιτικός ηγέτης δεν θα εκφραζόταν ποτέ με αυτό τον τρόπο. Ούτε ο Ολι Ρεν ούτε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε μίλησαν έτσι, και δεν μπορούμε να πούμε ότι διάκεινται ευμενώς ή φιλικά υπέρ του κ. Τσίπρα.
Τέλος πάντων, ο κ. Κάρας δεν είναι πολιτικός ηγέτης, ένας ευρωβουλευτής είναι που ζητά τώρα την ψήφο του αυστριακού λαού για να επανεκλεγεί· του δόθηκε σημασία δυσανάλογη προς το πραγματικό του εκτόπισμα, όπως κάνουμε άλλωστε με τον παράφορο ευρωαρνητή Νάιτζελ Φάραντζ.
Στην επιτηρούμενη Ελλάδα δίδεται υπερβολική, μη αρμόζουσα σημασία σε δευτερεύοντα πρόσωπα, εντολοδόχους ή τεχνοκράτες. Γιατί όμως; Διότι υπό πολλές έννοιες η Ευρωπαϊκή Ενωση διοικείται από τεχνοκράτες και εντολοδόχους. Ακόμη και οι μεγάλες πολιτικές αποφάσεις, που λαμβάνουν οι ηγέτες στην Σύνοδο Κορυφής, ή η περίπλοκη νομολογία του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου, εξειδικεύονται και εφαρμόζονται από δαιδαλώδεις επιτροπές και απρόσωπους τεχνοκράτες, με ανύπαρκτη νομιμοποίηση και λογοδοσία. Και βέβαια, μετά το ναυάγιο των δημοψηφισμάτων για το Ευρωσύνταγμα, είναι καταφανές ότι η Ευρωπαϊκή Ενωση αποφεύγει με κάθε τρόπο τη λαϊκή ετυμηγορία και τη δημοκρατική λογοδοσία. Το Δημοσιονομικό Σύμφωνο, λ.χ., εφαρμόστηκε με συνοπτικές διαδικασίες από την κορυφή, ενώ σε όλη την περίοδο της κρίσης χρέους είδαμε ότι η ευρωπαϊκή πολιτική πηγάζει κατά κύριο λόγο από το Βερολίνο υπό την σκιά μιας άτυπης Διεθνούς των αγορών. Η, κατά τον Οτμαρ Κάρας μη έχουσα νομική και δημοκρατική βάση, τρόικα ορίστηκε από τις Βρυξέλες και το Βερολίνο, βάζοντας το ΔΝΤ να εφαρμόσει την εσωτερική υποτίμηση αλά καρτ σε χώρες του ευρώ.
Ποια σχέση έχει αυτή η παραγωγή ανισοβαρούς πολιτικής με τα φεντεραλιστικά, ουμανιστικά οράματα του Ζαν Μονέ και του Αλτιέρο Σπινέλι, ή και του Ζακ Ντελόρ; Η κρίση δοκιμάζει τα πολιτικά και διανοητικά θεμέλια της Ευρώπης.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση συχνά περιγράφεται σαν μια συνομοσπονδία κυρίαρχων κρατών, με κοινό οικονομικό χώρο, ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων και εμπορευμάτων, εγγυημένες ελευθερίες και δικαιώματα, και διαρκή μέριμνα για σύγκλιση και αλληλεγγύη των εταίρων. Στο δε φαντασιακό των λαών εκτός ευρωπαϊκού πυρήνα, ιδίως στους λαούς του πρώην ανατολικού μπλοκ, αυτή η συνομοσπονδία φαινόταν πολύ ελκυστική, μια ζώνη ελευθερίας και ευημερίας. Είναι όμως έτσι;
Για αρκετά χρόνια μετά το ρήγμα του 1989, η Ε.Ε. πράγματι φάνταζε παράδεισος στα μάτια των Ανατολικοευρωπαίων, οι οποίοι εγκατέλειπαν τις πατρίδες τους σε διεφθαρμένους πολτικούς και μαφίες και αναζητούσαν μεροκάματο στην όμορη Δύση. Το μεταναστευτικό ρεύμα συνεχίζεται, αλλά όχι με την ίδια ένταση, όχι με τους ίδιους προορισμούς και πάντως με τεράστια εμπόδια στα σύνορα. Διότι εν τω μεταξύ η Ε.Ε. δεν είναι πια συγκριτικός παράδεισος, οι χώρες εύκολοι προορισμοί, σαν την Ελλάδα, βρίσκονται σε δεινή οικονομική κρίση, και διότι τα σύνορα κλείνουν ακόμη και για τους πολίτες κρατών-μελών της Ε.Ε.! Συμβαίνει τώρα και αυτό στη Βρετανία: η κυβέρνηση Κάμερον δυσκολεύει την είσοδο, νομίμων κατά τα άλλα, μεταναστών από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Οσοι φαντάζονταν μια συνομοσπονδία ισότιμων και αλληλέγγυων κρατών διαπιστώνουν τώρα ότι ουσιαστικά η Ε.Ε. είναι ένα διακρατικό μόρφωμα αναπτυσσόμενο σε επάλληλους κύκλους, στο οποίο ο σκληρός πυρήνας των ισχυρών επιβάλλει τους κανόνες του σε όλους τους άλλους. Η ισχύς και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα εξαφανίζουν τη σύγκλιση και την αλληλλεγγύη ακόμη και από τη ρητορική της Ε.Ε. Αυτό συνέβη και στην Ουκρανία: η Ε.Ε. ήθελε να διευρύνει τη σφαίρα επιρροής της, χωρίς να αναλάβει το κόστος της σύγκλισης. Στην κούρσα ισχύος νίκησε η Ρωσία, η οποία ανέλαβε ουκρανικό χρέος 15 δισ. δολαρίων, πρόσφερε ακόμη φθηνότερο αέριο, και κράτησε την Ουκρανία στη δική της επιρροή.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας βεβαίως παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες, πλην του οικονομικού· παίζει ρόλο η διττή εθνοτική υπόσταση, η γεωπολιτική σημασία της χώρας για τη Ρωσία κ.ά. Ολα αυτά όμως συνιστούν τη διεθνή πολιτική, και η Ε.Ε. φαίνεται ότι εδώ δεν διαθέτει δύναμη και όραμα. Οι διαδηλωτές στο Κίεβο ονειρεύονταν προφανώς μια Ευρώπη ιδανική, έναν χώρο ελευθερίας, δημοκρατίας και ελευθερίας, που θα τους έσωζε από τα νύχια του ΔΝΤ και από τη βαριά σκιά της Ρωσίας. Τέτοια Ευρώπη όμως δεν υπάρχει. Η Ευρώπη εφαρμόζει ασμένως την πολιτική του ΔΝΤ στα κράτη της ευρωζώνης, ενώ τα φτωχά ανατολικά μέλη της δεν έχουν κάνει και πολλά βήματα προς την ευημερία.
Στην Ουκρανία η Ε.Ε. υπέστη συμβολική ήττα. Τη συμβολική ήττα πρέπει να τη δούμε σαν ένα ακόμη σύμπτωμα της πολιτικής συρρίκνωσης της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας στα όρια της γερμανικής αντίληψης περί ηγεμονίας, αφενός, και της ανεξέλεγκτης ισχύος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των μεγάλων τραπεζών, αφετέρου, ουσιαστικά εκτός λογοδοσίας και εκτός πολιτικών ρυθμίσεων.
Ας το φανταστούμε αλλιώς: στις Ηνωμένες Πολιτείες το Τέξας δυσχεραίνει την είσοδο των Καλιφορνέζων πολιτών, η Νέα Υόρκη αρνείται να συμμετάσχει στα αμερικανικά ομόλογα, ο Καναδάς παίρνει στη σφαίρα επιρροής του την Αλάσκα αναλαμβάνοντας το χρέος της. Και η Fed δεν αναλαμβάνει το ομοσπονδιακό χρέος…
Οι επερχόμενες ευρωεκλογές του Μαϊου, σύμφωνα με πολλές ενδείξεις, θα σηματοδοτηθούν από μια έντονη τάση ευρωσκεπτικισμού, τέτοια που δεν έχει καταγραφεί ποτέ στο παρελθόν. Ηδη τα μεγάλα ακροδεξιά κόμματα, που εκφράζουν τους ευρωσκεπτικιστές, προχωρούν σε άτυπη δικτύωση, προκειμένου να συγκροτήσουν ενιαία ομάδα στο επόμενο ευρωκοινοβούλιο. Φυσική ηγέτις σε αυτή την κίνηση είναι η Μαρίν Λεπέν, επικεφαλής του Εθνικού Μετώπου στη Γαλλία, το οποίο κινείται σταθερά ανοδικά αναστατώνοντας την φιλοευρωπαϊκή γκωλική δεξιά. Η επιρροή των ευρωσκεπτικιστών είναι ανοδική, εκτός της Γαλλίας, σε χώρες όπως η Αυστρία, η Ολλανδία, το Βέλγιο, η Ιταλία, αλλά και η Γερμανία, δηλαδή σε χώρες που συγκροτούν τον πυρήνα και τον βασικό κορμό της Ευρωπαϊκής Ενωσης και της ευρωζώνης.
Τα περισσότερα ευρωσκεπτικιστικά κόμματα είναι υπερσυντηρητικά, ακροδεξιά, συχνά εκφράζονται αντισημιτικά ή ρατσιστικά, είναι εχθρικά προς τους μετανάστες, συχνά επίσης είναι εχθρικά προς τους Νοτιοευρωπαίους. Εξ αριστερών ο ευρωσκεπτικισμός εκφράζεται πάγια ως υποστήριξη της Ευρώπης των λαών και όχι των οικονομικών και γραφειοκρατικών ελίτ, δηλαδή η στάση της αριστεράς λίγο-πολύ είναι φεντεραλιστική, υπέρ μιας συνομοσπονδίας με κυρίαρχα κράτη-μέλη.
Τα αίτια του ευρωσκεπτικισμού είναι πολλά, προϋπήρχαν της διεθνούς οικονομικής κρίσης, και δεν είναι παντού ίδια. Στον υπερχρεωμένο Νότο, λ.χ. στην Ελλάδα και την Πορτογαλία, η αγριότητα της επιβαλλόμενης λιτότητας από τους εταίρους δανειστές, οδηγεί τους πολίτες να επανεξετάσουν τις πεποιθήσεις τους και την αφοσίωσή τους στον ευρωπαϊκό φεντεραλισμό: την δύσκολη στιγμή, θεωρούν ότι η ευρωπαϊκή οικογένεια φέρθηκε σκληρά και τιμωρητικά. Στον Βορρά, ο ευρωσκεπτικισμός τροφοδοτείται από την ξενοφοβία, τον φόβο επιμόλυνσης από την κρίση του Νότου, αλλά και από εθνοτικά στερεότυπα. Εν συνόλω, η Ευρωπαϊκή Ενωση ως ιδεώδης οικονομική και πολιτική ένωση τελεί υπό αμφισβήτηση, στο μέτρο που δεν ικανοποιεί πλέον τις ανάγκες των Ευρωπαίων πολιτών και δεν διασκεδάζει τους φόβους τους ενώπιον της επελαύνουσας παγκοσμιοποίησης και της απειλής φτώχειας και περιθωριοποίησης.
Μια βαθύτερη και διαρκής αιτία για την άνοδο του ευρωσκεπτικισμού, με την παράλληλη διαρκή άνοδο της ακροδεξιάς, είναι η απογοήτευση των Ευρωπαίων πολιτών από τις πολιτικές τους ηγεσίες, οι οποίες βαθμιαία παρεχώρησαν μέγα μέρος της εθνικής κυριαρχίας χωρίς τα οφέλη από μια ουσιαστική ενοποίηση. Την δύσκολη στιγμή της κρίσης, ο καθείς βρέθηκε μόνος του. Σοβαρή αιτία ευρωσκεπτικισμού είναι επίσης η δικαιολογημένη αδυναμία των πολιτών να κατανοήσουν και να αποδεχθούν την απρόσωπη εξουσία των γραφειοκρατών των Βρυξελών με τα τόσα στρώματα διαμεσολαβήσεων· δικαίως τους θεωρούν μια υπερεθνική ελίτ ευρωκρατών χρυσοκάνθαρων, αποκομμένη από τα προβλήματα των κρατών-μελών.
Σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε και τη διαρκή υποχώρηση της αίσθησης συμμετοχής των πολιτών στην εθνική και υπερεθνική μοίρα· η μοίρα διαμορφώνεται από εξωκοινοβουλευτικά ή και εξωπολιτικά κέντρα αποφάσεων. Οι πολίτες βυθίζονται στην ετερονομία. Η τέτοια εγκατάλειψη του πολιτικού συνέβη με ευθύνη τόσο των σοσιαλδημοκρατών όσο και των συντηρητικών, και επιτάθηκε από την ιστορική ήττα της αριστεράς μετά το 1989. Στο πολιτικό κενό εισπήδησε η λαϊκιστική ακροδεξιά, προσφέροντας ρητορική, παραμυθία και εχθροπάθεια ως ενοποιητική ύλη· αυτή ακριβώς η ακροδεξιά που σήμερα τροφοδοτεί και τροφοδοτείται από τον ευρωσκεπτικισμό. Δυστυχώς όχι χωρίς επιχειρήματα.
Η τρέχουσα περιπέτεια της Κύπρου επαναβεβαιώνει την αρχή: οι συμμαχίες είναι δυναμικές, αναπροσδιορίζονται ανά πάσα στιγμή βάσει ιδίων συμφερόντων. Ο Δ. Χριστόφιας και ο Ν. Αναστασιάδης έσφαλαν αντιδιαμετρικά. Ο μεν υπερεκτίμησε τον ρωσικό παράγοντα, ο δε υποεκτίμησε το κόστος της άνευ όρων συμμόρφωσης. Αμφότεροι υποτίμησαν την ιστορική ευθύνη έναντι του λαού που τους εψήφισε. Ολοι έσφαλαν στην εκτίμηση του ραγδαία αυξανόμενου εκγερμανισμού της Ευρωπαϊκής Ενωσης, ιδίως της ευρωζώνης όπου η Γερμανία επιβάλλει ωμά στους αδύναμους εταίρους το δικό της μίγμα πολιτικών πρακτικών, ακόμη και μονόδρομους επιβίωσης. Αυτό περιέγραψε παγωμένος από τρόμο ο υπουργός Οικονομικών της Μάλτας, που καθόταν ανάμεσα στον Γερμανό και τον Κύπριο ομόλογό του την κρίσιμη Παρασκευή. Αυτό περίπου ψέλισαν οι υπουργοί της Ισπανίας και του Λουξεμβούργου.
Εν όσω η άλλοτε ισχυρή Γαλλία θα σιωπά και η Ιταλία θα παραμένει ακέφαλη, η Γερμανία θα επιβάλλει τη βούλησή της και το εθνικό της συμφέρον ως ad hoc ευρωπαϊκό κανόνα. Οι θεμελιώδεις ευρωπαϊκές αρχές της ειρήνης, της αλληλεγγύης, της ισονομίας και της σύγκλισης ερμηνεύονται τώρα αποκλειστικά υπό το πρίσμα της οικονομικής ισχύος.
Η τριετής διαχείριση της κρίσης στην ευρωζώνη μάς δείχνει επίσης μια κρίσιμη μετατόπιση εξουσίας στην Ευρώπη: η Κομισιόν και το Ευρωκοινοβούλιο έχουν υποκατασταθεί από το Eurogroup, την ΕΚΤ και το Βερολίνο. Ακόμη και από το ΔΝΤ. Οι μεγάλες αποφάσεις δεν λαμβάνονται πλέον από εκλεγμένα ή λογοδοτούντα διακρατικά όργανα. Οι κ. Ολι Ρεν, Μπαρόζο, Βαν Ρομπάι είναι σχεδόν γραφικές φιγούρες, εκπροσωπούν την αυτοαναπαραγωγή των χρυσοπληρωμένων fonctionaires των Βρυξελών, αλλά ελάχιστα τις ιστορικές αρχές της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης και δημοκρατίας· και τρέμουν μπροστά στη γερμανική ηγεσία.
Η κατατρόπωση της μικροσκοπικής Κύπρου ωστόσο μακροπρόθεσμα δεν είναι νίκη της Γερμανίας. Είναι ρωγμή στην ευρωζώνη και μια ακόμη αφορμή για ευρωσκεπτικισμό και αντιγερμανικά αισθήματα.
Δεν είν’ εύκολες οι θύρες, εάν η χρεία τες κουρταλεί: οι στίχοι του Διονυσίου Σολωμού γράφτηκαν για την Ελλάδα που πάσχιζε να ελευθερωθεί, αλλά ταιριάζουν και στην παρούσα περίσταση για την Κύπρο, που πασχίζει να σωθεί. Δεμένες οι μοίρες όμως της Ελλάδας και της Κύπρου, σε όλο τον εικοστό αιώνα, απ΄ τα πρώτα σκιρτήματα της νήσου για αυτοδιάθεση-ένωση έως τον αντιαποικιοκρατικό αγώνα του1955-60 και την χουντική προδοσία του ‘74 που έφερε την πολεμική καταστροφή και την τουρκική κατοχή. Κοινή η μοίρα και στην πρώτη μεγάλη περιπέτεια του 21ου αιώνα, στην πτώχευση.
Πρώτα η Ελλάδα και πολύ αργότερα η Κύπρος, μετά το σκοτεινό ορόσημο του ‘74, συνδέθηκαν με την ευρωπαϊκή οικογένεια για ασφάλεια και ευημερία. Και εκεί ακριβώς, μέσα στην ευρωπαϊκή αγκαλιά, ίσως και εξαιτίας της, τους βρήκε η μεγάλη ιστορική δοκιμασία. Κατά έναν παράδοξο τρόπο, η παρούσα κρίση στέλνει και τα δύο ελληνικά κράτη στην πικρή κοινή αφετηρία του ‘74: όταν η μεν Κύπρος έστηνε εξαρχής κρατική δομή με πρόσφυγες και ερείπια, φτάνοντας εντέλει στο οικονομικό θαύμα του 2000, η δε Ελλάδα ίδρυε την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία και την μεταπολιτευτική ευημερία πάνω στις στάχτες της κυπριακής τραγωδίας. Τώρα, με διαφορά τριών ετών, βρίσκονται πάλι αντάμα, στην ίδια σκολιά οδό.
Οπως και να εξελιχτεί η κατάσταση, η Κύπρος θα βγει βαριά πληγωμένη. Η οικονομία της δεν θα μπορέσει εφεξής να στηριχτεί στον υπερτροφικό τραπεζικό τομέα, όπως έκανε την τελευταία εικοσαετία. Η ύφεση και η ανεργία θα την πλήξουν, αν και ίσως όχι στον ίδιο βαθμό με την Ελλάδα· η οικονομία της θα χρειαστεί να αναπροσανατολιστεί βιαίως. Παρ’ όλ’ αυτά, η εκπαρθένευση μεσοπρόθεσμα θα την ωφελήσει, εφόσον επιπλέον διατηρήσει τον έλεγχο στα αποθέματα υδρογονανθράκων. Και εφόσον διατηρήσει και αξιοποιήσει την εθνική ομοψυχία που επέδειξε τις πρώτες μέρες του σοκ. Αλλωστε το πρώτο εξαγόμενο είναι ότι η υπνώττουσα και εγκληματικά ακηδής ηγεσία σύρθηκε από τον λαό σε ενέργειες και αποφάσεις που έπρεπε να τις είχε προφτάσει πολύ πριν την αποφράδα Παρασκευή.
Τα δύσκολα άρα τώρα αρχίζουν, αλλά τουλάχιστον η Κύπρος δεν είναι το πρώτο πειραματόζωο και ήταν η πρώτη που είπε ένα όχι: το όχι δεν αποτρέπει τη ζημιά, αλλά ενισχύει το πολιτικό φρόνημα του λαού, τον κάνει να νιώθει ότι έχει λόγο για την ύπαρξή του και τον βίο του, όπως το όχι του 2004 στο Σχέδιο Ανάν.
Για την Ελλάδα, το πρώτο πειραματόζωο, τα πράγματα είναι διαφορετικά. Το σοκ συνεχίζεται αδιάκοπο από τον Μάιο του 2010. Το πολιτικό φρόνημα βρίσκεται στο ναδίρ, λόγω κόπωσης και φόβου· η ήττα ποτίζει τον πληθυσμό. Στο διαδοχικά τιθέμενο δίλημμα «το Λιγότερο Κακό ή το Χειρότερο» η Ελλάδα επιλέγει διαρκώς το Λιγότερο Κακό, και βυθίζεται διαρκώς στα χειρότερα. Τρία χρόνια τώρα, και ο βυθός δεν έχει φανεί ακόμη. Πολύ περισσότερο, το λυγισμένο φρόνημα δεν επιτρέπει να εκδιπλωθούν οι ναρκωμένες και λανθάνουσες δυνάμεις· κι είναι πολλές. Η ηττοπάθεια, η μεμψιμοιρία, η παράλυση, η αυτοϋποτίμηση, ο γραικυλισμός, η σύγχυση ταυτότητας είναι χειρότερες απ΄όλες τις πτωχεύσεις.
Κι όμως, ξανά ο Σολωμός: «Σε βυθό πέφτει από βυθό, ώσπου δεν ήταν άλλος, / εκείθ’ εβγήκε ανίκητος».
Η κρίση που άρχισε το 2008 και κλιμακώνεται εφεξής, έδειξε μεγεθυμένες όλες τις αδυναμίες της αρχιτεκτονικής ευρώ, και ακόμη περισσότερο έδειξε το πολιτικό έλλειμμα της ίδιας της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η δυσχερής ή και τραγική κατάσταση την οποία βιώνουν οι νέοι Ελληνες, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ιρλανδοί, Ιταλοί, δείχνει ανάγλυφα την απόκλιση οικονομιών και κοινωνιών μέσα στους κόλπους της Ε.Ε., και κατά τούτο το πολιτικό ναυάγιο της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης.
Εχει αλλάξει ριζικά ακόμη και η ρητορική, ο λόγος περί την Ευρώπη και για τις προσδοκίες των εθνών από την ένωσή τους. Εκεί που άλλοτε, έως και τις αρχές της δεκατίες ’90, κυριαρχούσαν λέξεις-κλειδιά όπως «σύγκλιση» και «κοινωνική συνοχή», τώρα ακούγονται η «ανταγωνιστικότητα» και η «λιτότητα».
Στην ουσία, η Ε.Ε. βρίσκεται σε διαδικασία απόκλισης, που φτάνει έως την απειλή της αποπομπής κρατών-μελών· στο εσωτερικό της παγιώνονται πολλές κατηγορίες χωρών, με προεξάρχουσα μια μικρή ομάδα βορείων γύρω από την ηγετική Γερμανία, και ακουλουθούσες τις μεγάλες, πλην τραυματισμένες οικονομικά, «λατινικές» χώρες, τις ουδέτερες και εκτός ευρωζώνης σκανδιναβικές, τις βαριά τραυματισμένες χώρες της περιφέρειας της ευρωζώνης, τις ακόμη πιο περιθωριακές μικρές κεντροανατολικές χώρες, την Πολωνία ως ακραίο νατολικό ανάχωμα κ.ο.κ. Η δε Βρετανία απομακρύνεται όλο και περισσότερο από την Ηπειρο.
Ο κερματισμός της Ευρώπης είχε φανεί ήδη από τον Πόλεμο του Ιράκ, αλλά και από τη αυξανόμενη δυσκαμψία κατά τις διαδικασίες ενοποίησης με εντολές εκ των άνω. Οι λαοί των κρατών-μελών φάνηκαν σκεπτικιστές ή απορριπτικοί και οι ηγεσίες τους απέφυγαν να θέσουν τα σχέδιά τους υπό την έγκριση των πολιτών. Η ίδια η συγκρότηση της ηγεσίας της Ε.Ε., με πρόσωπα χαμηλού ή ανύπαρκτου κύρους, έδειχνε ότι η πραγματική πηγή εξουσίας ήταν οι κυβερνήσεις των ισχυρών κρατών.
Την ώρα που η ιστορία έκρουσε τη θύρα, με την κρίση του 2008 και τη συνακόλουθη κρίση χρέους στην ευρωζώνη, φάνηκε ποιος σηκώνει πρώτος το κόκκινο τηλέφωνο: η καγκελαρία του Βερολίνου και η, κατά γερμανικό πρότυπο ανεξάρτητη, Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα της Φρανκφούρτης. Το διοικητήριο των Βρυξελών εξέπεσε πάραυτα σε δευτεραγωνιστικό ρόλο, σχεδόν σε ρόλο κομπάρσου.
Η γερμανική διπλωματία δεν έχει δείξει ευελιξία και διορατικότητα. Και το Βερολίνο δεν έχει πείσει ότι στο εθνικό του σχέδιο περιλαμβάνεται η Ευρώπη υπό τους γνωστούς ιστορικά όρους. Η ενιαία Γερμανία φαίνεται να επιθυμεί μια ηγεμονία α λα καρτ, χωρίς να καταβάλει το τίμημα της ηγεμονίας, με τους δικούς της όρους εθνικής ανάπτυξης, με χώρες δορυφόρους, χωρίς να νοιάζεται για σύγκλιση ή για συνοχή, σαν να μην υπολογίζει καν το κόστος της παρατεταμένης πολιτικής αστάθειας ή και του χάους στις τραυματισμένες χώρες-μέλη.
Η Ε.Ε. από ιστορικός παράγων ενότητας και ασφάλειας, κινδυνεύει να καταστεί παράγων αποκλίσεων και αστάθειας στην πιο προηγμένη περιοχή του πλανήτη.
To δημοψήφισμα, με το τρομοκρατικό δίλημμα ναι ή όχι στο ευρώ, μπορεί να αποτράπηκε, αλλά η δυναμική που εκλύθηκε συγκλόνισε το ετοιμόρροπο πολιτικό σύστημα. Το αποτέλεσμα το ζήσαμε τα προηγούμενα δραματικά εικοσιτετράωρα, λεπτό προς λεπτό, και το ζούμε ακόμη. Ο ελληνικός λαός, σχεδόν στο σύνολό του, αντελήφθη ακαριαία όχι μόνο πόσο κοντά βρίσκεται στην άτακτη χρεοκοπία, αλλά και πόσο κρίσιμη είναι η γεωοικονομική κατάσταση στην Ευρώπη. Η οικονομική και πολιτική κρίση που συνταράσσει τη μεγάλη Ιταλία, μέλος του G7, έβδομη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου, χώρα της Ferrari, δείχνει ότι η Ευρώπη του ενιαίου νομίσματος, των ασύμμετρων εθνικών οικονομιών και των φυγόκεντρων κρατικών πολιτικών είναι όχι μόνο ανέφικτη αλλά καταλήγει ολέθρια για τα μέλη της. Η Ευρώπη αντιμετωπίζει όχι απλώς κρίση κρατικού χρέους, αλλά κρίση πολιτικής δομής και πολιτιστικής ταυτότητας. Η απεγνωσμένη, τυχοδιωκτική κίνηση Παπανδρέου, προοριζόταν κυρίως για εσωτερική κατανάλωση, αποκάλυψε ωστόσο το άλλο πρόσωπο των εταίρων μας: το αποικιοκρατικό και αντιδημοκρατικό πρόσωπο δανειστών-τοκογλύφων και όχι εκλεγμένων ηγετών δημοκρατιών, πρόσωπα που εκφέρουν ρητορική εκβιασμού, εθνοτικής ανωτερότητας και αυταρχισμού.
Η ευρωπαϊκή ελίτ ξέχασε την πολιτική· μάλλον, την ξέγραψε. Η Ευρωπαϊκή Ενωση ξεκίνησε ως ιστορική, πολιτική και πνευματική, προσέγγιση εθνών που είχαν αλληλοσφαγεί δυο φορές σε μισό αιώνα. Η ένωση έγινε για να αποτραπεί άλλος τέτοιος πόλεμος και για να ζήσουν εν ειρήνη, δημοκρατία και ευημερία οι λαοί. Αυτό μαθαίναμε στο σχολείο εδώ και δεκαετίες. Σήμερα οι ευρωπαϊκοί λαοί, φορείς της ελληνορωμαϊκής κληρονομιάς, καλούνται να απαρνηθούν την ευημερία και τη δημοκρατία, λόγω ενός ακήρυκτου οικονομικού πολέμου με αόρατους εχθρούς. «Το κυνικό νόημα του ελληνικού δράματος: λιγότερη δημοκρατία είναι καλύτερη για τις αγορές», έγραψε προχθές ο Γιούργκεν Χάμπερμας, ο κορυφαίος Ερωπαίος φιλόσοφος, τροφοδοτώντας έναν ιστορικής σημασίας διάλογο μέσα από τις σελίδες της Frankfurter Allgemeine Zeitung. «Οταν η επιλογή υφίσταται μόνο μεταξύ πανώλης και χολέρας, δεν πρέπει η απόφαση να λαμβάνεται πάνω από τα κεφάλια ενός δημοκρατικού πληθυσμού. Δεν είναι μόνο ζήτημα δημοκρατίας, εδώ διακυβεύεται η αξιοπρέπεια», συμπέρανε.
Ακριβώς αυτά, τις ολοένα ισχνότερες προϋποθέσεις δημοκρατίας και αξιοπρέπειας, αναζητούν οι Ελληνες από την άνοιξη 2010. Πιασμένοι στα βρόχια της εγχώριας απόγνωσης, αντιμέτωποι με τις δικές μας ασυγχώρητες, μοιραίες αδυναμίες, υποχρεωμένοι εντούτοις από την ιστορία μας να σταθούμε όρθιοι με αξιοπρέπεια, αναζητούμε τώρα μια μορφή διακυβέρνησης χωρίς εκλογές, μια διαχειριστική αρχή που θα τρέξει το χρεοκοπημένο κρατικό μόρφωμα Ελλάς, κατ΄ εντολήν και υπό την επιτροπεία πανικόβλητων ευρωπαϊκών ελίτ που δεν έχουν καν ένα βιώσιμο σχέδιο για έξοδο από την κρίση. Εχουν μόνο ένα αυτοσχέδιο γιατροσόφι χορηγούμενο πειραματικά σε μεσογειακά χοιρίδια: άγρια λιτότητα επί του συνόλου πληθυσμού, για άγνωστο χρονικό διάστημα, έως ότου ηρεμήσουν οι αγορές ή έως ότου εξουδετερωθεί ο πληθυσμός.
Ακόμη κι αν υπερψηφιστεί στη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο, τις επόμενες ημέρες, η κυβέρνηση θα δυσκολευτεί αφάνταστα να το εφαρμόσει. Διότι δεν θα καταφέρει συγκεντρώσει φέτος τα 6,4 δισ. που απαιτεί η τρόικα: οι λογαριασμοί της κυβέρνησης είναι ερασιτεχνικοί και μνημεία προχειρότητας. Το ένα μετά το άλλο τα μέτρα φοροείσπραξης καταπίπτουν ανεφάρμοστα ή μένουν ημιτελή, μακριά από τους προβλεπόμενους στόχους. Το Μεσοπρόθεσμο είναι κοινωνικά ανεδαφικό: Το ποσόν που προβλέπεται να αντληθεί με έκτακτους φόρους και περικοπές από μικρομεσαίους, μισθωτούς και συνταξιούχους, όχι μόνο εξουθενώνει τους ήδη εξαντλημένους οικονομικά, αλλά επιπλέον πυροδοτεί την ανυπακοή και την οργή των έντιμων, που πληρώνουν αγογγύστως κάθε υποχρέωσή τους προς το κράτος.
Και το ύστατο σφάλμα: η κυβέρνηση με τις παλινωδίες της και τα ψέματα σε σειρά μέτρων (επιστροφή φόρου από αποδείξεις δαπανών, όριο αφορολογήτου, κλίμακα έκτακτης εισφοράς, φόρος ακίνητης περιουσίας κ.λπ.) έκαψε το πενιχρό πολιτικό κεφάλαιο που της εξασφάλιζε ο τρικυμιώδης ανασχηματισμός και η ψήφος εμπιστοσύνης. Είναι πρωτοφανές: ακόμη και ο πιο κακόπιστος ή ο πιο απαισιόδοξος υπολόγιζε ότι η κυβέρνηση θα έβγαζε το καλοκαίρι, δεδομένης της κόπωσης του κόσμου από τις πολυήμερες διαμαρτυρίες, αλλά και μιας ελάχιστης πίστωσης χρόνου που θα εδίδετο στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Δυστυχώς για τη χώρα, η ανοχή διήρκεσε μερικά εικοσιτεράωρα, έως τη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης Πέμπτης. Ο πρωθυπουργός υπεβλήθη πάλι σε οδυνηρό τεστ αντοχής εκβιασμού, και επέστρεψε ηττημένος και άδειος, ο δε υπουργός Οικονομικών Β. Βενιζέλος ομολόγησε με παρρησία την τραγική αδυναμία της κυβερνήσεως των Αθηνών να ασκήσει οποιαδήποτε δική της πολιτική: «Ήμασταν υποχρεωμένοι να βρούμε λύσεις αποδεκτές από τους εταίρους… Οι εταίροι δεν νοιάζονται για την ηθική ισορροπία των μέτρων…»
Είναι εντυπωσιακές πράγματι οι παλινωδίες, τα ψέματα και η προχειρότητα κατά την κατάρτιση ενός δεύτερου, αιματηρότερου προγράμματος φοροεισπρακτικών μέτρων, του οποίου την ανάγκη ύπαρξης μάλιστα αρνιόταν έως πρόσφατα ο απομακρυνθείς υπουργός Οικονομικών. Ο τεχνοκράτης Γ. Παπακωνσταντίνου ουδέποτε άσκησε αυτοκριτική για την αποτυχία του Μνημονίου Ι, της συνταγής του και της εκτέλεσής του· έκανε λόγο μόνο για αστοχίες, αστοχίες στην είσπραξη εσόδων, αστοχίες στη μείωση των δαπανών, αστοχίες στον υπολογισμό της ύφεσης. Και επιβραβεύθηκε από τον πρωθυπουργό, δια της μεταθέσεώς του στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Ο αντικαταστάτης του κ. Βενιζέλος, σαφώς πιο πολιτικό πρόσωπο, με στοιχειώδη αίσθηση της σφοδρής ανησυχίας που διαπερνά την κοινωνία, ευθύς ως ανέλαβε, επιχείρησε να βεβαιώσει τους πολίτες ότι συμμερίζεται την ανησυχία και σέβεται τις θυσίες τους. Η ευγλωττία του ανδρός όμως δεν αρκεί. Οι Ευρωπαίοι εταίροι-δανειστές, ευρισκόμενοι σε δεινή αμηχανία ενώπιον της συστημικής κρίσης στην ευρωζώνη, σπεύδουν να ασκήσουν τη μόνη πολιτική που γνωρίζουν: αγορά χρόνου και ασφυκτική πίεση στο πειραματόζωο Ελλάς, τον πιο αδύνατο λίθο στο ήδη κλονισμένο οικοδόμημα του ευρώ.
Ωστε το πρόβλημα πλέον δεν είναι αν μπορεί η κυβέρνηση να σχεδιάσει και να εφαρμόσει μια βιώσιμη πολιτική εξόδου από την κρίση, αλλά αν είναι σε θέση να επιβιώσει η ίδια εφαρμόζοντας υπαγορευμένες ανεδαφικές πολιτικές, που οδηγούν σε ασφυξία την ελληνική κοινωνία. Το ανεδαφικό της ασφυκτικής πολιτικής που υπαγορεύει η τρόικα στην χρεοκοπημένη Ελλάδα, επισημαίνουν πλέον όχι οι συνήθεις αντιρρησίες του εσωτερικού, αλλά κορυφαίοι πολιτικοί ηγέτες, οικονομολόγοι και διεθνείς οργανισμοί: Ο πρώην καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ, ο νομπελίστας Αμάρτυα Σεν, ακόμη και ο ΟΗΕ, επισημαίνουν, ο καθείς με τον τρόπο του, τους κινδύνους εθνικής και κοινωνικής αποσάθρωσης σε δοκιμαζόμενες χώρες σαν την Ελλάδα.
Είναι πασίδηλο ότι η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει δεύτερο και τρίτο και τέταρτο μνημόνιο, με δανεισμό που διαρκώς θα διογκώνει το χρέος, και με ύφεση που θα βουλιάζει όλο και βαθύτερα τη χώρα. Είναι επίσης φανερό ότι η οποιαδήποτε διέξοδος από τον κλειστό βρόχο της λιτότητας-ύφεσης δεν μπορεί να προκύψει μόνο με ελληνική πρωτοβουλία. Χρειάζεται οπωσδήποτε και η συμβολή της Ευρώπης. Οι εν συγχύσει και αγκυλώσει Ευρωπαίοι ηγέτες όμως, δεν είναι σε θέση ακόμη να σκεφτούν ριζικά, πολιτικά, επί του πυρήνα της συστημικής κρίσης, που άρχισε το 2008 με το κραχ των τραπεζικών τοξικών και εξακολουθεί σήμερα υπό τη μορφή των εθνικών χρεών. Οι Ευρωπαίοι διέσωσαν τις τράπεζες, αλλά δυσκολεύονται να σώσουν αναλόγως αποτελεσματικά τα κράτη· αγοράζουν χρόνο και μεταθέτουν τις λύσεις, αναβάλλουν τις ριζοσπαστικές αποφάσεις, ξορκίζουν το πρόβλημα, δεν τολμούν.
Η ελληνική περίπτωση είναι πεδίο δοκιμής για τους εταίρους, και πεδίο δεινής δοκιμασίας για τους Ελληνες. Φαίνεται επίσης ότι είναι πεδίο δοκιμασίας για τη δημοκρατία και την πολιτική κουλτούρα, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Η καταγραφόμενη δυσαρμονία μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής τάξης, το έλλειμμα νομιμοποίησης, η αποτυχία των τεχνοκρατών, η κατίσχυση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, η προδοσία των πολιτικών, η κρίση αντιπροσώπευσης, η ανάδυση νέων επιθετικών εθνικισμών, η επέλαση των στερεοτύπων μίσους, δεν αφορούν πια μόνο την εξασθενημένη και πολλαπλώς βαλλόμενη Ελλάδα· αφορούν όλη την Ευρώπη. Η τύχη της Ελλάδας, η έκβαση της δοκιμασίας της, είναι αναπόσπαστο μέρος της κοινής ευρωπαϊκής μοίρας. Είμαστε περισσότερο Ευρωπαίοι από ποτέ.
Από πολύ νωρίς είχε επισημανθεί ότι η οικονομική κρίση ήταν πολιτική. Οι μεγάλοι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί, που παρασκεύασαν σύνθετα προϊόντα, τα λεγόμενα τοξικά, και έστησαν φούσκες, δεν έδρασαν κρυφά. Εδρασαν, και δρουν, με την ανοχή των κρατών και των κυβερνήσεών τους, και πάντως χωρίς αυστηρή και έγκαιρη επόπτευση των δραστηριοτήτων τους. Το πολιτικό αποτέλεσμα αυτής της συνένοχης συμβίωσης ήταν μια πρωτοφανής μεταφορά εξουσίας: από τα πολιτικά κέντρα, τα οποία αντλούν νομιμοποίηση από τους λαούς μέσω των θεσμών αντιπροσώπευσης, προς τα οικονομικά κέντρα, τα οποία δεν χρειάζονται καμία νομιμοποίηση, και δεν την έχουν.
Εν συνεχεία, όταν ξέσπασε η κρίση, τα κράτη έσπευσαν να διασώσουν τα αμαρτωλά ιδρύματα, με κρατικό χρήμα, για να διασώσουν το τραπεζικό σύστημα και τις δομές της οικονομίας. Με τη μερική εξαίρεση των ΗΠΑ, όμως, τα δυτικά κράτη δεν έσπευσαν με την ίδια προθυμία να προστατεύσουν τους λαούς τους από τις οδυνηρές συνέπειες της κρίσης, αφενός. Αφετέρου, οι πολλές προτάσεις για ριζική αναθεώρηση των κανόνων στην κυκλοφορία κεφαλαίων και για αυστηρότερη επόπτευση, δεν υιοθετήθηκαν από τις κυβερνήσεις. Ατολμία, αδυναμία, ιδιοτέλεια; Το γεγονός είναι ότι οι χρηματοπιστωτικοί οργανισμοί εξακολουθούν να κινούνται με την ίδια άνεση, στα όρια της ασυδοσίας, και να συσσωρεύουν κέρδη, ενώ το ευρώ δοκιμάζεται, οι χώρες της ευρωζώνης επιβάλλουν μέτρα λιτότητας στους πολίτες τους, και μερικά άφρονα ή αδύναμα ευρωκράτη, όπως η Ελλάδα, η Ιρλανδία και η Πορτογαλία κλυδωνίζονται από σφοδρή κρίση δανεισμού, ευρισκόμενες ή πορευόμενες εκτός αγορών.
Αυτα είναι λίγο-πολύ γνωστά. Η πολιτική νομισματικής σταθερότητας, έναντι παντός τιμήματος, και η διατήρηση του ελλείμματος προϋπολογισμού κάτω από 3%, έναντι παντός τιμήματος επίσης, ήταν η βάση για τη συγκρότηση της ευρωζώνης. Σοβαροί αναλυτές επεσήμαναν ήδη από τότε ότι αυτή η σιδερένια πειθαρχία, στις αρχές μιας πολύ συγκεκριμένης και περιοριστικής οικονομικής πολιτικής, απηχούσε τις ιδέες μιας συγκεκριμένης ιστορικής περιόδου, της άνθησης του νεοφιλελευθερισμού, αφενός· και αφετέρου τις εμμονές που κατατρύχουν τους Γερμανούς από τον καιρό ήδη της νομισματικής αστάθειας και του πληθωρισμού της κατεστραμμένης Γερμανίας μετά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο και την ταπεινωτική Συνθήκη των Βερσαλιών. Μάλιστα αυτή η τραυματική μνήμη έχει οδηγήσει τους Γεμανύς να περιλάβουν στο Σύνταγμά τον έλεγχο του ελλείμματος.
Η μεγάλη οικονομική κρίση του 2009, που ακόμη συνεχίζεται, βρήκε το ευρώ αθωράκιστο στις κερδοσκοπικές επιθέσεις και κατέδειξε ακόμη περισσότερο πόσο ευάλωτες ήταν οι χώρες της ευρωζώνης με τις δραματικά ασύμμετρες οικονομίες. Η απάντηση θα έπρεπε να είναι πρωτίστως πολιτική, και τέτοια ήταν σε μεγάλο βαθμό: ο Μηχανισμός Στήριξης απηχεί τη βούληση να διασωθούν τα πληττόμενα μέλη. Αλλά με ποιους όρους; Και ποια θα ήταν εφεξής η νομισματική πολιτική; Ιδια με την προ κρίσεως; Και με ποια πολιτική και με ποια μακροοικονομικά εργαλεία θα ξεπεραστεί η κρίση και θα ξαναμπούν οι οικονομίες και οι κοινωνίες σε τροχιά ανάπτυξης;
Σε αυτά τα ιστορικά ερωτήματα, η Ευρώπη δεν απαντά ως Ευρώπη. Απαντά ως Γερμανία, και δευτερευόντως ως γαλλογερμανικό διευθυντήριο. Και η Γερμανία απαντά ως μύωψ ηγεμών, βασανισμένη από ιστορικά τραύματα, που θέτει υπεράνω όλων το συμφέρον των βιομηχανιών και των τραπεζών της, ιδίως της Deutsche Bank, του ισχυρότερου διεθνούς παίκτη και κατασκευαστή “τοξικών’ μαζί με τις Goldman Sachs και JP Morgan. Και η απάντηση που δίνει η Γερμανία στους οιονεί εταίρους είναι μία: Σιδηρά Πειθαρχία. Ζητάει από τις χώρες της ευρωζώνης να αναθεωρήσουν τα Συντάγματά τους και να κατοχυρώσουν συνταγματικά το “πάγωμα” του ελλείμματος στο 3%, αν επιθυμούν να επωφεληθούν του Μηχανισμού Στήριξης.
Η γερμανική απαίτηση, μαζί με άλλα μείζονα θέματα της εσωτερικής ζωής των κρατών-μελών της Ε.Ε., ετέθησαν στην πρόσφατη Εκτακτη Σύνοδο Κορυφής των Ευρωπαίων ηγετών, την προπερασμένη Παρασκευή στις Βρυξέλλες, αλλά αποφάσεις δεν ελήφθησαν. Οι ηγέτες συμφώνησαν να καλέσουν νέα Σύνοδο, για 24-25 Μαρτίου, στην οποία θα συμμετάσχουν μόνο οι 17 χώρες της ευρωζώνης προκειμένου να συζητήσουν τις γαλλογερμανικές προτάσεις για έξοδο από την κρίση, που αφορούν κάθε πτυχή του κοινωνικού βίου. Βλέπουμε δηλαδή, πρώτον, την ανάδυση μιας δεύτερης κοινότητας μέσα στην Ε.Ε., την ευρωζώνη· δεύτερον, μια ρυμούλκηση της ευρωζώνης από Γάλλους και Γερμανούς, με συνοπτικές διαδικασίες· τρίτον, την υποκατάσταση όλων των θεσμικών οργάνων και των παγιωμένων διαδικασιών της Ε.Ε. από την Σύνοδο των 17, δηλαδή το Βερολίνο και το Παρίσι…
Είναι πασίδηλο ότι η οικονομική ασυμμετρία εντός της Ε.Ε., την οποία κατέδειξε σφοδρή η κρίση, και την οποία οι Γαλλογερμανοί αποσιωπούσαν ή συγκάλυπταν από πολιτική ιδιοτέλεια, τώρα γίνεται και πολιτική ασυμμετρία, ωμά και απροκάλυπτα. Η απαίτηση της Γερμανίας για συνταγματικές αναθεωρήσεις σε όλη την ευρωζώνη είναι πρωτοφανής, ιστορικής σημασίας: ζητάει από όλες τις εθνικές κυβερνήσεις του απώτερου μέλλοντος να πολιτευθούν βάσει των ιστορικά περιορισμένων δοξασιών και εμμονών του παρόντος ― οι οποίες άλλωστε έχουν αποδειχθεί αλυσιτελείς. Και ζητάει να φορμάρεται η ανταγωνιστικότητα των άλλων σύμφωνα με τα δικά της κριτήρια ανταγωνιστικότητας. Οποία ασυμμετρία…
Μαζί με την συνταγματική προτεκτορατοποίηση που προτείνει η Γερμανία, έρχεται και η κατάλυση της δημοκρατικής ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας. Το Ευρωκοινοβούλιο, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο, οι μηχανισμοί εξισορρόπησης, οι διαβουλεύσεις και οι επεξεργασίες εντός των κοινοτικών οργάνων, καταντούν διακοσμητικά, θα μείνουν ως συμπαθή απολιθώματα με συμβολική αξία. Η οικονομία κατισχύει της πολιτικής, βοηθούμενη από τον διψαλέο ηγεμονισμό και τις ιστορικές νευρώσεις της γερμανικής ηγεσίας.
Στους Διαλόγους των Αθηνών, που οργάνωσε το Ιδρυμα Ωνάση, κατά την έναρξή του ετέθησαν ενδιαφέροντα ερωτήματα για το πώς η αρχαιοελληνική κληρονομιά μπορεί να χρησιμοποιηθεί στην ανάγνωση του παρόντος. Η τραγωδία, η ιστοριογραφία, η ρητορική, η φιλοσοφία, η δημοκρατική πράξις προσφέρουν πλούσιο οπλοστάσιο εννοιών και στοχασμού, εντοπιζόμενα όλα στον πυρήνα του ευρωπαϊκού πολιτισμού. Ιδίως στην εποχή της βαθιάς και διαρκούς κρίσης που διανύουμε, έννοιες όπως Υβρις, Νέμεσις, Κάθαρσις, Λόγος, Μέτρο, Μέτοικος, Ικέτης, Ξένος, Μήτις κ.λπ., πυρηνικές όχι μόνο στην τραγωδία, αλλά και στο έπος και στη ρητορική και στη φιλοσοφία, μάς βοηθούν να ξαναδούμε τον καιρό μας, τις αντινομίες των κοινωνιών, τις ανεπάρκειες των πολιτικών συστημάτων, το ηθικό έλλειμμα, τις ιδεοληψίες που παραμερίζουν βίαια τον αναστοχασμό.
Οι ομιλητές, και ιδίως ο κινηματογραφούμενος σπουδαίος Γερμανός δημιουργός του θεάτρου, ο Πέτερ Στάιν, επεσήμαναν ότι η τραγωδία, ως αναστοχασμός της ανθρώπινης κατάστασης, μάς βοηθά να αντέξουμε την ανθρώπινη μοίρα, σαν γενναίοι, σαν ήρωες, και επιπλέον μας βοηθά να δούμε τον κόσμο πολιτικά: εγγεγραμμένο στη μακρά διάρκεια αλλά και στο ενοχλητικό, κάποτε αμείλικτο, παρόν.
Αστείρευτη δεξαμενή σοφίας λοιπόν, και διαρκές όφελος, η αρχαίων ονομάτων επίσκεψις. Τι γίνεται όμως με τα νεότερα ονόματα, τα σημερινά; Τι γίνεται με τη σύγχρονη Ελλάδα; Τι μάθημα έχει να προσφέρει στη συγγενή της Ευρώπη, στον κόσμο, η Ελληνική Δημοκρατία του 2010, ευρισκόμενη σε βαθιά οικονομική κρίση, μα και σε κρίση αυτοαναγνώρισης, κρίση ταυτότητας και προσανατολισμού;
Η κρίση της, το πάθημά της, είναι το μάθημα που μπορεί να προσφέρει. Το ‘χει ξαναπροσφέρει αυτό το μάθημα στην Ευρώπη· σε όλη τη νεότερη ιστορία, από τον Αγώνα του ’21 έως τη Μικρασιατική Καταστροφή, τον Πόλεμο του ’40 και την Κατοχή, έως τη μοντέρνα δικτατορία του 1967, η Ελλάδα προσφέρει στους λαούς και τα έθνη της Ευρώπης το μαρτύριό της, τον αγώνα της, την ντροπή, την ήττα της και την καταστροφή της, σαν παράδειγμα, προς μίμηση ή προς αποφυγή.
Πρόσφερε ένα μάθημα ηρωισμού. Το Μεσολόγγι ίδρυσε τη νεότερη Ελλάδα στα μάτια του Σολωμού και στα μάτια του Μπάιρον, και ταυτόχρονα έδωσε υπόσταση στη ρομαντική σύλληψη της ελευθερίας, του έθνους, της μάχης με την τυραννία, υποστασίωσε την είσοδο στη νεωτερικότητα, με τρόπο δραματικό, τον τρόπο κατά τον οποίο ζωγράφιζαν το νεωτερικό πολιτικό ο Γκόγια και ο Ντελακρουά, οι μεγάλοι ρομαντικοί.
Στην ώριμη μετανεωρικότητα, τύχη χαλεπή φέρνει πάλι την Ελλάδα ως δυνάμει παράδειγμα. Το πάθημά της οφείλεται εν πολλοίς στην ίδια, δηλαδή στους ανθρώπους της, αλλά και στην ευρωπαϊκή, διεθνή παθογένεια. Την αφροσύνη, την απληστία, την Υβρη δεν την διέπραξαν μόνοι οι Ελληνες, αυτονομημένοι και ανέπαφοι από την ξέφρενη κυκλοφορία κεφαλαίων και τον ραγδαίο μετασχηματισμό του καταμερισμού εργασίας, από τη λήξη του διπολικού κόσμου και την αναδιανομή σφαιρών επιρροής και αγορών. Η ασήμαντη οικονομικά Ελλάδα, μονοψήφιο πολλοστημόριο του ΑΕΠ της ευρωζώνης, δια του τρόπου καταρρεύσεως και της τιμωρίας της, λειτουργεί και πάλι ως παράδειγμα. Προς ονειδισμό και αποφυγή. Από τέτοια διαδικασία ενοχοποίησης, χλεύης και αυτολοιδορίας πέρασαν οι Ελληνες προτού τεθούν υπό επιτήρηση και υποθηκεύσουν την εθνική τους κυριαρχία.
Εξι μήνες αργότερα, την τύχη της Ελλάδος φαίνεται να ακολουθούν και άλλες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας, οι μικρές Ιρλανδία, Πορτογαλία, ενώ πιέζεται η μεγάλη Ισπανία, ακόμη και το Βέλγιο, έδρα της κλονιζόμενης ευρωπαϊκής ομοσπονδίας. Ιδού λοιπόν, το ελληνικό μάθημα: οι αδύναμοι φορείς του ισχυρού νομίσματος, αδύναμοι τροφοδότες πλέον των βορείων πλεονασμάτων, μετατρέπονται σε παρίες. Η ευρωπαϊκή ιδέα, μια πρωτοφανής ιστορικά ένωση ελευθέρων κρατών, φτιαγμένη για να αποτρέψει πολέμους σαν του 20ού αιώνα, υπονομεύεται από την απληστία, τις ιδεοληψίες, την κατίσχυση του χρήματος επί της πολιτικής, των υπερεθνικών τραπεζών επί των εθνικών κυβερνήσεων.
Το στερεότυπο της ατίθασης, πονηρής, “ανατολικής” Ελλάδος, που δολίως και χαριστικά εισήλθε στο ευρωπαϊκό κλαμπ, ήταν πρώτης τάξεως παράδειγμα προς αποφυγή. Τόσο ισχυρό στερεότυπο που το πίστεψαν και οι ίδιοι οι Ελληνες, και όχι μόνο το πίστεψαν αλλά επαναπαύθηκαν στο οριενταλιστικό στερεότυπο και έκαναν τα πάντα για να το ενισχύσουν, κατατρώγοντας τον δημόσιο χώρο, τους εθνικούς πόρους, το συλλογικό φρόνημα. Επισπεύδοντας τη χρεοκοπία και την υποδούλωση.
Δι’ ελέου και φόβου περαίνουσα, την των τοιούτων παθημάτων κάθαρσιν… Ιδού το εκκρεμές: από μάθημα ηρωισμού για τη ρομαντική Ευρώπη του 19ου αι., μάθημα εξευτελισμού και υποταγής για την μεταμοντέρνα Ευρώπη του χρήματος στον 21ου αιώνα. Η Ελλάδα πάλι διδάσκει τα παθήματά της. Εως την κάθαρση.
Σαν τον λαγό, τυφλωμένοι από τους φάρους αόρατου θηρευτή, παγωμένοι, αδυνατούμε να αντιδράσουμε με σκέψη, ούτε καν με ένστικτο· σερνόμαστε να κρυφτούμε κάτω από τα φώτα, ολοένα πλησιάζοντας το όπλο του θηρευτή, τον αφανισμό. Καμία σκέψη, ούτε καν το ένστικτο αυτοσυντήρησης. Αυτή είναι η εικόνα του πολιτικού σώματος.
Οι αγορές ζητάνε αίμα, το αίμα των σπάταλων, διεφθαρμένων Ελλήνων. Οι Βρετανοί αναγνώστες εφημερίδων σχολιάζουν στα διαδικτυακά φόρα· ειρωνεύονται, σαρκάζουν, εύχονται να χρεοκοπήσει η Ελλάδα για να κάνουν φτηνές διακοπές. Σωστά, οι φλεγματικοί Βρετανοί, μαδημένοι κληρονόμοι μαδημένης αυτοκρατορίας, με τη λίρα γονατισμένη έναντι του μισητού ηπειρωτικού ευρώ, μόνο σε φτωχότερες τους χώρες μπορούν πια να ελπίζουν για διακοπές. Οι φιλελεύθεροι διδάχοι της ανοχής, αμερόληπτοι αναλυτές και αρθρογράφοι, πολιτικοί, μικροαστοί και λαουτζίκος, όλοι μαζί βουλιάζουν στα ρατσιστικά, οριενταλιστικά και αποικιοκρατικά τους στερεότυπα.
Ανάλογες στερεοτυπικές ανοησίες γράφονται καθημερινά και σε ελληνόφωνους ιστότοπους, σε ελληνικά καφενεία. Κατά τούτο, είμαστε πράγματι συμπολίτες στον κοινό στερεοτυπικό χώρο της Μεγάλης Ευρώπης, έμπλεοι μίσους και προκατάληψης, κοινωνοί της ελληνορωμαιοϊουδαϊκής κληρονομιάς α λα καρτ.
Τη στιγμή της κρίσης φαίνεται η αντοχή του οικοδομήματος· εν προκειμένω, της Ευρωπαϊκής Ενωσης, εγχειρήματος μείζονος ιστορικής σημασίας. Τη στιγμή της κρίσης εκλείπει η πολιτική βούληση, η αίσθηση των ιστορικών μεγεθών, η πρόνοια για συνοχή ― δηλαδή, ακριβώς τα θεμέλια επί των οποίων οικοδομήθηκε η ενωμένη Ευρώπη μετά το πέρας του ολέθριου Β’ Πολέμου. Πενήντα τρία χρόνια από την ιδρυτική Συνθήκη της Ρώμης, οι οραματιστές ευρωπαϊστές πολιτικοί εξέλιπαν· δεν υπάρχουν πια Ντε Γκωλ, Αντενάουερ, Βιλυ Μπραντ, Μιτεράν, Σμιντ, Ντελόρ. Τη θέση τους έχουν πάρει αδύναμοι ή καιροσκόποι πολιτικοί, ασήμαντοι διαχειριστές, τραπεζίτες, τεχνοκράτες. Η οικονομική κρίση των πιο αδύναμων χωρών-μελών, των PIIGS, από την Ιρλανδία έως τις μεσογειακές χώρες και την Ελλάδα βέβαια, αντιμετωπίζεται με όρους χρηματοπιστωτικούς και όχι όρους πολιτικούς· διάτρητοι οίκοι αξιολόγησης και κερδοσκοπικά funds, επικουρούμενα από μονομερή μήντια, επηρεάζουν, αν δεν ορίζουν ολοκληρωτικά, τη συμπεριφορά των Βρυξελών έναντι των εταίρων που τελούν εν αδυναμία.
Οι αγορές ορίζουν την πολιτική. Και μάλιστα σε μια ιστορική φάση κατά την οποία ακριβώς η αποχαλίνωση των αρύθμιστων αγορών, η ανεξέλεγκτη κυκλοφορία κερδοσκοπικών κεφαλαίων βύθισε την παγκόσμια οικονομία σε ύφεση και ανάγκασε τα κράτη να διοχετεύσουν ζεστό δημόσιο χρήμα για να στηρίξουν το χρηματοπιστωτικό σύστημα, αυτό που γέννησε την κρίση. Σε αυτή την ιστορική φάση, η ελλειματική και υπερχρεωμένη Ελλάδα, μέλος της Ε.Ε., της μεγαλύτερης ενιαίας αγοράς διεθνώς, μέλος της ζώνης του ευρώ, ωθείται από τις αγορές να αναζητήσει οικονομική βοήθεια εκτός Ευρώπης, εκτός της ιστορικής και πολιτικής της οικογένειας. Τη στιγμή της κρίσης, η Ε.Ε. νίπτει τας χείρας της, και σπρώχνει μια χώρα-μέλος στα κεφάλαια της Κίνας και στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Πού είναι η περίφημη Συνοχή, ακρογωνιαίος λίθος της Ε.Ε.; ΟΙ αμαρτίες της Ελλάδας ασφαλώς είναι πολλές, αλλά το πρόβλημα δεν είναι μόνο και αποκλειστικά ελληνικό ή ιρλανδικό ή πορτογαλικό, καθώς εξηγούν όλο και περισσότεροι ανεξάρτητοι οικονομολόγοι, ανάμεσά τους και νομπελίστες. Το πρόβλημα είναι ευρωπαϊκό, και είναι δομικό· έχει να κάνει με τη διαφορά ταχύτητος των οικονομιών εντός της ζώνης του ευρώ, έχει να κάνει με την πιεστική ανάγκη για δημοσιονομική επέκταση και διεύρυνση των κοινωνικών δικτύων προστασίας, για αντιμετώπιση της κρίσης, μεταξύ άλλων.
Κι όμως, οι νηφάλιες αναλύσεις των αιτίων της κρίσης και οι νηφάλιες προτάσεις για έξοδο από την κρίση χωρίς να συντριβούν οι κοινωνίες, νεοκεϋνσιανής χροιάς κυρίως, δεν εισακούονται από τους πολιτικούς ηγέτες. Οι ηγέτες ακούνε τις αγορές, τα αιμοβόρα κελεύσματα των παραγωγών της κρίσης, τους αναξιόπιστους αξιολογητές, αυτούς που όχι μόνο δεν πρόβλεψαν την κρίση των τοξικών αλλά επιβράβευαν και πριμοδοτούσαν τους απατεώνες.
Η Ελλάδα και τα PIIGS είναι πεδίο πειραματισμού και εκβιασμού για το διεθνές σύστημα κερδοσκοπίας. Μετά την ολοσχερή ηθική και ιστορική ήττα της επαγγελθείσας Διαρκούς Ανάπτυξης των Αρύθμιστων Αγορών, οι αγορές αντεπιτίθενται. Χτυπούν τα μικρά κράτη, τους αδύναμους κρίκους, εκβιάζουν τις κοινωνίες· ούτε λίγο ούτε πολύ, ζητούν να ξαναγραφτεί το κοινωνικό συμβόλαιο, να επανοριστεί η σχέση κεφαλαίου-εργασίας, να επανεξεταστεί από το μηδέν το κράτος πρόνοιας και κοινωνικής δικαιοσύνης που οικοδόμησε την Ευρώπη από τις στάχτες του πολέμου. Οι πολιτικοί, αυτοί οι αδύναμοι και καιροσκόποι που είπαμε, μπορεί να πεισθούν, να συμμορφωθούν. Οι κοινωνίες όμως είναι πολύ παράξενα πλάσματα, δύστροπα, σύνθετα, χαοτικά. Τα PIGS δεν συμπεριφέρονται προβλέψιμα στο σφαγείο.