You are currently browsing the tag archive for the ‘γεωπολιτική’ tag.
Oσο οι Ελληνες είναι στραμμένοι, δικαίως, στην εξοντωτική και άδικη φορολόγηση ακινήτων, κινητών και κεφαλών, το διεθνές περιβάλλον επιδεινούται ταχύτατα, με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την Ελλάδα, δυσμενείς δυστυχώς.
Ας παραβλέψουμε προσώρας το ηφαίστειο της Μέσης Ανατολής, κι ας στρέψουμε το βλέμμα στη Μαύρη Θάλασσα, στην Ουκρανία. Οι κυρώσεις κατά της Ρωσίας, που επιβάλλει η Ευρωπαϊκή Ενωση, μοχλευμένη σκανδαλωδώς από τις ΗΠΑ, προκαλούν εξ αντιδράσεως ρωσικά αντίμετρα.
Το αμοιβαίο εμπάργκο Ευρώπης-Ρωσίας προκαλεί μεγάλες ζημίες στους δύο εταίρους. Το ρούβλι υποχωρεί, η Ρωσία απειλείται με ύφεση και συρρίκνωση· αντιδρά. Η απαγόρευση εισαγωγών αγροδιατροφικών προϊόντων, ο αποκλεισμός του ρωσικού εναέριου χώρου για τις ευρωπαϊκές αεροπορικές εταιρείες, η κάμψη της τουριστικής κίνησης προς την Ευρώπη, είναι μερικές μόνον από τις κινήσεις εμπορικού πολέμου, οι οποίες αποτιμώνται σε μεγάλες απώλειες για τις ήδη χειμαζόμενες οικονομίες των ευρωπαϊκών χωρών. Η Φινλανδία τρέμει: οι εξαγωγές προς τη Ρωσία είναι το 10% του ΑΕΠ της· ο πρωθυπουργός της απειλεί να ζητήσει αποζημίωση από την Ε.Ε. ΟΙ Ελληνες φρουτοπαραγωγοί μετρούν ήδη χαμένες αγορές, ενώ ο ελληνικός τουρισμός προϋπολογίζει τις απώλειες στα 300 εκατ. ευρώ.
Αλλά ο εφιάλτης θα είναι η διαταραχή της ομαλής προμήθειας της Ευρώπης με ρωσικό αέριο και πετρέλαιο. Μια ιστορική σχέση εμπορικής και στρατηγικής συνύπαρξης κινδυνεύει να διαρραγεί, με απρόβλεπτες γεωπολιτικές και γεωοικονομικές συνέπειες για την Ευρώπη, η οποία εν τω μεταξύ δοκιμάζεται αγρίως από την ύφεση, την ανεργία, τον αποπληθωρισμό και την υπερχρέωση.
Ευλόγως οι Ευρωπαίοι που δεν έχουν χάσει το μυαλό τους αναρωτιούνται πώς αντιδρά η νεοεκλεγμένη ηγεσία της Ε.Ε. στις Βρυξέλλες, πώς αντιδρούν οι ηγεσίες της Γερμανίας, της Γαλλίας, των άλλων μεγάλων χωρών, δηλαδή κυρίως πώς αντιδρούν στις απροκάλυπτες πιέσεις των ΗΠΑ να απομακρύνουν την Ευρώπη από τη Ρωσία και την Ανατολή.
Φυσικά δεν περιμένουμε τίποτε από τους απερχόμενους πολιτικούς νάνους της Κομισιόν, Μπαρόζο, Βαν Ρομπάι, Αστον, αλλά ούτε από τον ήδη συμβιβασμένο και εξ αντικειμένου δευτερεύοντα Γιούνκερ. Το ενδιαφέρον στρέφεται προς το Βερολίνο και το Παρίσι. Η καγκελάριος Μέρκελ θα είναι η νεκροθάφτης του ανοίγματος προς Ανατολάς, που πολύ προσεκτικά έχει οικοδομήσει η Γερμανία από τον Βίλυ Μπραντ έως τον Γκ. Σρέντερ, προεκτείνοντας τη στρατηγική του Βίσμαρκ; Ο δε πρόεδρος Ολάντ θα εγκαταλείψει το γκωλικό δόγμα της «ευρωπαϊκής Ευρώπης», ευνουχίζοντας εντελώς, διπλωματικά και στρατηγικά, τη Γαλλία; Βερολίνο και Παρίσι θα εγκαταλείψουν την «Παλαιά Ευρώπη», η οποία διεφάνη στον Πόλεμο του Ιράκ, και θα επικρατήσει η αμερικανόφιλη «Νέα Ευρωπη» των Πολωνών και του Τόνι Μπλαιρ, που επαινούσε διχαστικά η Ουάσιγκτον; Κοντολογίς: η Ευρώπη θα δράσει υπέρ των ιστορικών και στρατηγικών συμφερόντων της; Ή θα συρθεί ταπεινωμένη και εξασθενημένη, ικέτης, σε μια ετεροβαρή διατλαντική συμφωνία κοινού εμπορίου, υπό την αμερικανική και νατοϊκή στρατιωτική ομπρέλα, εγκαταλείποντας τον ζωτικό χώρο προς Ανατολάς;
Η Ελλάδα μόνο απώλειες μπορεί να περιμένει από τον άτυπο πόλεμο Ε.Ε.-Ρωσίας. Πολλαπλώς: στο εξαγωγικό εμπόριο, στον τουρισμό, στην προσέλκυση ρωσικών επενδύσεων, στο στρατηγικό αντίβαρο της Ρωσίας έναντι της Τουρκίας. Πολύ περισσότερο που απειλείται με διπλωματική ήττα ακόμη και από την Αλβανία: η παρούσα αλβανική κυβέρνηση απειλεί να ακυρώσει τη διακρατική συμφωνία που έχει συναφθεί με την Ελλάδα για καθορισμό της ΑΟΖ.
Οι δε ειδήσεις από τα διαρκή μέτωπα του Μακεδονικού και του Κυπριακού σίγουρα δεν είναι οι καλύτερες.
Η επαπειλούμενη ιδιότυπη χρεοκοπία της Αργεντινής, που τόσο εξάπτει τα πνεύματα στην πτωχή Ελλάδα, προσθέτει τη δική της αστάθεια σε ένα διεθνές σκηνικό ήδη αβέβαιο, σκοτεινό, ασταθές. Η απόφαση του δικαστή της Νέας Υόρκης Τόμας Γκρίεζα, που υποχρεώνει την Δημοκρατία της Αργεντινής να πληρώσει στο κερδοσκοπικό fund NML το 100% της αξίας των αργεντίνικων ομολόγων που διακρατά, κατά προετεραιότητα έναντι των αναδιαρθρωμένων πιστωτών, έβαλε φωτιά στις διεθνείς χρηματαγορές αλλά και κλόνισε τη διακρατική πίστη.
Ο επίμονος δικαστής ανατρέπει πάγιες πρακτικές στην αναδιάρθρωση κρατικών χρεών, γεγονός που οδήγησε το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο να εκφράσει την έντονη ανησυχία του για το πώς μελλοντικά θα αναδιαρθώνουν τα χρέη τους τα κυρίαρχα κράτη, σε συμφωνία με τους πιστωτές. Δια της αποφάσεώς του, ο δικαστής ανατρέπει την αρχή της ισότιμης μεταχείρισης των πιστωτών (pari passu), και αυτή την απόφαση το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ δια της σιωπής του την άφησε να περάσει, ούτε την απέρριψε ούτε την ενέκρινε. Παρόμοιες ενστάσεις και ανησυχίες με του ΔΝΤ διατυπώνονται από πολλούς αναλυτές χρηματοπιστωτικών οργανισμών, νομικούς και έγκυρες εφημερίδες: Η Αργεντινή δεν χρεοκοπεί, περιγράφουν, λόγω αρνήσεως ή αδυναμίας πληρωμής, αλλά λόγω δικαστικού εξαναγκασμού, που μπλοκάρει την ροή πληρωμών προς τους αναδιαρθρωμένους πιστωτές, προς όφελος του «γύπα» Πολ Σίνγκερ, αγοραστή αργεντίνικων ομολόγων από τη δευτερογενή αγορά έναντι ελαχίστου κλάσματος της ονομαστικής αξίας. Το μπλοκάρισμα της εξυπηρέτησης του αναδιαρθρωμένου χρέους δεν αμφισβητεί μόνο την κυριαρχία του κράτους της Αργεντινής, αλλά και την κυριαρχία όλων των κρατών επί των ομολόγων που εκδίδουν.
Γιατί όμως το Ανώτατο Δικαστήριο επέτρεψε αυτή την απόφαση που θέτει το δόλιο κέρδος υπεράνω της εθνικής κυριαρχίας ενός κράτους και της συμφωνίας του με τους πιστωτές του; Φυσικά δεν μπορούμε να είμαστε βέβαιοι για την τελική έκβαση της υπόθεσης, αλλά μπορούμε να συνδέσουμε την επίδειξη ισχύος του αμερικανού δικαστή, με την επίδειξη ισχύος που κάνουν οι ΗΠΑ τους τελευταίους αρκετούς μήνες επί των μεγάλων ευρωπϊκών τραπεζών: τα πρόστιμα που επιβάλλουν στους αμερικανικούς κλάδους των ευρωπαϊκών οίκων είναι ασύλληπτου μεγέθους, προκαλούν τριγμούς στα οικοδομήματά τους, έχουν πλέον χαρακτηριστικά πολέμου. Οι γαλλικές, γερμανικές και ελβετικές τράπεζες που δραστηριοποιούνται στις ΗΠΑ και υπόκεινται στο αμερικανικό δίκαιο έχουν πληρώσει πολλά δισ. δολάρια. Η οικονομική πίεση είναι πολιτικό όπλο: οι ΗΠΑ υπενθυμίζουν την ισχύ τους σε όποιον αμφισβητεί την επιρροή και τις νουθεσίες τους.
Η Ευρώπη και η απρόθυμη ηγεμονεύουσα Γερμανία αισθάνονται την πίεση περισσότερο και από την Αργεντινή. Δεν τιμωρούνται μόνο οι μεγάλες τράπεζες για τα βρώμικα παιχνίδια τους, η Ευρώπη μοχλεύεται στην Ουκρανία, και πιέζεται να αντιπαρατεθεί με τη Ρωσία, στρατηγικό προμηθευτή ενέργειας και εμπορικό εταίρο. Η κλιμακούμενη αντιπαράθεση περί του ουκρανικό, με τα μέτρα εμπάργκο, θα πλήξει όχι μόνο τη Ρωσία αλλά και τους Ευρωπαίους.
Ετσι, η Ρωσία απομακρύνεται από την Ευρώπη και στρέφεται προς τους εταίρους της των BRICS. Συμφωνεί ενεργειακή προμήθεια με την Κίνα, εδραιώνει τις συνεργασίες της με την Ινδία στην αμυντική βιομηχανία, προσκαλεί την Αργεντινή στη σύνοδο των BRICS τον περασμένο μήνα. Στη σύνοδο αυτή άλλωστε οι πέντε μεγάλες χώρες συμφώνησαν στη δημιουργία της δικής τους αναπτυξιακής τράπεζας, με προίκα 50 δισ. δολ. και συναλλαγματκά διαθέσιμα 100 δισ., μια φιλόδοξη δομή παραπληρωματική και ανταγωνιστική προς το ΔΝΤ και την Παγκόσμια Τράπεζα, παραδοσιακά επηρεαζόμενες από τις ΗΠΑ. Οι BRICS είχαν λάβει υπόσχεση το 2010 στη σύνοδο των G20 για αύξηση των ψήφων τους στο ΔΝΤ κατά 6%, αλλά η υπόσχεση δεν τηρήθηκε.
Στο περιθώριο της συνόδου επίσης ο Κινέζος Πρόεδρος επισκέφθηκε την Αργεντινή και υπέγραψε με την πρόεδρο Κριστίνα Φερνάντες συμφωνίες για παραγωγικές επενδύσεις 7,2 δισ. δολ. και για τόνωση των συναλλαγματικών αποθεμάτων της διψασμένης χώρας, ύψους 11 δισ. Τις ίδιες μέρες εκτυλισσόταν εκ παραλλήλου στη Νέα Υόρκη το θρίλερ του δικαστή Γκρίεζα και του γύπα Σίνγκερ…
Η αστάθεια του μεταψυχροπολεμικού κόσμου πρέπει να εξετάζεται από πολλές γωνίες θέασης: οικονομικά, στρατιωτικά, γεωπολιτικά. Ακόμη και πολιτισμικά. Κυρίως όμως ως αγώνας για κυριαρχία, ή ισορροπία διά αποτροπής μεγέθυνσης του δυνητικού αντιπάλου. Βεβαίως οι μη μετρήσιμες παράπλευρες συνέπειες, οι απρόβλεπτες μεταβλητές, η ετερογονία των σκοπών είναι πάντα παρούσες και ανατρέπουν τους σχεδιασμούς. Το πλήγμα της 11/9 και ο εν συνεχεία πόλεμος σε Ιράκ και Αφγανιστάν σηματοδότησαν μια μείζονα αναταραχή στον πλανήτη, που ντύθηκε με όρους σύγκρουσης πολιτισμών. Εν συνεχεία οι ΗΠΑ απεσύρθησαν από τα πεδία των πολέμων, χωρίς εμφανή κέρδη. Ιδού όμως, η σύγκρουση πολιτισμών συμβαίνει στη Μοσούλη και στην Τρίπολη. Στα εγκαταλειφθέντα πεδία ανοίγονται τώρα ιστορικά ρήγματα πρωτοφανή, μαίνονται ιεροί πόλεμοι, αναχαράσονται σύνορα ύστερα από μισό αιώνα, ιδρύονται χαλιφάτα τζιχαντιστών και εμιράτα φυλάρχων. Η Ευρώπη αποκτά σύνορα με πεδία πολέμων και εθνοτικού χάους, από την Ουκρανία έως τη Λιβύη και τη Μέση Ανατολή. Υποδέχεται βουβά κύματα μεταναστών και προσφύγων.
Η Ευρώπη… Προς το παρόν είναι η μεγάλη χαμένη, διπλωματικά, πολιτικά και οικονομικά, παρότι δεν ενεπλάκη ευρέως στους πολέμους της περασμένης δεκαετίας, παρότι δεν εγέννησε το κραχ του 2008. Παραμένει πάντα η κατ’ εξοχήν ζώνη ειρήνης, δημοκρατίας και ευημερίας στον πλανήτη. Οχι πια όμως αδιάβροχη. Δοκιμάζεται βάναυσα η εσωτερική συνοχή της, δοκιμάζεται το επίπεδο διαβίωσης των πολιτών της, δοκιμάζονται οι προσδοκίες των νεότερων γενεών, δοκιμάζεται η ίδια η υπόσταση του ευρωπαϊκού σχεδίου. Το Μπουένος Αϊρες, το Κίεβο, η Μοσούλη, η Τρίπολη, η Γάζα, δεν είναι μακριά.
Eπανερχόμαστε. Ποιες σκέψεις, αναλύσεις και προβληματισμοί αναπτύσσονται σήμερα στα ευρωπαϊκά κέντρα διαμόρφωσης πολιτικής; Αφορμή, ο 155ος Κύκλος Bergerdorf που διοργάνωσε στην Αθήνα το Ιδρυμα Koerber την περασμένη εβδομάδα, με τη συμμετοχή πολιτικών, ακαδημαϊκών, αξιωματούχων της E.E., αναλυτών think tanks και δημοσιογράφων.
Το κορυφαίο θέμα της διεθνούς επικαιρότητας και απαρχή μιας νέας θερμότερης εποχής, η Ουκρανία, απασχόλησε έντονα τον κύκλο συνομιλητών. Πώς απασχολούν την Ευρώπη ο Ατλαντικός και η Ευρασία; Σύμφωνα με μια προσέγγιση, η Ε.Ε. οφείλει να θέσει τρεις προτεραιότητες: να στραφεί προς την Ανατολή, που «διψά» για Ευρώπη, και να βάλει σε δεύτερη μοίρα τον ευρωσκεπτικιστικό Νότο· να διευρύνει τη σχέση της με τη στρατηγικής σημασίας νεοϊσλαμική Τουρκία· να εμβαθύνει την διατλαντική συμμαχία. Οπως ειπώθηκε, η ισχυρή οικονομικά Γερμανία διαθέτει μόνο soft power, την Ευρώπη προστατεύει η οπλική ομπρέλα των ΗΠΑ. Το προωθούμενο Σύμφωνο Ελευθέρου Εμπορίου ΗΠΑ-Ε.Ε. είναι η άλλη μείζων πτυχή της διατλαντικής συμμαχίας.
Η προειρηθείσα προσέγγιση, ουσιαστικά μια βολονταριστική προτροπή για πιο ενεργητική εξωτερική πολιτική της Ε.Ε., περιέχει κάποιες αντιφάσεις και προκάλεσε αντιρρήσεις. Οι Γερμανοί πολιτικοί είναι πολύ επιφυλακτικοί απέναντι στο ενδεχόμενο να αναλάβουν ηγεμονικά τα ηνία της Ε.Ε. και να διαμορφώσουν την εξωτερική πολιτική της, παρότι φαίνεται ότι στην πράξη το κάνουν. Εξάλλου μια κοινή εξωτερική πολιτική επί θερμών πεδίων έχει φανεί δυσχερέστατη, όπως έδειξε ο διχασμός σε «παλαιά» και «νέα» Ευρώπη κατά τον πόλεμο στο Ιράκ. Στο τρέχον θέμα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας, η Βρετανία και η Αυστρία είχαν αντιρρήσεις εξαρχής, λόγω ισχυρών δεσμών με ουκρανικά και ρωσικά κεφάλαια, και τώρα προστίθενται οι επιφυλάξεις της Γαλλίας.
Οι σημαντικότερες επισημάνσεις αφορούν τη δομή της ρωσικής εξουσίας και τις ρωσοευρωπαϊκές σχέσεις, σε μια εποχή που σηματοδοτείται από την δυναμική επάνοδο της παραδοσιακής γεωπολιτικής. Ο Πούτιν μπορούσε να ελέγξει την Κριμαία οικονομικά και πολιτικά, χωρίς στρατιωτικά μέσα. Η εμφάνιση στρατιωτικών δυνάμεων περιέχει ισχυρό συμβολισμό, στέλνει ένα μήνυμα στον κόσμο: το πεδίο ορίζεται από όποιον διαθέτει ισχύ σε όλες τις μορφές της, όχι μόνο οικονομική. Η ουκρανική κρίση δείχνει ότι τα σύνορα δεν είναι παγιωμένα, όπως επί Ψυχρού Πολέμου· ρευστοποιούνται. Οπως η Ε.Ε. είναι ένα δυναμικό σχέδιο σε διαρκή μεταμόρφωση, έτσι και η Ρωσία: τη δεκαετία του ’90 ήταν αδύναμη, όχι πια, τώρα αναδύεται ως αυτοκρατορία, με επικεφαλής τον Πούτιν, αλλά χωρίς διάδοχο πρόσωπο ή σχήμα. Ως εκπαδευμένο στέλεχος των υπηρεσιών πληροφοριών, ο Ρώσος ηγέτης στηρίζεται στη γνώση του αντιπάλου, στις γρήγορες αποφάσεις και στην ικανότητα να στρατολογεί ανθρώπους ― όχι σε θεσμούς. Σημείο καμπής για τον αυξημένο συγκεντρωτισμό του ήταν το 2012, όταν λαός και πολιτικοί αμφισβήτησαν την απόλυτη εξουσία του· έκτοτε εξασφάλισε τον πλήρη έλεγχο όλων των κέντρων ισχύος.
Ο Πούτιν γνωρίζει πολύ καλά την Ε.Ε.· η Ε.Ε. δεν γνωρίζει πολλά για τη δομή του βαθέος ρωσικού κράτους, ακόμη και για την ψυχολογία του ρωσικού λαού. Π.χ. είναι ευρέως διαδεδομένη η λαϊκή αντίληψη ότι η Ευρώπη είναι αδύναμη και σε ηθική παρακμή· κι αυτή την αντίληψη φαίνεται να τη συμμερίζεται ο Πούτιν ή τουλάχιστον να τη χειρίζεται.
Σε αυτό το νέο γεωπολιτικό και ιστορικό πλαίσιο, η Γερμανία εφόσον επιθυμεί να ηγεμονεύσει, πρέπει να κερδίσει τη νομιμοποίησή της εντός της Ε.Ε. και να δράσει εναντίον των βραχυπρόθεσμων συμφερόντων της, προκειμένου να εξυπηρετήσει μακροπρόθεσμους στόχους και να κρατήσει ενωμένη την Ε.Ε. ― κάτι που δεν έπραξε κατά την κρίση του 2008-2010.
Το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008, η ακολουθήσασα κρίση της ευρωζώνης και η κρίση στην Ουκρανία μάς αναγκάζουν να σκεφτόμαστε την πολιτική όχι μόνο με όρους τρέχουσας διαχείρισης αλλά με όρους ιστορίας, όρους γεωγραφίας, όρους επιβίωσης μεγάλων συνόλων. Στην Ελλάδα του 2010-14 αυτή η εμπειρία βιώνεται βαθιά και επώδυνα· αλλά δεν είναι μόνη: όλη η Ευρώπη σκέφτεται την κρίση, σκέφτεται τον εαυτό της ως κρίση, αν και με διαφορετική ένταση η κάθε χώρα.
Είχαμε την ευκαιρία να επιβεβαιώσουμε αυτή την εικόνα σε μια πολύ ενδιαφέρουσα διήμερη συζήτηση μεταξύ ειδικών, που οργάνωσε στην Αθήνα το γερμανικό Ιδρυμα Koerber, στο πλαίσιο των διαλόγων Bergedorf ― ο αθηναϊκός ήταν ο 155ος. Πολιτικοί, ακαδημαϊκοί, αναλυτές think tanks, δημοσιογράφοι συνομίλησαν για το πώς η Ευρώπη θα αναδυθεί από την κρίση. Παρά την εντυπωσιακή απουσία Γάλλων, Ιταλών, Ισπανών, Πορτογάλων, δηλαδή όλης της «λατινικής» και μεσογειακής Ευρώπης, και την ετεροβαρή παρουσία των Βορείων, προερχομένων κυρίως από Βερολίνο, Βρυξέλες και Λονδίνο, οι προσεγγίσεις ποικίλαν: η αγγλοσαξωνική σκέψη για τη δομή και τα προβλήματα της ευρωζώνης παραμένει αισθητά διάφορη της γερμανικής· η Γερμανία κατηγορείται ότι εξάγει αποπληθωρισμό στην Ευρώπη. Διαφορετικές είναι επίσης οι προσεγγίσεις στις γεωπολιτικές επιδιώξεις και τη διπλωματική δράση της Ε.Ε.
Η χρηματοπιστωτική κρίση απεκάλυψε την ελλιπή αρχιτεκτονική του ευρώ, την απουσία μηχανισμών διαχείρισης κρίσεων, το πολιτικό κενό σε επίπεδο ομοσπονδίας, την ασυμμετρία μεταξύ Βορρά-Νότου. Η ίδια η κρίση ωστόσο πυροδότησε τη δημιουργία μηχανισμών διάσωσης-ρύθμισης και κυρίως την έναρξη μιας τολμηρότερης συζήτησης, πέρα από τη μακάρια ορθοδοξία του κυρίαρχου νεοφιλελεύθερου υποδείγματος· αίφνης, ο κεϋνσιανισμός, η δημογραφία, η ξεχασμένη αξία της πλήρους απασχόλησης, η κοινωνική δικαιοσύνη διεκδικούν μια θέση στην ατζέντα πλάι στην ανταγωνιστικότητα και την αδιαμφισβήτητη κυριαρχία της ελεύθερης αγοράς και της απορρύθμισης. Σε αυτή τη συζήτηση οι πολιτικοί των εθνικών κοινοβουλίων συχνά ακούνε τα νέα επιχειρήματα πιο προσεκτικά από τους ευρωκράτες, ίσως διότι ακούνε μέσα τους τις φωνές του εκλογικού σώματος. Είναι ενδεικτική πάντως η ασκούμενη κριτική για την παραμέληση ή τη διάψευση των ιδρυτικών αρχών της Ε.Ε. ―σύγκλιση, ανάπτυξη, αλληλεγγύη― και τη σταθερή επικράτηση των εθνικών συμφερόντων και του διακυβερνητισμού.
Η Ουκρανία, με τη σειρά της, κατέδειξε το κενό διπλωματίας και εξωτερικής πολιτικής της Ε.Ε., αλλά και την απουσία ενιαίων στρατηγικών στόχων σε βάθος χρόνου· την στιγμή της κρίσης επικρατούν τα εθνικά συμφέροντα και οι ασυνέχειες. Στο ερώτημα ποια πρόσωπα και ποιοι θεσμοί της Ε.Ε. μπορούν να διαδραματίσουν ηγετικό ρόλο, οι απαντήσεις είναι πολύ δύσκολες, περισσεύουν οι υπεκφυγές. Οι πολιτικοί είναι σαφώς πιο επιφυλακτικοί και προσεκτικοί από τους αναλυτές, οι Γερμανοί μάλιστα φαίνονται απρόθυμοι να αναλάβουν ηγεμονικό ρόλο, ιδιαιτέρως σε θερμές γεωπολιτικές συνθήκες, που φτάνουν στη σύγκρουση. Η αντιπαράθεση με τη Ρωσία ξεπερνά κατά πολύ τις δυνατότητες της ευρωπαϊκής soft power.
Σύμφωνα με μια προσέγγιση, πιο επιθετική και τολμηρή, η Ε.Ε. οφείλει να στραφεί προς Ανατολάς, που «ζητάει» Ευρώπη, και να βάλει σε δεύτερη μοίρα τον Νότο, που είναι ευρωσκεπτικιστικός· να διευρύνει τη σχέση της με την Τουρκία, λόγω στρατηγικής σημασίας· να εμβαθύνει την διατλαντική συμμαχία, στο μέτρο που η οπλική ομπρέλα των ΗΠΑ προστατεύει την Ευρώπη. Η συγκεκριμένη προσέγγιση προτρέπει για μια σαφώς πιο ενεργητική διπλωματία και εξωτερική πολιτική. Προφανώς περιέχονται αντιφάσεις και ο αντίλογος είναι ισχυρός. Θα επανέλθουμε.
Η ανατροπή της κυβέρνησης Γιανουκόβιτς στον δρόμο αφήνει ένα κενό εξουσίας στην Ουκρανία, το οποίο προφανώς δεν μπορεί να καλυφθεί εύκολα, με εισπήδηση των ποικίλων αντιπολιτευτικών φατριών. Ηδη Βερολίνο, Βρυξέλλες και Μόσχα φαίνεται ότι ανησυχούν από κοινού, αν και από διαφορετική σκοπιά, για το σοβαρότατο ενδεχόμενο η χώρα να βυθιστεί στο χάος του εμφυλίου και να οδηγηθεί σε διαμελισμό. Οι μεγάλες δυνάμεις του ευρωπαϊκού και ευρασιατικού χώρου, παρά τα αντιτιθέμενα συμφέροντά τους, αναγνωρίζουν κατά βάθος ότι αν η χώρα-μαξιλάρι μεταξύ της Ρωσικής Ομοσπονδίας και της Ευρωπαϊκής Ενωσης ακολουθήσει τη μοίρα της Γιουγκοσλαβίας, κανείς δεν θα βγει ωφελημένος· ούτε γεωπολιτικά ούτε οικονομικά.
Στη διάρκεια της κρίσης Ευρωπαίοι και Ρώσοι αντελήφθησαν επίσης το αδιαλείπτως ζωηρό ενδιαφέρον των ΗΠΑ, το οποίο εκδηλώθηκε όχι μόνο με το «f*ck the Europeans» της Αμερικανίδας νεοσυντηρητικής υφυπουργού Εξωτερικών, Βικτόρια Νούλαντ, αλλά και με τα αναθερμανθέντα δόγματα Μπρεζίνσκι για τον έλεγχο της ευρασιατικής μάζας και τη φινλανδοποίηση της Ουκρανίας. Είναι προφανές ότι η σπαρασσόμενη Ουκρανία των 45 εκατομμυρίων φτωχών κατοίκων και των μερικών δεκάδων πάμπλουτων ολιγαρχών, μια τεράστια χώρα για τα ευρωπαϊκά μεγέθη, με δεκάδες αγωγούς πετρελαίου και αερίου, με βιομηχανία και φυσικούς πόρους, με τον ρωσικό στόλο στην Κριμαία, συνιστά αυτή τη στιγμή ένα στρατηγικό παίγνιο μεταξύ Ε.Ε., Ρωσίας, ΗΠΑ.
Με αυτή την έννοια, ζούμε μια συνέχιση του ιστορικού ρήγματος του 1989 και, υπό όρους, μια μετασχηματισμένη μικροεπανάληψη του Ψυχρού Πολέμου. Με κρίσιμες διαφορές: Η ευρωατλαντική συμμαχία έχει ατονήσει, οι ΗΠΑ βλέπουν προς τον Ειρηνικό, η Γερμανία βλέπει προς τη Ρωσία, η Κίνα προβάλλει ως παγκόσμια υπερδύναμη και μαζί της προβάλλουν ισχυρές άλλες χώρες του πρώην Τρίτου Κόσμου.
Ας δούμε σε αυτό το ταραγμένο πολυπολικό περιβάλλον την κλονισμένη, πτωχευμένη Ελλάδα. Το νότιο τόξο της Μεσογείου είναι πλήρως αποσταθεροποιημένο ή διαλυμένο από πολέμους: Λιβύη, Αίγυπτος, Συρία. Ανατολικά, η ασταθής Τουρκία σε αυταρχική πολιτική στροφή. Στο βάθος, το διαλυμένο Ιράκ, το νεοπαγές Κουρδιστάν, το Ιράν που προσεγγίζεται από τις ΗΠΑ. Στα Βαλκάνια, η κληρονομιά κερμάτων του Γιουγκοσλαβικού Πολέμου: κράτη φαντάσματα, όπως το Κόσοβο, και κράτη αδύναμα ή ασταθή, όπως η Βοσνία και τα Σκόπια. Φτώχεια και απαισιοδοξία, παντού. Και στην Μαύρη Θάλασσα, εκεί που βρίσκεται η ευρασιατική ραφή, η ραφή Ευρώπης και Ρωσίας, έχει εκραγεί η Ουκρανία.
Σε αυτό το περιβάλλον, η Ελλάδα, ακόμη και υπό την παρούσα βαθύτατη κρίση, είναι μια νησίδα σταθερότητας, σχετικής αλλά ουσιαστικής. Το ελληνικό πρόβλημα μπορεί να ελπίζει σε μια βιώσιμη λύση, χωρίς αλυσιτελείς συγκρούσεις, εφόσον η Ευρωπαϊκή Ενωση, η Γερμανία και η Γαλλία στρέφουν τώρα την προσοχή τους στη ευρω-ρωσική μεθόριο. Βεβαίως μια ευνοϊκή εξέλιξη είναι μόνο κατά τι πιθανότερη, και εξαρτάται από πολλούς παράγοντες, δεν είναι διόλου βέβαιη· το κλίμα μπορεί ακόμη και να επιδεινωθεί, ακριβώς επειδή υπεισέρχονται πολλές μεταβλητές και η αστάθεια κορυφώνεται σε όλο το περιευρωπαϊκό τόξο. Εξ ου και προβάλλει επιτακτικότερη από ποτέ η ανάγκη μιας εθνικής στρατηγικής συμπαγούς και μακρόπνοης, μιας διπλωματίας ευέλικτης και συνεπούς, που συμπεριλαμβάνουν ορισμένως και την τύχη του κυπριακού ελληνισμού, στη ΝΑ Μεσόγειο.
Η Ευρωπαϊκή Ενωση συχνά περιγράφεται σαν μια συνομοσπονδία κυρίαρχων κρατών, με κοινό οικονομικό χώρο, ελεύθερη κυκλοφορία ανθρώπων και εμπορευμάτων, εγγυημένες ελευθερίες και δικαιώματα, και διαρκή μέριμνα για σύγκλιση και αλληλεγγύη των εταίρων. Στο δε φαντασιακό των λαών εκτός ευρωπαϊκού πυρήνα, ιδίως στους λαούς του πρώην ανατολικού μπλοκ, αυτή η συνομοσπονδία φαινόταν πολύ ελκυστική, μια ζώνη ελευθερίας και ευημερίας. Είναι όμως έτσι;
Για αρκετά χρόνια μετά το ρήγμα του 1989, η Ε.Ε. πράγματι φάνταζε παράδεισος στα μάτια των Ανατολικοευρωπαίων, οι οποίοι εγκατέλειπαν τις πατρίδες τους σε διεφθαρμένους πολτικούς και μαφίες και αναζητούσαν μεροκάματο στην όμορη Δύση. Το μεταναστευτικό ρεύμα συνεχίζεται, αλλά όχι με την ίδια ένταση, όχι με τους ίδιους προορισμούς και πάντως με τεράστια εμπόδια στα σύνορα. Διότι εν τω μεταξύ η Ε.Ε. δεν είναι πια συγκριτικός παράδεισος, οι χώρες εύκολοι προορισμοί, σαν την Ελλάδα, βρίσκονται σε δεινή οικονομική κρίση, και διότι τα σύνορα κλείνουν ακόμη και για τους πολίτες κρατών-μελών της Ε.Ε.! Συμβαίνει τώρα και αυτό στη Βρετανία: η κυβέρνηση Κάμερον δυσκολεύει την είσοδο, νομίμων κατά τα άλλα, μεταναστών από τη Βουλγαρία και τη Ρουμανία.
Οσοι φαντάζονταν μια συνομοσπονδία ισότιμων και αλληλέγγυων κρατών διαπιστώνουν τώρα ότι ουσιαστικά η Ε.Ε. είναι ένα διακρατικό μόρφωμα αναπτυσσόμενο σε επάλληλους κύκλους, στο οποίο ο σκληρός πυρήνας των ισχυρών επιβάλλει τους κανόνες του σε όλους τους άλλους. Η ισχύς και τα μεγάλα οικονομικά συμφέροντα εξαφανίζουν τη σύγκλιση και την αλληλλεγγύη ακόμη και από τη ρητορική της Ε.Ε. Αυτό συνέβη και στην Ουκρανία: η Ε.Ε. ήθελε να διευρύνει τη σφαίρα επιρροής της, χωρίς να αναλάβει το κόστος της σύγκλισης. Στην κούρσα ισχύος νίκησε η Ρωσία, η οποία ανέλαβε ουκρανικό χρέος 15 δισ. δολαρίων, πρόσφερε ακόμη φθηνότερο αέριο, και κράτησε την Ουκρανία στη δική της επιρροή.
Στην περίπτωση της Ουκρανίας βεβαίως παίζουν ρόλο και άλλοι παράγοντες, πλην του οικονομικού· παίζει ρόλο η διττή εθνοτική υπόσταση, η γεωπολιτική σημασία της χώρας για τη Ρωσία κ.ά. Ολα αυτά όμως συνιστούν τη διεθνή πολιτική, και η Ε.Ε. φαίνεται ότι εδώ δεν διαθέτει δύναμη και όραμα. Οι διαδηλωτές στο Κίεβο ονειρεύονταν προφανώς μια Ευρώπη ιδανική, έναν χώρο ελευθερίας, δημοκρατίας και ελευθερίας, που θα τους έσωζε από τα νύχια του ΔΝΤ και από τη βαριά σκιά της Ρωσίας. Τέτοια Ευρώπη όμως δεν υπάρχει. Η Ευρώπη εφαρμόζει ασμένως την πολιτική του ΔΝΤ στα κράτη της ευρωζώνης, ενώ τα φτωχά ανατολικά μέλη της δεν έχουν κάνει και πολλά βήματα προς την ευημερία.
Στην Ουκρανία η Ε.Ε. υπέστη συμβολική ήττα. Τη συμβολική ήττα πρέπει να τη δούμε σαν ένα ακόμη σύμπτωμα της πολιτικής συρρίκνωσης της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας στα όρια της γερμανικής αντίληψης περί ηγεμονίας, αφενός, και της ανεξέλεγκτης ισχύος της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και των μεγάλων τραπεζών, αφετέρου, ουσιαστικά εκτός λογοδοσίας και εκτός πολιτικών ρυθμίσεων.
Ας το φανταστούμε αλλιώς: στις Ηνωμένες Πολιτείες το Τέξας δυσχεραίνει την είσοδο των Καλιφορνέζων πολιτών, η Νέα Υόρκη αρνείται να συμμετάσχει στα αμερικανικά ομόλογα, ο Καναδάς παίρνει στη σφαίρα επιρροής του την Αλάσκα αναλαμβάνοντας το χρέος της. Και η Fed δεν αναλαμβάνει το ομοσπονδιακό χρέος…
Οι κλιμακούμενες επιθετικές αξιώσεις της Τουρκίας έναντι της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελλάδας για την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων συμπίπτει με την σφοδρή οικονομική κρίση στα δύο ελληνικά κράτη και με τις φυγόκεντρες τάσεις εντός της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η οικονομική κρίση γεννά πολιτική αστάθεια σε όλο τον ευρωπαϊκό Νότο, ενώ στην επισφαλή ΝΑ Μεσόγειο επιπλέον διαταράσσονται γεωπολιτικές ισορροπίες παγιωμένες επί πολλά έτη. Η Κύπρος νιώθει αυτή την τεκτονική μετατόπιση σε όλο της το σώμα.
Το κραχ του 2008 και η αλυσιτελής αντιμετώπισή του από την ευρωζώνη σημαίνουν μιαν ιστορική καμπή: η Ευρώπη δεν εγγυάται την οικονομική διάσωση με σταθερά ισοδύναμα κριτήρια, και δεν εγγυάται ότι θα τηρεί ομαλά τις κοινές αποφάσεις, όπως το Σύμφωνο Ανάπτυξης του Ιουνίου 2102 που εθέσπισε η Σύνοδος Κορυφής για τη λειτουργία του ESM.
Ενώπιον της πρώτης μείζονος κρίσης από θεσπίσεώς του, το κοινό ευρωπαϊκό σχέδιο ραγίζει· οι ισχυροί εταίροι μεριμνούν πρωτίστως και αποκλειστικώς για τα συμφέροντά τους, οι δε αδύναμοι κρίκοι μένουν εκτεθειμένοι όχι μόνο οικονομικά αλλά και ωθούνται να αποκοπούν γεωπολιτικά. Η ευρωζώνη φέρεται σαν να μη δύναται ή να μην επιθυμεί να εγγυηθεί ούτε τα κατάλοιπα εθνικής κυριαρχίας των πτωχευμένων μελών.
Οι αντιδράσεις των πτωχευμένων ή υπό ύφεση κρατών ποικίλουν, αναλόγως των απειλών που δέχονται. Κοινός παρονομαστής ωστόσο είναι η διάχυτη ανησυχία, ο ευρωσκεπτικισμός, το ψυχικό χάσμα μεταξύ Βορρά και Νότου, το οποίο μπορεί να εξελιχθεί και σε πολιτικό χάσμα, εφόσον δεν γίνουν εγκαίρως αμοιβαίες προσεγγίσεις. Για να αποφευχθεί η ρήξη, χρειάζεται επειγόντως ριζική αλλαγή στο μείγμα εφαρμοζόμενης πολιτικής. Η αστάθεια που επιφέρουν σε Κύπρο και Ελλάδα τα υφεσιογόνα προγράμματα διάσωσης αναιρεί βιαίως τα ιστορικά πλεονεκτήματα που πρόσφερε η ένταξη στην ευρωπαϊκή οικογένεια. Μεσοπρόθεσμα ίσως αναγκάσει τα πληττόμενα κράτη να αναθεωρήσουν στρατηγικούς σχεδιασμούς πολλών δεκαετιών.
To κυπριακό δράμα δεν εκτυλίσσεται μόνον στις πτωχευμένες τράπεζες με τις κουρεμένες καταθέσεις και την ελεγχόμενη εκροή χρήματος· αυτή είναι μια μερική όψη. Πλάι στα στεγνά ATM, μια ολόκληρη κοινωνία αλαφιάζεται μπροστά στο ενδεχόμενο να μην έχει βενζίνη, τρόφιμα και φάρμακα. Και πιο πέρα από τον προφανή τρόμο της θραυσμένης καθημερινότητας, ο κυπριακός ελληνισμός βυθίζεται αίφνης στη ζώνη της γεωπολιτικής αβεβαιότητας: την ώρα της πτώχευσης υπό την πίεση των εταίρων της ευρωζώνης, ο συσχετισμός δυνάμεων και συμμαχιών στη ΝΑ Μεσόγειο ανατρέπεται άρδην. Η Τουρκία απαιτεί μερίδιο στους υπό εξόρυξη υδρογονάνθρακες, ενώ προσεγγίζει Κούρδους και Ισραηλινούς, η Ρωσία αποστασιοποιείται και καραδοκεί, οι ΗΠΑ επισήμως σιωπούν, όσο ο Εκτος Στόλος ελέγχει την περιοχή.
Η Κύπρος φαίνεται να είναι γυμνή και ανυπεράσπιστη, όσο τις μέρες της τουρκικής εισβολής του ’74. Οπως τότε, έτσι και σήμερα, η Ελλάδα είναι αναλόγως αδύναμη και αποδιοργανωμένη. Επιπλέον σήμερα, η Ελλάδα δεν βρίσκεται ενώπιον μιας πολιτικής αλλαγής που ενισχύει τον συλλογικό ψυχισμό, αντιθέτως βρίσκεται σε πτώση, σε μια εν εξελίξει οικονομική και κοινωνική καταστροφή που έχει καταρρακώσει το φρόνημα και τη συλλογική διάνοια. H πτώση διαρκεί τρία χρόνια και συνεχίζεται.
Το σοκ της υπνώττουσας Κύπρου από το Βlitzkrieg του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου μπορεί να περιέχει και τη θεραπεία: οι συζητήσεις στη νήσο είναι περισσότερο ανοιχτές και απενοχοποιημένες, περιέχουν όλα τα σενάρια, διότι το προέχον είναι η σωτηρία με μακρά προοπτική. Και επειδή η πτώση της Κύπρου είναι ακαριαία και απότομη, ενδέχεται και η ανάκαμψή της να είναι ταχύτερη και με τολμηρότερους τρόπους.
Η Κύπρος ίσως είναι το «ατύχημα» που φοβόμασταν στην Ελλάδα· μπορεί όμως και να σημαίνει το πέρας της αδράνειας και της παθητικότητας. Ισως να είναι το αποφασιστικό πλήγμα για να συνειδητοποιήσουμε πόσο επείγει ένα εθνικό σχέδιο ανόρθωσης. Επί τρία χρόνια η χώρα πορεύεται με μόνο σχέδιο τα μνημόνια· αλλά τα μνημόνια σκοπεύουν πρωτίστως στην εξασφάλιση των δανειστών. Τα μνημόνια δεν κομίζουν όραμα για τη χώρα· συμβολικά, κομίζουν έξωθεν πόνο, και ουσιαστικά βρίθουν αντιφάσεων. Υπό αυτή την έννοια, οι ηγέτες, σε όλους τους χώρους, οφείλουν να πάψουν να κρύβονται πίσω από τα μνημόνια των δανειστών, είτε ως άβουλοι εφαρμοστές είτε ως λαύροι ενάντιοι· οφείλουν να αναλάβουν την ιστορική ευθύνη ενός σχεδίου ανάταξης. Ολοι: πολιτικοί οργανισμοί, ακαδημαϊκές δεξαμενές σκέψης, συνδικάτα, κοινότητες, άτυπες συλλογικότητες, πολίτες.
Η επανίδρυση του ελληνικού κράτους δεν μπορεί να αφεθεί στην καλή θέληση των Γάλλων ή Γερμανών τεχνοκρατών· η επανίδρυση του δημοκρατικού κράτους είναι καθήκον και όρος επιβίωσης των Ελλήνων. Το ίδιο ισχύει για την ανασυγκρότηση του παραγωγικού ιστού και την επινόηση ενός αναπτυξιακού μοντέλου που θα αξιοποιεί πόρους και ταλέντα. Οποιος αξιώνει δημόσιο λόγο, οφείλει να συμβάλλει με προτάσεις επί των συγκεκριμένων, ανοιχτά, τεκμηριωμένα, χωρίς ταμπού. Μόνο έτσι θα συσπειρωθεί ο καταπτοημένος σήμερα πληθυσμός και θα εκδιπλωθούν οι δυνάμεις του.
Τα ιστορικά ατυχήματα θα πληθαίνουν. Πολλά δεν μπορούμε να τα αποτρέψουμε· μπορούμε όμως να αποτινάξουμε επιτέλους τη σύγχυση, την ηττοπάθεια, τη μοιρολατρία, την κλάψα. Δεν μπορούμε παρά να αναλάβουμε τις ιστορικές μας ευθύνες.
Το πολιτικό κλίμα περί την Ελλάδα έχει βελτιωθεί στο εξωτερικό. Η συνέχιση της εκροής του πακέτου διάσωσης, μετά την ψήφιση του πολλοστού πακέτου περικοπών και φόρων, αφαίρεσε από την Ελλάδα τον χαρακτηρισμό της συστημικής βόμβας. Προς το παρόν. Εν τω μεταξύ η διπλωματική κινητικότητα του Αλέξη Τσίπρα, μεταξύ Βερολίνου και Ουάσιγκτον, προσεχώς και Βρυξελών, αφενός αποδαιμονοποιεί τον αριστερό ηγέτη στα μάτια των δυτικών ηγετών, αφετέρου δείχνει ότι η Ελλάδα παίζει κάποιο σημαντικό ρόλο στις ευρωπαϊκές εξελίξεις και στον τρόπο αντιμετώπισης της κρίσης της ευρωζώνης.
Η υποδοχή του αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης από τις κυβερνήσεις της Γερμανίας και των ΗΠΑ, και από την ηγεσία του ΔΝΤ, ουσιαστικά δείχνει μια πραγματιστική προσέγγιση εκ μέρους των εταίρων και συμμάχων: δείχνει αποδοχή μιας ενδεχόμενης αλλαγής ηγεσίας και επιθυμία για συνέχιση των σχέσεων συνεργασίας με τον ένα ή τον άλλο τρόπο. Φυσικό άλλωστε: οι διεθνείς σχέσεις δεν κυριαρχούνται από ιδεοληψίες, αλλά από πραγματισμό και διάθεση κατανόησης του άλλου ― ως επί το πλείστον.
Αντιθέτως, η κριτική που δέχεται μέχρι στιγμής ο Αλ. Τσίπρας για τα εξωχωρίως λεγόμενά του, από εγχώριους αναλυτές, δείχνει μάλλον αμηχανία και ιδεοληπτικές αγκυλώσεις ― στο μεγαλύτερο μέρος. Ορισμένοι συντηρητικοί τού προσάπτουν δεξιά στροφή, αλλά ταυτοχρόνως τοποθετούν το κόμμα του εκτός νομιμότητας. Του προσάπτουν επίσης διγλωσσία, χωρίς όμως συγκεκριμένη παραβολή λόγων και επιχειρημάτων, πέραν των στερεοτυπικών. Οι βιαστικές επικρίσεις, προτού καν ολοκληρωθεί η επίσκεψη, δείχνουν μια διττή δυσκολία κατανόησης: αφενός, του ρευστού διεθνούς συσχετισμού, με φόντο την γεωπολιτική ταραχή στη Μεσόγειο και την υφεσιακή πορεία της Ευρώπης· αφετέρου, δυσκολία να γίνει κατανοητή η πολιτική ρευστότητα στο εσωτερικό της χώρας, σύστοιχη της κοινωνικής ρευστότητας.
Πέραν των αριστεροδεξιών στερεοτύπων: Το σοκ της κρίσης και η συνεχιζόμενη ύφεση μετασχηματίζουν βίαια την κοινωνία· οι πολιτικοί οργανισμοί προσπαθούν να παρακολουθήσουν την κοινωνία, να συλλάβουν τις νέες ανάγκες και να επινοήσουν λύσεις. Η ευρεία ανανέωση προσώπων και η είσοδος νεοπαγών σχημάτων στο Κοινοβούλιο είναι ένα μόνον επεισόδιο σε αυτή τη διαδικασία, που θα είναι μακρά, επίπονη και γεμάτη απροσδόκητα. Ο εκφερόμενος λόγος και οι ιδέες για την ανασυγκρότηση της χώρας υπόκεινται διαρκώς σε ανάλογες δυναμικές προσαρμογές· πολύ περισσότερο που δυναμικά αναδιατάσσονται μεγάλες κοινωνικές ομάδες, ιδίως εντός της συντριπτικά κυρίαρχης πληθυσμιακά μικροαστικής μάζας.
Συνοπτικά: οι νέες ιδέες και πρακτικές, και οι πολιτικές εκφράσεις τους, δεν έχουν αποκρυσταλλωθεί. Οι πολλαπλές επείγουσες ανάγκες πιέζουν αφόρητα· ο πολιτικός χρόνος επιταχύνεται, διαρκώς ξεπερνώντας τις ικανότητες και τις συνήθειες κομμάτων και πολιτικών ανδρών. Υπό αυτές τις συνθήκες, η σύλληψη του καίριου και του αναδυόμενου, η αναγνώριση του καινοφανούς, η έγκαιρη προσαρμογή, η ευελιξία και ο πραγματισμός, είναι εκ των ων ουκ άνευ για τον πολιτικό άνδρα, σήμερα και για τον καιρό που έρχεται. Μαζί ασφαλώς με την ικανότητά του να αφουγκράζεται τα παρόντα και τα πλησιάζοντα, και να φτιάχνει σχήμα υποδοχής για τα μέλλοντα. Τέτοιες αρετές και πρόσωπα αναζητούνται σήμερα εναγωνίως· ζωογόνα ρεύματα σκέψης και πράξης, σε κάθε χώρο, πέρα από στερεοτυπικές κατατάξεις.
Παραμονές της ψήφισης του νέου πακέτου περικοπών, όλοι κρατάνε την αναπνοή τους. Το πακέτο περικοπών 11,5 δισ. ευρώ, ουσιαστικά ένα νέο Μεσοπρόθεσμο, θεωρείται από τους εταίρους-πιστωτές ως απολύτως αναγκαία προϋπόθεση για την εφαρμογή της δεύτερης δανειακής σύμβασης μετά το PSI· συγκεκριμένα για την εκταμίευση της δεύτερης δόσης των 31,5 δισ. ευρώ.
Η αναγκαιότητα αυτών των περικοπών υπερτονίζεται όχι μόνο από την τρόικα αλλά και από κάθε Ευρωπαίο πολιτικό, ως δείγμα συνεπούς τήρησης των συμφωνημένων, εκ μέρους της Ελλάδας. Ωστόσο κανείς δεν γνωρίζει, και κανείς δεν λέει, πού θα φτάσει η Ελλάδα μετά και την επιβολή αυτού του κύματος λιτότητας, του αγριότερου που έχει επιβληθεί ποτέ σε ευρωπαϊκή χώρα, και μάλιστα μετά δυόμισι χρόνια δραστικών περικοπών και πέντε χρόνια συνεχούς ύφεσης. Κανείς δεν μπορεί να πει αν θα αντέξει η ήδη ζόμπι οικονομία την αποστράγγισή της από 11,5 δισ. ευρώ, από εισοδήματα που θα συντηρούσαν ζωντανούς τους πολίτες και τη ζήτηση, τη στιγμή μάλιστα που η οικονομία βρίσκεται εγκλωβισμένη σε μια παγίδα ρευστότητας, υπό την ταυτόχρονη θανατηφόρο επίδραση του αποπληθωρισμού και της απομόχλευσης. Η ζήτηση έχει πεθάνει.
Παράλληλα, η είσοδος των 31,5 δισ. της δόσης στη χώρα (τον Νοέμβριο!) είναι αμφίβολο αν θα τονώσει τη ζήτηση, στο μέτρο που το συντριπτικά μεγαλύτερο μέρος, περισσότερο από τα δύο τρίτα, θα οδεύσει στην ανακεφαλαιοποίηση των τεσσάρων τραπεζών, 4,6 δισ. θα πάνε για τοκοχρεολύσια, και μόνο ένα μικρό υπόλοιπο θα εξοφλήσει λιμνάζοντα χρέη του Δημοσίου προς προμηθευτές του, προς τους οποίους έχει επιβληθεί από καιρό στάση πληρωμών. Αρκετοί μάλιστα από τους προμηθευτές, που περιμένουν χρεωστούμενα από το Δημόσιο έχουν περιέλθει σε απελπιστική κατάσταση, έχουν σχεδόν καταστραφεί· άρα και από αυτά τα χρήματα ελάχιστα θα πέσουν στην αγορά για να τη θερμάνουν.
Υπάρχει η ελπίδα, μάλλον η ευχή, η ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών να μεταφραστεί σε ρευστότητα προς την αγορά. Αυτό όμως είναι ευχή, δεν είναι γνώση. Δεν ξέρουμε πώς μπορεί η κυβέρνηση να πιέσει τις ζόμπι τράπεζες, με τεράστια προβλήματα επισφαλειών, να διοχετεύσουν κεφάλαια στην αγορά ― παρότι η ανακεφαλαιοποίηση επιβαρύνει το δημόσιο χρέος. Αλλωστε και από τα 18 δισ. ευρώ της πρώτης δόσης ανακεφαλαιοποίησης, δεν είδαμε τίποτε να πηγαίνει στην αγορά για τόνωσή της. Εξακολουθεί, τέλος, ο φόβος η δόση να μην είναι ολόκληρη, 31,5 δισ., αλλά κατά τι μικρότερη για λόγους σωφρονισμού και προοκαταβολικής τιμωρίας, για να μη χαλαρώσει η Ελλάδα τις προσπάθειες δημοσιονομικής προσαρμογής ― έχει συμβεί στο παρελθόν, γιατί να μη ξανασυμβεί τώρα;
Μόνη μικρή ελπίδα για τόνωση της αγοράς είναι τα κεφάλαια της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων, που άρχισαν επιτέλους, με τεράστια καθυστέρηση, να ενεργοποιούνται, και με την ελπίδα ότι θα μοχλεύσουν περαιτέρω ιδιωτικά κεφάλαια· αλλά και πάλι, πώς να ποτίσουν την έρημο 1,7 δισ. σε δόσεις;
Το φανερό σενάριο διάσωσης άρα δεν βγαίνει. Ούτε κανένα από τα σενάρια που επεξεργάστηκαν οι ειδικοί του υπουργείου Οικονομικών. Κανένα υφιστάμενο σενάριο δεν βγαίνει, με τεχνικούς όρους. Ούτε τα σενάρια επιμήκυνσης. Ο Ελληνας αντιπρόσωπος στο Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, Θάνος Κατσάμπας, που θορύβησε την ελληνική κυβέρνηση προχθές, επανέλαβε απλώς αυτό που το ΔΝΤ είχε ήδη πει από τις πρώτες ώρες του PSI και της νέας δανειακής σύμβασης, τον περασμένο Φεβρουάριο: Κάθε επιμήκυνση θα απαιτεί και νέα χρηματοδότηση· σίγουρα θα απαιτηθεί και νέο πακέτο στήριξης· το χρέος δεν θα είναι βιώσιμο και εξυπηρέτησιμο από την Ελλάδα ούτε το 2015 ούτε καν το 2020.
Τώρα το τυπικό ορόσημο είναι η Σύνοδος Κορυφής της 18ης Οκτωβρίου. Εως τότε θα πρέπει να έχουν ψηφιστεί τα μέτρα λιτότητας, από μια Βουλή διαιρεμένη και φοβισμένη, και πιθανότατα πολιορκούμενη από απελπισμένους πολίτες. Εως τότε θα αντιμετωπίζουμε τη διττή, σχιζοφρενιογόνο στάση των Ευρωπαίων πιστωτών-εταίρων: αφενός, λόγια πολιτικής συμπάθειας, αφετέρου, αφόρητη πίεση της τρόικας για περικοπές και μεταρρυθμίσεις που καταλύουν όχι μόνο την κοινωνική συνοχή αλλά και υπονομεύουν ζωτικές λειτουργίες του κράτους.
Το ουσιαστικό ορόσημο όμως είναι οι εκλογές της 6ης Νοεμβρίου στις ΗΠΑ, εξ ου και η εκταμίευση της δόσης χρονολογήθηκε για τότε. Ο Πρόεδρος Ομπάμα έχει ζητήσει μετ’ επιτάσεως να παραμείνει η Ελλάδα στο απυρόβλητο έως τις αμερικανικές εκλογές· όχι μόνο για την ανεμπόδιστη εκλογή του, αλλά και για να αποφευχθεί γεωπολιτικό ντόμινο στην φλεγόμενη ΝΑ Μεσόγειο. Μια αποσταθεροποιημένη κοινωνικοπολιτικά Ελλάδα δεν είναι εύκολα χειρίσιμη από τις ΗΠΑ· το απεύχονται. Δυστυχώς δεν μπορούμε να πούμε μετά πάσης βεβαιότητας ότι και η ηγεμονεύουσα της Ε.Ε. Γερμανία φοβάται αναλόγως την αποσταθεροποίηση της Ελλάδας και εργάζεται αποτελεσματικά προς αυτή την κατεύθυνση. Ενδεχομένως άλλοι είναι οι σχεδιασμοί των ΗΠΑ και άλλοι της Γερμανίας, στην ευρύτερη περιοχή της ΝΑ Μεσογείου, και ίσως αλληλοσυγκρουόμενοι, πολύ περισσότερο που για την περιοχή, γεωπολιτικά και ενεργειακά, εκδηλώνουν ενδιαφέρον διαχρονικά και άλλες δυνάμεις: Ρωσία, Κίνα, Βρετανία, Γαλλία, και βέβαια Ισραήλ, Τουρκία, αραβικές χώρες.
Σημαδεμένη διαχρονικά από την γεωπολιτική της θέση, δώρο και κατάρα μαζί, αιχμάλωτη στη θανάσιμη παγίδα του χρέους, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μια τρομερή πρόκληση: να επιβιώσει ανάμεσα στις μυλόπετρες της ιστορίας. Είναι η αρχή ενός μείζονος ιστορικού μετασχηματισμού σε όλη τη Δύση. Και η Ελλάδα την αντιμετωπίζει εξασθενημένη από την κρίση, χωρίς κοινωνική συνοχή, χωρίς ηγεσία, χωρίς εθνικό σχέδιο.
Η παρέμβαση της ΕΚΤ στην αγορά ομολόγων ευρωπαϊκών κρατών μπορεί να αποσυμφορήσει την πίεση σε Ισπανία και Ιταλία και να αποβεί το πρώτο αποφασιστικό βήμα για τιθάσευση της κρίσης στην Ευρωζώνη. Πολύ καθυστερημένο βήμα βεβαίως, διότι ήδη η Ευρωζώνη διολισθαίνει σταθερά στην ύφεση, με ό,τι αυτό σημαίνει για την κοινωνική συνοχή της Ευρώπης, ενώ τρεις τουλάχιστον χώρες βρίσκονται ήδη εκτός αγορών, εντός Μνημονίων.
Ειδικότερα την Ελλάδα η παρέμβαση Ντράγκι δεν την ωφελεί, τουλάχιστον άμεσα. Η χώρα μας δεν βρίσκεται σε διαδικασία επιστροφής στις κεφαλαιαγορές· ουσιαστικά, κανείς δεν πιστεύει ότι θα επιστρέψει με το πέρας της χρηματοδότησης, το 2015. Επίσης η Ελλάδα δεν λαμβάνει ρευστότητα απευθείας από την ΕΚΤ, με εγγυήσεις κρατικούς τίτλους, από τον περασμένο Ιούλιο· ως εκ τούτου, η ρευστότητα μέσω της Τραπέζης της Ελλάδος κοστίζει αρκετά περισσότερο. Επιπλέον, η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα αρνήθηκε εκ νέου να κουρέψει τα ελληνικά ομόλογα που κατέχει.
Εν συνόψει, για να επωφεληθεί η Ελλάδα από το νέο κλίμα που αναδύεται στην Ευρώπη, πρέπει να πειθαρχήσει στους όρους του Μνημονίου – αυτό το μήνυμα φτάνει από κάθε πλευρά. Μαζί με άλλο ένα, πιο σιγαλόφωνο: η Ελλάδα δεν πρόκειται να αποκοπεί από την Ευρωζώνη. Το ζήτημα άρα εντοπίζεται στο αν η Ελλάδα μπορεί να αντέξει, σαν κοινωνία και σαν οικονομία, έως ότου η βραδέως αναδιατασσόμενη πολιτική της Ευρωζώνης αρχίσει να επιδρά ευεργετικά πάνω της.
Δυστυχώς η ύφεση και η ανεργία καλπάζουν και οι επικείμενες περικοπές είναι βέβαιο ότι θα τις επιδεινώσουν, χωρίς να ελαφρύνουν το χρέος ή να βελτιώνουν την ανταγωνιστικότητα. Με οικονομία – ζόμπι και κοινωνία στα πρόθυρα της κατάρρευσης, πιασμένη σε μια θανάσιμη παγίδα, η Ελλάδα κινδυνεύει να απολέσει και τη γεωπολιτική της αξία: να θεωρείται σαν βάρκα ναυαγών στην ουρά μιας βραδυπορούσας νηοπομπής.
Οι εκλογές είναι μια ιστορική στιγμή. Μια στιγμή. Κρίσιμη, καυτή, για το άμεσο μέλλον, αλλά όσο προχωρούμε στο χρόνο, η σημασία της ελαφρώνει, διότι προστίθενται κι άλλες πολλές παράμετροι, τέτοιες που σήμερα, υπό το κράτος σφοδρών συναισθημάτων, υπό το κράτος της αβεβαιότητας για την υλική μας συνθήκη, δεν μπορούμε να τις προσμετρήσουμε νηφάλια.
Η κρίση μάς βγάζει την ψυχή, καθώς προσπαθούμε διαρκώς να υπολογίζουμε ποια θα είναι η κανονικότητα του βίου, από μήνα σε μήνα πια, κι από βδομάδα σε βδομάδα. Αλλά μας σταλάζει και μια ορισμένη πείρα, πικρή μεν πλην πείρα: Πρώτον, η επιδείνωση δεν συμβαίνει ακαριαία, ώστε έχουμε κάποιο χρόνο να προσαρμοστούμε. Δεύτερον, προσαρμοζόμαστε και στα πιο χαμηλά, στο μέτρο που δεν συμβεί βαριά απώλεια, ανεργία, ασθένεια, τέτοια δυσβάστακτα ή ανέκκλητα.
Το εκλογικό αποτέλεσμα ασφαλώς θα επηρεάσει το ορατό μέλλον. Βασικά, θα συνεχιστεί η πολιτική αστάθεια που άρχισε τον Ιούνιο του 2011, με την παρ’ ολίγον κατάρρευση του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου, και κορυφώθηκε με την καθαίρεσή του ύστερα από λίγους μήνες. Τα δύο μνημόνια κατεδάφισαν πρώτα το μεγάλο ΠΑΣΟΚ και κατόπιν αφυδάτωσαν τη Νέα Δημοκρατία· κατ’ ουσίαν δηλαδή αφαίρεσαν από τον πολιτικό χάρτη τις δεσπόζουσες δυνάμεις της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας. Για την αποψίλωση ευθύνη φέρουν και οι Ευρωπαίοι εταίροι, πρωτίστως οι Γερμανοί, οι οποίοι ακόμη και τώρα, δύο χρόνια αργότερα, με τη χώρα στα πρόθυρα κατάρρευσης, προσεγγίζουν τον Ελληνα ασθενή με ελιξίρια λιτότητας, χωρίς να υπολογίζουν πολιτικές και γεωπολιτικές επιπτώσεις.
Το ντόμινο ωστόσο, που μπορεί να προκαλέσει η πτώση της Ελλάδας, δεν αφορά μόνο το ευρώ. Η ενδεχόμενη έξοδος της Ελλάδας θα έχει ισχυρή επίδραση στην ίδιο τον πολιτικό πυρήνα της Ευρωπαϊκής Ενωσης: ο ευρωσκεπτικισμός των μικρών λαών θα είναι η πρώτη και ίσως η πιο άμεσα αισθητή επίπτωση. Το ερώτημα είναι τούτο: Η γεωπολιτική ασάφεια στο ΝΑ άκρο της Ευρώπης, με τη Μέση Ανατολή φλεγόμενη και το Μαγκρέμπ ταρασσόμενο, μπορεί να απορροφηθεί από τη βόρεια ζώνη του σκληρού ευρώ; Να το πούμε αλλιώς: Μπορεί η Γερμανία να αφήσει μια ευρωπαϊκή σύμμαχο χώρα ασταθή και πτωχευμένη, με τον λαό της υποφέροντα και νεοναζί συμμορίες να τρομοκρατούν γηγενείς και μετανάστες; Μπορεί, αλλά όχι χωρίς μεσοπρόθεσμο κόστος για την Ευρώπη ολόκληρη. Είναι από τις περιπτώσεις όπου η πολιτική εκδηλώνεται βραδυφλεγώς, στη μακρότερη διάρκεια.
Εν πάση περιπτώσει, αυτά είναι σενάρια εν προόδω. Στη βραχεία διάρκεια, μας ενδιαφέρει πρωτίστως πώς θα εξελιχθεί η ζωή στη χώρα. Νομίζουμε ότι η πρόνοια και η ενεργητικότητά μας πρέπει να εστιασθεί στη διατήρηση της συνοχής και της ειρήνης στο κοινωνικό σώμα ― άνευ αυτών, απομακρύνεται χρονικά η έναρξη της αποκατάστασης. Η εχθροπάθεια, η τρομολαγνεία, η πολιτική αντιπαράθεση με εμφυλιοπολεμικούς όρους, που φούντωσαν κατά τις τελευταίες προεκλογικές ημέρες, πρέπει να πάψουν ευθύς αμέσως, στο μέτρο που δεν θεωρούμε τον άλλο εχθρό, κατά Καρλ Σμιτ, έτσι ώστε να επιδιώκουμε την ολοκληρωτική του εξόντωση.
Μία εξαίρεση: οι νεοναζί. Αυτοί πρέπει να βρουν απέναντί τους ολόκληρη την πολιτική κοινωνία. Τώρα που βγήκαν το φως, όλοι μπορούν να γνωρίζουν τι είδους υποκοσμικά, κοινωνιοπαθολογικά και παρακρατικά στοιχεία κρύβονται πίσω από τις εθνικιστικές κορώνες και τους θρύλους για προσκοπικές δράσεις στα γκέτο των Αθηνών. Ο προσκοπισμός τους είναι οι κατ΄οίκον επιδρομές και οι φονικοί ξυλοδαρμοί· ιδεολογία τους ένα χυλώδες μείγμα εθνοκαπηλίας, σατανισμού, αστρολογίας, παγανισμού New Age και αντισημιτισμού, με επίστεψη τη λατρεία του Χίτλερ. Εκφραστικό τους όργανο, η ωμή βία και ο τρόμος. Δυστυχώς, η αγελαία φύση τους ελκύει νέους, έφηβους, παιδιά ποτισμένα ήδη από διαφημίσεις ατομικισμού και βία, κολοβωμένα ήδη από στείρα σχολεία, στομωμένα από τον νεποτισμό και την πελατειακότητα στον δημόσιο και τον επιχειρηματικό βίο. Η κρίση, δια του φόβου και της απογνώσεως που έσπειρε στο αιφνιδιασμένο σώμα της κοινωνίας, ανέδειξε και φούντωσε τη φαιά πανώλη, ό,τι επωαζόταν στις εγκαταλειμένες γειτονιές των αδύναμων, των φτωχών και των νεόπτωχων, των μικροαστών και λαϊκών, υποβαθμισμένων ήδη πριν από την κρίση.
Ο νεοναζισμός δεν είναι λάιφστάιλ, δεν είναι καλτ, δεν είναι γραφικότητα για τηλεκατανάλωση· είναι απειλή για τη δημοκρατία και την κοινωνία. Θα φουντώνει, όσο φουντώνει η κρίση. Και δεν εξουδετερώνεται με ξόρκια και ακκισμούς.
Οι εκλογές της 6ης Μαϊου διεξάχθηκαν διλημματικά: υπέρ ή κατά του Μνημονίου. Υπέρ του Μνημονίου ετίθεντο αναγκαστικά το ΠΑΣΟΚ που το εισήγαγε και το επέβαλε ως μόνη εναλλακτική λύση έναντι της πτώχευσης, και η Νέα Δημοκρατία που μετεστράφη και ακολούθησε μετά τον Οκτώβριο του 2011. Υπέρ ετέθησαν, με τον ένα ή τον άλλο τρόπο, και κάποια μικρότερα κόμματα. Εναντίον του Μνημονίου ετέθησαν όλα τα άλλα κόμματα, αριστερά και δεξιά· και σχηματισμοί που προέκυψαν εξ αποσχίσεως από τα μεγάλα μνημονιακά κόμματα.
Το εκλογικό αποτέλεσμα έδειξε ότι το αντιμνημονιακό ρεύμα κατίσχυσε. Ωστόσο η διασπορά των ψήφων και ο παράλογος εκλογικός νόμος δεν επέτρεψαν τη συγκρότηση μιας κυβέρνησης συνασπισμού, υπέρ ή κατά του Μνημονίου. Παρότι άκαρπη, όμως, η διαδικασία των διαβουλεύσεων έδειξε ότι το «μνημονιακό» μέτωπο έχει διαρραγεί: ουδείς τώρα υπερασπίζεται το Μνημόνιο ως έχει, αδιαπραγμάτευτο, ακόμη και όσοι το υπερψήφισαν πριν από λίγες εβδομάδες. Τώρα όλοι συμφωνούν ότι τα βάρη του είναι αβάσταχτα και ότι η χώρα βρίσκεται στο χείλος ανθρωπιστικής κρίσης· πρώτος ο κ. Βενιζέλος, αρχιτέκτων του Μνημονίου 2, το αναγνωρίζει. Αρα όλοι συμφωνούν ότι απαιτείται επανεξέταση ή αναδιαπραγμάτευση ή απαγκίστρωση ή πάγωμα ή ακύρωση. Ολοι συμφωνούν τώρα ότι το Μνημόνιο, με τη δομή, τον τρόπο και την ένταση που εφαρμόστηκε, έφερνε καταστροφή μάλλον ή θεραπεία. Αρα το δίλημμα υπέρ ή κατά του Μνημονίου έχει καταπέσει εν τοις πράγμασι, πολλώ μάλλον που και από τα ευρωπαϊκά κέντρα αρχίζει να πνέει δειλά άνεμος χαλάρωσης.
Εντούτοις, καθώς βαδίζουμε προς επαναληπτικές, απολύτως κρίσιμες, εκλογές, αναδύεται νέο δίλημμα: Υπέρ ή κατά της Ευρώπης; Ηδη στη δημόσια ρητορική διαμορφώνονται αδρά δύο πόλοι, ο φιλοευρωπαϊκός και αντιευρωπαϊκός. Τυπικά, σύμφωνα με τις διακηρύξεις τους, αντιευρωπαϊστές μπορούν να θεωρηθούν μόνο το ΚΚΕ και οι νεοναζί, και φυσικά όχι με τους ίδιους όρους· το ΚΚΕ ακολουθεί μια πολιτική λογική, οι άλλοι απλώς κρώζουν ανορθολογικά. Ολοι οι άλλοι σχηματισμοί εντάσσουν εαυτούς πολιτισμικά και ιστορικά σε μια ευρωπαϊκή προοπτική, με περισσότερη ή λιγότερη έμφαση, με περισσότερο ή λιγότερο φορμαλισμό. Ευλόγως. Η Ελλάδα είναι Ευρώπη, και η σχέση είναι αμφίδρομη. Η Ελλάδα προϋποθέτει την Ευρώπη κατά την πολιτιστική της γενεαλογία· και η Ευρώπη εμφυσά στην Ελλάδα μια νεοκλασικιστική-ρομαντική ταυτότητα κατά τη γέννηση του νεοελληνικού κράτους.
Αλλά ακόμη κι αν βρίσκουμε τους ιστορικούς δεσμούς μη επαρκείς, τότε πρέπει να δούμε τους γεωπολιτικούς και οικονομικούς δεσμούς της μεταπολεμικής περιόδου, και ιδίως της πρόσφατης 30ετίας της ΕΟΚ και της ΕΕ. Η αποβολή της ασθενούς Ελλάδας από την νομισματική ένωση δεν θα έχει μόνο οικονομικό κόστος, αλλά και πολιτικό και γεωπολιτικό. Η αποσυνάγωγος Ελλάδα θα πληρώσει ασφαλώς μέγα κόστος σε ενδεχόμενη ρήξη σχέσεων, ακούσια ή εκούσια. Αλλά κόστος θα πληρώσει και η Ευρώπη, πολιτικό στο σύνολό της, σαν πολιτική ένωση, και οικονομικό σε μεμονωμένες χώρες. Το διαζύγιο δεν συμφέρει κανέναν. Αυτό το αναγνωρίζουν πλέον όλοι, εντός και εκτός συνόρων, πλην ίσως της νυν κυβερνώσας ομάδας στη Γερμανία.
Το δίλημμα άρα υπέρ ή κατά της Ευρώπης, υπέρ ή κατά του ευρώ, που αναμένεται να χρησιμοποιηθεί προεκλογικά, είναι εν πολλοίς κατασκευασμένο και άνευ ουσίας, όπως τα περισσότερα διλήμματα. Η πολιτική είναι δυναμική ρευστών, είναι διαχείριση του πραγματικού, είναι τέχνη του εφικτού· ταυτοχρόνως είναι ιστορία εν τω γεννάσθαι, ποτέ στατική και δεδομένη. Οι αφηγήσεις των πολιτικών κομμάτων από αλλού ξεκινούν και αλλού φτάνουν: το ΠΑΣΟΚ εκραύγαζε εναντίον του ΝΑΤΟ και της ΕΟΚ· η ΝΔ του Κωνσταντίνου Καραμανλή έθεσε τη χώρα εκτός ΝΑΤΟ. Κατά τον ίδιο τρόπο, η πέραν του ΚΚΕ αριστερά πορεύτηκε πάντα φιλοευρωπαϊκά, ασκώντας κριτική στις άκαμπτες νεοφιλεύθερες δοξασίες των Βρυξελών, αλλά φτάνοντας να υπερψηφίσει ακόμη και τη Συνθήκη του Μάαστριχτ.
Το πρόβλημα της συγκεκριμένης αριστεράς είναι ότι είχε υποτιμήσει το ρόλο του έθνους-κράτους και ενός μοντέρνου πατριωτισμού σαν δυνάμει πυλώνες μιας ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας δημοκρατικών ισότιμων κρατών. Αυτό το ανακαλύπτουν διανοούμενοι και πολιτικοί εδώ και σε άλλα κράτη-μέλη, τώρα που η μεγάλη ενιαία Γερμανία και η νομισματική ορθοδοξία δοκιμάζουν τις αντοχές των λαών και των δημοκρατιών. Το δίλημμα άρα δεν είναι μέσα ή έξω απ’ την Ευρώπη, αλλά ν’ αλλάξει η Ελλάδα και ν’ αλλάξει η Ευρώπη. Για την Ελλάδα είναι κατεπείγον.
Ζωγραφική: Στέλιος Φαϊτάκης, 2009.
Η μακρά αγωνία, που άρχισε το φθινόπωρο στις Κάννες και κορυφώθηκε με την ψήφιση του Μνημονίου ΙΙ, φαίνεται να υποχωρεί προσώρας. Οι επικείμενες εκλογές, παρότι δεν προσδιορίζονται ακόμη επακριβώς, ελπίζεται να δράσουν εκτονωτικά στη δυσφορία και την απόγνωση του κοινωνικού σώματος. Αλλά μέχρι εκεί: ο ορίζοντας κοινωνικής ειρήνης δεν υπερβαίνει τους ολίγους μήνες. Διότι, ακόμη κι αν δεν ακούγαμε τις σαφείς προειδοποιήσεις για το τι περιμένει τους Ελληνες, από τα πιο αρμόδια χείλη, των εκπροσώπων της τρόικας λόγου χάριν, η ίδια η σκληρή πραγματικότητα δίνει τα δικά της μηνύματα. Το χρέος δεν θα καταστεί βιώσιμο στους χρόνους που υποσχέθηκαν η κυβέρνηση και οι Ευρωπαίοι εταίροι, κατά τη λήξη της κρίσιμης τριετίας 2012-14 η χώρα θα χρειαστεί επιπλέον χρηματοδότηση έως και 67 δισ., η ύφεση θα συνεχιστεί, η ανεργία καλπάζει, το ασφαλιστικό καταρρέει εξαιτίας της ύφεσης και της ανεργίας αλλά και λόγω του κουρέματος των διαθεσίμων των ταμείων. Εν τω μεταξύ, με φόντο την παγωμένη αγορά, βιώνουμε και τη βίαιη συρρίκνωση κοινωνικών υποδομών: σχολεία, πανεπιστήμια, νοσοκομεία, βρεφονηπιακοί σταθμοί, προνοιακές δομές υποχρηματοδοτούνται, υπολειτουργούν, καταργούνται ή καταρρέουν.
Η αγωνία λοιπόν δεν περνά. Και οι πιο ανυποψίαστοι πολίτες έχουν συνειδητοποιήσει πια ότι η κρίση δεν θα περάσει σε τρία-τέσσερα χρόνια και, κυρίως, θα περάσει αφήνοντας πίσω της θύματα και βαθιές ουλές, θα μετασχηματίσει την κοινωνική ζωή. Αρκετοί πολίτες επίσης συνειδητοποιούν με ανησυχία ότι η γενικευμένη κρίση και οι διαρκείς δεσμεύσεις έναντι δανειστών, εφόσον διαρκέσουν, μπορούν να οδηγήσουν σε οδυνηρή απομείωση του γεωπολιτικού βάρους της χώρας, σε φινλαδοποίησή της. Πράγματι, η Ελλάδα κατέχει δεσπόζουσα θέση σε μια περιοχή μεγάλου στρατηγικού και οικονομικού ενδιαφέροντος, πάνω στους ενεργειακούς δρόμους της αναβαθμιζόμένης ΝΑ Μεσογείου, αλλά και πλάι σ’ έναν ισχυρό και επιθετικό γείτονα, την Τουρκία, και με τη Μέση Ανατολή σε αποσταθεροποίηση. Η ίδια η χώρα είναι βαριά λαβωμένη οικονομικά, με πολύ χαμηλή αυτοπεποίθηση, χωρίς ηγεσία, σχεδόν ξέπνοη. Ωστε τα δυνητικά της πλεονεκτήματα, γεωπολιτικά και γεωοικονομικά, εφόσον δεν αξιοποιηθούν ευφυώς και βάσει εθνικού σχεδίου, μπορούν να απωλεσθούν ή να εκχωρηθούν άνευ ουσιαστικών ωφελημάτων για τον δοκιμαζόμενο τώρα ελληνικό λαό. Αυτό θα ισοδυναμούσε με εθνική καταστροφή και ιστορική καθυστέρηση.
Ολο και περισσότεροι πολίτες αντιλαμβάνονται ότι βρισκόμαστε σε ένα τέτοιο ιστορικό μεταίχμιο. Και παρ΄όλη την αγωνία για την ατομική και οικογενειακή τύχη, αναγνωρίζουν ότι η ανάσχεση της πτώσης είναι δυνατή μόνο με ένα μίνιμουμ ομοθυμίας, με συνένωση δυνάμεων και κατασκευή του μέλλοντός μας. Η ιστορική πρόκληση πλέον είναι η υπέρβαση του διλήμματος «Μνημόνιο ή Αντιμνημόνιο», διότι κατ΄ουσίαν δεν απειλούμαστε από έναν τυπικό Διχασμό, αλλά από έναν διάχυτο, άτυπο, διαρκή εμφύλιο, από πολυκερματισμό και θρυμματισμό των κοινωνικών δυνάμεων, που γίνονται αισθητά σαν γενικευμένη δυσφορία, ασφυξία, πνιγμός, κατάθλιψη και απόγνωση. Ο τέτοιος θρυμματισμός της κοινωνίας κατοπτρίζεται στην υγροποίηση των κρατικών δομών και στον κοινωνικό αυτοματισμό.
Σε τι μπορούν να ελπίζουν οι Ελληνες για ανάσχεση της πτώσης; Μάλλον όχι στο παρόν πολιτικό σύστημα, όπως εκφράζεται από φθαρμένα πρόσωπα και εξαχρειωτικές δομές. Το πολιτικό σύστημα, τροφοδοτούμενο από φενακισμένους ψηφοφόρους-πελάτες, δεν μπορεί να συγκροτήσει εθνικό σχέδιο διάσωσης· και δεν θέλει εντέλει, στο βαθμό που η διάσωση θα προϋπέθετε την πολιτική αναγέννηση και την καταστροφή των παλαιών παθογενών ριζωμάτων. Οι εκλογές, σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, θα δώσουν μια αδύναμη κυβέρνηση, εκ συνασπισμού ή εξ ανοχής, η οποία μόνο προσωρινά θα ανασχέσει την ασφυξία. Αναγκαστικά λοιπόν, θα περιμένει τη λύση έξωθεν, αν και εφόσον αλλάξει ο πολιτικός συσχετισμός στην Ευρώπη, και αν οι όποιες αλλαγές περιλαμβάνουν την Ελλάδα επωφελώς.
Εν τω μεταξύ όμως; Η χώρα χρειάζεται επειγόντως να ανακόψει τη βύθιση στην ύφεση. Προς τούτο δεν μπορεί να περιμένει πότε θα αποκτήσει την περιβόητη ανταγωνιστικότητα με μισθούς Ρουμανίας και απαξιωμένα τα εθνικά assets κ.λπ. Εως ότου συμβούν τα προβλεπόμενα στα μάνιουαλ των μάγων της εσωτερικής υποτίμησης, απλώς δεν θα υπάρχουν Ελληνες. Η Ελλάδα πρέπει να βρει τρόπους να εργαστούν οι πολίτες της και να παράγουν πλούτο, πρέπει να ξυπνήσει το πρόγραμμα δημοσίων επενδύσεων, να ξυπνήσει τα δημόσια έργα, να αντλήσει πόρους από τις ευρωπαϊκές δεξαμενές του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκή Τράπεζας Επενδύσεων, όπως τουλάχιστον υπόσχονται οι εταίροι μας: αυτό είναι το πεδίο για σκληρή διαπραγμάτευση.
Οτιδήποτε ξυπνά την πραγματική οικονομία και κρατάει ζωηρούς τους ανθρώπους, πρέπει να χρησιμοποιηθεί. Να δημιουργηθούν ευκαιρίες για κοινωνική εργασία, για απασχόληση ανέργων και νέων με κοινωνικό μισθό, με προσφορά εθελοντικής εργασίας σε αδύναμους τομείς της δημόσιας διοίκησης. Η αυτοδιοίκηση, από τη γειτονιά έως την περιφέρεια, μπορεί και πρέπει να χρησιμοποιηθεί ως μοχλός για την συνέγερση του κόσμου. Η αυτοδιοίκηση διαθέτει πολιτική νομιμοποίηση, έχει καθορισμένη θητεία, ελέγχεται από τους πολίτες και εν πολλοίς την εμπιστεύονται· υπό όρους μπορεί να μετατραπεί σε μοχλό ανάπτυξης και φυτώριο ηγετών, αλλά χρειάζεται στήριξη και πόρους.
Οι συνεταιρισμοί να αποκτήσουν νέο, ελπιδοφόρο και παραγωγικό, περιεχόμενο, σε κάθε τομέα: γεωργία, βιοτεχνία, υπηρεσίες, καινοτομίες. Αυτό θα μπορούσε να είναι το όχημα για τους νέους και τα start-ups. Η Task Force της Κομισιόν τέτοια βοήθεια θα έπρεπε να δίνει, αυτά πρέπει να της ζητηθούν: να μεταφέρει πόρους και τεχνογνωσία στην παραγωγή, για ανάνηψη της κοινωνίας.
Αυτά τα ελάχιστα περί παραγωγής, θα ήθελαν να δουν οι πολιτες στα προγράμματα των πολιτικών δυνάμεων που ζητούν ψήφο. Για αρχή.
Mια διχογνωμία διατρέχει τον νεότερο ελληνισμό τους δύο τελευταίους αιώνες, απ’ τον καιρό του Ξεσηκωμού του 1821 ώς τις μέρες μας. Ανατολή ή Δύση; Πίσω από το αδρό αυτό δίλημμα στοιχίζονται πολλά συμφέροντα, ιδεασμοί, προκαταλήψεις. Και φυσικά η διχοστασία δεν είναι γεωγραφική· είναι πολιτική, γεωστρατηγική, οικονομική, ταξική, πολιτιστική, πνευματική, ψυχοϊστορική. Στη διπολική αυτή σύγκρουση κατασταλάζει συχνά η αναζήτηση ταυτότητας, διαρκής, κοπιώδης, αγωνιώδης· με ένταση κυμαινόμενη από την αμπελοφιλοσοφία έως τη βαριά συλλογική νεύρωση, κάποτε με χαρακτήρες εμφύλιας σύρραξης· με ποιότητα κυμαινόμενη, από τα υψηλά επιτεύγματα της τέχνης έως την ανταλλαγή ύβρεων και αφορισμών.
Η σοβούσα κρίση δεν κλονίζει μόνο τα σαθρά θεμέλια της κλεπτοκρατούμενης οικονομίας, και του πολιτικού συστήματος που τη διευθύνει· ταυτοχρόνως συνταράσσει τη συλλογική ψυχή, ξυπνάει πρωτόγνωρους φόβους, φόβους ένδειας, μνήμες υποτέλειας και ταπείνωσης, αισθήματα αυτοϋποτίμησης, αγωνία ταυτότητας εντέλει. Οταν η επίσημη Γερμανία αμφισβητεί τη δυνατότητα της Ελλάδας να κυβερνήσει τον εαυτό της, όταν τα λαϊκά ταμπλόιντ του Βορρά περιγράφουν τους Ελληνες σαν τεμπέληδες πονηρούς και κλέφτες, όταν η τραγωδία ταυτίζεται με την παρούσα κατάσταση των Ελλήνων, τότε οι Ελληνες ευλόγως αναρωτιούνται σε ποια Ευρώπη ανήκουν, τι είναι Ευρωπαίος, και, εκτείνοντας τη βάσανο, τι είναι Ελληνας και ελληνισμός.
Από τη βάσανο στα βάσανα. Η ίδια η αναζήτηση ταυτότητας είναι βάσανο, που χαρακτηρίζει κυρίως τα μικρά έθνη, και περισσότερο λαούς με μακρά ιστορία, βαριά παράδοση, αλλά αδύναμη θέση στο παρόν. Χαρακτηρίζει τους Ιρλανδούς, που αναζήτησαν την κέλτικη ρίζα τους κι έφτιαξαν κράτος υπό τη βαριά σκιά του Αγγλοσάξονα γείτονα και δυνάστη. Χαρακτηρίζει τους Εβραίους, που ξανάπλασαν τη γλώσσα τους και έχτισαν κράτος στον 20ό αιώνα, υπό το βάρος περιπλανήσεων και διωγμών. Χαρακτηρίζει και άλλους ανάδελφους, ξεμοναχιασμένους σε γλώσσες και τόπους, σε άλλοτε άλλο βαθμό, λ.χ. τους Σέρβους ή τους Ούγγρους.
Ο Μίλαν Κούντερα, Τσέχος της καφκικής Πράγας αλλά και παραμυθάς όλης της Ευρώπης, το περιγράφει έτσι: «Τα μικρά έθνη δεν είναι έννοια ποσοτική· δηλώνουν μια κατάσταση, ένα πεπρωμένο· τα μικρά έθνη δεν γνωρίζουν την ευτυχή αίσθηση του να βρίσκονται εδώ από πάντα και για πάντα· […] πάντοτε αντιμέτωπα με την αδαή αλαζονεία των μεγάλων, βλέπουν την ύπαρξή τους διαρκώς να απειλείται ή να αμφισβητείται· διότι η ύπαρξή τους είναι πρόβλημα» (P. Casanova, H παγκόσμια πολιτεία των γραμμάτων, εκδ. Πατάκη).
Την Ελλάδα το πεπρωμένο της την έφερε συχνά στο πεδίο όπου πάλευαν οι μεγάλοι. Ποδοπατήθηκε, χωρίς πάντα να φταίει, και χωρίς να μπορεί να το αποφύγει. Η γεωστρατηγική θέση της συχνά απέβαινε κατάρα, αυτή η θέση στο μεταίχμιο Ανατολής και Δύσης, Νότου και Βορρά. Η ίδια η γένεση του νεολληνικού κράτους συντελείται πάνω σε έναν μείζονα μετασχηματισμό: ενόσω η Δύση προβάλλει αιχμηρή και επιθετική πάνω στην τηκόμενη, υποχωρούσα Ανατολή. Το υπερδανεισμένο Πρότυπον Βασίλειον καθρέφτιζε περισσότερο τις προσδοκίες των Προστάτιδων Δυνάμεων και λιγότερο τις αντικρουόμενες προσδοκίες του πολύμορφου ελευθερωμένου ελληνισμού. Η αμοιβαία καχυποψία ανάμεσα σε φραγκοφορεμένους και φουστανελάδες εγκαθιδρύεται από τις πρώτες στιγμές του αγώνα για ελευθερία και υπονομεύει την ίδια την ελευθερία.
Ελλειψη αλληλοκατανόησης, σύγκρουση συμφερόντων, παραδόσεις που αφίστανται: από τη μια, η καταγωγή του μεσαιωνικού ελληνισμού, με γλωσσική και θρησκευτική ενότητα, από την άλλη, ο νεωτερικός εθνικισμός και ο διαφωτισμός, εντόπιοι διά μετακενώσεως. Αγροτοποιμένες, οργανωμένοι σε οικογένειες και κοινότητες· αστοί και έμποροι οργανωμένοι σε συντεχνίες και εταιρείες. Ολοι μαζί συγκρότησαν έθνος· δίγλωσσο, δίβουλο, διχασμένο, που εντούτοις ενώνεται και εκδιπλώνεται συντιθέμενο σε ώρες ανάγκης, και σταδιακά μιλάει την ίδια γλώσσα, αφομοιώνει παλαιότατους Ελληνες πρόσφυγες της Ανατολής, και πλουτίζει απ’ αυτούς, συνθέτει τολμηρά έναν μοντέρνο εαυτό μες στον αιματηρό 20ό αιώνα. Κινούμενοι πάντα αμφίπλευρα: πρόσφυγες εξ Ανατολών, μετανάστες προς Δυσμάς. Μόνο στην 50ετία 1960–2010 παύει η μετανάστευση – αλλά φουντώνει η μετακένωση.
Τώρα; Ο Τζέιμς Τζόις, προικίζει τον ήρωά του Στίβεν Δαίδαλο με τρία όπλα: τη σιωπή, την εξορία και την πονηριά. Τα όπλα και οι κατάρες του Οδυσσέα.
Το κοινό ανακοινωθέν των Μέρκελ και Σαρκοζί, χθες, σηματοδοτεί μια ιστορική καμπή στην πορεία της Ενωμένης Ευρώπης. Η Γερμανίδα καγκελάριος και ο Γάλλος πρόεδρος επιβάλλουν τους οικονομικούς και πολιτικούς όρους τους για την ευρωπαϊκή συνύπαρξη, καθώς η κρίση χρέους κλιμακώνεται και δοκιμάζει τις αντοχές του κοινού οικοδομήματος. Η πρώτη εντυπωσιακή συνδήλωση είναι ότι ο γαλλογερμανικός άξονας αποφασίζει ουσιαστικά την κοινή μοίρα παρακάμπτοντας ηχηρά τις Βρυξέλες: η Κομισιόν, το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και το Ευρωκοινοβούλιο απλώς παραλαμβάνουν την απόφαση των δύο ισχυρών. Η διορισμένη ηγεσία της Ε.Ε., έχοντας απωλέσει προ πολλού την ισχύ και το κύρος της, προσπάθησε το παρελθόν διάστημα να αρθρώσει έναν λόγο για έξοδο από την κρίση, πρότεινε λ.χ. την έκδοση ευρωομολόγου. Τα ψελλίσματα των κ. Μπαρόζο και Βαν Ρομπάι, ακόμη και η πιο σκληρή γλώσσα του επικεφαλής του Eurogroup κ. Γιουνκέρ, αγνοήθηκαν ή και περιφρονήθηκαν.
Βερολίνο και Παρίσι χτυπούν στην καρδιά της Ευρωπαϊκής Ενωσης: καταργούν την ιδρυτική αρχή της ομοφωνίας, και επιβάλλουν την αρχή της πλειοψηφίας. Είναι σαφές ότι εφεξής η Ευρώπη των πολιτικά ισότιμων εταίρων θα είναι μια Ευρώπη πολλών ταχυτήτων, με μεγάλα κράτη-μέλη που θα ηγεμονεύουν βάσει της οικονομικής τους ισχύος και θα επιβάλλουν τη βούλησή τους στα μικρότερα. Αυτή η στροφή στον τρόπο λήψης αποφάσεων τερματίζει μια ιστορία μισού και πλέον αιώνα στην Ευρωπαϊκή Ενωση. Επιπροσθέτως, σφραγίζεται από τη θεσμοποίηση των ελλειμμάτων, την ποινικοποίηση των υπερβάσεων και την παραπομπή των δημοσιονομικά απείθαρχων στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο.
Ο πρώην καγκελάριος Χέλμουτ Σμιντ είπε προ ημερών ότι η Γερμανία επιδιδόμενη σε κούρσα ηγεμονισμού, κινδυνεύει να απομονωθεί από την Ευρώπη. Ο ιστορικός ηγέτης των Σοσιαλδημοκρατών δεν δίστασε μάλιστα να υπενθυμίσει στους συμπατριώτες του Γερμανούς τα βρώμικα χέρια τους από την σκοτεινή περίοδο 1934-1945, και να τους παροτρύνει να υποστηρίξουν τους αδύναμους εταίρους τους. Υπό μία έννοια, ο Σμιντ εκφράζει τη μεταπολεμική μνήμη της δημοκρατικής Ομοσπονδιακής Γερμανίας, την πολιτική της ήρεμης δύναμης και της Realpolitik, της νέας Γερμανίας που ζητάει συγγνώμη για το παρελθόν και κοιτάει προς το μέλλον. Αντιθέτως, η Ανατολικογερμανή Ανγκελα Μέρκελ, πρώην μέλος του κομμουνιστικού καθεστώτος, εκφράζει τη βαθιά Γερμανία, που δεν ξεχνά την «άδικη ήττα», επιθυμεί πάντα lebensraum, πιστεύει στο πεπρωμένο της ηγεμονίας της, εξ ου και υλοποιεί μια πολτική εμμονική, πείσμονα, εντέλει επιθετική.
Η πολιτική είναι δυναμική, δεν ορίζεται σε επιτελικά γραφεία ερήμην των κοινωνιών και των ιστορικών διακυβευμάτων. Η επίδειξη ισχύος της καγκελαρίου Μέρκελ δεν αρκεί για να αλλάξει τον ρου της ευρωπαϊκής ιστορίας, παρά την επικούρηση του αντιφατικού και ασθενούς πολιτικά Γάλλου προέδρου. Οι ευρωπαϊκές χώρες του Νότου και της Ανατολής, οι μικροί εταίροι, η γεωπολιτική ρευστότητα στη νότια και ανατολική Μεσόγειο, οι αγελαίες δυνάμεις των αγορών, όλα μπορούν να επηρεάσουν απροσδόκητα τις εξέλιξεις στην κλονιζόμενη Ευρώπη.
Η κλιμακούμενη αποσταθεροποίηση των καθεστώτων στον αραβικό κόσμο ελπίζουμε να φέρει ελευθερία και ευημερία στους λαούς, αλλά προς το παρόν το κόστος αίματος και οι επιπτώσεις στις τοπικές οικονομίες είναι βαρύ. Επιπλέον, τούτη η μείζων γεωπολιτική μεταβολή, με ιστορική σημασία που ίσως ξεπερνά τις ευρωπαϊκές αλλαγές του 1989, δονεί ήδη την Ευρώπη. Οι ευρωπαϊκές χώρες ανησυχούν σφόδρα, από την ανατροπή των παγιωμένων ισορροπιών: απειλούνται οικονομικά συμφέροντα, εμπορικοί δεσμοί, ενεργειακά αποθέματα, πελατειακές σχέσεις. Οιι αποικιοκρατικές αναμνήσεις δεν έχουν εκλείψει εντελώς. Οπως αποκαλύπτεται δε, οι Αραβες δικτάτορες ήταν ευπρόσδεκτοι πελάτες ευρωπαϊκών τραπεζών και γενναιόδωροι χορηγοί ΜΚΟ και βρετανικών πανεπιστημίων.
Σε αυτό το μετασχηματιζόμενο περιβάλλον, ποια θα είναι η θέση της Ελλάδας; Μόνο εικασίες μπορούμε να κάνουμε, προβάλλοντας αναλογίες από το ιστορικό παρελθόν. Καταρχάς, με την άγνωστης κατάληξης αραβική επανάσταση η Ευρώπη αποκτά κι άλλο πονοκέφαλο, πάνω σε ένα φόντο ήδη τρομερά επιβαρημένο από την οικονομική κρίση και την πολιτική δυστοκία των ηγεσιών. Η Ελλάδα και η κρίση χρέους των αδύνατων εταίρων δεν μονοπωλούν την προσοχή και τους πόρους της Ε.Ε. Αλλά η αναδίπλωση της Ευρώπης εν όψει της γεωπολιτικής αναταραχής δεν σημαίνει απαραιτήτως υποβάθμιση της Ελλάδας· απεναντίας, σε ιστορικό βάθος, οι ανακατατάξεις στη Μεσόγειο μπορεί να αναβαθμίζουν τον στρατηγικό της ρόλο.
Για να αναβαθμιστεί στρατηγικά η χώρα, και να επωφεληθεί από τον ενδεχόμενο εκδημοκρατισμό των αραβικών κρατών, προϋποτίθεται η έξοδος από την ύφεση και την ηττοπάθεια που τώρα πλήττουν την ελληνική κοινωνία. Ο δύσκολος εχθρός, δηλαδή, σε τούτη τη δραματική ιστορική συγκυρία είναι ο εαυτός μας· ταυτόχρονα όμως, ο ίδιος εαυτός, ως εκ γεωγραφικής θέσεως, ιστορικής κληρονομιάς, πολιτισμικού χαρακτήρα, αποτελεί και το συγκριτικό μας πλεονέκτημα. Οι Ρουμ είναι ριζωμένοι ως αρχαίοι γείτονες και φίλοι στο αραβικό φαντασιακό, και όχι ως αποικιοκράτες ή δυνάστες. Προς το παρόν, όμως, οι Ελληνες αναμένουν οφέλη στον τουρισμό, ακριβότερο πετρέλαιο και ενδεχομένως ένα μεταναστευτικό κύμα.