Οι γιορτές είναι τα φώτα τους, η προσδοκώμενη θέρμη των τραπεζιών, τα ρεβεγιόν, τα στολίσματα των δρόμων και των πολυκατοικιών. Είναι οι άοκνοι σηματωροί στα μπαλκόνια, που αναβοσβήνουν οληνυχτίς, παλλόμενες αρτηρίες σκυθρωπών κτιρίων.
Μα πιο πολύ γιορτές είναι τα ψώνια, τα δώρα, τα καινούργια παπούτσια, οι ζελατίνες περιτυλίγματος που ριγούν καθώς σκίζονται, η μέθη της κατανάλωσης. Οι τράπεζες το ξέρουν: τηλεφωνούν κάθε μέρα και προσφέρουν δάνεια με μόλις 12,5%, χρεωστικές κάρτες με ισόβια προέγκριση, πιστωτικές χωρίς συνδρομή. Τα μαγαζιά το ξέρουν: έχουν φωτοστολιστεί ήδη, αναβοσβήνουν σαν καθεδρικοί και καλούν τους προσκυνητές. Στις παρυφές, τα καφέ προσφέρουν μικρές δόσεις ανάπαυλας με αφρόγαλα, προς 3,5 ευρώ, κομψά σάντουιτς, lounge μουσικές. Στην Ιερά Οδό, οι μύστες στριμώχνουν κι άλλο τα τραπέζια γύρω απ’ τις πίστες της νύχτας. Ολα τα σκέπουν οι γιορτές, όλα κινούνται με την προσδοκία του 13ου μισθού, όλα τα θερμαίνει η κατανάλωση.
Σκέφτομαι πόσες φορές ιδρωκόπησα στα μαγαζιά αναζητώντας δώρα. Πόσο άχαρες είναι οι τελευταίες μέρες, οι τελευταίες ώρες, καθώς σαρώνεις τα ράφια κι όλα τα παιχνίδια φαίνονται ίδια, πληκτικά, φτηνιάρικα, κι άλλα πανάκριβα, και ιδρώνεις να βρεις κάτι για όλους. Πόση μοναξιά κυκλοφορεί κάτω από τα φώτα, πόση μελαγχολία κατεβάζουν τα ποτάμια των ανθρώπων. Ολοι πρέπει να είναι έξω, εκεί, εκτεθειμένοι, κι όλοι σπεύδουν να κρυφτούν, κρέμονται σε στάσεις λεωφορείων, εκλιπαρούν για ταξί, σέρνουν σακούλες.
Καταναλώνεις και μελαγχολείς. Αυτές τις μέρες ψωνίζεις καταναγκαστικά, γιατί όλοι ψωνίζουν, όλοι θύουν, όλοι λιβανίζουν με τις πιστωτικές τους στους πάμφωτους βωμούς. Κι όλοι μένουν με μια στυφάδα, ανεκπλήρωτοι και πεινασμένοι: το shopping δεν χορταίνει· ερεθίζει, αλλά δεν χορταίνει, δεν ανακουφίζει. Η κατανάλωση κατακλύζει τον νου, κυριεύει τις νευρικές ίνες, στήνει λίστες, υποχρεώσεις, εφευρίσκει αχόρταγες πτυχές, σε καταλαμβάνει σαν πυρετός και σε κατατρώει. Κι ύστερα σ’ αφήνει λιώμα, ματαιωμένο και αχόρταγο, βουλιμικό και μόνο, ένα μοναχικό αγρίμι μετά το μάταιο πλιάτσικο.
Ψυχολογισμός… Ενδεχομένως. Η τέτοια θέαση εκκινεί από την ψυχική κατάσταση του καταναλωτή. Αλλά η κατανάλωση, σαν ατμομηχανή που ζητάει διαρκώς κάρβουνο, έχει και μια υλική, εξόχως πολιτική διάσταση. Ευρισκόμενη στα σπλάχνα των δυτικών κοινωνιών παίζει διπλό παιχνίδι: αφενός θερμαίνει τις αγορές, αφετέρου παγώνει τη δημοκρατία. Ο επιφανής Αμερικανός πολιτικός επιστήμων Ρόμπερτ Νταλ, στη μελέτη του «Περί πολιτικής ισότητας», αντιπαραθέτει την κουλτούρα της κατανάλωσης στο ευ ζην, στην ποιότητα ζωής, στην ιδιότητα του πολίτη. Ο φιλελεύθερος καθηγητής του Γέιλ εμφανίζεται απαισιόδοξος για το πραγματικό βάθος της δημοκρατίας και εντοπίζει μερικές αιτίες του δημοκρατικού ελλείμματος· μια απ’ αυτές είναι η κατανάλωση:
«Η πραγματική αντίφαση του καπιταλισμού», γράφει, «είναι η εξής: το γεγονός ότι καταφέρνει να ικανοποιήσει την ισχυρή ενόρμηση του ανθρώπου προς την ολοένα και μεγαλύτερη κατανάλωση προϊόντων της καπιταλιστικής επιχείρησης, έρχεται σε αντίθεση με μια άλλη ακόμη πιο ισχυρή ανθρώπινη ενόρμηση: την αναζήτηση της ευτυχίας ή, αν προτιμάτε, μιας αίσθησης ευημερίας».
Ο Νταλ εξετάζει κριτικά την κυρίαρχη κουλτούρα της κατανάλωσης και εξετάζει επίσης τα κινήματα της αντικουλτούρας, του ’60 και του ’70, που φύτρωσαν ενάντια ή πλάι στην κατανάλωση. Είναι πικρός: τα περισσότερα μέλη του κινήματος της αντικουλτούρας, από το Σαν Φρανσίσκο έως τη Νέα Υόρκη, δεν στράφηκαν εναντίον της καπιταλιστικής κατανάλωσης, αλλά λάτρεψαν τη δική τους εναλλακτική κατανάλωση: σεξ, ντραγκς και ροκ-εν-ρολ, κοινόβια και κλειστές κοινότητες. «Η επιτομή του εγωιστή καταναλωτή», καταλήγει.
Ο εγωιστής καταναλωτής είναι το περιφερόμενο πρότυπο σήμερα. Είναι ο cool νέος της διαφημιστικής εικονογραφίας, που χοροπηδάει έξω από τις αλυσίδες μαγαζιών κινητής και γκάτζετ, που μιλάει σαν καμένος, που ντύνεται emo και περιπλανιέται στο Mall.
Η εικονογραφία γίνεται ζωή. Ο δυστυχής εγωιστής καταναλώνει, καταναλώνει, καταναλώνει, όσο μπορεί, όσο αντέχει η πίστωση, κι ολοένα περισσότερο νιώθει άδειος και πεινασμένος, όλο και περισσότερο φτωχός. Εχει απολέσει την πολιτική του υπόσταση, έχει ξεχάσει τι σημαίνει ελευθερία επιλογών, πολιτική ισότητα, κοινοτικός βίος, δημιουργικότητα, αυτάρκεια, πολιτική δράση.
Τα έχει χάσει όλα. Αλλά μπορεί να τα ψωνίσει…
Ενα βλέμμα, ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ 09.12.2007
18 Σχόλια
Comments feed for this article
9 Δεκεμβρίου 2007 στις 5:03 μμ
Μύρων Κατσούνας
Αγαπητέ Κύριε Ξυδάκη,
Αναρωτιέμαι μήπως υπάρχει κάποια, μικρή έστω, αντίφαση του θερμού αυτού «βλέμματος» με το κέιμενό σας στον σημερινό «Γαστρονόμο»;Γιατί σ’εκείνο, παρά την ακριβή (και με τη δεύτερη σημασία: σπάνια) περιγραφή της ομοτράπεζης κοινωνίας, στην οποία το άνοιγμα στον Αλλον, η διάθεση προσφοράς και περιποίησης αποτελεί τη βάση του γιορτινού τραπεζιού, υπάρχει, όμως, και αρκετή κατανάλωση.
Ή να το θέσω διαφορετικά: ποτε η κατανάλωση παραμένει φώς που δεν φωτίζει, φωτιά που δεν θερμαίνει, πότε ψωνίζουμε αλλά χάνουμε και πότε, από την άλλη, η κατανάλωση γίνεται το πρόσχημα, το μέσο για αληθινές αχέσεις;
Απλοϊκή και ίσως χοντροκομμένα απλουστευτική η απορία και μάλλον η απάντηση να μη μπορεί να προιατυπωθεί αφηρημένα εν είδει συνταγής.
ΥΓ.Ερυθριάζων δηλώνω καμια δεκαρέ άγνωστες γαστρονομικές λέξεις αλλά τούτο οφείλεται σίγουρα στη γαστρονομική ένδειά μου.
9 Δεκεμβρίου 2007 στις 5:30 μμ
Καλλιόπη Μακρίδου
Ευχαριστώ για το άρθρο.
Ούτε η ευτυχία αγοράζεται,ούτε ο πόνος εξαγοράζεται.Αυτό ,άλλωστε,είναι και το πρόβλημα του σημερινού ανθρώπου,που αρνείται να πονέσει και να ευτυχήσει σε βάθος. Περνώντας,τα χρόνια αισθανόμαστε όλο και πιό μειοψηφία στον τρόπο που αντλαμβανόμαστε την ευτυχία,τον έρωτα και εντέλει τη ζωή.Όμως μία μειοψηφία,που κι αν δεν βρήκε την αλήθεια,τουλάχιστον την ψάχνει στη σωστή κατεύθυνση.
Χαιρετισμούς από Θεσσαλονίκη.
9 Δεκεμβρίου 2007 στις 7:51 μμ
Θάνος Σταθόπουλος
Move on move on total wit
Take them to to the glowing split
Well it isn’t late
For a damned fate
Left the lights on to the next party
Through the play-room is still empty
After having finished school
More or less they coul’dn’t be cool
As they met they fall in love
But before the natural end
They ‘ve been forced to regress
Who has tried to test his limits
Smashing a piece of plexyglass
By winking
Instead of sitting on his ass
Hopping that things will come by shopping
Λένα Πλάτωνος, Hopping by Shopping, «Μάσκες Ηλίου», 1984.
Αιφνιδίως, το κείμενο του Νίκου Ξυδάκη σχηματίζει ορθή γωνία με το σημερινό Παράδοξο του Ευγένιου στην Ελευθεροτυπία για τον Χριστό που θα γεννηθεί νεκρός τα Χριστούγεννα, στο μεγάλο γιορτινό τραπέζι της παραμονής (συμπληρώνω, εγώ) την ώρα που θα τρίβουμε στην πάστα μας αντί για παρμεζάνα prozac, lexotanil, ceroxat και λοιπά σκευάσματα. Merry Christmas!
9 Δεκεμβρίου 2007 στις 10:31 μμ
ΩΡΑ ΕΛΛΑΔΑΣ » Νιώθω ευτυχής διότι…
[…] …ακόμα δεν έχω πέσει σε αυτή τη λούμπα που αναφέρει εδώ ο Νίκος Ξυδάκης. Σχεδόν ποτέ δεν είχα την ευχέρεια να […]
9 Δεκεμβρίου 2007 στις 11:04 μμ
Aθήναιος
Πολύ καλό. Όχι η ευτυχία μάλλον δεν αγοράζεται αλλά όσο μεγαλώνω, αισθάνομαι ότι κερδίζεται, δεν χαρίζεται. Με την έννοια αυτή δεν αγοράζεται με χρήμα αλλά με κομμάτια του εαυτού μας. Κι έπειτα, εγώ αρνούμαι αυτη τη διάχυτη «κουλτούρα της ευτυχίας». Πού είναι γραμμένο ότι πρέπει να είμαστε συνεχώς ευτυχισμένοι και ότι δεν πρέπει να υπάρχουν στιγμές θλίψης, συντριβής, ανίας;
10 Δεκεμβρίου 2007 στις 1:43 πμ
ilias
»Πού είναι γραμμένο ότι πρέπει να είμαστε συνεχώς ευτυχισμένοι και ότι δεν πρέπει να υπάρχουν στιγμές θλίψης, συντριβής, ανίας;»
Παντού , σε όλες τις οθόνες γύρω, ειδικά στις κινούμενες.. Τι νομίζετε ; οτι είναι είδος προς εξαφάνιση η εντολή don’t worry be happy?
10 Δεκεμβρίου 2007 στις 1:47 μμ
scalidi
Με συγκίνησαν πολύ αυτές οι λέξεις. Ίσως γιατί τις ζω από την αρχή κάθε χρόνο…
10 Δεκεμβρίου 2007 στις 2:46 μμ
νεοπτωχος
εγω λέω να πιω ένα καπουτσινο στο ζοναρς…
με το 5.50 παρακαλω…
11 Δεκεμβρίου 2007 στις 12:39 μμ
Maigret
υπάρχει κι άλλη ευτυχία, σ’αυτή τη ζωή που μας χαρίστηκε δίχως επιλογή, τη βλέπω στο τραπέζι της γιορτής, σε κάποιο εμβόλιμο καφέ στο Φίλιον, αλλά και κάθε βράδυ πλάι μου,
το πόσο θα αγωνιστώ για αυτή – που κερδίζεται και δεν ψωνίζεται – είναι το θέμα (η ευθύνη προς την πνοή που μου δόθηκε)
για την ώρα, με τα καινουργί δερμάτινα υποδήματα, διασχίζω το χρόνο, υποτονθορίζοντας ως προβηγκιανός flaneur:
«this is the time and life that I am living
and I’ll face each day with a smile
For the time that I’ve been given’s
such a little while
and the things that I do
consist of more than style…»
από τον Arthur Lee και την παρέα του…(Love, Forever Changes)
13 Δεκεμβρίου 2007 στις 4:44 πμ
Tassos
Well done, Νίκο! Με πολύ γλαφυρό τρόπο έγραψες πράγματα που σκέφτομαι εδώ και αρκετό καιρό. Άλλωστε ζω στη χώρα που ο καταναλωτισμός θεωρείται επαρκής άμυνα απέναντι στον αρμαγεδώνα των ισλαμοφασιστών (αν και τότε ακόμη δεν τους λέγαν έτσι).
Το βασικό για μένα δεν είναι τόσο η αναντιστοιχία υλικής ευμάρειας/πληθώρας και ουσιαστικής (δλδ. lasting and fundamental) ικανοποίησης. Αυτό είναι ένα μήνυμα, ειλικρινές ή όχι δεν έχει τόση σημασία, χιλιάδων ετών αν δεν απατώμαι.
Το αξιοσημείωτο (αλλά όχι παράδοξο) είναι πώς από τις δυο αντίπαλες οικονομικές θεωρίες εκείνη που είχε τις στενότερες ιδεολογικές/αισθητικές σχέσεις – έστω κατόνομα – με τον υλισμό είναι αυτή που αφενός μεν απέτυχε να ικανοποιήσει υλικά όσους την ακολούθησαν φιλότιμα ή καταναγκαστικά αφετέρου δε η υλοποίησή της είχε την απαραίτητη αναφορά σε μεταφυσικές έννοιες όπως η μελλοντική κατάκτηση της αταξικής κοινωνίας κλπ.
Τουναντίον, η οικονομική θεωρία με την οποία συμμάχησε το «αντι-υλιστικό» κατεστημένο αποδείχτηκε στην ουσία πετυχημένη γιατί εγκλώβισε (καταχρηστική η ενεργητική φωνή βέβαια) τους εργαζόμενους σε ένα γαϊτανάκι γύρω από μια ξεδιάντροπα υλιστική θεώρηση του βίου: εργάζομαι για να καταναλώνω και ό,τι-όσο καταναλώνω είναι proxy της ευτυχίας-ικανοποίησής σου.
Πάντως αν σκεφτεί κανείς την αιώνια νομίζω τάση του ανθρώπου για άμεση ικανοποίηση, δεν είναι καθόλου περίεργο ότι ο Καπιταλισμός εξελίχτηκε σε τοπικό (δλδ. τουλάχιστο προσωρινό) σημείο ισορροπίας στην ιστορία μας.
13 Δεκεμβρίου 2007 στις 4:59 πμ
Tassos
Ζητώ συγγνώμη για το διπλό ποστ, αλλά μου ξέφυγαν στην πολυλογία:
κατ’αρχάς από το στόμα του παροιμιώδους αλόγου:
http://www.johannorberg.net/?page=displayblog&month=12&year=2003#147
και στη συνέχεια από το τσιράκι της
http://www.capmag.com/articlePrint.asp?ID=2254
13 Δεκεμβρίου 2007 στις 9:49 μμ
roadartist
Πολύ καλό το άρθρο. Σίγουρα η ευτυχία δεν αγοράζεται. Είναι τα πρότυπα που μας προωθούν καθημερινά..ευτυχως σε αυτόν τον άκρατο καταναλωτισμό κάποιοι αντιστέκονται.
14 Δεκεμβρίου 2007 στις 9:58 πμ
Φλο
Επισυνάπτω το ποστ σας στις χριστουγεννιάτικες ευχές που στέλνω στους φίλους για λιγότερη βουλιμία και περισσότερη ουσιαστική χαρά.
14 Δεκεμβρίου 2007 στις 10:04 μμ
anasthe
εγώ είμαι κατιτίς σίγουρος πως όποιος έχει ρευστό άφθονο στην όποια μορφή – είτε πλαστική, είτε χάρτινη – μια χαρά καταναλώνει, περνάει φίνα τις γιορτές και πολλές άλλες μέρες του έτους. Όποτε δε κάνει κέφι, διατηρεί και το blog του, διαβάζει υπέροχα βιβλία, μπορεί να ασπάζεται όποια πολιτική θέση τον ικανοποιεί από θέση ουσιαστικής ισχύος – μορφωτικής και οικονομικής -, δημιουργεί με τα ποιοτικότερα υλικά, δύναται να διάγει κοινοτικό βίο στην πραγματικότητα όπου θέλει κι όποτε θέλει bla bla bla.. Τα υπόλοιπα είναι .. ας μην το διατυπώσω, διάγω ευγενικές περιόδους συμπεριφοράς με την πάρτη μου και δεν έχω σκοπό να ενδώσω σε λογής αφομοιώσεις, προσομοιώσεις και ..εξομοιώσεις. Εννοείται, τα άνω δεν αναφέρονται σε μένα, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση δε θα σχολίαζα σε blogs Παρασκευιάτικα.
14 Δεκεμβρίου 2007 στις 10:15 μμ
Aθήναιος
Κάποιος θα μπορούσε να σας πει ότι δεν βγαινετε τα Παρασκευοσαββατοκύριακα από φόβο μήπως συναντήσετε τη Φιλιπινέζα σας που έχει ρεπό… Εννοείται πως αστειεύομαι και κάπου συμφωνώ, έχει βάσει αυτό που λέτε αν και βασικώς σχολιάζω για να βάλω ένα μόνο θαυμαστικό στο σχόλιο του Μαιγκρέ.
14 Δεκεμβρίου 2007 στις 10:16 μμ
Aθήναιος
Βάση και όχι βάσει.
15 Δεκεμβρίου 2007 στις 8:38 μμ
klik
Κάνε κλικ εδώ για να βοηθήσεις έναν συνάνθρωπό σου να περάσει όμορφα Χριστούγεννα!!! Κλικ κλικ Σε χρειάζομαι!!!
16 Δεκεμβρίου 2007 στις 1:50 πμ
Αμάρτησα για το παιδί μου
Η ερώτηση που αναδύεται από το ίδιο το κείμενο δεν είναι αν αγοράζεται η ευτυχία (όλοι γνωρίζουν ότι εν μέρει αγοράζεται), αλλά αν η υπερκατανάλωση φέρνει την ευτυχία.