Ανήκεις στην πόλη.
Απ’ το πρωί της ανήκεις. Οταν ξυπνάς βαρύς και ρουφάς μισόκλειστος τον διπλό στρέτο και η ζέστη χαϊδεύει γνώριμη τους τοίχους.
Κοιτάς τα μέιλ, τίποτε. Το καλοκαίρι δεν έχει ειδήσεις, μόνο διάττουσες εξομολογήσεις, κάτι λαχανιασμένα μισόλογα. Λίγα τα news, ψόφια τα μπλογκ. Δες το σημείωμα στο ψυγείο: τα ψώνια του εργένη, εφόδια για τον κατακλεισμό. Τα στερνά χρειώδη· με τούτα ο εργένης βγάζει καλοκαίρι στην Αθήνα, ακόμη και καύσωνα. Αν μείνει μέσα, θα ‘χει να βολεύεται.
Σύρε το μαγνητάκι, διάβαζε: Παξιμάδια κρίθινα, ολίγη φέτα, γάβρος μαρινάτος, ντομάτες, πεπόνι, γιαρμάδες (3-4), καρπούζι (μισό), κασέρι 250 gr, αγγούρια, ελιές θρούμπες, χυμός πορτοκάλι και γκρέιπφρουτ, Ξυνό νερό, φρυγανιές μπριός (άσε…), γιαούρτια (με πέτσα;). Και μπίρες, πιλς. Επιθεώρησε τώρα τα υπάρχοντα: κάπαρη, κοπανιστή, μισό σαλάμι Λευκάδος, μέλι, βύσσινο, καφές. Και βότκα, και Wild Turkey. Πάγος.
Δεύτερο ντους, ξύρισμα, στολή καλοκαιριού, λευκό παντελόνι, χρωματιστό μπλουζάκι, κλειδιά, κινητό.
Νάτος: το μεσημέρι διαπλέει τα ποτάμια δίκυκλος, και η κάψα τού αρπάζει τα τσίνορα ― παρ’ όλ’ αυτά, βλέπει: τα έξωμα και τις κοιλίτσες, ξεμείνηδες ομόαιμους να σμηνουργούν στην άσφαλτο, η πόλη ποτέ δεν σταματά, σαλεύει αδιάκοπα στα βάθη Ιουλίου και Αυγούστου.
Το μεσημέρι, πεπόνι με φέτα. Αφθονο νερό. Εσπρέσο. Δουλειά. Στο ρελαντί, με εξάρσεις.
…
[Κι οι μέρες αργοσταλάζουν. Το αστικό θέρος εξουθενώνει και επιβραδύνει, τσιτώνει τις αισθήσεις, ωθεί στην αναδίπλωση και την ενδοβολή, και ταυτοχρόνως με μια σπρωξιά σε πετάει έξω: να ιερουργείς με βότκες παγωμένες, ιδρωκοπώντας ασκόπως πάνω σε απώλειες και νοσταλγίες αλλοτινών καλοκαιριών, να εξοκέλλεις (ασκόπως, πάντα ασκόπως) αλκοολούχος σε ημίφωτα, να κουτρουβαλάς σε ζεσταμένους δρόμους εξάρχειους, θερισμένος.Κι αργοσταλάζει η νύχτα, μία τεράστια, ενωμένες όλες οι σύντομες νυχτιές σε μία· με φίλους σποραδικούς, σε αποσπασματικά τραπέζια, με κορωμένες κουβέντες, και πολύσημους ψίθυρους.]
…
Το βράδυ από νωρίς κυκλοφορούν ουίσκια σε πλαστικά κύπελα, εις υγείαν ρε. Τη μπλε νύχτα οδηγείς φτιαγμένος, με Φαϊρούζ, Μάσιβ Ατάκ και System of a Down στο iPod. Απόψε δεν θα ξεκοκαλίσεις ψαράκια, δεν θα αναστενάξεις με παγωμένο ασύρτικο, δεν έχει μπίρες και ροκιές στο Λυκαβηττό. Απόψε ξέμεινες.
Γυρνάς στα αραιωμένα μπαρ των πεζοδρόμων, ό,τι απέμεινε. Ενα μπέρμπον εδώ, δύο πιο πέρα, δεν έχει γουάιλντ τέρκι, βάλε τζακ ντάνιελς, πολύ πάγο. Ψυχή. Κανείς γνωστός. Απρόθυμα διασχίζεις το λόφο. Θερισμένος. Μόνη σωτηρία, οι προμήθειες: παξιμάδι κρίθινο, ντομάτα, φέτα κ.ο.κ. Μπίρες, απ’ το μπουκάλι. Ξεραίνεσαι, βαριανασαίνεις, μα ύπνος δεν κολλάει.
Καταβρέχεις με το λάστιχο. Μια κάφτρα στο ρετιρέ απέναντι.
περιοδ. Γαστρονόμος, Καθημερινή 08.07.2007
εικον.: Μανώλης Ζαχαριουδάκης
Addendum (για τον oneinchman):
System of a Down, Lonely Day
23 Σχόλια
Comments feed for this article
11 Ιουλίου 2007 στις 6:29 μμ
Αθήναιος
Μεσήλιξ αυτός που ξέμεινε, το κατάλαβα από το κατάβρεγμα της βεράντας, πρέπει να έβλεπε τη γιαγιά του να έκανε το ίδιο, δεν είναι της δικής μας γενιάς αυτά τα πράγματα… Θέλω να γράψω ένα κείμενο για το ψυχογράφημα ενός καλαθιού σούπερ-μάρκετ. Αυτό που προσπαθώ να σας πω είναι ότι αν δείτε αναρτημένη σε ψυγείο γνωστού σας τη συγκεκριμένη shopping list, να του δώσετε το τλφ μου, σας παρακαλώ. :-Ρ
11 Ιουλίου 2007 στις 8:43 μμ
vassilip
το γραψιμο δεν την βαθαινει αυτην την μοναξια, δεν την περιτειχιζει, ή μου φαινεται;
(και στην παρα θιν’ αλος επαρχια τα ιδια.)
11 Ιουλίου 2007 στις 8:57 μμ
nikoxy
@Αθήναιο:
H γιαγιά του δεν είχε βεράντα, αυλή είχε.
Η γενιά του μεσήλικος έχει μπαλκόνια. Και γλάστρες. Που τις ποτίζει.
Ο ξεμείνης του άστεως σάς εύχεται να ψυχογραφήσετε και τις τουλούμπες της πλατείας Λαυρίου.
11 Ιουλίου 2007 στις 9:00 μμ
oneinchman
…και System of a Down στο iPod.
Such a lonely day
And it’s mine
It’s a day im glad I survived
Υπέροχο post!
11 Ιουλίου 2007 στις 9:41 μμ
Aθήναιος
Η δική σας η γενιά που έχει καταφέρει να κάνει μύθο μέχρι και το Πολυτεχνείο είναι ικανή να κάνει μύθο τους ξεμείνηδες, αυτούς δλδ που μένουν μόνοι μία βδομάδα το χρόνο. Τί να πούμε και μεις οι επαγγελματίες εργενηδες δηλαδήΣ.
Κι εγώ μεσήλιξ είμαι και το αστείο με τις τουλούμπες είναι πιο παλιό κι από την «Πλατεία Λαυρίου» που δεν έχει τίποτα να ψυχολογήσεις και να μυθολογήσεις εξόν από την απίστευτη ασχήμια της.
Με συγκίνησε η λίστα του εργένη που περιγράφετε στο άρθρο, δλδ με συγκίνησε η λεπτομέρεια του ξυνού νερού που τυχαίνει να υπάρχει μονίμως στο ψυγείο μου. Όχι perrier, όχι σουρωτή, μόνο ξυνό νερό.
Στο σούπερ μάρκετ κοιτάζω τα καλάθια των πελατών ιδιαίτερα όσων φαίνονται εργένηδες και πλάθω ιστορίες. Το καλάθι που έχει εξάδα τις μπύρες που είναι εκείνη τη μέρα σε προσφορά, χαρτί υγείας, κατεψυγμένα φαγητά που γίνονται στο microwave ανήκει μάλλον σε εργένη κομπιουτερά που νομίζει πως «Σαίξπηρ» είναι μία εταιρεία που παράγει καλλυντικά ή πάντως σίγουρα κάποιον προϊόν που χρησιμοποιούν τα τρομαχτικά όντα που λέγονται γυναίκες. Όταν βλέπω ένα τέτοιο καλάθι δεν ρίχνω δεύτερη ματιά που να το κρατάει και ο Πηρς Μπρόσναν.
Ο εργένης του άρθρου σας όμως; Αυτός με τα παξιμάδια, τη φέτα, την κάππαρη, μάλλον θα προτιμήσει να φάει έναν ντάκο παρά ένα Big Mac. Αυτός που θα αναρρωτηθεί αν το γιαούρτι του θα έχει πέτσα μπορεί να είναι και Φιλελεύθερος ( καλά, το παρατραβάω τώρα…) και αυτός που πίνει ξυνό νερό είναι σίγουρα ΠΑΟ και θεός του σεξ, διαβάζει «Γαστρονόμο» και όνειρό του είναι να συναντήσει τον Αθήναιο.
Ε μα…
Ελάτε τώρα, μη διαμαρτύρεστε. Από σας τα μάθαμε αυτά… :-)
12 Ιουλίου 2007 στις 12:46 πμ
ilias
¨¨και αυτός που πίνει ξυνό νερό είναι σίγουρα ΠΑΟ και θεός του σεξ, διαβάζει “Γαστρονόμο” και όνειρό του είναι να συναντήσει τον Αθήναιο.¨¨
Και σίγουρα ζει με ένα όνειρο. Πότε θα αρχίσει να κόβεται η Πάρνηθα σε μερίδες για να έχει κάτι καινούργιο να προσθέσει στο καρότσι του.
12 Ιουλίου 2007 στις 12:47 πμ
ilias
¨¨Ελάτε τώρα, μη διαμαρτύρεστε. Από σας τα μάθαμε αυτά… :-)¨¨
12 Ιουλίου 2007 στις 10:07 πμ
silia
«O εργένης του άρθρου σας όμως; Αυτός με τα παξιμάδια, τη φέτα, την κάππαρη, μάλλον θα προτιμήσει να φάει έναν ντάκο παρά ένα Big Mac. Αυτός που θα αναρρωτηθεί αν το γιαούρτι του θα έχει πέτσα μπορεί να είναι και Φιλελεύθερος ( καλά, το παρατραβάω τώρα…) και αυτός που πίνει ξυνό νερό είναι σίγουρα ΠΑΟ και θεός του σεξ, διαβάζει “Γαστρονόμο” και όνειρό του είναι να συναντήσει τον Αθήναιο……»
———————————
Λοιπον …. λεω να :
Αλλαξω …φύλο
Αλλαξω ….τοπο διαμονης (Αθήνα ;….μαλλον)
Αλλαξω super – market (πολυ δυσκολο)
Αλλάξω ….»σύνθεση-περιεχομενο» καροτσιού super-market
….Λεω…..
Απόκτησα ….καινούριο …όνειρο .
12 Ιουλίου 2007 στις 12:38 μμ
Composition Doll
Αυτό, λοιπόν, θα μπορούσε να είναι ένα αρσενικό «ζακετάκι». Το τυπώνω και το κρατώ στην τσέπη του moleskine μου, μαζί με το ταίρι του.
12 Ιουλίου 2007 στις 5:35 μμ
Aθήναιος
silia: Υπάρχει πάντα και το ενδεχόμενο να μην σας καίγεται καρφάκι για το τί νομίζει για σας ο κάθε τυχάρπαστος που κοιτάζει εξεταστικά το καλάθι σας στο σούπερ μάρκετ.
12 Ιουλίου 2007 στις 10:09 μμ
silia
@ Αθήναιος
………. Υπάρχει , ναι ……
Αλλα αυτό , δεν μου στερεί το δικαίωμα στο …καινουριο όνειρο ….
—————————————
Φίλε «βλέμμα» , συγνώμη για το ….τσατ …..Τελείωσε . Δεν θα επαναληφθεί .
12 Ιουλίου 2007 στις 11:43 μμ
λουιζα κ.
στο καλάθι του iPod δίπλα στους παλαβούς λυρικούς αρμένηδες, να συμπεριλάβεις και την οικονομική συσκευασία των My Chemical Romance – ακολούθως θα συγκρίνομε τα ψυχογραφήματα των δύο καλαθιών:-)
13 Ιουλίου 2007 στις 12:12 πμ
nik-athenian
Ξέ-μεινες.
Δηλαδή οι άλλοι προχώρησαν μπροστά και Συ έμεινες πίσω; Και ποιος είναι αυτός που οριοθετεί το μπρος και το πίσω;
Δηλαδή οι άλλοι ευθυμούν ομαδικά και Συ τη βρίσκεις με μπλου νότες του σαξόφωνου; Και ποιος κανονίζει από τί αποτελείται το σπινθήρισμα της απόλαυσης;
Κανείς δεν ξε-μένει όσο υπάρχουν ήχοι, πνεύματα, αγγίγματα και όνειρα να δώσεις και να πάρεις.
13 Ιουλίου 2007 στις 8:36 πμ
Rodia
Καλά, βρε παιδί μου, εδώ ο κόσμος κάηκε κι ο τυπάς δεν πήρε χαμπάρι τπτ.. Μεγάλη εσωστρέφεια λέμε.. ;-))
13 Ιουλίου 2007 στις 8:39 πμ
Rodia
Ψιτ! Πέστου, έχει συναυλία στο Σύνταγμα το βραδάκι για τη Πάρνηθα και πες του νά’ρθει!:-)
14 Ιουλίου 2007 στις 8:46 πμ
diVa
Γλυκό κείμενο, σε κάνει να νιώθεις χαριτωμένη πολυτέλεια την «κατάντια» που ξυπνά μαζί σου κάποιο πρωί.
Καλημέρα:-)
14 Ιουλίου 2007 στις 10:52 μμ
Suspect
Στη σημερινή απρόσωπη εποχή, για να ενδιαφερθούν κάποιοι για το πού είσαι και τι κάνεις, πρέπει να έχεις πάρει το χρυσό στα 200 μέτρα και να είναι γιατροί της WADA
23 Ιουλίου 2007 στις 1:20 μμ
scalidi
Καθυστερημένα ανακάλυψα το κείμενο και με συγκίνησε.
16 Αυγούστου 2012 στις 10:16 μμ
exiled
17 Αυγούστου 2012 στις 1:53 πμ
Dark Angel
(!)
17 Αυγούστου 2012 στις 8:52 πμ
Ανώνυμος
Αφού, ξυπνώντας, έχεις τη δυνατότητα να ρουφάς διπλό – κιόλας!! – στρέτο κι έχεις επίσης ψυγείο με μαγνητάκια κάτω από τα οποία υπάρχει τεράστια λίστα με αγαθά προς αγορά, καθόλου δεν έχεις ξεμείνει… (από μια άποψη).
Όταν θα ξυπνήσεις σε χαρτόκουτο στο πεζοδρόμιο και θα πιπιλάς το δάχτυλό σου, ή τα χαλίκια που έχεις μαζέψει από την προηγούμενη μέρα, όπως ο Μολλόυ του Μπέκετ, τότε θα έχεις ξεμείνει…
Αλλά και τότε, μπορεί να γράψεις τον «Μολλόυ» και να πάρεις το βραβείο Νόμπελ !!!
18 Αυγούστου 2012 στις 4:03 μμ
Τσιτσιολίνα
Ωραίο κείμενο, ταινιάκι μικρού μήκους.
Προς Aνώνυμο: δες και καμμιά ημερομηνία βρε αδερφέ! Οσο έχει ακόμα η χαρτόκουτά σου υπολογιστή και internet….
19 Αυγούστου 2012 στις 9:35 πμ
Ανώνυμος
Τσιτσιολινουλίτσα, οι υπολογιστές που υπάρχουν στις χαρτοκουτίτσες δεν αναγράφουν ημερομηνιούλες. Αναγράφουν διαρκώς την ώρα «μηδέν». Όσα «ταινιάκια» και να δει κανείς, σε «λακούλι» θα καταλήξει. Κανείς δεν την σκαπουλάρει.. Όλους τους τρώνε τα σκουληκάκια. Και τους χαριτωμενούληδες, Πολλούς μάλιστα, τους τρώνε εκ γενετής. Από τις φασκιούλες.