You are currently browsing the tag archive for the ‘Γ. Παπανδρέου’ tag.
Ειδήσεις στο αυτοκίνητο. Ουκρανία, Ρωσία, Ευρώπη, ΗΠΑ, μνήμες Ψυχρού Πολέμου μηδέποτε εξαφανισθέντος, μνήμες σχεδίων Βίσμαρκ και δογμάτων γεωπολιτικής στην Ευρασία. Το παρελθόν αναδύεται στο παρόν μεταμορφωμένο. Ειδήσεις από την Ελλάδα: η τρόικα σαν μέρα της μαρμότας, μικροκινήσεις ενόψει ευρωεκλογών, και μια κουβέντα με τεράστιο συμβολικό βάρος από νεόκοπο πολιτικό ηγέτη: «Δεν έχουμε το αμάρτημα του παρελθόντος…». Εδώ ας σταθώ.
Πιθανόν να ήθελε να πει «δεν κουβαλάμε αμαρτίες του παρελθόντος», δηλαδή, είμαστε καθαροί, άσπιλοι. Αυτό που έχει βαρύνουσα σημασία όμως είναι η κυριολεξία της σόλοικης διατύπωσης: Το αμάρτημα του παρελθόντος. Δηλαδή: Το παρελθόν ως αμάρτημα. Γλώσσα λανθάνουσα τ’ αληθή λέγει.
Για τον συγκεκριμένο λόγο, πολιτικό δια του απολιτικού, συμπεριληπτικό των πάντων δια της ασάφειας, είναι κομβικής σημασίας η καταδίκη του παρελθόντος και η υπόσχεση του μέλλοντος: καταδικάζεις τον ζόφο και τον πόνο, τις αποτυχίες των άλλων, και οικειοποιείσαι τη λύτρωση και το φως του άδηλου μέλλοντος. Κανείς δεν νοσταλγεί το καταδικασμένο παρελθόν, όλοι λαχταρούν το λαμπρό μέλλον. Win-win.
Αμέσως θυμήθηκα τον λόγο του τότε πρωθυπουργού Κ. Σημίτη προς τους διανοουμένους, δύο εβδομάδες προ των εκλογών του 2000. Στο σκοτεινό παρελθόν (των άλλων) αντιπαρέβαλε το λαμπρό παρόν, το δικό του παρόν: «Δεν νοσταλγώ την πτωχή και ταπεινή Ελλάδα της μεταπολεμικής ή της προπολεμικής περιόδου, την Ελλάδα της ήττας. Αντίθετα: έχω βαθιά εμπιστοσύνη στον δυναμισμό, την πνευματικότητα, τον πλούτο της σημερινής Ελλάδας…» Προσδιόριζε τα οράματα της ισχυράς Ελλάδος του χρηματιστηρίου έτσι: «απτά, συγκεκριμένα, προσιτά». Και κατέληγε: «Ως σήμερα η Ελλάδα κοίταγε τον κόσμο. Σήμερα ο κόσμος κοιτάει την Ελλάδα.»
Ολη η μεταμοντέρνα τσογλανιά των νάιντις συμπυκνώθηκε τότε έτσι, με ισοπεδωτικά δίπολα νικητών-ηττημένων, πλούτου-φτώχειας, νέου-παλιού. Τραβούσαμε την ανηφόρα της Μεγάλης Φενάκης, με πιστωτική επέκταση και λαϊκή χλιδή, στο βάθος έλαμπαν φάροι ολυμπισμού και αθλητικού κλέους, αυτοκινητόδρομοι και διακοποδάνεια. Το νέο επέλαυνε σίγουρο για το ποιοι θα κέρδιζαν και θα κυριαρχούσαν, για το ποιοι θα έχαναν και θα υποτάσσονταν. Προτού εξαντληθεί η δεκαετία της νεολατρίας, είχαμε ήδη δει ποιοι ήταν οι νικητές και οι ηττημένοι, οι κυρίαρχοι και οι υποτελείς. Ποιοι συγκροτούσαν τους στρατιές των ανέργων και των νεόπτωχων, για μια-δυο-τρεις γενεές, άχρι καιρού.
Ενδιαμέσως, ακούσαμε άλλη μια εκδοχή του νέου και της παρελθοντοκτονίας, από τον κατεξοχήν νεωτεριστή Γιώργο Α. Παπανδρέου: το μέλλον ερχόταν ολόφωτο και ευρυζωνικό, συμμετοχικό και μη κυβερνητικό, επινοημένο ως πεδίο για κατίσχυση, χωρίς κριτήρια, χωρίς πλαίσιο αναφορών, χωρίς επώδυνες συγκρίσεις. Στο δικό του μέλλον, ο νεωτεριστής συγκρίνεται μόνο με τον εαυτό του. Ο Κ. Σημίτης αντιπαρέβαλε την Ισχυρή Ελλάδα στην υπανάπτυξη και την ήττα του παρελθόντος, κήρυττε μια διαρκή λήθη. Ο ΓΑΠ επαγγελλόταν μεσσιανικά ένα διεσταλμένο μέλλον, αρνούμενος όχι μόνο να αναφερθεί στο παρελθόν αλλά και να δεσμευθεί επί του παρόντος. Εξαφανίζοντας το παρελθόν του διέπραττε πατροκτονία, και υποσχόταν ένα μέλλον όπου όλα θα ήταν δυνατά οριζόμενα εξαρχής. Ως εξής: μετονομάζοντας όλα τα υπουργεία με New Age ονομασίες.
Τι μας χωρίζει από το 2000, το 2004, το 2007, το 2009 ακόμη; Ενας σωρός ερειπίων. Η Ισχυρή Ελλάδα του χρηματιστηρίου και του e-gov είναι μια γονατισμένη χώρα με ξέπνοους πολίτες. Η παρούσα ήττα συντρίβει πρωτίστως τους κυριαρχούμενους, τους υποτελείς, όσους πίστεψαν προσώρας ότι το παρελθόν δεν τους αφορά, δεν τους συνέχει, δεν αξίζει να το αναχωνεύουν· όσους πίστεψαν ότι το μέλλον τούς προσφέρεται στο πιάτο από μεσσίες, χωρίς να το ονειρευτούν οι ίδιοι και χωρίς να το χτίσουν με τον ιδρώτα τους· όσους βούλιαξαν στην φενακισμένη ετερονομία τότε, όσους βουλιάζουν στην ενοχοποίηση και την απόγνωση τώρα. Η λήθη συμφέρει και πάλι τους κυρίαρχους: μέσα της θα ξεπλυθούν ανομήματα και αμαρτίες, ίχνη εγκλημάτων, τεκμήρια, υποσχέσεις παραδείσων, για να αναδυθούν ξανά κυρίαρχοι.
Την ιστορία τη γράφουν οι νικητές. Ναι. Ομως η μνήμη καλλιεργείται από τους ηττημένους· είναι παρηγοριά και όπλο. Κι εδώ όμως μέτρο: μνήμη ναι, οπωσδήποτε, αλλά όχι παρελθοντική καθήλωση και υπεραναπλήρωση· μνήμη αναστοχαστική και δημιουργός, και ταυτοχρόνως μια πολιτικά λυσιτελής χρήση της λήθης που θα ρυθμίζει τις εκδικητικές τάσεις και της καταστροφικές πολώσεις. Σε τέτοιο κρίσιμο σταυροδρόμι στεκόμαστε σήμερα.
Ακόμη κι αν υπερψηφιστεί στη Βουλή το Μεσοπρόθεσμο, τις επόμενες ημέρες, η κυβέρνηση θα δυσκολευτεί αφάνταστα να το εφαρμόσει. Διότι δεν θα καταφέρει συγκεντρώσει φέτος τα 6,4 δισ. που απαιτεί η τρόικα: οι λογαριασμοί της κυβέρνησης είναι ερασιτεχνικοί και μνημεία προχειρότητας. Το ένα μετά το άλλο τα μέτρα φοροείσπραξης καταπίπτουν ανεφάρμοστα ή μένουν ημιτελή, μακριά από τους προβλεπόμενους στόχους. Το Μεσοπρόθεσμο είναι κοινωνικά ανεδαφικό: Το ποσόν που προβλέπεται να αντληθεί με έκτακτους φόρους και περικοπές από μικρομεσαίους, μισθωτούς και συνταξιούχους, όχι μόνο εξουθενώνει τους ήδη εξαντλημένους οικονομικά, αλλά επιπλέον πυροδοτεί την ανυπακοή και την οργή των έντιμων, που πληρώνουν αγογγύστως κάθε υποχρέωσή τους προς το κράτος.
Και το ύστατο σφάλμα: η κυβέρνηση με τις παλινωδίες της και τα ψέματα σε σειρά μέτρων (επιστροφή φόρου από αποδείξεις δαπανών, όριο αφορολογήτου, κλίμακα έκτακτης εισφοράς, φόρος ακίνητης περιουσίας κ.λπ.) έκαψε το πενιχρό πολιτικό κεφάλαιο που της εξασφάλιζε ο τρικυμιώδης ανασχηματισμός και η ψήφος εμπιστοσύνης. Είναι πρωτοφανές: ακόμη και ο πιο κακόπιστος ή ο πιο απαισιόδοξος υπολόγιζε ότι η κυβέρνηση θα έβγαζε το καλοκαίρι, δεδομένης της κόπωσης του κόσμου από τις πολυήμερες διαμαρτυρίες, αλλά και μιας ελάχιστης πίστωσης χρόνου που θα εδίδετο στο νέο κυβερνητικό σχήμα. Δυστυχώς για τη χώρα, η ανοχή διήρκεσε μερικά εικοσιτεράωρα, έως τη Σύνοδο Κορυφής της περασμένης Πέμπτης. Ο πρωθυπουργός υπεβλήθη πάλι σε οδυνηρό τεστ αντοχής εκβιασμού, και επέστρεψε ηττημένος και άδειος, ο δε υπουργός Οικονομικών Β. Βενιζέλος ομολόγησε με παρρησία την τραγική αδυναμία της κυβερνήσεως των Αθηνών να ασκήσει οποιαδήποτε δική της πολιτική: «Ήμασταν υποχρεωμένοι να βρούμε λύσεις αποδεκτές από τους εταίρους… Οι εταίροι δεν νοιάζονται για την ηθική ισορροπία των μέτρων…»
Είναι εντυπωσιακές πράγματι οι παλινωδίες, τα ψέματα και η προχειρότητα κατά την κατάρτιση ενός δεύτερου, αιματηρότερου προγράμματος φοροεισπρακτικών μέτρων, του οποίου την ανάγκη ύπαρξης μάλιστα αρνιόταν έως πρόσφατα ο απομακρυνθείς υπουργός Οικονομικών. Ο τεχνοκράτης Γ. Παπακωνσταντίνου ουδέποτε άσκησε αυτοκριτική για την αποτυχία του Μνημονίου Ι, της συνταγής του και της εκτέλεσής του· έκανε λόγο μόνο για αστοχίες, αστοχίες στην είσπραξη εσόδων, αστοχίες στη μείωση των δαπανών, αστοχίες στον υπολογισμό της ύφεσης. Και επιβραβεύθηκε από τον πρωθυπουργό, δια της μεταθέσεώς του στο υπουργείο Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Ο αντικαταστάτης του κ. Βενιζέλος, σαφώς πιο πολιτικό πρόσωπο, με στοιχειώδη αίσθηση της σφοδρής ανησυχίας που διαπερνά την κοινωνία, ευθύς ως ανέλαβε, επιχείρησε να βεβαιώσει τους πολίτες ότι συμμερίζεται την ανησυχία και σέβεται τις θυσίες τους. Η ευγλωττία του ανδρός όμως δεν αρκεί. Οι Ευρωπαίοι εταίροι-δανειστές, ευρισκόμενοι σε δεινή αμηχανία ενώπιον της συστημικής κρίσης στην ευρωζώνη, σπεύδουν να ασκήσουν τη μόνη πολιτική που γνωρίζουν: αγορά χρόνου και ασφυκτική πίεση στο πειραματόζωο Ελλάς, τον πιο αδύνατο λίθο στο ήδη κλονισμένο οικοδόμημα του ευρώ.
Ωστε το πρόβλημα πλέον δεν είναι αν μπορεί η κυβέρνηση να σχεδιάσει και να εφαρμόσει μια βιώσιμη πολιτική εξόδου από την κρίση, αλλά αν είναι σε θέση να επιβιώσει η ίδια εφαρμόζοντας υπαγορευμένες ανεδαφικές πολιτικές, που οδηγούν σε ασφυξία την ελληνική κοινωνία. Το ανεδαφικό της ασφυκτικής πολιτικής που υπαγορεύει η τρόικα στην χρεοκοπημένη Ελλάδα, επισημαίνουν πλέον όχι οι συνήθεις αντιρρησίες του εσωτερικού, αλλά κορυφαίοι πολιτικοί ηγέτες, οικονομολόγοι και διεθνείς οργανισμοί: Ο πρώην καγκελάριος Χέλμουτ Σμιτ, ο νομπελίστας Αμάρτυα Σεν, ακόμη και ο ΟΗΕ, επισημαίνουν, ο καθείς με τον τρόπο του, τους κινδύνους εθνικής και κοινωνικής αποσάθρωσης σε δοκιμαζόμενες χώρες σαν την Ελλάδα.
Είναι πασίδηλο ότι η ελληνική κοινωνία δεν αντέχει δεύτερο και τρίτο και τέταρτο μνημόνιο, με δανεισμό που διαρκώς θα διογκώνει το χρέος, και με ύφεση που θα βουλιάζει όλο και βαθύτερα τη χώρα. Είναι επίσης φανερό ότι η οποιαδήποτε διέξοδος από τον κλειστό βρόχο της λιτότητας-ύφεσης δεν μπορεί να προκύψει μόνο με ελληνική πρωτοβουλία. Χρειάζεται οπωσδήποτε και η συμβολή της Ευρώπης. Οι εν συγχύσει και αγκυλώσει Ευρωπαίοι ηγέτες όμως, δεν είναι σε θέση ακόμη να σκεφτούν ριζικά, πολιτικά, επί του πυρήνα της συστημικής κρίσης, που άρχισε το 2008 με το κραχ των τραπεζικών τοξικών και εξακολουθεί σήμερα υπό τη μορφή των εθνικών χρεών. Οι Ευρωπαίοι διέσωσαν τις τράπεζες, αλλά δυσκολεύονται να σώσουν αναλόγως αποτελεσματικά τα κράτη· αγοράζουν χρόνο και μεταθέτουν τις λύσεις, αναβάλλουν τις ριζοσπαστικές αποφάσεις, ξορκίζουν το πρόβλημα, δεν τολμούν.
Η ελληνική περίπτωση είναι πεδίο δοκιμής για τους εταίρους, και πεδίο δεινής δοκιμασίας για τους Ελληνες. Φαίνεται επίσης ότι είναι πεδίο δοκιμασίας για τη δημοκρατία και την πολιτική κουλτούρα, όχι μόνο της Ελλάδας αλλά ολόκληρης της Ευρώπης. Η καταγραφόμενη δυσαρμονία μεταξύ κοινωνίας και πολιτικής τάξης, το έλλειμμα νομιμοποίησης, η αποτυχία των τεχνοκρατών, η κατίσχυση των χρηματοπιστωτικών οργανισμών, η προδοσία των πολιτικών, η κρίση αντιπροσώπευσης, η ανάδυση νέων επιθετικών εθνικισμών, η επέλαση των στερεοτύπων μίσους, δεν αφορούν πια μόνο την εξασθενημένη και πολλαπλώς βαλλόμενη Ελλάδα· αφορούν όλη την Ευρώπη. Η τύχη της Ελλάδας, η έκβαση της δοκιμασίας της, είναι αναπόσπαστο μέρος της κοινής ευρωπαϊκής μοίρας. Είμαστε περισσότερο Ευρωπαίοι από ποτέ.
Η 15η Ιουνίου συμπύκνωσε μέσα στις λίγες ώρες της όσα κυοφορούσε ο προηγηθείς βαρύς χρόνος, από την ψήφιση του Μνημονίου Ι, ανησυχία, φόβο, φτώχεια, αναδίπλωση, και όσα απελευθέρωσε απότομα το ανατρεπτικό εικοσαήμερο μετά την 25η Μαϊου, με το πλήθος στις πλατείες: αγανάκτηση, οργή, αμφισβήτηση.
Ηδη από τις πρώτες ώρες εμφάνισης του αγανακτισμένου πλήθους, είχαμε επισημάνει: «ο Γ. Παπανδρέου θα τελειώσει πολιτικά στον δρόμο, σύντομα, από ένα ανοργάνωτο, ανώνυμο πλήθος που έχει ελάχιστους ή κανένα ανθρωπολογικό δεσμό με το σύμπαν της Μεταπολίτευσης και του ΠΑΣΟΚ, και με το αφελές ναυάγιο του opengov». Τρεις εβδομάδες αργότερα, σε εξαιρετικά σύντομο χρόνο, ο Γ. Παπανδρέου με ένα ρεσιτάλ παλινωδιών, έφτασε να υποβάλει την παραίτησή του στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, ζητώντας κυβέρνηση συνεργασίας, και εν συνεχεία απέσυρε την παραίτησή του και ανήγγειλε ανασχηματισμό, τον οποίο εν συνεχεία μετέθεσε, προκειμένου να απευθυνθεί στην κοινοβουλευτική του ομάδα που τον αμφισβητεί.
Ο Γ. Παπανδρέου φέρεται σαν να έχει χάσει την επαφή με την πραγματικότητα και με τον πολιτικό χρόνο. Εξ ου και η αποστροφή του προς βουλευτές: «Στηριχτείτε πάνω μου…» Προφανώς έχει χάσει και την εμπιστοσύνη του ξένου παράγοντα. Ουσιαστικά είναι τελειωμένος, με τον τρόπο που εσύρετο βασανιστικά ο Κώστας Καραμανλής τους τελευταίους μήνες της θητείας του. Πεισμωμένος, σαν i-πρίγκηψ και όχι σαν ιστορικό πρόσωπο, ισορροπεί ασταθώς πάνω σε ένα σωρό ερειπίων: ερείπια κυβέρνησης, κόμματος, διοίκησης, οικονομίας και δυστυχώς κοινωνίας.
Στο δρόμο. Οπως διαφαίνεται τα τελευταία 24ωρα, η φιλειρηνική και ακηδεμόνευτη Πλατεία, ρευστός χώρος αυτομόρφωσης και αυτοδιάθεσης, αφού ραντίστηκε με χημικά και απώθησε τους ποικίλης προέλευσης σπάστες, ανασυγκροτήθηκε και προβάλλει πλέον ως ―ισχνή πλην ζωντανή― συμβολική εγγύηση της δημοκρατικής πίστης και της κοινωνικής αλληλεγγύης. Το εύθραυστο αυτό κύτταρο, με τις αντινομίες και τα όριά του, εκφράζει, αφενός, το ένστικτο αυτοσυντήρησης του πληττόμενου πλήθους· αφετέρου, την υπεράσπιση θεμελιωδών αρχών της δημοκρατίας: το σύνθημα που ενώνει είναι το στοιχειώδες “Ψωμί-Παιδεία-Ελευθερία” του 1973, ενώ πυκνώνουν οι αναφορές στην αδελφοσύνη, την αλληλεγγύη, τη δικαιοσύνη.
Ειναι παρηγοριά λοιπόν, και ελπίδα για το δυσχερές μέλλον, η διεκδίκηση του παρόντος και η υπεράσπιση του πάτριου χώρου με όρους δημιουργικής, ειρηνικής συνύπαρξης ανομοίων. Υπό μία έννοια, μάλιστα, η αλληλοανοχή και συνύπαρξη του πλήθους στο Βουλευτήριο της Πλατείας δείχνει ότι στη βάση της κοινωνίας επιχειρείται ήδη η περιλάλητη εθνική συνεννόηση, ενόσω στις κορυφές οι επαγγελματίες πολιτικοί δεν τολμούν να βάλουν το κοινό καλό υπεράνω του προσωπικού συμφέροντος και των προνομίων, δεν τολμούν να δράσουν ως ιστορικά πρόσωπα. May the Force be with us.
Η προχθεσινή σύσκεψη των πολιτικών αρχηγών, υπό τον Πρόεδρο της Δημοκρατίας, πυροδότησε δικαιολογημένα αγωνία σε μεγάλες ομάδες του πληθυσμού, αλλά εντέλει ήταν άλλη μία τελετουργία με επικοινωνιακή σκόπευση, χωρίς πολιτικό περιεχόμενο, τουλάχιστον περιεχομένο ικανό για διάσωση και αναπροσδιορισμό.
Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου προσήλθε χωρίς φανερές προτάσεις, αντιπροτάσεις, γκάμα επιχειρημάτων, ώστε να πείσει, να προσελκύσει ή, έστω, να ρυμουλκήσει την αντιπολίτευση προς μια μίνιμουμ συναίνεση. Κανείς δεν πείστηκε, κανείς δεν πιέστηκε, πλην του φαιδρού οιωνοσκόπου Γ. Καρατζαφέρη, ο οποίος άλλωστε έχει προσφέρει πλειστάκις την υποστήριξη του ζητώντας μετ΄επιτάσεως συγκυβέρνηση. Ο Αντώνης Σαμαράς έμεινε αμετακίνητος στη θέση του για επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου, και παρομοίως αντίθετα να συναινέσουν στη μνημονιακή πολιτική της κυβέρνησης ήταν τα κόμματα της Αριστεράς. Πώς φτάσαμε στο προαναγγελθέν ναυάγιο της τελετουργίας συναίνεσης;
Στις δύο προηγούμενες εβδομάδες η Ελλάδα έζησε, αφόρητα πυκνά, ένα κύμα βίας, φόβου, κοινωνικών ρηγματώσεων και πολιτικών απειλών. Οι βιαιοπραγίες που συντάραξαν το κοινωνικό σώμα επισκιάστηκαν μόνο από τις απειλές περί πτώχευσης και τις αλλεπάλληλες πιεστικές παρεμβάσεις των εταίρων-δανειστών για αναδιευθέτηση του εσωτερικού πολιτικού τοπίου. Ηταν τέτοια η πίεση πάνω στην υπερχρεωμένη χώρα, που έθεσε εν αμφιβόλω την ίδια την του πολιτεύματος, την λαϊκή κυριαρχία· πολύ περισσότερο που διατυπώθηκαν ταυτοχρόνως προτάσεις για δημοψήφισμα, μέσα και έξω από το ΠΑΣΟΚ, ασύμβατες προς τα ειωθότα της Γ’ Ελληνικής Δημοκρατίας.
Επιπλέον, προχθές, ο κ. Παπανδρέου, δια του υπουργού Οικονομικών και με δικά του λόγια, επέσεισε ως μόνο επιχείρημα για την εκμαίευση της συναίνεσης, τον υπαρκτό κίνδυνο της χρεοκοπίας και την έξοδο από την ευρωζώνη, όπως έπραξε πριν απ΄αυτόν η επίτροπος Μαρία Δαμανάκη. Η απειλή αυτή είναι υπαρκτή και απαιτεί εθνικό συναγερμό. Δυστυχώς, όμως, για τη χώρα, το ίδιο υπαρκτή είναι και η σαρωτική απονομιμοποίηση της πολιτικής Παπανδρέου, έτσι όπως καταγράφεται στις έρευνες, αλλά και όπως καταγράφεται τα τελευταία εικοσιτετράωρα στις πλατείες της χώρας: την ώρα που ο πρωθυπουργός, αμήχανος και κουρασμένος, εξήγγειλε στην τηλεόραση την αποτυχία της σύσκεψης των αρχηγών, το παρδαλό πλήθος των Αγανακτισμένων χτυπούσε κατσαρόλες στο Σύνταγμα, έξω από τη Βουλή. Αυτοί οι αδέσποτοι Αγανακτισμένοι, απροσδιόριστοι πολιτικά και απρόοπτης δυναμικής, δρουν πλέον ως απρόβλεπτος επιταχυντής επί μιας πραγματικότητας ήδη χαοτικής και ρευστής.
Το πολιτικό πρόβλημα τροφοδοτείται προφανώς από τα ένστικτα αυτοσυντήρησης των κομμάτων: κανείς δεν θέλει να μοιραστεί την ευθύνη με την κυβέρνηση για τις επιλογές της. Αλλωστε η κυβέρνηση υπερψήφισε το Μνημόνιο, τον περασμένο Μάιο, στηριγμένη στη δική της κοινοβουλευτική πλειοψηφία, και με την επικουρική ψήφο του ΛΑΟΣ και της Ντόρας Μπακογιάννη.
Αλλά το πολιτικό πρόβλημα δεν εξαρτάται πια μόνο από τη στάση των κομμάτων. Ενα χρόνο αργότερα, οι προβλέψεις του Μνημονίου δεν έχουν επιτευχθεί, είτε λόγω κακού υπολογισμού, όπως ομολογεί και η τρόικα, είτε επειδή η κυβέρνηση δεν κατόρθωσε να τηρήσει τους ταχύτατους ρυθμούς μεταρρυθμίσεων. Η οικονομία έχει βυθιστεί στην ύφεση, οι δαπάνες δεν έχουν περιοριστεί αρκετά, τα έσοδα υπολείπονται σημαντικά του στόχου, κι όλα αυτά παρά τις οδυνηρές περικοπές μισθών-συντάξεων, παρά τους βαρείς φόρους. Υφεση, ανεργία και ανασφάλεια παραλύουν τη χώρα, και πάνω σε αυτό το υλικό υπόστρωμα φουντώνουν η ξενοφοβία, η αυτοδικία, η βία: η κρίση είναι κοινωνική. Αυτή η κρίση εκφράζεται, και καταγράφεται πλέον πολλαπλώς, σαν ρήξη του κοινωνικού ιστού, απώλεια εμπιστοσύνης προς το πολιτικό σύστημα και τους θεσμούς, έλλειψη ανοχής.
Κι ακόμη παραπέρα: ζούμε μια ηθική και πνευματική κρίση, κρίση ανθρωπολογικής τάξεως. Τα ερειπιώδη κόμματα με την αμηχανία τους και τη στειρότητά τους εκφράζουν εν πολλοίς μια αναλόγως αμήχανη και στείρα κοινωνία πελατών, γαντζωμένων σε έναν καταρρέοντα κόσμο μικροπρονομίων, θαλασσοδανείων, διορισμών. Εναν κόσμο ετερονομίας και εξαχρείωσης. Το ιταμό ύφος των εταίρων-δανειστών, με το οποίο απευθύνονται στους Ελληνες, βρίσκει έδαφος πάνω στη δική μας ασημαντότητα, στους δικούς μας ασήμαντους ηγέτες, στην εθελόδουλη και οκνηρή μας σκέψη. Είκοσι χρόνια νωρίτερα, ο Παναγιώτης Κονδύλης προφήτευε πικρά την παρούσα κρίση, με οδύνη για την πατρίδα του, για τη γλώσσα και την ποίησή της: «Η νεοελληνική ιστορία, έτσι όπως τη γνωρίσαμε στα τελευταία διακόσια χρόνια, κλείνει τον κύκλο της. Ασφαλώς, τα τραγικά και κωμικά της επεισόδια δεν τέλειωσαν ακόμη, όμως χάνεται η ενότητα της προβληματικής της και ο ειδοποιός της χαρακτήρας.» (Οι αιτίες της παρακμής της σύγχρονης Ελλάδας)
Λαός εκτός ιστορίας; Ναι και όχι. Ναι, στην παρούσα φάση, βρεθήκαμε ουραγοί. Και όχι, όχι εις το διηνεκές, όχι ακόμη και τώρα: Ιn my end is my beginning. Μας το ψιθυρίζει ο Γιάννης Βαρβέρης, μειδιώντας από το επέκεινα καθώς τον αποχαιρετούμε:
«Είμαστε προ της κρίσεως υπερήφανοι
γιατί το θαύμα ήταν πως ζήσαμε
χωρίς το θαύμα.»
(O άνθρωπος μόνος, 2009)
φωτ.: Ελισάβετ Μωράκη
Mια φήμη από τη Μαδρίτη, την Πουέρτα ντε Σολ: «Κάνουμε ησυχία, για να μην ξυπνήσουμε τους Ελληνες», είπαν οι Indignados. Ψεύδος, αλλά το αναπαρήγαγαν εγχώρια μέσα, και δια της μικροσυκοφάντησης, ξύπνησαν το ήδη ερεθισμένο νεύρο του μουγγού λαού, του μεγάλου άγνωστου. O λαός, αυτός ο άγνωστος, πλημμύρισε τις πλατείες σχεδόν χωρίς συγκεκριμένο κάλεσμα, με την τουϊτερική κοινότητα διστακτική ή και ειρωνική, με το φέισμπουκ χαοτικό, με μεμονωμένα μπλογκ αγνώστου προλεύσεως να προσκαλούν διάσπαρτα. Ουσιαστικά το κάλεσμα έρχεται από την Πουέρτα ντελ Σολ, ως θεαματική αφορμή, και από το δεύτερο τσουνάμι που ανήγγειλε ο Παπακωνσταντίνου ως αναπότρεπτη μοίρα. Η απέραντη μικρομεσαία τάξη, αφού λούφαξε για αυτοσυντήρηση, ξεδιπλώνεται ενώπιον της επελαύνουσας καταστροφής της.
Μικρομεσαίο πλήθος είδα στην πλατεία Συντάγματος. Μέσο όρο Ελληνα, οικεία πρόσωπα και εμφανίσεις, νέοι ±30 στη συντριπτική πλειοψηφία, αλλά και μεγαλύτεροι, περιποιημένοι, με τζελαρισμένα μαλλιά και τσιτωμένα smartphones να βιντεοσκοπούν τους εαυτούς τους βρίζοντας το Κοινοβούλιο και όλο το πολιτικό σύστημα, κάτι μεταξύ χάπενινγκ, αυτοσχέδιας περφόρμανς και χαβαλέ. Χωρίς κεντρική καθοδήγηση, χωρίς σχέδιο, χωρίς πρόγραμμα, χωρίς αιτήματα άλλα από “φύγετε!” και «κλέφτες!»
Πλήθος μεγάλο και ανάμικτο, με πολλούς ολοφάνερα πρωτόβγαλτους στην εμπειρία του πεζοδρομίου, μη τυπικά πολιτικοποιημένους: σαν να είχαν μόλις σχολάσει ή να άφησαν το καφενείο και το λάπτοπ οι άνεργοι, και επιδόθηκαν σε άγρια συνθηματολογία, ακραία, σαρωτική, εναντίον του πρωθυπουργού, του αντιπροέδρου και του σύνολου πολιτικού προσωπικού.
Αγρια αντιπολιτικά συνθήματα από απολιτίκ πλήθος; Είναι μια επιπολής περιγραφή, παρακινδυνευμένη. Σίγουρα όμως ο πρωτοφανής παλμός και η μαζικότητα δεν προέρχονται από διάθεση χαβαλέ. Είναι πασίδηλη η αγανάκτηση, τη νιώθεις σωματικά, νιώθεις το θυμό, τον σπασμό αυτοσυντήρησης στο χείλος της καταστροφής που όλοι τη βλέπουν να επελαύνει. Ο χαβαλές άρα είναι φόρμα, δεν είναι κίνητρο.
Στόχος της οργής είναι οι συλλήβδην “κλέφτες” πολιτικοί, και ο ηγέτης πρωθυπουργός, πρώτα απ’ όλα· με συνθήματα, απεικονίσεις και εκφράσεις τέτοιας ωμής αποδοκιμασίας που κανένα τυπικά πολιτικό κίνημα δεν θα διενοείτο να εκφέρει. Υπό μία έννοια, και εφόσον συνεχιστεί αυτή η στάση, ο Γ. Παπανδρέου θα τελειώσει πολιτικά στον δρόμο, σύντομα, από ένα ανοργάνωτο, ανώνυμο πλήθος που έχει ελάχιστους ή κανένα ανθρωπολογικό δεσμό με το σύμπαν της Μεταπολίτευσης και του ΠΑΣΟΚ, και με το αφελές ναυάγιο του opengov.
Αυτή η ιδιότυπη μεταπολιτική του δρόμου και του πλήθους, όπως φάνηκε να αναδύεται στην πλατεία Συντάγματος, εμπεριέχει δυνάμεις δημιουργικής καταστροφής, και δυνάμεις αντιπολιτικές. Η οργή εφόσον μείνει τυφλή και διάχυτη, μπορεί να εκτονωθεί από δημαγωγούς, να χιεραγωγηθεί, να διοχετευθεί προς αλυσιτελείς, σκοτεινές οδούς. Αλλά και όχι.
Η πρόσφατη πείρα από τις πλατείες του Μαγκρέμπ και της Ισπανίας δείχνει ότι μπορεί ταχύτατα να προκύψουν αποτελεσματικές μορφές αυτοοργάνωσης, συντεταγμένος λόγος, ακόμη και ηγετικά πρόσωπα. Το αυθόρμητο δεν είναι χαοτικό, και το χαοτικό δεν είναι μηδενιστικό: από το άμορφο χάος μπορούν να προκύψουν έμμορφα σχήματα, ιδέες, νοήματα· αυτό περιγράφει η Γένεσις, καταγωγικό κείμενο της δυτικής σκέψης.
Οι πολιτικότεροι ημών, οι ντρεσαρισμένοι σε έναν ορισμένο τρόπο πολιτικής σκέψης αριστερορθόδοξο, κορέκτ, εκσυγχρονίζοντα ή νεοφιλελεύθερο, ασφαλώς θα παραξενευτούν απ’ όσα διαδραματίστηκαν την περασμένη Τετάρτη στο Σύνταγμα και τις άλλες πλατείες. Θα είναι σκεπτικιστές, θα εντοπίσουν νεολαϊκισμό, θα ανατριχιάσουν με τη ρητορική του κραυγάζοντος όχλου. Κανείς όμως δεν μπορεί να αρνηθεί τη δυναμική του πλήθους, πώς εισβάλλει στη σκηνή και αλλάζει συσχετισμούς, ανατρέπει στερεότυπα, πρωταγωνιστεί. Οταν το βουβό πλήθος αποκτά φωνή, μπορεί να ακουστεί και παράφωνο, τσιριχτό, υστερικό. Ομως έτσι ακούγεται η σιωπηλή πλειοψηφία, όταν αποφασίσει να σπάσει τη σιωπή της. Εχει πολλούς λόγους να τη σπάσει, κι αυτός είναι ο σημαντικότερος: νιώθει ότι απειλείται η ύπαρξή της, η υπόστασή της, η ίδια η ράθυμη πολυτέλεια της σιωπής.
Αφουγκραστήκαμε τη σιωπή μας, το φόβο, την αυτοσυγκράτηση. Κάναμε τα κουμάντα μας με το περίφημο “λίπος”. Τώρα ακούμε κραυγές.
[sneak preview]
φωτ.: Ελισάβετ Μωράκη
Βαριά πληγωμένη οικονομικά, μουδιασμένη κοινωνικά, χωρίς σχέδιο και αυτοπεποίθηση, η χώρα πορεύεται ακυβέρνητη. Ο πρωθυπουργός φέρεται σαν να έχει απολέσει την εμπιστοσύνη των Ευρωπαίων εταίρων και του εξωτερικού παράγοντος· η δε κυβέρνηση απαρτίζεται πλέον από πρόσωπα που προετοιμάζονται για την επόμενη ημέρα και για την ατομική τους διάσωση. Αυτά διακρίνουν και η τρόικα και η Ε.Ε., εξ ου και οι υποδείξεις τους είναι πλέον ωμά πολιτικές και ασφυκτικές.
Πιο ψύχραιμος φαίνεται να είναι ο λαός, ο οποίος συνολικά έχει επιδείξει αξιοσημείωτη εγκαρτέρηση και πειθαρχία στα νέα δεδομένα πτωχείας και ανεργίας. Σε ένα βουβό πλειοψηφικό ρεύμα, αρκετές από τις μεταρρυθμίσεις που προβλέπονται στο Μνημόνιο γίνονται αποδεκτές, στο βαθμό που εξορθολογίζουν το κράτος· άλλες μεταρρυθμίσεις και περικοπές κρίνονται μη αναγκαίες ή και καταστροφικές. Αυτό που δεν γίνεται αποδεκτό είναι το ενδεχόμενο Δεύτερο Μνημόνιο, επαχθέστερο από το πρώτο και συνεπαγόμενο βαθύτερη ύφεση. Επιπλέον η κοινή γνώμη φαίνεται να μετατοπίζεται και ως προς τον Γ. Παπανδρέου: ενάμιση χρόνο από την εκλογική του νίκη, όλο και περισσότεροι τον θεωρούν υπαίτιο για το αδιέξοδο της χώρας.
Σε αυτό το κομβικό σημείο, εμφανίζεται ο Αντώνης Σαμαράς στο Ζάππειο 2. Ο πρώην αποσυνάγωγος του πολιτικού συστήματος, το αουτσάιντερ που κέρδισε την ηγεσία της συντριβείσας ΝΔ, επιβαρυμένης με κυβερνητικά σκάνδαλα και σπατάλες, αποτόλμησε κάποιες αλλαγές εν μέσω κρίσης: άλλαξε τη ρητορική του κόμματος, άλλαξε στόχευση και φυσιογνωμία. Κυρίως αποτόλμησε να εναντιωθεί στο Μνημόνιο, και τώρα, που ζητούμενο είναι μια άλλη διέξοδος, αισθάνεται δικαιωμένος ιστορικά, έτοιμος να διεκδικήσει την εξουσία.
Με την προχθεσινή του παρέμβαση αλλάζει την ατζέντα προς όφελός του: έκανε ηγετική εμφάνιση, δίνοντας έμφαση στην ανάκτηση της χαμένης αυτοπεποίθησης του λαού και παρουσιάζοντας μια διέξοδο από την ύφεση, ενώ ταυτόχρονα προσελκύει το ενδιαφέρον του ξένου παράγοντος, που αναζητεί συνομιλητές με πολιτική αποδοχή. Ο δρόμος θα είναι εξαιρετικά δύσβατος για τον Α. Σαμαρά, αλλά ήδη του ανοίγεται μια δυνατότητα.
Του Αγίου Γεωργίου ανήμερα, 2010. Ο Ελληνας πρωθυπουργός από το Καστελόριζο, από την εσχατιά της ελληνικής επικράτειας, ανακοίνωσε την προσφυγή στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Το πιστόλι που ο ίδιος είχε βάλει στο τραπέζι εκπυρσοκρότησε.
Η επυρσοκρότηση μπορεί να καταλήξει σε αυτοχειριασμό ή αυτοτραυματισμό, θα το νιώσουμε· μπορεί όμως να εκληφθεί και σαν πιστολιά του αφέτη, σαν σινιάλο για εκκίνηση. Βεβαίως μπορεί να σημαίνει και τα δύο: ο πυροβολών αφέτης τραυματίζεται καίρια και οι δρομείς ξεχύνονται στην κούρσα.
Ποια είναι η κούρσα; Ποιοι οι δρομείς; Ποιο το τέρμα και ποιο το έπαθλο; Κούρσα είναι η Ζωή Μετά Το ΔΝΤ, μετά την πτώχευση. Δρομείς, οι Ελληνες, όλοι ή σχεδόν όλοι. Τέρμα και έπαθλο η διάσωση της κοινωνίας και της χώρας.
Είπαμε, σύμφωνα με ένα σενάριο, ο αφέτης αυτοτραυματίζεται, εξουδετερώνεται. Πράγματι, το πολιτικό σύστημα που οδήγησε τη χώρα σε αυτό το σημείο, παρότι προσπαθεί ακόμη να διατηρήσει κάποια εξουσία, υπό το φως των ραγδαίων εξελίξεων φαίνεται να εξουδετερώνεται: εφεξής χάνει τον έλεγχο των κινήσεων, χάνει τη δυνατότητα πολιτικών πρωτοβουλιών, και πολύ σύντομα, καθώς ο πολιτικός χρόνος πια έχει πυκνώσει πρωτόγνωρα, θα χάσει την ανοχή του κοινωνικού σώματος, θα χάσει και τα τελευταία ίχνη πολιτικής νομιμοποίησης.
Οι δρομείς έχουν φύγει μπροστά, σε κούρσα αντοχής, σε Μαραθώνιο, σε μια κούρσα που απαιτεί όχι μόνο φυσική αντοχή, αλλά και στρατηγική, σχέδιο, τακτική, σθένος ― σθένος και πίστη προπάντων. Οι δρομείς είμαστε όλοι εμείς, όλοι όσοι παραμένουμε σε τροχιά ζωής με αξιοπρέπεια και δημιουργικότητα, αλληλέγγυοι και μοντέρνοι, με συναίσθηση ιστορίας, με υπερηφάνεια για την κοινότητα, με έγνοια για την πατρίδα, με ευθύνη για τις επερχόμενες γενιές: αυτά μάς ενώνουν, αυτά που λησμονήσαμε και υποτιμήσαμε και χλευάσαμε. Μόνο αυτά μπορούν να μας κρατήσουν ζωντανούς, να μάς εμπνεύσουν και πάλι για μια καινούργια αρχή. Αυτά είχαμε, αυτά έχουμε: αυτή η πατρίδα δεν πουλιέται, δεν χάνεται.
ζωγραφική: Πέρης Ιερεμιάδης, 2006
Η Ελλάδα και η Ευρώπη ζουν ιστορικές στιγμές. Η οικονομική κρίση και η απειλή του greed capitalism αναγκάζουν τα έθνη της Ευρωπαϊκής Ενωσης να επανεξετάσουν θεμελιώδεις συμφωνίες, όπως της ΟΝΕ, τα αναγκάζουν να σκεφτούν την κρίση με πολιτικούς όρους ― επιτέλους. Η Ελλάδα ευρισκόμενη στην αιχμή των εξελίξεων, δείχνει το δρόμο που μπορεί να πάρει η Ε.Ε. στο μέλλον, και ταυτόχρονα, ως πειραματόζωο, βρίσκεται στη δεινότερη θέση: εκχωρεί εθνική κυριαρχία, προκειμένου να πάρει μια ανάσα από τα χρέη που την πνίγουν.
«Χάσαμε μέρος της κυριαρχίας μας…» Ο πρωθυπουργός Γ. Παπανδρέου περιέγραψε με σαφήνεια τι συνέβη στη Σύνοδο Κορυφής της Ε.Ε. για τη διάσωση της ελληνικής οικονομίας. Η Ελλάδα δεν έλαβε χρήματα, απεδέχθη σκληρή τριπλή επιτήρηση, από Κομισιόν, ΕΚΤ και ΔΝΤ, πιθανόν με διορισμένο επίτροπο στην Αθήνα, δεσμεύτηκε να επιβάλει και επιπλέον δημοσιονομικούς περιορισμούς στο μέλλον, και αντ’ αυτών έλαβε ρηματική πολιτική στήριξη, η οποία, όπως αναλύει ο γερμανικός τύπος, είναι ουσιαστικά στήριξη προς το ευρώ και την ευρωζώνη απέναντι στις απειλητικές διαθέσεις των κερδοσκοπικών κεφαλαίων.
Για την επόμενη τριετία, όσο θα διαρκέσει το Πρόγραμμα Σταθερότητας, η Ελλάδα θα επιτηρείται στενά· δηλαδή, η εκλεγμένη της κυβέρνηση θα φέρει όλη την ευθύνη του χρέους, αλλά θα διαθέτει περιορισμένα περιθώρια κινήσεων: όλες οι κινήσεις της θα τελούν υπό αίρεση και υπό έγκριση. Ιδίως σε ό,τι αφορά ριψοκίνδυνες πράξεις για πυροδότηση της ανάπτυξης ή ανακούφιση του πληθυσμού από τα επίχειρα της επερχόμενης ύφεσης.
Δεν γνωρίζουμε πώς και πότε θα ανάσανει ελεύθερα η χώρα μας, αν θα ανακτήσει πλήρως την ανεξαρτησία της στην εκπνοή της τριετίας. Γνωρίζουμε όμως ότι υπό την παρούσα κυβέρνηση το ιδρυτικό τρίπτυχο του ΠΑΣΟΚ “Εθνική ανεξαρτησία – Λαϊκή κυριαρχία -Κοινωνική Απελευθέρωση” εξέπνευσε οριστικά, μαζί με όλα τα στερεότυπα και τις ψευδαισθήσεις της Μεταπολίτευσης.
Xθες το βράδυ δεν ήχησαν οι καραμούζες. Οι πανηγυρισμοί των νικητών ήταν μετρημένοι. Οι πολλοί, οι συντριπτικά πολλοί, ακόμη και ψηφίσαντες τον Γ. Παπανδρέου, ήταν σκεπτικοί, ψυχροί. Οι περισσότεροι έχουν δει κι άλλες εκλογές, κι άλλες εναλλαγές, γνωρίζουν τα πρόσωπα, τα κόμματα, τους μηχανισμούς, έχουν δει πώς η εξουσία αλλοιώνει προσωπικότητες και φθείρει συνειδήσεις.
Σκεφτόντουσαν τι έζησαν τα τελευταία χρόνια με τη διακυβέρνηση Καραμανλή, πόσες διαψεύσεις και απογοητεύσεις έδρεψαν, πόση ανικανότητα και φαυλότητα ένιωσαν στο πετσί τους. Δύο φορές είδαν τον Κώστα Καραμανλή να παίρνει εντολή κυβέρνησης και στο τέλος τον είδαν να εγκαταλείπει τον αγώνα, χωρίς να αγωνιστεί. Και να συντρίβεται. Αυτή η αφλογιστία, το αμλετικό σύνδρομο του Κ. Καραμανλή, θα απασχολήσει τους ιστορικούς.
Προς το παρόν, βλέπουμε τον Γιώργο Παπανδρέου να παίρνει εντολή, με ένα σύνθημα ορμητικό και αόριστο: Πάμε! Χωρίς όμως να λέει πού πάμε, προς ποια κατεύθυνση, με ποιους όρους, με ποιες προϋποθέσεις. Πάμε… Ωστόσο, το 43% του λαού ψήφισε αυτό το αόριστο “Πάμε!” Χωρίς αυταπάτες, πιστεύω. Οι πολίτες δεν πιστεύουν σε θαύματα, δεν πιστεύουν σε δραστικές αλλαγές. Δεν είχαν όμως και άλλη εναλλακτική εξουσίας. Ψήφισαν ελπίδα εν απελπισία. Ψήφισαν εν κενώ πολιτικής, με την πολιτική απούσα, με τις ιδέες και τα σχέδια απόντα, με μόνη παρούσα μια αχνή ελπίδα: μήπως και γίνει κάτι.
Τώρα, όλοι θα ήθελαν να μπουν στο μυαλό του Γ. Παπανδρέου. Πώς θα κυβερνήσει; Με ποιους; Με τους οικείους του και το περιβάλλον του; Με εισαγόμενους τεχνοκράτες; Με αναθέσεις outsourcing; Με ανατροπές και ρήξεις; Με νεωτερισμούς; Με υπόρρητους συμβιβασμούς; Πολύ σύντομα θα ξέρουμε.
Ο Γ. Παπανδρέου έχει μια ιστορική ευκαιρία. Αναλαμβάνει σε μια στιγμή που η χώρα βρίσκεται σαστισμένη και δύσθυμη, απογοητευμένη και χωρίς αυτοπεποίθηση, με ραγισμένη κοινωνική συνοχή και δυσεπίλυτα δομικά προβλήματα. Κυρίως, με φοβισμένους μικρομεσαίους και νεολαία απαισιόδοξη και οργισμένη ― δηλαδή με τη ραχοκοκκαλιά και τον ανθό της κοινωνίας αποκλεισμένους και από την πολιτική ατζέντα και από το μέλλον.
Αυτή ακριβώς η δυσθυμία, και η αίσθηση ότι “πιάσαμε πάτο”, μπορεί να είναι η ιστορική ευκαιρία του Γ. Παπανδρέου. Αναλαμβάνει με τις ελάχιστες δυνατές προσδοκίες. Αλλά και γι΄αυτό επίσης, η κρίση των πολιτών θα είναι πολύ αυστηρή. Και η υπομονή τους βραχεία.