You are currently browsing the tag archive for the ‘ανεργία’ tag.
Μια από τις σοβαρότερες ανησυχίες των Γερμανών αναλυτών για το μέλλον της πατρίδας τους είναι η σταθερή και επιταχυνόμενη γήρανση του πληθυσμού της, ο δημογραφικός μαρασμός. Προβάλλοντας την παρούσα κατάσταση στο μέλλον, η Έκθεση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για το Ευρωπαϊκό Έτος ενεργού γήρανσης 2012, περιέγραψε ότι το εργατικό δυναμικό της Γερμανίας θα μειώνεται κατά 200.000 ετησίως, για τη δεκαετία 2010-2020. Η περαιτέρω προβολή δείχνει ότι, αν δεν μεσολαβήσει κάποια ανατροπή, στη Γερμανία οι συνταξιούχοι, από το 31% του πληθυσμού που ήταν το 2010, θα φτάσουν το εφιαλτικό 57% το 2045.
Το ίδιο συμβαίνει στο σύνολο της Ευρωπαϊκής Ενωσης: σήμερα αντιστοιχούν τέσσερα άτομα παραγωγικής ηλικίας (15-64 ετών) ανά έναν συνταξιούχο (άνω των 65 ετών), το 2060 όμως θα αντιστοιχούν μόνο δύο παραγωγικά άτομα για κάθε συνταξιούχο. Για όλες σχεδόν τις χώρες της ΕΕ οι εκτιμήσεις για τις δημογραφικές μεταβολές του εργατικού δυναμικού μεσοπρόθεσμα, το 2020-2060, είναι αρνητικές. Μόνο η Ιρλανδία θα καλπάζει δημογραφικά, ακολουθούμενη από τη Μ. Βρετανία, το Βέλγιο και τη Γαλλία.
Δυστυχώς και σε αυτό το κρίσιμο πεδίο, η Ελλάδα είναι ο αρνητικός πρωταθλητής. Σύμφωνα με την έκθεση της Κομισιόν, η χώρα μας έχει τον περισσότερο γηράσκοντα πληθυσμό μεταξύ των κρατών της Ε.Ε.: οι γέροι αυξάνονταν με ρυθμό 21,4% στα έτη 2001-2006, έναντι του ευρωπαϊκού μέσου όρου 17,2%. Κατά την Eurostat, το 2050 το 32,1% του ελληνικού πληθυσμού θα έχει ηλικία μεγαλύτερη των 65 ετών, έναντι 16,6% που ήταν το 2000. Η εκτίμηση έγινε το 2007, πολύ πριν η χώρα χτυπηθεί από την κρίση και επιδεινωθούν ακόμη περισσότερο οι δείκτες γεννητικότητας και μετανάστευσης. Την ίδια περίοδο η Ελλάδα είχε τον τρίτο χαμηλότερο δείκτη γεννήσεων στην Ε.Ε.: 9%, μαζί με την Ιταλία. Χειρότερες ήταν μόνο η Γερμανία και η Πορτογαλία, με 8,4% και 8,5% αντίστοιχα. Η εκτίμηση για την εξέλιξη του εργατικού δυναμικού (ηλικίας 20-64) είναι εξόχως ανησυχητική: από το 2020 έως το 2060, δηλαδή σε μιάμιση γενιά περίπου, το παραγωγικό δυναμικό θα είναι μειωμένο κατά 15%.
Οι επιπτώσεις της γήρανσης του πληθυσμού είναι προφανείς και δύσκολα αντιστρέψιμες. Επηρεάζει δυσμενώς το συνταξιοδοτικό και ασφαλιστικό σύστημα, τις υπηρεσίες του κράτους πρόνοιας, μειώνει το νέο δυναμικό που εντάσσεται στην εργασία, εξασθενεί την εθνική άμυνα, εξασθενεί την εσωτερική ζήτηση, προσανατολίζει την επιχειρηματικότητα στη γεροντική ζήτηση, εξασθενεί το εκπαιδευτικό σύστημα. Με δυο λόγια, μια κοινωνία γερόντων σκέφτεται και δρα γεροντικά, αμυντικά, χωρίς μακροπρόθεσμο σχεδιασμό, χωρίς τόλμη και οραματισμό, χωρίς ρίσκα, χωρίς φαντασία.
Αυτή την παγίδα γήρατος και κοντόθωρου συντηρητισμού περιγράφουν οι Γερμανοί αναλυτές για τη χώρα τους και τα κέντρα λήψεως αποφάσεων: μια κοινωνία που ζει όπως ο Εμπενέζερ Σκρουτζ, γύρω από το πουγκί, ξορκίζοντας το μέλλον. Ομως δεν υπάρχει Πνεύμα των Χριστουγέννων για τα γηρασμένα έθνη.
Στην Ελλάδα η δομική δημογραφική κάμψη, εκφραζόμενη έως πρόσφατα ως υπογεννητικότητα, παίρνει απειλητικές διαστάσεις καθώς ενισχύεται από τη σφοδρή οικονομική και κοινωνική κρίση μετά το 2010. Οι μαζικές πρόωρες συνταξιοδοτήσεις, η πρωτοφανής ανεργία, η μετανάστευση, δρουν σωρευτικά και ενισχυτικά πάνω στη δημογραφική κάμψη. Το 2011 για πρώτη φορά οι θάνατοι υπερέβησαν τις γεννήσεις· ο πληθυσμός μειώθηκε κατά 4.671 άτομα. Το 2012 οι θάνατοι στην Ελλάδα υπερέβησαν τις γεννήσεις κατά 16.300, ενώ εμφανώς αρνητικό ήταν και το ισοζύγιο μετανάστευσης: έφυγαν 44.200 περισσότεροι από όσους ήρθαν.
Η φτωχοποίηση μεγάλου μέρους του πληθυσμού επιδρά καταλυτικά στη γεννητικότητα, η οποία είχε περάσει τα όρια συναγερμού ήδη πριν από την κρίση: ο δείκτης γονιμότητας σήμερα είναι 1,3 (παιδιά ανά μητέρα σε αναπαραγωγική ηλικία), έναντι του επιθυμητού δείκτη 2,3 και του απολύτως αναγκαίου 2,1. Ποιος θα φέρει στον κόσμο παιδιά, όταν δεν μπορεί να εξασφαλίσει ούτε τους δικούς του όρους επιβίωσης; Η υπογεννητικότητα και η σύστοιχη γήρανση, μαζί με την φτωχοποίηση και την έλλειψη προοπτικής, απειλούν τον ελληνικό λαό πολλαπλώς, όχι μόνο βραχυπρόθεσμα, βιολογικά, αλλά και ιστορικά, στη μέση διάρκεια. Πλάι στους ορατούς, αθέατοι πλην βαθύτατοι μετασχηματισμοί συντελούνται στο κοινωνικό σώμα, φυγοκεντρήσεις και θραύσεις, καταστροφικές για τη συνοχή και την ελάχιστη αναγκαία αυτοσυνειδησία. Στα χρόνια της αμεριμνησίας του λαϊφστάιλ κυριάρχησε η ρηχή νεολαγνεία, στα χρόνια της Υφεσης τη διαδέχτηκαν η γεροντίλα και ο μαρασμός.
Ζωγραφική: Ρέμπραντ, Η τελευταία αυτοπροσωπογραφία.
Η νευρικότητα των αγορών, η εκτόξευση των επιτοκίων των ομολόγων και η φυγή κεφαλαίων απασχολούν τον Τύπο, ελληνικό και ξένο. Η αντίδραση των χρηματαγορών πιέζει τις κυβερνήσεις, άμεσα ή έμμεσα, στη διαμόρφωση πολιτικής· δηλαδή, οι αγορές επηρεάζουν τις αποφάσεις και με τον τρόπο τους ρυθμίζουν την εφαρμοζόμενη πολιτική, δημοσιονομική, παραγωγική, κοινωνική, θεσμική.
Κινούμενοι στον αφρό της επικαιρότητας είναι συχνά δύσκολο να εστιάσουμε στην ευρύτερη εικόνα και στο ιστορικό βάθος· ας μη λησμονούμε όμως ότι το Κραχ του 2008 δεν συνέβη επειδή κάποιες κυβερνήσεις υπερρύθμισαν τις αγορές, αλλά για το ακριβώς αντίστροφο: επειδή επέτρεψαν την πλήρη απορρύθμιση. Κι όταν οι απορρυθμισμένες φούσκες έσκασαν, τα κράτη ―δηλαδή η πολιτική δια του πλούτου των εθνών― έσπευσαν να καλύψουν τις αγορές και τους άπληστους παίκτες, να διορθώσουν, να επαναφέρουν.
Εξι χρόνια αργότερα, οι χρηματαγορές, ενισχυμένες με κρατικούς ποταμούς ρευστότητας, εξακολουθούν το άγριο κερδοσκοπικό τους σαφάρι, και εξακολουθούν να επιβάλλονται στα αδύναμα κράτη. Ισχύει αυτό για όλους; Και στον ίδιο βαθμό; Οχι. Ισχύει προφανώς για την τραυματισμένη Ευρώπη, που δεν έχει κατορθώσει ακόμη να συμφωνήσει σε μια αποτελεσματική πολιτική αντιμετώπισης της κρίσης· επιπλέον, αντί να αντιμετωπίσει την απορρύθμιση και να περιορίσει τη βουλιμία των αγορών, αντί να τονώσει τη ζήτηση και να προστατεύσει τους πολίτες από την ανεργία, περιορίζει τη δημοσιονομική ευελιξία και πνίγει την ανάπτυξη, πνίγοντας έτσι κράτη και λαούς. Αποτέλεσμα: η περιφέρεια της ευρωζώνης έσπασε πρώτη από μια κρίση ρευστότητας που εξελίχθηκε ταχύτατα σε κρίση χρέους, τώρα πλήττονται τα μεγάλα κράτη του πυρήνα, και όλοι μαζί βυθίζονται σε ύφεση και αποπληθωρισμό. Εντούτοις, ακόμη και τούτη την ώρα, η Ευρώπη δεν αλλάζει πορεία, παρότι είναι ο μεγάλος ασθενής του παγκόσμιου οικονομικού συστήματος.
Οι ΗΠΑ, από την πλευρά τους, έχουν κατορθώσει να ανατάξουν τον εθνικό τους χώρο, να περιορίσουν το έλλειμμα στο 2,8% του ΑΕΠ, από το 10% προ κρίσης, και να περιορίσουν την ανεργία στο 5,9%, ιστορικό χαμηλό εξαετίας. Πώς; Με χαλάρωση, τυπώνοντας χρήμα και μηδενίζοντας τα επιτόκια της κεντρικής τράπεζας. Δηλαδή με πολιτική βούληση και πολιτική πράξη. Δεν είναι η τέλεια λύση, δεν υπάρχουν τέλειες λύσεις και ουσιοκρατία στην πολιτική, αλλά είναι μια λύση.
Εναν άλλο δρόμο για την Ευρώπη, υπενθύμισε προχθές με τον τρόπο του ο πρώην καγκελάριος Χέλμουντ Σμιτ, μιλώντας στο Αμβούργο κατά την ανακήρυξή του σε διδάκτορα της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Ο υπερενενηντακοντούτης πολιτικός έχει ζήσει τον τρομερό 20ό αιώνα της Ευρώπης, γι’ αυτό εστίασε στην τρομερότερη όψη της κρίσης: «Θυμάμαι την ύφεση του 1929 και αρκετές ακόμη, γι’ αυτό ξέρω τι σημαίνει εκατομμύρια άνθρωποι να είναι άνεργοι ή ποιες είναι οι παραλυτικές επιπτώσεις της ανεργίας των νέων. Γι΄αυτό έχουμε σήμερα επείγουσα ανάγκη από ένα μεγάλο επενδυτικό πρόγραμμα στην Ευρωζώνη και την Ε.Ε… Απευθύνω έκκληση για ένα πολύ ισχυρότερο ποσοτό κρατικών επενδύσεων… Ούτως ή άλλως η δική μας οικονομία εξασφαλίζει εδώ και χρόνια τα μεγαύτερα πλεονάσματα, τα οποία όμως είναι ελλείμματα των εμπορικών μας εταίρων».
Ο Χ. Σμιτ δεν συμφωνούσε με την ένταξη της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, δεν το έχει κρύψει. Απέναντι όμως στην διαμορφωμένη κατάσταση, την κρίση που απειλεί πλέον με πολιτική και κοινωνική ρευστοποίηση τα κράτη της Ευρωζώνης, εκτός και εντός πυρήνα, προτείνει την επαναφορά της πολιτικής, της σωφροσύνης, ενός πραγματισμού δικαιωμένου από την ιστορία, παλαιότερη και πρόσφατη.
Ακόμη κι αν δεν ήσουν ποτέ φίλος ή ψηφοφόρος του ΠΑΣΟΚ, εφόσον έζησες στην τεσσαρακονταετία του, οφείλεις να το λάβεις σοβαρά υπ’ όψιν, σε οποιονδήποτε απολογισμό ή ανάλυση της συγκεκριμένης περιόδου. Μα πολύ σοβαρά. Για να το πούμε πολύ αδρά: μελετώντας την πορεία και τους μετασχηματισμούς του ΠΑΣΟΚ, μελετούμε την πορεία της σύγχρονης Ελλάδας, σε μια μακρά περίοδο με μοναδικά ιστορικά χαρακτηριστικά και με πρωτοφανέρωτες εκδιπλώσεις του κοινωνικού σχηματισμού.
Το ΠΑΣΟΚ ταυτίζεται με την Γ’ Ελληνική Δημοκρατία, με την περίοδο μετά την Μεταπολίτευση του 1974. Υπό μία έννοια μάλιστα, την περίοδο 1974-81, έως την ανάληψη της εξουσίας από το ΠΑΣΟΚ, θα μπορούσαμε να την περιγράψουμε σαν μεταβατική περίοδο, σαν αργή μετάβαση στην καθαυτή μεταπολίτευση που συντελείται με την ονομασθείσα Αλλαγή του ’81.
Η αλλαγή του ’81 σηματοδοτεί την ανάδυση και επικράτηση της πολιτικής έκφρασης των λαϊκών και μικροαστικών στρωμάτων, μια κοινωνική κίνηση που είχε ξεκινήσει δυναμικά στο πρώτο ήμισυ της δεκαετίας του ’60, και η οποία ανεκόπη βιαίως από τα κοινοβουλευτικά πραξικοπήματα και την επταετή στρατιωτική δικτατορία. Σε εκείνη την περίοδο, που βαφτίστηκε εύστοχα από τον Στρατή Τσίρκα «χαμένη άνοιξη», μπορούμε να εντοπίσουμε ψυχοκοινωνικά τις πηγές της δυναμικής του ΠΑΣΟΚ, από τον Σεπτέμβρη του 1974 έως την πρωτη διακυβέρνηση του 1981-85.
Ισως ακούγεται υπερβολική η σύνδεση του 1981 με τα προδικτατορικά ’60s, αλλά δεν μπορούμε να κατανοήσουμε τις ιστορικές περιόδους αποσπασμένες απ’ ό,τι προηγείται. Τα αιτήματα για απελευθέρωση των δυνατοτήτων και των ευκαιριών, στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό πεδίο, είχαν διατυπωθεί από τότε με οξύτητα, αν όχι και με διαύγεια, από τα λαϊκά στρώματα. Ας μη λησμονούμε ότι στο μεταίχμιο, από το ’50 προς το ’60, παρ’ όλους τους ρυθμούς ανάπτυξης, οι προσφερόμενες οδοί ανέλιξης, προσωπικά και κοινωνικά, ήταν πολύ περιορισμένες: αναγκαστική αστυφιλία, μαζική μετανάστευση, ανισότητα, περιορισμένη πρόσβαση στη μέση και ανώτερη εκπαίδευση, φτώχεια, μαζική ανεργία: το 1961 η ανεργία καταγραφόταν στο 27,6%, όσο και στη σημερινή χρεοκοπημένη Ελλάδα.
Η κορύφωση της πανευρωπαϊκής χρυσής τριακονταετίας αρχίζει να συμβαίνει στην Ελλάδα μέσα στο ’60. Η ανάπτυξη της οικοδομής, η γενίκευση της υποχρεωτικής και δωρεάν παιδείας, το τραγούδι, το σινεμά, η εισαγόμενη ευφορία, όλα καταγράφουν τη διόγκωση των προσδοκιών για ευημερία, τη διαμόρφωση μιας νέας διάνοιας, το φούσκωμα του λαϊκού ποταμιού. Το μωσαϊκό της Ενωσης Κέντρου δεν κατόρθωσε να εκφράσει πλήρως και λυσιτελώς αυτό το πολύμορφο κοινωνικό ρεύμα. Επρεπε να περιμένουμε το ’74 και όλη την περίοδο έως το ’81.
Ο σχηματισμός του ΠΑΣΟΚ, το φθινόπωρο του ’74, μου θύμισε φίλος πολιτικός επιστήμων, εμβριθής μελετητής της μεταπολεμικής ιστορίας, συντελέσθηκε σε ελάχιστο χρονικό διάστημα και με αυτοοργάνωση των μαζών. Από τα μέσα Σεπτεμβρίου έως τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου 1974, είχαν συγκροτηθεί αυθορμήτως περίπου τετρακόσιες επιτροπές πρωτοβουλίας πανελληνίως. Αυτό δεν είχε προηγούμενο σε περίοδο ειρήνης. Ας το πούμε και διαφορετικά: το κοινωνικό ποτάμι που είχε εκτραπεί το ’60-’70, έψαχνε να βρει την κοίτη του έκτοτε· θα την έβρισκε, ούτως ή άλλως, ακόμη κι αν δεν προσφερόταν η πρόσκληση ΠΑΣΟΚ. Οι κοινωνικές δυνάμεις των Ιουλιανών ’65, των χωριατόπαιδων που κατέκλυζαν τα πανεπιστήμια, των νεομικροαστών που αυτοαναγνωρίζονταν στο διαμέρισμα πολυκατοικίας με λουτρό και ηλεκτρικό ψυγείο, των baby boomers που μεγάλωναν με τους Κένεντι, τον Ωνάση, τους Μπιτλς και το Απόλλων 11 στη Σελήνη, όλο αυτό το πλήθος των αυτοδημιούργητων ανοικοδομητών απαιτούσε χώρο, όλο τον κοινωνικό χώρο, με δημοκρατία, ισότητα, ελευθερία λόγου και σκέψης, πολιτικές ελευθερίες. Τα πήρε. Με παλινωδίες, κόπο, παραμορφώσεις, παρανοήσεις, άθλους και αθλιότητες. Πήρε περίπου είκοσι χρόνια.
Ακόμη κι έτσι πάντως, η νέα πολιτική έκφραση, που γεννήθηκε στις 3 Σεπτεμβρίου 1974 από την παλαιά θρεπτική ιλύ του ’60, χρειάστηκε επτά χρόνια, ώς το ’81, για να καταστεί ηγεμονική και να ολοκληρώσει τη μεταπολίτευση. Ο,τι συνέβη μετά την πρώτη, ορμητική και ελπιδοφόρα διακυβέρνηση, με προφανή ορόσημα το 1989 και το 2004, και κατάληξη την πτώχευση του 2010, είναι εν πολλοίς μια πορεία αναδιάταξης των δυνάμεων εξουσίας και αναδιανομής του πλούτου, και μια διαδικασία μετασχηματισμού των πλειοψηφικών μικρομεσαίων, σε επίπεδο συνείδησης, αναπαράστασεων και προσδοκιών. To ΠΑΣΟΚ στην κυβέρνηση, ο λαός στην εξουσία…
Αν έχεις την τύχη να ταξιδέψεις για αναψυχή στην ενδοχώρα, μακριά απ’ το άστυ, σου προσφέρεται απλόχερα η δυνατότητα να δεις τον εαυτό σου σε άλλο περιβάλλον, άλλο φως, άλλο χρόνο. Κυρίως, να δεις και να ακούσεις τους ανθρώπους, χωρίς πίεση, χωρίς υποχρεώσεις και δεύτερες σκέψεις.
Στην άγνωστη μου Μακεδονία λοιπόν. Με νωπή ακόμη την ευφροσύνη από τις μυρωδιές και τις όψεις του ευλογημένου τόπου. Σκόρπια στιγμιότυπα από πλατείες χωριών.
Το καφενείο το κρατούν τώρα το καλοκαίρι τα δύο παιδιά του ιδιοκτήτη. Στα είκοσι πέντε τους, έχουν τελειώσει τις σπουδές τους, φιλολογία και οικονομικά, δεν έχουν βρει δουλειά, δεν περιμένουν σχεδόν τίποτε, μόνο «κάτι σταζ της κοροϊδίας, ούτε για παρηγοριά, ξεγελιόμαστε ότι δουλεύουμε». Με χαμόγελο και ευγένεια μιλούν.
Στο διπλανό καφενείο, οι ηλικιωμένοι. Νοικοκυρεμένοι, με τα κοντομάνικά τους, αναλύουν τις συντάξεις τους, κερδισμένες στη Γερμανία, το Βέλγιο, την Ελλάδα. Το τελευταίο δεκαήμερο του μήνα αραιώνουν, έχει τελειώσει η σύνταξη, μας λέει ο καφετζής.
Παραγωγή. Παντού πουλιέται «κρασί, τσίπουρο, γράπα». Χύμα. Στις μεγάλες ταβέρνες μάς εξηγούν ότι οι κάβες τους δεν διαθέτουν πια κανένα εμφιαλωμένο κρασί, από τις τόσες εκλεκτές ετικέτες που παράγει ο τόπος. Μόνο χύμα στην καράφα, φτηνή ρετσίνα και μπίρες. Εως πριν δυο-τρία χρόνια είχαν πενηντα και εβδομήντα ετικέτες. Στα οινοποεία το καλό κρασί ονομασίας προελεύσεως πουλιέται 6-8 ευρώ η φιάλη.
Ενας ρέκτης μικροαμπελουργός και παρασκευαστής γράπας περιγράφει τη φετινή χρονιά: Το χαλάζι και οι όψιμες βροχές έβλαψαν σοβαρά τους αμπελώνες της Δυτικής Μακεδονίας· φέτος το αεροπλάνο που απέτρεπε τον σχηματισμό επιβλαβών νεφώσεων, δεν πέταξε, κόπηκε το σχετικό κονδύλι. Οι οινοποιοί απεγνωσμένοι αναζητούν σταφύλια από τρίτους.
Στις μικρομεσαίες μεταποιητικές επιχειρήσεις, άλλος καημός: η αβάσταχτη υπερφορολόγηση. Κάθε μήνα αγωνιούμε να πληρώσουμε τις υποχρεώσεις μας, φόρους, εισφορές, πάγιους λογαριασμούς· στο τέλος του μήνα, δεν έχει μείνει ούτε περίσσευμα χρήματος ούτε κουράγιο, να συνεχίσουμε. Εξυπνοι, προκομμένοι, επινοητικοί άνθρωποι τα λένε αυτά, που τις περασμένες δεκαετίες πίστεψαν στον τόπο, στα προϊόντα της γης, έβαλαν γνώση, εργασία, κεφάλαια, παρήγαγαν προστιθέμενη αξία. Γνωρίζουν τα πάντα για νέες καλλιέργειες, για μάρκετινγκ, για δίκτυα διανομής, εξαγωγές. Πιστεύουν ότι μόνο με μεταποίηση και παραγωγή διακεκριμένων προϊόντων, μπορεί να παραχθεί πλούτος και να μείνει ζωντανός ο τόπος. Το έκαναν, πέτυχαν, βραβεύτηκαν.
Τώρα αγκομαχούν, χωρίς ρευστότητα, υπερφορολογημένοι, και το χειρότερο με σβησμένη τη ζήτηση: «Τα διακεκριμένα προϊόντα παραμερίζονται από τα πάμφθηνα, αγνώστου συνθέσεως και προελεύσεως προϊόντα, σαν κι αυτά που συχνά είναι τα ιδιωτικής ετικέτας στα εκπτωτικά σουπερ-μάρκετ. Οι μικρές επιχειρήσεις-μπουτίκ δεν μπορούν να επιβιώσουν χωρίς εσωτερική αγορά, με εξαγωγές».
Μάθημα οικονομίας που θα έπρεπε να ακούσουν υπουργοί και τεχνοκράτες της ανάπτυξης. Και να δουν ότι ακόμη και τα πιο εκλεκτά και άφθονα τοπικά προϊόντα, κρασιά, τυροκομικά, νερά, χυμοί, δεν βρίσκουν τη θέση τους στα ράφια των αλυσίδων σούπερ μάρκετ· στα ράφια δεσπόζουν τα προϊόντα των πολυεθνικών αλυσίδων. Προβλήματα διανομής, προβλήματα τιμολόγησης, προβλήματα κλίμακας. Σε τοπικά μαγαζιά πωλούν μυριστικά Κίνας, μέλι Βουλγαρίας, ακόμη και τα εξαίρετα ταχίνια και οι χαλβάδες φτιάχνονται με σουσάμι Αιθιοπίας… Η τοπική παραγωγή συνοψίζεται σε ό,τι βλέπεις σε υπαίθριους πάγκους: γλυκά κουταλιού, τραχανάς, τσάι του βουνού, μέλι. Είναι εκλεκτά, αλλά τόσο λίγα, τόσο μοναχικά και φτωχά, τόσο μακριά και αποκλεισμένα από αγορές που θα τα εκτιμούσαν. Ισα-ίσα φτάνουν να ικανοποιήσουν τον αναιμικό εσωτερικό τουρισμό, ο οποίος κι αυτός ξεκίνησε με κάποιες υποσχέσεις και ναυάγησε μες στη κρίση, τον φόβο και την υποπληροφόρηση. Πόσοι κάτοικοι του Λεκανοπεδίου γνωρίζουν το άφθαστο κάλλος, την ποικιλία τοπίου και τις φτηνές τιμές της Δυτικής Μακεδονίας;
Δεν είναι όλα μαύρα. Ο καταπληκτικός κρεοπώλης Νάσος Κοκκώνας, στη Ροδόπολη Σερρών, αναδεικνύει το βουβαλίσιο κρέας με παραδοσιακά παρασκευάσματα υψηλής ποιότητας και υπερσύγχρονο μάρκετινγκ-διανομή. Ο πληθυσμός του νεροβούβαλου Κερκίνης πριν από δέκα χρόνια ήταν κάτω από χίλια άτομα, έτεινε προς εξαφάνιση και επιδοτείτο η συντήρησή του. Μερικοί επαγγελματίες σαν τον Νάσο Κοκκώνα δούλεψαν, επένδυσαν, συνεργάστηκαν, προώθησαν, εκσυγχρόνισαν. Σήμερα ο πληθυσμός των ζώων είναι υπερτριπλάσιος, η τάση αυξητική και το προϊόν φημισμένο.
Η Δήμητρα Δάρτση πήρε την οικιακή παράδοση γλυκών και ζυμαρικών γύρω από το εύφορο όρος Πάικο και την απογείωσε, γευστικά και επιχειρηματικά, με την ετικέτα Γουμένισσες. Μαζεύει βραβεία και διακρίσεις, παρά τις μεγάλες δυσκολίες της κρίσης. Μια επιχειρηματίας που διδάσκει καλαισθησία, επινοητικότητα, ανάπτυξη, ποιότητα, με τα προϊόντά της και το εργαστήριο της στη Γουμένισσα.
Η Ελλάς προώρισται να ζήση και θα ζήση. Μεταφερμένο στη δημοτική, είναι γραμμένο στη βάση του ανδριάντα του, στην Παλαιά Βουλή. Ο μέγας Χαρίλαος Τρικούπης το είπε μετά την πτώχευση του 1893, για να εμφυσήσει στον λαό αυτοπεποίθηση, πίστη στη ζωή. Το ίδιο πράττουν σήμερα αρκετοί Ελληνες, χωρίς τη μεγαλοπρεπή διατύπωση του Τρικούπη. Τρεις νέοι με λαμπερό βλέμμα, ποντιακής καταγωγής, μου έδειξαν τι σημαίνει πίστη στη ζωή, στους πρόποδες του όρους Μπέλες, μερικά χιλιόμετρα από τα σύνορα: εκεί έχουν μια περίφημη ταβέρνα, την Εβόρα, με σπάνια πιάτα ποντιακής κουζίνας, κι από εκεί εξόρμησαν και ανοίγουν ποντιακό-μεσογειακό εστιατόριο στην Αγγλία, μετά από ενδελεχή έρευνα αγοράς. Τα παιδιά του Παρασκευά και της Ουρανίας Παπαδοπούλου. Από τον Πόντο, στη Θεσσαλονίκη, στο Μπέλες, και στο Μπέρμιγχαμ. Θα ζήσουν. Θα ζήσει.
H κυβερνητική κρίση στη Γαλλία σημαίνει ίσως το τέλος μιας σιωπηρής αποδοχής της γερμανικής ηγεμονίας κατά τον χειρισμό της κρίσης στην ευρωζώνη. Οι σκληρές επικρίσεις του υπουργού Οικονομίας Αρνό Μοντμπούρ κατά του Βερολίνου και ειδικά κατά της καγκελαρίου Μέρκελ, μπορεί να τον απομακρύνουν από την κυβέρνηση, αλλά δείχνουν ότι η άκριτη υποταγή στις γερμανικές δοξασίες περί θεραπείας της ύφεσης με περιορισμό των ελλειμμάτων οδεύει προς το τέλος της.
Η σφοδρή κριτική του Μοντμπούρ, όπως δημοσιεύθηκε στη «Le Monde», είναι φανερό ότι δεν γίνεται για εσωτερική κατανάλωση· εκφράζει την αγωνία των Γάλλων, που απειλούνται από ύφεση και ανεργία, και την ανάγκη τους να εφαρμόσουν μια πολιτική αφιστάμενη από τη γερμανική ορθοδοξία. «Η πολιτική μείωσης των ελλειμμάτων είναι ένας οικονομικός παραλογισμός καθώς, αφού καταπνίγουν την ανάπτυξη, δεν επιτυγχάνουν τους ίδιους τους στόχους τους, εξαιτίας της μείωσης της δραστηριότητας», επέμενε χθες ο Μοντμπούρ ενώ ουσιαστικά παραιτούνταν. Το Σάββατο ήταν αναλόγως σαφής: «Η Γερμανία έχει πιαστεί στην παγίδα της πολιτικής της λιτότητας που επέβαλε σε όλη την Ευρώπη… Όταν λέω Γερμανία, εννοώ τη γερμανική Δεξιά που υποστηρίζει την Αγγέλα Μέρκελ… Η Γαλλία δεν μπορεί πλέον να άγεται και να φέρεται… Έχουμε δύο προβλήματα: την ευρωπαϊκή δημοσιονομική πολιτική, με τη συσσώρευση σχεδίων λιτότητας σε όλες τις χώρες της Ένωσης, και τη νομισματική πολιτική, η οποία είναι υπερβολικά κλειστή. Τα διδάγματα της δεκαετίας του 1930 θα πρέπει να μας κάνουν να καταλάβουμε ότι η ανεργία είναι αυτή που προκαλεί σκλήρυνση και άνοδο της βίας στις ευρωπαϊκές κοινωνίες».
Αλλά και ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μισέλ Σαπέν άσκησε παρόμοια κριτική, μιλώντας στην ιταλική εφημερίδα «La Reppublica»: «Η ευρωζώνη κινδυνεύει να εγκλωβιστεί σ’ έναν φαύλο κύκλο ασθενούς ή αρνητικής ανάπτυξης. Πρέπει οπωσδήποτε να επιβραδύνουμε το ρυθμό μείωσης των ελλειμμάτων».
Ο Ιταλός πρωθυπουργός Μάριο Ρέντσι, αντιμέτωπος με την ύφεση αλλά και το πρωτοφανές κύμα προσφύγων από το Μαγκρέμπ και τη Μέση Ανατολή, φαίνεται να συμφωνεί περισσότερο με τον Μοντμπούρ, παρά με τον διστακτικό πρόεδρο Ολάντ. Καίγεται να επιτύχει μια κάποια ανάκαμψη της χειμαζόμενης οικονομίας του και όχι να κατεβάσει το έλλειμμα κάτω από ο όριο-φετίχ του 3%. Ρέντσι και Μοντενμπούρ φαίνεται να συμμερίζονται ασμένως τις πικρές διαπιστώσεις για την Ευρώπη, που έκαναν οι νομπελίστες οικονομόλογοι στο καθιερωμένο συνέδριό τους στο Λιντάου, ενώπιον της κυρίας Μέρκελ.
«Οι ιστορικοί θα ρίξουν πίσσα και πούπουλα στους Ευρωπαίους κεντρικούς τραπεζίτες» είπε ωμά ο Πίτερ Ντάιαμοντ του ΜΙΤ, ειδικός στην ανεργία. «Οι νέοι Ευρωπαίοι που αναζητούν εργασία εν μέσω ύφεσης θα επηρεαστούν για δεκαετίες. Πρόκειται για ένα τρομακτικό αποτέλεσμα και είναι εντυπωσιακό πόσο λίγες αντιδράσεις έχουν προκληθεί για πολιτικές που είναι τόσο εκπληκτικά καταστροφικές», πρόσθεσε. Και ο Τζόζεφ Στίγκλιτς: «Η Ευρωζώνη απειλείται από μια ύφεση, που μπροστά της θα ωχριούν οι χαμένες δεκαετίες της Ιαπωνίας… Δεν είμαι ιδιαίτερα αισιόδοξος για το μέλλον της νομισματικής ένωσης, με δεδομένο ότι ακολουθούν οι οικονομικές επιπτώσεις των γεωπολιτικών στρεβλώσεων».
Η καγκελάριος Μέρκελ υπερασπίστηκε την πολιτική της στο Λιντάου, αλλά όπως παρατήρησε ένας Γερμανός σχολιαστής στη Die Welt, «o Στίγκλιτς έχει τους αριθμούς με το μέρος του». Κυρίως: Εφεξής η καγκελάριος δεν θα έχει απέναντί της αδύναμες κυβερνήσεις μικρών χωρών, αλλά τη Γαλλία, την Ιταλία, και βέβαια την σκληρή πραγματικότητα της ύφεσης, της ανεργίας, του αποπληθωρισμού, ου μην αλλά και την γεωπολιτική: το οδυνηρό τίμημα των κυρώσεων κατά της Ρωσίας. Στο ευρωπαϊκό Game of Τhrones τώρα κορυφώνεται ο κύκλος «Winter is coming».
Βυθισμένοι σε μια κρίση που στη χώρα μας πλήττει σκληρά το ένα τρίτο του πληθυσμού και απειλεί εν συνόλω τα δύο τρίτα, δυσκολευόμαστε ευλόγως να κατανοήσουμε το εύρος και το βάθος της κρίσης. Οτι δηλαδή δεν πρόκειται μόνον για οικονομική κρίση, για μια φάση ενός κυκλικού φαινομένου, αλλά για κρίση υποδείγματος, για ρήξη πρωτίστως πολιτική και πολιτισμική. Οι Ελληνες δεν υποφέρουν μόνο επειδή έσφαλαν, δεν αδυνατούν να δουν το μέλλον επειδή ως τζίτζικες δεν εφρόντισαν εγκαίρως ― αυτά ισχύουν μόνο εν μέρει και μόνο εντοπισμένα. Το ελληνικό πρόβλημα κατά το βάθος και κατά την πλήρη του έκταση είναι πρόβλημα ευρωπαϊκό, και πρόβλημα οικουμενικό. Είναι το πρόβλημα του 21ου αιώνα: πώς αντιλαμβανόμαστε την ανάπτυξη, τη μεγέθυνση, την αειφορία, την ευημερία, την ισόρροπη διαβίωση μέσα στα όρια του πλανητικού οικοσυστήματος.
Ασφαλώς η ανεργία, η φτώχεια, η ανασφάλεια είναι οι πρώτες προτεραιότητες, για μια κοινωνία που λαχταρά για ανακούφιση του πόνου. Η κρίση όμως δεν θα θεραπευτεί με παλιές συνταγές, χωρίς να δούμε τον πυρήνα των αιτίων, φανερών και λανθανόντων. Η υπέρβαση της κρίσης θα κατορθωθεί με νέα σκέψη, με υπέρβαση της οικονομίστικης ορθοδοξίας και του υστερόβουλου πολιτικού κομφορμισμού, με συναντίληψη του τοπικού και του οικουμενικού, με φαντασία και ενσυναίσθηση. Η κρίση είναι πολύπλευρη: κρίση παραγωγικού μοντέλου, κρίση από την υπεράντληση φυσικών πόρων και τον υπερπληθυσμό, κρίση υπερεπέκτασης και υπερκατανάλωσης, κρίση από την διόγκωση πλαστών αναγκών, κρίση από τα ελλείμματα δημοκρατίας. Ο ντετερμινισμός της διαρκούς επέκτασης συναντά τα όρια του: είναι τα όρια του πλανητικού οικοσυστήματος.
Πώς εντάσσουμε τα δικά μας εθνικά και τοπικά προβλήματα στον ευρύτερο προβληματισμό; Οι Ισπανοί φωτίζουν ένα μονοπάτι σκέψης. Οπως πριν από τρία χρόνια το κίνημα 15M των Indignados από τις ισπανικές πλατείες άνοιξε νέους ορίζοντες προβληματισμού, έτσι και τώρα οι Ισπανοί συντάσσουν ένα μανιφέστο για να σκεφτούμε οικουμενικά και πλανητικά, πολιτισμικά και ολιστικά. Το ονομάζουν «Υστάτη έκκληση» και το υπογράφουν όλα ανεξαιρέτως τα κόμματα της Αριστεράς, παλαιάς και νέας, από το ΚΚ έως το Podemos, Καταλανοί και Βάσκοι αυτονομιστές, οικοσοσιαλιστές, το κίνημα για την απομεγέθυνση, προσωπικότητες από όλο το φάσμα των τεχνών και των επιστημών. Βρισκεται, μεταφρασμένο σε πολλές γλώσσες, και στα ελληνικά, στον ιστότοπο www.ultimallamada.org.
Προφανώς το αίτημα πλέον δεν είναι μια κάποια ανάταξη, μια κάποια θεραπεία της ανεργίας και της φτώχειας· είναι η αποφασιστική στροφή:
«Ο πλανήτης δεν μπορεί να στηρίξει την παραγωγιστική και καταναλωτική κοινωνία. Έχουμε ανάγκη να δημιουργήσουμε ένα νέο πολιτισμό ικανό να εξασφαλίσει μια αξιοπρεπή ζωή σε ένα τεράστιο ανθρώπινο πληθυσμό (σήμερα, σε περισσότερους από 7,2 δισεκατομμύρια ανθρώπους), που συνεχίζει να αυξάνεται και κατοικεί σε ένα κόσμο με φθίνοντες πόρους. Να γιατί θα είναι απαραίτητο να γίνουν ριζικές αλλαγές στο τρόπο ζωής, στις μορφές της παραγωγής, στο σχεδιασμό των πόλεων και στη χωροταξική οργάνωση: και πάνω από όλα, στις αξίες που διέπουν όλα τα παραπάνω. Χρειαζόμαστε μια κοινωνία που θα έχει για στόχο να επαναφέρει την ισορροπία με τη βιόσφαιρα, και που χρησιμοποιεί την έρευνα, την τεχνολογία, τον πολιτισμό, την οικονομία και την πολιτική για να προχωρήσει προς αυτή τη κατεύθυνση. […]
»Προσοχή: το παράθυρο της ευκαιρίας κλείνει. […] Έχουμε, όμως, το πολύ μία πενταετία για να οργανώσουμε μια πλατιά και σφαιρική συζήτηση για τα όρια της ανάπτυξης, και για να δημιουργήσουμε δημοκρατικά οικολογικές και ενεργειακές εναλλακτικές ικανές να είναι σοβαρές και βιώσιμες. Θα πρέπει να είμαστε ικανοί να συσπειρώσουμε μεγάλες πλειοψηφίες για μιαν αλλαγή οικονομικού, ενεργειακού, κοινωνικού και πολιτισμικού μοντέλου. Πέρα από το ότι πολεμάει τις αδικίες που οφείλονται στην άσκηση της εξουσίας και στη συσσώρευση του πλούτου, μιλάμε για ένα μοντέλο που αναγνωρίζει την πραγματικότητα, κάνει ειρήνη με τη φύση και κάνει δυνατή την ευζωία μέσα στα οικολογικά όρια της Γης.
»Ένας πολιτισμός τελειώνει και πρέπει να οικοδομήσουμε έναν άλλο καινούργιο. Οι συνέπειες του να μην κάνουμε τίποτα —ή να κάνουμε πολύ λίγα— μας οδηγούν κατευθείαν στη κοινωνική, οικονομική και οικολογική κατάρρευση. Αλλά αν αρχίσουμε σήμερα, μπορούμε ακόμα να γίνουμε οι πρωταγωνιστές και πρωταγωνίστριες μιας αλληλέγγυας και δημοκρατικής κοινωνίας που θα συμβιώνει ειρηνικά με τον πλανήτη.»
Κάτι κινείται στην Ευρώπη. Η κρίση γεννά όχι μόνο θύματα και φόβο, αλλά επιτέλους σκέψη και δράση.
Εως πρόσφατα μετρούσαμε τους ανέργους συμπολίτες μας. Τώρα μετράμε τους μακροχρόνιους ανέργους, όσους βρίσκονται εκτός εργασίας περισσότερο από ένα χρόνο. Κι είναι πολλοί: ο ένας στους δύο. Τώρα μετράμε τους ανασφάλιστους, και δεν γνωρίζουμε καν πόσες εκατοντάδες χιλιάδες είναι· προσεγγίσεις κάνουμε βάσει των ιλιγγιωδών ποσών που οφείλουν στα ταμεία οι έμποροι, οι ελεύθεροι επαγγελματίες, οι επιχειρηματίες. Μόνο στον ΟΑΕΕ εξαιτίας και των απλήρωτων εισφορών, η μαύρη τρύπα είναι της τάξεως των 7 δισ. ευρώ· σε όλα τα Ταμεία το κενό υπολογίζεται στα 13 δισ. ευρώ.
Προφανώς. Εκατοντάδες χιλιάδες μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις έχουν βάλει λουκέτο ή φυτοζωούν, οι ελεύθεροι επαγγελματίες έχουν μείνει χωρίς επάγγελμα, το ΑΕΠ έχει απομειωθεί κατά 29%, η ανεργία πλησιάζει το εφιαλτικό 30% ― όλα αυτά δεν είναι ουδέτερα νούμερα, είναι δείκτες της πραγματικής οικονομίας και έχουν επιπτώσεις στο ασφαλιστικό σύστημα. Πολύ απλά: Οι άνεργοι δεν πληρώνουν εισφορές· επίσης πολλοί επιχειρηματίες και επαγγελματίες ευρισκόμενοι σε ασφυξία ρευστότητας, αναγκάζονται να μην πληρώσουν εισφορές, για να καταβάλουν τον ΦΠΑ και τους υπέρογκους φόρους, ώστε να μην πάνε φυλακή, να πληρώσουν τη ΔΕΗ για να μένει αναμμένο το μαγαζί, να τακτοποιήσουν τους προμηθευτές όσο μπορούν, να συντηρήσουν το σπιτικό τους. Γενικά: να παραμείνουν ζωντανοί παριστάνοντας ότι λειτουργεί η επιχείρηση. Και να ελπίζουν σε ρυθμίσεις των χρεών που σωρεύονται διαρκώς.
Μια πρώτη συνέπεια: εκατοντάδες χιλιάδες παραγωγικοί πολίτες, που αγογγύστως κατέβαλλαν εισφορές επί δεκαετίες, αυτή τη στιγμή της αδυναμίας βρίσκονται χωρίς ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, οι ίδιοι και τα προστατευόμενα μέλη των οικογενειών τους, ενώ κινδυνεύουν να χάσουν και τις συντάξεις τους. Ουσιαστικά βρίσκονται εκτός συνταγματικής προστασίας, εκτός δημοκρατικού χώρου, στο μέτρο που η δημοκρατική πολιτεία εγγυάται τη ζωή και την αξιοπρέπεια κάθε πολίτη.
Ενώπιον τέτοιας ανθρωπιστικής κρίσης, η πολιτεία ολιγωρεί και εθελοτυφλεί, ωσάν να εφαρμόζει αρρήτως ένα σχέδιο μαζικού μετασχηματισμού των επιχειρηματιών και επαγγελματιών σε στρατιές αέργων και ανεπαγγέλτων, πληβείων. Τα Ταμεία, τραυματισμένα ήδη θανάσιμα από την αναγκαστική απομείωση των διαθεσίμων τους έως και 75%, κατά το PSI, βλέπουν επιπλέον να καταρρέουν τα τακτικά έσοδα εξαιτίας της ανεργίας και της συρρίκνωσης της εμπορικής δραστηριότητας. Οι ρυθμίσεις των οφειλών, όπως ισχύουν, είναι ατελέσφορες έως γελοίες. Η ρύθμιση 48 δόσεων του ΟΑΕΕ για παλαιές οφειλές υποχρεώνει τον οφειλέτη να πληρώνει εκτός από τη δόση του και πλήρη την τρέχουσα εισφορά! Μα οι άνθρωποι αυτοί, στη συντριπτική πλειονότητα, υποαπασχολούνται, μόλις που ανασαίνουν… Δεν δύνανται να πληρώνουν δόση συν τακτική εισφορά. Κι έτσι δεν πληρώνουν τίποτε. Κι έτσι τα Ταμεία δεν εισπράττουν τίποτε. Και το μεγάλο κραχ του ασφαλιστικού αναμένεται πλέον το 2016.
Οι ενώσεις των πληττομένων μικρομεσαίων έχουν προτείνει λύσεις για ανακούφιση των ανθρώπων και εισροή χρήματος στα Ταμεία. Ενδεικτικά: Πρώτα απ’ όλα να παγώσουν τα χρέη και να μετατεθούν προς τη λήξη της ασφαλιστικής ζωής, δηλαδή να ρυθμιστούν κατά τη συνταξιοδότηση. Ακόμη και 100 δόσεις να προσφερθούν, οι περισσότεροι δεν θα μπορούν να ανταποκριθούν σε μηνιαία δόση 100 ή 200 ευρώ· τόσο απλά. Δεύτερον, να διαχωριστεί προσωρινά η ιατροφαρμακευτική κάλυψη από τη συνταξιοδοτική, ώστε να ελαφρυνθεί το ασφάλιστρο. Ειδικά για τον ΟΑΕΕ, να μπορεί να επιλέγει ο ασφαλισμένος κλάση εισφορών σύμφωνα με τις δυνατότητές του. Κατ’ αυτόν τον τρόπο, υπολογίζεται ότι τα Ταμεία θα εισπράττουν άνω των 500 εκατ. ετησίως. Δεν λύνεται το ασφαλιστικό, αλλά κερδίζεται χρόνος, αναγκαίος για όλους.
Τι περιμένει η κυβέρνηση; Τους έχει ξεγράψει τόσους πολίτες;
H εν εξελίξει ιδιωτικοποίηση της ΔΕΗ, η κρισιμότερη ίσως όλης της πρόσφατης περιόδου, θέτει, εκτός των άλλων, ένα ερώτημα: Ποιος ωφελείται εντέλει από την ιδιωτικοποίηση των πάντων; Η συνήθης απάντηση είναι: ο καταναλωτής. Αλλά δυστυχώς αυτό μένει να αποδειχθεί· η διεθνής εμπειρία από ιδιωτικοποιήσεις στρατηγικών βιομηχανιών και υπηρεσιών δεν είναι τόσο πλούσια ως προς την πτώση των τιμών, τη βελτίωση των υπηρεσιών ή τη βελτίωση των επενδύσεων.
Μπορούμε να βρούμε πολλά ζεύγη επιχειρημάτων και αντεπιχειρημάτων, αλλά το ουσιώδες στην παρούσα περίπτωση δεν είναι να διαπράξουμε ένα ακόμη άγονο ντιμπέιτ επί των ερειπίων της χώρας. Δύο είναι τα ουσιώδη: Πρώτον, να κατανοήσουμε σε βάθος την πραγματική κατάσταση της οικονομίας και του κράτους, τις δυνατότητες και τις αδυναμίες τους. Ακόμη κι αν δεν συμφωνούμε στους τρόπους υπέρβασης της κρίσης, όλοι θα συμφωνήσουμε ότι η κατάσταση είναι τραγική.
Τούτου δοθέντος, πρέπει, δεύτερον, να υπερβούμε τις ιδεοληπτικές αγκυλώσεις και την ορθοδοξία της μίας και μόνης εναλλακτικής, προκειμένου να βρούμε τις πιο πρόσφορες λύσεις, τις πιο αποτελεσματικές, τις ιστορικά δοκιμασμένες, έστω και σε μη τυπικά όμοιες συγκυρίες.
Αν λοιπόν δεχθούμε ότι όλοι οι βασικοί δείκτες της χώρας είναι δυσμενέστεροι από τους ανάλογους δείκτες των ΗΠΑ τον καιρό της Μεγάλης Υφεσης, τότε φρόνιμο θα ήταν να εξετάσουμε πώς την αντιμετώπισαν οι Αμερικανοί. Μια απλή αναδρομή στην ιστορία του New Deal του Ρούσβελτ πείθει και τον πιο αδαή ότι κύριο χαρακτηριστικό αυτής της πολιτικής ήταν η τόλμη, η φαντασία, η πρωτοφανής παρέμβαση του κράτους. Το κράτος λειτούργησε ως μηχανισμός έσχατης καταφυγής για την κυκλοφορία χρήματος, και ως εργοδότης έσχατης καταφυγής, δημιουργώντας μαζικά θέσεις απασχόλησης. Οι ιστορικοί λένε ότι η πολιτική Ρούσβελτ επεξέτεινε δραματικά τον ρόλο του κράτους, δίνοντας του όχι μόνο τον ρόλο του υπέρτατου ρυθμιστή, αλλά συμβάλλοντας και σε μια άνευ προηγούμενου τόνωση του πατριωτικού αισθήματος και του συλλογικού αυτοπροσδιορισμού. Η αμερικανική δημοκρατία έδειξε εν τοις πράγμασι ότι φρόντιζε τα τέκνα της.
Ο πόνος της Μεγάλης Υφεσης είναι ίδιος στην Ελλάδα του 2010-2014. Εντούτοις υπάρχουν και δομικές διαφορές: το ελληνικό κράτος, για ενδογενή μα κυρίως για εξωγενή αίτια, δεν μπορεί να κινηθεί με τους ίδιους βαθμούς ελευθερίας. Η Ελλάδα ανήκει σε μια ένωση κρατών, οικονομική και πολιτική. Εχει εκχωρήσει οικειοθελώς μεγάλο μέρος της εθνικής κυριαρχίας της: δεν έχει νόμισμα, δεν μπορεί να ασκήσει ανεξέλεγκτη δημοσιονομική πολιτική, τώρα πλέον δεν μπορεί καν να καταρτίσει προϋπολογισμό χωρίς την προτέρα έγκριση των εταίρων δανειστών. Τελεί υπό επιτήρηση.
Η σοβαρότερη διαφορά όμως είναι ότι έχουν αλλάξει οι κυρίαρχες ιδέες. Η τρέχουσα ορθοδοξία στη Γηραιά Ηπειρο, η οποία τηρείται με θρησκευτική ευλάβεια από την ευρωπαϊκή ηγεσία, δεν μοιάζει σε τίποτε με τις εφαρμοσθείσες ιδέες του New Deal, ούτε καν με τις πρακτικές που ακολούθησαν άλλες χώρες σε κρίση ή σε χρεοκοπία, κατά τις πρόσφατες δεκαετίες, λ.χ. στη ΝΑ Ασία, στη Σκανδιναβία, στο Μεξικό και αλλού. Η ανελαστική δομή, οι άκαμπτες παραδοχές και κυρίως η στρατηγική της Ευρωπαϊκής Ενωσης δεν επιτρέπουν καμία περέκκλιση από τον Μωσαϊκό Νόμο όπως σμιλεύθηκε στο Μάαστριχτ, στη Λισαβώνα και στο Σύμφωνο Δημοσιονομικής Σταθερότητας. Η διαρκής, οδυνηρή και εντέλει καταστροφικά υφεσιογόνος λιτότητα, ως μέσον θεραπείας των ελλειμμάτων και της υπερχρέωσης, είναι μία απόρροια αυτής της πολιτικής ακαμψίας.
Η απομείωση του κράτους έως εσχάτης ταπεινώσεως είναι μία άλλη ιδεοληψία ― εφαρμοζόμενη πάντως επιλεκτικά, κυρίως στις πιο αδύναμες χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Η κρατική ισχύς λ.χ. στη Γερμανία δεν περιορίζεται, απεναντίας: οι αποφάσεις του Συνταγματικού Δικαστηρίου της Καρλσρούης υπερισχύουν έναντι του ευρωπαϊκού δικαίου, στο οποίο συμμορφώνονται όλοι οι άλλοι. Η ομοσπονδιακή κυβέρνηση έσπευσε μάλιστα πρόσφατα να θεσπίσει κατώτατο μισθό σε όλη την επικράτεια ― τελευταία από τις μεγάλες χώρες.
Ας επιστρέψουμε. Η Ελλάδα κείτεται ξέπνοη οικονομικά· η κοινωνία μετασχηματίζεται, φτωχοποιείται. Πώς θα τεθεί σε φάση ανάταξης; Με ποια εργαλεία; Της λείπει ένα βασικό, το νόμισμα. Πέραν αυτού, μπορεί το κράτος να παίξει ρόλο εργοδότη έσχατης καταφυγής, ώστε να αναταχθεί γρήγορα η ανθρωποβόρος ανεργία; Φυσικά μπορεί, αρκεί να υπάρχει η πολιτική βούληση, εντός και εκτός· από την εθνική κυβέρνηση και από τους υπερεθνικούς επιτηρητές. Σε περίπτωση συμφωνίας για ανάληψη τέτοιου έργου, η εθνική οικονομία θα χρειαστεί έναν κορμό παραγωγικών δραστηριότητων και κάποια βασικά εργαλεία: ορισμένες μεγάλες επιχειρήσεις με κρατική συμμετοχή, μια επενδυτική τράπεζα, νεοπαγή παραγωγικά σχήματα σε σύμπραξη με ιδιώτες επενδυτές, πειστικά παραγωγικά σχέδια που θα προσελκύουν ευρωπαϊκά θεσμικά κεφάλαια και θα μοχλεύουν ακόμη περισότερα.
Κανείς ιδιώτης επενδυτής δεν μπορεί να προκαλέσει το αναγκαίο σοκ επανεκκίνησης στην Ελλάδα της ανεργίας του 28%, μάς έλεγε πρόσφατα έμπειρο στέλεχος της Ευρωπαϊκής Τράπεζας Επενδύσεων. Υπολογίζεται ότι για να δημιουργηθούν 100.000 θέσεις εργασίας, απαιτούνται επενδυμένα κεφάλαια περίπου 7 δισ. ευρώ, μάλιστα μακροπρόθεσμα επενδυμένα κεφάλαια, όχι τα νομαδικά των hedge funds που πετάνε σε μερικούς μήνες, μόλις αποκομίσουν την απόδοση-στόχο. Πόσα χρήματα απαιτούνται για να αποκατασταθούν οι ένα εκατομμύριο άνεργοι της κρίσης; Περίπου 70 δισ. ευρώ.
Ποιοι ιδιώτες θα επενδύσουν μακροπρόθεσμα αυτά τα κεφάλαια, για να ανακουφιστεί άμεσα ο πληθυσμός; Για να μη χαθούν οριστικά 15 χρόνια και μια γενιά, όπως είχε προφητέψει το 2010 ο Τομάζο Πάντοα Σιόπα, για να μη χαθούν 25 χρόνια όπως υπολόγισε πρόσφατα η οργάνωση Endeavour. Μόνο το κράτος μπορεί να αναλάβει τέτοιας κλίμακας πρωτοβουλία. Αυτό έχει δείξει η ιστορική εμπειρία: την εγγύηση της ισότητας και της αξιοπρέπειας των πολιτών δεν θα την αναλάβει η αόρατος χειρ της αγοράς.
Η πώληση της τεμαχισμένης ΔΕΗ, με την οποία διαφωνούσε σφοδρά ο Αντώνης Σαμαράς το 2011, αφαιρεί εργαλεία από το κράτος για την ανάταξη της οικονομίας και την ανακούφιση των πολιτών. Καλή κυβέρνηση είναι αυτή που εξυγιαίνει το κράτος για να λειτουργεί εύρυθμα και αποτελεσματικά, για να συμβάλλει στην παραγωγή πλούτου, όχι η κυβέρνηση που ταπεινώνει το κράτος και πουλάει την περιουσία του. Κάθε ιδιωτικοποίηση, κάθε πράξη απορρύθμισης, θα κριθεί από την κατάσταση της ανεργίας και της φτώχειας τα επόμενα χρόνια ― ελπίζουμε να μην είναι δεκαπέντε ή είκοσι πέντε.
Η Αννα κοντεύει τα σαράντα. Ευγενής, καλλιεργημένη, συγκροτημένη, με λόγο εστιασμένο και ακριβή. Απόφοιτος φιλολογίας, παιδί δημοσίων υπαλλήλων, τυπικό παιδί της ελληνικής μεσαίας τάξης. Για δεκαπέντε χρόνια ήταν κατώτερο και μεσαίο στέλεχος καλλιτεχνικών οργανισμών, οργάνωνε παραγωγές, φρόντιζε δημόσιες σχέσεις, έγραφε, συντόνιζε, δούλευε ακαταπαύστως με όρεξη αυξανόμενη, με αγάπη για τη δουλειά της. Αρνήθηκε θέσεις πιο προσοδοφόρες, για να υπηρετεί με τον τρόπο της την τέχνη, το θέατρο, τη μουσική.
Τα τελευταία δύο χρόνια είναι άνεργη. Και σχεδόν ανεπάγγελτη. Εγκατέλειψε το σπίτι της, δεν μπορούσε να το συντήρήσει, γύρισε στο σπίτι των συνταξιούχων γονιών, με μειωμένη σύνταξη κι αυτοί, ταλαιπωρούμενοι από τις ασθένειες του γήρατος. Πριν από ένα τρίμηνο η Αννα βρήκε μια δουλειά, μια mini job, θέση μερική απασχόλησης: πεντάωρο κυλιόμενο, πότε πρωί πότε απόγευμα, σχεδόν τυχαία, σε ένα call center. Στον Κηφισό. Δεν έχει συγκοινωνία.
(Αφαιρώντας τη βενζίνη του αυτοκινήτου, ο μισθός που μένει είναι τριακόσια ευρώ. Ενα χαρτζιλίκι, ντρέπομαι να το πω, κι όμως φοβάμαι να το αφήσω, γιατί δυο χρόνια τώρα, μόνο αυτό βρήκα. Ακούω στην τηλεόραση τους πολιτικούς και δεν τους ακούω, δεν με φτάνουν τα λόγια τους, δεν ακούω, γιατί μέσα μου επαναλαμβάνω ένα πράγμα, το ίδιο: Θέλω μια δουλειά, μια κανονική δουλειά, να δουλέψω, να πληρώσω τη ΔΕΗ, να πιω έναν καφέ, να ψωνίσω ένα ρούχο, να κυκλοφορήσω, να δουλέψω σε αυτό που ξέρω, αυτό που μπορώ. Είμαι στην ακμή μου. Και με τραβήξανε απ’ την πρίζα.)
Η Αννα είναι μια νέα Ελληνίδα από την Αθήνα. Είναι η Αννα από τη Βαρκελώνη, από το Δουβλίνο, το Πόρτο, το Παλέρμο, τη Λυών, τη Δρέσδη, τη Βουδαπέστη. Είναι η Αννα της Ευρώπης. Η γενιά των 30-45, η ραχοκοκκαλιά οικονομιών και κοινωνιών, η γενιά που πλήττεται σκληρότερα από την κρίση. Στις χώρες της βαθιάς ύφεσης και των προγραμμάτων δημοσιονομικής προσαρμογής, όπως η Ελλάδα, είναι η γενιά που απολύεται με τη μεγαλύτερη συχνότητα, που βγαίνει εκτός εργασίας, εκτός επαγγελματικής ενημέρωσης, εκτός ανανέωσης δεξιοτήτων, εκτός ασφάλισης, εκτός κοινωνίας. Επ’ αόριστον. Η ζωή τους αναστέλλεσται επ’ αόριστον. Εως ότου η χώρα επιστρέψει σε ρυθμούς ανάπτυξης.
Ακόμη και ο φρικτός δείκτης του 60% νεανικής ανεργίας δεν είναι τόσο φρικτός αν συγκριθεί ο απόλυτος αριθμός των νέων 15-25 ετών με τους σαραντάρηδες και πενηντάρηδες. Οι άνεργοι νέοι λοιπόν στην Ελλάδα μετριούνται σε περίπου 79 χιλιάδες. Μέγα μέρος των υπολοίπων 1,3 εκατομμυρίων είναι ώριμοι και μεσήλικες, για τους οποίους η ανεργία ισοδυναμεί σχεδόν με απόσυρση από τη ζωή.
Στη θέση των σαραντάρηδων συχνά προσλαμβάνονται εικοσιπεντάρηδες, νεοεισερχόμενοι στην εργασία, με αποδοχές υποπολλαπλάσιες, με τετρακόσια-πεντακόσια ευρώ το μήνα, χωρίς ωράριο, με στοιχειώδη ή καμία ασφάλιση, συχνά με μπλοκάκι εξωτερικού συνεργάτη. Ο νέος που παίρνει τη θέση του μεγαλύτερου είναι ήδη τόσο φοβισμένος, τόσο ντρεσαρισμένος, έχει μοιράσει άκαρπα τόσα βιογραφικά, που δέχεται τα πάντα με δέος και ευγνωμοσύνη. Καθώς οι πρακτικές της ευέλικτης επισφαλούς εργασίας γενικεύονται, καθώς οι συμπεριφορές των ανθρώπων απέναντι στην εργασία και τις κοινωνικές απολαυές σφραγίζονται από την ανασφάλεια και την υποχώρηση, βρισκόμαστε ενώπιον ενός νέου ανθρωπότυπου και μια νέας κοινωνικής δημογραφίας.
Το πρόβλημα της απορρυθμισμένης εργασίας δεν είναι μόνο ελληνικό, είναι ευρωπαϊκό, και αν αναζητούσαμε τις ρίζες του, θα τις βρίσκαμε πριν από την εκδήλωση της μεγάλης κρίσης του 2008, στο γερμανικό μοντέλο της επισφαλούς πλήρους απασχόλησης και των περικοπών στο κράτος πρόνοιας, που εγκαινιάστηκαν από την κοκκινοπράσινη (SPD-Πράσινοι) κυβέρνηση Σρέντερ το 1999-2005. Σε αυτό το διάστημα, και σαν κορύφωση της μακράς διαδικασίας αποικισμού της φτωχής Ανατολικής Γερμανίας, ψηφίστηκαν οι τέσσερις νόμοι Hartz, που μετασχημάτισαν βαθιά την αγορά εργασίας και την πολιτική του ταμείου ανεργίας. Μεταξύ άλλων, θεσπίστηκαν οι mini jobs (με κατάργηση των εργοδοτικών εισφορών) και οι midi jobs, τη δραστική μείωση της καταβολής επιδόματος ανεργίας σε ένα έτος και την εν συνεχεία υποκατάστασή του από κοινωνικό βοήθημα 374 ευρώ, και πολλά άλλα.
Τα αποτέλεσματα αυτού του μείζονος μετασχηματισμού της εργασίας δεν οδήγησαν μόνο στο ιδιότυπο γερμανικό θαύμα, αλλά και σε εντυπωσιακή άνοδο των φτωχών: τον Μάιο του 2011 κατεγράφησαν επισήμως 5 εκατομμύρια mini jobs, αύξηση 47%, ενώ το 2012 η γερμανική στατιστική υπηρεσία διαπίστωνε ότι το διάστημα 1999-2010 οι θέσεις άτυπης εργασίας αυξήθηκαν κατά 3,5 εκατ, και ταυτοχρόνως οι θέσεις σταθερής απασχόλησης μειώθηκαν κατά 3,8 εκατομμύρια. Αυτή η διαδικασία οδήγησε τον Ντανιέλ Κον-Μπεντίτ να ρωτήσει στην Ευρωβουλή την καγκελάριο Μέρκελ: «Πώς είναι δυνατόν μια πλούσια χώρα σαν την Γερμανία να έχει 20% φτωχούς;»
Το γερμανικό μοντέλο επισφαλούς και προσωρινής απασχόλησης, χωρίς καν τα γερμανικά μαξιλάρια του κοινωνικού βοηθήματος και των εκτενών ακόμη προνοιακών δομών, και χωρίς βεβαίως τη γερμανική υποδομή βιομηχανικής παραγωγής με υψηλή προστιθέμενη αξία και εξαγωγικό δυναμικό, είναι αυτό που εφαρμόζεται στην Ελλάδα με πρωτοφανή βιαιότητα, μέσω της απορρύθμισης της εργασίας. Στην περίπτωση της Ελλάδας επιπλέον ο μετασχηματισμός τελείται σε περιβάλλον βαριάς ύφεσης, δημοσιονομικής συρρίκνωσης και αποεπένδυσης. Ακόμη χειρότερα: η φτώχεια, πρωτοφανής από την εποχή του Εμφυλίου, μας βρήκε με ανύπαρκτο δίχτυ ασφαλείας, χωρίς καν εγγυημένο ελάχιστο εισόδημα και με εντυπωσιακή ανισοκατανομή των κοινωνικών παροχών, όπως έχει καταδείξει ερευνητικά ο καθηγητής Μάνος Ματσαγγάνης.
Η χώρα δεν αντιμετωπίζει μόνο πρωτοφανή για καιρό ειρήνης οικονομική ύφεση, αλλά και την απειλή μιας κοινωνικής και δημογραφικής αποσάθρωσης.
ζωγραφική: Χρήστος Μαρκίδης
Το επόμενο διάστημα η οικονομία και η κοινωνία θα αρχίσουν να αντιλαμβάνονται στην ολότητά του το νέο πλαίσιο που διαμορφώνει ο πολυνόμος. Τις επόμενες ημέρες επίσης θα αρχίσει να εκτυλίσσεται το πλαίσιο των υποχρεώσεων που απομένουν να υλοποιηθούν. Ολα θα είναι διαφορετικά. Είναι από καιρό διαφορετικά.
Με δεδομένο αυτό το διαφορετικό περιβάλλον εκ μεταρρυθμίσεων και απορρυθμίσεων, ας δούμε τις μεγάλες προτεραιότητες της ελληνικής κοινωνίας. Είναι προφανώς η ανεργία, ο πιο ορατός και απτός δείκτης, ένας δείκτης δυστυχίας· μαζί, η ύφεση, και σε στενή συνάφεια με την ύφεση ο αποπληθωρισμός, η αποεπένδυση, η έλλειψη ρευστότητας. Γι’ αυτά τα θεμελιώδη δεν έχει ακουστεί τίποτε ουσιώδες όλα αυτά τα χρόνια της βίαιης προσαρμογής, από τον Μάιο του 2010 έως τον Απρίλιο του 2014, τέσσερα ολόκληρα χρόνια. Ολο το εφαρμοσθέν πρόγραμμα έτεινε προς την περιστολή και τη συρρίκνωση, διά της εσωτερικής υποτίμησης και διά της ταχείας αναδιάρθρωσης της εργασίας και της επιχειρηματικότητας. Και προς τα εκεί εξακολουθεί να τείνει.
Ωστόσο η κρίσιμη, η ζωτικής σημασίας συζήτηση για ένα εθνικό σχέδιο ακάκαμψης, μάλιστα με δυναμική θεραπευτικού σοκ, για σωτηρία της κοινωνίας και της νεολαίας, δεν γίνεται. Πόσο μάλλον μια συζήτηση για δυναμική ανάκαμψη που θα ενσωματώσει μια στρατηγική βιώσιμης ανατοποθέτησης της χώρας στο ευρωπαϊκό και παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον. Καμία συζήτηση, κανένα εθνικό σχέδιο. Μιλάμε για ένα ισχνό προεκλογικό πλεόνασμα, και δεν μιλάμε για την αναχαίτιση της αιμορραγίας, για το πώς επειγόντως θα ανορθωθούν η παραγωγή και η απασχόληση.
Δεν συζητάμε, λ.χ., με ποια ρευστότητα και ποια κεφάλαια θα αιμοδοτηθούν η παραγωγή και η απασχόληση. Η προσδοκία των εισροών από hedge funds φαίνεται να εκπληρώνεται· πράγματι, τα κερδοσκοπικά κεφάλαια βραχείας τοποθετήσεως αποχωρούν από τις μεγάλες αναδυόμενες αγορές και αναζητούν νέους στόχους. Η Ελλάδα είναι της μόδας τώρα για τέτοια κεφάλαια, στο μέτρο που δεν διαβλέπουν συστημικό ρίσκο και στο μέτρο που εκτιμούν ότι η καθοδική πορεία οδεύει προς το τέλος της. Αλλά δεν μπορούμε να περιμένουμε ανάκαμψη από τέτοια κεφάλαια· αφενός, διότι είναι μόδα, και όπως έρχονται έτσι και θα φύγουν· αφετέρου, δεν επενδύονται σε παραγωγικές δομές, απλώς τοποθετούνται για βραχυπρόθεσμα κέρδη.
Απαιτούνται παραγωγικές επενδύσεις από θεσμικά κεφάλαια, τα οποία θα μοχλεύσουν και θα προσελκύσουν ιδιωτικά. Απαιτείται, μεταξύ άλλων, μια επενδυτική τράπεζα που θα αξιοποιήσει επιτέλους τους όποιους ευρωπαϊκούς πόρους, λ.χ. από την Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων, για να χρηματοδοτήσει αναπτυξιακά προγράμματα μακράς πνοής προσαρμοσμένα στις ανάγκες απασχόλησης και στα συγκριτικά πλεονεκτήματα της ελληνικής οικονομίας.
Για να γίνει αυτό, όμως, πρέπει να υπάρξει πολιτική βούληση και εν συνεχεία διαπραγμάτευση με τους Ευρωπαίους εταίρους, στη βάση ενός πειστικού σχεδίου ανασυγκρότησης. Τέτοιο σχέδιο μόνο οι Ελληνες μπορούν και πρέπει να συντάξουν· αυτοί γνωρίζουν τι μπορούν και τι χρειάζονται, και αυτοί πρέπει να αναλάβουν την ευθύνη και τα ρίσκα ― το υποστηρίζουν ήδη ξένοι πολιτικοί, αναλυτές, τεχνοκράτες των Βρυξελών. Αυτή ακριβώς η αναγκαία εξωστρεφής βούληση μάς οδηγεί να δούμε το ελληνικό πρόβλημα στο εσωτερικό: πώς δηλαδή η ταραγμένη κοινωνία, ευρισκόμενη σε βαθύ μετασχηματισμό άνωθεν επιβαλλόμενο, θα μπορέσει να ανασυνταχθεί νοητικά, να αφομοιώσει απώλειες και νέες ισορροπίες, και να διεκδικήσει το μέλλον της.
Το δανειακό πακέτο που προανήγγειλε ο Βόλφγκανγκ Σόιμπλε για το επόμενο εξάμηνο δείχνει πώς προσεγγίζει η Γερμανία τις υπερχρεωμένες χώρες και, με διαβαθμίσεις, τις μεγάλες χώρες του Νότου. Η σιδηρά πειθαρχία του δημοσιονομικού συμφώνου, το σκληρό ευρώ, η άρνηση έκδοσης ευρωομολόγων, η άρνηση της ποσοτικής χαλάρωσης εκ μέρους της ΕΚΤ, προκαλούν οδύνη στην υπόλοιπη Ευρώπη αλλά ενισχύουν τη Γερμανία· διότι στην παρούσα συγκυρία η Γερμανία και η βιομηχανία της απολαμβάνουν χαμηλά επιτόκια και εκτινάσσονται στην ανταγωνιστικότητα, με το μεγαλύτερο εξαγωγικό πλεόνασμα παγκοσμίως (260 δισ. ευρώ το 2013), ενώ ως προς τον υπερχρεωμένο Νότο η Γερμανία βρίσκεται σε θέση ισχύος, ως πιστωτής.
Η Γερμανία εκμεταλλεύεται την κρίση χρέους για να εδραιώσει την ηγεμονία της στην Ευρώπη και, με τη βοήθεια του μεγέθους της ευρωπαϊκής αγοράς, να επιβληθεί ως ισχυρός ανταγωνιστής στο διεθνές περιβάλλον. Σε αυτό το πλαίσιο, πρέπει να δούμε και την διαφορετικής έντασης επιβολή της λιτότητας στις χώρες υπό κρίση: διαφορετική στις μικρές υπερχρεωμένες χώρες των μνημονίων, όπως Ελλάδα, Πορτογαλία, Ιρλανδία, Κύπρος, και διαφορετική στις μεγάλες χώρες Ισπανία και Ιταλία. Χαρακτηριστική είναι η διαφορά στην ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών: στην Ελλάδα έγινε με βαρύ κρατικό δανεισμό, στην Κύπρο έγινε με κούρεμα ομολογιούχων και καταθετών, στην Iσπανία έγινε με κεφάλαια του ESM. Η Ισπανία και η Ιταλία έχουν οικονομικό και πολιτικό εκτόπισμα που δεν επιτρέπουν την επιβολή ακραίας υφεσιακής λιτότητας, και επιπλέον είναι μεγάλες καταναλωτικές αγορές.
Αντιθέτως, οι μικρές χώρες ως καταναλωτές θεωρούνται δευτερεύουσας ή ελάχιστης σημασίας· μόνο το πολιτικό κόστος προσμετράται, όσο υπάρχει. Η Ελλάδα φαίνεται ότι προσεγγίζεται πλέον από την γερμανική οικονομική και πολιτική ηγεσία ως οιονεί δορυφόρος, ως χώρος επέκτασης με φτηνό εργατικό δυναμικό, απεγνωσμένος για κεφάλαια ― αυτό που ήδη έχει συμβεί: η εσωτερική υποτίμηση και η βίαιη δημοσιονομική προσαρμογή έχουν δημιουργήσει στρατιές ανέργων και μεγάλη αποεπένδυση.
Το νέο δάνειο του κ. Σόιμπλε θα συνοδεύεται ασφαλώς από όρους, που αφεύκτως θα οδηγήσουν σε νέα μέτρα λιτότητας, τα οποία ίσως ονομαστούν μεταρρυθμίσεις. Εφόσον μάλιστα δεν γίνεται λόγος, προς το παρόν, για αναδιάρθρωση του πανθομολογουμένως μη βιώσιμου χρέους, η δυσβάκτατη εξυπηρέτηση του χρέους θα κατατρώει οποιαδήποτε νέα χρηματοδότηση. Αυτό είναι το πιο σημαντικό: τα νέα δάνεια θα αποπληρώνουν τα προηγούμενα δάνεια, χωρίς να εισέρχονται κεφάλαια ικανά να τονώσουν την πραγματική οικονομία. Χωρίς δημιουργία θέσεων εργασίας, και μάλιστα ποιοτικής εργασίας όπως επεσήμανε πρόσφατα η έκθεση της Κομισιόν, χωρίς τόνωση της ζήτησης, χωρίς δημόσιες επενδύσεις, ακόμη κι αν εμφανιστεί θετικός δείκτης ανάπτυξης, θα αφορά μια άνεργο ανάπτυξη, λογιστική, χωρίς δουλειές, χωρίς ανακούφιση της κοινωνίας, χωρίς προοπτικές εθνικής ανασυγκρότησης.
Μέσα σε αυτό το σκοτεινό περιβάλλον, είναι ελπιδοφόρο εντούτοις να γνωρίζουμε ότι η πολιτική δυναμική είναι ρευστή και ότι πληθαίνουν οι φωνές στην Ευρώπη για μια πιο αποτελεσματική αντιμετώπιση της κρίσης, είτε με ένα άτυπο σχέδιο Μάρσαλ είτε με πιο ριζοσπαστική ανάμιξη της ΕΚΤ. Ας μη λησμονούμε επίσης ότι ο συνεχιζόμενος οικονομικός και πολιτικός κλονισμός αναδυομένων χωρών, όπως λ.χ. η Τουρκία, ή η απειλή διαμελισμού της ανατολικοευρωπαϊκής Ουκρανίας, αποτελούν παράγοντες που επηρεάζουν την υφεσιακή-στάσιμη Ευρώπη και αναμένεται να συνετίσουν τους Ευρωπαίους ηγέτες, των Γερμανών συμπεριλαμβανομένων.
Τα στοιχεία της Ευρωπαϊκής Επιτροπής επιβεβαιώνουν ό,τι σωρεύει η καθημερινή εμπειρία: το ρεύμα μετανάστευσης αυξάνεται εντυπωσιακά. Από το 2009 έως το 2011, η μετανάστευση Ελλήνων προς χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης αυξήθηκε κατά 170%. Το 2012, ένας στους τέσσερις Ελληνες επιθυμούσε να μεταναστεύσει μόνιμα, το 4% το σχεδίαζε για τον επόμενο χρόνο.
Μόνο στη Γερμανία, την τελευταία τριετία μετανάστευσαν 25.000 Ελληνες, πολλοί εκ των οποίων είναι γιατροί, μηχανικοί, εκπαιδευμένοι επιστήμονες και επαγγελματίες. Προ μηνών υπουργός του κρατιδίου Β. Ρηνανίας – Βεστφαλίας μου περιέγραφε την κατάσταση στην κοιλάδα του Ρουρ, την βιομηχανική καρδιά της Γερμανίας· πώς προσπαθούν να κάνουν πιο άνετη και ενδιαφέρουσα τη ζωή στις κωμοπόλεις της περιοχής για να προσελκύσουν εργαζόμενους στη βιομηχανία. Θέλουμε πολύ να έρθουν τεχνικοί απ’ όλη την Ευρώπη, η Γερμανία αντιμετωπίζει οξύ δημογραφικό πρόβλημα, ο πληθυσμός της γερνάει. Παρατήρησα ότι πολλοί νέοι Ελληνες αναζητούν εργασία στη Γερμανία, ιδίως οι πολυπροσοντούχοι επιστήμονες. Αχ, θέλουμε πολύ να έρθουν! απάντησε. Και η επίσης γερασμένη Ελλάδα, με το τρύπιο ασφαλιστικό σύστημα, τι θ’ απογίνει; ρώτησα. Εχετε δίκιο, αλλά τι να κάνουμε; Κι εμείς τους χρειαζόμαστε πολύ, απάντησε. Ηταν ειλικρινής και ευγενέστατη. Εργαζόταν με θέρμη για το μέλλον της πατρίδας της.
Σκέφτηκα αν συνειδητοποιούμε το μέγεθος της δημογραφικής καταστροφής, την απειλή εθνικού μαρασμού που ορθώνεται μπροστά μας. Οι Ελληνες μεταναστεύουν μαζικά για τρίτη φορά μέσα σε έναν κύκλο αιώνα: αρχές του 20ού αιώνα προς Αμερική, 1950-60 προς Ευρώπη, Αμερική, Αυστραλία, δεκαετία 2010 προς πάσα κατεύθυνση. Την παρούσα φάση χαρακτηρίζει η φυγή όχι ανειδίκευτων εργατών αγροτικής καταγωγής, αλλά επιστημόνων και τεχνικών με πανεπιστημιακή εκπάιδευση, η οποία έχει πληρωθεί αδρά από τις οικογένειες καταγωγής και το ελληνικό κράτος.
Επιπλέον, το brain drain διεξάγεται σε έδαφος σοβαρής από χρόνια υπογεννητικότητας, προκληθείσας από άλλους κοινωνικούς παράγοντες, η οποία όμως φαίνεται να επιδεινώνεται ραγδαία εξαιτίας της κατάρρευσης των εισοδημάτων και της γενικευόμενης ανασφάλειας των μεσοστρωμάτων. Και χειρότερα: η έκρηξη της ανεργίας φέρνει το ασφαλιστικό σύστημα ακόμη πλησιέστερα στο σημείο μηδέν, στο μέτρο που οι εργαζόμενοι είναι πια λιγότεροι από της μη εργαζόμενους. Οταν οι νέοι φεύγουν και όσοι μένουν είναι εκτός εργασίας ή σε mini jobs, ποιοι θα πληρώσουν τις συντάξεις των ηλικιωμένων και την περίθαλψη όλων;
Για να διακοπεί εγκαίρως αυτή η πολλαπλώς θανάσιμη αιμορραγία σε εθνική-ιστορική κλίμακα, δεν αρκεί προφανώς να περιμένουμε να γεννηθούν έξι-εφτά χιλιάδες θέσεις εργασίας, όταν και όπως θα αποφασίσουν κάποια funds. Οι νέοι και οι άνεργοι πρέπει να οπλιστούν με κίνητρα, διευκολύνσεις και ευκαιρίες για να μπουν τώρα, αμέσως, στην εργασία· σε μεταβατικές δουλειές που θα οργανώσει το κράτος, ως μεγάλος εργοδότης ανάγκης, αλλά και σε δουλειές που πρέπει να ξαναδημιουργηθούν επειγόντως στη μικρομεσαία επιχειρηματικότητα, στο πεδίο που υπέστη το τρομερότερο πλήγμα, στο πεδίο που προσφέρει το 85% των θέσεων εργασίας στην Ελλάδα. Το ισχύον περιβάλλον της φοροεπιδρομής απαγορεύει σε οποιονδήποτε να ανοίξει επιχείρηση ή να εργαστεί σαν ελευθεροεπαγγελματίας έντιμα. Με 27% φόρο από το πρώτο ευρώ, με 4.000 αναγκαστική ετήσια εισφορά ΤΕΒΕ, και αβάσταχτο ΙΚΑ υπαλλήλων, κανείς δεν τολμά να σκεφτεί να ανοιχτεί στο επιχειρείν· οι Ελληνες κάθονται αδρανείς, παγωμένοι, και φυτοζωούν με συντάξεις γερόντων. Παγωμένοι γύρω από το ξόδι της Ελλάδας..
Οτι θα κλείσει το 2013 με ύφεση 4%, για έκτη συνεχή χρονιά, είναι κάτι που το περιμέναμε όλοι λίγο -πολύ. Οτι θα κυλήσει και το 2014 με ύφεση, είναι επίσης κάτι που αρκετοί περιμένουμε· αλλά δεν ξέρω αν το αντέχουμε. Διότι πίσω από τους αμείλικτους δείκτες ύφεσης και ανεργίας ψυχομαχά ήδη μια κοινωνία· εκατομμύρια άνεργοι, απλήρωτοι, μισοπληρωμένοι, χρεωμένοι, ενδεείς. Και εκατοντάδες χιλιάδες νέοι άνθρωποι οι οποίοι αντικρίζουν μπροστά τους τείχη και βάραθρα.
Οσοι έχουν αίσθηση της κοινωνίας, ακόμη κι αν δεν υποφέρουν οι ίδιοι, αντιλαμβάνονται ότι αυτή η κατάσταση δεν μπορεί να συνεχιστεί για πολύ. Ισως ούτε ως το τέλος του 2014, όταν θα τεθεί η αναδιάρθρωση του χρέους, έτσι ή αλλιώς, με κούρεμα ή επιμήκυνση και αναχρηματοδότηση. Η κατάσταση πιθανόν να μην είναι διαχειρίσιμη ακόμη και το καλοκαίρι, εφόσον στις διπλές εκλογές του Μαΐου ανατραπεί ο συσχετισμός πολιτικών δυνάμεων.
Η κατάσταση δεν θα είναι διαχειρίσιμη όχι μόνον λόγω της διογκούμενης δυσαρμονίας μεταξύ κυβέρνησης και λαϊκής βούλησης, αλλά και επειδή μήνα με το μήνα η ανθρωπιστική κρίση πλήττει όλο και μεγαλύτερα τμήματα του πληθυσμού, σε βαθμό δυσκόλως αναστρέψιμο και σε έκταση που δεν μπορεί να καλυφθεί από το αιφνιδιασμένο και ξεχαρβαλωμένο κράτος. Ενα τρίτο του πληθυσμού ζει κάτω από το όριο της φτώχειας, σύμφωνα με την κυβέρνηση («Κ», 6.12.2013). Αλλά και τα άλλα δυό τρίτα του πληθυσμού που δεν βρίσκονται σε ένδεια, δυναστεύονται πλέον από τον φόβο και την ανασφάλεια. Το ένα τρίτο απειλείται να περιέλθει σε ένδεια, εφόσον συνεχίσει να εκτίθεται στο τοξικό μείγμα ύφεσης, ανεργίας, υπερφορολόγησης, αρνητικού πληθωρισμού και αποεπένδυσης. Το λίπος έχει καεί ολοσχερώς.
Αρα; Θα απομείνει μια χώρα διαιρεμένη σε ολίγους ευμερούντες και σε πλήθος ζόμπι των mini jobs; Θα υπάρχουν θύλακοι ευρωζώνης σε μια παλαιοβαλκανική χώρα φτωχών και πεινώντων που θα ψευτοζούν από τα εμβάσματα των ξενιτεμένων; Αυτό το σενάριο, βγαλμένο από την κατάρρευση των ανατολικοευρωπαϊκών καθεστώτων του ’89, είναι πλέον ισχυρό ενδεχόμενο.
Είναι προφανές ότι μια τέτοια ρηγματωμένη κοινωνία απειλείται και με άλλες απώλειες, πλην των υλικών· απειλούνται η συνοχή και η κοινωνική ειρήνη, οι δημοκρατικοί θεσμοί, η εθνική ακεραιότητα. Οταν οι ίδιοι οι πολίτες βλέπουν την ισότητα και τη δικαιοσύνη να χάνονται γι’ αυτούς, παύουν να εμπιστεύονται τη δημοκρατία, την ίδια τους τη χώρα. Πώς λοιπόν θα σεβαστούν αυτή τη χώρα οι ξένοι, πιστωτές, εταίροι ή δύστροποι γείτονες;
Το έχουμε ξαναπεί: ο χρόνος κυλάει τρομακτικά γρήγορα για την Ελλάδα. Η Γερμανία κερδίζει χρόνο και επεξεργάζεται τα δικά της σχέδια, στα οποία πιθανότατα η Ελλάδα εκλαμβάνεται ως οικονομικός χώρος, ως χώρος ευκαιριών και γεωοικονομική λεία, πάντως όχι ως κυρίαρχη χώρα, ως έθνος-κράτος με πολίτες ισότιμους Ευρωπαίους. Λογικό: κοιτάνε το συμφέρον τους. Την αποφασιστική πρώτη κίνηση για αναστροφή του σπιράλ θανάτου πρέπει να την κάνουμε εμείς.
φωτ.: Maggie and Dennis, 1980. (C) Αριστοτέλης Σαρρηκώστας
Το κοινοβουλευτικό σαββατοκύριακο αποτύπωσε την κόπωση και την αμηχανία που διατρέχει εγκάρσια το πολιτικό σύστημα. Η πρόταση μομφής που κατέθεσε η αξιωματική αντιπολίτευση καταψηφίστηκε με την αναμενόμενη οριακή κυβερνητική πλειοψηφία· η σχετική συζήτηση διεξάχθηκε με οξείς τόνους, όπως αναμενόταν, αλλά χωρίς να λάβουμε μια καινούργια, μια ουσιαστική απάντηση, για το ένα και μοναδικό καυτό ερώτημα: Πώς θα απεγκλωβιστεί η χώρα από το θανάσιμο σπιράλ της ύφεσης και της ανεργίας;
Ο πρωθυπουργός περιέγραψε τη χώρα σαν να βγαίνει από την κρίση, σαν να έχει ανακοπεί ήδη η οδυνηρή πτώση· δεν δίστασε μάλιστα να υποσχεθεί ότι, αν καταστεί δυνατόν, ένα μικρό μέρος του πλεονάσματος θα δοθεί για ανακούφιση. Ωστόσο, η υπαρκτή πραγματικότητα και όσα φέρνουν τα νέα μέτρα λιτότητας δεν έχουν καμία σχέση με τη χώρα που περιέγραψε ο κ. Σαμαράς, ούτε με την κενή περιεχομένου αριθμολογία του υπουργού Οικονομικών Γ. Στουρνάρα. Ανεξάρτητοι αναλυτές υπολογίζουν ότι και το 2014 η ύφεση θα παραταθεί για έκτη συνεχή χρονιά, με ρυθμό 2-4%, η ανεργία θα προσεγγίσει το 30%, ενώ οι βασικές οικονομικοκοινωνικές δομές θα εξασθενούν από την απώλεια παγίων επενδυμένων κεφαλαίων, τη διαρροή νεανικού στελεχικού δυναμικού και τη δημογραφική γήρανση. Ολοι οι αναλυτές, εντός και εκτός Ευρώπης, συμφωνούν ότι η συνεχιζόμενη λιτότητα δεν επιλύει την ελληνική-ευρωπαϊκή κρίση, αλλά την επιδεινώνει.
Απέναντι σε αυτή τη ζοφερή προοπτική αργού θανάτου, η αξιωματική αντιπολίτευση στάθηκε περιγραφική. Με ορθή, κατά το μάλλον ήττον, περιγραφή του εθνικού αδιεξόδου, με ορθή επισήμανση της ευρωπαϊκής δυστοκίας, με ορθές επισημάνσεις για την παθογένεια που γεννά η εγχώρια διαπλοκή. Αλλά χωρίς συγκεκριμένες προτάσεις. Ο ΣΥΡΙΖΑ εμφανίστηκε μαχητικός και με αυτοπεποίθηση, αλλά περισότερο ως οξύς παρατηρητής και ως σκληρά αντιπολιτευόμενος διαχειριστής με αίτημα πολιτικής εναλλαγής· όχι όμως ως φορέας εξουσίας έτοιμος να αναλάβει τη διακυβέρνηση της χώρας σε μια ιστορική καμπή, για να ανακόψει την πτώση και να οργανώσει τη σωτηρία.
Δεν εξετάζουμε εδώ τα τακτικά οφέλη και τις ζημίες ενός εκάστου· εξετάζουμε τις βραχυμεσοπρόθεσμες δυνατότητες της χώρας για ανάκαμψη. Ως προς τούτο, κατέστη φανερή η κόπωση του πρωθυπουργού, ο οποίος περιορίζεται να συνοψίζει ευφημιστικά ό,τι έχει επιτευχθεί στο δημοσιονομικό πεδίο, χωρίς να απευθύνεται ευθέως στους πολίτες, επειδή δεν μπορεί πλέον να υποσχεθεί πειστικά ότι δεν έρχονται κι άλλες οριζόντιες θυσίες. Είναι φανερή επίσης η δυσχερέστατη πολιτικά θέση του κ. Β. Βενιζέλου, μετέωρος καθώς βρίσκεται ανάμεσα σε μια αντιδημοφιλή κυβερνητική πολιτική και σε μια διαφαινόμενη εκλογική συντριβή. Σε παρόμοια δύσκολη θέση βρίσκεται και ο κ. Φ.Κουβέλης: ο επαμφοτερισμός του οδηγεί σε στρατηγικό αδιέξοδο.
Δυσχερής είναι όμως και η θέση του κ. Αλέξη Τσίπρα. Στο μέτρο που προβάλλει με αξιώσεις ως ο επόμενος πρωθυπουργός, θα έπρεπε ήδη να αρθρώνει άλλο λόγο: ξεκάθαρα ηγεμονικό, ενωτικό και συμπεριληπτικό, με εξειδικευμένες προτάσεις διάσωσης και ανόρθωσης, λόγο ενισχυτικό του συλλογικού φρονήματος αλλά και με σκληρές αλήθειες για τον βίο μεσοπρόθεσμα σε μια οικονομία βαριά λαβωμένη και σε δυσμενές διεθνές περιβάλλον.
Δυστυχώς, η αναμέτρηση εντός του Κοινοβουλίου μετέδωσε κόπωση, όχι μια σύγκρουση για υπέρβαση. Προς το παρόν.
Για τέταρτη συνεχή χρονιά η χώρα κλυδωνίζεται χτυπημένη από τις επιπτώσεις της πτώχευσης και την εξ αυτής πολιτική αστάθεια. Οι προχθεσινές προβλέψεις του ΔΝΤ για το χρηματοδοτικό κενό της διετίας 2015-16, ύψους 6,6 δισ. ευρώ, και τα εξ αυτού απαιτούμενα μέτρα λιτότητας είναι η είδηση που προοικονομεί την κοινωνική και οικονομική πολιτική του προσεχούς μέλλοντος. Η πτώση θα συνεχιστεί. Στην καλύτερη περίπτωση, και υπό την προϋπόθεση ότι θα «κουρευτεί» το χρέος, θα βελτιωθούν οι δημοσιονομικοί δείκτες, ενδεχομένως να ανασχεθεί η ύφεση, αλλά ο ουσιωδέστερος όλων δείκτης, η ανεργία, θα προσεγγίζει ή και θα ξεπερνά το ζοφερό 30%. Στην καλύτερη περίπτωση, δηλαδή, θα εισέλθουμε δειλά σε φάση «άνεργης ανάπτυξης»· και τούτο μόνο εάν οι Ευρωπαίοι δανειστές δεχτούν το «κούρεμα» που προτείνει εμφατικά το ΔΝΤ. Σε αυτή τη φάση εισέρχεται η Ισπανία, όπως πρόσφατα δήλωσε ο πρωθυπουργός της χώρας, χωρίς να κρύβει την απογοήτευσή του για τη δομική και αμείωτη ανεργία.
Απ’ όλους τους δείκτες της οικονομίας, ο δείκτης ανεργίας είναι αυτός που κατεξοχήν και πρωτίστως διαμορφώνει το κοινωνικό κλίμα και την πολιτική σταθερότητα. Η πλήρης απασχόληση ήταν η πρωταρχική μέριμνα για όλες τις κυβερνήσεις του μεταπολεμικού κόσμου, συντηρητικές, φιλελεύθερες, σοσιαλδημοκρατικές, και με άλλη προσέγγιση για τις κομμουνιστικές. Με την πλήρη απασχόληση, το κράτος πρόνοιας και τη ζήτηση σταθερά υψηλή, επιτεύχθηκε η ανοικοδόμηση της κατεστραμμένης από τον πόλεμο Ευρώπης.
Το εντελώς αντίθετο συμβαίνει σήμερα στην Ελλάδα και στον ευρωπαϊκό Νότο, και απειλεί όλο και περισσότερες χώρες. Η πικρή πείρα των ετών μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008, μας δείχνει ότι όλες οι θεμελιώδεις αρχές της μεταπολεμικής περιόδου έχουν εγκαταλειφθεί και επιπλέον έχουν συκοφαντηθεί. Η ανεργία του 25% ή του 30% είναι βόμβα με απρόβλεπτες επιπτώσεις για την κοινωνική ειρήνη και την ίδια την ουσία της δημοκρατίας: ο χρόνιος άνεργος ή ο ψαλιδισμένος νέος δεν μετέχουν ισότιμα στον δημόσιο βίο, δεν έχουν ίσα δικαιώματα, είναι αποκλεισμένοι πίσω από τα αδιαπέραστα τείχη της πενίας και της αυτοταπείνωσης. Κι όταν αυτή η μοίρα πλήττει το ένα τρίτο του ενεργού πληθυσμού, για πέντε ή δέκα χρόνια, τότε μιλάμε πλέον για φαλκίδευση της δημοκρατίας, για διολίσθηση σε νεοφεουδαρχία, επιβαρυνόμενη από βαρύ αίσθημα συλλογικής ταπείνωσης. Πολύ περισσότερο που ο κοινωνικός αποκλεισμός διά της ανεργίας πλήττει τους νέους, τους διαποτίζει με αισθήματα αναξιότητας, παραίτησης και μοχθηρίας, αφαιρώντας τους το μέλλον, και αφαιρώντας ταυτόχρονα κάθε ικμάδα από τον εθνικό κορμό. Τους αφαιρείται το δικαίωμα στο όνειρο, το δικαίωμα στην ευτυχία, ό,τι διακηρύσσεται στα ιδρυτικά κείμενα της δημοκρατίας, γαλλικά, αμερικανικά, πανανθρώπινα.
Αναρωτιέμαι αν οι χρυσοκάνθαροι των Βρυξελλών και της Φρανκφούρτης, οι εγκέφαλοι του Βερολίνου, ακόμη και οι εξουθενωμένοι πολιτικά Ελληνες ηγέτες, έχουν συναίσθηση της μαζικής δυστυχίας που σκορπίζουν οι πολιτικοί τους σχεδιασμοί και αν περνούν από το νου τους οι ιστορικές αναλογίες με τον Μεσοπόλεμο.
Η απειληθείσα κατάρρευση της κυβέρνησης στην Πορτογαλία, λίγες μόνο ημέρες μετά τον κλονισμό και τον ανασχηματισμό της κυβέρνησης στην Ελλάδα, δείχνει ότι η έξοδος από την κρίση απέχει πολύ ακόμη στην ευρωζώνη. Και οι δύο λαοί έχουν υπομείνει καρτερικά πολλές θυσίες επί μια τριετία, η Ελλάδα μάλιστα κατέχει το πανευρωπαϊκό μαύρο ρεκόρ στην ανεργία και την ύφεση. Σε λιγότερο από ένα χρόνο, και οι δύο χώρες θα βγουν από τη δανειακή ομπρέλα του Μνημονίου, αλλά δεν είναι διόλου βέβαιο ότι θα μπορούν να δανειστούν από τις αγορές. Ισως χρειαστεί ένα νέο πρόγραμμα, εκ νέου αναδιάρθρωση χρέους, νέα χρηματοδότηση με τον άλφα ή βήτα τρόπο. Η δοκιμασία θα συνεχιστεί.
Και όμως, οι πολίτες έχουν υπομείνει πολλά. Σε προχθεσινή έκθεσή της, η Eurobank αναφέρει ότι η δημοσιονομική προσαρμογή που πέτυχε η Ελλάδα είναι η μεγαλύτερη που έχει πετύχει ποτέ χώρα του ΟΟΣΑ σε όλη τη μεταπολεμική περίοδο. Στην έκθεση επισημαίνεται όμως και η παρενέργεια της κολοσσιαίας προσαρμογής: η ανεργία απειλεί την κοινωνική συνοχή, καταστρέφεται φυσικό και ανθρώπινο κεφάλαιο.
Θα προσθέταμε: απειλείται πλέον και η εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατικής πολιτείας. Απειλείται η ουσία της ευρωπαϊκής συνομοσπονδίας ελευθέρων κρατών, ο κοινός ευρωπαϊκός χώρος για ισότιμους πολίτες. Η κρίση διόγκωσε την ανισότητα με κάθε έννοια, υλική και πολιτική. Οι πληττόμενοι της κρίσης αποκλείονται σταδιακά από την εργασία, την πρόνοια, τον κοινωνικό χώρο, και αποσύρονται επίσης, εκόντες άκοντες, από το πεδίο της δημοκρατίας. Αποσύρονται στη σιωπή ή στις κραυγές της μνησικακίας και του μίσους.
Πίσω από τους καλούς αριθμούς της δημοσιονομικής προσαρμογής και τους κακούς αριθμούς της ανεργίας βρίσκονται άνθρωποι. Οι άνθρωποι συνιστούν τις πόλεις, τα δημοκρατικά κράτη. Οι αποκλεισμένοι και δυστυχούντες άνθρωποι συνιστούν δυστυχή κράτη, δυστυχείς δημοκρατίες. Αυτή η ιστορική δυστυχία δεν αντιμετωπίζεται με ευχές αριθμών και ξόρκια από μάνιουαλ, με μάντρα και μονολόγιστες προσευχές: μεταρρυθμίσεις, μεταρρυθμίσεις, λιτότητα, λιτότητα, ανταγωνιστικότητα, ανταγωνιστικότητα. Ποιες μεταρρυθμίσεις, για ποιους; Πόση λιτότητα και από ποιους; Ανταγωνιστικοί έναντι ποίων, με ποιο τίμημα, για ποιο σκοπό;
Οι άνθρωποι δεν ζουν με ευχές, ζητούν εργασία, πραγματική οικονομία, περίθαλψη, αξιοπρέπεια, κι ένα τόσο δα δικαίωμα στο όνειρο για τα παιδιά τους. Δεν τα λαμβάνουν· δέχονται υποσχέσεις εναλλάξ με ενοχοποίηση και φόβο. Ζητούν ειρήνη και σταθερότητα, γιατί παντού γύρω τους βλέπουν πολέμους, επαναστάσεις, εξεγέρσεις, πραξικοπήματα. Η Ελλάδα αίφνης, από μαύρο πρόβατο και παρίας της ευρωζώνης, βρέθηκε μαζί με την εξουθενωμένη Κύπρο να είναι το ανατολικότερο σταθερό άκρο του δυτικού κόσμου· στην άλλη ακτή της Μεσογείου μαίνονται πόλεμοι, κλονίζονται πολυετή καθεστώτα και κοσμοείδωλα.
Σ’ έναν κόσμο που αλλάζει με τεκτονικές μετατοπίσεις και κοινωνικούς σπασμούς, η Ευρώπη δεν έχει πια κανένα περιθώριο να αναβάλλει τις αποφάσεις και να υποκρίνεται ότι η κρίση θεραπεύεται με ημίμετρα και τιμωρητικές αγωγές. Η Ελλάδα και η Πορτογαλία κουτσά-στραβά θα βγάλουν το καλοκαίρι, ίσως και το χρόνο, ενδεχομένως να φτάσουν ώς τον Μάιο των κρίσιμων ευρωεκλογών και της τελευταίας μνημονιακής δόσης. Κατόπιν, ποιο είναι το σχέδιο;
Το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο που διχάζει την τρικομματική κυβέρνηση είναι η απαρχή μιας νέας πολιτικής περιόδου, κατά την οποία ο κάθε κυβερνητικός εταίρος θα κοιτάει περισσότερο πώς θα διασφαλίσει την ύπαρξή του. Ιδεολογικές διαφορές υπάρχουν πράγματι ανάμεσα στα κόμματα, ακόμη και εντός των κομμάτων. Και το αντιρατσιστικό νομοσχέδιο είναι ιδεολογικό διακύβευμα. Ωστόσο ο επείγων πραγματισμός που διατρέχει την ιστορική περίοδο της Μεγάλης Υφεσης παραμερίζει συνήθως τις ιδεολογίες· πρώτη, και συχνά αποκλειστική, μέριμνα των εγκαθιδρυμένων πολιτικών σχηματισμών είναι η επιβίωσή τους.
Ως εκ τούτου, η διαφαινόμενη διαφοροποίηση των κυβερνητικών κομμάτων στο αντιρατσιστικό αντηχεί βαθύτερες ανησυχίες τους για το μέλλον. Ο πρωθυπουργός Αντώνης Σαμαράς αφενός ανησυχεί για την διαρκή πίεση που δέχεται εκ δεξιών, και για τις διαρροές προς τα άκρα του πολιτικού φάσματος. Πλευροκοπείται από τα εθνικιστικά και λαϊκιστικά άκρα, με μόλις κρυπτόμενο τον νεοναζιστικό χαρακτήρα, και αισθάνεται ότι δεν έχει περιθώρια ελιγμών προς το κέντρο. Το ΠΑΣΟΚ ασφυκτιά και συρρικνώνεται ραγδαία· πολύ περισσότερο που ο κ. Βενιζέλος υπό μία έννοια είναι όμηρος του κ. Σαμαρά, λόγω της υπόθεσης Λαγκάρντ. Η ΔΗΜΑΡ βλέπει με ανησυχία να ρυμουλκείται συνεχώς προς μια πολιτική πολύ μακριά από τις παλαιές εξαγγελίες της, που την κάνει να χάνει όχι μόνο το αριστερό χρώμα αλλά και το κεντρώο.
Στο φόντο όλοι σκέφτονται τις διπλές εκλογές εντός του 2014, τις ευρωεκλογές και τις περιφερειακές. Στο φόντο επίσης όλοι παρακολουθούν την εξέλιξη της πραγματικής οικονομίας, συναρτημένη με τις αργές μα σταθερές μετατοπίσεις στην Ευρώπη: Θα ανασχεθεί η ανεργία; Θα σταματήσει η ύφεση και σε ποιο επίπεδο; Θα αναδιαρθρωθεί περαιτέρω το χρέος; Τι θα κάνει η Γερμανία μετά τις εκλογές της;
Το 2014 είναι ορόσημο και από άλλη άποψη: είναι η χρονιά που ολοκλήρωνεται τυπικά το Μνημόνιο, τον Μάιο. Τότε θα δοθεί στην Ελλάδα η τελευταία δόση της δανειακής σύμβασης. Μετά την τελευταία δόση, θα πρέπει να έχουμε πλεονασματικό προϋπολογισμό, ώστε να αποπληρώνουμε τους τόκους του χρέους, ήτοι 80 δισ. περίπου έως το 2020, εάν δεν μειωθούν περαιτέρω. Το μέγα πρόβλημα όμως, οικονομικό και πολιτικό, είναι το διαπιστούμενο χρηματοδοτικό κενό για την περίοδο 2014-16. Η Κομισιόν και το ΔΝΤ έχουν επισημάνει αυτό το κενό, το οποίο θα καλυφθεί είτε με τη γενναία αναδιάρθρωση του χρέους που ζητά το ΔΝΤ είτε με νέο Μνημόνιο και νέα μέτρα λιτότητας.
Η όποια εξέλιξη άρα θα προκύψει από την πολιτική, από τις αποφάσεις και τις δράσεις των δανειστών αφενός, από τις ανατοποθετήσεις των εγχώριων δυνάμεων, αφετέρου. Γι’ αυτό η διαφοροποίηση που ανέκυψε επί του αντιρατσιστικού νομοσχεδίου είναι πολύ πιο σοβαρή σε βάθος χρόνου, από το υπαρκτό ιδεολογικό περιεχόμενο του νομοσχεδίου. Οι πολιτικές δυνάμεις που διαχειρίστηκαν το πτωχευμένο κράτος μετά τις εκλογές, και με δεδομένη την πολύ κακή κατάσταση της πραγματικής οικονομίας, γνωρίζουν ότι το κλίμα θα πολωθεί όσο πλησιάζουμε σε εκλογές και θα υπάρξει φθορά για τους κυβερνώντες. Ολοι κάνουν τους λογαριασμούς τους.
H ευδιαθεσία που πυροδοτεί το επερχόμενο καλοκαίρι επιβεβαιώνει παλιότερες διαπιστώσεις για βαθμιαία αλλαγή στάσης των πολιτών έναντι της παγιωθείσας νέας κατάστασης. Οι άνθρωποι προσαρμόζουν τις ζωές τους. Εντούτοις η ψυχική προσαρμογή, η οποία άλλωστε αφορά κυρίως όσους δεν έχουν ισοπεδωθεί από την κρίση, δεν πρέπει να ερμηνεύεται ως δείκτης σταθεροποίησης. Η ρητορική περί διαφαινόμενης ανάκαμψης είναι αστήρικτη. Η πραγματική οικονομία, και συνεκδοχικά η κοινωνία, εξακολουθεί να βυθίζεται· τα στοιχεία είναι αμείλικτα: 20% η αποεπένδυση πέρυσι, 7,6% κατ’ ελάχιστον εφέτος, 0,6% ο αποπληθωρισμός. Οι εναπομείνασες επιχειρήσεις στενάζουν χωρίς ρευστότητα. Η ζήτηση νεκρή. Οσο για την ανεργία, κρείττον το σιγάν.
Αναλόγως απατηλή είναι η ευφορία για την επέλαση των hedge funds. Τα κερδοσκοπικά κεφάλαια αντλούν υπεραποδόσεις από τα ασφαλή πλέον ελληνικά μετά-PSI ομόλογα, και τοποθετούνται βραχυπρόθεσμα σε εγχώρια πεδία ευκαιριών, όχι επειδή έχουν πεισθεί ότι η Ελλάδα ανακάμπτει οσονούπω, αλλά για τον ίδιο λόγο που αγοράζουν το χρέος άλλων ευρωπαϊκών χωρών σε ύφεση: λόγω της υπερπροσφοράς χρήματος, εξ Ιαπωνίας λ.χ., που αναζητεί κέρδη, ακόμη και με ρίσκα.
Την αληθή εικόνα δίνουν οι εκθέσεις της Κομισιόν, του οίκου Fitch και της δεξαμενής σκέψης Bruegel. Διακρίνουν πολιτική και κοινωνική αστάθεια, προβλέπουν περαιτέρω περικοπές, ύψους 4% του ΑΕΠ, το κρίσιμο διάστημα 2015-16, εκτιμούν ότι η χώρα θα χρειαστεί περαιτέρω οικονομική στήριξη για χρόνο μακρότερο του προβλεφθέντος. Το κυριότερο: γνωρίζουμε ότι οι κερδοσκοπικές ροές κεφαλαίων, όπως αυτές των hedge funds, ελάχιστη ή ουδεμία επίπτωση έχουν επί της πραγματικής οικονομίας, η ανάκαμψη της οποίας και μόνον δίνει θέσεις εργασίας και τονώνει τη ζήτηση.
Ορθώς λοιπόν διαπιστώνεται σταθεροποίηση του ψυχικού κλίματος, αλλά η οικονομική σταθεροποίηση απέχει πολύ ακόμη. Και θα εξακολουθεί να απέχει, εφόσον δεν συμβεί ουσιαστική, βαθιά πολιτική αλλαγή πορείας σε εθνικό και ευρωπαϊκό επίπεδο.
Το σοβαρότερο τραύμα που αφήνει στο κοινωνικό σώμα η συνεχιζόμενη κρίση είναι η ανεργία. Οι περισσότεροι από τους περίπου 1,5 εκατομμύριο άνεργους δεν λαμβάνουν ούτε καν τη μικρή ανακούφιση του επιδόματος ανεργίας, ενώ πολλοί απ’ αυτούς πιθανότατα δεν θα ξαναβρούν δουλειά. Σύμφωνα με τη διεθνή εμπειρία, η απασχόληση δεν θα επανέλθει σε κοινωνικώς ανεκτά επίπεδα πριν περάσουν μία-δύο δεκαετίες, και για να συμβεί αυτό προϋποτίθεται ότι η ελληνική οικονομία θα πορεύεται διαρκώς με σταθερούς ρυθμούς ανάπτυξης, άνω του 3% ετησίως.
Παρά την παρούσα απαισιοδοξία, απολύτως θεμιτή εξαιτίας των καταστροφικών συνθηκών, η σταθεροποίηση κάποτε θα επέλθει, πιθανόν μετά το 2014. Και θα ακολουθήσει περίοδος ανάκαμψης και εξισορρόπησης της δραματικής συρρίκνωσης του ΑΕΠ, το οποίο έως τότε μπορεί να έχει απομειωθεί έως και 30%. Με ποιο τρόπο όμως η ανάκαμψη των δεικτών και των αριθμών θα οδηγήσει σε ανακούφιση των κατεστραμμένων Ελλήνων; Διότι ακόμη κι αν κουρευτεί το επίσημο χρέος, ακόμη κι αν εισρεύσουν κεφάλαια από τις διεθνείς αγορές για να τοποθετηθούν σε εγχώρια πεδία ευκαιρίας, η πραγματική οικονομία δεν πρόκειται να ανακάμψει με αναλόγως ταχύ ρυθμό. Και μόνο η ανάκαμψη της πραγματικής οικονομίας προσφέρει θέσεις εργασίας, άρα εισόδημα και τόνωση της ζήτησης, άρα αξιοπρέπεια και επανένταξη στους πολίτες.
Σε αυτό το πεδίο όμως, στην πραγματική οικονομία, διαπιστώνουμε ότι δεν υπάρχει κανένα μακρόπνοο, ολοκληρωμένο σχέδιο για ανάκαμψη. Το μνημόνιο της τρόικας προβλέπει μια δέσμη μεταρρυθμίσεων, οι οποίες όμως είναι κατά το πλείστον διοικητικής φύσεως, αποσκοπούσες στην αύξηση της ανταγωνιστικότητας, και μάλιστα βασισμένες σε γενικές παραδοχές προερχόμενες από εμπειρίες άλλων χωρών, που είχαν τη δυνατότητα να τυπώσουν χρήμα, να ασκήσουν συναλλαγματική πολιτική, να αυξήσουν τον πληθωρισμό κ.λπ. Στην περίπτωση της Ελλάδας, κανένα από αυτά τα μακροοικονομικά εργαλεία άσκησης πολτικής δεν μπορεί να χρησιμοποιηθεί· η Ελλάδα, ως μέλος της ευρωζώνης, έχει εκχωρήσει προ πολλού τα εργαλεία αυτά στην Ευρωπαϊκή Ενωση και την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Τώρα πια δεν μπορεί ούτε εν μέρει να ασκήσει αυτόνομη εθνική δημοσιονομική πολιτική.
Το χειρότερο όμως πρόβλημα είναι ότι η Ελλάδα δεν διαθέτει συνεκτικό σχέδιο παραγωγικής ανασυγκρότησης, που θα της επιτρέψει να καταλάβει στον διεθνή καταμερισμό εργασίας μια θέση με διάρκεια και αντοχή. Στην πραγματικότητα, τέτοιο σχέδιο δεν υπάρχει εδώ και δεκαετίες. Η τελευταία στρατηγική σύλληψη των κυβερνωσών ελίτ, μετά το τέλος της μεταπολεμικής ανοικοδόμησης, ήταν η ένταξη στην ΕΟΚ-ΕΕ. Η ένταξη κάλυψε το κενό στρατηγικού σχεδιασμού, και επέτρεψε στις πολιτικές ελίτ να εκμεταλλευθούν τις εισροές κοινοτικών κεφαλαίων για να εδραιώσουν τις πελατειακές τους σχέσεις και να εξασφαλίσουν την αυτοαναπαραγωγή τους. Τα παράπλευρα αποτελέσματα τής υπό άνισους όρους ένταξης στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, τα ζούμε τώρα: απίσχναση της αγροτικής παραγωγής, αποβιομηχάνιση, υπερτροφικός και δυσλειτουργικός δημόσιος τομέας, τεράστια εξάρτηση από εισαγωγές, προνοιακές δομές που κατέρρευσαν υπό το βάρος της δημοσιονομικής κρίσης.
Στην παρούσα φάση, τρία και πλέον χρόνια από την έναρξη της πτώχευσης, θα περίμενε κανείς ότι θα είχαν γίνει αντιληπτά τουλάχιστον τα στρατηγικά λάθη δεκαετιών. Ομως όχι. Τίποτε δεν δείχνει ότι οι ηγετικές ελίτ έχουν αποκολληθεί διανοητικά από τη φρενίτιδα του «χρηματοπιστωτισμού» της δεκαετίας του 1990 και των αρχών του 2000. Τίποτε δεν δείχνει ότι προσεγγίζεται ή έστω συλλαμβάνεται ένα άλλο σχέδιο για τη μεσοπρόθεσμη ανάκαμψη της χώρας, προσανατολισμένο στην ανάπτυξη της πραγματικής οικονομίας και βασισμένο στις δυνατότητες των ανθρώπων αυτής της χώρας. Μάλιστα φαίνεται να μην έχουν αντιληφθεί ούτε καν τις βαθύτερες οικονομικές-κοινωνικές δομές του μικρομεσαίου πλήθους εν Ελλάδι, του κατά Κων. Τσουκαλά «πολυσθενούς υποκειμένου», επί του οποίου εν πολλοίς εδράζεται η σύγχρονη Ελλάδα: πώς το νοικοκυριό εξοικονομεί πόρους από πολλές συνδυαζόμενες μικρές πηγές, μισθούς δημοσίου, υπηρεσίες, μικρό αγροτικό κλήρο, ιδιοκατοίκηση κ.λπ. Πρόκειται για ένα μοντέλο εν πολλοίς παν-μεσογειακό, το οποίο με τις αδυναμίες και τα όρια του, βοήθησε τις κοινωνίες να αντέξουν και να επιβιώσουν. Η θεολογική προσήλωση σε δόγματα υπερσυγκέντρωσης των επιχειρηματικών δραστηριοτήτων και υπαλληλοποίησης του πληθυσμού εξοντώνει αυτό το πολυσθενές υποκείμενο και εν πολλοίς συνεπιφέρει τη ραγδαία εξαθλίωση της μεσαίας τάξης.
Δυστυχώς στο πηδάλιο του λαβωμένου σκάφους βρίσκονται άνθρωποι που αντιλαμβάνονται ακόμη τον πολίτη ως πελάτη και παρασιτικό ραντιέρη και όχι ως αυτόνομο και ελεύθερο παραγωγό. Αυτό είναι το πνευματικό και ηθικό σύμπαν στο οποίο αναγνωρίζουν τους εαυτούς τους, άρα και τους άλλους. Αρα ελάχιστα ή τίποτε μπορούμε να περιμένουμε, πέρα από βεγγαλικά και φενακισμό: η απελευθέρωση των κλειστών επαγγελμάτων θα φέρει αύξηση του ΑΕΠ κατά 15% (!) λόγω έντασης του αναταγωνισμού… Ποιος εχέφρων δεν έχει δει τα περασμένα χρόνια τις απελευθερωμένες αγορές τηλεπικοινωνιών, ζύθου, γάλακτος, ακτοπλοΐας να εναρμονίζουν τις τιμές και να τις κρατούν σταθερά αυξανόμενες; Ή το άλλο βεγγαλικό, ότι θα διευκολυνθεί η ίδρυση ΕΠΕ, με κατάργηση του ελαχίστου μετοχικού κεφαλαίου: Μα πρόσφατα νομοθετήθηκε η σύσταση της παρόμοιας Ιδιωτικής Κεφαλαιουχικής Εταιρείας (ΙΚΕ), με ελάχιστο κεφάλαιο 1 ευρώ, και με θεωρητικά απλούστατη ίδρυση μέσω ΓΕΜΗ. Ομως η επιχειρηματικότητα μπλοκάρει αλλού: ότι π.χ. οι εφορίες δεν είναι διασυνδεδεμένες και ότι μια φορολογική ενημερότητα μπορεί να σημαίνει πολύωρη ή πολυήμερη ταλαιπωρία σε ουρές και ανταλλαγές αρχαϊκών φαξ.
Υπουργοί, γραμματείς και φαρισαίοι ουδέποτε έχουν προσπαθήσει να στήσουν μια μικρή επιχείρηση, μια οποιαδήποτε δουλειά, σε περιβάλλον πραγματικής οικονομίας, in vivo. Ωστε οι συσκέψεις με μάνατζερ πολυεθνικών, για εξασφάλιση 150 (!) θέσεων εργασίας, και οι εξαγγελίες για πελατειακά στάγδην σταζ στους νέους της χαμένης γενιάς, σκορπίζουν πίκρα μάλλον παρά φως.
Αυτή τη στιγμή στην Ελλάδα υπάρχουν δύο κόσμοι, που κινούνται παράλληλα και ασύμπτωτα. Ο ένας κόσμος είναι αυτός στον οποίο κινείται η κυβέρνηση και αναμεταδίδουν τα μαζικά μέσα· ένας κόσμος όπου η μόνη ένδειξη ζωτικότητας είναι η διαπραγμάτευση με την τρόικα για την επόμενη δόση και τις προαπαιτούμενες δράσεις. Πρόκειται περί παντομίμας διαπραγμάτευσης: βάσει της τριετούς εμπειρίας, όλες οι διαπραγματεύσεις καταλήγουν με επιβολή των όρων της τρόικας. Παρενθέτως, η τρόικα μπορεί να αλλάξει ρότα και να ερμηνεύσει διαφορετικά όσα είχε επιβάλει αρχικά. Η κυβέρνηση ωστόσο θα δείξει εντόνως ότι ανθίσταται, ότι επιχειρεί να αντιπαραθέσει ισοδύναμα μέτρα, ότι παλεύει, θα εμπεδώσουμε όλη την επιχειρηματολογία της τρόικας, θα δοθούν αριθμοί διαστελλόμενοι και συστελλόμενοι κατά το δοκούν, τα συγκυβερνώντα κόμματα θα τουφεκάνε σε γραμμές Μαζινό, υπουργοί θα υποσκάπτονται και θα ταπεινώνονται, και εντέλει όλες οι απαιτήσεις της τρόικας θα ικανοποιηθούν, με ευφημισμούς, μετωνυμίες, και αναλύσεις περί του μικρότερου δυνατού κακού.
Εστω. Τι συμβαίνει όμως στον άλλο κόσμο; Στο κόσμο της πραγματικής οικονομίας, των πραγματικών αναγκών, της πραγματικής ζωής; Εδώ οι αριθμοί είναι τρομακτικοί, και πίσω από κάθε αριθμό υπάρχουν άνθρωποι, ζωές, επιχειρήσεις, πλούτος, που καταστρέφονται καθημερινά. Ας πούμε: κάθε μέρα προστίθενται 3 χιλιάδες άνεργοι, στην υπάρχουσα στρατιά των 1,3 εκατομμυρίου. Ενα εκατομμύριο άνθρωποι έχασαν τη δουλειά τους από το 2008. Αυτοί οι αριθμοί διαρκώς διαστέλλονται.
Στον πραγματικό κόσμο της ύφεσης και της ανεργίας, διακρίνουμε ότι ο πυρήνας της φιλοσοφίας του τριπλού μνημονίου, η εσωτερική υποτίμηση, έχει ήδη εκπληρωθεί. Οι στόχοι του μνημονίου επιτυγχάνονται με ταχύ ρυθμό: το εισόδημα από εργασία έχει απομειωθεί δραματικά, διά της κατάρρευσης των μισθών και της απασχόλησης, και δια της υπερφορολόγησης· οι παραγωγικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις συνθλίβονται και κλείνουν, στη θέση τους ανοίγουν καφενεία ανέργων με τα τελευταία χρήματα αποζημιώσεων και εφάπαξ · η μικροϊδιοκτησία συρρικνώνεται από τα χαράτσια και την απαξίωση. Και τα τρία θεμέλια, που κρατούσαν τον παραγωγικό και κοινωνικό ιστό, αποσαθρώνονται. (Μαζί τους και το κράτος πρόνοιας.) Στη θέση τους μπαίνουν τα νέα θεμέλια: μειωμένο κόστος εργασίας, συγκέντρωση σε μεγάλες επιχειρήσεις, ιδιοκατοίκηση για ολίγους.
Υπό αυτή την έννοια, οι μείζονες μεταρρυθμίσεις, που απαιτούσαν τα μνημόνια, έχουν επιτευχθεί. Η Ελλάδα του 2013 είναι εντελώς διαφορετική από την Ελλάδα του 2008. Απομένουν μερικές ρυθμίσεις ακόμη: η πώληση της Εθνικής Τράπεζας και η ολοκλήρωση της καταστροφής των εγχώριων θεσμικών μετόχων, η πώληση όσων κρατικών περιουσιακών στοιχείων έχουν κάποια αξία, η ενεχυρίαση όσων άλλων προσδοκώνται ότι θα βρεθούν. Το πρόγραμμα διάσωσης έχει πετύχει τους στόχους του· η τρόικα πιέζει για να προσθέσει απλώς τις τελευταίες γραμμές στο νέο ευρωπαϊκό πατρόν.
Στον πραγματικό κόσμο απομένει μια χώρα γυμνή, με χρέος που θα βαραίνει τις επόμενες δυο-τρεις γενιές, με άνεργους και μετανάστες, με κράτος ερείπιο. Με φρόνημα μηδενικό, που όμως είναι ίδιο με τον ιερό μηδενικό πληθωρισμό.